Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ Α Ρ Χ Α Ι Ω Ν Ε Λ Α Η Ν Ω Ν ΤΟΜΟΣ
Α'
Σύμφωνα με τον Κανονισμό των εκδόσεων τον Μορφωτικού 'Εθνι...
61 downloads
520 Views
18MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ Α Ρ Χ Α Ι Ω Ν Ε Λ Α Η Ν Ω Ν ΤΟΜΟΣ
Α'
Σύμφωνα με τον Κανονισμό των εκδόσεων τον Μορφωτικού 'Εθνικής Τραπέζης, τη μετάφραση, προτού παραδοθεί στο
'Ιδρύματος τυπογραφείο,
τη διάβασε ό συνεργάτης μας Καθηγητής κ. Α. Ι. 'Ιακώβ.
Ό τίτλος του πρωτοτύπου:
Die tragische Dichtung der Hellenen Vandenhoeck & R u p r e c h t in Göttingen
ISBN 960-250-010-7 set 960-250-011-5 © Copyright γιά την ελληνική έκδοση: Μορφωτικά "Ιδρυμα 'Εθνικής Τραπέζης, 'Αθήνα 1987
Amico Bonnensi loanni Herter Amicis Vindobonensibus Rudolphe Hanslik Walthario Kraus Friderico Schachermeyr
'Ωστόσο, αντά τ à λίγα επιβλητικά ερείπια που έφτασαν ώς εμάς εχονν τόσο μεγαλείο και τόση σημασία, ώστε εμείς οί φτωχοί Ευρωπαίοι εδώ και αιώνες τώρα τα ερευνούμε και για μερικούς ακόμη αιώνες Θά εξακολουθούμε να τρεφόμαστε καΐ và ασχολούμαστε με αυτά. Γκαίτε προς Έκκερμαν (1η Μαΐου 1825)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
Στην τρίτη της έκδοση «Ή Τραγική ποίηση των άρχαίων Ελλήνων» είναι ουσιαστικά ενα καινούριο βιβλίο, με άσνγκριτα μεγαλύτερη έκταση άπό δ,τι στις όνο προηγούμενες εκδόσεις. Σ' αυτή τή διεύρυνση συντέλεσαν δύο λόγοι, άπό τους οποίους ό ενας σχετίζεται με τον άρχικό στόχο τοϋ έργου, ενώ ο άλλος με εναν πρόσθετο. Λίγα λόγια γι' αυτόν πρώτα πρώτα. Ή διαφορά αυτής τής έκδοσης άπό τις άλλες δύο 'έγκειται στο δτι, πέρα άπό τήν εμπλοκή στή συζήτηση τής επιστημονικής βιβλιογραφίας, εδώ επιχειρείται μιά παρουσίαση των σωζόμενων δραμάτων. Γι' αυτόν τό σκοπό εχει επιλεγεί μιά μέθοδος πού θά μπορούσε νά ονομαστεί «περιγραφική άνά/,νση»: μιά δσο τό δυνατόν άκριβέστερη διαγραφή τοϋ σκελετού τής πλοκής συμβάλλει στόν εντοπισμό τών στοιχείων τής σύνθεσης, καθώς και στόν εντοπισμό τής δομής και τών σταδίων τής δραματικής έντασης τών επιμέρους έργων. Βέβαια, ήδη κατά τήν πορεία αυτών τών άναλύσεων, είναι άναπόφευκτο νά υποδηλώνεται ή θέση τοϋ συγγραφέα άπέναντι σε προβλήματα θεμελιακής σημασίας γιά τήν ερμηνεία τών έργων. Γενικά, πάντως, καθοριστική υπήρξε ή πρόθεση νά επιτάσσεται ή συζήτηση επιμέρους προβλημάτων χωριστά, μετά τις αναλύσεις. 'Ως πρός αυτό τό σημείο, διευρύνθηκε ο άρχικός στόχος τοϋ βιβλίου. "Οτι ή εφαρμογή αυτής τής μεθόδου συνεπάγεται τήν άντιμετώπιση δυσεπίλυτων προβλημάτων, είναι δύσκολο νά τό άγνοήσει δποιος λάβει υπόψη του, εστω και ως ενα βαθμό μόνο, τήν εκπληκτική πυκνότητα και τό οικουμενικό εύρος πού εχει άποκτήσει, Ιδιαίτερα τις δύο τελευταίες δεκαετίες, ή συζήτηση γύρω άπό τήν άρχαία ελληνική τραγωδία. Τήν παρακολούθηση της θεώρησε ό
9
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
συγγραφέας πρώτιστο καθήκον τον, πολν περισσότερο πον αντίστοιχο με τό εϋρος αυτής της συζήτησης είναι και το βάθος της —τά τελευταία χρόνια μάλιστα ή νεότερη γενιά των φιλολόγων εχει παρουσιάσει πολλές και εξαιρετικά άξιόλογες εργασίες. Για và γίνουν όσο το δυνατό πιο ευσύνοπτες οι βιβλιογραφικές ένδείξεις, προτιμήθηκε ή άκόλουθη διαδικασία. "Ενας συγγραφέας ό όποιος μνημονεύεται μόνο με τό δνομά του, χωρίς άλλα στοιχεία (ή με συντομευμένη δήλωση ενός τίτλου χωρίς άλλες ενδείξεις) αναφέρεται^ κατά κανόνα, στόν βιβλιογραφικό πίνακα που παρατίθεται στην αρχή τοϋ βιβλίου. Στις άλλες περιπτώσεις, τό άποτρόπαιο «ο.π.» παραπέμπει σε κάποια προηγουμένη υποσημείωση, δπου ή βιβλιογραφική πληροφορία άφορα ενα συγκεκριμένο θέμα. Αυτό Ισχύει κυρίως για τήν πραγμάτευση των επιμέρους δραμάτων, γιά τά όποια δίνεται κάθε φορά στήν αρχή μια παρόμοια συνολική βιβλιογραφική πληροφόρηση. Πρόσφατα χρειάστηκε νά αντιμετωπίσουμε τήν προειδοποιητική συμβουλή νά μήν αφιερώνουμε τό εργο μας άποκλειστικά στήν ερευνά των μεγάλων δημιουργημάτων των αρχαίων λογοτεχνιών. "Λν αυτό τό αίτημα υπονοεί ότι ή θεώρηση μας πρέπει νά καλύπτει δλη τήν περιοχή αύτοϋ πού ονομάζεται αρχαία λογοτεχνία, καθώς και τον τομέα της πρόσληψής της άπό τους μεταγενεστέρους, τότε αξίζει τήν άπόλυτη επιδοκιμασία μας. "Άν όμως υποδηλώνει τήν απαίτηση νά εγκαταλείψουμε τις κεντρικές περιοχές της ερευνάς, τότε θά μπορούσαμε νά απαντήσουμε —τουλάχιστον δσον άφορα τήν αττική τραγωδία— μόνο με τά λόγια τοϋ Goethe, πού άποτελοϋν τήν προμετωπίδα αυτής τής έκδοσης. Αισθάνομαι υποχρεωμένος νά εκφράσω τΙς ειλικρινείς ευχαριστίες μου στόν Eugen Dont και στόν Walther Kraus γιά τή συμβολή τους στο κοπιαστικό εργο τής διόρθωσης των τυπογραφικών δοκιμίων, καθώς και γιά τις πολύτιμες υποδείξεις τους. ALBIN LESKY Γοττίγγη 1972
10
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
Αισθάνομαι μεγάλη χαρά γιατί αυτό το βιβλίο, που πραγματεύεται μιάν άπό τΙς επιβλητικότερες δημιουργίες τον άρχαίον ελληνικού πνεύματος, τώρα στην έλληνικη του μορφή επιστρέφει, κατά κάποιον τρόπο, στην πηγή του. Ευχαριστώ τό Μορφωτικά "Ιδρυμα της 'Εθνικής Τραπέζης της 'Ελλάδος, πού δέχτηκε να συμπεριλάβει το εργο μου αυτό στο μεγαλόπνοο πολιτιστικό πρόγραμμά του, και Ιδιαίτερα τόν συνάδελφο καθηγητή κ. Νίκο Χ. Χουρμουζιάδη —και οχι μόνο γιατί επωμίστηκε τό μόχθο της μετάφρασης' τό βιβλίο μου τοΰ χρωστά καΐ ενα σημαντικό εμπλουτισμό: από τήν εποχή της 3ης γερμανικής έκδοσης έχουν περάσει οκτώ χρόνια, και σε αυτό τό διάστημα ή ερευνά για τήν άρχαία ελληνική τραγωδία συνεχίστηκε αδιάλειπτα· ετσι, απαιτήθηκε να γίνουν., τόσο στόν γενικό βιβλιογραφικό πίνακα όσο και στις υποσημειώσεις, συμπληρώσεις, πού όφεί?>.ονται αποκλειστικό. στό μεταφραστή. Νιώθω Ιδιαίτερη χαρά γιατί ετσι αύτή ή παρουσίαση τής ελληνικής τραγωδίας βρήκε τήν πολύτιμη φροντίδα ενός επιστήμονα πού πρόσφερε πολλά στόν τομέα αυτόν καΐ πού τόν εκτιμώ ξεχωριστά. Εύχομαι σ' αύτή τή νέα του μορφή τό βιβλίο μου να παρακινήσει πολλούς μελετητές σε εργα «ολόλαμπρα σάν στήν πρωτόπλαστην ήμέρα», όπως θα έλεγε και ό 'Αρχάγγελος στόν «Φάουστ» τοΰ Goethe. ALBIN L E S K Y Μάρτιος 1980
11
ΠΡΟΛΟΓΟΣ TOY χΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
Ταυτόχρονα σχεδόν με την πασίγνωστη ma στην'Ελλάόα «Ίστορίατής''Αρχαίας'Ελληνικής Λογοτεχνίας», ο Albin Lesky(18961981 ) πλούτιζε τη διεθνή βιβλιογραφία με ενα άκόμη σημαντικό γενικό βοήθημα, αντή τη φορά συγκεντρωμένο σε ενα γραμματειακό είδος πού ο ϊδιος καλλιέργησε με ιδιαίτερη άγάπη: την ελληνική τραγωδία. "Ηδη άπό τό 1938, με μια εισαγωγική μονογραφία πού είχε τίτλο «Ή ελληνική τραγωδία» («Die griechische Tragödie»), ô Lesky εΐχε δείξει τήν πρόθεση του νά επικοινωνήσει και με ενα κοινό λιγότερο καταρτισμένο, και οπωσδήποτε πολύ ευρύτερο, άπό τόν κύκλο των είδικών πρός τούς οποίους απεύθυνε τις φιλολογικές του εργασίες. Τό βιβλίο αυτό αποτέλεσε τόν πυρήνα γιά τή σύνθεση ένός πληρέστερου έργου, τό όποιο, μέσα άπό τΙς δύο διαδοχικές, διαφορετικές μεταξύ τους και ώςπρός τήν έκταση και ώς πρός τούς επιμέρους στόχους, μορφές του, μαρτυρεί τήν προσπάθεια τοϋ συγγραφέα νά άνταποκριθεΐ σε νέες κάθε φορά άνάγκες, εξασφαλίζοντας παράλλη?.α τή διεύρυνση τοϋ αναγνωστικού του κοινού. Μετά τήν πρώτη έκδοση τό 1956 (καΐ μιά, ελάχιστα παραλλαγμένη, ανατύπωση τό 1964), «Ή τραγική ποίηση των Ελλήνων» («Die tragische Dichtung der Hellenen») πήρε τό 1972 τήν οριστική μορφή της. Τό άρχικό είσαγωγικό τομίδιο, πού κατατόπιζε συνοπτικά τόν αναγνώστη πάνω στά, λίγο πολύ, άδιαφιλονίκητα δεδομένα ενός γραμματειακού χώρου, διπλασιασμένο άκριβώς σε έκταση ανάμεσα στις δύο εκδόσεις του, μετασχηματίστηκε σε ενα εξαντλητικό σφαιρικό εργο, πού δεν περιορίζεται στήν άπλή πληροφόρηση τοϋ άνειδίκευτου αναγνώστη., άλλά δημιουργεί προοπτικές γιά συζήτηση και υποθάλπει προβληματισμούς και στήν περίπτωση τοϋ είδικοϋ ερευνητή.
13
ΠΡΟΛΟΓΟΣ TOT ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
Ή σημαντικότερη μεθοδολογική προσθήκη στο εμβαδόν της πρώτης έκδοσης συνίσταται κυρίως στήν εξαντλητική παρουσίαση δλων των επιμέρους έργων της άρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Με εναν τρόπο μετάδοσης πού ο συγγραφέας ονομάζει «περιγραφική άνάλυση», δεν προσφέρεται μόνο ή υπόθεση των τραγωδιών, άλλά ταυτόχρονα παρακολουθείται τόσο ή εξέλιξη τών προσώπου δσο και ή διαπλοκή τών καταστάσεων, ενώ παράλληλα καταγράφονται τά βασικά στοιχεία δομής, καθώς και τα προβλήματα που άνακύπτουν κατά τήν άνάγνωση τοϋ συγκεκριμένου έργου. "Ετσι δημιουργείται κυριολεκτικά ενα πανόραμα τής τραγικής παραγωγής τής άρχαίας 'Αθήνας., καΐ χαρτογραφείται σε δλο του το πλάτος το πλέγμα τών προβλημάτο^ν, μαζί με τις συναφείς προσπάθειες γιά τήν άντιμετώπισή τους. "Από αυτή τήν άποψη το εργο αυτό τοϋ Lesky είναι πράγματι μοναδικό στήν παγκόσμια βιβλιογραφία. Παρακολουθώντας, εξάλλου, ο άναγνώστης τό συγγραφέα σε αυτή τήν περιδιάβασή του, εχει τήν ευκαιρία νά διαπιστώσει τήν εκπληκτική εύρυμάθειά του, τήν άνεση με τήν οποία κινείται μέσα στο λαβύρινθο τής σύγχρονης βιβλιογραφίας, ταξινομώντας και άξιολογώντας θεωρίες καΐ απόψεις, τήν οξυδέρκειά του στις επιλογές και στις εκτιμήσεις του, τέ?ιος τή νηφαλιότητα και τή διακριτικότητά του, δταν πρόκειται νά άπορρίψει μιάν άδόκιμη, κατά τήν άποψή του, γνώμη ή νά υποβάλει μιά προσωπική του. Πάνω απ' δλα δμως δεσπόζει ή φοηισμένη ματιά τοϋ γνήσιου ανθρωπιστή, πού ενδοσκοπει τά μεγάλα αυτά εργα με τήν απώτερη ελπίδα νά άνακαλύψει σ' αυτά τις αγωνίες καΐ τις αλήθειες πού τά συνάπτουν με τήν πραγματικότητα τοϋ σύγχρονου ανθρώπου. Είναι, λοιπόν, άξια κάθε επαίνου ή άπόφαση τοϋ Μ.Ι.Ε.Τ. νά προσφέρει, εστω κάπως καθυστερημένα, και στο ελληνικό κοινό αυτό τό αξιόλογο εργο, καλύπτοντας ετσι ενα τεράστιο κενό στόν τομέα τών γενικών βοηθημάτων σχετικά με τήν κλασική
14
ΠΡΟΛΟΓΟΣ TOT ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
αρχαιότητα. Κάποιες απρόβλεπτες τεχνικές εμπλοκές στην εκτύπωση της μετάφρασης επιβαρύνουν την άρχική καθυστέρηση μέ δύο άκόμη άρνητικές επιπτώσεις: α) όέν πρόλαβε ό συγγραφέας νά ζήσει τή συγκίνηση μέ την οποία προσδοκούσε την επιστροφή τοϋ έργου του στην πηγή του, δπως χαρακτηριστικά δηλώνει σέ ενα σημείωμά του' β) δέν κατόρθωσε ο μεταφραστής, παρά μόνο σέ ενα πολυ γενικό επίπεδο, να συγχρονίσει τό εργο βιβλιογραφικά, μέ βάση τά δημοσιεύματα της τελευταίας πενταετίας· πάντως, δεδομένου δτι αύτη ή ενημέρωση θά άπευθννόταν μόνο στους ειδικούς, οι όποιοι διαθέτουν και τή γνώση και τις πηγές νά τήν εξασφαλίσουν, τό κενό είναι πράγματι άσήμαντο. "Επιθυμώ νά ευχαριστήσω θερμά τον αγαπητό συνάδελφο κ. Δ. Ι. 'Ιακώβ, γιά τήν προθυμία και τήν υπομονή πού εδειξε ελέγχοντας τή μετάφραση (επιπλέον, τόν άπαλλάσσο) άπό κάθε ευθύνη γιά τή συγκεκριμένη γλιωσσική μορφή της), τόν κ. Γιάν. Η. Χάρη γιά τήν επιμέλεια τοϋ πρώτου τόμου, καθώς και τήν Κα Δέσπω Σολομού γιά τήν ολοκλήρωση της επιμέλειας. ΝΙΚΟΣ Χ. ΧΟΤΡΜΟΤΖΙΑΔΗΣ Θεσσαλονίκη, 'Ιούνιος 1986
15
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ό παρακάτω πίνακας άναπαράγει τον κώδικα πού εχει καθιερωθεί άπο το Année Philologique. Επίσης, συμπεριλαμβάνει, έκτος άπο περιοδικά, καΐ ορισμένες συντομογραφίες έκδοτων άποσπασμάτων. ΑΑ Α^Α A AH G AAntHung AAWM
: : : : :
Archäologischer Anzeiger. Antike und Abendland. Anzeiger für die Altertumswissenschaft. Acta Antica Academiae Scientiarum Hungaricae. Abhandlungen der Akademie der Wissenschaften in Mainz. AAWW : Anzeiger der Österreichischen Akademie der Wissenschaften in Wien. ABAW : Abhandlungen der Bayerischen Akademie der Wissenschaften. ABSA : Annual of the British School at Athens. AC : L'Antiquité Classique. AFLA : Annales de la Faculté des Lettres et Sciences Humaines d'Aix. AIV : Atti deiristituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti. AJA : American Journal of Archaeology. AJPh : American Journal of Philology. Alm. Ost. Ak. : Almanak der Österreichischen Akademie. Anthologia : Ή τετράτομη έκδοση των άποσπασμάτων της λυρικής Lyrica ποίησης άπο τον Ernest Diehl, Αιψία 1923-1940. APAW : Abhandlungen der Preussischen Akademie der Wissenschaft. APF : Archiv für Papyrusforschung und verwandte Gebiete. A^R : Atene e Roma. ARW : Archiv für Religionswissenschaft. ASNP : Annali della Scuola Normale Superiore di Pisa. ASSO : Archivio Storico per la Sicilia Orientale. A UMLA : Journal of the Australasian Universities Language and Literature Association.
17
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
BAB
: Bulletin de la Classe des Lettres de l'Académie Royale de Belgique. BAGB : Bulletin de l'Association G. Budé. BCH : Bulletin de Correspondance Hellénique. BICS : Bulletin of the Institute of Classical Studies of the University of London. Berl. Kl. Texte : Ή έκδοτική σειρά Kleine Texte für Vorlesungen und Übungen, πού περιλαμβάνει σύντομα, κυρίως άποσπασματικά, κείμενα· εκδίδεται στό Βερολίνο. ΒΙΕΗ : Boletin del Instituto de Estudios Helénicos. BO(BCO) : Biblioteca Orientalis. BBL : Bulletin of the John Rylands Library. BSTEC : Bulletin de la Société Toulousaine d'Études Classiques. Bursian : Bursians Jahresbericht. CB : The Classical Bulletin. CJ : The Classical Journal. C^M : Classica et Mediaevalia. Collect. Alex. : Collectanea Alexandrina, έκδ. J. U. Powell ('Οξφόρδη 1925). CPh : Classical Philology. CQ : Classical Quarterly. CR : Classical Review. CSC A : California Studies in Classical Antiquity. DLZ : Deutsche Literaturzeitung. EC : Études Celtiques. EClâs : Estudios Clâsicos. EEAth : 'Επιστημονική ΈπετηρΙς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου 'Αθηνών. EEThess : 'Επιστημονική Έπετηρις της Φιλοσοφικής Σχολής τοϋ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. FGrHist : Die Fragmente der Griechischen Historiker, Leiden 1921-1957, έκδ. Felix Jacoby. GGA : Göttingische Gelehrte Anzeigen. GH A : Göteborgs Högskolas Ârsskrift. GIF : Giornale Italiano di Filologia. GLP : Greek Literary PapyΓi2(Loeb),Aovδίvo 1942, έκδ. D . L . Page. G^B : Greece and Rome.
18
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
GEBS : HSPh(JJSCPh) HThR : IF : IG : ./CS J DAI JHS IF M.
MAL MD AI ΜΗ M Ν AL
MNIR M-W
N.(TrGF)
NAWG NGG NJA(NJAB) NJW P.
Greek, lÎornan and Byzantine SLadies. : Harvard Studies in Classical Philology. Harvard Theological Review. Indogermanische Forschungen. Inscriptiones Graecae, ή πολύτομη συλλογή άρχαίων έλληνικών επιγραφών (1892-). : Journal of Classical Studies. : Jahrbuch des Deutschen Archäologischen Instituts. : Journal of Hellenic Studies. : Listy Filologické. : 'Αρίθμηση άποσπασμάτων του Αισχύλου σύμφωνα μέ τή συλλογή τοΰ Η. J. Mette, Die Fragmente der Tragödien des Aischylos, Βερολίνο 1959. : Memorie della Classe di Seienze morali e storiche dell' Accademia dei Lincei. : Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts. : Museum Helveticum. : Mededelingen der Koninklijke Nederlandse Akademie van Wetenschappen, Afd. Letterkunde, Amsterdam (εκδοτική σειρά). ; Mededelingen van het Nederlandse Historisch Instituut te Rome. : 'Αρίθμηση άποσπασμάτων τοΰ 'Ησιόδου σύμφωνα μέ τή συλλογή R. Merkelbach-M. L. West, Fragmenta Hesiodea, 'Οξφόρδη 1967. : 'Αρίθμηση άποσπασμάτων των τραγικών σύμφωνα μέ τήν έκδοση τοΰ Augustus Nauck, Tragicorum Graecorum Fragmenta, Hildesheim ^1964 (έκδοση μέ παράρτημα νέων εύρημάτων επιμελημένο άπό τον Bruno Snell). :: Nachrichten der Akademie der Wissenschaften in Göttingen. : Nachrichten von der Gesellschaft der Wissenschaft zu Göttingen. : Neue Jahrbücher für das klassische Altertum. : Neue Jahrbücher für Wissenschaft und Jugendbildung. : 'Αρίθμηση άποσπασμάτων τοΰ Σοφοκλή σύμφωνα μέ τήν έκδοση τοΰ Α. C. Pearson, The Fragments of Sophocles, Cambridge 1917.
19
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
: Παλατινή 'Ανθολογία. : Proceedings of the British Academy. : Proceedings of the Cambridge Philological Society. : Philologische Wochenschrift. Gr. : Ή έκδοση των μελικών ποιητών {'Οξφόρδη 1962) άπο τον D. L. Page. : The Oxyrhynchus Papyri, Λονδίνο 1898—(πολύτομη σειP. Oxy. ρά, δπου πρωτοδημοσιεύονται οί πάπυροι της Όξυρύγχου). PRIA : Proceedings of the Royal Irish Academy. QUCC : Quaderni Urbinati di Cultura Classica. : Rendiconti dell'Accademia di Archeologia, Lettere e RAAN Belle Arti di Napoli. : Rendiconti della Classe di Scienze morali, storiche e RAL filologiche dell'Accademia dei Lincei. : Rivista di Cultura Classica e Medioevale. RCCM RE : Paulys Real-Encyclopädie der classischen Altertumswissenschaft. REA : Revue des Études Anciennes. REG : Revue des Études Grecques. : Rivista di Filologia e di Istruzione Classica. RFIC : Rheinisches Museum. RhM RHR : Revue de l'Histoire des Religions. : Rivista Indo-Greca-Italica di filologia, lingua, antiRIGI chità. RPh : Revue de Philologie. RSR : Revue des Sciences Religieuses. : Revue de Théologie et de Philosophie. RThPh : Sitzungsberichte der Österreichischen Akademie der SAWW Wissenschaft in Wien. SΒ AW : Sitzungsberichte der Bayerischen Akademie der Wissenschaften. SCO : Studi Classici e Orientali. SicGymn : Siculorum Gymnasium. SIFC : Studi Italiani di Filologia Classica. SO : Symbolae Osloenses. Suppl. Ep. Gr. : Supplementum Epigraphicum Graecum. TAPhA : Transactions and Proceedings of the American Philological Association.
Π. Α. ΡΒΑ PCPhS PhW Poetae Mel.
20
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
VBW FiS
W.
WS YCIS ZKTh ZMK ZPE ZRG
: Vorträge der Bibliothek Warburg. : 'Αρίθμηση των άποσπασμάτων των προσωκρατικών φιλοσόφων σύμφωνα με τη συλλογή Η. Diels-W. Kranz, Die Fragmente der Vorsokratiker, Βερολίνο 1952. : 'Αρίθμηση κειμένων ιαμβικής και έλεγειακης ποίησης σύμφωνα μέ τη συλλογή τοΰ Μ. L. West, Iambi et Elegi Graeci, I-II, 'Οξφόρδη 1971-1972. : Wiener Studien. : Yale Classical Studies. : Zeitschrift für Katholische Theologie. : Zeitschrift für Missionskunde und Religionswissenschaft. : Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik. : Zeitschrift der Savigny-Stiftung für Rechtsgeschichte.
21
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ I. ΓΕΝΙΚΑ (Cuadernos de la Fundacion Pastor 6), Μαδρίτη 1962. A R R O W S M I T H W . , « A Greek Theater of Ideas», Ideas in the Theater {ÈY.8. J. Gassner), Νέα 'Τόρκη 1964. A Y L E N L . , Greek Tragedy and the Modern World, Λονδίνο 1964. B A D E N H . J . , Das Tragische, Βερολίνο ^1948. B A L D R Y H . C . , The Greek Tragic Theatre, Αονδίνο 1971. B E R G S O N L . , Uepithète ornamentale dans Eschyle, Sophocle et Euripide, Ούψάλα 1956. B I C K E L E . , Die griechische Tragödie, Βόννη 1942. B L U M E H . - D . , Einführung in das antike Theaterwesen, Darmstadt 1978 (ελλ. μετ. Μαρία Ίατροΰ, ^κδ. Μορφωτικού 'Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 'Αθήνα 1986). B O G N E R Η., Der tragische Gegensatz, Χαϊδελβέργη 1947. B O N N A R D Α . , La tragédie et l'homme, Neuchâtel 1 9 5 1 . B R E M E R J . M . , Hamartia: Tragic Error in the Poetics of Aristoteles and in Greek Tragedy, Amsterdam 1969. B R O A D H E A D H . D . , Tragica: Elucidations of Passages in Greek Tragedy, Christchurch, University of Canterbury, 1968. B R O W N Α., A New Companion to Greek Tragedy, Αονδίνο 1983. B U C H W A L D W . , Studien zur Chronologie der attischen Tragödie 455 bis 431, Königsberg 1939. B U X T O N R . G . Α . , Persuasion in Greek Tragedy. A Study of Peitho, Cambridge 1982. CiTTi v . , Tragedia e la lotta di classe in Grecia, Νεάπολη 1979. D A L E A. M . , The Lyric Metres of Greek Drama, Cambridge ^1968. — Metrical Analyses of Tragic Choruses, I: Dactyl-epitrite (BICS, Suppl. 21, 1), Αονδίνο 1971. F E R G U S O N i., A Companion to Greek Tragedy, Austin 1972. F R I E D R I C H W . H . , Vorbild und Neugestaltung. Sechs Kapitel zur Geschichte der Tragödie, Γοττίγγη 1967. F R I T Z K . V . , Antike und moderne Tragödie: Neuen Abhandlungen, Βερολίνο 1962. F U N K E H . , Die sogenannte tragische Schuld (διατρ.), Κολονία 1 9 6 3 . G H I R O N - B I S T A G N E P., Recherches sur les acteurs dans la Grèce antique, Παρίσι 1976. G R A N D E C.'D'E'l, Hybris : Colpa e castigo nelVespressione poetica e letteraria degli scrittori délia Grecia antica da Omero a Cleante, Νεάπολη 1947. — Τραγωιδία: Essenza e genesi délia tragedia, Νεάπολη ^1962. ADRADOS
F . R . , El heroe tragico y e filosofo Platonico
25
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Moira, Fate, Good and Evil in Greek Thought, Cambridge (Mass.) 1944. G U G G I S B E R G P., Das Satyrspiel, Ζυρίχη 1947. H A M B U R G E R Κ . , Von Sophokles zu Sartre, Στουτγάρδη ®1965. H A R S H P H . W . , A Handbook of Classical Drama, Stanford 1948. ΧΟΤΡΜΟΤΖΙΑΔΗΣ Ν. Χ., Σατυρικά, 'Μ-ψα. 1974. H O W A L D Ε., Die griechische Tragödie, Μόναχο 1930. J A C K S O N J . , Marginalia scaenica, 'Οξφόρδη 1955. J E N S W. (έκδ.), Die Bauformen der griechischen Tragödie, Μόναχο 1 9 7 1 . JoHANSEN H. F., General Reflection in Tragic Rhesis, Κοπεγχάγη 1959. J O N E S J . , On Aristotle and Greek Tragedy, Λονδίνο 1962. Κ AI MIO M., The Chorus of Greek Drama within the Light of the Person and Number Used, Ελσίνκι 1970. KiTTO H. D. F., Greek Tragedy : A Literary Study, Λονδίνο "1961 (ελλ. μετ. Λ. Ζενάκος, 'Αθήνα 1968). — Form and Meaning in Drama : A Study of Six Greek Plays and of Hamlet, Λονδίνο 1956. KoMMEREL M., Lessing und Aristoteles. Untersuchung über die Theorie der Tragödie, Φραγκφούρτη 1940. KoTT J., The Eating of the Gods : An Interpretation of Greek Tragedy (μετ. άπο τά πολωνικά: Taborski Β. - Czerwinski Ε. J.), Νέα 'Τόρκη 1973 (έλλ. μετ. 'Λγγέλα Βερυκοκάκη-'Λρτέμη, 'Αθήνα 1976). K R A N Z W . , Stasimon : Untersuchungen zu Form und Gehalt der griechischen Tragödie, Βερολίνο 1933. K R A U S W . , «Strophengestaltung in der griechischen Tragödie. I : Aischylos und Sophokles», SAWW 231/4, 1957. L A M M E R S J . , Die Doppel- und Halbchöre in der antiken Tragödie (διατρ. Münster), Paderborn 1931. L A T T I M O R E R . , The Poetry of Greek Tragedy, Βαλτιμόρη 1958. — Story Patterns in Greek Tragedy, Λονδίνο 1964. L E N N I G R . , Traum und Sinnestäuschung bei Aischylos, Sophokles, Euripides (διατρ.), Τυβίγγη 1969. L E S K Y Α., Die griechische Tragödie, Στουτγάρδη ^1968. — Geschichte der griechischen Literatur, Βέρνη ®1963 (ελλ. μετ. Ά γ . Γ. Τσοπανάκης, Θεσσαλονίκη ^1972). L U G A S D . W., The Greek Tragic Poets, Λονδίνο ^1959. M A S T R O N A R D E D . J., Contact and Discontinuity. Some Conventions of Speech and Action on the Greek Stage, Berkeley 1979. N E B E L G . , Weltangst und Götterzorn: Eine Deutung der griechischen Tragödie, Στουτγάρδη 1951. N E S T L E W . , Die Struktur des Eingangs der attischen Tragödie, Στουτγάρδη 1930. N O R W O O D G., Greek Tragedy, Λονδίνο *1948. P A C K R . Α . , The Greek and Latin Literary Texts from Greco-Roman Egypt, Ann Arbor H965. P A G E D . L . , Actors^ Interpolations in Greek Tragedy, 'Οξφόρδη 1 9 3 4 . P O H L E N Z M . , Die griechische Tragödie, Γοττίγγη ^1954. GREENE W . C.,
26
II. Θ Ρ : Α Τ Ρ Ι Κ Ο ς
ΧΏΡΟς
P O S T L . Α., From Homer to Menander, Univ. of California Press, 1 9 5 1 . R A P H A E L D . D . , The Paradox of Tragedy, Λονδίνο 1 9 5 9 . R O M I L L Y J. D E , Uévolution du pathétique d'Eschyle à Euripide, Παρίσι 1 9 6 1 .
— Time in Greek Tragedy (Cornell Univ. Press), Ithaca 1968. — La tragédie grecque, Παρίσι 1970 (έλλ. μετ. Έλ. Δαμιανοΰ-Χαραλαμποπούλου, 'Αθήνα 1976). R O S E N M E Y E R Τ Η . G . , The Masks of Tragedy: Essays on Six Greek Dramas (Univ. of Texas Press), Austin 1963. S A I D S . , La faute tragique, Παρίσι 1978. S C H A D E W A L D T W . , Monolog und Selbstgespräch, Βερολίνο 1926. — «Furcht und Mitleid», Hermes 83 (1955) 129 ( = Hellas und Hesperien, Ζυρίχη 1960, 346). — Antikes Drama auf dem Theater heute, Pfullingen 1970. S C H L E S I N G E R A . C . , Boundaries of Dionysos, Cambridge (Mass.) 1 9 6 3 . S c H M i D W . - S T Ä H L I N O . , Geschichte der griechischen Literatur (Handb. d. Altertumwiss. Abt. 7), 1. Teil: Die klassische Periode der griechischen Literatur (SCHMID), 1, Μόναχο 1929" 2, 1934" 3, 1940. S É C H A N L . , Études sur la tragédie grecque dans ses rapports avec la céramique, Παρίσι ^1967 (άνατ.). S E E C K G . A . (έκδ.). Das griechische Drama, Darmstadt 1979. S N E L L B R . , Scenes from Greek Drama (Sather Class. Lectures 34), Berkeley - Los Angeles 1964. S T A N F O R D W . B . , Greek Tragedy and the Emotions. An Introductory Study, Αονδίνο 1983. S T E I D L E W . , Studien zum antiken Drama, Μόναχο 1 9 6 8 . S U T T O N D . F . , The Greek Satyr-Play, Meisenheim 1 9 8 0 . T A P L I N O . , Greek Tragedy in Action, Αονδίνο 1 9 7 8 . V I C K E R S B R . , Towards Greek Tragedy, Αονδίνο 1 9 7 3 . W E B E R Α., Das Tragische und die Geschichte, 'Αμβούργο 1 9 4 3 . W E B S T E R Τ . Β . L . , «Greek Tragedy», Fifty Years of Classical Scholarship, 'Οξφόρδη 21968. W O L F E . , Griechisches Rechtsdenken, 1 , Φραγκφούρτη 1 9 5 0 ' 2 , 1 9 5 2 . Z I E G L E R Κ . , «Tragoedia», RE A (1937) 1899-2075. Π. ΘΕΑΤΡΙΚΌΣ ΧΩΡΟΣ Teatri greci arcaici da Minasse a Pericle, Πάδοβα 1 9 4 7 . P.. An Introduction to the Greek Theatre, Αονδίνο 1 9 5 9 . — Greek Scenic Conventions in the Fifth Century B.C., 'Οξφόρδη 1962. B I E B E R M., «Maske», RE 14 (1930) 2070-2120. — The History of the Greek and Roman Theater, Princeton ^1961. D I N G E L J . , Das Requisit in der griechischen Tragödie (διατρ.), Τυβίγγη 1967. F I E C H T E R Ε . R . , Antike griechische Theaterbauten, Στουτγάρδη 1 9 3 0 - 5 0 . F L I C K I N G E R R . C . , The Greek Theater and its Drama, Σικάγο ^ 1 9 3 6 , άνατ. 1960. ΑΝΤΙ C., ARNOTT
27
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ M . F . , Untersuchungen über die Spielmöglichkeiten im griechischen Theater (διατρ. Άννόβερο 1959), Darmstadt 1964. G E R K A N Α. V A N , Das Theater von Priene, Μόναχο 1921. — Das Theater von Epidauros, Στουτγάρδη 1961. H O U R M O U Z I A D E S N . C., βλ. στο σχετικό μέ τον Ευριπίδη μέρος. J O B S T W . , Die Höhle im griechischen Theater des 5. und 4. Jhs. v. Chr., (SAWW, 268/20), 1970. K E N N E R H . , Theater und Realismus in der griechischen Kunst, Βιέννη 1954. LE SKY Α., «Noh-Bühne und griechisches Theater», Maia, n.s. 15 ( 1 9 6 3 ) 3 8 ( = Ges. Sehr. 2 7 5 ) . M E L C H I N G E R S . , Das Theater der Tragödie, Μόναχο 1974. M E T T E H . J . , Urkunden dramatischer Aufführungen in Griechenland (Texte und Kommentare 8), Βερολίνο 1977. P I C K A R D - G A M B R I D G E A . W . , The Theatre of Dionysus in Athens, 'Οξφόρδη 1946. — The Dramatic Festivals of Athens (2η εκδ. άναθεωρημένη άπό τούς J. Gould και D. M. Lewis), 'Οξφόρδη 1968. S I M O N Ε . , Das antike Theater (Heidelberger Textedidaktische Reihe 5), Χαϊδελβέργη 1972. S N E L L B R . , ZU den Urkunden dramatischer Aufführungen {NAWG 1966, 2). S P I T Z B A R T H Α . , Untersuchungen zur Spieltechnik der griechischen Tragödie, Ζυρίχη 1946. T R E N D A L L A . D . και W E B S T E R T . B . L . , Illustrations of Greek Drama, Αονδίνο 1971. W E B S T E R T. Β. L., Greek Theatre Production, Λονδίνο ^1971. — Griechische Bühnenaltertümer (Studienh. ζ, Altertumswiss. 9), Γοττίγγη 1963. — «On the Dramatic Terracottas of Lipari», Meligunis Lipdra 2 (1965) 319. — Monuments Illustrating Tragedy and Satyr-Play {BIOS, Suppl. 20), GERHÄUSER
H967.
— The Greek Chorus, Αονδίνο 1970. in.
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ
R . , «Sobre los origines del teatro : κώμος, κωμωδία, τραγωδία», Emerita 35 (1967) 249. — Festival, Comedy and Tragedy. The Greek Origins of Theatre, Leiden 1975. B J Ö R K G . , Das alpha impurum und die tragische Kunstsprache, Ούψάλα 1950. B R O M M E R F., Satyroi, Würzburg 1937. — «Σιληνοι und σάτυροι», Philologus 94 (1940) 222. — Satyrspiele: Bilder griechischer Vasen, Βερολίνο ^1959. B U R K E R T W . , «Greek Tragedy and Sacrificial Ritual», GEBS 7 (1966) 87. ADRADOS F.
28
IV. Α Ι Σ Χ Τ Λ Ο Σ
liusGHOR Ε., Satyrtänze und frühes Drama, SBAW 1943, 5. / primordi della tragedia, Salerno 1936 (ούσι,αστικά έπαναλαμβάνεταL στό βιβλίο του γιά τον Αισχύλο, βλ. παρακάτω). IÎLSE G. F., The Origin and Early Form of Greek Tragedy, Cambridge (Mass.) 1965. ( I A L L O I., II teatro greco : letture critiche e testimonianze, Ρώμη 1971. G A S T E R T H . H . , Thespis : Ritual, Myth and Drama in Ancient Near East, Νέα 'Τόρκη ^1961. (iuÉPiN J.-P., The Tragic Paradox, Amsterdam 1968. H A R T M A N N Α., «Silenos und Satyros», RE 3 A (1927) 35. K A L I N K A Ε., Die Urform der griechischen Tragödie (Comment. Aenipontanae 10), 1924. K U H N E R T E . «Satyros und Silenos», Myth. Lex. 4 ( 1 9 0 9 / 1 5 ) , 4 4 4 . L I N D S A Y J . , The Clashing Rocks. A Study of Early Greek Religion and Culture and the Origins of Drama, Αονδίνο 1965. I^LOYD-JONES H., «Problems of Early Greek Tragedy», Estudios sobre la tragedia Griega (Cuadernos de la Fundacion Pastor 13), Μαδρίτη 1966, 11. P A T Z E R Η . , Die Anfänge der griechischen Tragödie, Wiesbaden 1962. P E R E T T I Α., Epirrema e tragedia, Φλωρεντία 1939. P I C K A R D - C A M B R I D G E A . W . , Dithyramb, Tragedy and Comedy (2η 'έκ8. αναθεωρημένη άπό τον Τ. Β. L. Webster), 'Οξφόρ R O B E R T F., «Les origines de la tragédie grecque». Le théâtre tragique. L Le monde antique, ΓΓαρίσι 1962. S C H R E C K E N B E R G H., Δράμα: Vom Werden der griechischen Tragödie aus dem Tanz, Würzburg 1960. T H O M S O N G., βλ. παρακάτω στο σχετικό μέ τον Αισχύλο μέρος. T I È C H E Ε., Thespis, Αιψία 1933. U N T E R S T E I N E R Μ., Le origini della tragedia e del tragico, Τορίνο 1955. (IANTARELLA R . ,
IV. ΑΙΣΧΤΑΟΣ D I , Videologia del potere e la tragedia greca. Ricerche su Eschilo, Τορίνο 1978. B L U M E N T H A L Α . v., Aischylos, Στουτγάρδη 1 9 2 4 . G A N T A R E L L A R . , Eschilo I, Φλωρεντία 1941. DA WE R. D., The Collation and Investigation of Manuscripts of Aeschylus, Cambridge 1964. — Repertory of Conjectures on Aeschylus, Leiden 1965. F I N L E Y H . Jr., Pindar and Aeschylus (Martin Class. Lectures), Cambridge (Mass.) 1955. F I S C H E R U . , Der Telosgedanke in den Dramen des Aischylos (Spudasmata 6), Hildesheim 1965. G A G A R I N M . , Aeschylean Drama, Berkeley 1 9 7 6 . G A L L I A N O M . F . , «Les papyrus d'Eschyle», Proceedings of the IX Intern. Congr. of Papyrology, Norw. Univ. Press, 1961, 81. H O M M E L H . (έκδ.), «Aischylos» [Wege der Forschung 87 και 465 : 47 BENEDETTO V .
29
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
άρθρα διαφόρων μελετητών μέ τή σχετική βιβλιογραφία), Darmstadt 1974. K A U F M A N N - B Ü H L E R D . , Begriff und Funktion der Dike in den Tragödien des Aischylos (διατρ. Χαϊδελβέργη), Βόννη 1955. KiEFNER W., Der religiöse Allbegriff des Aischylos (Spudasmata 5), Hildesheim 1965. M A D D A L E N A Α . , Interpretazioni Eschilee, Topivo 1951. M É A U T I S G . , Eschyle et la trilogie, Παρίσι 1936. M E L C H I N G E R S . , Die Welt als Tragödie. I. Aischylos, Sophokles, Μόναχο 1979. M E T T E H . 3Die Fragmente der Tragödien des Aischylos, Βερολίνο 1 9 5 9 . — Der verlorene Aischylos, Βερολίνο 1963. M U R R A Y G., Aeschylus the Creator of Tragedy, 'Οξφόρδη 1 9 4 0 . N E S T L E W . , Menschliche Existenz und politische Erziehung in der Tragödie des Aischylos, Στουτγάρδη 1934. O W E N E . T . , The Harmony of Aeschylus, Λονδίνο 1952. P O D L E C K I Α . , The Political Background of Aeschylean Tragedy, Ann Arbor 1966. PoRZiG W., Die attische Tragödie des Aischylos, Αιψία 1926. R E I N H A R D T Κ . , Aischylos als Regisseur und Theologe, Βέρνη 1949. R I E L E C . J . M . J . T E , Les femmes chez Eschyle, Groningen 1955. R O M I L L Y J . D E , La crainte et Vangoisse dans le théâtre d'Eschyle, Ilaρίσι 1958. — «Ombres sacrées dans le théâtre d'Eschyle», Le théâtre tragique. I; Le monde antique, Παρίσι 1962. R O S E N M E Y E R T. G., The art of Aeschylus, Berkeley 1 9 8 2 . S H E P P A R D J. T., Aeschylus and Sophocles. Their Work and Influence ( = Our Debt to Greece and Rome), Νέα 'Τόρκη 1963. S N E L L B R . , Aischylos und das Handeln im Drama (Philologus Suppl. 20/1), Αιψία 1928. SoLMSEN F., Hesiod and Aeschylus, Νέα'Τόρκη 1949, άνατ. 1967. T A P L I N Ο.. The Stagecraft of Aeschylus : The Dramatic Use of Exits and Entrances in Greek Tragedy, 'Οξφόρδη 1977. T H O M S O N G . , Aeschylus and Athens, Λονδίνο "1966 (έλλ. μετ. Γ. Βιστάκης και Φ. Άποστολόπουλος, 'Αθήνα 1954). U N T E R S T E I N E R Μ . , βλ. στο σχετικό μέ τήν Προϊστορία μέρος. W A R T E L L E Α., Histoire du texte d'Eschyle dans Γ antiquité, Παρίσι 1971. — Bibliographie historique et critique d'Eschyle et la tragédie grecque (1518-1974), Παρίσι 1978. W I L A M O W I T Z - M O E L L E N D O R F F U . V . , Aischylos: Interpretationen, Βερολίνο 1914. W I N N I N G T O N - I N G R A M R . P., Studies in Aeschylus, Cambridge, 19H3. Ε Ι Δ Ι Κ Ό Λ Ε Ξ Ι Κ Ό : W . D I N D O R F , Αιψία 1873. Π Ί Ν Α Κ Ε ς Λ Ε Ξ Ε Ω Ν : α) G. I T A L I E , Index Aeschyleus (συμπληρώσεις στή συλλογή άποσπασμάτων τοϋ Mette* ή δεύτερη έκδοση, Leiden 1964, περιέχει 1 0 σελίδες Addenda άπό τον S T E F A N R A D T ) " β) Η . G. E D I N GER, Index analyticus Graecitatis Aeschyleae, Hildesheim 1981.
30
ν,
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
V. ΣΟΦΟΚΛΗΣ A D A M S S. M., BATES W . N . , BLUMENTHAL
Sophocles the Playwright, Univ. of Toronto Press, 1957. Sophocles: Poet and Dramatist, Λονδίνο 1964. Α. v., «Sophokles», RE 3 A (1927), 1040-1094. — Sophokles : Entstehung und Vollendung der griechischen Tragödie, Στουτγάρδη 1936. B O W R A C . M . , Sophoclean Tragedy, 'Οξφόρδη 1944, άνατ. 1947. B R O E C K E R W . , Der Gott des Sophokles ( = «WissenschafT und Gegenwart. Geisteswissenschaftliche Reihe» H. 50/51), Φραγκφούρτη 1971. B U R T O N R . W . B . , The Chorus in Sophocles' T M G E R F T E S , ' Ο ξ φ ό ρ δ η 1 9 8 0 . D I L L E R Η. (iy.^.), Sophokles [Wege der Forschung 95 : 22 άρθρα διαφόρων μελετητών, μέ μιά γενική εισαγωγή και τή σχετική βιβλιογραφία γιά το διάστημα μετά τό 1960 άπό τόν Η. DILLER), Darmstadt 1967. D I L L E R Η . - S C H A D E W A L D T W . - L E S K Y Λ . , Gottheit und Mensch in der Tragödie des Sophokles (3 διαλέξεις), Darmstadt 1963. E G E R M A N N F.. Vom attischen Menschenbild, Μόναχο 1952. — «Arete und tragische Bewusstheit bei Sophokles und Herodot» (=Vom Menschen in der Antike), Μόναχο 1957, 5. E H R E N B E R G V., Sophocles and Pericles, 'Οξφόρδη 1954. E I C K E N - I S E L I N E . , Interpretationen und Untersuchungen zum Aufbau der Sophokleischen Rhesis (διατρ. Βασιλεία), Dortmund 1942. F O C H I F., II valore drammatico delVopera di Sofocle, Topivo 1946. G E L L I E G . H . , Sophocles: A Reading, Μελβούρνη 1972. K A M E R B E E K J . C . , Studien over Sophokles, Amsterdam 1934. K I R K W O O D G . M . , a Study of Sophoclean Drama (Cornell Studies in Class. Phil. 31), Ithaca και Νέα Τόρκη 1958. Κιττο Η. D. F., Sophocles: Dramatist and, Philosopher, Λονδίνο 1958. K N O X B . M . W . , The Heroic Temper : Studies in Sophoclean Tragedy (Sather Class. Lectures 35), Berkeley 1964. L E T T E R S F . J . H . , The Life and Work of Sophocles, Λονδίνο 1953. M A D D A L E N A Α . , Sofocle, Τορίνο ^1963. M É A U T I S G . , Sophocle: Essai sur le héros tragique, Παρίσι 1957. M E L C H I N G E R S., Die Welt als Tragödie I. Aischylos, Sophokles, Μόναχο 1979. O P S T E L L E N J . C., Sophocles and Greek Pessimism, Amsterdam 1952. — Humanistisch en religieus standpunt in de moderne beschouwing van Sophokles (Niederl. Akad. Ν. R. 17/1), 1954. P E R R O T T A G., Sofocle, Μεσσήνη και Μιλάνο 1935, άνατ. 1963. R E I N H A R D T Κ., Sophokles, Φραγκφούρτη ®1948. R O N N E T G . , Sophocle, poète tragique, Παρίσι 1969. S E A L E D . , Vision and Stagecraft in Sophocles, Σικάγο 1 9 8 2 . S E G A L C H . , Tragedy and Civilization. An Interpretation of Sophocles, Cambridge (Mass.) 1981. S H E P P A R D J . T . , The Wisdom of Sophocles, Λονδίνο 1947. — βλ. στό σχετικό μέ τον ΑΙσχύλο μέρος.
31
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ J . , Sophoklés, Βουδαπέστη 1964. TuROLLA Ε., Saggio sulla poesia di Sofocle, Bari 1934. U H S A D E L C H R . Α . , Der Chor als Gestalt. Seine Teilnahme am Geschehen sophokleischen Stücke (διατρ.), Τυβίγγη 1969. U N T E R S T E I N E R M . , Sofocle: Studio critico, Φλωρεντία 1935. W A L D O C K A . J . Α., Sophocles the Dramatist, Cambridge 1951, άνατ. 1966. W E B S T E R T . B . L . , An Introduction to Sophocles, Λονδίνο -1969. W E I N S T O C K Η . , Sophokles, Wuppertal "1948. W H I T M A N C . H . , Sophocles: A Study of Heroic Humanism, Cambridge (Mass.) 1951. W I L A M O W I T Z - M O E L L E N D O R F F T . V . , Die dramatische Technik des Sophokles (Phil. Unter. 22), Βερολίνο 1917. W I N N I N G T O N - I N G R A M R . P . , Sophocles: An Interpretation, Cambridge 1980. Ε Ι Δ Ι Κ Ό Λ Ε Ξ Ι Κ Ό : F. E L L E N D T - H. G E N T H E , Βερολίνο 1 8 7 2 . TRENCSÉNYI-WALDAPFEL
VI.
ΕΤΡΙΠΙΔΗΣ
R . , Euripide, héritier d'Eschyle. I. Choix et traitement des mythes, Παρίσι 1982. A U S T I N C . , Nova fragmenta Euripidea in papy ris reperta (Kl. Texte 187), Βερολίνο 1968. B A R L O W S . Α . , The Imagery of Euripides, Λονδίνο 1 9 7 1 . B A T E S W . N . , Euripides : A Student of Human Nature, Univ. of Pennsylvania Press, 1930. B E N E D E T T O V. D I , La tradizione manoscritta Euripidea (Proagones. Studi 7), Πάδοβα 1965. — Euripide: teatro e società, Τορίνο 1971. B L A I K L O C K E . M., The Male Characters of Euripides : A Study in Realism, Wellington 1952. B U R N E T T A . P . , Catastrophe Survived: Euripides' Plays of Mixed Reversal, 'Οξφόρδη 1971. C H R O M I K C H R . , Göttlicher Anspruch und menschliche Verantwortung bei Euripides (διατρ.), Κίελο 1967. C O N A C H E R D . P., Euripidean Drama: Myth, Theme and Structure, Univ. of Toronto Press, 1967. D E L E B E C Q U E E . , Euripide et la guerre du Peloponnèse, Παρίσι 1951. — «Euripide et l'actualité de son temps», Le théâtre tragique. î . Le monde antique, Παρίσι 1962. F R I E D R I C H W . H., Euripides und Diphilos (Zetemata 5), Μόναχο 1953. G A R Z Y A Α . , Studi su Euripide e Menandro, Νεάπολη 1961. — Pensiero e tecnica drammatica in Euripide, Νεάπολη 1962. G O O S S E N S R., Euripide et Athènes (Acad. Royale de Belgique) 1962. G R E E N W O O D L . H . G . , Aspects of Euripidean Tragedy, Cambridge AELION
1953. GRUBE G.
M. Α., The Drama of Euripides,
32
Λονδίνο «1961.
VI. Ε Υ Ρ Ι Π Ι Δ Η Σ Ν . C . , Production and Imagination in Euripides, 'Αθήνα 1965. K R E T Z L . , Persönliches bei Euripides (διατρ.), Ζυρίχη 1 9 3 4 . L A N G H O L F V., Die Gebete bei Euripides und die zeitliche Folge der Tragödien, Γοττίγγη 1971. L E N N E P D . F. W . V A N , Euripides, Ποιητής σοφός., Amsterdam 1935. LooY Η. VAN, Zes verloren tragedies van Euripides (Vlaamse Acad. Kl. d. Letteren 26) 1964 (51). L U D W I G W . , Sapheneia: Ein Beitrag zur Formkunst im Spätwerk des Euripides (δι,ατρ.), Τυβίγγη 1954. M A R T I N A Z Z O L I F., Euripide, Ρώμη 1946. M E I S S N E R Β . , Mythisches und Rationales in der Psychologie der euripideischen Tragödie (διατρ.), Γοττίγγη 1951. M E L C H I N G E R S., Euripides, Dramatiker des Welttheaters, Άννόβερο ^1971. — Die Welt als Tragödie. II. Euripides, Μόναχο 1980. M U R R A Y G., Euripides and his Age, 'Οξφόρδη Ί 9 5 5 (έλλ. μετ. Κ . Ν. Παπανικολάου, «Εστία», 'Αθήνα, χ.χ.). N O R W O O D G., Essays on Euripidean Drama, Berkeley-Αονδίνο 1954. P R I E T O M . H . U . , Da esperanca na obra de Euripides, Λισσαβόνα 1966. R E I N H A R D T Κ., «Die Sinneskrise bei Euripides», Neue Rundschau 68 (1957) 615 [ = Tradition und Geist, Γοττίγγη 1960, 227 (συλλογικός τόμος για τον Ευριπίδη, 507' βλ. S C H W I N G E ) . R E V E R D I N Ο . (ε>ί8.). Fondation Hardt. Entretiens VI : Euripide, Vandœuvres - Γενεύη 1958/1960 ( K A M E R B E E K J. C., «Mythe et realité dans l'œuvre d'Euripide»· R I V I E R Α . , «L'élément démonique chez E.»· D I L L E R H., «Umwelt und Masse als dramatische Faktoren bei Ε . » · L E S K Y Α . , «Psychologie bei E.»· W I N N I N G T O N - I N G R A M R . P., «Hippolytus : A Study in Causation»· Z U N T Z G., «Helena: Theology and Irony»· M A R T I N V., «E. et Ménandre face à leur public»). R I V I E R Α., Essai sur le tragique d^Euripide, Αοζάννη 1944. R O H D I C H Η.. Die euripideische Tragödie. Untersuchungen zu ihrer Tragik (Eibl. d. klass. Altertumswiss. N. F. 2. Reihe 24), Χαϊδελβέργη 1968. S C H W I N G E E . R . , Die Verwendung der Stichomythie in den Dramen des Euripides (Bibl. d. klass. Altertumswiss. N. F. 2. Reihe 24), Χαϊδελβέργη 1968. — (έκδ.), Euripides (Wege der Forschung 89) : 21 άρθρα διαφόρων μελετητών, μέ εισαγωγή και βιβλιογραφία γιά τό διάστημα μετά το 1960 HOÜRMOUZIADES
άπο τον Ε. R . SCHWINGE), D a r m s t a d t 1 9 6 8 .
Ε. (έκδ.), Euripides: wood Cliffs 1968.
SEGAL
A Collection of Critical Essays,
Engle-
Umgestaltung des Mythos durch Euripides, 'Αθήνα 1980. S T R O H M Η., Euripides (Zetemata 15), Μόναχο 1957. T U I L I E R Α . , Recherches sur la tradition du texte d'Euripide (Études & Comm. 68), Παρίσι 1972. STEPHANOPOULOS TH. K . ,
33
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
TuRYN Α., The Byzantine Manuscript Tradition of the Tragedies of Euripides, Urbana 1957. V A L G I G L I O E . , II tema della morte in Euripide (Biblioteca della RSC : Saggi vari IV), Τορίνο 1966. V E L L A C O T P., Ironic Drama. A Study of Euripides^ Method and Meaning, Λονδίνο 1975. W E B S T E R T . B . L . , The Tragedies of Euripides, Λονδίνο 1967. W H I T M A N C . H . , Euripides and the Full Circle of the Myth, Cambridge (Mass.) 1974. Z Ü R C H E R W . , Die Darstellung des Menschen im Drama des Euripides (Schweiz. Beitr. z. Altertumswiss. 2), Βασιλεία 1947. ZUNTZ G., The Political Plays of Euripides, Manchester ^iges. — An Inquiry into the Transmission of the Plays of Euripides, Gambridge 1965. Π Ί Ν Α Κ Α ς Α Ε Ξ Ε Ω Ν : J . T . A L L E N - G . ITALIE, Concordance to Euripides, Berkeley 1953 (συμπληρώσεις άπό τόν A U S T I N , βλ. παραπάνω) .Επίσης : C. CoLLARD, Supplement to the Allen and Italie Concordance to Euripides, Groningen 1971. Ή ενημέρωση σχετικά μέ την έρευνα πάνω στην τραγωδία και τούς ποιητές της, ή όποία προσφέρεται στο βιβλιογραφικό περιοδικά Anzeiger für die Altertumswissenschaft τακτικά άπό τό 1948, συνεχίζεται τώρα άπό τόν Η. S T R O H M . 'Επίσης: Bibliografia del dramma antico, στό περιοδικό Dioniso άπό τούς V. B O N A J U T O , R . C A N T A R E L L A , Α . C O L O N N A , Α . G A R Z Y A , άπό τό 1947. Στην έκδοση Fifty Years of Classical Scholarship, 'Οξφόρδη ^1968, ό T. Β. L. W E B S T E R κάνει μιά επισκόπηση της βιβλιογραφίας γιά τήν τραγωδία. Για τά άποσπάσματα: Α . N A U C K , Tragicorum Graecorum Fragmenta (άνατύπωση της 2ης έκδοσης), Hildesheim 1964, μέ ενα παράρτημα άπό τόν B R . S N E L L . Στόν 'ίδιο οφείλεται καΐ ή έπιμέλεια της νέας έκδοσης των άποσπασμάτων των Τραγικών: Tragicorum Graecorum Fragmenta (I. Didascaliae tragicae, Catalogi Tragicorum et Tragoediarum, Tcstimonia et Fragmenta Tragicorum Minorum), Γοττίγγη 1971, I V : Sophocles, έκδ. ST. RADT, Γ ο τ τ ί γ γ η 1 9 7 7 .
Ol εξαιρετικά άξιόλογοι τόμοι τοΰ βιβλιογραφικού περιοδικού Lustrum (άπό τόν Η. F. J O H A N S E N γιά τόν Σοφοκλή: 1962, 7, και άπό τόν Π. J. M E T T E γιά τά άποσπάσματα του Εύριπίδη: 1967, 12) μνημονεύονται στά οίκεϊα κεφάλαια τοϋ βιβλίου.
34
A' Η Κ Α Τ Α Γ Ω Γ Η Τ Η Σ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
"Οποιος διαβάσει τΙς εργασίες των Η. Patzer, G. F. Else και W . Burkert (δλες δημοσιευμένες στο διάστημα 1962-1964 και μέ κοινο στόχο να δώσουν λύση στο πρόβλημα της καταγωγής της τραγωδίας), μπροστά στις όξεϊες αντιθέσεις των θεωριών πού εκπροσωπούν οί τρεις μελετητές, πρέπει να παραδεχτεί δτι σήμερα ή στεριά είναι χαμένη άπο τά μάτια μας όσο ποτέ άλλοτε. Και μέ αύτούς δμως τούς δρους, βασική υποχρέωση παραμένει νά προσδιοριστούν μέ άκρίβεια τά προβλήματα καί, δπου είναι άπαραίτητο, νά μείνουν άνοιχτά, χωρίς ωστόσο νά άποκλειστούν προσπάθειες γιά προσωπικές λύσεις.^ Τήν πρώτη δεκαετία του αιώνα μας κυριαρχούσαν θεωρίες πού βασίζονταν στο έθνολογικό ύλικο και άπέρριπταν κατηγορηματικά τις μαρτυρίες τού 'Αριστοτέλη. 01 παραφυάδες τους φτάνουν ώς τις μέρες μας. Ό Μ. Ρ. Nilsson, άκόμη και στη δεύτερη έκδοση τού έ'ργου του Geschichte der griechischen Religion,^ έγραφε: « Ή τραγωδία πήρε το δνομά της άπό τούς τραγουδιστές εκείνους πού, έπειδή ήταν ντυμένοι μέ τραγοπροβιές, ονομάζονταν τράγοι και κάποτε εκτελούσαν τό θρηνητικό τους άσμα πάνω στον τραγόμορφο σκοτωμένο θεό». Καί αυτός, δπως ό R. Μ. Dawkins® και ο Α. J. Β. Wace,^ άναζήτησε τήν υποθετική αρχέτυπη μορφή σέ λαϊκά έ'θιμα τής σημερινής Μακεδονίας. Γιά τον νεκρικό θρήνο, πού παίζει μεγάλο ρόλο σ' αύτές τις εθνολογικά θεμελιωμένες θεωρίες, είναι εύπρόσδεκτη ή παραπομπή τού P a t 1. Γιά τήν παλαιότερη βιβλιογραφία, άξιόλογη παραμένει ή έπισκόπηση τοϋΕ. Tièche, «Der Ursprung der Tragödie», Jahrb. d. Ver. schw. Gymnasiallehrer, Aarau 1915. Γιά νεότερες εργασίες βλ. Webster, Fifty Years' ό del Grande δίνει μιά εκτεταμένη καΐ πλούσια τεκμηριωμένη έπισκότιηση στό βιβλίο του Τραγωδία, 293-358· ό Patzer συζητεί τις σύγχρονες θεωρίες, 39-88. 2. Μόναχο 1955, 572. 'Αναφέρεται στην ερευνά του «Der Ursprung der Tragödie», NJA 27 (1911) 609 καί 673 {=Opusc. I 62 και 111), πού δημοσιεύτηκε ενα χρόνο πρίν άπό τήν εργασία τοϋ Wilamowitz σχετικά μέ τούς Ίχνεντες τοϋ Σοφοκλή, πού ήταν βασισμένη άποκλειστικά στήν άρχαία παράδοση: NJA 29 (1912) 449=ΛΓί. Sehr. I 347. 3. JHS 26 (1906) 191. 4. ABSA 16 (1909/10) 244.
37
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
zer (40) δτ!, σέ μιοα παρόμοία διονυσιακή τελετουργία ό Κ. Ο. Müller^ είχε ήδη εντοπίσει τον πυρήνα της τραγωδίας. Ή Jane Ε. Harrison^ είχε διατυπώσει τή θεωρία ότι ό Διόνυσος, άκριβώς δπως οί σημαντικότεροι ήρωες του ελληνικού μύθου, ήταν μιά παραλλαγή του ένιαύσιου δαίμονα, πού, μέ τον άφανισμο και τήν άναγέννησή του, προσωποποιούσε τον κύκλο της ζωής. Προεκτείνοντας τις ιδέες της J. Ε. Harrison και του F. Μ. Corriford, ο G. Murray^ υποστήριξε τήν άποψη δτι ή τραγωδία προήλθε άπο τις εαρινές λατρευτικές πράξεις πού σχετίζονταν μέ τά πάθη του ένιαύσιου δαίμονα. Αυτή τή θεωρία, πού μάλιστα ήθελε νά άναγάγει σέ παρόμοια δρώμενα και τά έπιμέρους στοιχεία της διαμορφωμένης τραγωδίας, τήν εχει άποκρούσει μέ έξαντλητικά και καλά θεμελιωμένα επιχειρήματα ό Α. W . Pickard-Cambridge.^ Ό G. Murray5 παραδέχτηκε, βέβαια, δτι είχε αποδώσει υπερβολικά μεγάλη σημασία στά λατρευτικά δρώμενα γύρω άπό τον ενιαύσιο δαίμονα, άλλά βασικά εμεινε προσκολλημένος στή σημασία τους. Πρόσφατα επανήλθε σ' αύτή τή θεωρία ^ Τ. Β. L. Webster® και της εδωσε μιά θέση στήν άναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου του Pickard-Cambridge. "Οπως στούς παραπάνω ερευνητές, ετσι και στο βιβλίο του G. Thomson γιά τον Αισχύλο,·^ ή λατρεία παίζει πρωτεύοντα ρό1. Geschichte der griechischen Literatur, Στουτγάρδη ^1876, 2, 26. 2. Themis : A Study of the Social Origins of the Greek Religion, Cambridge 1912, 2η εκδ. 1927. 3. Στο Themis (δ.π.), επίμετρο στο κεφ. 8, 341. Επαναλαμβάνεται στο εργο του Aeschylus, 'Οξφόρδη 1940, 4κκ. καΐ 146, δπως καΐ στό Euripides and his Age [έλλην. μετ. Κ. Ν. ΓΓαπανικολάου, Ό Ευριπίδης και ή εποχή τον, 'Αθήνα χ.χ.^. ], 7η εκδ. 'Οξφόρδη 1955. Πρέπει επίσης νά μνημονευτεί και το εργο του L. R. Farneil, The Cults of Greek States, 'ΟΕφόρδη 1896-1909, 5, 234; Περισσότερη βιβλιογραφία στον Patzer, 41, 3. Ή καλύτερη επισκόπηση τοϋ ύλικοϋ δίνεται τώρα άπό τον J.-P. Guépin. 4. Στην 1η έκδοση τοϋ βιβλίου του Dith. Tr. Com. 185. 5. CQ 37 (1943) 46. 6. «Some Thoughts on the Pre-History of Greek Drama», BICS 5 (1958), και στήν άναθεωρημένη έκδοση τοϋ βιβλίου τοϋ Pickard-Cainbridge, 128. 7. Ό πρόλογος στή γερμανική έκδοση πληροφορεί γιά τις πολυάριθμες μεταφράσεις αύτοϋ τοϋ βιβλίου [έλλην. μετ. Γ. Βιστάκης καΐ Φ. Άποστολόπουλος, ΑΙσχνλος και 'Αθήναι, 'Αθήνα 1954], Σημαντικό γιά τήν υποδομή των άπόψεων τοϋ Thomson είναι τό βιβλίο του Studies in Ancient Greek Society: The Prehistoric Aegean, Λονδίνο 1949 [έλλην. μετ. Γ. Βιστάκης, Το προϊστορικά Αιγαίο, 'Αθήνα 1959].
38
II Κ Α Τ Α Γ Ω Γ Η Τ Η Σ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
λο στην έρμηνεία. Σύμφο^να με αΐ)τήν, ό διονυσιακος θίασος ήταν ενας μυστικός ομιλος πού διατηρούσε τις δομές και τις λειτουργίες μιας τοτεμικής ομάδας, μέ ελάχιστες άλλαγές. Ά π ο τις μυητικές του τελετές γεννήθηκαν έ'θιμα πού, κατά τήν πορεία τους άπο τή λατρεία προς το μύθο, αναπαριστούσαν τήν ιστορία των παθών του Διονύσου* άπο εδώ ό δρόμος οδήγησε στήν τραγωδία. 'Από μεθοδολογική άποψη, oTh. Η. Gaster συγγενεύει μέ τή βρετανική έθνολογική σχολή, καθώς συσχετίζει ούγκαριτικά, χεττιτικά, αιγυπτιακά και εβραϊκά κείμενα, και άνάγει ετσι τή γένεση τών δραματικών μορφών σέ ενα συνδυασμό λατρευτικών πράξεων και μύθων γύρω άπο τήν άνανέωση και τήν αύξηση της ζωής κατά τή διάρκεια του έ'τους. Σέ ολες αυτές τις εργασίες, ή άφθονία του έθνολογικου ύλικοΰ δέν μπορεί νά ύποκαταστήσει τά κενά πού δημιουργεί ή άπουσία ορισμένων συνδετικών κρίκων άπο τή συνέχεια μιας υποθετικής διαδικασίας. Ή μεταφορά αυτών τών ξένων μαρτυριών στον ελληνικό χώρο δέν εχει κανένα ούσιαστικό έ'ρεισμα, και ή έξάρτηση του μύθου άπο τή λατρεία, πού έκφράζεται μέ τόση βεβαιότητα, έπιδέχεται πολλή συζήτηση.^ Καταρχήν, αυτή ή έθνολογική κατεύθυνση μένει έκτεθειμένη στή σοβαρή μομφή δτι στή φύση της τραγωδίας δέν άναγνωρίζει μιά δημιουργία μοναδική και πέρα γιά πέρα έλληνική. Ό Μ. Ρ. Nilsson, παρόλο πού πολύ συχνά και ό ϊδιος χρησιμοποίησε μέ έπιτυχία τό έθνολογικό υλικό, Ιχει παρατηρήσει:^ «οί άσυδοσίες της έθνολογικής μεθόδου γίνονται ιδιαίτερα αισθητές δταν έφαρμόζονται σέ υψηλότερα και συνθετότερα θρησκευτικά σχήματα». Αύτή ή παρατήρηση ισχύει έξίσου και γιά τήν περιοχή της λογοτεχνίας. "Οσο όμως είναι άπαραίτητη ή έπιφυλακτική άντιμετώπιση της έθνολογικής μεθόδου, άλλο τόσο θά ήταν λάθος νά χαρακτηριστεί ολότελα άχρηστο τό υλικό πού έχουν συγκεντρώσει οί εκπρόσωποι της. 'Απλώς χρειάζεται νά του δώσει κάνεις τήν κατάλληλη θέση. Αυτό τό κατόρθωσε ό Κ. Th. Preuss,® δταν κάτω άπό τόν τίτλο «Der U n t e r b a u des Dramas» [ Ή υποδομή του δρά1. Καλές σχετικά μέ τ6 θέμα αύτο οί παρατηρήσεις τοϋ Η. J. Rose, Mnemosyne, s. 4, 3 (1950) 281. 2. Gesch. d. gr. Religion, τ. I, 2η ^κδ., 11. 3. VBW 7 (1930) 1. Σωστές και αποφασιστικές οί σκέψεις τοϋ Ziegler, 1949.
39
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
ματος ] συγκέντρωσε πλουσιότατες μαρτυρίες γι,ά δραματικά στοιχεία πού διαπιστώνονται σέ πρωτόγονους πολιτισμούς. Σέ μιά τέτοια υποδομή βασίζονται ή ελληνική τραγο^δία και ή κωμωδία, καΐ σέ αύτήν άναφέρεται κάθε πληροφορία πού εχουμε γιά ορχηστικές έκδηλώσεις μέ προσωπεία και γιά μιμήσεις δαιμόνων στις πρωτόγονες φάσεις του πολιτισμού. 'Αλλά και στήν περίπτωση της ελληνικής τραγωδίας, σκόπιμο είναι νά διαχωρίζεται ή προϊστορία άπό τήν ιστορία της, πού καθορίζεται άπο τήν προσωπική συμβολή μεγάλων ποιητών. "Ενας άξιόλογος έρευνητής, πού υπηρέτησε έπάξια και τήν έθνολογία και τή φιλολογία, έχει έκφράσει μέ μεγάλη σαφήνεια αύτήν τή διάκριση, λέγοντας γιά το θαΰμα της τραγωδίας, πού γεννήθηκε αποκλειστικά στήν'Αθήνα: «αύτο και μόνο το γεγονος είναι άρκετή άπόδειξη οτι έδώ δεν πρόκειται γιά εξέλιξη παρά για δημιουργία».^ Και στήν Ελλάδα ή προϊστορία τών δύο δραματικών ειδών οδηγεί στήν περιοχή της πρωτόγονης ορχησης, μέ τήν οποία ό άνθρωπος ζητούσε νά προφυλαχτεί άπο τούς δαίμονες ή νά εξασφαλίσει τήν εύνοιά τους. Ό Ε. Buschor^ εχει τονίσει τήν ποικιλία αύτών τών ορχηστικών έκδηλώσεων και εχει συγκεντρώσει πλήθος σχετικές ονομασίες. Ά π ο αύτο τό πρωταρχικό στάδιο προέρχεται κυρίως ή χρήση του προσωπείου, πού φορούσε ό "Ελληνας ηθοποιός και της τραγωδίας και της κωμωδίας δλες τις έποχές.Τή χρήση του προσωπείου άπο το χορό τήν έχει δείξει μέ άπόλυτη πειστικότητα (πρβ. και Η. Hommel, i V / ^ ' l 9 4 0 , 282, 47) ή Μ. Bieber («Maske», 2083). Στή δική μας περιοχή, αύτές οί ορχήσεις μέ προσωπεία μας θυμίζουν κυρίως τούς σατύρους, πράγμα πού διευκολύνει τήν αύτόματη σύνδεση μέ πλήθος συγγενικές παραστάσεις άλλων λαών. Έ δ ώ θά μπορούσε κάνεις νά άναφέρει και τον Διόνυσο, πού τόν ύπηρετοΰσαν οι σάτυροι και ήταν ό κατεξοχήν προσωπιδοφόρος θεός.® Ωστόσο δέν πρέπει νά ξεχνούμε οτι τό προσωπείο και ή ?;ρχηση κάποτε απλώνονταν πολύ πέρα άπό τά δρια του κο,τοπινοϋ θεού του θεάτρου. Ή Μ. Bieber («Maske») δίνει τις σχετικές μαρτυρίες γιά τή λατρεία της Άρτεμης καΐ της Δέσποινας, οπου οι ζωόμορφοι όρχηστές, δπως άπεικονίζονται στο πέπλο του 1. Κ. Meuli, Schweizer Masken, Ζυρίχη 1943, 58. 2. «Satyrtänze und frühes Drama», SBAW 1943/5, 5. 3. Πρβ. W. Wrede, «Der Maskengott», MDAI(A) 53 (1928) 66.
40
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
λατρευτικού άγάλματος της Λυκόσουρας,^ συνεχίζουν ολοφάνερα τήν παράδοση των μυκηναϊκών δαιμόνων μέ το ζωόμορφο προσωπείο. Οί θεότητες αύτές σχετίζονται, κατά κανόνα, μέ τη φυσική άναπαραγωγή, και ϊσως θά επρεπε νά αναρωτηθούμε αν και οΐ σχετικές ορχηστικές έκδηλώσεις ήταν κάποτε αύτοτελεις έκδηλώσεις, οπως και οΐ σάτυροι άρχικά ήταν άνεξάρτητοι άπο τον Διόνυσο. Αύτο πάντως φαίνεται νά εύνοεϊται άπό τά εθνολογικά παράλληλα. Μιά καλή εισαγωγή στά έθιμα αύτοΰ του ε'ίδους προσφέρουν οι εργασίες του Κ. Meuli.^ Ωστόσο μένει άνοιχτο το ερώτημα άν τά προσωπεία πρέπει νά θεωρηθούν άποκλειστικά νεκροί πού επιστρέφουν, ή μήπως, ειδικά γιά τήν Ελλάδα, είναι δυνατό νά γίνει λόγος γιά άπευθείας μίμηση δαιμόνων της φύσης.® Ό Meuli διευκρινίζει, πολύ εύστοχα, δτι 6 άπλός άνθρωπος δέν φορά ποτέ το προσωπείο γιά στολίδι: μέ τή βοήθειά του μεταμορφώνεται, και σ' αύτήν τή μεταμόρφωση κυριεύεται άπο τή μαγεία της δαιμονικής δύναμης πού προσπαθεί νά παραστήσει.^ Έ δ ώ διαπιστώνεται τό φαινόμενο τό όποιο ό Meuli, άκολουθώντας τον Frobenius, ονομάζει έκσταση. Σ' αύτό το πρωταρχικό φαινόμενο «γενικά έχουν τις ρίζες τους οί καλύτερες καΐ γονιμότερες ιδιότητες του άνθρώπου, έδώ έχουν τις ρίζες τους ή κατανόηση και ή συμπάθεια στήν εύρύτερη και βαθύτερη σημασία τους, έδώ έχει τις ρίζες της ή άληθινή τέχνη του δράματος, της παράστασης». Χαρακτηρίζοντας όμως τό προσωπείο ώς πρωταρχικό δραματικό στοιχείο, φαίνεται νά έρχόμαστε σέ αντίθεση μέ τις άρχαΐες 1. Στο βιβλίο τοΰ Μ. Ρ. Nilsson, δ.π., πίν. 31, 2. 'Έχοντας μπροστά μας τούς μουσικούς δέν είναι δυνατό νά άμφφάλλουμε δτι πρόκειται γιά χορο μέ προσωπεία. Σχετικά μέ τή λατρεία βλ. R. Stiglitz, Die grossen Göttinnen Arkadiens, ειδική εκδ. τοϋ Öst. Arch. Inst. 15, 1967. 2. Στο άρθρο του ((Maske» στό Handbuch des deutschen Aberglaubens, 1933, προστίθεται ή εισαγωγή στο εργο του Schweizer Masken, Ζυρίχη 1943, καθώς και ή ερευνά του μέ τον τίτλο ((Altrömischer Maskenbrauch», ΜΗ 12 (1955) 206. 3. 'Υπερβολικά κατηγορηματικός είναι ό F. Speiser, ((Schreck- und Scherzmasken», Schweizerische Volkskunde 31 (1947) 92: ((Κανένας δέν ϋά άμφισβητήσει δτι τά άνθρωπόμορφα προσωπεία προέρχονται άπό άνιμιστικές άντιλήψεις». Πρβ. καΐ Κ. Kerényi, ((Uomo e maschera», Dioniso 12 (1949) 17. 4. Σωστά τονίζει ή M. Bieber, History 28, τή σημασία της άμφίεσης γιά τήν πράξη της μεταμόρφωσης στο τραγικό θέατρο.
41
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
πληροφορίες^ οί όποιες άποδίδουν στον Θέσπη την έπινόηση του θεατρικού προσωπείου. Έ δ ώ προβάλλει και πάλι ή τάση των άρχαίων να ονομάζουν εναν εφευρέτη γιά καθετί. Σ ' αύτο το θέμα θά επανέλθουμε, οταν θά άσχοληθοΰμε μέ τον Θέσπη. "Ολες οί θεωρίες πού έ'χουν άναφερθει ως τώρα δείχνουν την πρόθεση να προχωρήσουν χωρίς τον 'Αριστοτέλη. Στη σχέση τους μέ αύτον χωρίζουν οί δρόμοι της ερευνάς. Προτού δμως διατυπώσουμε τό καίριο και σοβαρο ερώτημα τί μας προσφέρουν οί παρατηρήσεις του φιλοσόφου και πόση εμπιστοσύνη αξίζουν, πρέπει νά ρίξουμε μιά ματιά σέ μερικές άκόμη ερευνητικές προσπάθειες, πού έ'χουν κάποια χαλαρή σχέση μέ τΙς θεωρίες πού συζητήθηκαν ώς τώρα. 'Αξίζει πρώτα πρώτα νά μνημονευτεί 6 Α. Dieterich,^ ό όποιος, σέ μιά άρκετά παλαιά έ'ρευνα, ξεκίνησε άπό τό θρήνο των αθηναϊκών Χύτρων γιά τήν άποκρυστάλλωση δμως της καλλιτεχνικής μορφής συνεκτίμησε και τήν επίδραση των έλευσινιακών δρωμένων. Έ δ ώ πρέπει και πάλι —και αυτό τό θεωρώ σημαντικό— νά διαχωρίσουμε ριζικά τον κόσμο τών μυστηρίων άπό τόν κόσμο της τραγωδίας. 'Ενώ στήν τραγωδία έχουμε έ'να λόγον διδόναι του ανθρώπου μέσα στή ρευστότητα της υπαρξής του, γιά τά μυστήρια άρκεϊ νά θυμηθοΰμε τά λόγια του 'Αριστοτέλη (άπ. 15) δτι σ' αύτόν τό χώρο δεν ερχόταν κάνεις γιά νά μάθει, παρά γιά νά άφοσιωθεϊ. Μέ δημιουργική ορμή προσπάθησε ο Μ. Untersteiner^ νά 1. Μ. Bieber, «Maske», 2072. Για τό πρόβλημα σχετικά μέ τόν ενρετήν βλ. Α. Kleingünther, Πρώτος ενρετής (Philologus Suppl. 26), 1933. 2. «Die Entstehung der Tragödie», Kl. Sehr., Λιψία 1911, 414· στά έλευσίνια μυστήρια εφτασε μέσο τοϋ Ε. Rohde, KL Sehr., Τυβίγγη 1901, 2, 361. Έλευσινιακές επιδράσεις πιστοποιεί και ό Ziegler (1951). Μιά συμβιβαστική θέση παίρνει ό Ρ. Amandry, «Eschyle et Eleusis», Mél. Grégoire I, 1949, 27. Γενικά, ytà τά μυστήρια καΐ τήν τραγωδία βλ. Μ. Untersteiner, 201, ό όποιος δέχεται επίδραση άπό τό ττνεϋμα τών μυστηρίων. Γιά τις γιορτές της Ελευσίνας, βλ. Μ. Ρ. Nilsson, δ.π. 469. 3. Τό πρόβλημα της γένεσης τοϋ δράματος άντιμετωπίστηκε στήν ιταλική βιβλιογραφία μέ πολλούς τρόπους: έκτός άπό τά βιβλία τοϋ R. Cantarella (τώρα και στο εργο του Storia délia letteratura greea, Μιλάνο 1962, 226, και La letteratura greea elassiea, Φλωρεντία 1967, 171), βλ. επίσης σ. 37 σημ. 1, και τους Peretti, Untersteiner καΐ del Grande (έπίσης Intorηο alle origine délia tragedia ed altri saggi, Νεάπολη 1936)· άκόμη, F. Gagliuolo, «Sul problema di Thespis e l'origine del dramma satiresco», RIGI 13 (1929) 1" B. Stampo, Le origini délia tragedia, Μιλάνο 1935
42
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
προεκτείνει τή συζήτηση του προβλήματος μας ως τις άρχες του ελληνικού πολιτισμού. Φυσικά, σε τόσο πρώιμες εποχές δεν κατορθώνει να έντοπίσει συγκεκριμένες δραματικές μορφές, παρά μόνο τις πνευματικές προϋποθέσεις πού οδήγησαν σέ μιά τραγική θεώρηση του κόσμου. Αύτες τις άνακαλύπτει στη δημιουργική ένταση των ετερογενών στοιχείων άπο τα όποια γεννήθηκε 6 έλληνισμός. στήν άντίθεση άνάμεσα στους Ίνδοευρωπαίους εισβολείς και στον κόσμο του μεσογειακού πολιτισμού. Ή προσπέλαση είναι γόνιμη, και 6 Α. Weber (213) χρησιμοποίησε έξαντλητικά αύτό τον πλούτο των αντιθέσεων γιά νά εξηγήσει τήν εξέλιξη. Φυσικά, δταν προσπαθήσει κάνεις νά άναγάγει σ' εκείνη τήν πρώιμη περίοδρ επιμέρους στοιχεία της διαμορφωμένης τραγωδίας, καταλήγει άναγκαστικά σέ άβέβαιες υποθέσεις. Τά 'ίχνη της παρουσίας του Διονύσου στήν περιοχή του Αιγαίου πολιτισμού παραμένουν υποθετικά, ένώ, έξάλλου, οι Ίνδοευρωπαϊοι συγγενείς των σατύρων έ'ρχονται νά άναιρέσουν τήν άπόδοση των συντρόφων τους σέ προελληνικές περιόδους. Ή μεγάλη προελληνική Μητέρα-Θεά και 6 Πάρεδρός της οπωσδήποτε έπηρέασαν ποικιλότροπα τή θρησκεία και τούς μύθους των Ελλήνων, άλλά ούτε ή ιστορία του 'Αγαμέμνονα και της Κλυταιμήστρας ουτε μιά σειρά άλλοι τραγικοί κύκλοι μπορεί νά προέρχονται άπό εκεί. Οί ύπερβολές αύτής της μεθόδου άποκαλύπτονται οταν 6 Untersteiner προσπαθεί νά τήν εφαρμόσει γιά τήν άνασύνθεση των "Ηρακλείδων και του Φιλοκτήτη του Αισχύλου. ^ 'Αφετηρία του Η. Schreckenberg είναι μιά έντελώς υποθετική ιστορία της λέξης όραν, πού προϋποθέτει τήν πρωταρχική σημασία της δράσεως χειρών καί, μέ τή συνακόλουθη μιμική-ορχηστική χρήση της λέξης γιά τό δράμα, καταλήγει νά σημαίνει «παράσταση μιμική μέ κίνηση του σώματος».^ Θά διστάζαμε νά ταυτίσουμε τις άρχές της τραγωδίας μέ ενα είδος άπλής παντομιμι(μέ στάση άντιφιλολογι,κή), καί στο Dioniso 6 (1937) 143. Επίσης, G. Perrotta, «Tragedia: origine», Endel. Ital. 34 (1937) 146. 1. Gli «Eraclidi» e il «Füottete» di Eschilo, Φλωρεντία 1942. Ε ξ α ι ρετικά άκραΐος στίς εκτιμήσεις του γιά τό ((μεσογειακό» στοιχείο εϊναι ό (>. Patroni, Studi di mitologia mediterranea ed omerica (Ist. Lombarde 25/2), Μιλάνο 1951. 2. Αύτη ή ερμηνεία δεν μου φαίνεται τόσο καλά θεμελιωμένη, οσο υποθέτει δ Patzer . (127, 4), ό όποιος δμως, κατά τά άλλα, άποκρούει τή θέση τοϋ Schreckenberg.
43
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
κής δρχησης. Τή στενή σχέση πού είχαν άπό την άρχή τά στοιχεία «λόγος, μουσική και ορχηση» τή φώτισε θαυμάσια ή Α. Μ. Dale τό 1960 στο έναρκτήριο μάθημά της στο Κολέγιο Birkbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Και στά δύο μέτωπα, πού διακλαδίζονται σέ ποικίλες παραλλαγές άνάλογα μέ το χειρισμό του προβλήματος, άνήκει ό J. Lindsay. Στο εκτενέστερο πρώτο μέρος του βιβλίου του δείχνεται συνεχιστής της J a n e Harrison, του Corn ford και του Cook, καθώς άνακαλύπτει, μέ εξαιρετική τόλμη, μια ενωτική γραμμή άπδ το σαμανισμο και τις μυητικές τελετές ώς τή θρησκεία τών Ελλήνων, ένώ στήν πραγμάτευση του προβλήματος τών άρχών ξεκινά άπό τις παρατηρήσεις του 'Αριστοτέλη. Αύτή ή άντίφαση τών δύο μερών δείχνει άκόμη μιά φορά πόσο προβληματικά είναι να έ'ρθουν σέ άμεση έπαφή ή προϊστορία του δράματος, δπως άνιχνεύεται μέ βάση τά εθνολογικά δεδομένα, και ή ιστορική μορφοποίησή του. Κάθε βήμα πέρα άπο αύτή τή γενική βάση ορίζεται άπο τή θέση πού παίρνει ό καθένας άπέναντι στις μαρτυρίες της Ποιητικής του 'Αριστοτέλη ( 1 4 4 9 a ) Γ ε ν ο μ έ ν η δ' ούν άπ' άρχής αυτοσχεδιαστικής —και αυτή καΐ ή κωμωδία, καΐ ή μεν άπό τών έξαρχόντων τον δώνραμβον, ή δε άπό τών τά φαλλικά α ετι καΐ νϋν εν πολλαΐς τών πόλεων διαμένει νομιζόμενα— κατά μικρόν ηύξήθη προαγόντων δσον εγίγνετο φανερόν αυτής· και παλλάς μεταβολάς μεταβαλοϋσα ή τραγωδία επανσατο, επεί εσχε την αυτής φύσιν. και τό τε τών υποκριτών πλήθος εξ ενός είς δύο πρώτος ΛΙσχύλος ήγαγε και τά τοϋ χοροϋ ήλάττωσε και τόν λόγον πρωταγωνιστεΐν παρεσκεύασεν τρεις δε και σκηνογραφίαν Σοφοκλής, ετι δε τό μέγεθος· εκ μικρών μύθων και λέξεως γελοίας διά τό εκ σατυρικού μεταβαλεΐν οψε άπεσεμνΰνθη, τό τε μέτρον εκ τετραμέτρου Ιαμβειον εγένετο. τό μεν γάρ πρώτον τετραμέτρω εχρώντο διά τό σατυρικήν και όρχηστικωτέραν είναι την ποίησιν, λέξεως δε γενομένης αυτή ή φύσις τό οίκεΐον μέτρον εύρε· μάλιστα 1. Κείμενο: R. Kassel,'Οξφόρδη 1965. Σχόλια: I. By water,'Οξφόρδη 1909· Α. Rostagni, Τορίνο 1928, Η945· Α. Gudeman, Βερολίνο 1934. 'Ερμηνεία: G. F. Else, Aristotle's Poetics: The Argument, Cambridge (Mass.) 1957· D. W. Lucas, 'Οξφόρδη 1968· L. Cooper-A. Gudeman, A Bibliography of the Poetics of Aristotle (Cornell Stud, in English 11), New Haven 1928, μέ τό συμπλήρωμα τοϋ M. T. Herrick, AJPh 52 (1931) 168.
44
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΛΣ
γαρ λεκτικόν των μέτρων το ΙαμβεΙόν εστίν... ετι δε επεισοδίων πλήθη, καΐ τά άλλα ώς έκαστα κοσμηθήναι λέγεται εστω ήμΐν εΐρημένα' πολυ γάρ αν ίσως έργον εϊη διεξιέναι καθ' εκαστον.^ 'Επειδή σ' αύτο το κείμενο, παρ' όλη τή συνοπτικότητά του, εχουμε τΙς πιο συγκεκριμένες μαρτυρίες γιά τή γένεση της τραγωδίας, τό πρόβλημα της άξιοπιστίας του εχει άποφασιστική σημασία. Έ δ ώ έμφανίζεται στήν πιο δραστική της έκφραση ή διάσταση των γνωμών. 'Αμέσως γίνεται φανερό δτι οί εκπρόσωποι των έθνολογικών θεωριών, πού είδαμε πιο πάνω, άναπόφευκτα άρνοΰνται τήν άξιοπιστία τοΰ 'Αριστοτέλη. "Ετσι και ή στάση του Μ. Ρ. Nilsson εμεινε ώς το τέλος αρνητική. Ή άπόρριψη δμως τών παρατηρήσεων τοΰ 'Αριστοτέλη δέν περιορίζεται καθόλου σ' αύτόν μόνο τον κύκλο. Νά μερικές παραπομπές: 6 W . Schmid στο έ'ργο του Geschichte der griechischen Literatur (2, 775) χλευάζει τούς ορθόδοξους αριστοτελικούς· ό R. Gantarella σέ όλες τις παρατηρήσεις του^ σχετικά μέ το πρόβλημα κράτησε άρ1. (Ξεκίνησε λοιπον άπό μιά άφετηρία αύτοσχεδιαστική —καΐ ή ϊδια [δηλ. ή τραγωδία] και ή κωμωδία: ή πρώτη, άπό τούς έξάρχοντες τοΰ διθυράμβου" ή άλλη, άπό τις φαλλικές πομπές, πού έξακολουθοϋν νά τηρούνται άκόμη και σήμερα σέ πολλές πόλεις. Βαθμιαία αύξήθηκε, καθώς άναπτύσσονταν δσα στοιχεία της φανερώνονταν. Ή τραγωδία, άφοϋ πέρασε άπό πολλά μεταβατικά στάδια, τελικά σταμάτησε, δταν βρήκε τή φύση της. Τόν άριθμό των υποκριτών πρώτος ό Αισχύλος τόν αύξησε άπό ενα σέ δύο, και ελάττωσε τά μέρη τοΰ χοροϋ και έδωσε πρωταγωνιστική θέση στό διάλογο" τρεϊς ύποκριτές και τή σκηνογραφία, ό Σοφοκλής. Τό ?διο καΐ σχετικά μέ τήν έκταση" καθώς ξεκίνησε άπό σύντομους μύθους και χρησιμοποιούσε όχι πολύ σοβαρό γλωσσικό ιδίωμα, επειδή προήλθε άπό ενα στάδιο σατυρικό, κάπως άργά άπόχτησε σοβαρότητα" και τό μέτρο άπό τροχαϊκό εγινε ιαμβικό —στήν άρχή χρησιμοποιούσαν τό τροχαϊκό τετράμετρο, επειδή ή δραματική ποίηση ήταν σατυρική και όρχηστικότερη" δταν δμως προστέθηκε ό διάλογος, ή ϊδια ή φύση βρήκε τό δικό της μέτρο" γιατί άπό δλα τά μέτρα τό ιαμβικό πλησιάζει περισσότερο στόν καθημερινό λόγο... επίσης καί γιά τόν άριθμό τών επεισοδίων και γιά δλα τά υπόλοιπα, δπως διαμορφώθηκαν, σύμφωνα μέ τήν παράδοση, άρκοϋν τά δσα έχουν είπωθεϊ" γιατί θά χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια γιά νά άναπτύξω διεξοδικά δλα τά επιμέρους θέματα.) Τό κείμενο δίνεται έδώ σύμφωνα μέ τήν έκδοση τοΰ R. Kassel, πού τόν άκολουθοΰμε {RhM 105 (1962) 117] και στήν άποδοχή της γραφής πρωταγωνιστεΐν τοϋ Σοφιανού. Λιγότερο βέβαιη μας φαίνεται ή άρνηση της συμπλήρωσης εκ σατυρικοϋ. Τό άρθρο μαρτυρεΐται στή συροαραβική μετάφραση" βλ. και Patzer, 53, 1. Είναι άπορριπτέα ή προσπάθεια τοΰ G. F. Else («Aristotle and Satyr-Play», TAPhA 1939, 139) νά όβελίσει τό κείμενο άπό τό τρεις όε ώς τό άπεσεμνννθη. 2. I primordi délia tragedia, Salerno 1936' Eschilo I, Φλωρεντία
45
Η ΚΛΤΛΓΩΙ'Π THD
ΤΡΛΓΩΔΙΛΣ
νητική στάση* ό Pickard-Cambridge στο βιβλίο του, πού προσφέρει την πιο φροντισμένη συλλογή τιληροφοριών γιά το θέμα μας, κράτησε την 'ίδια στάση —πάντως είναι άξιοσημείωτο δτι στη δεύτερη έκδοση αύτοΰ του έργου ο Τ. Β. L. Webster (95) είναι πολύ πιο επιφυλακτικός στις εκτιμήσεις του. "Οταν στο τέλος αύτοΰ του κεφαλαίου κατευθύνουμε τήν προσοχή μας στις νεότερες ερευνες πάνω στο πρόβλημα, στίς εργασίες του Patzer, του Else και του Burkert, θά συναντήσουμε και πάλι ή τήν καθολική άπόρριψη ή τουλάχιστον τή σκεπτικιστική άντιμετώπιση των άριστοτελικών παρατηρήσεων. Το άντίπαλο μέτωπο τό άποτελοΰν οι ερευνητές πού άκολουθοΰν τον Wilamowitz στήν ερμηνεία του, δπο^ς διατυπώνεται ήδη στον 'Ηρακλή, και αποδίδουν μεγάλη σημασία στίς πληροφορίες του 'Αριστοτέλη. Είναι ό W . Kranz, ό Μ. Poblenz και ό Κ. Ziegler, καί μπορεί νά προστεθεί καΐ ό συγγραφέας αύτοΰ τοΰ βιβλίου. Ά π ο τον 'Αριστοτέλη ξεκινά καί ό Η. Koller,^ αλλά τελικά καταλήγει σέ μια κατασκευή: μέ βάση τή γραφή απ' άρχής αυτοσχεδιαστικής τοΰ Parisinus, φτάνει στήν παραδοχή ένος στιχικοΰ προοιμίου πού τό εκτελούσε ενας κιθαρωδός πριν άπο το διθύραμβο. Στούς νεότερους μελετητές πού θέλησαν νά ενσωματώσουν τον 'Αριστοτέλη στίς προσωπικές τους θεωρίες αναφέρουμε τον Μ. Untersteiner καί τον J. Lindsay. Στίς πρωτότυπες προσπάθειες τοΰ Κ. Kerényi^ νά ρίξει φως στο πρόβλημά μας ξεκινώντας άπο τή γένεση της ιταλικής όπερας, διαβάζουμε τήν άκόλουθη φράση: «Αύτή είναι "ή τραγο:)δία πρίν άπο τήν τραγωδία" στήν Ελλάδα, δπο^ς τήν ύπαινίσσεται ό 'Αριστοτέλης στο σκιαγράφημά του· γιά μδίς, δπως καί γιά κεΐνον, άποτελεϊ το συγκεκριμένο θεμέλιο γιά μιά Ιστορία της γένεσης της τραγωδίας». 'Εδώ πρόκειται γιά μιά άπο τίς περιπτώσεις δπου ό σαφής έντοπισμος των ορίων της επιστήμης μας άνταποκρίνεται στο πνεύμα της περισσότερο άπο δ,τι ή σίγουρη διακήρυξη της προσωπικής γνώμης. Στο πρόβλημα άν ο 'Αριστοτέλης μας μεταδίδει δε1941' βλ. επίσης τά δύο βιβλία του γιά τήν άρχαία ελληνική λογοτεχνία πού μνημονεύονται στή σ. 42 σημ. 3, καί πρόσφατα «Alcune considerazioni sul teatro greco», Dioniso 37 (1963) 3. 1. «Dithyrambes und Tragödie», Glotta 40 (1962) 183. 2. Στο κεφάλαιο «Geburt und Wiedergeburt der Tragödie», άπο το βιβλίο του Streifzüge eines Hellenisten, Ζυρίχη 1960, 38.
46
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
δομένα ή ύποθέσεις, δεν εχουμε τή δυνατότητα νά έζασφαλίσουμε μιά μαρτυρία άπαλλαγμένη άπο κάθε άμφφολία. Αύτό φυσικά δεν σημαίνει οτι πρέπει να παραιτηθούμε άπό τήν προσπάθεια να πετύχουμε το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό πιθανότητας. Πρέπει άμέσως να τονιστεί οτι ή άποψη πώς δ 'Αριστοτέλης μεταδίδει εδώ άνεξέλεγκτες υποθέσεις ερχεται σέ πλήρη άντίθεση μέ δ,τι γνωρίζουμε για τή μέθοδο της δουλείας του σε ιστορικά θέματα. "ίσως νά μήν μπορούμε πιά νά προσδιορίσουμε τήν έκταση και τό είδος τών πηγών του σχετικά μέ τό πρόβλημα της τραγωδίας· αύτό δμως δέν σημαίνει οτι δεν είχε στή διάθεσή του ττηγές. Οί σοφιστές άρχισαν άπό νωρίς νά άσχολουνται μέ τά λογοτεχνικά είδη και νά διατυπώνουν και σχετικά μέ αυτά τό πρόβλημα τών άρχών, Ό Kranz (4) μάλιστα φτάνει ώς τό σημείο νά μιλά γιά άφθονο θεωρητικό ίστορικοφιλολογικό υλικό, πού χρονολογείται πριν άπό τήν Ποιητική. Ή σκέψη δτι ο 'Αριστοτέλης άπέχει άπό τους προδρόμους, πού μας άπασχολοΰν εδώ, μόνο δύο περίπου έκατοντάδες χρόνια, ενώ σ' εμάς ή άπόσταση ξεπερνά ισάριθμες χιλιετίες, μπορεί νά φαίνεται κάπως πρωτόγονη άλλά δέν είναι, γι' αύτόν τό λόγο, άστήριχτη. Συμφωνούμε μέ τόν Α. Rostagni,^ ο όποιος προϋποθέτει σημαντικά στάδια προπαρασκευής και γιά τήν Ποιητική., δπως μας είναι γνωστά και γιά τά Πολιτικά. Ή συντομία και ή άδρότητα τών παρατηρήσεων της Ποιητικής οφείλονται στό ρόλο πού θά έπαιζαν ώς σχέδιο παραδόσεων. "Ολες τους δμως προέρχονται άπό πολύ πλουσιότερη γνώση, και αύτό μας άφήνει νά τό καταλάβουμε καθαρά ό 'Αριστοτέλης, δταν σαό κεφ. 5, 1449a 29, διακόπτει μέ τήν παρατήρηση δτι θά πήγαινε πολύ σέ μάκρος νά ύπεισέλθει σέ δλες τις λεπτομέρειες. 'Ιδιαίτερη σημασία έ'χει έδώ, δπως ύπογράμμισε ήδη ό By water, ^ τό χωρίο (κεφ. 5,1449a 37) δπου ό 'Αριστοτέλης δηλώνει τήν έλλιττή γνώση του γιά τις άρχές της κωμωδίας, ένώ γιά τις πληροφορίες σχετικά μέ τήν τραγωδία σημειώνει άπερίφραστα: ai μεν ονν της τραγωδίας μεταβάσεις και δι' ών εγένοντο ον λελήθασιν. 11 ρέπει νά καταλογίσουμε στόν φιλόσοφο τουλάχιστον επιπολαιότητα στήν έκφραση, αν του άρνηθοΰμε τήν άξιοπιστία. Σέ ένα τέτοιο συμπέρασμα θά μπορούσαμε νά καταλήξουμε μόνο αν διαπιστώναμε αντιφάσεις μέσα στό ϊδιο έργο ή μέ άλλα γνωστά δεδο1. "Ο.π., σ. XXV. "Ο.π. 3 8 .
2.
47
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
μένα. Επομένως, είναι ιδιαίτερα άποφασιστικό το ερώτημα κατά πόσο οι μαρτυρίες της Ποιητικής μας επιτρέπουν νά σχηματίσουμε μιά εικόνα άπαλλαγμένη άπο άντιφάσεις, πού μπορεί νά ένισχυθεΐ και άπό άλλα δεδομένα. Πρέπει νά εξετάσουμε πρώτα τα επιμέρους στοιχεία, γιά νά ερευνήσουμε κατόπιν τή δυνατότητα νά φτάσουμε σέ μιά λογική σύνθεση. Περιττές δυσκολίες δημιουργήθηκαν κάποτε άπο τήν έκφραση άπο των έξαρχόντων τον διθύραμβον. Κάποια σύγχυση προκάλεσε Ό F. Bradac,^ οταν συγκέντρωσε μαρτυρίες γιά τήν άσάφεια στή χρήση του ρήματος. Ό Kranz (17) μέ τούς εξάρχοντες καταλάβαινε τούς τραγουδιστές του χορού, και ό Untersteiner (248), άκολουθώντας τά 'ίχνη του Lammers (164), συσχέτισε τήν άμφισβητούμενη έκφραση μέ τούς διπλούς χορούς. Σέ δλα αύτα μπορεί νά αντιπαρατεθεί ή παρατήρηση δτι ό 'Αριστοτέλης, στον άπλο έπιστημονικό του λόγο, δεν θά διάλεγε αύτή τή λέξη, αν δεν ήθελε νά δηλώσει μέ αύτήν άκριβώς τον πρώτο τραγουδιστή. Ό Ziegler (1907κ.· 1944, 25) έχει συγκεντρώσει ομηρικά και άλλα παραδείγματα, πού μαρτυρούν τή χρήση του ρήματος γι' αύτή τή δραστηριότητα. Ό Patzer (90, 6) δείχνει δτι δέν είναι πιά δυνατό νά ύπάρξει καμία αμφιβολία γι' αύτο το θέμα. 'Οπωσδήποτε, ό 'Αριστοτέλης άνακάλυψε τον πυρήνα μιας δραματικής άντιπαράθεσης άκριβώς στή σχέση του έξάρχοντα μέ το χορό* ωστόσο, θά δίσταζα κάπως νά άναγνωρίσω στον έξάρχοντα, δπως ό Ziegler (1908), τον πρώτο υποκριτή, και έτσι νά έξηγήσω τή σιωπή του φιλοσόφου σχετικά μέ τήν έμφάνισή του. Ό υποκριτής, δπως θά δοΰμε πιο κάτω, εισάγεται άπό διαφορετική περιοχή. Ή Ποιητική θεωρεί δτι μία άπό τις ρίζες της τραγωδίας είναι ό διθύραμβος. "Ολές οί προσπάθειες νά έτυμολογηθεϊ τό δνομα αύτοϋ του άρχαίου λατρευτικού τραγουδιού έχουν άποτύχει* σίγουρα πρόκειται γιά προελληνικό δάνειο.^ Φυσικά, δέν μπορούμε νά χωρίσουμε τό τραγούδι άπό τή λατρεία του Διονύσου. Στα λόγια τοϋ 'Αρχιλόχου (120 W.), πού καυχιέται δτι ξέρει νά τονίσει 1. PhW 50 (1930) 284. 2. Πρβ. Η. Frisk, Gr. Etym. Wörterb., στ6 λ. διθύραμβος. Επίσης, Η. Färber, Die Lyrik in der Kunsttheorie der Antike, Μόναχο 1936, 32, μέ συμπληρώματα στο PhW 1942, 99, 3" Pickard-Gambridge, Dith. Tr. Com. 1. Δέν μοϋ φαίνεται νά εχει δίκιο ό del Grande, Τραγωδία 26, δταν θεωρεί δτι ό διθύραμβος είναι ενα άρχικά πομπικο τραγούδι.
48
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
το ώραϊο τραγούδι, του άρχοντα Διονύσου, το διθύραμβο, μόλις τό κρασί κυριέψει τή σκέψη του, άναγνωρίζουμε κιόλας τον έξάρχοντα μπροστά στο χορό του. Μέ τό δώρο του Διονύσου συνδέει τό τραγούδι και ή θαρραλέα διαβεβαίωση του Επιχάρμου (άπ. 132) />τι μέ νερό διθύραμβος δεν γίνεται. Ή έκφραση του Πινδάρου ÇOX. 13, 19) βοηλάτης διθύραμβος μαρτυρεί ότι τόν χρησιμοποιούσαν ώς λατρευτικό τραγούδι την ώρα της ζωοθυσίας. Τή στενή σύνδεση του άσματος μέ τόν Διόνυσο ύποδηλώνει και ενα />στρακο^ άπό τήν περίοδο της άκμής του έρυθρόμορφου ρυθμοΰ, πού θά μας χρειαστεί πιό κάτω άκόμη περισσότερο. 'Απεικονίζει εναν σιληνό νά παίζει λύρα, και άποπάνω εχει τήν επιγραφή ΔΙΘΤΡΑΜΦΟΣ. Αύτό τό διονυσιακό άσμα, πού 'ίσως κάποτε δη(Αίουργήθηκε άπό τις άπλες λατρευτικές επικλήσεις, διαπλάστηκε στα χέρια του 'Αρίωνα, παίρνοντας χαρακτηριστικά πού θά (χας άπασχολήσουν εκτενέστερα πιό κάτω. Γιά τήν ύπόλοιπη ιστορία τοΰ διθυράμβου, άντιμετωπίζουμε δύσκολα προβλήματα. 01 μουσικές μεταρρυθμίσεις τοΰ Αάσου τοΰ Έρμιονέα προώθησαν, στά χρόνια τοΰ 'Ιππάρχου, τήν εξέλιξη της καλλιτεχνικής του μορφής, και ή νεοσύστατη δημοκρατία πρόσθεσε, τό 509 ή 508 π.Χ., στό πρόγραμμα των Μεγάλο)ν Διονυσίων και τούς διθυραμβικούς άγώνες.^ ' Η έκτέλεσή τους άνηκε στούς λεγόμενους κυκλίους χορούς^ πού άποτελοΰνταν άπό πενήντα αγόρια ή άντρες και σχημ,άτιζαν, μέσα στήν ορχήστρα, εναν κύκλο γύρω άπό τό βωμό και τόν αύλητή. 01 'Αλεξανδρινοί γνώριζαν δύο βιβλία Διθυράμβων τοΰ Πινδάρου. Κατάλοιπα αύτών των ποιημάτων έχουν φτάσει ώς εμάς. Μερικά άπό αύτά έχουν τίτλους (άπ. 70b Sn.), πού όμως δέν μπορούν νά άναχθοΰν μέ βεβαιότητα στόν 'ίδιο τόν Πίνδαρο. Αύτά τά άντιστροφικά διαρθρωμένα ποιήματα πραγματεύονται διάφορα θέματα άπό ποικίλους μύθους θεών ή ήρώων, πάντα όμως ύποδηλίόνουν, ιδιαίτερα στήν άρχή τους, κάποια σχέση μέ τόν Διόνυσο. 'Ιδιαίτερο πρόβλημα μας δημιουργεί ή πληροφορία της Σούδας^ στό σχετικό λήμμα, ότι στά έργα τοΰ Πινδάρου συγκαταλέγονταν και δράματα τραγικά ιζ'. Τόν άριθμό μποροΰμε νά τόν έ1. Στόν Pickard-Cambridge, δ.π. 5, είκ. 1. 2. Πάριο Μάρμαρο, έπ. 46. Γιά τό πρόβλημα της χρονολόγησης βλ. τά Σχόλια τοΰ Jacoby, FGrHist II D 692" Pickard-Cambridge, δ.π. 15· l'^'itlivals 72.
49
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
ξηγήσουμε άπο τήν εσφαλμένη έπανάληψη του συνόλου των βιβλίων του Πινδάρου, πού μνημονεύτηκε λίγο πιο πάνω. 'Ωστόσο, αύτή ή προβληματική πληροφορία έχει συχνά συσχετιστεί μέ τούς Δίθυ2άμβονς. Επειδή δμως είναι άδύνατο νά ύποστηριχτεϊ οτι πρόκειται γιά άρχαϊο τίτλο συλλογής, ή έκφραση, πού επαναλαμβάνεται και γιά τον Σιμωνίδη (Σχ. Άριστοφ. Σψ. 1410, και Σούδα σχετικό λήμμα), πρέπει 'ίσως νά άποδοθεϊ στην κάπως έπιπόλαιη ορολογία των Βυζαντινών. Αύτο το εξετάζει à c πιθανότητα και ό Pickard-Cambridge (108), χωρίς όμως νά θέλει νά άποκλείσει τήν περίπτωση γνήσιων τραγωδιών για τον Σιμωνίδη. Βέβαια, σχετικά μέ τον Πίνδαρο, πρέπει νά άποδώσουμε άρκετή σύγχυση στο συγγραφέα του σχετικού άρθρου της Σούδας^ άφού οί Διθύραμβοι έ'χουν συμπεριληφθεί και προ;τ]γουμένως στά έργα του ποιητή, καί, έπομένως, τά 'ίδια ποιήματα άναφέρονται δύο φορές. Πάντως, έχοντας νά αντιμετωπίσουμε τά δύσκολα προβλήματα πού θέτουν ό τραγικός τρόπος του 'Αρίωνα καί οί τραγικοί χοροί της Σικυώνας, δεν θά έπρεπε νά κλείσουμε οριστικά τή συζήτηση γι' αύτή τήν περίεργη έκφραση της Σούδας. Στο έργο του Βακχυλίδη υπάρχουν εξι ποιήματα πού οί 'Αλεξανδρινοί τά χαρακτήρισαν «διθυράμβους». Πραγματεύονται διαφόρους μύθους, έχουν τίτλους καί εμφανίζουν μόνο περιθωριακή σχέση μέ τον Διόνυσο. Αύτή ή διείσδυση μή διονυσιακών θεμάτων σέ μιά διονυσιακή μορφή τέχνης, δπως έχει διαπιστωθεί ήδη καί γιά τον Πίνδαρο, είναι άξιοσημείωτη, άκριβώς επειδή ε'ίμαστε υποχρεωμένοι νά δεχτούμε παρόμοια στάδια καί στήν εξέλιξη της τραγωδίας. Ό διθύραμβος Θησενς (18) παρουσιάζει, χωρίς κανένα είδος προλογικής προετοιμασίας, τέσσερις στροφές ενός διαλόγου άνάμεσα στον Αιγέα καί σέ έναν άπροσδιόριστο συνομιλητή, πιθανότατα ενα χορό 'Αθηναίων πολιτών, μέ θέμα τήν άναμενόμενη άφιξη του Θησέα. Είναι εύνόητο οτι, μόλις έγινε γνωστό αύτό τό ποίημα (οΐ πάπυροι του Βακχυλίδη έφτασαν στο Βρετανικό Μουσείο τό 1896). μερικοί θέλησαν να τό άναγνωρίσουν ώς τον συνδετικό κρίκο άνάμεσα στό διθύραμβο καί τήν τραγωδία: οί πληροφορίες του 'Αριστοτέλη συνεπάγονται έναν διθυραμβικό χορό άπέναντι σέ έναν έξάρχοντα. Ό Ziegler (1909, 1961) ήταν άπόλυτα βέβαιος γι' αύτό, άλλά, συμφωνώντας μέ τον Kranz (32) καί τον Schmid (1, 534), πρέπει νά λάβουμ,ε ύπόψη οτι ό Θησενς
δΟ
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔ1ΑΣ
τοϋ Βακχυλίδη άνήκει στήν έποχή της άκμής της τραγωδίας καί, έπομένως, δέχτηκε έπιδράσεις άπο αύτήν. Φυσικά, σ' αύτο δεν άποκλείεταί. νά συντέλεσε καΙ κάποια διαλογική μορφή, πού άπο τήν άρχή χαρακτήριζε το διθύραμβο, μέ την άντιπαράθεση χοροΰ και έξάρχοντα. Στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. τοποθετείται ή ραγδαία άνάπτυξη του νεοαττικοϋ διθυράμβου, πού εξόρισε το διονυσιακό στοιχείο άπο τά σχήματα των κλασικών μορφών και μετέτρεψε το παλιό λατρευτικό τραγούδι άπό θρησκευτικό σέ κοσμικό.^ Ό 'Αριστοτέλης άναφέρει γιά τή γένεση της τραγωδίας και άλλη μιά ρίζα, πού θά μας άπασχολήσει τώρα, χωρίς νά διερευνήσουμε άμέσως τή σχέση της μέ τις προηγούμενες μαρτυρίες του. Στό σχετικό χωρίο της Ποιητικής οι δύο φράσεις: όιά τό εκ σατυρικού μεταβαλεΐν και όιά το σατυρικήν καΐ ορχηστικωτέραν rival τήν ποίησιν δηλώνουν άναμφίβολα δτι ο 'Αριστοτέλης θεωρούσε τό σατνρικόν ως προστάδιο στήν εξέλιξη της τραγωδίας — θεωρία πού επαναλαμβάνεται άπό τόν περιπατητικό Χαμαιλέοντα (άπ. 38 W.)· 'Εδώ κυρίως διαχωρίζονται τά μέτωπα. Ό Schmid (2, 26, 42) μιλά γιά μιαν άκαρπη και έξεζητημένη άπόπειρα νά εξηγηθεί ή προέλευση της τραγωδίας· ό Η. van Hoorn^ ύποστηρίζει δτι τό σατυρικό δράμα και ή τραγωδία γεννήθηκαν χωριστά και ένώθηκαν γύρω στό 501" εΐ'δαμε ήδη οτι ό Pickard-Gamhridge είναι άντίθετος μέ τόν 'Αριστοτέλη, ενώ ό Webster στήν άναθεώρηση τοΰ βιβλίου του παίρνει άκριβώς τήν άντίθετη θέση. Στά νεότερα χρόνια άπέρριψαν κατηγορηματικά τή θέση τοϋ 'Αριστοτέλη κυρίως ό Else, ό Patzer και 6 Burkert. 'Εννοείται δτι δσοι, δπως είπαμε πιό πάνω, είναι οπαδοί τοΰ φιλοσόφου τόν άκολουθοΰν και σ' αύτό τό σημείο. Θά μπορούσαμε επίσης νά προσθέσουμε τόν Lindsay και τόν Ρ. Guggisberg. Ωστόσο πιστεύω δτι μπορούμε νά ξεπεράσουμε τό στάδιο τών άπλών ύποθέσεων και νά επιβεβαιώσουμε τή μαρτυρία της Ποιητικής. Κανένας άπό τούς άντιπάλους τοΰ 'Αριστοτέλη δέν κατόρθωσε νά εξηγήσει τή στενή ειδολογική σχεστι τραγωδίας και σατυρικοΰ δράματος, ή όποια υποδηλώνει καΐ γενετική συγγέ1. Το ύλικο άπο τις πηγές παρατίθεται άπο τον Η. Schönewolf, Der jungattische Dithyrambos, Glessen 1938. 2. «Satyrspiele», Bulletin van de Vereenigung tot Bevordering der Kcnnis van de Antieke Beschaving. 's Gravenhage 17 (1942) 1.
51
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
νεια.^ Σε ολοφάνερη άντίθε(τη βρίσκεται, ή βαθιά διαφορά τραγωδίας καΐ κωμωδίας. Έ δ ώ διαπιστώνουμε εκείνο πού θά μπορούσαμε νά ονομάσουμε διάκριση ειδών. Στο τέλος του πλατωνικού ττοσ/ου, ό Σωκράτης καταβάλλει φοβερή προσπάθεια νά πείσει τον 'Αγάθωνα και τον 'Αριστοφάνη δτι ο τραγικός ποιητής θά επρεπε νά είναι ικανός νά γράφει και κωμωδίες. Τή γενική θεωρία της έτερονομίας τραγικού και κωμικού θεάτρου εχει εκφράσει ό Αεύκιππος (FiS" Α Q): τά Ι'δια γράμματα θά μπορούσαν νά σχηματίσουν τόσο διαφορετικά πράγματα οπως ή τραγωδία και ή κωμωδία. Ό R. C. Flickinger (202), πού έπιμένει μέ έμφαση στή διαχωριστική γραμμή, παραθέτει τά λόγια τού Dryden: «τις έμβάδες και τούς κοθόρνους δεν τά φορούσε ό 'ίδιος ποιητής».^ Μέ αύτήν τή διαπίστωση έ'ρχεται σε χαρακτηριστική άντίθεση τό γεγονος δτι σατυρικό δράμα και τραγωδία γράφονταν κατά κανόνα άπο τον ϊδιο ποιητή. Έ δ ώ σίγουρα πρόκειται για το 'ίδιο ποιητικά γένος. 'Αξίζει τουλάχιστον νά μνημονευτεί σέ αύτό τό σημείο μιά άγγειογραφία πού δείχνει σατύρους νά ξυττνούν τήν προσωποποιημένη τραγωδία.® Φυσικά, μέ τό σατνρικόν της Ποιητικής δεν πρέπει νά έ'χουμε στο νου μας τό εξελιγμένο σατυρικό δράμα, άλλα μιά μορφή χορικών παραστάσεων, μέ δραματικό περίβλημα, πού έκτελούνταν άπό σατύρους.^ 1. Αύτό το επιχείρημα το υποστήριξα μέ έμφαση στην 1η κιόλας έκδοση τοϋ βιβλίου μου Die griechische Tragödie, Στουτγάρδη 1938, 8. 2. Τά Σχ. Άριστοφ. Ειρήνη 835 καΐ ή Σούδα (λ. διθυρα/ιβοδιδάσκαλοή άποδίδουν στόν "Ιωνα άπό τή Χίο τή συγγραφή και κωμωδίας. Ό Α. ν. Blumenthal, Ion von Chios, Στουτγάρδη 1939, 3 καΐ 35, άμφισβητει μέ ισχυρά έπιχειρήματα αύτήν τή μαρτυρία γιά εναν ποιητή τοϋ 5ου αιώνα, αν και σκέφτεται πολύ τήν προέλευση τοΰ άπ. 118 άπό μια τραγωδία. Πληροφορίες γιά κάποιον ποιητή Τιμοκλή, πού υποτίθεται δτι καλλιέργησε και τά δύο εϊδη, πέφτουν στο κενό. Φυσικά, είναι άλλη ύπόθεση δταν ό Αριστοτέλης, Ποιητ. 4, 1448b 34, χαρακτηρίζει τον'Όμηρο πρόδρομο της τραγωδίας καΐ της κωμωδίας. Σχετικά μέ αύτό βλ. R. van Pottelbergh, «Î3ij een aristoteliaansche Aporie», AC 10 (1941) 83. 3. J. D. Beazley, Altic Red-figure Vase-painters, 'Οξφόρδη M963, 1258, 1· πρβ. 1055, 76· 1258, 2" και Η. Herter, RE 6 Α (1937)^ 1897. 4. Γιά τή φύση αύτών των συνθέσεων διατυπώνει διάφορες υποθέσεις ό Qu. Cataudella, aSatyrikon», Dioniso 39 (1965) 'i=Saggi sulla tragedia greca, Μεσσήνη 1969, 9" δπως ό 'Αριστοτέλης, τΙς θεωρεί προστάδια της τραγωδίας, άλλά προσπαθεί νά άποσπάσει άπό τή στενή σύνδεση μέ τούς σατύρους τό ((σατυρικόν» ώς στοιχείο scherzoso, salace, burlesco,
52
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Αποφασιστικά γιά τήν άπόρριψη αύτής της προβληματικής άποψης του 'Αριστοτέλη στάθηκαν δύο έπιχειρήματα: (α) ή άρχαία μαρτυρία δτι δημιουργός του σατυρικού δράματος εΐ^αι ό ΙΙρατίνας και (β) ή σκέψη οτι μέ τη διαδικασία πού υποδηλώνεται στο άποσεμνννεσθαί της Ποιητικής δεν είναι ποτέ δυνατό νά εϊχε γεννηθεί άπο ενα άξεστο κωμικό δρώμενο ή σοβαρή τραγωδία. Ό Πρατίνας εμφανίζεται στη Σούδα ως δημιουργος {ενρετής) τοΰ σατυρικοΰ δράματος* μέ αύτή τή'μαρτυρία συνδυάζονται δύο ελληνιστικά έπιγράμματα του Διοσκορίδη,^ Τό έ'να {Π.Α. 7, 37) παρουσιάζει ενα σάτυρο μέ πορφυρο ένδυμα νά κρότα τραγικό προσωπείο. "Οταν ό σάτυρος πληροφορεί οτι έ'τσι τον καλλώπισε ό Σοφοκλής, άντιλαμβανόμαστε τήν άναφορά του επιγράμματος στή θεωρία τής Περιπατητικής Σχολής γιά τήν προέλευση τής τραγωδίας άπό τό σατυρικό δράμα. "Οταν ομως αύτός ό σάτυρος τονίζει τήν καταγωγή του άπό τόν Φλιούντα, δπως άκριβώς Ινας άλλος {Π.Α. 7, 707) ονομάζει τόν ίδιο τόπο πατρίδα των άδερφών του, είναι βέβαιη ή άναφορά στον Πρατίνα και πιθανός ό ύπαινιγμός στή θεωρία πού τόν ήθελε δημιουργό τοϋ σατυρικοΰ δράματος. Φυσικά, δέν επιτρέπεται νά περιμένει κάνεις άπό τόν Διοσκορίδη πολύ μεγάλη συνέπεια σέ αύτά τά θέματα. Τέλος, σέ ëva ψευδοακρωνικό σχόλιο στόν 'Οράτιο {Ars ρο. 216) ύπάρχειή εικασία τοΰ Φαβρίκιου, πού άλλάζει τό Cratini σέ Pratinae στή θέση τοΰ δημιουργοΰ τοΰ σατυρικοΰ δράματος —διόρθωση πού δικαιολογημένα τή θεωρεί άναπόφευκτη ό Patzer (23, 5). Ol μαρτυρίες δέν είναι βέβαια ποΚλες· άρκοΰν πάντως γιά νά αποδείξουν τήν ύπαρξη μιας άρχαίας θεωρίας πού συγκρούεται μέ τήν εικόνα τής εξελικτικής πορείας δπως άπαντα στήν Ποιητική. 'Εδώ διακρίνονται δύο άρχαιες άπόψεις σχετικά μέ τή γένεση τής τραγωδίας, πού άλληλοαποκλείονται. Ό Μ. Pohlenz τις έ'χει χαρακτηρίσει και σταθμίσει πολύ σωστά σέ μιά έ'ρευνά του,^ πού τα πορίσματά της μόνο πρός ζημία τοΰ δλου θέματος θά κάτι πού δέν μπορούν νά τδ στηρίξουν χωρία μεταγενέστερων εποχών. 1. Πρβ. Μ. Gabathuler, Hellenistische Epigramme auf Dichter, St. Ciallen 1937, ιδιαίτερα σ. 85, δπου και ή καθόλου βάσιμη πολεμική στόν l'ohlenz· επίσης. Ziegler, 1925. 2. «Das Satyrspiel und Pratinas von Phleius», GGN 1926/3, 2 9 8 = Kl. Sehr. II 473· επίσης Griech. Tr. 2, 7. Ol «άντιαριστοτελικοί» άναπόφευκτα άπορρίπτουν τήν εικόνα πού περιγράφει ό Pohlenz.
53
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
άμφισβητοΰνταν. Ή μιά είναι, ή περιπατητική, όπως έκτίθεται στήν Ποιητική και όπως μπορεί, μέ βάση τήν έρμηνεία της παροιμίας ουδέν προς τον Αιόννσον (βλ. παρακάτω) πού δίνεται στον Φώτιο, στη Σούδα και στον Άποστόλιο (13, 42), να εξασφαλιστεί και γιά το εργο του Χαμαιλέοντα γιά τον Θέσπη (άπ. 38 W.). Είναι ή ι'δια θεωρία πού άπο τή χρονική προτεραιότητα του σατυρικού δράματος άντλησε τήν έρμηνεία της λέξης τραγωδία^ θεωρώντας την «άσμα τράγο^ν». Γιά τό σημείο αύτ.ο και γιά τή διεκδίκηση ορισμένων προσταδίων της τραγωδίας έκ μέρους των Πελοποννησίων θά μιλήσουμε πιο κάτω εκτενέστερα. Ή δεύτερη θεωρία εχει τις ρίζες της στήν άττική άντίδραση άπέναντι στις δωρικές διεκδικήσεις, οπως εκφράζεται καθαρά στον ψευδοπλατωνικο Μίνω 321a: ή δε τραγωδία εστί παλαιόν ενθάδε, ονχ ώς οϊονται από Θέσπιδος άρξαμένη ονδ' από Φρυνίχου, άλλ' ει εβέλεις εννοήσαι, πάνυ παλαιόν αυτό εύρήσεις ον τησδε της πόλεως εϋρημαΛ Μπορούμε νά υποθέσουμε δτι γι' αύτή τήν άποψη έπικαλούνταν έθιμα της υπαίθρου' τουλάχιστον κάτι τέτοιο έδειξαν ολοφάνερα οι 'Αλεξανδρινοί μέ το ενδιαφέρον τους γιά τό βουκολικο στοιχείο. 'Αποφασιστική ομως γιά τή θέση τους έναντίον τού 'Αριστοτέλη πρέπει νά ήταν ή άποψη πού θεωρούσε τον Πρατίνα άπο τον Φλιούντα δημιουργο τού σατυρικού δράματος. Όποτε, φυσικά, αύτο το είδος δεν άνηκε στήν άρχή άλλά στο τέλος της εξελικτικής πορείας, και έπομένως ή τραγωδία γεννήθηκε άπο έθιμα των χωριών της 'Αττικής, σάν έκεϊνα πού μαρτυρούνται γιά τήν 'Ικαρία* άρα, τραγωδία δεν μπορεί νά ήταν το τραγούδι των τράγων. Μέ αύτή τή βάση δόθηκε μιά εξελικτική εικόνα μέ διαφορετικές άλλά άρκετά συγγενείς παραλλαγές. Γιά μερικούς ή λέξη τραγωδία προέρχεται άπο λαϊκές γιορτές, δπου διεξάγονταν άγώνες χορού και τραγουδιού μέ έ'παθλο έναν τράγο. ^ Αύτή ή θεωρία συνοδευόταν άπο μιαν άλλη, πού ύποστήριζε ότι τέτοια λαϊκά έ'θιμα στάθηκαν κοινή ρίζα γιά το δράμα γενικά, δηλαδή και γιά τήν τραγωδία και γιά το σατυρικό δράμα και γιά τήν κωμωδία. Ό 'Ερατοσθένης μπορεί νά είχε ήδη παρουσιάσει αύτή τή θεωρία του στο έργο του Περι αρχαίας κωμωδίας^ άργότερα 1. (Έδώ ή τραγωδία είναι παλιά" δέν εχει, όπως νομίζουν, τήν άρχή της στον Θέσπη ούτε στον Φρύνιχο, άλλά, αν θέλεις νά το σταθμίσεις σωστά, θά βρεις δτι είναι μιά πολύ παλιά άνακάλυψη αύτης της πόλης.) 2. Οί μαρτυρίες στον Ziegler, 1924.
54
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
δμως νά την ανέπτυξε στο πλούσιο σέ αιτιολογικό ύλικο ποιητικό του έργο Ήριγόνη, άπό το όποιο εχουμε τό στίχο: Ίκαριοΐ, τόθι πρώτα περί τράγον ώρχήσαντοΛ Ό Κ. Meuli, πού μιλα συγκεκριμένα γιά μιά έρατοσθενική θεωρία, στο πρώτο παράρτημα της μελέτης του εχει συγκεντρώσει δλα τά χωρία οπού εμφανίζεται αύτη ή άποψη, κυρίως σέ σχέση μέ την τρνγωόία —δρο πού ύποτίθεται δτι χαρακτήριζε αύτά τά άρχέγονα δραματικά σπέρματα. "Ετσι, αύτη ή κωμική παρωδία, πού βασίζεται στή λέξη τρνξ (κατακάθι του κρασιού: Άριστοφ. Άχ. 499κκ.), κέρδισε άδικαιολόγητο σεβασμό. Ό Meuli εδειξε άκόμη, μέ άφετηρία ενα χωρίο του Βιργίλιου {Georg. 2, 380κκ.), πόση έπίδραση άσκησε στήν ποίηση των Ρωμαίων αύτή ή θεωρία γιά τό άρχέγονο δράμα των χωριών της 'Αττικής. Τήν έρμηνεία του ονόματος της τραγωδίας μέ βάση τον τράγο ως έ'παθλο τήν άναφέρει και τό Πάριο Μάρμαρο (έπ. 43),^ πού συντάχθηκε τό 264/3 π.Χ. Ό Cantarella® θέλησε νά άμφισβητήσει τή γνώμη του Pohlenz δτι αύτό τό μνημείο μπορεί νά έχει ήδη υπόψη του μιά έλληνιστική θεωρία. Κάτι τέτοιο δεν άντίκειται στόν λόγιο χαρακτήρα του χρονικού· εξάλλου, θα μπορούσαμε νά άναζητήσουμε τό προστάδιο της άλεξανδρινής θεωρίας στό πλαίσιο του άττικοΰ τοπικισμού. Τήν ύπόθεση του τράγου-έπάθλου μαρτυρούν, άκόμη,^ ένα επίγραμμα του Διοσκορίδη {Π.Α. 7, 410), ό Ζηνόβιος (5, 40) στό έρμήνευμά του για τήν παροιμία ovôèv προς τον Διόνυσον, καί, ιδιαίτερα επίλεκτος μάρτυρας, ό 'Οράτιος (Ars ρο. 220). Οί περισσότερες άπό αύτές τις πηγές —καί τό Πάριο Μάρμαρο καί ό Διοσκορίδης καί ό 'Οράτιος— θεωρούν δτι ό Θέσπης 1. 'Τγίνος, Astronomica 2, 4" Powell, Collect. Alex., άπ. 22, ό όποιος, με βάση τον Στέφανο Βυζάντιο, λ. 'Ικαρία, προτιμά τό ΊκαριοΙ τοϋ Hiller άπό τόν τονισμό Ίκάριοι (Maass). Γιά τον 'Ερατοσθένη βλ. F. Solmsen, TAPhA 73 (1942) 192=ΚΙ. Sehr. 1, 203. Γιά τήν Ήριγόνη, R. Merkell)ach. Miscellanea di studi Alessandrini in memoriam di Aug. Rostagni, Τορίνο 1963, 469. Γιά τήν «έρατοσθενική» θεωρία, Κ. Meuli, «Altröinischer Maskenbrauch», ΜΗ 12 (1955) 206. Κοντά σ' αύτή τή θεωρία βρίσκεται ό Adrados (βλ. βιβλιογραφικό πίνακα), δταν θεωρεί οτι ό κώμος είναι τό κοινό έδαφος άπ' δπου βλάστησαν τά δραματικά εϊδη. 2. F. Jacoby, FGrHist 2, 239 A 43. 3. I primordi... 53' Eschilo 200. 4. Μιά συλλογή των μαρτυριών προσφέρουν οί Ο. Crusius καί R. Herzog, Philologus 79 (1924) 401.
55
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
είναι, ό ποιητής πού πρώτος άγωνίστηκε γιά το έπαθλο του τράγου σέ εναν άρχέγονο δραματικό άγώνα. Ό Διοσκορίδης μάλιστα {Π.Α. 7> 411) συνδέει τον Θέσπη μέ τά χαριτωμένα παιχνίδια στις άγροτικές περιοχές της 'Αττικής· ό 'Οράτιος, στο χωρίο του πού μνημονεύτηκε λίγο πιο πάνω, δέν τον άναφέρει βέβαια ονομαστικά, ωστόσο στούς στ. 275κκ. τον παρουσιάζει ως «εύρετή» τής τραγωδίας, δημιουργώντας, άπο τά σκώμματα εκ των αμαξών στά άνοιξιάτικα πανηγύρια τής 'Αττικής, το περιλάλητο άρμα του Θέσπη. "Οταν μιλήσουμε γιά τά έπιτεύγματα του Θέσπη, θά δούμε δτι ή περιπατητική διδασκαλία τοποθετούσε τον ποιητή σέ ενα μεταγενέστερο στάδιο στήν εξελικτική πορεία τής τραγωδίας. 'Απο πολύ παλιά ό Ε. Tièche^ εχει αντιπαραθέσει στον «παλιάτσο άπο τήν Ικαρία» εναν Θέσπη πού, σύμφωνα μέ πηγές μιας άλλης κατηγορίας, χάρη στήν πολύ συγκεκριμένη συμβολή του, ταυτίζεται μέ τό θεμελιωτή τής τραγωδίας. Πολύ εύστοχα ό P a t zer (37) χαρακτήρισε τήν άλεξανδρινή θεωρία απαράδεχτο συνονθύλευμα άπο έτερόκλητα στοιχεία, πού μπορεί καθαυτά νά είναι ιστορικά, άλλά ό συνδυασμός τους παραμένει αύθαίρετη κατασκευή. 'Ωστόσο και οί δικοί μας δρόμοι χωρίζουν, γιατί άξιολογοϋμε διαφορετικά τήν περιπατητική θεωρία, όπως θά φανεϊ σέ λίγο. Παρ' δλες τις παραλλαγές, αύτή ή θεωρία παρουσιάζει στά κύρια σημεία της ένιαία εικόνα, άφοΰ τή δημιουργία του σατυρικού δράματος άπο τον Πρατίνα τήν τοποθετεί χρονικά μετά τή γένεση τής τραγωδίας· άκόμη και στον 'Οράτιο {Arsρο. 221), το σατυρικό δράμα θεωρείται ξεκάθαρα μεταγενέστερη μορφή. 'Ακολουθώντας τον Pohlenz, μπορούμε εύκολα, μέ βάση τήν άριστοτελική εικόνα τής εξέλιξης, νά άπαντήσουμε στο ερώτημα πώς δημιουργήθηκε ή παράδοση πού θέλει τον Πρατίνα «εύρετή» τού εΐ'δους. Ή τραγωδία δέν έξελίχτηκε μόνο άπο ενα στοιχείο σατυρικό, άλλά και εκτόπισε βαθμιαία αύτο τό στοιχείο άπο τήν ορχήστρα. Ή παροιμία ονόεν προς τον Αιόννσον, πού τή συναντήσαμε συχνά ως τώρα, μας έπιτρέπει νά άναγνωρίσουμε μιά εξελικτική πορεία πού πρέπει νά συσχετίζεται μέ άνάλογα στάδια. 'Αναπόφευκτα δημιουργήθηκε μιά άντιδραστική κίνηση, πού δέν ήθελε νά χάσει τό παλιό δράμα τών διονυσιακών εταίρων. Φορέας της ήταν κυρίως ό Πρατίνας άπό τόν Φλιούντα, ό μεγάλος άντίπαλος 1. Thespis, Λιψία 1933.
56
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
του Φρυνίχου, πού ήταν βαθύτατα επηρεασμένος άπο το ιωνικό στοιχείο. Ό Ε. Buschor και ό F. Brommer έχουν δείξει πώς περίπου άπο το 520 π.Χ. έμφανίζονται άγγειογραφίες πού δημιουργήθηκαν οπωσδήποτε μέ την έπίδραση της θεατρικής ορχήστρας. Κάτι τέτοιο εναρμονίζεται άπόλυτα μέ τήν άποψη πού προβάλλεται εδώ γιά μια άναγέννηση τών σατύρων μέ τή βοήθεια του Πρατίνα. Πολύ φυσικά σκέφτεται κάνεις δτι ό Πρατίνας διαμόρφωσε το είδος μέ τέτοιον τρόπο, ώστε νά προκαλέσει τήν εντύπωση δτι ό ϊδιος ήταν δ δημιουργός του. Έ δ ώ και πολλά χρόνια, στη συζήτηση αύτοΰ του θέματος έχουν άρχίσει νά παίζουν κάποιο ρόλο οί 16 στίχοι πού παραθέτει ό Άθήναιος (14, 617b) άπο ενα ύπόρχημα του Πρατίνα.^ Μέ συναρπαστικούς ρυθμούς ορμά στήν ορχήστρα ενας σατυρικός χορός, διεκδικεί γιά τον εαυτό του τό άποκλειστικό δικαίωμα νά τιμήσει τον Βρόμιο και τέλος χιμά πάνω στον αύλό, πού μέ τά τεχνάσματά του προσπαθεί νά καταπνίξει το παλιό ορθόδοξο άσμα. Αυτό το θαυμάσιο κομμάτι δημιουργεί πολλά έρωτηματικά. Ή άπόδοσή του σέ σατυρικό δράμα, δπως έ'χουν προτείνει πολλοί ερμηνευτές του,2 είναι πολύ πιθανή λύση. Φυσικά, πρέπει τότε νά λάβουμ,ε ύπόψη τήν άρκετά άόριστη χρήση της λέξης ύπόρχημα, πού χρησιμοποιεί δ Άθήναιος, άλλά αύτό δέν δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες.® Ή Α. Μ. Dale τό θεώρησε κομμάτι άσχετο μέ σατυρικό δράμα,^ ενώ ό Webster^ επανήλθε στήν υπόθεση του Wilamowitz δτι πρόκειται γιά διθύραμβο. "Αλλο ενα δύσκολο πρόβλημα άφορα τον άντίπαλο του ορμητικού χορού τών σατύρων. Βέβαιο είναι δτι οί 'ίδιοι θεωρούν τό δι1. Anthologia Lyrica 2, 5,154 D.· Poetae Mel. Gr., άπ. 708, σ. 367 Ρ TrGF τ. I, 4, 3 Snell. Βιβλιογραφία στον Ziegler, 1936. Ε. Roos, Die tra frische Orchestik im Zerrbild der attischen Komödie, Lund 1951, 209, c καΐ 232, 1" F. Stoessl, RE 2 2 / 2 (1954) 1722. 2. 'Ανάμεσα σε άλλους M. Pohlenz, GGN 1926, 317· Griech. Tr. 1 36· K. Ziegler, 1936· C. del Grande, Note ßologiche, Νεάπολη 1942, 39 Ε. Diehl στψΑηίΗοΙ. Lyr.· Ε. Roos, δ.π. 232· Patzer, 130, 2 («όπωσδή ποτε άπόσπασμα άπο σατυρικό δράμα»)· Ν. Χ. Χουρμουζιάδης, Σατυρικά 'Αθήνα 1974, 18κκ. 3. Πρβ. Α. Ε. Harvey, «The Classification of Greek Lyric Poetry» CQ 5 (1955) 157· Pickard-Cambridge, Festivals 256. 4. «Stasimon and Hyporcheme», Eranos 48 (1950) li=Coll. Pap 34, και ((Words, Music and Dance», Coll. Pap. 156. 5. Στήν έπανέκδοση τοϋ βιβλίου του Pickard-Cambridge, δ.π. 20.
57
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
κό τους τραγούδι., σέ άντίθεση μέ τον άξιοκαταφρόνητο αύλό, άληθινή υπηρεσία στον Διόνυσο. Αύτο σημαίνει οτι ό χορός στρέφεται έναντίον του δικοΰ του αύλητή ή έναντίον ένός άλλου χοροϋ, πού όρχεϊται ύπο τούς έντονους ήχους ένός αύλοΰ; Το πρώτο είναι πιθανό, αν θεωρήσουμε, συμφωνώντας μέ την Dale (ό'.π.) και τον Patzer (130, 2), οτι ή λέξη χορεύματα (στ. 1) άναφέρεται στον ήχο του αύλοΰ* αύτο δμως δεν άποδεικνύεται, άν και φαίνεται πιθανό άπό τη χρήση του ρήματος χορεύει (στ. 7) γιά τον αύλό. 'Από την άλλη πλευρά, ό χορός, στόν τελικό του στίχο: ridge, Festivals 200, αντίθετα μέ τή συμφωνία πού έκφράζεται στήν πρώτη έκδοση, σ. 213' άρνητικός είναι και ό Dingel, 26.
75
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
κτήριζαν μέ αύτο το παρανόμι, εναν άκαταστάλαχτο πολιτι,κό, όπως ό Θηραμένης.^ Τό γνωστό γκροτέσκο παρισινό άγαλμάτιο άπό ελεφαντόδοντο (Bieber, History^ είκ. 799' Pickard-Cambridge, Festivals^ είκ. 63) πρέπει να άποκλειστεΐ άπό τά παραδείγματα κλασικής τραγικής ενδυμασίας. Αύτη την άναγνωρίζουμε καλύτερα στο θαυμάσιο άγγεΐο μέ παραστάσεις σατύρων άπό τη Νεάπολη (βλ. σ. 68). Έ κ ε ι έμφανίζεται και ό κόθορνος σάν Ινα μαλακό ύπόδημα χωρίς διογκωμένη σόλα. Επομένως, είναι εξαιρετικά άμφίβολο αν ήδη ό Αισχύλος, όπως θέλει ό Βίος (14), αύξησε τό ύψος των ύποκριτών μέ τή σόλα των κοθόρνων. Φυσικά, τό προσωπείο άνήκει στην περιοχή τής υποδομής του δράματος και άρχικά δέν ήταν διονυσιακό στοιχείο* πιθανότατα δμως προσαρτήθηκε και αύτό νωρίς, όπως οί σάτυροι, στις εκδηλώσεις αύτοΰ του θεοΰ, πού ήταν ό κατεξοχήν θεός του προσωπείου. Ή σύνδεση διονυσιακής λατρείας και τραγωδίας διαπιστώνεται καΐ στή θερμή υποστήριξη πού γνώρισαν καΐ οί δύο μέ τά πολιτιστικά και θρησκευτικά μέτρα τώνΈλλήνων τυράννων. Σημαντικότερη δμως άπό όλες αύτές τις εξωτερικές σχέσεις είναι ή παρατήρηση δτι στήν έκσταση τής διονυσιακής λατρείας βασίζεται τό μυστηριακό γεγονός τής μεταμόρφωσης, πού άποτελεΐ τή θεμελιακή προϋπόθεση γιά τή γένεση του δράματος. Έ δ ώ βρίσκει τή συνέχεια και τήν τελείωσή της ή «κατάληψη» του πρωτόγονου «ύποκριτή», πού ταυτίζεται μέ τό δαίμονα.^ Ώραϊα εκφράζεται ή σύνδεση του τραγικού δράματος μέ τόν Διόνυσο στις άγγειογραφίες δπου ή τραγωδία, προσωποποιημένη, έμφανίζεται νά μετέχει στό θίασο του θεοΰ.® Σέ άξιοσημείωτη άντίθεση μέ δσα έχουν ειπωθεί βρίσκεται δ ελάχιστα ή καθόλου διονυσιακός χαρακτήρας των έργων τής τρα1. Ξενοφών, 'Ελληνικά 2, 3, 31 καΐ 47' Πλούταρχος, Νικίας 2" ενμεταβολώτερος κοθόρνου: Ζηνόβι,ος 3, 93. Για τή σκευή των ύποκριτών βλ. Bieber, History 24· Pickard-Cambridge, Festivals 197 και 204 γιά τούς κοθόρνους, δπου και ή σχετική βιβλιογραφία. 2. 'Αξιανάγνωστα είναι άκόμη τά δσα γράφει γιά τή διονυσιακή μεταμόρφωση ή J. Harrison, Prolegomena to the Study of Greek Religion, 2η εκδ. 1908, 568. Γιά τό επίπεδο τής πραγματικότητας στο τραγικό θέατρο βλ. Br. Snell, aMythos und Wirklichkeit in der griechischen Tragödie», Antike 20 (1944) 115=Z)ie Entdeckung des Geistes, Γοττίγγη ^1975, 95κκ. [έλλην. μετ. Δαν. I. 'Ιακώβ, "Η άνακάλνψη τοΰ πνεύματος', 'Αθήνα 1981]. 3. Μαρτυρίες στόν Η. Herter, RE ^ Κ (1937) 1897.
76
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
γωδίας. Το γεγονος αύτό εχει άποτυπωθεο στήν παροί,μιακή φράση ονόεν προς τον Αιόννσον.^ Οί άρχαϊοί. σχολιαστές τήν άποδίδουν σέ διάφορα στάδια της ιστορίας του ε'ίδους: στη μετάβαση άπό το διθύραμβο στήν τραγωδία μέ τον Έπιγένη τον Σικυώνιο, στον Θέσπη, στον Φρύνιχο και στον Αισχύλο. Έ δ ώ δεν μπορούμε νά άποφασίσουμε· 'έχουμε όμως τη βεβαιότητα δτι ή άντίθεση άνάμεσα στη διονυσιακή γιορτή και στο άπροσδιόνυσο ύλικο άρχισε νά γίνεται νωρίς αισθητή και νά έκφράζεται. Πολύ συχνά, για νά άποδειχτεϊ ενας άρχικά διονυσιακός κύκλος, έχουν μνημονευτεί τά διονυσιακά δράματα μέ τό μύθο της γέννησης του θεοΰ και της πάλης του.μέ τον Λυκούργο και τον Πενθέα. 'Αλλά ό νηφά,λιος ύπολογισμός του Ziegler (1931) έ'δειξε δτι αύτά τά δράματα άποτελοΰν ελάχιστο ποσοστο πλάι στήν πληθώρα των άλλων, και δτι γιά τήν παλαιότερη περίοδο, παρ' δλες τις σχετικές έ'ρευνες,^ είναι αδύνατο νά γίνει λόγος γιά ούσιαστικότερη έκπροσώπηση διονυσιακών θεμάτων. Περιεχόμενο της τραγωδίας, δσο μπορούμε να άνιχνεύσουμε, είναι ο ήρωικός μύθος. Αύτος πρέπει νά εισχώρησε πολύ νωρίς στο διονυσιακό δράμα. Φαίνεται δτι εΐ'μαστε σέ θέση νά συλλάβουμε ενα 'ίχνος άπό αύτό τό τόσο σημαντικό στάδιο της έξέλιξης του εΐ'δους. Ό 'Ηρόδοτος (5, 67) άναφέρει, σχετικά μέ τή Σικυώνα, διάφορες λατρευτικές μεταρρυθμίσεις τοΰ Κλεισθένη (παππού άπό μητέρα του όμώνυμου 'Αθηναίου πολιτικού), ό όποιος κυβέρνησε στό πρώτο τρίτο τοΰ 6ου αιώνα. Στήν άγορα της Σικυώνας ό Άργεΐος ήρωας "Αδραστος είχε ενα ηρώο, πού θέλησε νά τό άπομακρύνει ό Κλεισθένης τόν καιρό της διαμάχης του μέ τό "Αργός. Ε π ε ι δ ή τό μαντείο τών Δελφών δέν επέτρεψε να γίνει αύτό άπότομα, ό Κλεισθένης μεταφύτεψε άπό τή Θήβα στή Σικυώνα τή λατρεία τοΰ Μελανίππου, θανάσιμου εχθρού τοΰ 'Αδράστου, Προσφορές και γιορταστικές έκδηλώσεις γίνονταν πρός τιμήν τοΰ νέου ήρωα, και σημειώθηκε μία άκόμη άλλαγή: τά τε δή αλλα οί Σικνώνιοι ετίμων τόν "Αδρηστον και δη προς τά πάθεα αύτοϋ τραγικοΐσι χοροίσι εγεραιρον, τόν μεν 1. Σούδα και Φώτιος στο σχετικό λήμμα" Πλούταρχος, Συμποσιακά προβλήματα 1, 1, 5, 615a· Ψευδο-ΓΓλούταρχος, Παροιμ. 'Αλεξανδρ. 30' 'Λποστόλιος 13, 42" Ζηνόβιος 5, 40. Σχετικά βλ. Pohlenz, GGN 1926, 299 κι. Sehr. 2, 474· Ziegler, 1933· Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 124. 2. Λόγου χάρη Κ. Deichgräber, NGG 1 (1938/9) 244· Murray, Aeschylus 14-5.
77
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Διόννσον ον τιμώντες, τον δέ 'Άδρηστον. Κλεισθένης δε χορονς μεν τω Διονύσω άπέδωκε, την δε αλλην θνσίην ΜελανίππωΛ Έ δ ώ μπορούμε πρώτα πρώτα νά συμπεράνουμε μέ βεβαιότητα δτι στή Σικυώνα ύπήρχαν άπό πολύ παλί,ά γιορτές, δπου μέ χορούς έψαλλαν καΐ θρηνούσαν τά πάθη του 'Αδράστου. Το περιεχόμενο αύτών των άσμάτων μπορούμε νά το υποθέσουμε ως ένα σημείο, μέ βάση τά οσα γνωρίζουμε άπό τήν επική ποίηση γιά την εκστρατεία των Έ π τ ά εναντίον της Θήβας. Τέτοια θρηνητικά τραγούδια μας εΐναι γνωστά γιά τον 'Αχιλλέα στήν "Ηλιδα, στον Κρότωνα και στο Ροίτειο, γιά τά παιδιά της Μήδειας στήν Κόρινθο, γιά τήν 'Ινώ στή Θήβα και γιά τον 'Ιππόλυτο στήν Τροιζήνα.^ Αύτο τό μέρος της ήρωικής γιορτής στή Σικυώνα μ-εταφέρθηκε κατόπιν στή λατρεία του Διονύσου. Δέν αποκλείεται νά έ'παιξε κάποιο ρόλο στή μεταρρύθμιση και 6 τοπικισμός· τό βέβαιο πάντο^ς είναι δτι αύτή ή αλλαγή εναρμονίζεται μέ τή θρησκευτική πολιτική τών τυράννων, οι όποιοι υποστήριξαν θερμά τον μεγάλο λαϊκό θεό της ελληνικής ύπαίθρου. Ή διαμόρφωση του διθυράμβου άπό τον 'Αρίωνα άνήκει στήν Κόρινθο του Περιάνδρου, ενώ στήν 'Αθήνα ή τραγωδία βρήκε τή θέση της στά Μεγάλα Διονύσια του Πεισιστράτου. Εΐναι άλήθεια οτι ό 'Ηρόδοτος δέν μας δίνει καμιά πληροφορία γιά τό περιεχόμενο τών τραγικών χορών πού πέρασαν στή λατρεία του Διονύσου, άλλά τό κείμενό του μας επιτρέπει νά υποθέσουμε οχι οτι άντι γιά τον "Αδραστο τά άσματα τιμούσαν τον Διόνυσο, άλλά μάλλον δτι οί παλαιοί ηρωικοί μύθοι εξακολούθησαν νά άποτελουν μέρος της διονυσιακής γιορτής.^ Αίγο πιο πάνω μιλήσαμε γιά τήν πιθο^νότητα ό διονυσιακός διθύραμβος, πού διαμορφώθηκε σέ έντεχνο είδος ά1. (Γενικά οί Σικυωνιοι τιμούσαν τον "Αδραστο" Ιδιαίτερα δμως γιόρταζαν τά πάθη του μέ τραγικούς χορούς, τιμώντας ετσι οχι τον Διόνυσο άλλά τόν "Αδραστο. Ό Κλεισθένης δμως μετέφερε τούς χορούς στον Διόνυσο, και τις υπόλοιπες εκδηλώσεις προσφοράς στον Μελάνιππο.) 2. Μαρτυρίες στον Peretti, 281- Pickard-Cambridge, ο.π. 105· Μ. Ρ. Niisson, Gesch. d. gr. Religion 1, 2η εκδ., 187. 3. Γι' αύτο τό σημαντικό θέμα υπάρχει ομοφωνία άνάμεσα στον Schmid 1, 632, τον Ziegler, 1914, και τον Pickard-Cambridge, δ.π. 104. "Οτι το ρ. άπέδωκε στο χωρίο τοΰ Ηροδότου δέν σημαίνει «έ'δωσε πίσω)) άλλά δτι οί τραγικοί χοροί ξαναβρηκαν τή θέση πού, κατά τήν άντίληψη τοΰ 'Ηροδότου, τούς άνηκε, τονίστηκε πολλές φορές· βλ. Α. ν. Blumenttial, Gnomon 19 (1943) 28, 1. Για το ϊδιο θέμα έπίσης, Α. Gitti, «Clistene di Sicione β le sue riforme)), RAL 1926, 539.
78
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Tzh τον 'Αρίωνα, νά είχε γίά περιεχόμενο μύθους άπο τον ηρωικό κόσμο.^ Τώρα έπισημαίνουμε στίς ειδήσεις του 'Ηροδότου γιά τή Σικυώνα άλλο ενα σημείο δπου τά παλαιά ήρωικά άσματα εισάγονται σέ διονυσιακές τελετές, και σκεφτόμαστε δτι ετσι κατανοούμε την παροιμιακή φράση ονδεν προς τον Δίόννσον στήν ιστορική της διάσταση. ""Αν οι πληροφορίες γιά τον 'Αρίωνα στήν Κόρινθο και οί μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη στή Σικυώνα έχουν πράγματι τή σημασία πού τούς άποδίδουμε, τότε εχει ξεκαθαριστεί ο δρόμος άπό δπου 6 ήρωικός μύθος έ'φτασε νά γίνει τό άποκλειστικο θέμα της τραγωδίας, ή οποία διαμορφώθηκε στον διονυσιακό χώρο. Μέσα στον ήρωικό μύθο είχε άναπτυχθεϊ ένα ύλικο ύψιστης άξίας καΐ πολλαπλών δυνατοτήτο^ν γιά τήν τραγωδία. Οί ήρωές του ήταν ζο:)ντανοι στήν καρδιά του λαοΰ, καί, επομένως, ή άμεση συμμετοχή του κοινού βέβαιη.^ 'Εξίσου σημαντικό ήταν και τό γεγονός δτι, ενώ αύτό τό ύλικό, σέ σχέση καί μέ τούς ποιητές και μέ τό κοινό, διατηρούσε τήν αναγκαία γιά τά θέματα της μεγάλης τέχνης άπόσταση, τά συστατικά του είχαν τό βάρος ιστορικών δεδομένων. 'Εκείνο πού είπε ό Schiller γιά τήν άντικειμενική άκρίβεια ένός τέτοιου υλικού, πού αντιστέκεται στήν αύθαιρεσία, και ό Grillparzer γιά τή συνοχή και τήν πυκνότητα της πραγματικότητας στά γεγονότα και τά πρόσωπα τών ιστορικών ϋργων, άληθεύει άπόλυτα γιά τόν ελληνικό μύθο. Ό άρχαΐος τραγικός, δταν δουλεύει τόν ελληνικό μύθο, ενώ είναι δεσμευμένος άπέναντι στήν έγκυρη παράδοση, διαθέτει εύρύ περιθώριο γιά προσωπική δημιουργία και έρμηνεία.® Ή μαρτυρία του 'Ηροδότου μας προσφέρει άλλο ενα σημαντικότατο γιά τήν τραγωδία στοιχείο. Αύτά πού τραγουδούσαν οί χοροί της Σικυώνας γιά τόν "Αδραστο πρέπει νά ήταν κυρίως νεκρικοί θρήνοι. Σύμφωνα μέ τή φύση της ήρωικής λατρείας, ό θρή1. Γιά τΙς σχέσεις άνά(χεσα στούς ήρωικούς μύθους καΐ στο διθύραμβο [•iX. επίσης Patzer, 94 καΐ 121. 2. Γιά το ρόλο του μύθου: Α. Μ. G. Little, Myth and Society in Attic Drama, Νέα 'Τόρκη 1942' Α. Lesky, «Der Mythos im Verständnis der Antike», Gymnasium 73 (1966) 2T=Gesammelte Schriften 422. 3. Για το ιστορικό δράμα σημαντική ή εργασία του Β. ν. Wiese στο Deutsche Vierteljahrsschrift 20 (1942) 412, ίδ. 423. Γιά τή σημασία του μύθου στήν τραγωδία βλ. και Κ. Kommereil, 131· C. del Grande, Τραγωδία 59.
79
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
νος πρέπει, νά διεκδικούσε, όπως και οι ηρωικοί μύθοι, τή θέση του στή γένεση της τραγωδίας. Δέν είναι βέβαια απαραίτητο νά παραγάγουμε την τραγωδία άποκλειστικά άπο τή λατρεία των ηρώων, άκολουθώντας τον W. Ridgeway,^ άλλά δέν μπορεί και νά παραβλέψουμε τή μεγάλη σημασία του θρηνωδικοΰ στοιχείου στά σωζόμενα έ'ργα. Ό Α. Peretti (σέ διάφορα σημεία του βιβλίου του* βλ. τον πίνακά του) έ'χει άξιοποιήσει σωστά το ύλικό, τονίζοντας δτι δράματα δπως ή Μιλήτου αλωσις xcà οί Φοίνισσες του Φρυνίχου μας επιτρέπουν νά υποθέσουμε εκτεταμένη παρουσία του θρήνου, άκόμη και σέ ιστορικά θέματα. Είναι θεμιτή ή ύπόθεση δτι στίς μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, για τις όποιες μιλά ό 'Ηρόδοτος, ό Έπιγένης ό Σικυώνιος έπαιξε ρόλο δμοιο μέ του 'Αρίωνα στήν αύλή του Περιάνδρου. Ή Σούδα (λ. Θέσπις' πρβ. και λ. ούδεν προς τον Διόννσον) ονομάζει τον Έπιγένη άνταγωνιστή του Θέσπη και πρώτο τραγικό. Πίσω άπό το ονομα μπορεί νά κρύβεται κάποια ιστορική άλήθεια, αν και ό χρονικός προσδιορισμός πρέπει νά ήταν τόσο άόριστος, ώστε σύμφωνα μέ τή μιά μαρτυρία δ Θέσπης κατατάσσεται 16ος, ενώ σύμφωνα μέ τήν άλλη 2ος μετά τον Έπιγένη. 'Απομένει μιά ερώτηση, γιά τήν οποία δύσκολα μπορούμε νά έξασφαλίσουμε βέβαιη άπάντηση. Πρέπει νά εννοήσουμε τους τραγικούς χορούς του 'Ηροδότου ώς «τραγικούς» σύμφωνα μέ τήν έννοια της τραγωδίας δπως είχε διαμορφωθεί στά χρόνια του ιστορικού, ή ώς «χορούς τράγων»; Τό 'ίδιο έρώτημα ισχύει και γιά τον τραγικόν τρόπον του 'Αρίωνα {Σούδα) και γιά τό τραγωδίας πρώτον δραμα^ κατά τή μαρτυρία του Σόλωνα, πού σώζεται στον 'Ιωάννη τον Διάκονο. 'Η γλωσσική μορφή δέν επιτρέπει ρητή άπάντηση. Ό Patzer τονίζει δτι ή κλασική ελληνική γλώσσα στή λέξη τραγικός άναγνώριζε μόνο τή βασική σημασία, πού συνδέει τό έπίθετο μέ τήν τραγωδία. Οι μαρτυρίες δμως δέν είναι επαρκείς, και μεταγενέστερα χωρία ώς τήν τραγική δνσωδία του Αόγ1. The Origin of Tragedy, Cambridge 1910. Ό νεκρικός θρήνος εχει μεγάλη σημασία στή γενετική θεωρία του Μ. Ρ. Nüssen, «Der Ursprung der Tragödie», NJA 27 (1911) 609, 673. Γιά τή σύνδεση του ήρωικοΰ μύθου μέ τό διθύραμβο, άνέλαβε μια σημαντική προσπάθεια ό W. Schmid, ((Zur Geschichte des griechischen Dithyrambos», Programm Tübingen 1901. Γιά τήν επιβίωση λατρευτικών μορφών στήν τραγωδία βλ. R. Hölzle, Zum Aufbau der lyrischen Partien des Aischylos (διατρ.), Freiburg/Br. 1934.
80
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
γου (4, 17, 2)^ δείχνουν ότι ό τράγος μπορούσε πάντα νά λανθάνει μέσα στη λέξη. Ε π ί σ η ς δεν μπορεί νά άποκλειστεϊ ή δυνατότητα πού εξετάζει ό Τ. Β. L. Webster (Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 103), ότι δηλαδή ό 'Ηρόδοτος δανείστηκε τη λέξη άπό παλαιότερη πηγή, δπου ειχε άκόμη σημασία σχετική μέ τον τράγο. Είναι άρκετά δελεαστικό τό νά άναζητήσουμε κάποιον ύπαινιγμο για τράγους μέσα στή λέξη, επειδή ετσι θά βρισκόταν μιά γέφυρα και προς τούς σατύρους, πού αποτελούσαν τούς χορούς τοϋ Αρίωνα, και προς τήν έρμηνεία της λέξης τραγωδία, όπως ύποστηρίζεται έδώ. 'Ωστόσο, ενα επιχείρημα πού προτείνει μέ πολλή έμφαση ό Patzer (59κ.) συνηγορεί περισσότερο γιά τήν άλλη άποψη. Ό 'Ηρόδοτος εΐναι σύγχρονος της κλασικής τραγωδίας· επομένως, είναι εντελώς φυσικό νά άναζητήσουμε στή χρήση της λέξης μιά έννοια πού ό ιστορικός τή δανείστηκε άπό έκεϊ. Θά ήταν δμως λάθος νά θελήσουμε νά άποσιωπήσουμε άπό τή συζήτηση τό πρόβλημα πού εξετάστηκε πιο πάνω, σάν νά είναι λυμένο.^ Έ δ ώ πρέπει νά διατυπώσουμε τό έρώτημα: σέ ποιο σημείο της εξελικτικής πορείας, όπως περιγράφηκε, πρέπει νά παρεμβληθεί τό στάδιο πού προσδιορίζει δ 'Αριστοτέλης μέ τις λέξεις: εκ μικρών μύθων και λέξεως γελοίας διά τό εκ σατυρικού μεταβαλείν οψε άπεσεμνννθη. Δέν επιτρέπεται να παραμερίσουμε αύτή τήν πληροφορία, όπως κάνει λ.χ. ό Peretti (77, 103, 253), συσχετίζοντάς την μέ τον πρωτογονισμό πού είχε ή άρχαϊκή τραγωδία σέ σύγκριση μέ τήν κλασική. Ό 'Αριστοτέλης εχει υπόψη του ένα στάδιο πού όδήγησε άπό τό άξεστο και κάπως κωμικό στο σοβαρό και σεμνό. Ό Ziegler (1939) θέλησε νά τό άντιμετωπίσει σαν 1. Μέ αύτή τή μαρτυρία βρισκόμαστε χρονικά πολύ πιο πέρα άπο τον ΙΙλούταρχο (Πνρρος 11), πού άναφέρει ό Pickard-Cambridge,-ό'.π. 102. 2. Τή συνηθισμένη σημασία «τραγικός» υποστηρίζουν οί Schmid, 1, Μ)7, 8 και 631· 2, 46, 7" Pickard-Gambridge, ο.π., 1η εκδ., 138 (διαφορετικά ό Webster στή 2η εκδ., 103)· Blumenthal, Sophokles II 22· Peirlli, 281· Eickel, 76, και RhM 91 (1942) 130" Patzer, 59. Μέ χορούς τράγων συνδέουν τά χωρίιχ οί Wilamowitz, Einleitung in die griechische 'l'rngödie, Βερολίνο 1910, 84, και Kleine Schriften 1, 376" Kaiinka, 39" l'ohlenz, GGiV 1926, 301, i=Kl. Sehr. 2, 476, 1, και Griechische Tragödie 2, 9" Howald, 30· Brommer, Satyroi 35 καΐ 59" Untersteiner, 85. '() Flickinger, 11 και 15, θέλησε νά συσχετίσει τούς τραγικούς χορούς, όπως οί 'Αλεξανδρινοί τήν τραγωδίαν, μέ το «βραβείο τοϋ τράγου», πού καθιερώθηκε στή Σικυώνα, δταν οί χοροί μεταφέρθηκαν στον Διόνυσο.
81
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
ενα μέρος άπο τή γενικότερη ττνευματική και καλλιτεχνική άνάπτυξη στη μετάβαση άπό τον 6ο στον 5ο αΐώνα. Στη σκέψη του αύτη ύπάρχει σίγουρα κάτι πολύ ούσιαστικό. Άφοϋ όμως δίνεται τόσο μεγάλη σημασία στις σχετικές εκδηλώσεις της Κορίνθου και της Σικυώνας, όπως άκριβώς συμβαίνει και σ' αύτό το βιβλίο, θά έπρεπε νά υποθέσουμε οτι έκεϊ, και κυρίως στή Σικυώνα, είχε ήδη δοθεί σοβαρός χαρακτήρας στους χορούς. 'Οπωσδήποτε, ή συνένωση του διονυσιακού, δπου ενυπήρχαν σύμφυτα τό κωμικό και τό σατυρικό στοιχείο, μέ τό άσμα και τήν ορχηση, δπως χρησιμοποιούνταν στή λατρεία των ηρώων, ήταν άποφασιστική γιά τή φάση πού ύπαινίσσεται 6 'Αριστοτέλης. Ή περιγραφή μας άναγνωρίζει στους Δωριείς κάποια δικαιώματα στήν τραγωδία· στά λόγια του Θεμίστιου {Or. 27, 406): και τραγωδίας ενρεταΙ μεν Σικνώνιοι, τελεσιονργοί όε 'Αττικοί ποιηταί, υπάρχει κάτι σωστό καί, σε τελευταία άνάλυση, άριστοτελικό. 'Ωστόσο, κατά τήν άντίληψή μας, στά πελοποννησιακά έξελικτικά στάδια πρόκειται πάντα γιά χορικές παραστάσεις καί μόνο. Ή τολμηρή σκέψη του Ε. Eickel,^ ό όποιος, μέ βάση τΙς μαρτυρίες γιά τόν 'Αρίωνα, θέλησε νά άναγνωρίσει στά ήρωικά λατρευτικά δρώμενα ένα πρώιμο δωρικό δράμα σε άπαγγελτικούς στίχους και μέ εναν άριθμό ήθοποιών, δέν έχει καμία βάση. Ούτε μπορεί νά βοηθήσει καθόλου τό α στούς τριμέτρους της άττικής τραγωδίας. Ό G. Björck, στό έξαΐ(νετικά σημαντικό γιά τό πρόβλημά μας βιβλίο του, όπου συζητεί καί τις παλαιότερες θεωρίες, έρμηνεύει πολύ πειστικά ως δάνεια τούς τύπους μέ ((alpha impurum» στά διαλογικά μέρη της άττικής τραγωδίας. "Εχουν διαφορετική προέλευση άπό δ,τι οί άντίστοιχοι τύποι της γλώσσας των χορικών, οπού, κατά τήν εύστοχη διατύπωση του Björck, τό δωρικό στοιχείο έχει επικαθίσει στό άττικό γλωσσικό στρώμα, σάν διάφανος πέπλος. Κοινή καί στά δύο εϊναι κάποια υφολογική τάση πρός τό δωρικό, έπομένως ενα μορφολογικό στοιχείο πού ένυπάρχει στή φύ(7η της ειδικής γραμματειακής γλώσσας. "Ετσι, ξεκινώντας άπό αύτή τήν περιοχή είναι άδύνατο νά κερδίσουμε ένα δωρικό προστάδιο του τραγικού διαλόγου. Θά άποτελοϋσε παρεξήγηοτη τό συμπέρασμα δτι ή εικόνα πού άνασυνθέσαμε πιό πάνω βασίζεται σε κάποιο άποδεικτικό ύλικό 1. ((Geistererscheinungen bei Aischylos», B h M 91 (1942) 123.
82
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
άπαλλαγμένο άπο κάθε συζήτηση. 'Απεναντίας, έχω πλήρη έπίγν(οση της έλλειπτικότητας των πηγών μας καΐ του ύποθετικοΰ χαρακτήρα των επιμέρους σταδίων, μολονότι πιστεύω δτι ή δυνατότητα πού εκτίθεται εδώ, άνάμεσα στις άλλες πού έχουν προταθεί, μπορεί νά διεκδικήσει τή μεγαλύτερη πιθανότητα. 'Αναγνωρίζοντας, πάντως, τά δρια του εφικτού, αισθάνομαι την άνάγ)cη νά άναφερθώ σέ τρεις διαφορετικές ερευνητικές προσπάθειες των τελευταίων χρόνων, οί όποιες ερμηνεύουν την καταγωγή της τραγωδίας μέ πολύ διαφορετικό τρόπο. Μπορούμε νά παραλείψουμε πολλά άπό τά επιμέρους επιχειρήματα, επειδή συνάγονται «πό τις άπόψεις πού έ'χουν διατυπωθεί πιο πάνω. Ά π ό μεθοδολογική άποψη, ή θεωρία του Patzer διαφέρει άπό τή δική μας σέ ούσιαστικά σημεία, χωρίς όμως νά διαφέρουμε ολότελα στις βασικές άρχές. 'Ο Patzer θεωρεί σωστές τις μαρτυρίες του 'Αριστοτέλη, τουλάχιστον ως ενα σημείο, και άποδίδει μεγάλη σημασία στήν παράδοση γιά τον 'Αρίωνα. 'Αλλά τά χωρία της Ποιητικής περιέχουν, κατά τή γνώμη του, μόνο ύποθέσεις, άπό τις όποιες ή σχετική μέ τό διθύραμβο είναι σωστή, ενώ ή πληροφορία γιά τό σατυρικό στοιχείο είναι λάθος: αύτό, κατά τήν άποψή του, αποχωρίζεται άπό τό τραγικό δράμα στά πρώιμα στάίΐια της ιστορίας του. Και ενώ έγώ, μαζι μέ άλλους, στις μαρτυρίες γιά τις δραστηριότητες του 'Αρίωνα στήν Κόρινθο πιστεύω βρίσκουμε τον σατυροδιθύραμβο, οπού έντοπίζεται τό σημείο τομής τών δύο γραμμών πού χαράζει ό 'Αριστοτέλης, δ Patzer τΙς συσχετίζει μέ τρία διαφορετικά επιτεύγματα: δ 'Αρίων πιθανότατα δημιούργησε τόν (καλλιτεχνικά διαμορφωμένο) διθύραμβο, τούς σατυρικούς χορούς και τήν πρωτοτραγωδία, και γι' αύτό ή εικόνα αύτής της τελευταίας παραμένει άναγκαστικά άπροσδιόριστη. Ή έκθεση του Patzer καθορίζεται άπό τήν έπιθυμία του νά εξασφαλίσει τή λειτουργία του τραγικού στοιχείου στά πρώιμα κιόλας στάδια του εΐ'δους. Έ δ ώ οφείλεται ό άποκλεισμός τών σατύρων, καθώς και ό ισχυρισμός δτι δεν είναι δυνατό νά γίνει λόγος γιά στάδιο πού άντιστοιχεϊ στό άποσεμνύνεσθαι τοΰ 'Αριστοτέλη. "Οταν δμως ό Patzer (121κ.) καταλήγει στό συμπέρασμα δτι ή πρωτοτραγωδία προήλθε άπό έναν μιμικό μετασχηματισμό του διθυράμβου μέ τήν έπίδραση τών σατυρικών χορών, 7ΐροδίδει μιά σαφή προσέγγιση πρός τήν εικόνα πού περιγράψαμε πιό πάνω. Μέ αύτήν εναρμονίζεται θαυμάσια δ,τι γράφει ό
83
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Patzer γι,ά τήν εισβολή του ήρωι,κοΰ μύθου στον διονυσιακο διθύραμβο. Σέ ριζικότατη άντίθεση μέ δλα σχεδόν δσα έχουν έκτεθεϊ ώς τώρα γιά τή γένεση της τραγωδίας βρίσκεται 6 Else.^ Στήν άρνητική του στάση άπέναντι στον 'Αριστοτέλη προχωρεί τόσο, ώστε θεωρεί πλάνη τή μαρτυρία της Ποιητικής δτι ή έξέλιξη τήί τραγωδίας πραγματοποιήθηκε μέ μιά σειρά μεταβολές. Κατά τή δική του άποψη, ή τραγωδία άναδύθηκε άπο τις ραψωδικές άπαγγελίες του ομηρικού έπους, μέ τή μεσολάβηση μιας και μόνο δημιουργικής πράξης. Αυτή άνήκει στον Θέσπη, πού συνένωσε σέ μία σύνθεση το μέρος του ηθοποιού και το χορικό άσμα, στοιχεία πού ποτέ δέν λειτουργούσαν άνεξάρτητα. Δέν χρειάζεται νά τονιστεί ιδιαίτερα δτι αύτή ή υπόθεση δέν επιτρέπει καμιά άπολύτως προσέγγιση προς τήν έξελικτική πορεία πού περιγράψαμε σ' αύτό τό βιβλίο. Βασικά διαφορετική άπό τις δύο ερμηνευτικές άπόπειρες πού άναφέραμε πιο πάνω είναι ή προσπάθεια του Burkert. Πάντως, ό μελετητής αύτός συμφωνεί μέ τον Patzer στήν άρνησή του νά δεχτεί τήν άριστοτελική μαρτυρία γιά τή λειτουργία τοϋ σατυρικού στοιχείου στά προστάδια της τραγωδίας. Ά π ό δσα έ'χουν εκτεθεί ως τώρα συνάγεται άρκετά καθαρά δτι δέν μπορούμε νά θεωρήσουμε βάσιμη τήν επιχειρηματολογία του σχετικά μέ τον Πρατίνα ως «εύρετή» τού σατυρικού δράματος και σχετικά μέ τήν άπόρριψη του άποσεμνύνεσθαι. Ό Burkert έχει ερευνήσει μέ έξαιρετική επιμέλεια τή σημασία τού δρου τραγωδία^ χωρις δμως νά μπορέσει νά άποκλείσει τελεσίδικα τή σχέση του μέ τό ((άσμα τράγων». Σ ' αύτό τό σημείο και δ Patzer έχει διαφορετική γνώμη (131κ.). Ό Burkert καταλήγει στή σκέψη δτι οί τραγωόοΙ ήταν άρχικά μασκοφόρρι άντρες, πού είχαν άποστολή νά έκτελούν τή θυσία του τράγου τήν άνοιξη, συνοδεύοντάς την και μέ τραγούδια. Ή έρμηνεία αύτή παρουσιάζει άξιοπρόσεχτη συγγένεια μέ τήν άποψη των 'Αλεξανδρινών. Ό Burkert εχει συγκεντρώσει μέ έξαιρετική προσοχή κάθε στοιχείο πού άποδεικνύει τή σχέση του τράγου μέ τό χώρο τοϋ Διονύσου, χωρίς δμως νά έξασφαλί1. ΠρΙν άπό τό βφλίο του πού μνημονεύεται στόν βιβλιογραφικό μας πίνακα, ό Else είχε εκφράσει τις άπόψεις του γιά τό πρόβλημα στό Aristotle's Poetics: The Argument, Cambridge (Mass.) 1957' άκόμη, TAPhA 76 (1945) 1, καΐ Hermes 85 (1957) 19" WS 72 (1959) 75.
84
II
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ
ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
nil ικανοποιητική θεμελίωση γιά τή θέση του. Κάθε άλλο μάλιστα: πάνω σέ μιά άθηναϊκή ήμερολογιακή ζωφόρο, τον τράγο γιά τή θυσία τον όδηγεϊ ό κωμικός ήθοποιός.^ Οι άρχαϊοι είχαν διατυπώσει άλλη μία άποψη σχετικά μέ τήν έξέλιξη της τραγωδίας, πού δεν εχει άκόμη άναφερθεϊ: θεωρούν πατέρα της τραγωδίας τον "Ομηρο· τον χαρακτηρίζουν μάλιστα ώς τον πρώτο τραγικό ποιητή. 'Ο 'Αριστοτέλης {ΙΤοιητ. 1448b Μ8) μιλά για τήν άναλογία ανάμεσα στά δύο ομηρικά έπη καί στήν τραγωδία,^ ένώ άλλοι συγγράφεις, γιά τούς οποίους 6 Gudeman (σχ. Ποιητ. 1448a 26) έχει συγκεντρώσει δλες τις μαρτυρίες, εκφράζονται άκόμη πιο συγκεκριμένα. Οι άρχαΐοι έδιναν προτεραιότητα στο μιμικο στοιχείο, πού τό έβλεπαν νά πραγματοποιείται στύ διάλογο. Έ μ ε ΐ ς , πλάι στο διαλογικό στοιχείο, θά θέλαμε νά δώσουμε κάποια σημασία κυρίως στή διάρθρωση της Ίλιάδας. Δόξα τω Θεω, μπορούμε ξανά νά πιστέψουμε σέ κάτι τέτοιο. "Άν ξεκινήσουμε άπό τήν έξοχη έκθεση των ούσιαστικών χαρακτηριστικών του έπους στο έργο του Ε. Staiger, Grundbegriffe der l^oetik, σύντομα άντιλαμβανόμαστε πώς ή έπίπεδη επική εξιστόρηση άποκτά στον "Ομηρο μια καινούρια διάσταση και πώς ή μεγαλόπρεπη και γεμάτη ένταση, παρά τό πλάτος του ποιήματος, πορεία της μοίρας του 'Αχιλλέα, ξεπερνώντας τά δρια του έπους, όδηγεϊ σ' εκείνες τις δυνατότητες πού πραγματοποιήθηκαν άπό τήν τραγωδία. Είναι εύνόητο γιατί, στήν κάτω ζώνη έκείνου του ύστεροελληνιστικοϋ άναγλύφου μέ τήν άποθέωση του 'Ομήρου, τιμά τον ποιητή και ή προσωποποιημένη τραγωδία. 1. Γιά βιβλιογραφική συμπλήρωση: F. Gagliuolo, aSul problema di Thespis e rorigine del dramma satiresco», RIGI 13 (1929) 1· B. Staml)»), Le origini della tragedia, Μιλάνο 1935, και Dioniso 6 (1937) 143' G. INirrotta, «Tragedia: origine», Enciclopedia Italiana 34 (1937) 146· A. C. Mahr, The Origin of Greek Tragic Form, Νέα 'Τόρκη 1938· F. RoIxipt, «Sur l'origine du mot tragédie», Mélanges Ch. Picard II, Παρίσι 1949, 872· W. F. Otto, «Ursprung der Tragödie», Das Wort der Antike, Στουτγάρδη 1962, 162· Κ. Kerényi, «Naissance et renaissance de la Tragédie», Diogène 28 (1959) 22, καΐ σέ γερμανική μετάφραση στο Streifliige eines Hellenisten, Ζυρίχ-η 1960, 29" F. R. Adrados, «Κώμος, κωμ(.»8ία, τραγωδία. Sobre les origines del teatro», Emerita 35 (1967) 249. ' 2. Σχετικά μέ αύτό τό θέμα, R. van Pottelbergh, AC 10 (1941) 83.
85
Β' Θ Ε Σ Π Η Σ
Κατά περίεργη σύμπτωση, ή λέξη θέσπις σε τρία χωρία της Ό όνσσειας^ γειτονεύει μέ λέξεις πού σημαίνουν τραγούδι ή τραγουδιστής* μία φορά, μάλιστα, άμέσως μετά άκολουθει το ονομα Ί κάριος. 'Ωστόσο, θά δίσταζα νά θεωρήσω το ονομα του Θέσπη φανταστικό, και θά προσπαθήσω νά του άποδώσω κάποιο πρόσωπο, δσο είναι δυνατό. Εννοείται δτι πάνω σ' αύτο εχουμε ελάχιστα νά ποϋμε.^ Μόνο ή Σ'ονόα μαρτυρεί ρητά οτι πατρίδα του Θέσπη ήταν ό άττικός δήμος 'Ικαρία {'Ικαρίου πόλεως Αττικής), ό σημερινός Διόνυσος. "Οταν δμως σέ διάφορα χωρία^ βλέπουμε τον Θέσπη νά συνδέεται, ώς άρχηγέτης της τραγωδίας, μέ άγροτικά πανηγύρια και τραγούδια για τό βραβείο του τράγου, και όταν άκόμη στον Άθήναιο (2, 11, 40a) λέγεται δτι ή επινόηση της τραγωδίας πραγματοποιήθηκε έν Ίκαρίω της 'Αττικής, ένώ, κατά τό στίχο του 'Ερατοσθένη, οι Ίκάριοι πρώτοι χόρεψαν γύρω άπό τον τράγο, ολα αύτά συνδυασμένα μας όδηγοϋν στον Ι'διο τόπο. Σέ αντίθεση μέ τά παραπάνω βρίσκεται ή έπιγραφή Θέσπις θέμωνος'Αθηναΐος, σέ μιά έρμαϊκή στήλη άπό την Aquae Albulae· επίσης, 'Αθηναίος είναι και στον Κλήμεντα τον Άλεξανδρέα {Στρωμ. 1, 79). Θά μπορούσαμε νά σκεφτούμε δτι ή πληροφορία γιά τήν 'Αθήνα είναι άσαφής και δέν άποτελεϊ παραλλαγή της 'Ικαρίας, άλλά εδώ διεκδικεί τή θέση της κάποια άλλη παρατήρηση. Ή 'Ικαρία, καθώς και ό έπώνυμός της Ίκάριος, άνήκει, δπως δείχνει ή Ήριγόνη του 'Ερατοσθένη, στην άλεξανδρινή-βουκολι1. α 328 (στόν επόμενο στίχο: κονρη Ίκαρίοιο), θ 498 και ρ 385" άκόμη, ομηρικός "Υμνος στόν Έρμη 442. Ό Else, 52, προσπαθεί νά το εκμεταλλευτεί αύτό προς δφελος της θεωρίας του για τή γένεση της τραγωδίας άπό τήν άπαγγελία του έπους. 2. Οί πηγές δίνονται στόν Pickard-Cambridge, Bäh. Tr. Com. 69. 11 ολύ προσεχτικά και γόνιμα πραγματεύεται τον ποιητή ό Tièche. Μιά κάποια έξασθένηση στό;\; προβληματισμό του προδίδει ό G. Budberg, aThespis und die Tragödie», Eranos 45 (1947) 13· ό Gaster ξεκινά άπό έθνολογικό προβληματισμό. 3. Διοσκορίδης, Π.Α. 7, 410 και 411" 'Οράτιος, Ars poetica 275κκ. Στό Πάριο Μάρμαρο (έπ. 43) μνημονεύεται τό έπαθλο τοϋ τράγου, ενώ τόπος τοϋ άγώνα είναι ή 'Αθήνα. Σχετικά μέ τό στίχο τοϋ 'Ερατοσθένη πρβ. παραπάνω, σ. 55.
89
ΘΕΣΠΗΣ
κή περιοχή άπο όπου προήλθε ή σχετική μέ το βραβείο του τράγου θεωρία γιά τή γένεση τής τραγωδίας. Έ δ ώ μπορεί νά είχε συνδεθεί και το ονομα του Θέσπη μέ έκεΐνο τον τόπο πού οΐ μύθοι καΐ τά εθιμά του, σε σχέση μέ τις παλαιές άγροτικές γιορτές, ερέθιζαν τό ενδιαφέρον των λογίων. "'^Αν ό Θέσπης έγινε μέ αύτο τον τρόπο Ίκάριος, τότε ή 'Αθήνα θά μπορούσε δικαιολογημένα νά διεκδικήσει τον άλλο Θέσπη, εκείνον πού άνήκει στήν περιπατητική εικόνα τής εξέλιξης του εΐ'δους· άλλά γιά τις επιτεύξεις αύτοϋ του δευτέρου είμαστε σε θέση νά επιχειρήσουμε κάποιες παρατηρήσεις. "όταν εξετάζαμε τή θεωρία πού βρίσκει μέσα στο ονομα τής τραγωδίας τό βραβείο του τράγου, συναντήσαμε ήδη τήν πολύτιμη πληροφορία του Πάριου Μαρμάρου (έπ. ^S—FGrHist 2, 239 Α 43) γιά τήν πρώτη παράσταση του Θέσπη. Υπάρχει γενική συμφωνία ώς προς τό δτι αύτή ή μαρτυρία άναφέρεται στήν ένσωμάτωση τής τραγωδίας στόν επίσημο έορτασμό των Διονυσίων, πού εγκαινίασε ή άναδιοργάνωσε ό Πεισίστρατος. Ή βεβαιότητα μέ τήν οποία προσδιοριζόταν συνήθως τό έτος 534 γιά τήν παράσταση αύτή είναι άστήριχτη.^ Ό Jacoby μας έ'χει βοηθήσει πολύ μέ τήν ύπόδειξη ότι πρέπει νά υπολογίσουμε μόνο τά τρία χρόνια τής ολυμπιάδας, αύτά πού παραδίδει και ή Σούδα (λ. Θέσπις). 'Από τό ονομα του άρχοντα έχει διατηρηθεί μόνο τό ]ναίου τοϋ προτέρου^ πού άποκλείει τό τελευταίο έτος τής ολυμπιάδας αύτής, άφοϋ ό άρχοντας τότε ονομαζόταν Θερικλής. 'Ακρωτηριασμένη είναι άκόμη και ή λέξη γιά τό είδος τής καλλιτεχνικής συμμετοχής του Θέσπη. Ό Jacoby δέχτηκε τό ύπεκρίνα]το, ενώ ό Patzer (22, 1), παραπέμποντας στό Πάριο Μάρμαρο (έπ. 46), προτιμά τό ήγωνίσα\ϋο^ πού πρότεινε ό Else.^ Είναι φυσικό νά συνδυαστεί αύτή ή πληροφορία μέ τήν εύνοϊκή για τόν Διόνυσο θρησκευτική πολιτική του Πεισιστράτου. Ό Θέσπης έδώ θά έπαιξε ρόλο παρόμοιο μέ του 'Αρίωνα στήν Κόρινθο του Περιάνδρου και Ι'σως του Έπιγένη στή Σικυώνα του Κλεισθένη. Φυσικά, ό χρόνος αύτής τής παράστασης δεν πρέπει νά ταυτι1. Αύτό σύμφωνα μέ τή γνώμη τοΰ Wilamowitz, Homerische Untersuchungen 248, 13, μέ βάση τή συμπλήρωση τοΰ άριθμοϋ στο χωρίο τοΰ Πάριου Μαρμάρου (έπ. 43) και τοΰ ονόματος τοΰ Θέσπη στον Εύσέβιο. Πρβ. καΐ Τ. J. Cadoux, JHS 68 (1948) 109. 2. Hermes 85 (1957) 19, 1.
90
ΘΕΣΠΗΣ
στεϊ μέ τήν άρχή της καλλιτεχνικής δραστηριότητας του Θέσπη. "Οταν στο προηγούμενο κεφάλαιο άντιμετωπίζαμε το ερώτημα άν ό Σόλων μ.πορεϊ νά ειχε εκφράσει κάποια γνώμη γιά τις πρώτες φάσεις του τραγικού θεάτρου, σταματήσαμε στο άνέκδοτο άπό τήν πλουτάρχεια βιογραφία, οπου ό 'Αθηναίος πολιτικός εμφανίζεται νά επιτίθεται προσβλητικά στον Θέσπη εξαιτίας της παραπλανητικής του παράστασης. Διατυπώσαμε τότε τη γνώμη δτι πρέπει νά δεχτούμε τή χρονολογική πιθανότητα τής ιστορίας, χωρίς δμως νά εΐναι δυνατό νά αποδείξουμε τή βεβαιότητά της. Ό Ε. Tièche (10, 12) θύμισε τήν πλατωνική κριτική τής τέχνης και άπέδωσε το άνέκδοτο στον 'Ηρακλείδη άπο τον Πόντο. Αύτος ασχολήθηκε ιδιαίτερα μέ τον Θέστο], αν πιστέψουμε τον Άριστόξενο (Διογ. Ααέρτιος 5, 92' άπ. 114 W.), πού άναφέρει μάλιστα γι' αύτον οτι εγραφε τραγωδίες και τΙς παρουσίαζε μέ τό δνομα του Θέσττη. Ό Wehrli, σχολιάζοντας αύτό τό απόσπασμα, εδειξε με μιά σειρά πειστικά τεκμήρια δτι ό Άριστόξενος σέ παρόμοια θέματα δείχνει μεγάλη επιπολαιότητα. Επομένως, δέν είναι πολύ εύκολο νά ελέγξουμε σέ δλες τις περιπτώσεις τήν παράδοση σχετικά μέ τον Θέσπη. "Εχουμε τέσσερις τίτλους: ^Αθλα Πελίον ή Φόρβας, 'Ιερείς, Ήίθεοί, Πενθενς^ και τέσσερα άποσπάσματα (1-4 Ν.) χωρίς άπόδοση σέ συγκεκριμένο έ'ργο. 'Αρκετά πρόσφατα 6 Lloyd-Jones (13)^ πραγματεύτηκε άποσπάσματα και τίτλους, μέ τήν προοπτική νά ξεχωρίσει τά έκδηλα λαθεμένα άπό άλλα στά όποια ή άθέτηση δέν φαίνεται νά είναι έντελώς άναγκαία. Πολύ δικαιολογημένα άπορρίπτει προκαταβολικά το άπ. 4 Ν., και θεωρεί δτι τό άπ. 3 Ν. είναι άπίθανο νά προέρχεται άπό τόν 6ο αιώνα. Γι' αύτούς τούς τρεις στίχους, σχετικά μέ τό μεγαλείο του Δία, πού βρίσκεται μακριά άπό κάθε ψεύδος και ήδονή, ό Tièche (11) εχει υποστηρίξει πειστικά δτι οδηγούν πρός τόν πλατωνικό 'Ηρακλείδη. Γιά τούς τίτλους και τα άλλα δύο άποσπάσματα (1 καΐ 2 Ν.) ό Lloyd-Jones, μέ πλήρη έπίγνωση τής άβεβαιότητάς μας, δέν μπορεί νά άποκλείσει τόν Θέσπη. Οι δύο μεμονωμένοι στίχοι φαίνεται νά προέρχονται άπό διάλογο. "^Αν ή άντίληψή μας γιά τή δραστηριότητα του Θέσπη, δπως θά εκτεθεί πιό κάτω, είναι σωστή, αύτό άκριβώς τό γεγονός δέν άποτελεϊ εγγύηση γιά τή γνησιότητά τους. Ό Wehrli προτείνει τήν ύπό1. Τά κείμενα των άποσπασμάτων στόν Nauck, τώρα στόν Br. Snell, TrGF 1 F 1-4.
91
ΘΕΣΠΗΣ
θεση δτι ό Άριστόξενος κατηγόρησε τον 'Ηρακλείδη γι,ά οικειοποίηση διαφόρων νόθων κειμένων, πού κυκλοφορούσαν τότε μέ το δνομα του Θέσπη.^ 'Ακόμη, μπορούμε να υποθέσουμε δτι Ι'σως ό 'Ηρακλείδης, χωρίς πρόθεση νά εισαγάγει νοθείες, σέ ένα λογοτεχνικό παιχνίδι έδωσε μερικά δικά του έργα μέ το ονομα του Θέσπη, του παλαιότερου γνωστού ποιητή τραγωδίας. Μιά τέτοια έρμηνεία δέν άποκλείεται άπό τή φρασεολογία του άποσπάσματος του Άριστοξένου. "Αφθονες μαρτυρίες άπό τήν άρχαιότητα χαρακτηρίζουν τον Θέσπη δημιουργό της τραγωδίας. 'Αρχαιότερος μάρτυρας είναι 'ίσως ό Χάρων ό Ααμψακηνός, αν άκολουθήσουμε τήν άλλαγή πού πρότεινε ό Wüamowitz στο υπόμνημα του 'Ιωάννη του Διακόνου στόν 'Ερμογένη (πρβ. σ. 70). Ηρός τήν 'ίδια κατεύθυνση δείχνει και ό 'Αριστοφάνης {Σφ. 1479). Σ ' αυτά πρέπει νά προστεθούν οι μαρτυρίες του Πάριου Μαρμάρου (έπ. 43), τοΰ Διοσκορίδη {Π.Α. 7, 410κ.· πρβ. Μ. Gabathuler, Hellenistische Epigramme auf Dichter, St. Gallen 1937, 82κ.), τοΰ 'Οράτιου {Ars pa. 275), του Κλήμεντα του ^ { Σ τ ρ ω μ . 1, 79), του Εύάνθιου {De com. 1, Kaibel CGF 1, 62), τοϋ Δονάτου {De com. 5 και 68), της Σούδας (λ. Θέσπις). Θα άσχοληθοΰμε άμέσως μέ τις μαρτυρίες πού άποδίδουν στόν Θέσπη διάφορες επιμέρους επιτεύξεις. "Οπου ό Θέσπης ονομάζεται πρώτος τραγικός, έχουν παραμεριστεί, άσφαλώς μέ τήν έπίδραση τοΰ άττικοΰ τοπικισμού, τά προστάδια της έξέλιξης πού πρέπει νά σχετιστούν μέ τήν Πελοπόννησο* ωστόσο, ό Σόλων, στόν 'Ιωάννη τόν Διάκονο, ονομάζει πρόδρομο τόν 'Αρίωνα, και ή Σούδα (λ. Θέσπις) τόν Έπιγένη. Και άπό τήν άττική δμως σκοπιά, μιλούσαν γιά τραγωδία πριν άπό τόν Θέσπη. Αύτό προκύπτει καθαρά άπό τόν ψευδοπλατωνικό Μίνω (321a). Πέρα άπό τόν Θέσττη όδηγεϊ επίσης ή αινιγματική ε'ίδηση τοΰ Πολυδεύκη (4, 123) στή λέξη ελεός, ένα είδος τραπεζιού δπου τεμάχιζαν τό κρέας. Σύμφωνα μέ τόν Πολυδεύκη, έκεϊ πάνω άνέβαινε κάποιος πού άπαντούσε στό χορό. Κάτι παρόμοιο λανθάνει και στήν πληροφορία γιά τή λ. θυμέλη στό Μέγα Έτυμολογικόν, καθώς και σέ δσα άναφέρει ό 'Ισίδωρος {Orig. 18, 47) γιά τούς Θυμελικούς. Είναι δύσκολο νά κρίνει κάνεις αύ1. Έκτος άπό τό σχόλιο του στόν Άριστόξενο, άπ. 114, βλ. τό ύπόμνημά του γιά τόν Χαμαιλέοντα, σ. 124.
92
ΘΕΣΠΗΣ
τές τις μεταγενέστερες ειδήσεις. "Ηδη ό P e r e t t i (282) τούς άπέδωσε μεγάλη σημασία, ενώ ό Webster, στήν επανέκδοση του βιβλίου του Pickard-Cambridge {Dith. Tr. Com. 86), άναρωτιέται μήπως σ' αυτές συναντούμε μιά σημαντική φάση της έξέλιξης. Αύτός πού χρησιμοποιούσε τό τραπέζι για έξέδρα άπ' δπου άπαντοϋσε, φυσικά τραγουδώντας, στο χορό, θά μπορούσε να είναι ό «εξάρχων» του χορού. "Ετσι ό 'Αριστοτέλης θά μπορούσε σ' αύτον νά εντοπίσει τον πρόδρομο του υποκριτή, πού συνδεόταν μέ τό χορό, άπάγγελλε και ένσάρκωνε μιά συγκεκριμένη μορφή. Έ δ ώ άναγνωρίζουμε πιθανότατα ενα 'ίχνος άπο τό δρόμο πού πήρε ό 'Αριστοτέλης, μολονότι τα δσα ειπώθηκαν, ιδιαίτερα γιά τόν εΑεο, παραμένουν ολότελα άβέβαια. Οί περιπατητικοί εδειξαν ενδιαφέρον γιά τόν Θέσπη: ξέρουμε δτι έγραψε γι' αύτόν ό Χαμαιλέων (άπ. 38 W.). Σ ' αύτή τήν περιοχή άνήκει και μιά σημαντική μαρτυρία πού μας οδηγεί στο πρόβλημα της γένεσης του διαλογικού στίχου της τραγωδίας. Θεωρητικά, μπορούν νά έξεταστοϋν έδώ δύο δυνατότητες: μετάβαση άπό λυρικό διάλογο, επομένως έξέλιξη άπό τό εσωτερικό του χορικού, ή είσοδος του άπαγγελλόμενου στίχου άπ' έ'ξω. Τόν πρώτο δρόμο άκολούθησε ό W . Kranz^ σέ μιά ερευνά ή οποία άσκησε μεγάλη έπίδραση. 'Επειδή γι' αύτόν ή πρώιμη χρονολόγηση τών Ίκετίδων του Αισχύλου ήταν άκόμη αύτονόητη, ξεκίνησε άπό τρεις σκηνές μέ «έπιρρηματική» σύνθεση (348,734,882), στις όποιες επειτα άπό ενα χορικό άσμα άκολουθοΰν διαλογικά μέρη ένός υποκριτή. Πριν άπό αύτό προϋποθέτει, στήν έξελικτική πορεία, τόν λυρικό διάλογο ώς «τήν έσχατη έφικτή μορφή τραγωδίας». Ά π ό τήν «έπιρρηματική» σύνθεση παράγει κάπως μηχανικά, μέ έκπτωση τών χορικών μερών, τήν κλειστή ρήση καί, άντίστροφα, μέ κατάργηση του διαλογικού στίχου, τό στάσιμο. Έ δ ώ παραγνωρίζεται ή σημασία του χοροϋ ώς βάσης γιά τήν έξέλιξη, καί φυσικά είναι άδιανόητο νά άντιμετωπιστοΰν τά μεγάλα αύτοδύναμα χορικά άσματα τοΰ Αισχύλου ώς δευτερεύοντα παράγωγα «έπιρρηματικών» συνθέσεων.^ Ό Kranz τροποποίησε κάπως τή 1. «Die Urform der attischen Tragödie und Komödie», Ν JA 43 (1919) 145" Stasimon 14" Geschichte der griechischen Literatur (Sammlung Dieterich 42) 114 [έλλην. μετ. Θρασύβουλος Σταύρου, στή σειρά «100 'Αθάνατα Έργα» 35, 'Αθήνα 1953, τ. 1, 99κ.] 2. Καί ό Ziegler, 1960, σημ. 26, αύτο το θεωρεί άπίθανο, τόσο μάλιστα,
93
ΘΕΣΠΙΙΣ
θεωρία του στο Stasimon. 'Εδώ του φάνηκε έφι,κτή ή έσχατη δυνατότητα μιας δίχως υποκριτές μορφής λυρικου διαλόγου ανάμεσα σέ τμήματα ένός διασπασμένου, κατά κάποιον τρόπο, χοροΰ.^ Οί διπλοί χοροί, δπως έμφανίζονται σποραδικά σέ σωζόμενα δράματα, είναι πολύ πιθανό να έπαιξαν κάποιο ρόλο και στά προστάδια της τραγωδίας. 'Ωστόσο, κανένας άναγνωρίσιμος δρόμος δέν όδηγεϊ άπό έκεϊ στον διαλογικό στίχο. Γιά την άλλη δυνατότητα, την ε'ίσοδο του διαλογικού στίχου άπ' έξω,^ πρέπει πρώτα πρώτα νά ύπολογιστει ή διαφορά διαλέκτου ανάμεσα σέ λυρικά και διαλογικά μέρη και έπίσης ή διαφορά ΰφους, πού πολύ σωστά τόνισε ό Peretti (78). Πέρα άπο αύτη την κάπως γενικότερη παρατήρηση μας οδηγεί μιά μαρτυρία του Θεμίστιου {Or. 26, σ. 316d): και ου προσέχομεν "Αριστοτέλει, δτι τό μεν πρώτον ό χορός είσιών ^δεν εις τους θεούς, Θέσπις δε πρόλογόν τε και ρήσιν εξενρεν, Αισχύλος (5ε τρίτον νττοκριτήν {ύποκριτάς Med.) και όκρίβαντας, τά δε π?.είω τούτο)ν Σοφοκλέους άπελαύσαμεν και Εύριπίδου.^ Κάποτε έκριναν τόσο βιαστικά οσο ό Hiller [RhM 39. 1884, 321), ό όποιος ισχυρίστηκε ότι ο Θεμίστιος εδώ απλούστατα παραφράζει τήν Ποιητική και προσθέτει τον Θέσπη. "Εκτοτε έχει ληφθεί ύπόψη οτι ό Θεμίστιος ειχε μιά μόρφωση πολύ πάνω άπό τό μέσο επίπεδο της εποχής του καί, άκόμη, δτι είχε παραφράσει έργα τοΰ 'Αριστοτέλη. Έπίσης έχει έπισημανθεΐ πόσο καλά συμβιβάζεται ή πληρότητα αύτής τής σημείωσης τοΰ Θεμίστιου σέ σχέση μέ τήν Ποιητική μέ τό γεγονός ότι και ό 'ίδιος δ Άριστοπού υπέθεσε δτι είχα παρανοήσει τον Kranz σ' αύτο τό σημείο. "Οτι δέν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τό έδειξα στο άρθρο μου στο PhW 1937, 1404. 1. Προς αύτη την κατεύθυνση κινήθηκε καί ό Lainmers" διατυπώνοντας κάποιες αρνητικές κρίσεις για τον Kranz, δέχεται τον λυρικό διάλογο, τουλάχιστον άνάμεσα σέ εναν διπλό χορό, ώς ενα άπό τά πρωταρχικά συστατικά της τραγωδίας. 2. Αύτό τό ύποστήριξαν ιδιαίτερα οί: Wilamowitz, Einleitung 1910, 87, και Griechische Tragödie 14, Βερολίνο 1923, 22" Ε. Bethe, Prolegomena zur Geschichte des Theaters im Altertum, Λιψία 1896, 36. Πρόσθετα παραθέματα δίνει ό Α. Lesky, 47 (1929) 4=Ges. Sehr. 84. 3. (ΚαΙδέν δίνουμε καμιά προσοχή στήν παρατήρηση τοϋ'Αριστοτέλη, δτι στήν αρχή εμφανιζόταν ό χορός καί εκτελούσε ενα άσμα προς τούς θεούς, ενώ ό Θέσττης επινόησε τον πρόλογο και τή ρήση, ό Αισχύλος τόν τρίτο υποκριτή και τούς κοθόρνους, ενώ τά υπόλοιπα τά χρωστούμε στόν Σοφοκλή και στόν Εύριπίδη.)
94
ΘΕΣΠΗΣ
τέλης έπιτρέπει νά του άναγνωρίσουμε πλουσιότερες γνώσεις άπό δσες παρέχει ή ϊδια ή μελέτη του (1449a 29, 37' b 4). Ό χαρακτήρας της εμποδίζει νά συναχθοΰν, μέ βάση τό γεγονός δτι ό 'Αριστοτέλης δεν άναφέρει τον Θέσττη, συμπεράσματα γιά τήν άξιοπιστία της πληροφορίας του Θεμίστιου.^ Σέ νεότερες εργασίες της άποδίδεται πέρα γιά πέρα ή πίστη πού της άξίζεί"^ έξάλλου, στή μαρτυρία του Διογένη του Λαέρτιου (3, 56) ύποστηρίζεται 1. Έτσι, δέν θά άκολουθούσαμε τον Patzer (27) στή γνώμη του δτι ή σημείωση τοϋ Θεμίστιου προέρχεται άπό μεταγενέστερη παρεμβολή στο άριστοτελικό σχήμα. 2. Γιά τήν ενσωμάτωση της μαρτυρίας τοϋ Θεμίστιου στήν εικόνα της έξέλιξης πού εκθέτουμε εδώ βλ. Α. Lesky, δ.π. 3=ο.π. 83· Ε. Fraenkel, rhilologus 86 (1931) 9=ΚΙ. Beitr. 1, 361· Tièche, 7" Schmid, 2, 38, 5, και κάπως πιό δισταχτικά 45, 6· Flickinger, 298· Ziegler, 1930" Peretti, 6 όποιος άσκησε άποτελεσματική πολεμική (64) προς τόν Kranz καΐ παρατήρησε (66, 1) δτι άπό τό κείμενο της Ποιητικής λείπει ή λέξη όκρίβαντες, γεγονός πού ύποβάλλει τήν ιδέα μιας άλλης πηγης γιά τόν Θεμίστιο, ή οποία θά μπορούσε νά είναι ό χαμένος διάλογος Περι ποιητών. Στήν ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και ό Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 78 (1η ί!κδ., 109)· πρβ. και Festivals 130. Ό Buschor (76), χωρίς άναφορά στόν Θεμίστιο, μίλησε γιά τήν καινοτομία τοϋ Θέσττη νά τοποθετήσει άπέναντι στό χορό εναν υποκριτή. Ό Kranz (270), μέ βάση τή θεωρία του, δπως διατυπώθηκε πιό πάνω, ήταν υποχρεωμένος νά άρνηθεϊ τήν άξιοπιστία τοϋ Θεμίστιου· άνάμεσα στόν 'Αριστοτέλη και τόν Θεμίστιο άνακαλύπτει μια αντίφαση, πού είναι άνύπαρκτη. Τόν ακολουθεί ό Untersteiner, Origini 281, ό όποιος προωθεί τήν επιχειρηματολογία πού έγκατέλειψε ό Kranz, υποστηρίζοντας δτι πρόλογος σημαίνει τό ((τμήμα πριν άπό τό λόγο», πού, έπομένως, δέν θά μπορούσε νά είναι τόσο παλιό. Ό Pohlenz, 2, 15, χαρακτηρίζει τό χωρίο τοϋ Θεμίστιου ((εντελώς έπιπόλαιη παρατήρηση». —-Σχετικά μέ τήν πληροφορία δτι ό Αισχύλος εισήγαγε τόν τρίτο ύποκριτή, πρέπει νά ληφθεί ύπόψη δτι ό Θεμίστιος βασίζεται σέ μιά παράδοση πού διαφέρει άπό τό κείμενο της Ποιητικής (1449a), άφοϋ κάτι παρόμοιο προϋποθέτει και ό Βίος (15) τοϋ Αισχύλου. Ή μαρτυρία μπορεί νά οφείλεται στό Ϊεγονός δτι ό Αισχύλος δανείστηκε τόν τρίτο υποκριτή άπό τόν Σοφοκλή. >υσικά, μέ τήν παροχή άριθμητικών πληροφοριών μπορεϊ κανείς νά υποθέσει και κάποια άντιγραφική άβλεψία, δπως Ισχυρίζεται ό Patzer, 27, 4. ΙΙαλι διαφορετική κατεύθυνση παίρνει ό Pickard-Cambridge, Festivals 130, πού άποσυνδέει τό τρίτον άπό τό νποκριτάς (Med.) και τό έρμηνεύει ώς τρίτη βαθμίδα στήν εξελικτική κλίμακα. Ή ερμηνεία τών προβληματικών άριθμών, πού βασίζεται στή διαφοροποίηση άνάμεσα στις λέξεις τραγφrWc και υποκριτής, δπως προτείνεται άπό τόν G. F. Else, TAPhA 76 (1945) 1· WS 72 (1959) 75, και Origin and Early Form 59 και 86, δέν όδηγεϊ σέ καμία λύση. Πρβ. Α. Lesky, Gesammelte Schriften 241· Pickard(lainbridge, Festivals 130. [B. M. W. Knox, ((Aeschylus and the Third Ac.lor», AJPh 93 (1972) 104.]
95
ΘΕΣΠΗΣ
οτι ό Θέσπης εισήγαγε τον ύποκριτή στή χορολυροκή τραγωδία, κάτι. πού μεταδίδεται εμμεσα άπό ολα τά σχετικά χωρία πού θεωρούν τον Θέσπη άποκλειστικο δημιουργό της τραγωδίας. Ή σημείωση τοΰ Θεμίστιου προσθέτει πλάι στή ρήση τον πρόλογο ώς έπινόηση τοΰ Θέσπη. Έ δ ώ βλέπουμε νά ύποδηλώνεται ενα στοιχείο τοΰ τραγικοΰ δράματος μέ τό όποιο μποροΰμε θαυμάσια νά συνδυάσουμε τήν προσάρτηση τοΰ διαλογικοΰ στίχου.^ Καθώς τό χορικό άσμα της παλιάς τραγωδίας πραγματευόταν δλο και πλουσιότερους μύθους, πού άπαιτοΰσαν άπό τόν άκροατή εύρύτερη γνώση της προϊστορίας, επιβαλλόταν ενα προοίμιο, πού θα προσδιόριζε τις βασικές θεματικές προϋποθέσεις τοΰ έπόμενου άσματος. Κάτι τέτοιο μποροΰσε να παρεμβληθεί και στο έσωτερικό της χορικής σύνθεσης, όταν ό χορός ερχόταν σέ επαφή μέ ενα καινούριο γεγονός, οπότε έπρεπε νά δημιουργηθεί μιά νέα δραματική άτμόσφαιρα. "Ετσι λ.χ. στις Ίκέτιδες τοΰ Αισχύλου (524599) οι Δαναΐδες τραγουδούν ενα άσμα όπου, γεμάτες έντονο φόβο γιά τό άμεσο μέλλον, άναφέρονται στήν Ί ώ και στον Δία. Τότε εμφανίζεται ό Δαναός και σέ 21 τρίμετρα δίνει μια σύντομη άναφορά γιά τήν ύπερψήφιση τοΰ αίτήματός τους άπό τή συνέλευση τοΰ άργίτικου λαοΰ. Έ δ ώ δεν πρόκειται για «πράξη» ούτε γιά έπεισόδιο μέ τή μεταγενέστερη έννοια τοΰ ορού* ή σύντομη ρήση εχει άπλώς τήν άποστολή νά προετοιμάσει τό επόμενο εκτεταμένο άσμα τοΰ χοροΰ, πού έκφράζει τΙς εύχές του γιά τό "Αργός. Ά π ό τό γεγονός δτι οι Ίκέτίδες και οι Πέρσες άρχίζουν μέ τήν είσοδο τοΰ χοροΰ και οχι μέ προλογική ρήση δέν προκύπτει κανένα άντεπιχείρημα γιά τήν ερμηνεία μας. Πέρα άπό τήν άνατροπή της πρώιμης χρονολόγησης τών "Ικετίδων (βλ. παρακάτω), θά ήταν λάθος νά ύποτιμηθεϊ ή ελευθερία στήν εξελικτική πορεία τοΰ 1. Αύτη τή θεωρία τήν άνέπτυξα στο WS 47 (1929) 3' περίληψη άπό μιά διάλεξη μέ το 'ίδιο περιεχόμενο δημοσιεύτηκε ήδη το 1926 στο Mitteilungen des Vereins Klassischer Philologen in Wien 3, σ. VIII" πρβ. και BLZ 1933, 2316, καΐ PhW 1937, 1404. Εντελώς άνεξάρτητα εφτασε στήν Ι'δια άποψη και ό W. Nestle. Ό Α. Körte, σέ μιά βιβλιοκρισία του [PhW 1928, 1297) γιά τήν άδημοσίευτη διατριβή τοΰ Nestle, είχε εκφράσει τήν επιδοκιμασία του για τήν πραγμάτευση τοΰ προλόγου, ένώ ό ϊδιος ό Nestle επεξεργάστηκε διεξοδικά τήν άποψή του στο ώραϊο βιβλίο του Die Struktur des Eingangs in der attischen Tragödie, Στουτγάρδη 1930. Τή λειτουργία ένός τέτοιου προλόγου 'ίσως άπεικονίζει καλά ό εκφωνητής πού κάνει τήν εισαγωγή σέ μιά παντομίμα, στο Σνμπόσιον (9, 2) τοΰ Ξενοφώντα.
96
ΘΕΣΠΗΣ
είδους καΙ νά άπαι,τηΟεϊ άπόλυτη μορφική όμοιογένεΐ-α.^ Αύτο πού ζητούμε μας το προσφέρουν οί Φοίνισσες του Φρυνίχου, ενα εργο πού, σύμφωνα μέ μαρτυρία του Γλαύκου του Ρηγίνου στήν 'Υπόθεση των Περσών^ προηγείται χρονικά άπο το συγκεκριμένο δράμα τοΰ Αισχύλου:2 'ίσως παραστάθηκε το 476. Τό εργο άνοιγε με εναν εύνοϋχο, πού τακτοποιούσε τά καθίσματα για τή σύναξη της γερουσίας* αποκλειστικός σκοπός του ήταν νά δώσει τήν είδηση γιά τήν ήττα τοΰ Ξέρξη και έτσι, μέ πρωτόγονο τρόπο, νά δημιουργήσει τις προϋποθέσεις γιά τούς θρήνους πού θά άκολουΟοΰσαν. 'Ο Αισχύλος έχει προλόγους στούς Έπτά επί Θήβας και στά δράματα της Όρέστειας' και ό Λάίος^ τό πρώτο δράμα της θηβαϊκής τριλογίας τοΰ 467, άρχιζε μέ μιά προλογική ρήση τοΰ επώνυμου ήρωα (άπ. 169 Μ.). Κάποτε, λ.χ. στον ^Αγαμέμνονα και στις Ευμενίδες^ προλογίζει ένα συμπληρωματικό πρόσωπο [nQoaomov προτατικόν), όπως ό εύνοΰχος των Φοινισσών. Αύτές ομως οί προλογικές ρήσεις προσφέρουν άριστοτεχνικά, πολύ πέρα άπό τον θεματικό προσανατολισμό, μιά μουσική εισαγωγή στήν ολη σύνθεση. Σέ έντονη άντίθεση μέ αύτά έρχονται οί άντίστοιχες κατατοπιστικές ρήσεις τοΰ Εύριπίδη, πού παίζουν ρόλο ((θεατρικού προγράμματος». Στήν εικόνα πού σχεδιάζουμε έδώ άποκτοΰν νόημα δταν τις συναριθμοΰμε μέ τούς άρχαϊσμούς, πού γενικά δέν λείπουν άπό τό έργο τοΰ ποιητή.^ Μέ τήν ερώτηση γιά τήν αρχική λειτουργία τοΰ υποκριτή συνάπτεται άναγκαστικά τό πρόβλημα σχετικά μέ τή σημασία της λέξης. Πάνω σ' αύτό σήμερα υπάρχει λιγότερη συμφωνία άπό δ,τι 1. Ό Webster, στήν άναθεωρημένη έκδοση τοΰ Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 61, παρατηρεί σχετικά μέ τήν άρχή των Ίκετίδων και των /Ιερσών: ((καινοτομία πιο πολύ, παρά επιβίωση». Αύτό είναι σωστό άπό τήν άποψη δτι και στίς δύο περιπτώσεις τήν εκθεση τοΰ θέματος τήν εχει αναλάβει ό χορός. 2. Ή προσπάθεια τοϋ F. Marx, RhM 77 (1928) 337, νά υποτιμήσει τήν άξία της μαρτυρίας είναι άτυχής. 3. Τόν άρχαϊκό χαρακτήρα των προλόγων τοϋ Εύριπίδη τόν τόνισαν, άνάμεσα σέ άλλους, οί Ο. Krausse, De Euripide Aeschyli instauratore (διατρ.), Ίένα 1905, 192· J. M. Stahl, RhM 69 (1914) 591" Flickinger, 299· W. Nestle, δ.π. 124. Διαφορετική άποψη εχει ό Schmid, 3, 772> Ό l^ohlenz, 1, 432, διαπιστώνει δτι ή ελάχιστα δραματική μορφή τοϋ προλόγου επικρατεί άπόλυτα στά όψιμα δράματα τοΰ Εύριπίδη, και αύτό τό άποδίδει γενικά στούς άρχαϊσμούς πού εμφανίζει αύτό τό στάδιο δημιουργίας τοΰ ποιητή.
97
ΘΕΣΠΗΣ
παλαιότερα. Το ρήμα νποκρίνεσΘαι χρησιμοποιείται ήδη στον "Ομηρο (Η 407, β 111) με τή σημασία «άπαντώ», παράλληλα όμως έμφανίζεται και ή σημασία «ερμηνεύω, διευκρινίζω» (Μ 228, τ 535). Ώ ς βασική σημασία δίνεται στήν Griech. Grammatik (2, 525) των Schwyzer-Debrunner: «εκφράζω μιά γνώμη άπό τά βάθη τής καρδιάς, άπδ τά μύχια». ^ "Ενα χωρίο όπως τό ο 170 μπορεί να φωτίσει καθαρά τή σημασιολογική εξέλιξη προς το «άποκρίνομαι». Στα άττικά, αύτή ή σημασία μαρτυρεϊται άρκετά νωρίς στο προευκλείδειο έπίγραμμα IG Ρ 410 (όπου φυσικά πρέπει νά συνυπολογιστεί και ή έπική έπίδραση)· ωστόσο ό Πλάτων {Τίμαιος 72b: τής ÖL' αινιγμών ούτοι φήμης και φαντάσεως ύποκριταΐ [έρμηνευτές αινιγματικών φωνών και φαινομένων]) δείχνει δτι ή χρήση πού ήταν πλησιέστερα στή βασική σημασία εμενε εντελώς ζωντανή. Επίσης, καθώς ό ορος υποκριτής έδραιωνόταν στήν κοινή χρήση με τή σημασία «ήθοποιός», μπορούσε κανείς, δπως δείχνουν ό Λουκιανός {Ένύπνιον 17' 'Αληθής 'Ιστορία 2, 33) και δ Φιλόστρατος [Βίος 'Απολλώνιου 2, 37), νά άνατρέχει παράλληλα και στήν άλλη σημασία. 'Ιδιαίτερη μνεία άξίζει σ' αυτό τό σημείο τό άπ. 140b του Πινδάρου {άλίου δελφίνος ύπόκρισιν), γιά τό όποιο δ Wilamowitz στό βιβλίο του γιά τον Πίνδαρο (502) παρατηρεί: «Εϊναι αμφίβολο αν ή λ. υποκριτής δηλώνει αυτόν πού άποκρίνεται». Με τή σημασία «ήθοποιός» ή λέξη έμφανίζεται πρώτα στόν 'Αριστοφάνη {Σφ. 1279)· λίγο νωρίτερα φτάνουμε αν μπορούμε νά δεχτούμε αύτό πού θεωρεί πιθανό δ Pickard-Cambridge {Festivals 126), δτι δηλαδή ή έπιγραφή IG Π^ 2318 (μέσα του 4ου αιώνα) άποδίδει πιστά τή φρασεολογία τών κρατικών άρχείων. Τότε μέ τή λέξη υποκριτής φτάνουμε ώς τό 449, δπότε χρονολογείται δ πρώτος άγώνας υποκριτών. Πάντως, ή λέξη έμφανίζεται τόσο άργά, ώστε είναι άδύνατη μιά δραστική άπόφαση ανάμεσα στις σημασίες «άποκριτής» και «ερμηνευτής», και ετσι τά μέτωπα παραμένουν τό ενα άπέναντι στό άλλο σέ αμείωτη άντίθεση. Παρ' δλα αύτά, μιά δήλωση δπως του Κ. Reinhardt^ δείχνει δτι τά τελευταία χρόνια υποστηρίζεται 1. Γιά ερμηνεία τών έπιμέρους χωρίων σέ μιά προσπάθεια γιά τή διαπίστωση σημασιολογικής εξέλιξης, βλ. Α. Lesky, Studi in onore di Enrico Paoli, Φλωρεντία 1955, iß9=Gesammelte Schriften 239. 2. Aischylos als Regisseur und Theologe, Βέρνη 1949, 10. Παλαιότερη βιβλιογραφία στ6ν Α. Müller, Lehrbuch der griechischen Bühnenal-
98
ΘΕΣΠΗΣ
περισσότερο ή δεύτερτ) άπο τΙς σημασίες πού δόθηκαν πιο πάνω: άπέναντι στο χορό στέκεται ό ήθοποιός, δηλαδή ό «άποκριτής» ή «ερμηνευτής» (ενα εύρημα άπό τον Πίνδαρο μείωσε τις πιθανότητες της σημασίας «άποκριτής»). Επομένως, δικαιώνεται και πάλι ή διαμαρτυρία του Bywater (Ποιητ. 1449a 15) γιά τή συνηθισμένη στά χρόνια του άποδοχή της σημασίας «άποκριτής». 'Εννοείται δτι δεν άναφερόμαστε στον έρμηνευτή των λόγων του ποιητή άλλά στον εισαγωγικό πληροφοριακό εισηγητή του δράματος. Αύτό συνδυάζεται με τό τόσο σημαντικό γιά μας χωρίο του Θεμίστιου, ένώ δεν διαθέτουμε καμία μαρτυρία δτι ή άπόκριση του υποκριτή ξεχώριζε ώς ιδιαίτερη δραστηριότητά του. Τά προλογικά πρόσωπα του Εύριπίδη είναι πραγματικά υποκριταΐ μέ τήν έννοια πού θεωρούμε εδώ πιθανή. Τό άρθρο στή Σούδα μας πληροφορεί δτι δ Θέσπης στήν άρχή tcrtümer 1886, 170, καΐ στον Schmid, 2, 58. Τή σημασία «έρμηνευτής» υποστηρίζουν οί: Α. Lesky, WS 47 (1929) 13, 33=ο.π. 91, 33, καΐ στή μελέτη πού μνημονεύεται στήν προηγούμενη υποσημείωση· G. Thomson, Aeschylus and Athens, Λονδίνο 1941 [έλλην. μετ. Γ. Βιστάκης,Άθήνα 1954], μέ κάπως προβληματική προέκταση στο χώρο της εθνολογίας" Η. Koller, "llypokrisis und Hypokrites», ΜΗ 14 (1957) 100" Η. Schreckenberg, Δράμα, Würzburg 1960, 111, ό όποιος δμως ^χει άδικο στον ισχυρισμό του δτι ή τραγωδία έμεινε γιά μεγάλο χρονικό διάστημα άποκλειστικά ορχηστική· Br. Zucchelli, ^'Υποκριτής. Origine e storia del termine», Studi grammaticali e linguistiei 3, Μιλάνο 1963 (τό 1962 δημοσιεύτηκε ώς μελέτη τοϋ 'Ινστιτούτου Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Γένο(iaç), ό όποιος δίνει μιά Ικανοποιητική έπισκόπηση τοϋ όλου προβλήματος, άλλά προτιμά νά συσχετίσει τόν «έρμηνευτή» μέ τό ρόλο, επομένως και μέ τό λόγο τοϋ ποιητή· J. Rode, Untersuchungen zur Form des aischyleiHchen Chorliedes (διατρ.), Τυβίγγη 1965, 216. Ό Pickard-Cambridge, στήν πρώτη έκδοση τοϋ Dith. Tr. Com. ('Οξφόρδη 1927, 110), κράτησε έπιφυλακτική στάση, ένώ στήν πρώτη έκδοση τοϋ Festivals ('Οξφόρδη 1953, 131) υποστήριξε πολύ πιο αποφασιστικά τή σημασία «άποκριτής». 'Αντίθετα, οι άναθεωρητές της δεύτερης έκδοσης τοϋ έργου (σ. 126, 5, μέ τή σχετική βιβλιογραφία, καΐ 131) προτιμούν, άν καΐ μέ κάποιο δισταγμό, τή σημασία «έρμηνευτής, παρουσιαστής». Γιά τή σημασία «άποκριτής» έχουν έκφραστεϊ πρόσφατα ό Patzer, 127, 4, καΐ ό Else, 58. Κάπως άπομονωμένοι στέκουν ό Α. von Blumenthal, Gnomon 19 (1943) 33, 2, πού απορρίπτει Βέβαια τή σημασία «άποκριτής», άλλά σέ ένα σχετικό χωρίο τοϋ Θουκυδίδη (7, 44, 5) δίνει μιάν άβάσιμη ερμηνεία, και ό Κ. Kerényi, ό όποιος στό Îpyo του Streifzügen eines Hellenisten, Ζυρίχη 1960, 43, για τό νποκρίvtaOaL δέχεται ώς πρωταρχική σημασία: « Ή άπόκριση —λόγος και συμπεριφορά— σύμφωνα μέ τήν άληθινή ούσία, σύμφωνα μέ τόν άπαραχάρακτο τρόπο της εσώτερης κρυμμένης αλήθειας...»
99
ΘΕΣΠΗΣ
αλειφόταν μέ ψί,μύθι,ο, ύστερα κάλυπτε το πρόσωπο του μέ άδράχνη καΐ τέλος έπινόησε το προσωπείο άπό καθαρό λινάρι (εν μόν// οθόνη). Ή τελευταία αύτή μαρτυρία θά μπορούσε νά άναφέρεται, σέ άπλά πάνινα προσωπεία δίχως χρώμα, ^ και. ετσι θά μπορούσαμε νά θυμηθοΰμε τά άπέριττα γυναικεία προσωπεία μέ τή λευκή επίχριση πού άπεικονίζονται σέ μιά οινοχόη άπο την άθηναϊκή άγορά (Pickard-Cambridge, Festivals, είκ. 32). Μέ κανέναν δμως τρόπο δεν θά μπορούσε νά οδηγήσει αύτή ή πληροφορία στήν ύπόθεση δτι πρώτος ό Θέσπης έφεΰρε τό προσωπείο, πού ήταν στήν πραγματικότητα πανάρχαιο έξάρτημα. Εύλογα παρατηρεί ό Webster (στον Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 80) δτι ή Σούδα, ή ή πηγή της, πιθανότατα συμπίεσε σέ ένα χρονολογικό σχήμα διάφορες παλαιές μορφές άμφίεσης, πού χρησιμοποιούνταν σέ χορούς και δραματικές παραστάσεις. ^ Δέν μπορούμε νά ξέρουμε αν ήδη ό Θέσπης πέρασε άπό τό τροχαϊκό τετράμετρο στό ιαμβικό τρίμετρο, επειδή ή γνησιότητα τών άποσπασμάτων είναι ύποπτη. ΚαΙ δσο για τό γνωστό χωρίο τού 'Οράτιου {Ars ρο. 276), πού μετέβαλε τό «"Αρμα Θέσπιδος» σέ έκφραση παροιμιακή, δέν μπορούμε στά σοβαρά νά σκεφτούμε, όπως λ.χ. ό Flickinger (19), δτι έννοεΐ μιά τροχοφόρα περιοδεύουσα σκηνή. Ή σύγχυση στήν πηγή τού Όρατίου προήλθε άπό ενα πανάρχαιο έθιμο στις άνοιξιάτικες λατρευτικές έκδηλώσεις, δπως μαρτυρεί ή Σούδα: τά εκ τών αμαξών σκώμματα. 1. "Αλλες δυνατότητες στον Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 79. 2. Ό Webster, δ.π. 80, δίνει εναν πίνακα άπο μνημεία μέ διάφορα στοιχεία άμφίεσης άπο τήν περίοδο του Θέσπη" για το ϊδιο θέμα βλ. και τό Monuments. Λιγότερο πειστικά στον Pickard-Cambridge, Festivals 191, συσχετίζεται ή μαρτυρία της Σούδας μέ διάφορες άπόπειρες τοΰ Θέσπη νά άντιπαρατεθεϊ ό ϊδιος, ώς ύποκριτής πιά, φορώντας προσωπείο, στό χορό, πού τό χρησιμοποιούσε άπό τήν πρώτη άρχή.
100
Γ ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΥΝΙΧΟΣ, ΠΡΑΤΙΝΑΣ
Mtà ομάδα έπιγραφών, πού μας παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες γιά χρονολογίες παραστάσεων στήν 'Αθήνα, προέρχονται πιθανότατα άπο ενα ναϊκό κτίσμα, τό όποιο 'ίδρυσε, τον 3ο αιώνα π.Χ., κάποιος ευκατάστατος πολίτης πού ένδιαφερόταν γιά τό πολιτισμικό παρελθόν της πόλης του. Τά κείμενα, πού άνάγονται σε επίσημα άρχεϊα, τά άνασυγκρότησε άξιοθαύμαστα άπό εναν τεράστιο άριθμό αποσπασμάτων ό Α. Wilhelm και τά πραγματεύτηκε στο βιβλίο του Urkunden dramatischer Aufführungen in Athen (1906).^ Μετά τη δημοσίευση τους στις IG I P έχουν όριστικά πια τώρα εκδοθεί στόν Pickard-Cambridge, Festivals 101, αν νέα ευρήματα δεν προσφέρουν άλλες συμπληρώσεις. Οί ονομαζόμενοι Fasti {IG I P 2318) δίνουν, κάτω άπό τό ονομα του επώνυμου άρχοντα, γιά τούς διθυραμβικούς άγώνες παίδων καΐ άνδρών τη νικήτρια φυλή και τό χορηγό, γιά τήν κωμωδία και τήν τραγωδία τό όνομα τοΰ νικητη χορηγού και του ποιητή. Ά π ό τό πρόβλημα αν γιά τή χαμένη άρχή της επιγραφής θά έπρεπε να συμπληρωθούν δύο ή τρεις στήλες εξαρτάται ό προσδιορισμός τής άρχής έκείνου τοΰ κρατικού εορταστικού προγράμματος πού, μέ μερικές άλλαΙγές, ίσχυσε έπι αιώνες. Τό έ'τος 502/1, πού θά μας οδηγούσε στήν πρώτη περίοδο τής νεόδμητης δημοκρατίας, είναι πολύ πιθανό, άλλά δέν μπορεί νά βεβαιωθεί τελεσίδικα. Οί ονομαζόμενες Διδασκαλίες δίνουν {IG I P 2319-23) τις δραματικές παραστάσεις γιά τά Διονύσια και τά Αήναια. "Άν ύποθέσουμε ότι αύτή ή έπιγραφή ήταν άναρτημένη στόν εσωτερικό τοίχο του ναίσκου, οι πίνακες των νικητών παίρνουν τή θέση τους στό έπιστύλιο ή πάνω άπό αύτό, ετσι πού ό παρατηρητής, χάρη στή γειτνίαση των δύο επιγραφών, μπορούσε νά εχει καλή εποπτεία. Αύτοι οί πίνακες τών νικητών (τά κατάλοιπα άνασυντέθηκαν άπό 41 1. Τήν καλύτερη εισαγωγή σ' αύτό τό δύσκολο ύλικό άποτελεϊ άκόμη και τώρα ή βιβλιοκρισία τοΰ Ε. Reisch {Zeitschrift für österr. Gymn. 58, 1907, 289) γιάτό βφλίο τοϋ Wilhelm· τώρα: Η. J. Mette, Urkunden dramatischer Aufführungen in Griechenland (Texte und Kommentare 8), Βερολίνο 1977. Πρβ. και Flickinger, 318" Α. Körte, Hermes 73 (1938) 124, καΐ ιδιαίτερα Pickard-Cambridge, Festivals 101.
103
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, Φ Ρ Γ Ν Ι Χ Ο Σ , Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
θραύσματα, κυρίως άπο τή νότια πλευρά της Ακρόπολης) έδιναν γιά τις δύο γιορτές τον ποιητή και τον ύποκριτή της τραγωδίας καΐ, κωμωδίας μέ τή διαδοχική σειρά της πρώτης τους νίκης, και μετά πρόσθεταν τον συνολικό άριθμό των νικών τους. Ό πίνακας τών τραγικών ποιητών γιά τά Διονύσια άρχίζει μέ τον Αισχύλο, πού νίκησε γιά πρώτη φορά τό 484 π.Χ. Πριν άπό αύτόν λείπουν περίπου δέκα σειρές, πού άντιστοιχουν σέ ισάριθμα ονόματα ποιητών. Μόνο λίγους άπό αυτούς γνωρίζουμε τόσο ώστε νά εΐ'μαστε σέ θέση νά δώσουμε κάποιες πληροφορίες. Ό Βίος του Αισχύλου (16) άναφέρει ως προδρόμους του μεγάλου τραγικού, μαζί μέ τον Θέσπη, τον Χοιρίλο καΐ τον Φρύνιχο. Ό Χοιρίλος παραμένει γιά μας εντελώς σκιώδης φυσιογνωμία. Μαρτυρίες στον 'Ησύχιο και στή Σούδα (λ. Χοιρίλος και Πρατίνας) τον άνεβάζουν χρονολογικά άρκετά υψηλά. Σύμφωνα μέ αύτές, έ'λαβε μέρος σέ δραματικό άγώνα γιά πρώτη φορά στήν 64η ολυμπιάδα (524/3-521/20), ένώ στήν 70ή ολυμπιάδα (500/499497/6) είχε άντιπάλους τον Πρατίνα και τον Αισχύλο. Τότε κατέρρευσαν οί κερκίδες {ικρια) τών θεατών —αύτό μπορεί νά άνταποκρίνεται στήν άλήθεια. Μέ τήν πρώτη μαρτυρία δέν συμφωνεί ή πληροφορία του Εύσέβιου σχετικά μέ τήν άκμή του Χοιρίλου τό 482. Μήπως κάποιος, επειδή δέν ήταν γνωστό τό έ'τος γεννήσεως, ειχε βασίσει τους υπολογισμούς του στήν πρώτη θεατρική εμφάνιση; "Οταν δ Βίος τοΰ Σοφοκλή (19) ανάμεσα στούς άντιπάλους του ποιητή ονομάζει και τον Χοιρίλο, προκύπτει μια άσυνήθιστα μακρά περίοδος δημιουργίας. "Ισως, συμφωνώντας μέ τόν Schmid (2, 170, 1), πρέπει να υποθέσουμε ότι τό συνηγωνίσατο (ήταν άντίπαλός του γιά τό πρώτο βραβείο) τοΰ Βίον είναι παρανόηση μιας είδησης πού μας διασώθηκε στή Σονόα, στο λήμμα Σοφοκλής. Σύμφωνα μέ αύτήν, ό ποιητής εγραψε τή μελέτη του γιά τό χορό προς Θέσπιν καΐ Χοιρίλον άγωνιζόμενος. Οι πληροφορίες τών λεξικογράφων ότι ό Χοιρίλος είχε γράψει 160 έ'ργα και κέρδισε 13 πρώτες νίκες άξίζουν κάποια εμπιστοσύνη μόνο ως πρός τόν δεύτερο άριθμό, έπειδή μπορούν νά άναχθοΰν σέ σημειώσεις διδασκαλιών. Οΰτε ό μοναδικός γνωστός τίτλος τραγωδίας Άλότιη οΰτε τά δύο μοναδικά άποσπάσματα μέ τις αινιγματικές μεταφορές γης όστοΐσιν και γης φλέβες μας επιτρέπουν νά συλλάβουμε άτομικά χαρακτηριστικά. Εντελώς άνεπιβεβαίωτη παραμένει ή πληροφορία δτι ό Χοιρίλος εισήγαγε καινοτομίες στά
104
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
προσωπεία καί στις ένδυμασίες των υποκριτών. Γιά τον κωμικό στίχο ήνίκα μεν βασιλεύς ήν Χοιρίλος εν σατύροις, παρά την άντίθετη γνώμη του Schmid (2, 170, 1), πρέπει νά διατηρήσουμε την υποψία δτι άναφέρεται σέ κάποιον συνονόματο του.^ Γιά τή φυσιογνωμία του Φρυνίχου, γιου του Πολυφράσμονα, μπορούμε νά συγκεντρώσουμε περισσότερα στοιχεία.^ Σύμφωνα με τό άρθρο της Σούδας, νίκησε στήν 67η ολυμπιάδα (512/511509/8): αύτη πρέπει νά ήταν ή πρώτη του νίκη. Ό Πλούταρχος {Θεμ. 5) άναφέρει μιά νίκη μέ χορηγό τον Θεμιστοκλή καί, άρχοντα τον 'Αδείμαντο (476). Το άρθρο τής Σούδας^ εισάγει την άπαρίθμηση των έργων του μέ την έξης φράση: τραγωδίαι ôè αυτού είσιν εννέα αύται. Άκολουθοΰν οΐ τίτλοι Πλενρώνιαι, Αιγύπτιοι," Ακταίων, "Αλκηστις, 'Ανταίος η Αίβνες, Δίκαιοι η Πέρσαι ή Σννθαικοι, Δαναΐδες. Σ' αύτη την ομάδα πολλά σημεία είναι άβέβαια. Ό πρώτος τίτλος βρίσκεται έξω άπο τήν άλφαβητική σειρά. 'Εδώ μπορεί νά βοηθήσει ή σύμφωνα μέ τό μύθο συμπλήρωση του Fr. Marx^ . Ή άνακριβής άλφαβητική άπαρίθμηση θα έβρισκε κάποιο στήριγμα στους δύο τελευταίους τίτλους. Άφοΰ τό έργο δύσκολα μπορεί νά διαδραματιζόταν στήν Πλευρώνα—αν ή συμπλήρωση είναι σωστή— πρέπει νά σκεφτούμε γιά τό χορό αιχμάλωτες γυναίκες άπό αύτή τήν πόλη. 'Ιδιαίτερα δύσκολη είναι ή κρίση μας γιά τούς τρεις τίτλους πού μνημονεύονται στήν προτελευταία θέση και άναφέρονται στό ϊδιο δράμα. Δέν έχει πολύ νόημα έδώ νά βασιστούμε στήν τολμηρή διόρθωση Δίκτυς ή Περσεύς καί νά δούμε στους Συνθώκους τούς άπολιθωμένους συντρόφους του βασιλιά Πολυδέκτη.^ Έ ξ ί 1. Πρβ. Pickard-Cambridge, Dith. Tr. Com. 68. 2. Γιά τή μορφή του ονόματος βλ. Schmid, 2, 170, 8. Ή Σούδα προσφέρει δύο άλλες παραλλαγές γιά τό πατρώνυμο: Μίνυρος καΐ Χοροκλής· χωρίς έχέγγυα, βέβαια, άφοΰ ό γιος του Φρυνίχου Πολυφράσμων πήρε, φυσικά, τό δνομα του πάππου του. 3. Σχετικά βλ. Cantarella, Eschilo 288, καί Α. ν. Blumenthal, RE 20 (1941) 911. 4. RhM 77 (1928) 340. 5. Αύτο προτείνει, προσθέτοντας τό «ίσως», ό Howald, 45. Παρόμοια ό Α. ν. Blumenthal, RE 20 (1941) 913, μέ τό Δανάη ή Περσεύς ή Σύνθωκοι. Ό Cantarella, Eschilo 230, μετατοπίζει τό δεύτερο ή, àXkà τό αποτέλεσμα του, Σννθωκοι ή Ααναΐδες, διαταράσσει τήν άλφαβητική σειρά. Ωστόσο, Πέρσαι πρέπει νά ήταν ή Μιλήτου άλωσις, άν μέ αύτή τή φράση ό 'Ηρόδοτος δίνει μόνο τό περιεχόμενο και οχι τόν τίτλο του έργου.
105
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, Φ Ρ Γ Ν Ι Χ Ο Σ , Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
σου ριζί,κή λύση είναι νά άπαλείψουμε, δπως ό Schmid (2, 171, 9), τά δύο ή άνάμεσα στούς τρεις τίτλους. 'Οπωσδήποτε, έτσι θά μπορούσαμε νά άποδεχτοΰμε τήν πιθανότητα μιας μετακίνησης άπό τον προηγούμενο διπλό τίτλο, και νά εχουμε το κέρδος νά άνακαλύψουμε στην άπαρίθμηση τά έννέα δράματα πού μνημονεύει ή εισαγωγική φράση της Σούδας. Τί γίνεται δμως τότε μέ τήν άλφαβητική σειρά; Τό πρόβλημα περιπλέκεται άκόμη περισσότερο, επειδή πρέπει νά συνεκτιμηθεί καΐ ή θεωρία πού εχουμε μαρτυρημένη γιά τις Φοίνισσες, έ'ργο πού μπορεί κάλλιστα νά χρονολογηθεί το 476, έ'τος της χορηγίας του Θεμιστοκλή. Στο κεφάλαιο γιά τον Θέσπη εξετάσαμε αύτο πού μας παραδίδει ή Υπόθεση των Περσών του Αισχύλου ώς μαρτυρία του Γλαύκου του Ρηγίνου γιά τον πρόλογο του εύνούχου, πού τακτοποιεί τά καθίσματα γιά τούς συμβούλους του βασιλιά/ άνιστορώντας, άπο τήν άρχή κιόλας, τήν ήττα του Ξέρξη. "Αν αύτο τό συνδυάζαμε με τον ισχυρισμό του Γλαύκου δτι ό Αισχύλος εγραψε τούς Πέρσες του μέ βάση τό εργο του Φρυνίχου, τότε και γι' αύτο τό δράμα προσφέρεται ώς κεντρικό θέμα ή ήττα στή Σαλαμίνα. 'Ακριβώς δμως τό δτι στο παλαιότερο δράμα ή ήττα άνακοινωνόταν στήν άρχή του έ'ργου, άφαιροϋσε άπό τή συνέχεια Ινα στοιχείο έντασης. Ό θρήνος θά άποτελοΰσε τό κύριο περιεχόμενο τών Φοίνισσών. "Ενα σχόλιο του 'Αμμώνιου στό Φ 111 {Ρ. Oxy. 2, άρ. 221) πρόσφερε υπολείμματα άπό δύο τροχαϊκά τετράμετρα, πού θέλησαν νά τά διαβάσουν ετσι: πρ]ωΐην όεείλην πλείο[νες ]ίων/ανόρες εκτείνοντο όψί]ην ες δειέλην.^ Ό Fr, Marx, σέ ενα ελάχιστα έπιτυχημένο 1. 'Απαράδεκτη είναι ή επιχειρηματολογία τοϋ Ρ. Arnott, Scenic Conventions 70, στήν προσπάθεια του νά παραμερίσει εντελώς τον πρόλογο του εύνούχου. 2. Ό λόγος είναι γιά κείνους πού έπεσαν το πρωί και άργά το δειλινό. Προσπάθειες γιά συμπλήρωση έγιναν άπό τούς Η. Diels, RhM 56 (1901) 29· Fr. Marx (βλ. επόμενη σημείωση) 357' Α. ν. Blumenthal, RE 20 (1941) 916. Εύχαριστώ θερμά τόν Η. Erbse γιά τή σημαντική πληροφορία οτι μιά καινούρια έπισταμένη έξέταση τοϋ παπύρου τοΰ έδωσε άποφασιστικά στοιχεία γιά τήν άπόρριψη δλων τών συμπληρώσεων πού προτάθηκαν ώς τώρα. Σχετικά μέ τούς ίωνισμούς τοϋ κειμένου, ή έρμηνεία τοΰ Η. Dials οτι πρόκειται γιά αρχαϊσμούς τοΰ Φρυνίχου, πού έδειχνε άλλωστε μιά άδυναμία γιά τά ιωνικά στοιχεία, πρέπει νά προτιμηθεί άπο τήν άποψη τοΰ Fr. Marx, πού υποθέτει δτι ομιλητής ήταν ένας άπό τούς έμπιστους "Ιωνες της περσικής αυλής.
106
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
άρθρο^, ξεκινώντας άπό λαθεμένη κρίση σχετικά μέ τήν τεχνική των προλόγων, θεώρησε τις Φοίνισσες^ άντίθετα με τη γνώμη του Γλαύκου, μεταγενέστερες άπό τους Πέρσες, και προσπάθησε νά συσχετίσει τούς στίχους μέ τή ναυμαχία στη Μυκάλη. Στηρίχτηκε γι' αυτό στόν 'Ηρόδοτο 9, 101: τον δε εν Μνκάλγ} περί όείλην. Πολύ σωστά όμως ό Pohlenz (2, 25) παρέθεσε τά χωρία πού μαρτυρούν και για τή Σαλαμίνα ότι δ άγώνας συνεχίστηκε ως τις βραδινές ώρες. "Ετσι καταρρέουν στό μεγαλύτερο τους μέρος οΐ άνασυνθετικες προσπάθειες του Fr. Marx και του Fr. Stoessl, ό όποιος δέχτηκε τήν υπόθεση της Μυκάλης. Τά υπολείμματα όμως των δύο στίχων είναι πολύτιμα και γιά εναν άλλο λόγο : δείχνουν δτι, υστέρα άπό τήν όλοφάνερα σύντομη άναφορά στήν ήττα της Σαλαμίνας, ό εύνοΰχος εδινε στόν πρόλογό του μιά διεξοδική άφήγηση. Τόν κύριο χορό τόν άποτελοΰσαν γυναίκες άπό τή Σιδώνα (άπ. 9 και 10 Ν.), κάτι πού τό καταλαβαίνουμε εύκολα, έχοντας υπόψη τό ρόλο πού έπαιξαν οΐ Φοίνικες στόν περσικό στόλο. Γιά τούς συμβούλους δμως μένει άνοιχτή ή δυνατότητα νά σκεφτούμε βουβά πρόσωπα, στόν τύπο των δικαστών στίς Ευμενίδες, ή εναν δευτερεύοντα χορό, δπως των κυνηγών στόν 'Ιππόλυτο.'^ Επανερχόμαστε στό πρόβλημα αν υπάρχει κάποια σχέση άνάμεσα στόν τίτλο Δίκαιοι ή Πέρσαι ή Σννθωκοι και στις Φοίνισσες. Ό Lloyd-Jones (24) προσπαθεί νά τό λύσει υποθέτοντας κάποια σύγχυση μέ τά δράματα μιας τριλογίας: ό Γλαύκος ειχε κάμει λάθος· τό δράμα μέ τόν πρόλογο του εύνούχου ήταν έκεϊνο πού μνημονεύεται στή Σούδα μέ τρεις τίτλους, ενώ οι Φοίνισσες ήταν ενα άλλο δράμα της ϊδιας τριλογίας, πού γιά τό περιεχόμενό του δεν μπορούμε νά πούμε τίποτε. Ή ανάγκη να διορθωθεί ή μαρτυρία τού Γλαύκου είναι κάπως άμφίβολη, κ α ΐ γ ι ' αυτό, συμφωνώντας μέ τόν Fr. Marx (ο.π. 348) καΐ τόν Fr. Stoessl (ο.π. 159), θά προτιμούσα νά άφήσω άνοιχτή μιά δυνατότητα, πού δεν τήν άποκλείει και ό Lloyd-Jones: ότι καΐ οΐ τρεις τίτλοι στή 1. RhM 77 (1928) 337. 2.Έτσι ό J. Lammers, 60, σέ μιά διεξοδική πραγμάτευση των Φοινισσών, δπου παρατίθεται πολλή άπό τήν παλαιά βιβλιογραφία. Ό Τ. Β. L, Webster, στήν άναθεωρημένη έκδοση του Pickard-Cambridge, δ.π. 65, εξετάζει μιά λιγότερο πιθανή δυνατότητα, δτι οΐ σύμβουλοι άποτελοΰσαν τον κύριο χορό, ένώ οΐ γυναίκες άπό τή Φοινίκη εναν δευτερεύοντα,
107
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, Φ Ρ Γ Ν Ι Χ Ο Σ , Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
Σούδα άναφέρονταί. στις Φοίνισσες. Γιά τήν υποστήριξη αύτήc της σκέψης μπορεί νά ειπωθεί οτι γιά τους Πέρσες και τις Φοίνισσες ή υπόθεση της ταύτισης είναι πολύ φυσική, ενώ οι Σύνθωκοί θά μπορούσαν νά υποδηλώνουν τη σύναξη τών συμβούλων πού μνημονεύει ό Γλαύκος. Οί Δίκαιοι δμως παραμένουν αινιγματικοί. Οί Φοίνισσες^ μαζι μέ τήν "Αλωση της Μιλήτου και τούς Πέρσες του Αισχύλου, μας δείχνουν τις άπόπειρες τών τραγικών, στις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ., νά δραματοποιήσουν μεγάλα σύγχρονα γεγονότα. Αυτό ήταν δυνατό, άφοϋ και ό μύθος άντιμετωπιζόταν σάν ιστορία" ωστόσο, δεν επιτρέπεται νά παραβλέψουμε δτι έπαιξαν ρόλο και πολιτικοί παράγοντες, πού θά μπορούσε νά άποβοΰν επικίνδυνοι γιά τήν παραπέρα έξέλιξη της τραγωδίας. Ό Η. Τ. Wade-Gery^ προσπάθησε νά τοποθετήσει τήν παράσταση της "Αλωσης της Μιλήτου στά Διονύσια του 493, ώστε τό εργο νά άκολουθήσει, μέ πολύ μικρή άπόσταση, τήν πτώση της Μιλήτου το καλοκαίρι του 494.^ 'Απεναντίας, ή σύνδεση μέ τό 492 εχει περισσότερες πιθανότητες, επειδή τό Ιργο πέφτει μέσα στο χρόνο πού ήταν άρχων ό Θεμιστοκλής, και έτσι εχουμε τό δικαίωμα νά ύπολογίσουμε τήν άμεση επίδραση του πολιτικού στή δημιουργία καΐ τήν παράστασή του.^ ΚαΙ αύτό άκόμη περισσότερο, άφοΰ, σύμφωνα μέ δλες τις πιθανότητες, τό εργο πού παραστάθηκε τό 476 μέ χορηγό τον Θεμιστοκλή ήταν οί Φοίνισσες, όπως υπέθεσε πρώτος ό Bentley. Ό 'Ηρόδοτος (6, 21) μας πληροφορεί δτι οί 'Αθηναίοι τιμώρησαν τον Φρύνιχο γι' αύτό του τό έ'ργο μέ πρόστιμο 1.000 δραχμές, ποσό οχι υπερβολικά ύψηλό. Τό σημαντικό είναι, άν πιστέψουμε τον ιστορικό, δτι οί 'Αθηναίοι μέ αύτό τον τρόπο ξεθύμαναν, γιατί ό ποιητής τούς θύμισε οΐκήϊα κακά. Φυσικά, δεν μπορεί να άποκλειστεϊ εντελώς ή υποψία δτι εδώ κρυβόταν κάποια πολιτική εχθρότητα άπέναντι στον Θεμιστοκλή.^ Πολλά θά δίναμε γιά νά μπορέσουμε νά προσδιορίσουμε κά1. Essays in Greek History, 'Οξφόρδη 1958, 177. 2. Πόσο λίγο πειστικό είναι αύτό, τό εδειξε ό W. G. Forrest, CQ η.s. 10 (1960) 235. 3. Αύτη είναι ή γνώμη καΐ του Podlecki, 14. 4. Πρβ. Lloyd-Jones, 22. Ό G. Freymuth θέλει νά άπομακρύνει άπό τό έργο κάθε πολιτική σκοπιμότητα: «Zur Μιλήτου "Αλωσις des Phrynichos», Philologus 99 (1955) 51.
108
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
πως ακριβέστερα τη σχέση των Αιγυπτίων και, των Δαναίδων μέ την τριλογία του Αισχύλου. Το σχόλιο στον 'Ορέστη 872 του Εύριπίδη άναφέρει δτι στο πρώτο άπό τά δύο αύτά δράματα ό Αίγυπτος ερχόταν μαζι μέ τούς γιούς του στο "Αργός. Αύτό μπορεί νά συσχετιστεί μόνο μέ τήν καταδίωξη των Δαναΐδων, και επομένως υποδηλώνει κάποια θεματική συγγένεια μέ τον Αισχύλο. Ά φοϋ και τά δύο δράματα άνήκουν στον 'ίδιο μύθο, τίθεται τό έρώτημα άν είναι μέρη μιας τριλογίας. Αίγο πιο πάνω συναντήσαμε τήν υπόθεση του Lloyd-Jones γιά μιά τριλογία μέ θέμα τούς περσικούς πολέμους: 6 ϊδιος μελετητής δοκιμάζει (29) νά προσαρτήσει και το δράμα τοϋ Γύγη (βλ. παρακάτω) σέ μιά τριλογία. Και γιά τις δύο ύποθέσεις δημιουργούνται πολλές έπιφυλά-. ξεις, άλλά οί Αιγύπτιοι και οί Δαναίδες θέτουν σοβαρά υπό συζήτηση τήν πιθανότητα μιας συνεχόμενης τριλογίας. Είναι λυπηρό νά μήν μπορούμε νά άποφασίσουμε ποιος ήταν ό δημιουργός αύτής της μεγαλόπρεπης δραματικής σύνθεσης. Μετά τήν άναγκαστική άναχρονολόγηση τών Ίκετίδων^ ή έμφάνισή της έπισημαίνεται γιά πρώτη φορά μέ τή θηβαϊκή τριλογία τοϋ 467, ενώ έ'χουν αποτύχει δλες οί προσπάθειες νά ενταχθούν οΐ Πέρσες (472 π.Χ.) του Αισχύλου σέ ένα τριλογικό σύνολο. "^Αν πραγματικά ό Φρύνιχος σύνθεσε συνεχόμενες τριλογίες, παραμένει ή πιθανότητα νά δανείστηκε αύτήν τή μορφή άπό τον Αισχύλο, καλλιτεχνικό άντίπαλό του για μεγάλο χρονικό διάστημα.^ Γιά χ^ν"Αλκηστη^ μέ βάση τό σχόλιο τοϋ Σέρβιου στήν^ίνείάδα τοϋ Βιργίλιου 4, 694: αΐίί dicunt Euripidem Orcum in scaenam inducer e gladium fer entern, quo crinem Alcestidi abscindat, et Euripidem hoc a Phrynicho (διόρθωση πειστική τοϋ Ο. J a h n άπό τά phenico Τ, και poenia F) antiquo tragico niutuatum,^ καΐ τό άπ. 2 Ν., καθώς και τό γεγονός ότι ό Θάνα1. Άριστοφ. Βάτρ. 1299. Γιά τό δλο πρόβλημα βλ. Ρ. Wiesmann, Das Problem der tragischen Tetralogie (διατρ.), Ζυρίχη 1929' M. Delcourt, «La tetralogie et la trilogie attique», AC 7 (1938) 31· M. Untersteiner, Origini 285' C. del Grande, Hybris 120· T. Krischer, Das Problem der trilogischen Komposition und die dramaturgische Entwicklung der attischen Tragödie (διατρ.), Φραγκφούρτη I960· Η. Steinmetz, Die Trilogie : Entstehung und Struktur einer Grossform dès deutschen Dramas nach 1800, Χαϊδελβέργη 1968. 2. ("Αλλοι Ισχυρίζονται δτι ό Εύριπίδης παρουσίασε στή σκηνή τον Θάνατο μέ ξίφος στο χέρι, γιά νά κόψει ενα βόστρυχο της "Αλκηστης, και δτι
109
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, Φ Ρ Γ Ν Ι Χ Ο Σ , Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
τος, ώς μορφή καΐ ονομα, εμφανίζεται μόνο στον πρόλογο και τον επίλογο του έργου του Εύριπίδη, συμπέρανα^ οτί. και αύτό τό δράμα μιμήθηκε, ως εναν μεγάλο βαθμό, το εργο του Φρυνίχου. Ό Θάνατος εμφανιζόταν στην άρχή του έργου γιά νά πάρει τήν "Αλκηστη, και εξασφάλιζε τήν κατοχή της κόβοντας μιά τούφα μαλλιά. ' Η λύτρωση ερχόταν μέ τον 'Ηρακλή, πού νικούσε τον Θάνατο. Και ή έξαπάτηση των μεθυσμένων Μοιρών άπο τον 'Απόλλωνα, δπως μνημονεύεται στις Ευμενίδες (723) του Αισχύλου και στήν "Αλκηστη (12, 32) του Εύριπίδη, θά μπορούσε νά προέρχεται άπο τον Φρύνιχο. Ό πί^οίχοίς των έργων του Φρυνίχου διακόπτεται στο γράμμα Δ, καΐ επομένως πρέπει άρχικά νά περιλάμβανε πολύ περισσότερα. Έκτος άπο τά δύο Ιστορικά έ'ργα, θά μπορούσαμε νά προσθέσουμε, χάρη στον 'Ησύχιο (λ. εφεόρανα), και εναν Τάνταλο, ενώ το συμπέρασμα γιά κάποιον Τρωίλο, μέ βάση το άπ. 13 Ν., είναι έντελώς άβέβαιο. Δεν μπορούμε νά ποΰμε άν άνάμεσα στους γνωστούς τίτλους βρίσκεται κανένας άπο σατυρικό δράμα' πάντως, μιά τέτοια ύπόθεση έ'χει έκφραστεΐ γιά τον Ανταίο, άλλά θά ήταν βιαστικό νά συναγάγουμε τό Ι'διο και γιά τ^ν"Α?ικηστη, βασισμένοι σέ στοιχεία του έργου πού μας φαίνονται κωμικά. Γιά τό δράμα τοϋ Γνγη, άπο τό όποιο μας έ'χουν σωθεϊ 16 στίχοι, ό Lloyd-Jones (24) άποδέχεται τήν ύπόθεση τών Lobel και Page ότι μπορεί νά προέρχεται άπό τόν Φρύνιχο. Αύτή ή απόδοση συγκρούεται μέ εκείνη πού τοποθετεί τό έργο στον 4ο αιώνα π.Χ. ή στήν έλληνιστική περίοδο, κι αύτό είναι ένα θλιβερό σημάδι της άβεβαιότητάς μας. Μέ αύτή τήν άποψη συντάσσομαι και εγώ και πραγματεύομαι τό πρόβλημα πιο κάτω. "Οσο καιρό τοποθετούσαμε τις Ικέτιδες του Αισχύλου στήν περίοδο γύρω άπό τή ναυμαχία της Σαλαμίνας ή 'ίσως και τή μάαύτο το στοιχείο ό Εύριπίδης τό δανείστηκε άπο τον Φρύνιχο, τον άρχαΐο τραγικό.) 1. «Alkestis, der Mythus und das Drama», SBAW 203/3 (1925) 63. Ό L. Weber, Euripides Alkestis, Λιψία 1930, καΐ «Φρυνίχου "Αλκηστις», RhM 79 (1930) 35, δεν προώθησε τό πρόβλημα πρός τή λύση του. Δέν υπάρχει καμιά βάση γιά νά άναγάγουμε στον Φρύνιχο τό μεγάλο διάστημα πού άφήνει ό Εύριπίδης άνάμεσα στήν προσφορά της "Αλκηστης και στήν πραγματοποίησή της. Τό άπ. 2 Ν. πρέπει νά τό άποδώσουμε, συμφωνώντας μέ τόν Hermann και τόν Welcker εναντίον τοϋ Schmid (2, 172, 1), στήν πάλη τοϋ Ήρακλη μέ τό Θάνατο.
110
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
χη του Μαραθώνα, μπορούσαμε νά πιστεύουμε δτι, μέ βάση αύτο τό εργο, ήταν δυνατό νά σχηματίσουμε μιά εικόνα γιά την πρώιμη τραγωδία. Αύτό όμως άνήκει πι,ά στό παρελθόν, και γι' αύτό τό κεφάλαιο της τραγικής ποίησης πρέπει νά ομολογήσουμε τήν άπόλυτη άγνοιά μας. Τά εργα τοΰ Φρυνίχου ήταν, ως εναν μεγάλο βαθμό, χορικά δράματα ή περιείχαν ήδη πλούσια άναπτυγμένο και τό δραματικό στοιχείο; "Οταν δ Lloyd-J ones κλίνει πρός τή δεύτερη ύπόθεση, κάτι εχει μέ τό μέρος του. Δύσκολα μπορούμε νά φανταστούμε πώς ό Φρύνιχος, μέ εντελώς άρχαϊκές συνθέσεις, προχώρησε ενα σημαντικό κομμάτι του δρόμου δίπλα στόν νεότερο του Αισχύλο. Κάτι περισσότερο γνωρίζουμε γιά ενα στοιχείο τής τέχνης του δπου εκφραζόταν ή φύση του ποιητή. Στόν 'Αριστοφάνη {Θεσμ. 164) μνημονεύεται ώς όμορφος άνθρωπος, πού ήξερε νά ντύνεται καΐ συγγένευε πολύ μέ τόν ιωνικό τρόπο. Μέ αύτό συμφωνεί και δ στ. 1298 τών Βατράχων^ καθώς και έκεϊνα τά χωρία {Σφ. 220, "Ορν. 750, και τά δύο μέ τά αντίστοιχα σχόλια) δπου εξαίρεται ή ιδιαίτερη γλυκύτητα τών χορικών του. Σέ αύτά έμφανίζονται και άσκληπιάδειοι (άπ. 6 Ν.), δπως τούς ξέρουμε άπό τή λεσβιακή λυρική ποίηση. Ό λόγος και ή μελωδία συνοδεύονταν άπό έπιδέξια όρχηστικά σχήματα. "Ενα άνώνυμο έπίγραμμα στόν Πλούταρχο {Σνμποσ. Προβλ. 8, 732κ.) άναφέρει δτι δ Φρύνιχος είχε επινοήσει τόσο πολλές ορχηστικές κινήσεις, δσα κύματα έ'χει ή θάλασσα σέ νύχτα καταιγίδας. Ό Wilamowitz {Gr. Versk. 465,1) σκέφτηκε ώς δημιουργό αύτής τής εικόνας εναν ποιητή δπως ό Διοσκορίδης ή δ Σωσίθεος. Κατά τό άρθρο τής Σονόας^ δ Φρύνιχος εισήγαγε τά γυναικεία προσωπεία καΐ τούς τετραμέτρους. Τό πρώτο είναι πιθανό, επειδή στόν Φρύνιχο πρώτη φορά μαρτυροϋνται θηλυκοί τίτλοι' ίσως όμως αύτό άκριβώς εξηγεί τήν προέλευση τής μαρτυρίας. Μέ τόν ίδιο τρόπο τοΰ έ'χει άποδοθεϊ και τό τετράμετρο, έπειδή τό παλαιότερο γνωστό δείγμα τό είχαν μέ τό ονομά του. Μέ βάσ·/) χαρακτηριστικά πού μπορούμε νά συγκεντρώσουμε ώς ενα βαθμό γιά τόν Φρύνιχο, είναι δυνατό νά ύπολογίσουμε τήν άντίθεση άνάμεσα στόν ποιητή πού συγγενεύει μέ τό ιωνικό στοιχείο και στόν Πρατίνα άπό τόν Φλιούντα, πού κλείνει τό χορικό τών σατύρων του μέ μιά θριαμβευτική ιαχή: ακονε τάν εμάν Αώρων χορείαν. Τά προβλήματα σχετικά μέ αύτό τό ύπόρχημα τά εχουμε ήδη πραγματευτεί (σ. 57)· έκεΐ σημειώσαμε ώς πολύ πιθα111
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, Π Ρ Α Τ Ι Ν Α ί :
νή τήν υπόθεση δτι μέρος αύτοϋ του τραγουδιοΰ αναφέρεται, σε πολεμική προς τον Φρύνιχο. Επίσης, γιά το σημαντικότατο επίτευγμα του Πρατίνα, τήν άναμόρφωση του σατυρικοϋ δράματος, εγινε εκτεταμένος λόγος στο πρώτο κεφάλαιο. Σύμφωνα μέ το άρθρο της Σούδας^ 6 Πρατίνας έγραψε 32 σατυρικά δράματα και 18 τραγωδίες. Σχετικά μέ τήν παράδοση των άριθμών υπάρχει ελάχιστη εμπιστοσύνη, και εδώ φαίνονται τουλάχιστον περίεργοι, μέ βάση τή συνήθη διάταξη τών τετραλογιών. 'Αλλά ό ποιητής πού άπό τό σατυρικό πρόπλασμα της δωρικής παράδοσης διαμόρφωσε ένα καινούριο δραματικό είδος, είναι φυσικό νά ασχολήθηκε μέ αύτο σέ πολύ μεγαλύτερο ποσοστό άπ' δ,τι μέ τήν τραγωδία. 'Ακριβώς άπό τούς άγώνες πού προκάλεσε ή άντίδρασή του προήλθε τό μεταγενέστερο τετραλογικό σχήμα, μόνο πού δέν μπορούμε νά προσδιορίσουμε άκριβέστερα, άπό χρονολογική άποψη, αύτή τήν εξαιρετικά λογική έξισορρόπηση (πρβ. Ziegler, 1939). Ό Cäntarella^ συνδέει εντελώς αύθαίρετα τήν έπιβολή του νεοσύστατου σατυρικού δράματος μέ τόν άγώνα της 70ής όλυμπιάδας, στόν όποιο εμφανίστηκε ό Πρατίνας μέ άντιπάλους τόν Χοιρίλο και τόν Αισχύλο. Ό Flickinger (24) τοποθετεί τό νεωτερισμό του Πρατίνα γύρω στό 515, καί, κατά τά φαινόμενα, πέτυχε τό σωστό, άφοΰ ό Buschor (83) έδειξε δτι μετά τό 520 εμφανίζονται σατυρικές άγγειογραφίες πού όλοφάνερα βρίσκονται υπό τήν έπίδραση της ορχήστρας. Επίσης, μέ μιά θαυμάσια μέθοδο, κατόρθωσε άπό αύτά τά άγγεΐα νά κερδίσει σέ άδρές γραμμές μιά σημαντική σειρά άπό τέτοια παλαιά σατυρικά δράματα" μερικά άπό αύτά ϊσως άνήκουν στόν Πρατίνα.^ Βέβαιος μπορεί νά θεωρηθεί μόνο ένας τίτλος σατυρικού δράματος: οί Παλαιστές, πού άνέβασε τό 467 ό γιός του Άριστίας· αύτό μας δίνει έναν terminus ante γιά τό θάνατο τού ποιητή. Στήν Υπόθεση τών 'Επτά του Αισχύλου έχουμε τή σχετική πληροφορία: δεύτερος Άριστίας Π ε ρ σ ε ΐ, Τ αν τ άλ ω,^ Παλαισταΐς σατνροις τοις Πρα1. Eschilo 234· καί ό Schmid, 1, 636, τή χρονολογεί στά 500 π.Χ. 2. Σχετικά μέ τΙς άγγειογραφίες βλ. ιδιαίτερα Brommer, Satyrspiele, καΐ L. Campe, / drammi satireschi délia Grecia antica (II pensiero Greco 15), Μιλάνο 1940. 3. Γιά τό σχηματισμό τετραλογίας λείπει ενας τίτλος τραγωδίας. Δικαιολογημένα, άπό παλαιογραφική άποψη, ό Garrod, CR 34 (1920) 130, ακολουθώντας τόν Bergk, θέλησε νά συμπληρώσει τό κενό μέ τήν τραγωδία Άνταίω.
112
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, ΠΡΑΤΙΝΑί:
τίνου πατρός. Τώρα μπορεϊ νά προστεθεί καΐ το ύπόλειμμα μιας διδασκαλίας στον Ρ. Oxy. 2256, άπ. 2: δεύτερος Άριστίας ταΐς τον πα[τρός αύτον Πρατίνο]ν τραγωόίαις. Επομένως καΐ τα δράματα Περσεύς καΐ Τάνταλος., πού μνημονεύονται στή διδασκαλία, πρέπει νά θεωρηθούν, μέ βάση αύτή τή μαρτυρία, έργα τοΰ ΙΙρατίνα. Ό Άριστίας εγραφε έπίσης τραγωδίες και σατυρικά δράματα καί, σύμφωνα μέ τον Παυσανία (2, 13, 6), ύπηρχε ένας άνδριάντας του στην άγορά τοΰ Φλιούντα. Στο χωρίο τοΰ Παυσανία ό Άριστίας έμφανίζεται, μαζι μέ τον πατέρα του καί τον Αισχύλο, ώς ξεχωριστός ποιητής σατυρικών δραμάτων. Γιά το περιεχόμενο τών Παλαιστών τοΰ Πρατίνα δέν θά μπορούσαμε νά σχηματίσουμε καμία ιδέα* είναι βέβαια ερεθιστικό νά υποπτευθούμε μιά θεματική συγγένεια μέ τούς Ίσθμιαστές τοΰ Αισχύλου, άλλά δέν άποκλείεται νά πρόκειται άπλώς γιά παραπλανητική έντύπωση. Γνωρίζουμε έναν άκόμη τίτλο δράματος: Δύμαιναι^ ή Καρυάτιδες' ίσως πρόκειται γιά τραγωδία. 'Οπωσδήποτε, το Δυμαιναί., κατά τό σχετικό λήμμα τοΰ Ησυχίου, παραπέμπει σέ διονυσιακή έκσταση. 'Ώς εδώ οί λίγες μαρτυρίες γιά τον Πρατίνα δέν φαίνεται νά παρουσιάζουν καμιά δυσκολία. 'Ωστόσο, κάποια πρόσθετα στοιχεία πού συγκεντρώθηκαν άπό τον D. L. Page, Poetae Melici Graeci (σ. 368κ.), θέτουν ένα ιδιότυπο πρόβλημα. Μιά σειρά άπό αυτά περιέχουν πληροφορίες άπό τήν ιστορία της μουσικής και τής ποίησης, πού φαίνεται νά προϋποθέτουν μάλλον χορικό παρά δραματικό ποιητή. Είναι δ Ι'διος Πρατίνας; Καί άντιμετώπισε τόσο δύσκολα προβλήματα, όπως λ.χ. άπο ποιόν προήλθε ό πολνκέφαλος νόμος καί κατά πόσο ό Ξενόδαμος ήταν ποιητής ύπορχημάτων ή παιάνων; Καταλαβαίνουμε γιατί ό Lloyd-Jones (18) θέτει επιφυλακτικά γιά συζήτηση τή σκέψη δτι ό σατυρικός ποιητής τής πρώιμης περιόδου τοΰ δράματος θά μποροΰσε νά διαχωριστεί άπό έναν λυρικό ποιητή τοΰ τέλους τοΰ 5ου αιώνα' μέ αύτήν άκριβώς τήν άμφιβολία άντιμετωπίζει καί τό ύπόρχημα πού παραδίδει ό Άθήναιος. Πάντως, δύο άποσπάσματα θά μπορούσαν νά ύποδηλώνουν ένα είδος χάσματος ανάμεσα στις δύο εικόνες τοΰ Πρατίνα: τό άπ. 2 Ν., μέ τό έγκώμιο τής λακωνικής χορικής 1. Αύτή ή γραφή πρέπει νά προτιμηθεί άπο το Αύσμαιναι, πού προτείνει ό Meineke.
113
ΧΟΙΡΙΛΟΣ, ΦΡΓΝΙΧΟΣ, ΠΡΑΤΙΝΑί:
ποίησης, καΐ το άπ. 5 Ν., μέ την άπόρριψη της ιωνικής μουσικής γί,ά χάρη τής αιολικής άρμονίας. Στον Φρύνιχο και στον Πρατίνα στέκονται άντιμέτωπα ό ιωνικά διαμορφωμένος τρόπος καΐ τό ρωμαλέο δωρικό στοιχείο. Ή άντίθεση ανάμεσα στά δύο εκπροσωπεί διαφορετικές τάσεις και παραπέμπει στά συστατικά εκείνα πού γέννησαν, σε μιά μοναδική σύνθεση, τον άττικό τρόπο· εκείνο τον τρόπο πού, στην όλοκλήρωσή του, λέγεται Παρθενώνας και Σοφοκλής.
114
Δ' Α Ι Σ Χ Υ Λ Ο Σ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ 'Αρκετά χειρόγραφα περιέχουν ενα Βίον^ πού ή σύνθεσή του Ισως εξηγείται, καλύτερα άν υποθέσουμε οτι εδώ παραδίδεται υλικό άπο διάφορες πηγές. Μέρος του μπορεί νά άνάγεται ως τον Χαμαιλέοντα, πού εγραψε γύρω στο 300 π.Χ. ενα έ'ργο Περι ÄIσχύλον (απ. 39-42 W.), χωρίς ομ,ως νά είναι έφικτος ό άκριβέστερος προσδιορισμός. Μαζί μέ πολλή άνεκδοτολογία, προσφέρονται μερικές έ'ξοχες κρίσεις γιά την τέχνη του ποιητή. Εξάλλου, ο,τι διηγούνται άρχαϊοι συγγραφείς για τον Αισχύλο τό εχει άξιοποιήσει έξαντλητικά ό F. Schöll στήν έκδοση τών'Επτά επί Θήβας (Αιψία 1875) άπο τον Fr. Ritsehl, ένώ δλα τά ούσιώδη περιέχονται στήν ed. maior του Wilamowitz (Βερολίνο 1914). Πέρα άπο δλο αύτό το πολύ άνισης άξίας ύλικό, δεν πρέπει νά ξεχνούμε τή μεγαλόπρεπη εικόνα του Αισχύλου πού έ'χει σκιαγραφήσει δ 'Αριστοφάνης στούς ΒατράχονςΛ Έ ν ώ οί ποικίλες μνείες προσφέρουν, στήν καλύτερη περίπτωση, μικρές ψηφίδες πού καλύπτουν ελλιπέστατα τήν επιφάνεια ένος μωσαϊκού, αύτή ή εικόνα, σχεδιασμένη πενήντα χρόνια μετά τό θάνατο του τραγικού άπο εναν όμόγνωμο ποιητή, μας έπιτρέπει νά άναγνωρίσουμε, πίσω άπο όλη τήν κωμική παραμόρφωση, τά χαρακτηριστικά μιας μεγάλης προσωπικότητας, πού στεκόταν άπέναντι στο περιβάλλον της σε άπόσταση άπρόσιτης μεγαλοσύνης, βυθισμένη στή σοβαρότητα της ποιητικής της άποστολής. ' Η πληροφορία τού Πάριου Μαρμάρου {FGrHist 239, έπ. 48) δτι ό Αισχύλος τον καιρό της μάχης τού Μαραθώνα ήταν 35 χρόνων και δταν πέθανε 69 (έπ. 59), τοποθετεί μέ βεβαιότητα τή γέννησή του στό 525/4. Τό γεγονός οτι ό Βίος (και Σχ. Άριστοφ. Βάτρ. 886) ονομάζει ως τόπο καταγωγής του τήν 'Ελευσίνα οδήγησε επανειλημμένα στήν ύπόθεση μιας ιδιαίτερης έπίδρασης της έλευσινιακής λατρείας στόν ποιητή. Ό G. Méautis (29) μάλιστα έ'φτασε νά πάρει στα σοβαρά και τήν είδηση (Άθήν. Έπιτ. 1, 21d) δτι οί ίεροφάντες και οί δαδοΰχοι μιμήθηκαν τή θεατρική σκευή πού είχε έπινοήσει ό Αισχύλος, ώς ενδειξη άντεπίδρασης 1. ΚαΙ γι' αύτό το θέμα σημαντική παραμένει ή σχολιασμένη έκδοση του L. Radermacher (3η εκδ. μέ επιμέλεια του W. Kraus, Βιέννη 1967).
117
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
του ποιητή στον λατρευτικό χώρο. "Οταν όμως στούς Βατράχους (886κ.), πριν άπο τον άγώνα, ό Αισχύλος έπικαλεΐται τή Δήμητρα, πού έθρεψε το πνεύμα του, και προσεύχεται νά-φανεΐ άντάξιος των μυστηρίων της, πρέπει οπωσδήποτε να παρατηρήσουμε, συμφωνώντας μέ τον Radermacher, οτι ό ποιητής στρέφεται προς τή θεά του ιδιαίτερου δήμου του. Οί άρχαιοι ήξεραν γιά μιά δίκη άσεβείας εναντίον του ποιητή, επειδή είχε παραβιάσει το άπόρρητο τών μυστηρίων. Ό 'Ηρακλείδης άπο τον Πόντο, στο έ'ργο του Περί'Ομήρου (άπ. 170 W., ελαφρά παραλλαγμένο στον Αιλιανό, Ποικ. Ίστ. 5,19), δραματοποίησε εντυπωσιακά το γεγονός: ό Αισχύλος, λέει, κινδύνεψε νά σκοτωθεί επί σκηνής (έπομένως, ύποτίθεται οτι ό Ι'διος ερμήνευε ρόλο σέ έ'ργο του), άλλα κατέφυγε στο βωμο του Διονύσου, ενώ στή δίκη πού προκάλεσαν οΐ 'Αρεοπαγίτες άθωώθηκε χάρη στή στάση του στον Μαραθώνα. Αύτο μνημονεύεται στά σχόλια ένος άνωνύμου στά 'Ηθικά Νικομάχεια (3, 2, U l l a 10), δπου ό 'Αριστοτέλης παρατηρεί οτι κάποιος μπορεί νά μήν έχει συνείδηση του τί πράττει, λ.χ. νά μήν ξέρει οτι κάτι δεν επιτρέπεται νά άποκαλυφθει, όπως ήταν ή περίπτωση του Αισχύλου μέ τά μυστήρια. Ό J. Bernays^ συνδύασε το χωρίο μέ τήν παρατήρηση του Κλήμεντα του 'Αλεξανδρέα {Στρωμ. 2, 14, σ. 145 St.) δτι ό Αισχύλος δήλωσε πώς δεν ήταν κάν μυημένος, καΐ αύτο παραμένει τό πιθανότερο συμπέρασμα άπο τις έλλειπτικές πηγές μας. 'Ωστόσο, ή καταγγελία μπορεί νά άνταποκρίνεται στήν ιστορική άλήθεια' μάλιστα, έξηγεΐ άρκετά και το ζήλο τών μεταγενεστέρων νά άναζητοΰν στο έργο του ποιητή χωρία σχετικά μέ θέματα μυστηρίων. Τά σχόλια στον 'Αριστοτέλη, πού μνημονεύτηκαν πιο πάνω, άπαριθμοϋν πριν άπο τή διήγηση του 'Ηρακλείδη (άπ. 170 W.) μιά ολόκληρη σειρά έργων οπού πρέπει νά εμφανίζονταν παρόμοια στοιχεία (άπ. 116 Mette). 'Εδώ πρέπει νά θυμηθούμε οτι, άνεξάρτητα άπο τήν ιστορία γιά τή δίκη, έγινε προσπάθεια νά συσχετιστεί ή πρώιμη τραγωδία μέ τά δρώμενα τής 'Ελευσίνας, ως ένα είδος προτύπου.^ Έ 1. Ges. Abh. l, 153, 1. Επίσης ό Wilamowitz, Glaube 2, 221, 1. Στή μύηση του Αισχύλου επιμένουν, άνάμεσα σε πολλούς άλλους, ό Ο. Kern, RE 16 (1935) 1249, καΐ πρόσφατα ό Β. Μ. W. Κηοχ (βλ. βιβλιογραφικά σημείωμα γιά τάν Σοφοκλή), 174, 82. 2. Αύτο υποστήριξε κυρίως ό Α. Dieterich, Die Entstehung der Tra-
118
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
ξάλλου, στήν άττική τραγωδία, και ιδιαίτερα στον Αισχύλο, έχουν άναζητηθεΐ πολύ συχνά επιδράσεις των μυστηρίων. "Εχει δμοος παραβλεφθεί το γεγονός δτι ή λατρεία των μυστηρίων και ή τραγωδία άποτελοϋν δύο χωριστές περιοχές. "Άν στήν τραγωδία πρόκειται γιά Αόγον όιδόναι, για μια λογοδοσία πάνω στή θέση του άνθρώπου στον κόσμο, στά μυστήρια δεν πρόκειται, σύμφωνα μέ έναν βαθύ στοχασμό του 'Αριστοτέλη (άπ. 15), γιά τήν προσπάθεια του άνθρώπου να μάθει, άλλά για τήν άφοσίωσή του. Πατέρας του ποιητή ήταν ό Εύφορίων, άπό διακεκριμένη γενιά σύμφωνα με τον Βίο. Ά π ό το γεγονός δτι ό Αισχύλος υπηρέτησε ώς οπλίτης πρέπει να συμπεράνουμε, μαζι μέ τον L. Aylen (35), δτι άνήκε σέ οικογένεια μεσαίας τάξης. 'Υποθέτουν δτι κάποιος ελευσίνιος Αισχύλος, πού άνέλαβε τό 440/439 τά υψηλά καθήκοντα του έλληνοταμία, προερχόταν άπό αύτή τήν οικογένεια. Ό περιπλανώμενος μύθος γιά τήν πρώιμη καλλιτεχνική άφύπνιση παραδίδεται στήν περίπτωση του Αισχύλου πολύ χαριτωμένα άπό τόν Παυσανία (1, 21, 2): καθώς, παίδι άκόμη, κοιμόταν μέσα σ' ένα άμπέλι, του παρουσιάστηκε ό Διόνυσος και του έ'δωσε εντολή να γράψει τραγωδίες. 'Αποφασιστική γιά τήν πνευματική διαμόρφωση του ποιητή στάθηκε ή πολιτική κατάσταση. Νεαρός ό Αισχύλος έζησε τήν κατάλυση της τυραννίδας μέ τις δραστικές μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη και τή διάσωση της νεόδμητης πολιτείας άπό τόν άπειλητικό συνασπισμό των γειτόνων. Ώ ς άνδρας, ύπήρξε πολεμιστής, στά χρόνια των Περσικών πολέμων, δταν ό άγώνας ήταν γιά τήν έλευθερία και μαζί γιά τήν πνευματική υπόσταση της Ελλάδας. Πολέμησε στόν Μαραθώνα και στή Σαλαμίνα. "Εμεινε άλησμόνητο (Ήρόδ. 6, 114) τό δτι ό άδερφός του Κυνέγειρος στήν πρώτη άπό τις δύο μάχες έχασε τή ζωή του, καθώς είχε άρπάξει τήν πρύμνη ενός περσικού καραβιού και οί εχθροί του έκοψαν τό χέρι. Δικαιολογημένα έχει υπογραμμιστεί δτι τό γνωστό επιτύμβιο έπίγραμμα, πού μπορεί νά προέρχεται άπό τόν 'ίδιο τόν Αισχύλο, πιθανότατα δμως γράφτηκε στήν 'Αθήνα λίγο μετά τό θάνατό του, άναφέρεται μόνο στόν άγωνιστή του Μαραθώνα, χωρίς νά θυμάται καθόλου τόν ποιητή. Τή συμμετοχή του στή Σαλαμίνα τή μαρτυρεί ό "Ιων στις Επιδημίες του (άπ. 5a Blumengödie, Kl. Sehr., Λιψία 1911, 414" πρβ. και Ε. Rohde, Kl. Sehr., Τυβίγγη 1901, 2, 361.
119
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
thai). Ό Βίος (4) μνημονεύει, καΐ την Πλάταια, ό Παυσανίας (1, 14, 5) προσθέτει το 'Αρτεμίσιο, καΐ ô Schmid (2, 186, 8) τη Μυκάλη, "Ολα αύτά είναι άβέβαια, και είναι φυσικό, κατά την πορεία της παράδοσης, νά προστέθηκαν, πλάι στον Μαραθώνα και τή Σαλαμίνα, και άλλα ονόματα περίφημων μαχών, ένώ ή Μυκάλη πήρε θέση σ' αύτήν τή σειρά χάρη σέ μιά σύγχρονη υπόθεση. Σύμφωνα μέ τον Βίο (4), ό 'Αμεινίας, ό νεότερος άδερφός του ποιητή, πολέμησε στη Σαλαμίνα στο πλευρό του. Ό Διόδωρος (11, 27), πού έ'χει πιθανότατα άντλήσει την πληροφορία άπό τον "Εφορο, ισχυρίζεται δτι ό 'Αμεινίας εκείνος πού διακρίθηκε, σύμφωνα μέ τον 'Ηρόδοτο (8, 84 και 93), στη Σαλαμίνα ήταν άκρφώς ό ομώνυμος άδερφος του Αισχύλου. 'Εδώ επικρατεί σύγχυση, έπειδή, κατά τον 'Ηρόδοτο, αυτός ό 'Αμεινίας καταγόταν άπό τήν Παλλήνη. Ή σύγχυση φτάνει στα δρια του γκροτέσκου, δταν ό Αιλιανός [Ποικ. Ιστ. 5, 19) βρίσκει νά διηγηθεί δτι ό 'Αμεινίας σέ μιά δίκη κατόρθωσε νά επιτύχει τήν άθώωση του Αισχύλου δείχνοντας στούς δικαστές τους άκρωτηριασμένους του βραχίονες. 'Εδώ έμπλέκεται καΐ ό Κυνέγειρος, ό όποιος, σύμφωνα μέ τόν άνώνυμο σχολιαστή τών 'ΗθικώνΝικομαχείων ('Ηρακλείδης, άπ. 170W.), μεσολάβησε γιά τήν άθώωση του ποιητή στή δίκη για τά μυστήρια. Πρόκειται για βιογραφία δραματικά διογκωμένη, όπως συμβαίνει και μέ τήν είδηση, στήν ίδια περικοπή, δτι στον Μαραθώνα ό Αισχύλος μεταφέρθηκε άπό τό πεδίο τής μάχης βαριά τραυματισμένος. "όλα αύτά είναι διδακτικά τόσο γιά τήν περιπλάνηση τών μοτίβων δσο και γιά τό ψευδοβιογραφικό ύφος. Ό Βίος (3) βεβαιώνει δτι ό Αισχύλος ήταν σύγχρονος του Πινδάρου' δτι εϊχε και σχέσεις μέ τόν χορικό ποιητή, δπως μας πληροφορεί ό Εύστάθιος (Πρόλ. στόν Πίνδαρο, 25), είναι πολύ πιθανό' τό ίδιο πιθανή είναι καΐ ή συνάντησή του μέ τόν "Ιωνα άπό τή Χίο σέ άγώνες 'Ισθμίων, δπου επαίνεσε τήν κοσμιότητα ένός άγωνιστή (άπ. 5 Blumenthal). Ό Α. ν . B l u m e n t h a P χρονολογεί πολύ πειστικά αυτή τή συνάντηση στά 462, 460 ή 458 π.Χ. Ό Βίος (2) άναφέρει δτι ο ποιητής άρχισε νέος τή σύνθεση τραγωδιών. Αύτό συμφωνεί μέ τήν είδηση τής Σούδας δτι ό Πρατίνας συναντήθηκε στήν κονίστρα μέ τόν Αισχύλο και τόν Χοιρίλο κατά τήν 70ή ολυμπιάδα (500/499-497/6), καθώς και μέ τή μαρτυρία στό Χρονικό του Εύσεβίου γιά τό Ιο έτος τής 71ης όλυμ,1. Ιοη von Chios, Στουτγάρδη 1939, 1.
120
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
πι,άδας (496/5)^ ότι την εποχή έκείνη ό Αισχύλος ήταν πιά γνωστός. Το Πάριο Μάρμαρο (έπ. 50) σημειώνει γιά το 484 τήν πρώτη του νίκη. Νίκησε άκόμη δώδεκα φορές δσο ζοΰσε' τ·/] νίκη του μέ τους Πέρσες εΐ'μαστε σέ θέση νά τή χρονολογήσουμε στο 472. Ή Σούδα μνημονεύει είκοσι οκτώ νίκες, άλλά στον άριθμο συνυπολογίζονται ίσως και μεταθανάτιες παραστάσεις. Γιά τά ταξίδια του Αισχύλου στή Σικελία εχουμε τις άκόλουθες μαρτυρίες: Ό Βίος μας πληροφορεί οτι ο ποιητής πήγε εκεί δταν ό Ίέρων ίδρυσε τήν πόλη Αίτνα (476/5), και οτι τότε σύνθεσε τό πανηγυρικό εργο του ΑΙτναΐαι^^ οίωνιζόμενος βίον άγαθόν τοις οΐκίζουσι την πόλιν. Κατόπιν, σε ενα σχόλιο στον 'Αριστοφάνη {Βάτρ. 1028) εχουμε καταχωρισμένη τή σημείωση του 'Ερατοσθένη άπό τό 3ο βιβλίο ΠερΙ των κωμωδιών^ δτι ό Αισχύλος, κατά παράκληση του 'Ιέρωνα, δίδαξε στις Συρακοΰσες τους Πέρσες^ πού ή διδασκαλία τους στήν 'Αθήνα, τό 472, είναι βεβαιωμένη, Τό ίδιο άναφέρει και ό Βίος (18), δπου μάλιστα γίνεται λόγος γιά δεύτερη παράσταση {άναδιδάξαή και γιά σημαντική επιτυχία.® Τέλος, τό Πάριο Μάρμαρο (έπ. 59) και τό επίγραμμα πού παραθέτει δ Βίος μαρτυρούν τό θάνατο του ποιητή στή Γέλα (456/5). Επομένως, στα τελευταία χρόνια της ζωής του ό Αισχύλος πρέπει νά άναζήτησε ξανά τή Σικελία. Στόν Βίο (10) επικρατεί σύγχυση, άφοΰ, μετά τή μνεία γιά τις Αίτναΐες, άκολουθεϊ ή σημείωση δ^ι ό ποιητής τιμήθηκε ιδιαίτερα άπό τόν 'Ιέρωνα και τους κατοίκους της Γέλας, δπου εζησε άλλα τρία (!) χρόνια. Είναι ολότελα άβέβαιο αν με βάση αυτή τή μαρτυρία έ'χουμε δικαίωμα νά προσδιορίσουμε σέ τρία χρόνια τή διάρκεια της τελευταίας παραμονής του στή Σικελία. -^Αν θεωρήσουμε άπόλυτα άξιόπιστες τις τρεις μαρτυρίες (γιά τις ΑΙτναΐες μέ άφορμή τήν ίδρυση τής πόλης, γιά μιά δεύτερη 1. Ή άρμενική παραλλαγή δίνει, μέ τό 4ο ετος της 70ής ολυμπιάδας, τον άμέσως προηγούμενο χρόνο, καΐ αύτό συμφωνεί άκόμη περισσότερο μέ τή Σούδα, 2. Γιά τά προβλήματα σχετικά μέ τόν τίτλο, καθώς καΐ γενικότερα μέ τό περιεχόμενο του 2ργου, βλ. τό κεφάλαιο γιά τά 'Αποσπάσματα. 3. Σχετικά μέ τό ερώτημα άν πρόκειται γιά δύο διαφορετικές παραλλαγές βλ. στο τμήμα δπου άναλύεται τό έργο (σ. 149κκ.).—Γιά τόν Αισχύλο στή Σικελία: Μ. Bock, «Aischylos und Akragas», Gymnasium 65 (1958) 402· Qu. Cataudella, «Eschilo in Sicilia», Saggi sulla tragedia greca, Μεσσήνη 1969, 67" C.-J. Herington, «Aeschylus in Sicily», JHS 87 (1967) 74.
121
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
διδασκαλία των ΙΙερσών μετά τό 472 και γιά το θάνατο του Αισχύλου στή Σικελία), φτάνουμε στην υπόθεση ότι τά ταξίδια του ποιητή προς τη Δύση ήταν τρία. Αύτο δεν άποκλείεται καθόλου" ωστόσο, δεν θα επρεπε νά άγνοηθεϊ μιά υπόθεση πού προτείνει ό Ρ. Mazon, στήν εισαγωγή της έκδοσής του, περιορίζοντας τά ταξίδια σε δύο. 'Ανάμεσα στα χρόνια 476 καΐ 471 ο Ίέρων ειχε εμπλακεί σέ σφοδρούς άγώνες μέ τούς Τυρρηνούς και τον Θρασύδαιο. Το 470 δρισε το γιό του Δεινομένη κυβερνήτη τής Αίτνας, και τότε άκριβώς ό Πίνδαρος εγκωμίασε τήν καινούρια πόλη στον Ιο Πνθιόνικό του. Αύτό θά ήταν άναμφίβολα μιά καλή εύκαιρία γιά τό πανηγυρικό εργο του Αισχύλου, ό όποιος μπόρεσε Ι'σως τήν εποχή έκείνη νά διδάξει άκόμη μια φορά τούς Πέρσες στις Συρακούσες. Ό Α. Podlecki (155, 22) άντιτείνει δτι, άπεναντίας, ή διατύπωση του Βίου {'Ιέρωνος τότε την Αϊτνην κτίζοντος) παραπέμπει στο Ιδρυτικό ετος 476/5. Είναι αλήθεια οτι δ Mazon έρχεται σέ άντίθεση μέ αύτό, άλλα δέν είναι πολύ δύσκολο νά παραδεχτούμε κάποιο σφάλμα του Βίου, άν μάλιστα λάβουμε υπόψη και τά άλλα κατορθώματά του. Πάντως, τό ύλικό μας δέν επαρκεί για κάποια βέβαιη άπόφαση. "Οσο γιά τό έρώτημα γιατί ό Αισχύλος πήγε στήν Αύλή του 'Ιέρωνα, ό Βίος (8) έχει συγκεντρώσει κάθε λογής άπίθανα μυθεύματα: ό ποιητής δέν μπόρεσε νά άντέξει μιά ήττα άπό τον νεαρό Σοφοκλή ή και άπό τον Σιμωνίδη (μέ μιά ελεγεία γιά τούς νεκρούς του Μαραθώνα). Στά 'ίδια συμφραζόμενα άναφύεται καΐ ή ιστορία γιά τήν τρομαχτική εντύπωση πού προκάλεσε ό χορός των έρινύων μόλις ξεχύθηκε στήν ορχήστρα. Τό 468 ό ποιητής νικήθηκε σέ έναν άγώνα, οπού κέρδισε τήν πρώτη του νίκη ό νεαρός Σοφοκλής, άλλά τόν επόμενο χρόνο νίκησε μέ τή «Θηβαϊκή τετραλογία» και τό 458 μέ τήν 'Ορέστεια. Στήν περίπτωση αύτή είναι δύσκολο νά πούμε γιατί ξαναπήγε στή Σικελία. Κάποιο ρόλο μπορεί νά έπαιξαν πολιτικά αϊτια, ενώ ό 'Αριστοφάνης {Βάτρ. 807) άφήνει νά έννοηθεΐ κάποια διάσταση άνάμεσα στον ποιητή και τό κοινό. Μέ κανέναν τρόπο δέν πρέπει νά συσχετιστεί μέ αύτό τό πρόβλημα ή δίκη γιά τά μυστήρια, άφού ή παράδοση μιλεί όμόφωνα γιά άθώωση. Ό Αισχύλος πέθανε τό 456/5 στή Γέλα, μακριά άπό τήν πατρίδα του, τόσο δμοια μέ τόν Εύριπίδη και τόσο διαφορετικά άπό τόν πολύ πιο τυχερό Σοφοκλή. Ή ιστορία γιά τόν άετό πού έριξε
122
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
πάνω στο κεφάλι του ποιητη μιά χελώνα {Βίος 10, testim. 32 Wilam.) είναι άσήμαντο προϊον άνεκδοτολογίας. Εύχαρίστως όμως πιστεύουμε δτι στη Γέλα τιμούσαν ιδιαίτερα τον τάφο του, πού οι νεαροί επίδοξοι τραγικοί τον προσκυνούσαν σαν τόπο ίερό.^ Ό Κοϊντιλιανός {Inst. Or. 10, 1, 66), επαινώντας τή μεγάλη άλλά κάποτε άκαμπτη τέχνη του Αισχύλου, συμπληρώνει: propter quod correctas eins fabulas in certamen deferre posterioribus poetis Athenienses permisere ; suntque eo modo multi coronati.^ Και ό Βίος (13) αναφέρει πολλές μεταθανάτιες νίκες.^ Τα εργα της τελευταίας περιόδου του Εύριπίδη και του 'Αριστοφάνη μαρτυρούν έντονη έπιβίωση των αίσχύλειων δραμάτων, ή όποια σταματά μέ τήν πτώση της 'Αθήνας. "Οταν άπό τό 386 καθιερώθηκε γενικά στους δραματικούς άγώνες ή επανάληψη μιας παλαιάς [δηλ. τραγωδίας], τό μέτρο εύνόησε κυρίως τόν Εύριπίδη, οχι πιά τόν Αισχύλο. Γιά τό ρόλο της οικογενειακής παράδοσης στήν ελληνική τέχνη είναι ένδεικτικό δτι ό Αισχύλος δημιούργησε σχολή τραγικών μέσα στή δική του οικογένεια. Οί δύο γιοί του Εύφορίων και Εύαίων έ'γραψαν τραγωδίες· ό πρώτος μάλιστα νίκησε τό 431 τόν Σοφοκλή και τή Μήδεια του Εύριπίδη ('Τπόθ. Μήδ.). Ά π ό τήν άδερφή του Αισχύλου, ή όποία παντρεύτηκε κάποιον Φιλοπείθη, γεννήθηκε ό τραγικός Φιλοκλής, πού, κατά τόν Δικαίαρχο, νίκησε τόν Οιδίποδα τύραννο (Ύπόθ. II Οιδ. τυρ., άπ. 80 W.) γιός του ήταν ό Μόρσιμος, και μέ τόν δικό του γιό, τόν 'Αστυδάμαντα, μαθητή του 'Ισοκράτη (κατά τή Σούδα' χρονολογικά δύσκολο), φτάνουμε πιά στόν 4ο αιώνα. Οί δύο γιοι του 'Αστυδάμαντα, δ Άστυδάμας Β' και ό Φιλοκλής Β', έ'γραψαν τραγωδίες, δπως και όλοι δσοι μνημονεύτηκαν πιό πάνω. Γιά τή δύσκολη κατανομή των χρονολογικών στοιχείων άνάμεσα στους Άστυδάμαντες χρο^1. Τί υπονοεί ό Βίος (11); δταν πληροφορεί οτι έκεϊ οΐ προσκυνητές νπεκρίνοντο; Πρόκειται γιά κανονικές παραστάσεις ή μόνο γιά απαγγελίες; 2. (Γι' αύτόν το λόγο οΐ'Αθηναίοι έδωσαν τήν άδεια σέ μεταγενέστερους ποιητές νά συμμετέχουν στούς άγώνες μέ διορθωμένες τραγωδίες του Αίσγύλου, καΐ μέ αύτό τον τρόπο πολλοί κέρδισαν νίκες.) 3. "Αλλα χωρία: Φιλόστρατος, Βίος 'Απολλώνιου 6, 11" Σχ. Άριστοφ. Άχ. 10 και Βάτρ. 868 (εψηφίσαντο). "Ολες τις μαρτυρίες σχετικά μέ παρόμοιες επαναλήψεις τΙς συγκεντρώνει και καταλήγει σέ συμπεράσματα, μέ βάση διάφορες άγγειoγpαφίεc, ό R. Cantarella, «Aristoph. Plut. 422-425 e le riprese Eschilee», RAL 20 (1965) 363.
123
ΑΙΣΧΤΛΟΣ
στοΰμε πολλά στον Br. Snell:^ Ή μεγαλύτερη φήμη άνήκει. στον Άστυδάμαντα Β'. Ή πρώτη του νίκη σέ Διονύσια πέφτει στά 372, ενώ άλλες νίκες χρονολογούνται το 341 και το 340' συνολικά νίκησε δεκαπέντε φορές. Πορτρέτο τοΰ ποιητή θεωρείται πολύ συχνά το γνωστό κεφάλι άπο το Μουσείο τοΰ Καπιτωλίου, άν και ή ταύτιση είναι τελείως αύθαίρετη. Ούτε ή φαλάκρα μπορεί νά βεβαιώσει την άπόδοση —κάτι τέτοιο ισχυρίζονται γιά τον ποιητή ό Αιλιανός {TleQÏ ζώων Ιδιότητος 7, 16) και ό Valerius Maximus (9, 12), σέ συσχετισμό μ' εκείνη τήν άνόητη ιστορία γιά τον άετό πού πήρε τή φαλάκρα του ποιητή γιά πέτρα, κατάλληλη για νά σπάσει τή χελώνα πού ειχε άρπάξει. 'Αντίθετα, μέ άρκετή βεβαιότητα μπορεί νά εντοπίσει κανείς σέ έναν κορμό ποιητή άπό το Braccio Nuovo του Μουσείου του Βατικανού ενα άντίγραφο άπο τον άνδριάντα τοΰ Αισχύλου πού είχε στηθεί στο Θέατρο τοΰ Διονύσου (Παυσ. 1, 21, 2* Ψευδο-Πλούτ. Βίοι δέκα ρητ. 7, 841). Το κεφάλι, πού λείπει, πιστεύεται δτι μπορούμε νά το συλλάβουμε, ως προς τον τύπο του, άπό ενα πορτρέτο τοΰ ποιητή πού σώζεται σέ πολλά άντίγραφα.^ Τό κομμάτι άπό τή Νεάπολη δείχνει τήν ταινία στα μ,αλλιά, πού είναι χαρακτηριστική γιά τούς ποιητές* τό άντίγραφο στό Giardino Colonna συγκροτεί, μαζί μέ τόν Σοφοκλή F a r nese, μιά διπλή έρμαϊκή στήλη· στό εύρημα άπό τό Αιβόρνο, αύτό τό κεφάλι συνδυάζεται μέ τόν Σοφοκλή τοΰ Λατερανοΰ, τόν "Ομηρο και εναν άγνωστο ποιητή, ένώ έξάλλου είναι έμφανής ή στιλιστική συγγένεια μέ τό σοφόκλειο κεφάλι πού μνημονεύτηκε πιό 1. «Zu den Urkunden dramatischer Aufführungen», 2. 2. Fr. Poulsen, Ny Carlsberg Glyptothek. Katalog over antike skulpturer, Κοπεγχάγη 1940, άρ. 421· L. Laurenzi, Ritratti Greci, Φλωρεντία 1941, 99· Κ, Schefold, Die Bildnisse der antiken Dichter, Redner und Denker, Βασιλεία 1943, 88 και 207· Griechische Dichterbildnisse, Ζυρίχη 1965, 24, πίν. 14b· V. Poulsen, Les portraits Grecs, Κοπεγχάγη 1954, άρ. 8" Α. Hekler, Bildnisse berühmter Griechen, 3η ^κδ. άναθεωρημένη άπό τόν Η. von Heintze, Βερολίνο 1962, 61. Τήν περιεκτικότερη έπισκόπηση προσφέρει ή G. Μ. Α. Richter, The Portraits of the Greeks, Λονδίνο 1965,121, είκ. 577-610. "Ενα κεφάλι πού δημοσιεύτηκε στό JDAI 70 (1955) 105, ό Κ. Schefold, Gnomon 34 (1962) 585, τό χαρακτ-/]ρίζει «άποτρόπαιο pasticcio», ένώ ό L. Laurenzi, Enciclopedia delVArte Αηtica (λ. Eschilo) 1960, δέχεται τήν άπόδοσή του στόν ποιητή. Γιά τις πληροφορίες σχετικά μέ τή νεότερη βιβλιογραφία γιά πορτρέτα των τραγικών αισθάνομαι ειλικρινά υποχρεωμένος στόν Dr. Friedrich Brein.
124
Χ Ε Ι Ρ Ο Γ Ρ Α Φ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Η ΚΑΙ Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
πάνω. "Ετσι., το συμπέρασμα είναι σχεδόν βέβαιο" άλλά καΐ, πάλί. δεν εχουμε τον Ιστορικό Αισχύλο, παρά μόνο μιά άντανάκλαση του άνδριάντα πού έ'στησε 6 ρήτορας Λυκούργος. Μιά άντανάκλαση μάλιστα πού άπογοητεύει οδυνηρά μέ τήν ελλειψη εκφραστικότητας και βάθους. Χ Ε Ι Ρ Ο Γ Ρ Α Φ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Η ΚΑΙ Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ Ή ιστορία της χειρόγραφης παράδοσης, δπως μας τήν έχει διδάξει 6 Wilamowitz καί, ειδικά γιά τούς τραγικούς, τήν έχει έκθέσει στον '^Ηρακλή του, σκοπεύει νά φωτίσει τον μακρύ δρόμο πού όδηγεϊ, μέσα άπο λεωφόρους καί στενωπούς, άπο το αύτόγραφο του ποιητή ως τις δικές μας εκδόσεις. Οί σύντομες παρατηρήσεις του Page, Actors'' Interpolations, καί οΐ δικές μου, στο παράρτημα του βιβλίου μου Griechische Tragödie^ συμφωνούν στά βασικά τους σημεία. Τό 'ίδιο ισχύει για τον Κ. Ziegler (2067) καί γιά τις εισαγωγές στις έκδόσεις του Ρ. Mazon (^1949) καί τοΰ G. Murray (^1955). 'Αξιανάγνωστα είναι καί τά άντίστοιχα κεφάλαια στήν "Ορεστεια των Headlam καί Thomson (1938)" στή νέα έκδοση της Πράγας (1966) έχουν υποστεί πολλές άλλαγές, παίρνοντας έντονα πολεμικό χαρακτήρα, κυρίως στο κεφάλαιο (σ. 64) πού στρέφεται εναντίον της δογματικής βεβαιότητας του Ρ. Maas σχετικά μέ τις άρχές της κριτικής τοΰ κειμένου. (Γιά τήν παλαιότερη ιστορία τοΰ κειμένου τοΰ Αισχύλου: Α. Wartelle, Histoire du texte d'Eschyle dans Vantiquité, Παρίσι 1972.) Tà χειρόγραφα τά περιγράφει διεξοδικά ό Wilamowitz στήν έκδοσή του (1914), καθώς καί ο Η, W. S m y t h , «Catalogue of t h e Manuscripts of Aeschylus», /f^^SCPA 44 (1933) Ι , κ α ί ό Ε. Fraenkel, «On t h e ms Ε of Aeschylus», CR 53 (1939) 59, καί στα προλεγόμενά του στήν εχ8οσ'η τοΰ 'Αγαμέμνονα, 'Οξφόρδη 1950. Μιά τεράστια συνεισφορά στήν έρευνα καί έδώ, δπως καί γιά τούς άλλους τραγικούς, συνδέεται μέ τις έργασίες τοΰ Α. Τ υ ryn. The Manuscript Tradition of the Tragedies of Aeschylus, Νέα 'Τόρκη 1943. 'Η έργασία θέτει δύο στόχους, πού έχουν προκαλέσει ως σήμερα πολύ έντονη συζήτηση: τή διαγραφή ένος στέμματος, όπου νά είναι δυνατό νά βεβαιωθεί ή άλληλεξάρτηση των χειρογράφων, καί τή διάκριση άνάμεσα σέ άρχική καί δευτε-
125
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
ρεύουσα (βυζαντινή) παράδοση. Και μέ τά δύο προβλήματα, και συνακόλουθα μέ το βιβλίο του R. D. Dawe, θά άσχοληθεϊ τό άκόλουθο σκιαγράφημα, οπού επίσης θίγονται προβλήματα πού, πέρα άπό τον Αισχύλο, έχουν σημασία γενικά γιά τήν παράδοση των τραγικών. Ό Mediceiis και ό Ven. Marc. 468 περιέχουν εναν κατάλογο μέ 73 τίτλους έργων του Αισχύλου, άπο τους οποίους ο τίτλος AhvalaL νόθοι πρέπει νά μή ληφθεί υπόψη. Έκτος άπο αύτό τον κατάλογο, μέ τό ονομα του Αισχύλου συνδέονται και οί άκόλου0οι τίτλοι: 'Αλκμήνη, Γλαύκος Ποτνίενς, Θαλαμοποιοί, Ίέρβίαι, Κύκνος, Παλαμήδης, Προμηθεύς Πνρκαεύς, Σίσυφος Πετροκνλίστής, Φινενς, Ώρείθυια. Μερικοί άπό αύτούς τους τίτλους, όπως ό Κύκνος^ είναι άμφίβολοι, ένώ γιά τά έργα πού σχετίζονται μέ τόν Προμηθέα και τον Σίσυφο τίθεται τό ερώτημα (γι' αύτό θα γίνει λόγος παρακάτω) αν πρέπει νά ύποθέσουμε ταύτισή τους μέ άλλους τίτλους. Τό άρθρο της Σούδας δίνει ώς συνολικό άριθμό δραμάτων του Αισχύλου 90. Γιά τήν πολύ φθαρμένη πληροφορία του Βίου (13: δράματα ο και επί τούτοις σατυρικά άμφΐ τά ε) έχουν προταθεί ποικίλες διορθώσεις. Αύτή πού πρότεινε δ V. Steffen^ {εποίησεν δράματα ο', σατυρικά ακτα υπέρ του έκκυκλήματος, επειδή ή κατεύθυνση του φωτός στό Θέατρο του Διονύσου θά άφηνε αύτές τις σκηνές στή σκιά. Τό επιχείρημα άποδυναμώνεται κάπως όταν σκεφτούμε τή σκηνή πολύ κοντά στήν πύλη· εξάλλου, πιό κάτω θά συναντήσουμε μιά σκηνή στις Ευμενίδες, όπου δεν τά βγάζουμε πέρα μέ τό έκκύκλημα.® 1. Και ό Galiano, δ.π., υποστηρίζει τήν άποψη τοϋ Fraenkel. 2. «Ekkyklema und Thyroma», RhM 83 (1934) 21. 3. Στη διάλεξη του γιά τον 'Αγαμέμνονα {δ.π. 35=349) ό Fraenkel σημειώνει άπλώς: «'Ανοίγει ή πύλη τοϋ παλατιού». Γιά δλα τά ^ργα του ΑΙ-
199
ΑΙΣΧΤΛΟΣ
Σέ συνάρτηση μέ την άδιαφορία του ποιητή γιά τις λεπτομέρειες βρίσκεται ή δυσκολία μας νά λύσουμε το πρόβλημα του φονικού οργάνου της Κλυταιμήστρας. Ό Ε. Fraenkel άφιέρωσε σέ αυτό το θέμα ενα ειδικό έπίμετρο στήν εκδοσή του. Έ κ ε ϊ γίνεται ή λεπτή παρατήρηση δτι 6 ποιητής σέ βασικά χωρία δεν προσδιορίζει ακριβέστερα τό δπλο, έπειδή θέλει νά συγκεντρώσει τήν προσοχή μας στο ύφασμα πού τύλιξε τόν 'Αγαμέμνονα σαν δίχτυ. Τό ξίφος ώς φονικό δπλο υπαινίσσονται οι στ. 1262, 1528 στόν 'Αγαμέμνονα και 1011 στις Χοηφόρες, δπου ή ρήση του 'Ορέστη γιά τό ξίφος του Αιγίσθου έξηγεϊται καλύτερα αν ή Κλυταιμήστρα χρησιμοποίησε τό δπλο του έραστή της.^'Αντίθετα, δεν έ'χει άποδεικτική άξια ό στίχος 889 των Χοηφόρων (δπου ή Κλυταιμήστρα ζητεϊ γιά δπλο άνδροκμήτα πελεκνν, πού συμβαίνει νά είναι πιό πρόχειρος) οΰτε διάφορες άγγειογραφίεςκαΙ χωρία στούς νεότερους τραγικούς, δπου φονικό δπλο είναι τό πελέκι.^ Ό πρόλογος των Χοηφόρων^ σώζεται μόνο στό τελευταίο του μέρος, ενώ τό υπόλοιπο εχει χαθεϊ στό κενό του Μεδίκειου κώδικα, τό όποιο άρχίζει μετά τόν στ. 1159 του 'Αγαμέμνονα. 'Τσχύλου προϋποθέτει το έκκύκλημα ό Webster, Greek Theatre Production 9, 17, καΐ Griechische Biihnenaltertümer 19. To ϊδιο καΐ ή Α. M. Dale στήν ενδιαφέρουσα μελέτη της «Seen and Unseen on the Greek Stage», WS 69 (1956) 9S~Coll. Pap. 119. Κατά τή γνώμη μου, δ Dingel, Χ 3, πού δίνει καΐ πρόσθετη βιβλιογραφία, πολύ σωστά κρίνει δτι τό πρόβλημα πρέπει νά μείνει άνοιχτό, ώσπου νά προστεθούν καινούρια επιχειρήματα. 1. Αύτή είναι ή άποψη και τοϋ Reinhardt, 106. 2. Έδώ πρέπει νά διορθώσω τήν άποψη πού εκφράζω στο Hermes 66 (1931) 193=Ges. Sehr. 94. To ξίφος ώς δπλο της Κλυταιμήστρας έμφανίζεται στήν 'Οδύσσεια (λ 424) και σέ ένα άρχαϊκό χάλκινο πλακίδιο άπό τή στεφάνη μιας άσπίδας τοϋ 2ου τετάρτου τοί5 6ου αιώνα: Ε. Kunze, Olympische Forschungen, τ. 2, Βερολίνο 1950, 167, πίν. i%=Neue Meisterwerke griechischer Kunst aus Olympia, Μόναχο 1948, είκ. 46" πρβ. Α. Lesky, WS, N.F. 1 (1967) 18. Μου φαίνεται δτι ô Ε. Fraenkel, στο σχόλιό του, σ. 809, άπορρίπτει μέ κάπως υπερβολική βεβαιότητα τήν άποψη τοϋ C. Robert καΐ άλλων, δτι τό πελέκι ώς φονικό δπλο μπορεί νά άναχθεϊ στήν παραλλαγή τοϋ Στησιχόρου. 'Οπωσδήποτε, ή έκφραση κάρα βεβροτωμένος, πού λέγεται γιά τόν δράκοντα τοϋ ονείρου (PMG, άπ. 42), υποδηλώνει χτύττημα τσεκουριοΰ. 3. Εκδόσεις: Wilamowitz, Das Opfer am Grabe, Βερολίνο 1896" M. Untersteiner, Come 1946 (ëva δεύτερο μέρος μέ σχόλια : Dioniso 12, 1949, 171, 250)· Μ. Valgimigli καΐ Μ. V. Ghezzo, Μεσσήνη 1947"
200
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ
ΔΡΑΜΑΤΑ
πάρχουν ωστόσο μερικά παραθέματα,^ άρκετά γιά νά διασαφηθει τό περιεχόμενο καΐ τό ήθος του τμήματος αύτοϋ. 'Εδώ, όπως και στις Ευμενίδες^ ό Αισχύλος σύνθεσε τον πρόλογό του σέ έντυπωσιακή άντιπαράθεση με τό τέλος του προηγούμενου έργου. Ό "Αγαμέμνων έκλεινε μέ τήν άποχώρηση του ένοχου ζευγαριοΰ, πού πιεζόταν ήδη άπό τό βάρος της ένοχης και της μοίρας του* στήν άρχή του δεύτερου έργου βρίσκουμε τό άγνό παλικάρι, τον 'Ορέστη, νά προσεύχεται στον τάφο του πατέρα του. "Ως τό σημείο αύτό μπόρεσε νά μείνει μακριά άπό τό βούρκο του έγκλήματος· τώρα όμως είναι φορτωμένος μέ τό βαρύ καθήκον τής εκδίκησης. Είναι σάν νά άκοΰμε τόν υπόκωφο ήχο μιας χορδής, καθώς τό εργο άρχίζει μέ μιά έπίκληση στόν Έρμή, τόν κυρίαρχο του Κάτω Κόσμου. 01 χθόνιες θεότητες και οί δυνάμεις τους βρίσκονται στό κέντρο αύτοϋ του έργου, και ή άναμφισβήτητα κεντρική θέση του τάφου του 'Αγαμέμνονα στή σκηνή είναι ένα έντονο έκφραστικό σύμβολο αύτής τής περιοχής. Οι τελευταίοι στίχοι του προλόγου άναγγέλλουν τήν άφιξη μιας όμάδας γυναικών μαυροντυμένων, και ό 'Ορέστης, μαζι μέ τό συνοδό του, τόν Πυλάδη, άποσύρεται πρός τήν άντίθετη πάροδο : ή πρώτη, δσο ξέρουμε, σκηνή ((ώτακουστίας», πού βρήκε πάμπολλους οπαδούς στήν κωμωδία. Ή πάροδος (22-83) φέρνει στή σκηνή τήν 'Ηλέκτρα μαζι μέ τό χορό των θεραπαινίδων. Πολύ σύντομα (75) ό ποιητής υπαινίσσεται ότι είναι αιχμάλωτες σκλάβες, άσφαλώς Τρωαδίτισσες· άντιμετωπίζονται, πάντως, σάν πρόσωπα του παλατιού, πού αισθάνονται άπόλυτα τήν ταπείνωσή του και προσδοκούν τήν άπόδοση δικαιοσύνης. 'Αρχίζουν δίχως εισαγωγικούς άναπαίστους τό χορικό τους, τό όποϊο περιλαμβάνει τρία στροφικά ζεύγη και μιά έπωδό στό τέλος. "Ολο τό άσμα συνέχεται άπό μιά άλυσίδα G. Ammendola, Φλωρεντία 1948. Πρέπει νά έξαρθοΰν: W. Schadewaldt, «Der Kommos in Aisch. Choephoren», Hermes 67 (1932) Z\1=Hellas und Hesperien 106· A. Lesky, aDer Kommos der Choephoren», SAWW 221/3, 1943· R. D. Dawe, «Inconsistency of Plot and Character in Aesch.)), PCPhS 189 (1963) 52· H.-J. Dirksen, Die aischyleische Gestalt des Orest, Νυρεμβέργη 1965· Στ. Γ. Καψωμένος, « Ή προσευχή του 'Ορέστη πρός τον Δία στις Χοηφόρους», EEThess 11 (1969) 353. Σχετικά μέ τό ρόλο τοΰ Πυλάδη: Η. J. Rose, 37, 1936/37 (1940), 201.—Βιβλιογραφία γιά τή σκηνή τής άναγνώρισης βλ. παρακάτω. 1. Άριστοφ. Βάτρ. 1126-28 και 1172κ. Σχ. Πινδ. Πνθ. 4, 145" Σχ. Εύρ. "Αλκ. 768.
201
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
σκέψεις πυκνά διατυπωμένες και στενά δεμένες με τό θέμα. Ό χορός έ'ρχεταί μέ νεκρικές χοές* ετσι, ή πρώτη στροφή άναφέρει τις άνάλογες λατρευτικές χειρονομίες. ' Η άντιστροφή ύπαινίσσεται δτι άφορμή γιά τις χοές ήταν ενα ονειρο της Κλυταιμήστρας. Ό χορός άποκαλύπτει κιόλας τή θέση του, όταν στή δεύτερη στροφή άναφέρεται ή δύσθεος γννά καΐ τονίζεται ή παρακμή του σπιτιού, πού έ'χει άτιμαστεΐ άπό τό ονειδος του εγκλήματος. Στήν άντιστροφή εμφανίζεται πολύ ενδεικτικά ή Δίκη, πού άργάή γρήγορα βρίσκει πάντοτε τό δρόμο της. Τό φονικό αιμα πού έ'χει ρουφήξει ή γη είναι άνεξιλέωτο, όπως βεβαιώνει τό τρίτο στροφικό ζεύγος, ένώ στήν επωδό γίνεται σύντομα λόγος για τή μοίρα του 'ίδιου του χοροϋ, άλλά ταυτόχρονα και γιά τό μίσος του πρός έκείνους πού εξουσιάζουν. Ή 'Ηλέκτρα έχει άκούσει άρκετά, ώστε στήν άρχή της επόμενης σκηνής (84-151* ό χωρισμός σέ στάσιμα και έπεισόδια δέν έχει και πολύ νόημα), σέ μιά κάπως έκτεταμένη ρήση, νά ρωτήσει τό χορό τί στάση νά κρατήσει ή ίδια άπέναντι σ' αύτές τις χοές. Στή σύντομη στιχομυθία της μέ τήν κορυφαία άκούει αύτό άκριβώς πού θέλει: οί χοές πρέπει νά έ'χουν σχέση μέ εκείνον πού έ'μεινε πιστός και εκείνον πού φέρνει έκδίκηση. Μέ τέτοια λόγια λοιπόν (ό στ. 165 εχει εδώ τή θέση του, υστέρα άκολουθουν οί 124-151) συνοδεύει τήν προσφορά της ή 'Ηλέκτρα, άρχίζοντας μάλιστα, σέ άξιοσημείωτη άντιστοιχία πρός τήν προσευχή του 'Ορέστη, μέ μιά επίκληση στόν χθόνιο Έρμη. Ό χορός συνοδεύει τήν πράξη μέ ενα σύντομο ίαμβοδοχμιακό έξορκιστικό άσμα. 'Ακολουθεί μιά ταραγμένη σκηνή (164-305), στενά δεμένη στήν άρχή μέ τόν τύμβο, Ή 'Ηλέκτρα έ'χει άνακαλύψει έκεϊ Ιναν βόστρυχο και τόν συγκρίνει μέ τά δικά της μαλλιά: μόνο άπό τόν 'Ορέστη μπορεί νά προέρχεται. Στή στιχομυθία (164-182) ή άσυγκράτητη χαρά της δοκιμάζει μιά άναστολή: ό 'Ορέστης ϊσως έχει στείλει τό δώρο του άπό τά ξένα. Ή ρήση της (183-211) δείχνει τό μετεωρισμό της άνάμεσα σέ άμφιβολία και ελπίδα, δταν ξαφνικά παρατηρεί άλλο ενα σημάδι: 'ίχνη πελμάτων πού ταιριάζουν μέ τό περίγραμμα τών δικών της. Πάει νά της φύγει τό μυαλό· τότε έμφανίζεται ό 'Ορέστης καί, σέ μιά σκηνή πού άπό στιχομυθία περνά σέ χειμαρρώδη λόγο, τά άδέρφια άναγνωρίζονται: ή 'Ηλέκτρα άλαλάζει άπό χαρά και 6 'Ορέστης προσεύχεται στόν Δία. Ή κορυφαία συμβουλεύει προσοχή, και τώρα δ
202
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΜΑΤΑ
'Ορέστης άποκαλύπτει το σκοπό του έρχομ,οϋ του: 6 θεος των Δελφών, μέ την άπειλή φριχτής τιμωρίας, πού ή περιγραφή της στο κείμενο δεν εχει τελειωμό, άπαίτησε εκδίκηση γιά τό φόνο του πατέρα τους. Σέ ενα επιβλητικό λυρικό κομμάτι (306-478) τά άδέρφια ενώνονται μέ τό χορό γιά τόν μεγαλειώδη κομμό, πού άποτελεϊ την πιό περίτεχνη σύνθεση —οχι μόνο της αίσχύλειας τραγωδίας. Τέσσερις έπωδικές τριάδες άκολουθοΰν ενα άναπαιστικό προοίμιο του χοροϋ· σέ καθεμιά άπό αύτές, μιά στροφή τοΰ χορού πλαισιώνεται άπό στροφές τοΰ 'Ορέστη και της 'Ηλέκτρας. Σ ' αύτή τή σύνθεση άντιστοιχούν μετρικά οι στίχοι των άδερφιών μέσα σέ κάθε τριάδα, ένώ στα ενδιάμεσα κομμάτια, πού άνήκουν στό χορό, υπάρχει μετρική άντιστοιχία άνάμεσα στήν πρώτη και δεύτερη και ξανά άνάμεσα στήν τρίτη και τέταρτη τριάδα. Άνάμεσα στίς επιμέρους τριάδες παρεμβάλλονται άναπαιστικά κομμάτια της κορυφαίας, οχι δμως και μετά τήν τέταρτη. "Τστερα άπό αυτό τό μέρος, άκολουθοΰν τρία στροφικά ζεύγη, πού παραδίδονται μέ τή σειρά αβγ γαβ (423-455). Ό κομμός κλείνει μέ δύο στροφικά ζεύγη. Ό εκτενέστατος κομμός περιέχει τό θρήνο γιά τόν νεκρό και μιά επίκληση πρός αύτόν, μέ έντονα έξορκιστικό χαρακτήρα, να έρθει βοηθός στήν πραγματοποίηση τής εκδίκησης. Γλώσσα και νόημα παλαιών τελετουργικών πράξεων άσκοΰν έδώ τήν έπίδρασή τους, άλλά ή λειτουργία τοΰ κομμού δέν εξαντλείται σ' αυτό. Ό 'Ορέστης έχει έρθει στή σκηνή άπεσταλμένος τοΰ 'Απόλλωνα, ύπακούοντας στή σκληρή θεϊκή εντολή, πού άπαιτεϊ εκδίκηση γιά τό φόνο τοΰ 'Αγαμέμνονα, χωρίς νά γίνεται νύξη μέσα σ' αύτήν γιά τήν πιό άποτρόπαιη πλευρά της: τό φόνο τής μητέρας. 'Αντίθετα, στόν κομμό δέν γίνεται καθόλου λόγος γιά τήν εντολή τοΰ 'Απόλλωνα. 'Από τήν περιγραφή τής μοίρας τοΰ παλατιοΰ άναδύεται ή εικόνα ένός εγκλήματος: στό κέντρο στέκεται ή Κλυταιμήστρα. Ή 'Ηλέκτρα, ρωτώντας τί πρέπει νά ποΰν γιά να φτάσουν στό σκοπό τους (418), εισάγει μιά σειρά άπό στροφές, οπού ή 'ίδια και ό χορός σφυροκοπούν τόν 'Ορέστη: χωρίς συνοδεία έθαψαν τόν 'Αγαμέμνονα, άκρωτηρίασαν τό πτώμα του, φυλάκισαν σέ μιά γωνιά σάν σκυλί τήν 'Ηλέκτρα* τοιαντ' άκονων τι ό Αϊας δήθεν εκπροσωπεί τόν 'Αλκιβιάδη, πού έγκαινίασε τήν πολιτική του σταδιοδρομία τό 425, και δ Β. Stumpo, «L'Aiace di Sofocle», Aevum !{() (1956) 1, ό όποιος άνακαλύπτει ομοιότητες άνάμεσα στόν Αϊαντα καΐ τόν Περικλή καΐ χρονολογεί τό εργο στο 425, επειδή, κατά τή γνώμη του, τά προηγούμενα χρόνια θά ήταν άδιανόητο ενα τόσο άπαισιόδοξο δράμα. ΚαΙ οί δύο αύτές άπόπειρες άποτελοϋν λυπηρά δείγματα μιάς μεθόδου πού ίπιμένει νά άνακαλύπτει μέσα στά δράματα άναφορές στή σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα. 'Ενδιαφέρουσα είναι ή υπόθεση τοΰ C. Μ. Bowra, AJPh 61 (1940) 385, δτι ό Αϊας άντιπροσωπεύει τό μεσαίο άπό τά τρία ίξελικτικά στάδια πού ξεχώριζε, σύμφωνα μέ μαpτlJpία τοΰ Πλουτάρχου {Ιίώς αν τις αϊσθοιτο εαυτόν προκύπτοντος επ' άρεττ] 7, 79b), ό ϊδιος ό ^^οφοκλής στήν καλλιτεχνική του πορεία.
303
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
πορεία της άκόλουθης στιχομυθίας, όπου προβάλλουν βαθμιαϊα μέσα άπο την ομίχλη τά κίνητρα καΐ ή έπιδρομή του Α'ίαντα. Σέ συνεχόμενη ρήση, ή θεά εμφανίζει ώς εργο της δικής της δύναμης την άποσόβηση του κινδύνου, μέ τη μανία πού εστειλε στον Αϊαντα, καΐ τήν παράφρονη επίθεση του ήρωα στά ζώα του κοπαδιού. Καθώς μάλιστα θέλει νά παρουσιάσει στον 'Οδυσσέα μέ απόλυτη σαφήνεια τήν κατάσταση, έμφανίζει στον προστατευόμενό της τον ϊδιο τον Αϊαντα μέσα στή μανία του. Γι' αυτό, περίπου στ*^ μέση του προλόγου (71), φωνάζει τον Α'ίαντα να βγει άπό το καλύβι του. Ή πρώτη της πρόσκληση μένει δίχως άνταπόκριση, άλλα προκαλεί φρίκη στον 'Οδυσσέα, πού μάταια προσπαθεί, σέ μια λαχανιαστή στιχομυθία, νά συγκρατήσει τή θεά, όταν του υπόσχεται θριαμβικό γέλιο για τή φοβερή πτώση του άντιπάλου του. Στή δεύτερη πρόσκλησή της εμφανίζεται ό Αϊας, και ή θεά, σέ εναν γοργό διάλογο, δπου έναλλάσσονται μονόστιχα μέ δίστιχα, στήνει τό άποτρόπαιο παιχνίδι της μέ τον σαλεμένο ήρωα, παρασέρνοντάς τον ολο και πιο βαθιά σέ μιά άνάγλυφη παρουσίαση τήζ παραφροσύνης του. Αύτή ή Άθηνα, άντίθετα μέ τήν προστάτισσα των Ευμενίδων^ εχει δλα τα χαρακτηριστικά των ομηρικών θεών, πού μπορούν νά είναι γιά τον άνθρωπο φιλικοί προστάτες άλλά και φριχτοί εξολοθρευτές. "Οταν ό Αϊας άποχωρεϊ άπό τή σκηνή, σέ εναν σύντομο άλλά πυκνό σέ περιεχόμενο διάλογο μέ τον 'Οδυσσέα, ή 'Αθηνά άφήνει νά εννοηθεί δτι αυτό πού έ'γινε πριν άπο λίγο είναι ενα μεγάλο παράδειγμα της δύναμης τών θεών. Το στοιχείο αύτό είναι ούσιαστικό γιά τήν κατανόηση της μορφή:; του Α'ίαντα, ό όποιος στά τελευταία λόγια του διαλόγου του ζητε'. άπό τή θεά νά εξακολουθήσει νά του προσφέρει τήν άρωγή της. Αύτό δεν είναι έκφραση μόνο της παραφροσύνης του, άλλά καΐ. της ϊδιας του της φύσης, άφοϋ αύτα τά λόγια προετοιμάζουν δσα θά άκούσουμε άργότερα για τήν ΰβρη του. Ταυτόχρονα δμως ό ποιητής θέλει νά μας προφυλάξει άπό μιά μονόπλευρη κρίση. Για τΐ τώρα ή θεά ρωτά τον 'Οδυσσέα αν στή μοίρα αύτοΰ του άν θρώπου, πού κάνεις δεν τον ξεπερνούσε σέ σύνεση και ηρωισμό, άναγνωρίζει τή δύναμη τών θεών. Ό 'Οδυσσέας τό έπιβεβαιώνε' , άλλά ή έπίδραση του θεάματος πάνω του είναι διαφορετική άπό δ,τι περίμενε εκείνη, Δέν άκοΰμε κανένα γέλιο· βλέπουμε μόνο τον άνθρωπο νά άναγνωρίζει τον συνάνθρωπο και τήν εύάλωτη ύπαρξή του. Βαθύτατο οίκτο αισθάνεται ό 'Οδυσσέας γιά τον συν
304
TA ΣΩΖΟΛΙΕΧΑ
ΔΡΑΜΑΤΑ
τριμμένο άντίπαλο, καθώς στη μοίρα του άναγνωρίζει. και τον δικό του άνθρώπινο κλήρο. "Ετσι προοικονομ,εϊται ήδη ό 'Οδυσσέας ό όποιος, στη διαμάχη για τήν ταφή του Αΐ'αντα στο δεύτερο μέρος του έ'ργου, θά προτείνει τή μόνη άνθρώπινη λύση —κάτι περισσότερο: ό 'Οδυσσέας μιλεϊ, σαν νά είναι ό ιδανικός θεατής τής σοφόκλειας τραγωδίας, μέ λόγια πού τήν έπιστέφουν, όπως τό γν(ϊ)θί σαντον τήν πύλη του δελφικού ιερού. Ή Άθηνα, συμβουλεύοντας ταπεινότητα μπρος στους θεούς και συναίσθηση τής άνΟρώπινης μοίρας, κλείνει τον πρόλογο, πού φέρνει μπροστά στα μάτια μας μέ άφάνταστη σκληρότητα τήν πτώση του ήρωα, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτει νήματα σημαντικά γιά τήν εξέλιξη τής δράσης. "Επειτα άπό αύτή τή συνοπτική έκθετική σκηνή, άκολουθεΐ μια εκτεταμένη παρουσίαση τής κατάστασης στήν οποία βρίσκεται ό Α'ίας, δταν συνέρχεται άπό τή μανία του. Με άνοδική ένταση, πού έ'χει μιά φαινομενική μόνο επιβράδυνση στήν παραπλανητική ρήση, διαφαίνεται ή μοναδική διέξοδος άπό τήν καταισχύνη. Ό χορός, πού άποτελεϊται άπό Σαλαμίνιους ναύτες, μπαίνει μέ βαδιστικούς άναπαίστους (134-171), γεμάτος άνησυχία γιά τις φήμες πού κυκλοφορούν. Στά λόγια του εκφράζεται ή έγνοια του μικρού άνθρωπου γιά τον μεγάλο, πού του προσφέρει προστασία' γίνεται αισθητή έτσι ή άπόσταση πού χωρίζει, κυρίως στον Σοφοκλή, τό χορό ώς όμ,άδα άπό τό άπομονωμένο μέσα στήν τραγική μοίρα του άτομο. Σέ ενα στροφικό ζεύγος μέ επωδό (172200), ό χορός ρωτά ποιος νά είναι ό θεός πού έστειλε τέτοια άναταραχή, άλλά οί ερωτήσεις παίρνουν λανθασμένη κατεύθυνση· τέλος, καλεί τον Α'ίαντα. Ά π ό τή σκηνή όμο^ς βγαίνει ή Τέκμησσα, και. σέ εναν σύντομο άναπαιστικό διάλογο επιβεβαιώνει αύτό πού ήταν φήμη, ενώ χαρακτηρίζει τον Λΐ'αντα όπως μόνο ή ϊδια, σάν γυναίκα του, μπορεί νά τον βλέπει: ο δεινός μέγας ώμοκρατής Λ)'ας (ό φοβερός Λΐ'αντας, ό άδάμαστος πολεμιστής). 'Ακολουθεί μιά σύντομη «έπιρρηματική» σκηνή (221-262), οπού, στή στροφή και τήν άντιστροφή του χορού, άποκρίνονται άνάπαιστοι τής Τέκμησσας. Στο πρώτο μισό οί συνομιλητές ενημερώνονται άμοιβαια γιά τάγεγονότα, πού έτσι προβάλλουν ολοκαιπιό άνάγλυφα* ύστερα ό χορός, γεμάτος φόβο γιά τήν εμπλοκή του στήν καταστροφή τού Λί'αντα, διατυπώνει μιά δειλή επιθυμία φυγής, ένώ ή Τέκμησσα έκφράζει τήν άγο^νία της για εκείνον πού έ'χει τώρα αφυπνιστεί.
305
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Ή άρχή τοΰ έπόμενου διαλόγου, πού έκβάλλει σέ μιά άφήγηση της Τέκμησσας, είναι ένδεικτική γιά την άπόσταση ανάμεσα στο χορό και. σέ ένα πρόσωπο πού σχετίζεται άμεσα με το τραγικό γεγονός. Ό χορός άκουσε δτι ή μανία του Α'ίαντα έχει καταλαγιάσει, και πιστεύει οτι τώρα ολα πάνε καλά. Ή Τέκμησσα ομως αναλαμβάνει νά τοΰ εξηγήσει δτι ή συμφορά του Α'ίαντα άρχίζει άκριβώς μέ τή συνειδητοποίηση της πραγματικότητας. Κατόπιν διηγείται τά γεγονότα, συμπληρώνοντας σέ πολλά τήν προλογική σκηνή, και τέλος περιγράφει τήν επιστροφή του ήρωα στή φριχτή πραγματικότητα. Τώρα κάθεται μέσα βυθισμένος σέ σκέψεις πού προμηνούν κίνδυνο. "Ετσι, προετοιμαζόμαστε νά δούμε τον Ι'διο τόν Α'ίαντα στό τραγικό του αδιέξοδο. Ό ήρωας δμο^ς δεν παρουσιάζεται άκόμη· τόν άκούμε μόνο νά άναστενάζει και νά φωνάζει τό γιό του και το^ έτεροθαλή άδερφό του Τεύκρο, ενώ άπέξω ή Τέκμησσα και 6 κορυφαίος σχολιάζουν σέ έναλλακτικά τρίμετρα. "Υστερα άπό αύτή τήν καινούρια προετοιμασία, ή πόρτα της σκηνής άνοίγει ('ίσως φροντίζει ή Τέκμησσα), και βλέπουμε τόν Α'ίαντα άνάμεσα στά σφαγμένα, ζώα. Σύμφωνα μέ τό ρυθμό της τραγωδίας, πού άπαιτεϊ τήν άλληλουχία πάθους και λόγον^ ο Α'ίας άποκαλύπτει τήν άπόγνωσή του πρώτα μέ έναν κομμό (348-429), ένώ τό καθαυτό πρόβλημά του αναπτύσσεται σέ μιά εκτεταμένη τριμετρική σκηνή (430-595). Εξάλλου, στήν προσκόλληση της κλασικής τέχνης στή μορφή άνταποκρίνεται τό γεγονός δτι ό κομμός, παρ' δλη τήν εσωτερική του ένταση, διαρθρώνεται αύστηρά σέ «έπιρρηματική» σύνθεση. Στό πρώτο στροφικό ζεύγος, έπειτα άπό κάθε λυρικό μέρος άκολουθούν δύο τρίμετρα τοΰ κορυφαίου, ένώ ή δεύτερη στροφή και αντιστροφή διακόπτονται κάθε φορά άπό τρία μεμονωμένα τρίμετρα, άπό τά όποια τό μεσαίο άνήκει στόν Α'ίαντα, πού ξεσπά σέ κραυγή πόνου* οί επιμέρους στροφές κλείνουν και έδώ, δπως και στό τρίτο στροφικό ζεύγος, μέ δύο τρίμετρα. Τά λυρικά μέρη, μια έκφραση έσχατης άπόγνωσης, άνήκουν άποκλειστικά στόν Α'ίαντα. Στήν τρίτη άντιστροφή, ό Α'ίας απευθύνεται θρηνώντας στή θάλασσα, στις παράλιες σπηλιές, στά άλση και στόν γειτονικό Σκάμανδρο. Είναι μιά σημαντική προετοιμασία τοΰ συναρπαστικού άποχαιρετιστήριου μονολόγου του, μιά σχεδόν άπροκάλυπτη δήλωση της άπόφασής του νά πεθάνει. Αύτή ή άπόφαση θά έδραιωθεϊ μέ άκρα τραχύτητα στόν έπόμενο διάλογό του μέ τήν Τέκ-
306
ΤΛ Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΛΡΑΜΛΤΑ
μησσα. Ό ιΜίας αρχίζει μέ μιά εκτεταμένη ρήση (430-480), πού συγκροτείται άπο δύο σχεδόν Ι'σα μέρη, μέ μια τομή στον είρμο μετά τό στίχο 456. Στο πρώτο μέρος ό ήρωας, υστέρα άπό λίγα, γεμάτα πόνο, λόγια γιά τή δυσοίωνη σημασία του 'ίδιου του ονόματός του (αί'αΓ/), θυμάται τον πατέρα του, πού βρίσκεται μακριά, έκεΐνον πού κάποτε πολέμησε και δοξάστηκε στήν Τροία, ενώ τώρα το γιό του τον βρήκε μιά άνάξια και επαίσχυντη άδικία. 'Γο δεύτερο μέρος άρχίζει μέ τό έρώτημα τί πρέπει νά γίνει. Ή επιστροφή στήν πατρίδα καΐ, ή συνειδητή άναζήτηση του θανάτου στή μάχη (τί χαρά γιά τούς Άτρεϊδες !) άπορρίπτονται* μένει μόνο ή αύτοκτονία. Και εδώ τό θέμα του πατέρα άποτελεϊ τήν κυρίαρχη σκέψη και αναπτύσσεται περισσότερο. Ό Α!ίας δέν μπορεί νά άντικρίσει τον Τελαμώνα, βουτηγμένος στήν ντροπή· πρέπει νά πραγματοποιήσει κάτι, γιά νά του άποδείξει τήν άξια της φύσης του. Είναι άξιοσημείωτο ότι εδώ και στο στίχο 549 άκούγεται ή λέξη γιά τον έ'μφυτο χαρακτήρα {φύσις), πού άποτελεϊ καθοριστικό μοτίβο στόν Φιλοκτήτη. Στούς στ. 479κ. όμως ο Α'ίας συνοψίζει 6χι μόνο τή σκέψη του άλλά και όλόκληρη τή φύση του: αλλ' ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκεναι/τόν ευγενή χρή (ενας άνθρωπος άπό μεγάλη γενιά πρέπει ή νά ζεϊ ώραϊα ή νά πεθαίνει ωραία). Ό κορυφαίος, σχολιάζοντας μέ τέσσερις στίχους, βεβαιώνει τον Αΐ'αντα ότι ό λόγος του άνταποκρίνεται στο ήθος του, τον συμβουλεύει όμως νά επιζητήσει διέξοδο άπό τόν 'ίδιο του τόν κόσμο. "Τστερα παίρνει τό λόγο ή Τέκμησσα (485-524), χρησιμοποιώντας όλα τά έπιχειρήματα πού άνήκουν στόν δικό της κόσμο. Δέν εχουμε τήν α'ίσθηση ότι μιλεϊ μιά ερωτευμένη γυναίκα, παρά ή αιχμάλωτη, πού δίπλα στόν Α'ίαντα βρίσκει τή μοναδική της προστασία. Ή Τέκμησσα άρχίζει μέ τή μοίρα της, έξορκίζει τόν σκληρό άντρα στο ονομα του πατέρα του, της μητέρας του και του παιδιού του, και κλείνει τό λόγο της πάλι μέ τή δική της τύχη. Ό χορός επιδοκιμάζει μέ δύο στίχους, ένώ άλλοι δύο του Α'ίαντα εισάγουν μιά σύντομη στιχομυθία (527-543), πού προσδίδει στις ρήσεις έ'να έλάχιστο στοιχείο δράσης. Μέ εκπληκτική δεξιοτεχνία ό ποιητής δέν βάζει στό στόμα του Α'ίαντα ούτε μιά λέξη για άπάντηση στήν εκτεταμένη ρήση της Τέκμησσας. Ό ήρωας της ζητεο νά φέρει τό γιό του, πού εκείνη προσπάθησε νά προστατέψει μέσα στό φόβο της. Ό λόγος (545-582) όμως πού άπευθύ-
307
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
νεί. ό Αΐ'ας στο παιδί είναι ούσιαστικά άπάντηση στην έκκληση της μητέρας. Δίνει την περήφανη εύχή στο μικρό άγόρι νά γίνει, δταν μεγαλώσει, ήρωας ομοιος μέ τον πατέρα του, μόνο πιο καλότυχος. Γιά το μέλλον του (ενα άπο τά θέματα στο λόγο της Τέκμησσας) δέν χρειάζεται νά φροντίσει κανένας. Ό Τεύκρος θά φέρει τό παίδι στον παππού του γιά σίγουρη προστασία και σωστή άνατροφή. Γιά την Τέκμησσα, ύπάρχει μόνο στήν άρχή ή έντολή νά του δώσει το παιδί, και στο τέλος μιά δεύτερη παραγγελία νά άφήσει τους θρήνους και νά κλείσει τήν πόρτα. Και ωστόσο, κάπου μπορούμε νά εντοπίσουμε ενα 'ίχνος παρηγοριάς: έκεΐ πού ό Αϊας ονομάζει τον Εύρυσάκη χαρμονή της. Βέβαια, είναι μόνο μιά λέξη, άλλά ό Σοφοκλής μπορεί νά κλείσει πολλά μέσα σ' αύτήν, δπως είχαν διαπιστώσει ήδη άπο τήν άρχαιότητα {Βίος 21). "Υστερα άπο δύο κοινότοπους στίχους του κορυφαίου, ή σκηνή κλείνει μέ μιά στιχομυθία (585-595), πού καταλήγει, έπειτα άπο μιά άνακοπή μέ τή μεσολάβηση δύο διστίχων, σέ ζωηρές άντιλαβές. Μιά τελευταία ορμητική επίθεση της Τέκμησσας συντρίβεται πάνω στ/]ν άλύγιστη βούληση του Α'ίαντα. Τό έπόμενο χορικό (596-645) κυριαρχείται άπο το θρηνητικο στοιχείο, άλλά οί γλυκώνειοι άμβλύνουν κάπως τον τόνο, εισάγοντας ετσι τήν επόμενη ρήση του Αι'αντα. Στο πρώτο στροφικο ζεύγος, 6 χορός θυμαται τή Σαλαμίνα' ή μακρινή πατρίδα άντιπροσωπεύει μιά εικόνα εύτυχίας, πού έ'ρχεται σέ άντίθεση μέ τήν τωρινή συμφορά. Στο δεύτερο στροζ(:ικο ζεύγος, οι ναύτες τραγουδούν τον πόνο της μητέρας και τού πατέρα του άρχηγού τους. Τότε βγαίνει άπο τή σκηνή του ό Αΐ'ας και μιλεί (646-692) μέ λόγια πού δείχνουν άνθρωπο άλλαγμένο. Αύτός, πού είχε γιά τήν Τέκμησσα μόνο διαταγές, δηλώνει τώρα οτι έχει νικηθεί άπο τά λόγια της, δτι είναι γεμάτος συμπόνια και έτοιμος γιά συμφιλίωση. Θέλει μάλιστα νά πάει στήν άκτή γιά καθαρτήριο λουτρό, θέλει νά συνάψει ειρήνη μέ τούς θεούς. Το ξίφος πού κρατά, μοιραίο κάποτε δώρο τού "Εκτορα, σκοπεύει νά τό θάψει σέ άπρόσιτο τόπο.· "Εχει καταλάβει, λέει, πώς τό καθετί στή φύση κα!. στή ζωή του άνθρώπου άλλάζει —πώς λοιπόν νά μή μάθει κι αύ τός τήν άξία τού μέτρου ! Αέγοντας δτι πάει έκεϊ δπου πρέπει νά πάει, και δτι σέ λίγο δλοι θά καταλάβουν πώς έχει λυτρωθεί, έγ καταλείπει τή σκηνή. Αύτή ή ρήση τού Αϊαντα, σέ πείσμα όλων τών θεωριών πού
308
TA ΣΩΖΟΛΙΕΧΑ
ΔΡΑΜΑΤΑ
έ'χουν διατυπωθεί, πρέπει νά κατανοηθεί πρώτα πρώτα μέ βάση τή σκέψη οτι δραματικά λειτουργεί ώς πλαστός λόγος. "Ενας άνθρωπος πού άνακοίνωσε στο άμεσο περιβάλλον του άπροκάλυπτα την άπόφασή του νά πεθάνει, πρέπει νά ξεφύγει άπο αύτο το περιβάλλον, γιά νά πραγματοποιήσει τήν άπόφασή του. Γιά νά τό κατορθώσει αύτο ό Α'ίας, πρέπει νά δημιουργήσει τήν εντύπωση μιας μεταστροφής. Ό ποιητής, μ' έκείνη τήν ειρωνεία πού κανένας άλλος δεν άξιοποίησε οπως αύτός, άφήνει κάποιες σχισμές έδώ κι εκεί στο μανδύα της προσποίησης, έτσι πού νά διακρίνεται ή άλήθεια. Ό ήρωας θά εξευμενίσει τή θεά, άλλά μόνο μέ το θάνατό του. Θα κρύψει βέβαια τό ξίφος του, άλλά μέσα στό σώμα του. Ή γυναίκα του πρέπει νά προσευχηθεί γιά νά πραγματοποιηθεί ή επιθυμία του· εκείνος παίρνει τό δρόμο πού πρέπει νά πάρει: σέ λίγο θά έ'χει λυτρωθεί —ολα οδηγούν στήν αύτοκτονία. Πέρα άπό αύτό, δμως, ή ρήση του είναι ενας καταπληκτικός μονόλογος, οπού 6 Αιας, καταφεύγοντας στήν ειρωνεία, εκφράζει μέ άπόλυτη και οξύτατη διαύγεια τή σχέση του μέ τόν γύρω κόσμο. "Οταν μιλεϊ γιά τήν άλλαγή πού δεν μπορούν νά τήν άποφύγουν ή φύση και οι άνθρωποι, δταν δηλώνει δτι θέλει νά μάθει νά τιμά τούς Άτρειδες, μιλεί γιά πράγματα πού βρίσκονται ολότελα έ'ξω άπό τό χαρακτήρα του. Φέρνει μπροστά του τήν εικόνα του κόσμου, μέ τις άσχολίες και τις αύταπάτες τών πολλών (682), γιά να διαπιστώσει οτι αύτός δέν έ'χει καμιά θέση έκεϊ· ή καταφυγή στό θάνατο είναι ό μόνος δρόμος πού άνταποκρίνεται στή φύση του. Ά π ό τό σημείο δμως δπου ό Α'ίας εκφράζει τήν άδιανόητη γιά αυτόν σκέψη δτι ένας άνθρωπος θά έ'πρεπε νά μισεί τόν έχθρό του τόσο μόνο, δσο νά εΐναι δυνατό νά ξαναγίνει φίλος του, ξεκινά ένα σημαντικό θεματικό νήμα πού όδηγεϊ στό τέλος του έργου. Λύτή ή δυνατότητα, πού δέν υπάρχει γιά τόν Α'ίαντα, υλοποιείται στήν άνθρωπιστική συμπεριφορά του 'Οδυσσέα. Εντελώς άντίθετα άπό δ,τι συμβαίνει σέ άνάλογες περιπτώσεις, ουτε μία λέξη του κορυφαίου δέν άκολουθεΐ τή ρήση του Λϊαντα. 'Αμέσως μετά τήν έξοδο του ήρωα, άρχίζει ενα σύντομο )(αρμόσυνο τραγούδι, πού ξεχειλίζει άπό χαρά γιά τή μεταστροφή του. Είναι ή λεγόμενη παρέκτασις tragica^ id est gaudiorum introductio ante funestissimum nuntium, ή εισαγωγή ενός /αρούμενου μοτίβου πριν άπό μιά πικρότατη είδηση (Donatus,
309
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Σχ. στον Τερέντιο, Ad. 293), πού τήν ξαναβρίσκουμε στήν 'jivτιγόνη, καθώς και στίς Τραχίνιες καΐ στον ΟΙδίποδα Τ. Αύτή ή παρεμβολή σημαίνει, πολύ περισσότερα άπό ενα έντυπωσιακο μέσο άντίθεσης· είναι, ή έκφραση της τραγικής παγίδευσης του άνθρωπου στο δίχτυ τής πλάνης. ^ Για τήν πορεία προς τήν καταστροφή, ή ψευδαίσθηση σημαίνει σημαντική έπιβράδυνση. Γιά νά συνεχιστεί αύτή ή πορεία πρέπει νά δημιουργηθεί μιά καινούρια άφετηρία. Αύτο είναι το νόημα τής επόμενης σκηνής μέ τον'Αγγελιοφόρο (719-814), ό όποιος, στο πρώτο μέρος τής άφήγησής του, χωρίς καμιά εισαγωγή, εκθέτει τις λοιδορίες πού άκουσε δ Τεύκρος να έξακοντίζονται εναντίον του, οταν γύρισε στο στρατόπεδο τών Ελλήνων. Κατόπιν ό 'Αγγελιοφόρος άναζητεϊ τον Α'ίαντα, επειδή ή ε'ίδηση τον άφορα. Σέ εναν ταραγμένο διάλογο μέ τον κορυφαίο,άκούγεται ή έ'κφραση «πολύ άργά», πού κλονίζει δλες τις ελπίδες. Μαθαίνουμε δτι μια μαντεία του Κάλχαντα περιέχει τήν άπόφαση γιά τή ζωή και τό θάνατο του Αϊαντα. Στο δεύτερο και μεγαλύτερο μέρος αύτής τής ρήσης, πού άκολουθεϊ τή δραματική διακοπή, πληροφορούμαστε τί είπε δ Κάλχας. Ό Αΐ'ας, γιά τά ύβριστικά λόγια πού ξεστόμισε ξεκινώντας γιά τον πόλεμο καθώς και στήν κρίσιμη στιγμή μιας μάχης, είναι εκτεθειμένος γιά μιά άκόμη μέρα, τή σημερινή, στήν οργή τής 'Αθηνάς· άν επιζήσει, θά μπορέσει νά σωθεϊ. Ό κορυφαίος άντιλαμβάνεται άμέσο^ς τήν καινούρια κατάσταση και καλεί τήν Τέκμησσα. Στον έπόμενο, έξαιρετικά δυναμικό, διάλογο άνάμεσα στον 'Αγγελιοφόρο και τή γυναίκα, δ ποιητής άποφεύγει κάθε ενοχλητική έπανάληψη και συγκεντρώνει όλη τήν έμφαση στον κίνδυνο τής στιγμής. Ή Τέκμ,ησσα δίνει δύο εντολές: νά φέρουν τον Τεύκρο και νά ψάξουν, χωρισμένοι σέ δμάδες, γιά τον Αΐ'αντα. Ή δική του τραγωδία είναι και δική της· στον στ. 808 άκοΰμε τά πικρά λόγια «έ'χω χάσει τήν παλιά στοργή», και είναι πράγματι συγκινητικό πού ή γυναίκα μ,έσα στήν άγωνία τής καρδιάς της (809) άπευθύνεται στο παιδί, πού είναι δίπλα της. "Οπως στίς Ευμενίδες^ στήν "Αλκηστη και τήν Έλένη^ 6 χορός εγκαταλείπει τή σκηνή· όπως καί στίς Ευμενίδες^ μεσολαβεί 1. Ό Max Scheler, Die weissen Blätter 1911, 768, χαρακτήρισε αύτή τή φαινομενικά εύνοϊκή άλλαγή μέσο γιά νά άποκλειστεϊ άπο το τραγικό γεγονος κάθε στοιχείο ττροκαθορισμένου ύπολογισμοϋ.
310
TA ΣΩΖΟΛΙΕΧΑ
ΔΡΑΜΑΤΑ
άλλαγή σκηνής: βρίσκουμ,ε τον Α'ίαντα σε έναν ερημικό τόπο, μέ τό ξίφος του μ,πηγμένο ορθί,ο στή γη, και τον άκοϋμε νά άποχαιρετα τον κόσμο. 'Ο ήρωας πρώτα προσεύχεται στον Δία, άλλά προσεύχεται μέ τον τρόπο του: είναι και δίκαιο και λογικο νά τον βοηθήσει 6 θεός· άλλωστε, ζητεί κάτι ελάχιστο: νά τον βρει πρώτος ό Τεύκρος και νά φροντίσει γιά τό πτώμα του. "Τστερα επικαλείται τον Έρμη, τον ψυχοπομπό, και τις Ερινύες, πού τους άναΟέτει τήν εκτέλεση της κατάρας του γιά τους Άτρεΐδες και γιά δλο τό στράτευμα. Ό "Ηλιος εξάλλου πρέπει νά φέρει τό μήνυμα στούς γέροντες γονιούς του στή Σαλαμίνα —ουτε λέξη γιά τήν Τέκμησσα. Και τέλος, σε μιά άπό τις συγκινητικότερες στιγμές της τραγωδίας του Σοφοκλή, βλέπουμε πώς αύτός ό σκληρός άνθρωπος, πού έ'χει άπαρνηθεΐ τούς άλλους άνθρώπους, έξακολουΟεΐ μέ κάθε ίνα του νά είναι δεμένος μέ αύτό τον κόσμο του φωτός, μέ τις πηγές και τούς ποταμούς, μέ τό πατρικό του χώμα, άκόμη και μέ τήν τρωική γή: σέ δλα αύτά άπευθύνεται ό Αϊας προτού πέσει πάνω στο σπαθί του. Χωρισμένος σέ δύο ήμιχόρια (805) μπαίνει στή σκηνή ό χορός, μέ μιά λυρική έπιπάροδο· τό δεύτερο μέρος της άποτελεϊται άπό τρίμετρα τών δύο ήμιχορίων, πού διακόπτονται άπό σύντομες ερωτήσεις (βάκχειους). 'Η σκηνή της άναζήτησ-ιτ]ς, πού ό Σοφοκλής τή διαμόρφωσε μέ ζωηρότητα έφάμιλλη της άντίστοιχης σκηνής τών Ίχνευτών, συνεχίζεται άπευθείας στον επόμενο κομμό (879-973), μιά ταραγμένη σύνθεση σέ δύο μέρη, δπου καθαρά λυρικά κομμάτια του χορού έναλλάσσονται μέ σύντομα διαλογικά. Στό πρώτο μέρος συνάπτονται δέκα τρίμετρα της Τέκμησσας· στό δεύτερο, μέ άπόλυτη άντιστοιχία, άλλα δεκατρία. Ή άνεύρεση του πτώματος άπό τήν Τέκμησσα πραγματοποιείται στήν άρχή του κομμού, και άμέσως άντηχεϊ ό θρήνος μέ γοργές φωνητικές εναλλαγές. Είναι ενδεικτικό τής συνοχής της φυσιογνωμίας του χορού τό γεγονός ότι ή πρώτη σκέψη του πάει στό γυρισμό του στήν πατρίδα και στή δική του σωτηρία (900). Σωστά υπολογισμένο, γιά νά δημιουργήσει άντίθεση μέ τά επόμενα, εϊναι τό κλείσιμο του κομμού, οπού ό χορός τραγουδά γιά τό γέλιο του 'Οδυσσέα, πού θά ξεσπάσει τώρα σίγουρα πάνω στόν ήττημένο άντίπαλο (θυμούμαστε τή σκηνή του προλόγου !), ενώ ή Τέκμησσα, στήν τελευταία της ρήση, πλαισιώνει τό θρήνο της μέ τό 'ίδιο αύτό θέμα.
311
ΣΟΦΟΚΛΙΙΣ
To έ'ργο άποτελεΐται άπο 1420 στίχους, και ο Α'ίας τελειώνει, τον επιθανάτιο μονόλογο του στο στίχο 865. "Ενας θρήνος θά μπορούσε να κλείσει το έργο. Και δμως άκολουθεΐ ενα έκτενέστατο μέρος, δπου, σέ τρεις λεπτότατα διαφοροποιημένους άγώνες λόγων, εξασφαλίζεται γιά τον νεκρό ή τιμή τής ταφής και του άναγνο^ρίζεται ή ήρωική άξία. Στο κέντρο αύτου του άγώνα στέκεται ό Τεύκρος, πού παρουσιάζεται πρώτα μέσα στην οδύνη του γιά τό θάνατο του άδερφοΰ του (974-1046). "Τστερα άπό εναν σύντομο θρήνο, πού τον εναλλάσσει μέ τον κορυφαίο, και μιά εντολή στην Τέκμησσα να φέρει τον Εύρυσάκη, ό Τεύκρος μιλεί στον νεκρό του Α'ίαντα. Ή συμπαθητική του διάθεση ειλικρίνειας και πίστης ύστερεΐ βέβαια άπέναντι στήν ύψηλοφροσύνη του νεκρού, άφού ό Τεύκρος βρίσκεται κάπου άνάμεσα στο ήρωικό επίπεδο τού άδερφού του καΐ τόν μικρό κόσμο τού χορού. "Υστερα άπό τό ξέσπασμα τής οδύνης του γιά τό χαμό τού ήρωα, άκολουθεΐ, πλατιά άναπτυγμένη, ή σκέψη γιά τό γυρισμό πού τόν περιμένει, όταν θά χρειαστεί νά άνακοινώσει στόν Τελαμώνα τό θάνατο τού μεγάλου του γιού.^ Στό τέλος, ή ρήση επανέρχεται στόν Α'ίαντα και στή μοιραία άνταλλαγή δώρων μέ τόν "Εκτορα.^ Πρώτος άντίπαλος εμφανίζεται ό Μενέλαος, πού ή αναγγελία τού κορυφαίου: «ό Μενέλαος, πού γιά χάρη του ήρθαμε όλοι εδώ» (1045), τόν τοποθετεί άμέσως στή θέση ένός άθλιου έγωιστή. Τέτοιος άποκαλύπτεται σέ λίγο και στόν άγώνα του μέ τόν Τεύκρο (1047-1162). Ό Μενέλαος άμέσοος άπαγορεύει να αγγίζουν τόν νεκρό. Στήν άγανακτισμένη άντερώτηση τού Τεύκρου άποκρίνε1. Ό χαμένος Τεύκρος του Σοφοκλή πραγματευόταν πιθανότατα την άποκλήρωση τοϋ ήρωα άπο τον Τελαμώνα. 2. Στήν εκδοσή του (σειρά Tusculum) ό Willige κλείνει σε παρένθεση τούς στ. 1028-1037 καί όβελίζει τούς στ. 1038κ. Τόν όβελισμό των στ. 1028κ., πού πρότειναν οΐ Mörstadt και Nauck, τον άποκρούει ό Jebb, σέ επίμετρο της εκδοσής του. Τό θέμα του μοιραίου δώρου τοϋ Έκτορα εχει θέση στούς στ. 661κκ. καί 817κ. Ή συνοπτική μνεία του στούς στ. 1026κ. λειτουργεί θαυμάσια, ένώ ή διεξοδική εκθεση του θέματος, πού άκολουθεΐ άμέσως μετά, πολύ λιγότερο. Καί τό αΙεν στόν στ. 1031 εϊναι άχρωμο, καθώς καί ό συσχετισμός του εκείνος (1035) μέ τόν στ. 1030 (πού έξάλλου δικαιολογείται μόνο μέ τήν παραδοχή ένός ζεύγματος) άδέξιος. Ή έκφραση δμως μη τείνε μακράν, πού άπευθύνει ό κορυφαίος (1040) στόν Τεύκρο, υποδηλώνει τήν ιδιαίτερη ίκταστ] του λόγου τοϋ Τεύκρου, καί έπομένως άποκλείει τήν υπόθεση μεταγενέστερης προσθήκης άπό κάποιον υποκριτή.
312
ΤΛ Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΛΜΑΤΛ
ται μέ εναν εκτενέστατο λόγο, άριστούργημα «ηθοποιίας». Ή έντολή του νά πετάξουν τό πτώμα στην άκτή, λεία στά σαρκοβόρα όρνια, άποτελεΐ άπροκάλυπτη υβρη. Στον άγώνα γιά τήν ταφή του νεκρού, άναπτύσσεται το πρόβλημα πού θά άποτελέσει το βασικό θέμα της ^Αντιγόνης. Ή μικρόψυχη εύτέλεια έρχεται στο φως όταν ο Μενέλαος άποκαλύπτει τό τελευταίο έπιχείρημα της έχθρότητάς του (1067κκ.): αύτος ό Αΐ'ας ήταν πάντα άνώτερός τους· άφοϋ λοιπόν δεν μπόρεσαν νά επιβληθούν στον ζωντανό, μπορούν νά δείξουν τή δύναμή τους πάνω στον νεκρό. Άκολουϋουν διάφορες υστερόβουλες ηθικολογίες, όπως τις χαρακτηρίζει ό χορός, στους δύο στίχους του (1091κ.) πού κλείνουν τή σκηνή. "Ο,τι στο στόμα της 'Αθηνάς των Ευμενίδων ήταν έκφραση ύψιστης σοφίας πού άφοροΰσε τήν άξία του εύεργετικοΰ φόβου, εδώ, σε μια φορτική επανάληψη της σημαδιακής λέξης δέος (1074, 1079, 1084), καταντά κενή έκφραση ενός αύτάρεσκου δεσποτίσκου. Ό Τεύκρος στήν άπάντησή του άρνεϊται οτι ό Α'ίας βρισκόταν ύπό τις διαταγές του Μενελάου και εμμένει στήν άπόφασή του, άκόμη και παρά τή θέληση του άρχηγοΰ του στρατού (αύτό προετοιμάζει τον άγώνα της έπόμενης σκηνής), νά θάψει τον νεκρό. Γιά τον κορυφαίο —και αύτο είναι επίσης στοιχείο ήθοπλασίας— ό λόγος τού Τεύκρου έχει υπερβολική οξύτητα. Ό άγώνας κορυφώνεται στούς εμπαθείς διαξιφισμούς της στιχομυθίας, πού δέν προσθέτει κανένα καινούριο έπιχείρημα. Και οι δύο άντίπαλοι άντιπαραθέτουν τή θέση τους άκόμη μιά φορά' τέλος, ό Μενέλαος εγκαταλείπει τή σκηνή άπειλώντας νά άσκήσει βία. Ό χορός, πάντα άνήσυχος, προβλέπει στούς άναπαίστους του τό ξέσπασμα βίαιης διαμάχης και συμβουλεύει νά προχωρήσουν γρήγορα στήν ταφή. Εκείνη τή στιγμή έρχεται ή Τέκμησσα μέ τόν Εύρυσάκη, και ό Τεύκρος δίνει εντολή νά σταθεί τό παιδί δίπλα στο πτώμα, κρατώντας τριπλή προσφορά μαλλιών: άπό τή μητέρα του, άπό τόν Τεύκρο και άπό τόν 'ίδιο τόν εαυτό του. "Ετσι ό Εύρυσάκης παραμένει στή σκηνή παρών ώς τό τέλος τού έργου, σάν έγγύηση ότι μέσα του επιζεί ό νεκρός. Τό έπόμενο χορικό (1185-1222) στά δύο στροφικά του ζεύγη παρουσιάζει τόν πόλεμο σάν εύρύτερο πλαίσιο γιά τά θλιβερά γεγονότα πού συμβαίνουν. Βέβαια, τόν Τρωικό Πόλεμο· πέρα όμως άπ' αύτό, άκούμε λόγια πού χαρακτηρίζουν γενικά τόν πόλεμο
313
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
αύτον καθαυτόν, θανάσιμο εξολοθρευτή κάθε χαράς στή ζωή. Φυσικά, τό οτι ο χορος συσχετίζει, όλες αύτές τις σκέψεις μέ τον Ι'διο του τον εαυτό, άνταποκρίνεται άπόλυτα στή φύση του. Μετά το χορικό, μπαίνει στή σκηνή ό Τεύκρος άμέσως πριν άπο τον 'Αγαμέμνονα, τον δεύτερο καϊ. σοβαρότερο άντίπαλό του, γιά έναν καινούριο άγώνα λόγων (1223-1315). Ό άρχηγός του στρατού επιστρατεύει όλο το κύρος του άπέναντι στον νόθο, πού τον αντιμετωπίζει σάν άπείθαρχο σκλάβο. Ή άξίωσή του οτι θά ήταν σκόπιμο νά παρουσιάσει ό Τεύκρος τήν ύπόθεσή του μέσο κάποιου έλεύθερου άνθρωπου θά εκπληρωθεί λίγο πιο κάτω. Στή στιχομυθία του Τεύκρου και του Μενελάου, ειχε προετοιμαστεί σύντομα ή άναφορά του 'Αγαμέμνονα στήν κρίση των δπλων και στο κύρος της. "Υστερα άπο δύο κενούς κατευναστικούς στίχους του κορυφαίου, ό Τεύκρος, μέ κλιμακούμενη σφοδρότητα σέ σύγκριση μέ τον προηγούμενο άγώνα, πραγματοποιεί τήν έπίθεσή του. Στιγματίζει σκληρά τήν άχαριστία άπέναντι στον ήρωα πού έ'σωσε τά πλοία, δταν είχαν άρχίσει νά πυρπολούνται, και τόλμησε νά μονομαχήσει μέ τον "Εκτορα. Τή μομφή γιά τήν ταπεινή του καταγωγή τήν άνταποδίδει μέ άκρα οξύτητα στο γιο της πόρνης 'Αερόπης, τον έγγονο του βάρβαρου Πέλοπα. Ή άπειλή του νά καταφύγει στή βία οδηγεί τήν όλη κατάσταση στο χείλος της καταστροφής, δταν ό χορος χαιρετίζει μέ φανερή άνακούφιση (1316κ.) τήν εμφάνιση του'Οδυσσέα. "Ετσι διαδραματίζεται, σέ άλλο επίπεδο, μιά νέα σύγκρουση άνάμεσα σέ δύο μεγάλους του στρατού (1318-1373). Μέ τά πρώτα κιόλας λόγια του, ό'Οδυσσέας προσδιορίζει τή θέση του: εχει άκούσει τις κραυγές τών 'Ατρειδών κοντά στο πτώμα τού γενναίου ήρωα. Μαθαίνοντας τήν αιτία της σύγκρουσης, ζητεί δημόσια άπο τον 'Αγαμέμνονα, σέ τόνο υπερβολικής εύγένειας, τήν άδεια νά πει εναν φιλικό λόγο. Σέ μιά σοφά ύπολογισμένη παραλλαγή, ό ποιητής αύτή τή φορά βάζει νά μιλήσει μόνο ό ενας άπο τούς δύο άντιπάλους, ό 'Οδυσσέας, και μάλιστα μέ μιά σύντομη ρήση, ενώ ό καθαυτό άγώvαc μετατίθεται σέ μιά έκτεταμένη στιχομυθία. Ή ρήση τού 'Οδυσσέα άποτελεΐ ρητή άπόρριψη τού άμετάκλητου μίσους. "Ώς ενα σημείο μάλιστα προετοιμάζει τον προβληματισμό της 'Αντιγόνης, δταν ύποστηρίζει δτι μιά παρόμοια πράξη δέν προσβάλλει τον νεκρό άλλά τούς νόμους τών θεών. Στή διάρκεια μιας λαμπρής στιχομυθίας, 6 'Οδυσσέας φράζει βήμα βήμα τό δρόμο στον Ά γ α -
314
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
μέμνονα, ό όποιος είναι, έτοιμος νά ξεσπάσει γι,ά δ,τι, έχει σχέση μ,έ το κύρος του, την εχθρότητα του Αϊαντα, τήν άνάγκη γιά συνέπεια και τήν έξασφάλιση της ύπόληψής του, ώσπου τελικά δ 'Λτρείδης παραχωρεί τό πεδίο στον άντίπαλο, παραμένοντας όμως ως τό τέλος άνθρωπος πού μισεί άμετανόητα. Και δταν ό 'Οδυσσέας θυμίζει (1365) δτι και δ Ι'διος κάποτε θά πάρει τό δρόμο τοΰ θανάτου, τό βέλος εκτοξεύεται και πάλι πίσω στη σκηνή του προλόγου" δταν μάλιστα αναφέρει (1359) δτι ή φιλία και ή έ'χθρα μπορούν νά έναλλάσσονται, θυμούμαστε τον Αΐ'αντα της παραπλανητικής ρήσης, ό όποιος μπόρεσε να προφέρει παρόμοια λόγια, άλλά μ,όνο για νά χαρακτηρίσει αύτό πού είναι για τον 'ίδιο άδιανόητο. Ό 'Οδυσσέας δρέπει τήν πρόθυμη επιδοκιμασία του κορυφαίου (1374), και, σέ μιά ύστατη προσπάθεια εύγενικής διαλλαγής προσφέρεται νά βοηθήσει γιά τήν ταφή τοΰ Αϊαντα. Ό Τεύκρος εκφράζει τήν εύγνωμοσύνη του, άλλά αρνείται, επειδή φοβάται δτι μια τέτοια χάρη δεν θά τήν επιδοκίμαζε ό νεκρός. Ό Α'ίας μέσα άπό τό στόμα τοΰ άδερφοΰ του παραμένει άτεγκτος, άκόμη και μετά τό θάνατό του. "Τστερα άπό τήν άποχώρηση τοΰ 'Οδυσσέα, τό έ'ργο κλείνει μέ τήν προτροπή του Τεύκρου νά άρχίσει ή προετοιμασία της ταφής και μέ μιά πολύ γενική γνώμη του χοροΰ γιά τήν άβεβαιότητα τοΰ άνθρώπου σχετικά μέ τό μέλλον. Ή δομή τοΰ Αϊαντα είναι σαφής και ευσύνοπτη. Ή σύντομη άλλά δραματική προλογική σκηνή βοηθεΐ άποφασιστικά νά φωτιστεί ή καταστροφή και νά παρουσιαστεί ή μορφή τοΰ Αϊαντα, καθώς και τοΰ 'Οδυσσέα. Ά π ό διπλή σκοπιά, και τοΰ άνθρώπου και τοΰ θεοΰ, δηλώνεται ή άστάθεια της άνθρώπινης ύπαρξης. Τό πρώτο και κύριο μέρος διαγράφει τήν πορεία τοΰ Αϊαντα άπό τήν άσφυκτική άπόγνο^ση ως τήν πτώση πάνω στο ξίφος του. Ή έπιβράδυνση μέ τήν παραπλανητική ρήση διακόπτει αύτή τή γραμμή, προκαλώντας καινούρια κλιμάκωση μέ τήν ένταση πού φέρνει ή προφητεία τοΰ Κάλχαντα. "Ενα δεύτερο μέρος, συντομότερο άλλα εξίσου περιεκτικό (στίχοι 731:554), περιστρέφεται γύρω άπό τον νεκρό Αϊαντα. Μετά τή σκηνή της άναζήτησης και τό θρήνο, άκολουθοΰν οι τρεις άγώνες λόγων, πού εξασφαλίζουν στον ήρωα τήν τιμή της ταφής. Σύμφωνα μέ τήν επιτυχημένη διατύπο^ση τοΰ Τ. Β. IJ. Webster, πρόκειται γιά μιά δίπτυχη σύνθεση, πού άπαντα στά παλαιότερα δράματα. Αύτό μέ κανέναν τρόπο δεν
315
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
σημαίνει, διάσπαση του δράματος σε δύο μέρη, τά όποϊα ο ποιητής δεν κατόρθωσε νά συνδέσει σε μιά ένότητα. Ό άρχαϊος τεχνοκριτικός πού σχολίασε το στ. 1123 μένει άκάλυπτος^ όταν ισχυρίζεται δτι ό Σοφοκλής άπλωσε κάπως αύθαίρετα το δράμα του πέρα άπο τό θάνατο του Αΐ'αντα. Μετά τήν κάτα> ôôov του ήρωα άκολουθεΐ, μέ τήν άποκατάσταση της τιμής του, ή ανω οδός, και οί δύο μαζι συγκλίνουν, γιά νά δημιουργηθεί ή παλίντονος άρμοviy]. Ά π ο τήν άλλη δμως μεριά, θά ήταν λάθος νά άγνοήσουμε το γεγονος δτι αύτος ό τρόπος σύνθεσης είναι εντελώς διαφορετικός άπο του ΟΙδίποδα Τ. ή τής 'Ηλέκτρας, δπου ό ποιητής συγκεντρώνει μέ μέγιστη πυκνότητα δλα τά δραματικά γεγονότα γύρω άπο μια μορφή, πού κυριαρχεί άπο τήν άρχή ως τό τέλος του έργου. Τό δυσκολότερο πρόβλημα άφορα τή σημασία και τήν έκταση τής προσωπικής ένοχής του Α'ίαντα.^ Τό θέμα τίθεται ήδη κατά τήν έρμηνεία τής προλογικής σκηνής. 'Από τό σημείο δπου ή 'Αθηνά κλείνει τό μέρος αύτό μέ τή συμβουλή της γιά ταπεινοφροσύνη, ξεκινά έ'να νήμα πού φτάνει ως τήν άφήγηση τοϋ Κάλχαντα γιά τά δύο περιστατικά δπου ό Α'ίας άντιμετώπισε τή θεά ύβρι1. 'Ακόμη καΐ ό ϊδιος ό Reinhardt, στο βιβλίο του για τον Σοφοκλή, άδικεϊ κάπως το τελικό τμήμα τοϋ έργου. 2. Γιά τή ρευστότητα του προβλήματος ενδεικτικές είναι δύο παρατηρήσεις τοϋ Wilamowitz. Στο Griechische Verskunst 1921, 507, γράφει πώς είναι «μυωπικό» νά παραβλέπουμε δτι ό Αϊας, πού κομπάζει άπέναντι στήν 'Αθήνα, προετοιμάζει μέ αύτόν άκριβώς τόν τρόπο τήν πτώση του" σέ μιά εισαγωγή του δμως στή μετάφραση τοϋ ΟΙδίποδα Τ. (νέα έκδοση Βερολίνο 1939, 7, 1) σημειώνει δτι εΐναι «οδυνηρό» νά βλέπει κάνεις νά έπιμένουν μερικοί νά προσάπτουν στόν Α'ίαντα κάποια ενοχή. Πολύ συγκεκριμένα ρωτά στό βιβλίο του Glaube der Hellenen 2, 233: ((Ήταν μήπως ό Α'ίας ενας κακός;» Τήν υπερεκτίμηση τοϋ θέματος τής ένοχής προσπάθησε νά τήν πολεμήσει, έκτός άπό τόν F. Dirlmeier, και ό Η. Homme!, NJW 1940, 288, 76, ένώ ό G. Perrotta (633) χαρακτηρίζει άκριβώς τόν Αϊαντα καΐ τήν 'Αντιγόνη δράματα Δίκης, ξεχωρίζοντάς τα άπό δλα τά υπόλοιπα, τά δράματα "Ατης. Για τήν ενοχή τοϋ Α'ίαντα μιλεί και ό Κ. Ebeling, δ.π., καΐ ό Bowra στήν άνάλυση τοϋ έργου. Και οί δύο πάντως μιλοϋν για τά λάθη ένός μεγάλου, ό όποιος, μετά τό τέλος του, θά άνακτήσει τό άνάστημά του. Και ό Μ. Pohlenz, Hermes 78 (1943) 270, μιλεί γιά ένοχή τοϋ Α'ίαντα, άλλά πρβ. Gr. Trag. 1, 181. Σχετικά πρόσφατα καταπιάστηκε μέ τό πρόβλημα τής ένοχής τοϋ Α'ίαντα ό Funke, 76, 146, ό όποιος ξεκινά άπό μιά παρατήρηση τοϋ Wilamowitz, Glaube 2, 233, 2, και έντοπίζει στό θέμα τής ΰβρης τοϋ δράματος μιά προσπάθεια νά δικαιωθούν οί θεοι πού στέλνουν τή συμφορά.
316
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
στικά. Σημαίνει ομως αύτο άραγε δτί. το έ'ργο μπορεί' νά χαρακτηριστεί δράμα ένοχης και τιμωρίας; Ή Ι'δια ή 'Αθήνα άμέσως πιο πριν δέν μίλησε γιά τη σύνεση του Αΐ'αντα; "Οσο γιά τά λόγια τοΰ Κάλχαντα, πρέπει καταρχήν νά σκεφτούμε ότι πρόκειται για θέμα πού εμφανιζόταν ήδη στον επικό κύκλο. ^ Εξάλλου, άξίζει νά σταθμίσουμε τή βαρύτητά τους στο εργο, άφοϋ ή οργή της 'Αθηνάς δέν άποτελεΐ μέ κανέναν τρόπο τήν κύρια κινητήρια δύναμη του δράματος. Ή θεά εστειλε τήν παραφροσύνη στον Αΐ'αντα, γιά νά σώσει τούς "Ελληνες. Τό θέμα μάλιστα της οργής της εξασθενεί άκόμη περισσότερο μέ τον περίεργο περιορισμό πού τίθεται στή μνησικακία της: αν περάσει άνώδυνα αύτή ή μέρα, 6 Α'ίας μπορεί νά σωθεϊ.^ Και, τέλος, ή ρήση του Κάλχαντα πρέπει νά έξεταστεϊ κυρίως μέ βάση τή δραματική λειτουργία πού έπιτελεΐ: ό ΑΙ'ας πρέπει νά άναζητηθεϊ, οί δικοί του πρέπει νά αφυπνιστούν άπό τήν παραπλανητική βεβαιότητά τους. "Ετσι φτάνουμε στο συμπέρασμα οτι ή ύβρη του Αϊαντα άποτελεϊ βέβαια ούσιαστικό στοιχείο τοΰ ολου δραματικού γεγονότος, χωρίς όμως νά έξαντλεΐται τό νόημά του μέ αύτό τό θέμα. Ξαναγυρίζουμε έ'τσι στή στοχαστική φράση τοΰ F. G. Welcker:^ /'η »1961
324
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
πίστευαν οτι ξεχώριζαν ακόμη Ι'χνη άπο το πτώμα του Πολυνείκη, καθώς το έσερνε ή 'Αντιγόνη προς τή νεκρική πυρά του Ε τεοκλή. Γιά τή χρονολόγηση του έργου, άφετηρία παραμένει ή σημείωση της 'Υπόθεσης οτι οί 'Αθηναίοι, υστέρα άπο τήν επιτυχία της ^Αντιγόνης, εξέλεξαν τον Σοφοκλή στρατηγό γιά τον Σαμιακό ΙΙόλεμο (άρχές 441 π.Χ.) —δέν έχει σημασία άν πρόκειται για πραγματική σχέση ή για μετατροπή ένος post hoc σέ propter hoc. Και μετά τον προσεχτικό έλεγχο δλων των στοιχείων πού έκαμε ό G. Müller (δ.π. 24), τό 442 παραμένει ή πιθανότερη χρονολόγηση. Δέν είναι πολύ πειστική ή άντίρρηση του Wilamowitz δτι τό 443/2 6 Σοφοκλής, ύπηρετώντας ώς έλληνοταμίας στήν περίοδο ενός νέου καθορισμού φόρων, πρέπει νά ήταν εξαιρετικά άπορροφημένος και νά μήν μπόρεσε νά τελειο)σει τό έργο του γιά τά Διονύσια του 442 π.Χ. Ή Υπόθεση κατατάσσει τό έργο τριακοστό δεύτερο. Παρόμοιες μαρτυρίες δίνονται και γιά τήν "Αλκηστη του Εύριπίδη, τούς "Ορνιθες και τόν Διονυσαλέξανδρο του Κρατίνου, και τούς ^ίμβρίους του Μενάνδρου. Γενικά, σέ δλα αύτά τά έργα έντοπίζονται σήμερα κατάλοιπα χρονολογικής κατάταξης.^ Τό έργο άρχίζει μέ μιά διαλογική σκηνή εξαιρετικής έντασης και μοναδικής άποτελεσματικότητας στή διαγραφή των χαρακτήρων. Μέσα στό μισοσκόταδο, πρίν άπό τήν άνατολή του ήλιου,^ ή 'Αντιγόνη όδηγεϊ τήν άδερφή της 'Ισμήνη μπροστά στό W. Schadewaldt, στο Griechisches Theater, Φραγκφούρτη 1964, 90" Β. Urecht, Die Antigone des Sophokles (διασκευή γιά τή σκηνή της μετάφρασης τοΰ Hölderlin, σέ συνεργασία μέ τόν C. Neher). Ποικίλο υλικό γιά τήν 'Αντιγόνη συγκεντρωμένο άπό τόν W. Hecht, Φραγκφούρτη ^1967.—'Αγγλικά: D. Fitts και R. Fitzgerald, Ν. 'Τόρκη 1939· L. J. Morrison, Λονδίνο 1939· G. Murray, 'Οξφόρδη 1941· F. Κ. Smith, Λονδίνο 1950" R. Ε. Braum, Λονδίνο 1974.—Γαλλικά: Ρ. Waltz, ΙΓαρίσι 1941—'Ιταλικά: Μ. Untersteiner, Modenal937· Ε. délia Valle, Mari 1951· Ε. Pettine, Salerno 1968. 1. Flickinger, Greek Theater 331" Goossens, Euripide 25, 10, ό όποιος υποστηρίζει τήν άποψη δτι οί άριθμοί δέν άναφέρονται στά δράματα πού σώζονταν στήν 'Λλεξάνδρεια, παρά σέ δλα τά ^ργα πού γνώριζαν άπό τΙς διδασκαλίες οί γραμματικοί. Βλ. και Λ. Μ. Dale, Alkestis, 'Οξφόρδη 1954· G. Zuntz, Inquiry 251" T. Β. L. Webster, WS 79 (1966) 115. 2. Ή 'Ισμήνη λέει στόν στ. 16: εν ννκτι r f j νΰν. Γιά τόν προσδιορισμό τοϋ χρόνου βλ. S. Bradshaw, δ.π. 203· Κηοχ, Heroic Temper 180, 43.
325
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
παλάτι, γιά μι,ά συνομιλία πού δέν πρέπει να τήν άκούσει άλλο αυτί. Ή προσφώνηση, μέ τη δήλωση του στενότατου άδελφικοΰ δεσμού, εισάγει ενα διάλογο πού κλείνει με τήν άγεφύρωτη διάσταση των διαλεγόμένων προσώπων. Ά π ο τήν άρχή κιόλας μιά καλά πληροφορημένη, πυρετικά διεγερμένη 'Αντιγόνη στέκεται απέναντι σέ μιά 'Ισμήνη ή οποία, μέ τον σύντομο, κυκλ'.κά συνθεμένο λόγο της (11-17), άποκαλύπτει τή μακαριότητα του άνίδεου. Οί εξηγήσεις πού δίνει ή 'Αντιγόνη τονίζουν έντονα τήν άπανθρωπιά της άπαγορευτικής εντολής του Κρέοντα —οχι μόνο στέρηση τάφου, άλλά και βορά γιά τά άρπαχτικά όρνια !— και τελειώνουν μέ προτροπή γιά δράση. Μέ τήν άδυναμία της Ισμήνης νά καταλάβει, άνάβει μιά σύντομη στιχομυθία' ή 'Αντιγόνη άπαιτεϊ άπο τήν άδελφή της νά βοηθήσει στήν ταφή, και ή 'Ισμήνη έντρομη άρνιέται, άφοΰ γι' αύτήν ή άπαγόρευση του Κρέοντα εκφράζει όλο το κύρος της κρατικής εξουσίας (44, 79), και επομένως είναι άπαράβατη. Υπερασπίζει τήν άρνησή της: σέ ολη τή συμφορά του σπιτικού τους πρέπει νά προστεθεί και ή δίκή του^ έξόντωση; «Είμαστε γυναίκες, πλασμ,ένες οχι γιά νά παλεύουμε μέ τούς άντρες.» Μέσα σέ ελάχιστους στίχους κλείνεται ενας πλήρης άνθρώπινος τύπος. Αύτή ή έτοιμη γιά συμβιβασμό, ύποταγμένη γυναίκα είναι πρόθυμη νά ύπακούσει καΐ στις πιο οδυνηρέ; έντολές (64). Και ωστόσο, μέσα στήν άδύναμη ψυχή της ζει ή συναίσθηση του ορθού. Ά π ο τούς χθόνιους θεούς, πού το χώρο τουζ προσβάλλε! υβριστικά ό Κρέων, θά ζητήσει συγχώρεση πού άναγκάζεται νά άποφύγει μιά υποχρέωση. Και της 'Αντιγόνης ή άπάντησ·/] είναι μοναδικό δείγμα διαγραφής χαρακτήρα* στο φλογερό πάθος της, τό πείσμα, στοιχείο βασικό του χαρακτήρα της, προσ δίδει τον κατάλληλο τόνο: «άκόμη κι αν τό ήθελες, θ' άρνιόμουν τή βοήθειά σου». Αύτή άκριβώς είναι ή 'Αντιγόνη, ή οποία στήν άκόλουθη στιχομυθία (78-92), πού άρχίζει μέ δίστιχα, θά άπο κρούσει μέ άφάνταστη σκληρότητα τήν ταπεινή υπόσχεση της Ί σμήνης οτι τουλάχιστον θά κρατήσει σιωττή γιά ολα αύτά: αΠή γαινε ! Φώναξέ το σ' όλους!». Πέρα άπο αύτά, ή προλογική σκη νή, στήν επιγραμματική έκφραση δσια πανονργήσασα (έχοντα διαπράξει ίερο έ'γκλημα) συνοψίζει τή σύγκρουση δύο θέσείυν, πού μ,έσα στο δράμα θά προωθηθεί ώς τήν πλήρη έξόντωση y.r/λους οσοι επιμένουν νά άνακαλύπτουν στό δράμα άναφορές του ποιητή στήν έποχή του.^ Γιά τον Σοφοκλή στηριζόμαστε στό 18ο κεφ. της Ποιητικής του 'Αριστοτέλη, όπου άναφέρεται δτι ό τρα1. Ό I. Errandonea τό εχει άναγάγει αύτό σέ σύστημα έρμηνείας: Emerita 10 (1942) 28" Humanidades 5 (1953) 199, καθώς και στό βιβλίο του Sôfocles : Investigaciones sobre la estructura dramdtica de sus siete tragedias y sobre la personalidad de sus coros, Μαδρίτη 1958. 2. Whitman, 135 (Οιδίπους T.)· Waldock, 112 {'Αντιγόνη)· F. Egerrnann, Vom attischen Menschenbild 76 (ΟΙδίπονς T.)· Zuntz, ((Oedipus und Gregorius», A^A 4 (1954) i9i=Wege der Forschung 95, 348· Kamerbeek, ((Comments on the Second Stasimon of the Oid. Tyr.»,
341
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
γί,κος ποιητής πρέπει νά άντιλαμβάνετα!, το χορο ώς υποκριτή καί, επομένως, νά τον έντάσσει στο σύνολο οχι δπως 6 Εύριπίδης άλλά οπως ό Σοφοκλής. Το πρόβλημα δμως δεν λύνεται μέ μιά τέτοια γενική γνώμη. Ή ενσωμάτωση του χοροϋ στή δραματική σύνθεση ποικίλλει πολύ στο εργο του Εύριπίδη, και 6 'Αριστοτέλης, μέ τήν πλουσιότερη γνώση του, 'ίσως να ειχε δώσει δικαιολογημένα τήν προτίμησή του στον Σοφοκλή. Ωστόσο, δέν πρέπει νά άποκλείσουμε μέ αύτο τήν πιθανότητα πολλά χορικά κομμάτια του Σοφοκλή, ενώ εϊναι άπολύτως ένταγμένα στά δραματικά συμφραζόμενά τους, νά έκφράζουν ταυτόχρονα ιδέες του ποιητή. Αύτό άκριβώς υποστηρίζω, άποκρούοντας κάθε άντίρρηση, για τό πρώτο στάσιμο τής Αντιγόνης. Δέν πιστεύω πώς πρόκειται γιά περίεργη σύμπτωση δτι, τήν εποχή τής σοφιστικής σχετικοποίησης κάθε παράδοσης, ενας ποιητής άντιπαραθέτει στήν άσυγκράτητη ορμή του άνθρώπου γιά πρόοδο τό άμετακίνητο κύρο; κάποιων άξιών, και πώς δέν πρέπει μολαταύτα νά γίνει 6 παραμ,ικρός συσχετισμός άνάμεσα στά δύο φαινόμενα. Και ούτε μέ τον G. Müller μπορώ νά συμφωνήσω, δταν θεωρεί οτι τό χορικό σέ πρώτο έπίπεδο άποτελεΐ καταδίκη τού παραβάτη τής εντολής του Κρέοντα, ενώ σέ δεύτερο έπίπεδο —χωρίς βέβαια νά έ'χει συνείδηση γι' αύτό ό χορός μέσα στήν πλάνη του— άφήνει άνοιχτή τήν πιθανότητα μιας άναφορας στον Κρέοντα. Θά μπορούσα έδώ αμέσως νά άναφερθώ στήν αντίδραση του χορού γιά τή διαταγή τού Κρέοντα, δπως έκφράζεται στούς στ. 211 (πρόταξη τού σοι!) ll'/iS 79 (1966) 80 [ΟΙδίπονς T.). Κύριος εκπρόσωπος αύτης τής άντίληψ-^c είναι ό G. Müller, 6χι μόνο στή σχολιασμένη έκδοση τής Άντιγόν^ις άλλά καΐ σέ μια σειρά εργασίες του: ((Überlegungen zum Chor der Antigone», Hermes 89 (1961) 398· Sophokleische Theologie in der Tragik Aiitigo nes : Der Humanismus und die Auslegung klassischen Texte, Φραγκ φούρτ-ιτ] 1965, 14' ((Chor und Handlung bei den griechischen Tragikern», Wege der Forschung 95, 212" ((Das zweite Stasinion des König Ödipus», Hermes 95 (1967) 269. Ή άντίθετη άποψη: Lesky, ((Der Her l'en eigner Geist», Das Altertum und jedes neue Gute: Festschrift Schadewaldt, Στουτγάρδη 1970, 79. Γιά τό πρόβλημα του χοροΰ τώρα βλ. Chr. Α. Uhsadel, Der Chor als Gestalt: Seine Teilnahme am Gc schehen sophokleischer Slüke (διατρ.), Τυβίγγη 1969" έπίσης, Η. Colc^ man, ((The Role of the Chorus in the Antigone», PCPhS 18 (1972) Burton, ό'.π. 85" Winnington-Ingram, 0..-7. 91.—Γιά τή σκηνική παρου σίαση τοϋ χοροϋ σημαντική εϊναι ή έργασία του Τ. Β. L. Webster, ΊΊκ· Greek Chorus, Αονδίνο 1970.
342
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
καΐ 216 καί, ξεκάθαρα, στην εικασία, πού τόσο εξοργίζει τον Κρέοντα (278, πάλαι οτι ή ταφή δεν άποκλείεται νά είναι εργο των θεών. Δυσκολεύομαι άκόμη νά δεχτώ δτι ή σειρά τών μεγάλων έπιτευγμάτων και άνακαλύψεων του άνθρώπου είναι δυνατό νά σκοπεύει μόνο σ' εκείνον πού κάλυψε τό πτώμα του Πολυνείκη μέ στρώμα σκόνης. Ή άποψη πού ύποστήριξα αναλύοντας τό έργο συμπίπτει σχεδόν άπόλυτα μέ τη γνώμη του Ρ. Friedländer,^ ό όποιος επιμένει δτι δεν πρέπει νά άναζητοϋμε σχολαστικά μιά συγκεκριμένη άναφορά του χορικού (πιθανότερη φαίνεται κάποια σχέση του μέ τον Κρέοντα), άλλά σ' αύτό νά άναγνωρίσουμε τό ήθικοθρησκευτικό πλαίσιο δπου τοποθετούνται τα δραματικά γεγονότα. Μέ αύτό τόν τρόπο πραγματοποιείται ή ενσωμάτωση του χορού πού άπαιτεϊ ο 'Αριστοτέλης· πρέπει δμως, γι' αύτόν τό λόγο, νά μας άπαγορευτεΐ νά επισημάνουμε εδώ ιδέες πού συγκίνησαν τόν Σοφοκλή τήν εποχή μιας άνήκουστης πνευματικής έκρηξης; Στήν κρίση μου γι' αύτό τό χορικό συμφωνώ μέ τόν W . Schadewaldt {Hellas und Hesperien 941): «Θά ελεγε κανείς δτι στό τέλος του χορικού μένουν μέσα στό χώρο δυό χέρια ύψωμένα σέ στάση άμυνας». "Εχει παρατηρηθεί συχνά^ δτι τό χορικό αύτό δέν πρέπει νά άποσυνδεθεϊ άπό τή διδασκαλία του Πρωταγόρα γιά τήν ιστορία του πολιτισμού- είναι γνωστό τό έργο του Περί της εν àgxfj καταστάσεως, τοΰ οποίου τό «μύθο» διασώζει ό Πλάτων {ΙΤρωταγ. .'»20d). 'Ωστόσο, δέν πρέπει νά παραβλέψουμε μιά σημαντική διαφορά: στόν Πρωταγόρα, τό άνθρώπινο γένος, πού δέν μπορεί νά 1. Hermes 69 (1934) 61. Ή μονομέρεια πού άπορρίπτει κάθε άναφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα δέν εμεινε χωρίς άντιρρήσεις: βλ. λ.χ. I^'unke, Tragische Schuld 95, 3, ό όποιος στήν εργασία του πού μνημονεύτηκε στη βιβλιογραφία του έργου υποστηρίζει τό συσχετισμό του χορικού με τόν Κρέοντα. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες οί παρατηρήσεις τοΰ J. (ioth, δ.π. 64, ίδ. 67, 1. Ό J. Burckhardt, Griechische Kulturgeschichte, 2, 285 (Kröner), παρατηρεί πολύ σωστά: Ό Σοφοκλής ((χειρίζεται τό χορό εναλλακτικά, πότε σάν πραγματικό και πότε σαν ιδεατό συστατικό στοιχείο τοΰ δράματος». Μέ διεισδυτικότητα φωτίζει τόν προβληματισμό του χορικού ό Ehrenberg (61=75). Ό Η. Diller, στόν πρόλογο (5) τοϋ συλλογικού τόμου γιά τόν Σοφοκλή {Wege der Forschung 95), ομολογεί, βέβαια, τήν άρνησή του νά δεχτεί τήν παρουσία προσωπικών στοιχείων στόν Σοφοκλή, περιορίζει ομως αύτό τόν άποκλεισμό μέ τήν έκφραση ((σχεδόν όλότελα». 2. Λ.χ. άπό τόν Ehrenberg (61=75).
343
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
εξασφαλίσει τήν έπιβίωσή του οΰτε μέ τή γνώση της τεχνικής, το σώζει ό Δίας προσφέροντάς του τις «πολιτικές άρετές». Αύτέ^ στον Σοφοκλή (355: άστυνόμοι όργαΐ [πολιτικά ήθη]) συγκαταλέγονται στη σειρά των κατακτήσεων του 'ίδιου του άνθρώπου. Γιά τον τραγικό, δμως, πάνω άπό ολα, στέκει, έσχατο κριτήριο γιά τήν άξία και τήν άπαξία ένός άνθρώπου, ό άπαράβατος νόμος της πατρικής γής (είναι οί καθεστώτες νόμοι του στ. 1113) και τό δίκαιο πού πηγάζει άπο τους θεούς. Έκτος άπο το στάσιμο πού άναλύσαμε πιο πάνω, ή στάση του χορού είναι καΐ γενικότερα κάπως προβληματική.^ Δεν θα μπορούσαμε πάντως νά συμμεριστούμε στο σύνολό της τήν άποψη πού ύποστήριξε ιδιαίτερα ο G. Müller πρόσφατα, ότι ό χορός, άκολουθώντας μιά προσωπική έξελικτική πορεία, μεταβαίνει, στο δεύτερο μέρος του έργου, άπό τήν άρχική του πλανημένη καταδίκη τής 'Αντιγόνης σέ μιά σωστή άποτίμηση. Κατά τή γνώμη μου, αύτοί οι γέροντες τής Θήβας διαθέτουν προσωπικά χαρακτηριστικά στον 'ίδιο περιορισμένο βαθμό δπως και οι ναύτες του Α'ίαντα. 'Ωστόσο, δεν μπορεί κάνεις νά τούς άρνηθεΐ μιά κάποια μεταστροφή. Είναι άλήθεια, ό χορός σέ κανένα σημείο του έ'ργου δέν παίρνει άπροκάλυπτα τό μέρος του Κρέοντα· σκύβει ομωζ μπροστά του τόσο υποτακτικά, ώστε ή δποια εσωτερική του άντίσταση διαφαίνεται μόνο σέ υπαινιγμούς (βλ. παραπάνω). 'Εξάλλου, ή περιφρόνηση τής 'Αντιγόνης γιά το θάνατο και ή ισχυρόγνωμοσύνη της είναι στοιχεία τόσο ξένα στον δικό του κόσμο (220!), ώστε ό χορός άντιμετωπίζει δίχως κατανόηση αυτή τήν πλευρά τής φύσης της, "Οταν δμως 6 Κρέων συντρίβεται, ό χορο^ ξεστομίζει άδίσταχτα αύτό πού σκεφτόταν άπο τήν άρχή —ή 'Αντιγόνη του τό λέει καταπρόσωπο (509)— άλλά δέν τολμούσε νά έκφράσει. Αύτό, άπό καθαρά άνθρώπινη άποψη, είναι κάπως εύ νόητο, άλλά γιά τό δράμα έ'χει ιδιαίτερη σημασία. Γιατί μόνο ετσι θά βρεθεί ή 'Αντιγόνη σ' εκείνη τήν άπόλυτη μοναξιά δπου ό Σοφοκλής θέλει τούς ήρωές του νά πραγματοποιούν δ,τι άποτελεΐ γιά τή φύση τους τό πιο άναπαλλοτρίωτο άγαθό. Κατακλυσμός βιβλιογραφίας^ εχει θέσει τό πρόβλημα γιατί ή 1. Β. Alexanderson, «Die Stellung des Chores in der Antigene». Eranos 64 (1966) 85. 2. Ά π ο τή νεότερη: Ε. J. Messner, «The Double Burial of Poly neices», CJ 37 (1941/42) 515· J. L. Rose, «The Problem of the Second
344
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
Αντιγόνη πηγαίνει γιά δεύτερη φορά στο πτώμα του Πολυνείκη. 'Ο W . Μ. Calder III εχει ξεκαθαρίσει δλο έκεϊνο τό συνονθύλευμα των υποθέσεων πού ήθελαν τήν 'Αντιγόνη νά παραλείπει κάτι άπο το λατρευτικό τυπικό της ταφής καΐ νά επιστρέφει γιά νά τό συμπληρώσει. Είναι έντελώς παράλογο νά επιτρέπουμε στόν ορθολογισμό νά παίξει τό παιχνίδι του έκεϊ δπου ό ποιητής σωπαίνει. 'Εξάλλου, παρόμοιες ύποθέσεις έ'ρχονται σέ άντίθεση μέ τό στ. 247. 'Απλούστατα, ή διπλή ταφή είναι δραματικά άπαραίτητη: ή πραγματοποίηση της ταφής και τής διαφυγής εξασφαλίζουν τις προϋποθέσεις γιά τήν πρώτη σκηνή του Φύλακα, ή οποία προωθεί, μέ τή σειρά της, τήν παρουσίαση τής μορφής του Κρέοντα και κλιμακώνει τήν ένταση σέ τέτοιο βαθμό, ώστε ή συνάντηση των δύο άντιπάλων, μετά τή σύλληψη τής 'Αντιγόνης κατά τή δεύτερη έπίσκεψή της στό πτώμα, νά μπορεί νά πραγματοποιηθεί μέ τή μεγαλύτερη δυνατή οξύτητα. Σχετικά μέ τους στ. 904-920 και τόν ορθολογικό υπολογισμό τους, πού εξόργισε τόσο τόν Goethe (βλ. παραπάνω), ώστε άναζητοΰσε τό φιλόλογο πού θά τους αθετήσει, φαίνεται οτι γιά μεγάλο διάστημα ολοι επαναπαύονταν στήν παραδοχή τής γνησιότητάς τους. Μελετητές τόσο διαφορετικοί όπως δ Reinhardt και ό Pohlenz θέλησαν νά θεωρήσουν τή συζήτηση τελειωμένη. Ή έλπίδα τους όμως διαψεύστηκε, έπειδή πρόσφατα δ Η, F u n k e {ο.π. 41, 56) και ό G. Müller (στό ερμηνευτικό του υπόμνημα) άμφισβήτησαν άποφασιστικά τή γνησιότητα τών στίχων, τους οποίους όμως υπερασπίζεται έξίσου άποφασιστικά ό J. Goth {δ.π. 149, 1, δπου και ή σχετική βιβλιογραφία).^ Ή άπόφαση είναι Hurial in Sophocles' Antigene», CJ 47 (1951/52) 219· Ε. Struck, «Der zweimalige Gang der Antigene zur Leiche des Polyneikes», Gymnasium 60 (1953) 327· I. Errandonea, «La doble visita de Antigona al c-adaver de su hermano Polinices», EClds 3 (1955) I I I · W. M. Galder I I I , ο.π. 391, μέ πολλή παλαιότερη βιβλιογραφία' επίσης Μ. McCall, ((Divine and Human Action in Sophocles. The two Burials of the Antigone», YClS 22 (1972) 103. 1. Ά π ο τήν άφθονη σχετική βιβλιογραφία δίνει μιά έπισκ07Π)ση ό Μ. Duvoisin, «À propos des vers 903-915 de l'Antigone de Sophocle», Mémoires de la Faculté des Lettres de Lausanne 1956 (δακτ.). Γιά τά υπόλοιπα παραπέμπουμε στον Η. F. Johansen, Lustrum 1962/7 (1963) 198, ό όποιος άντιμετωπίζει μέ καλές παρατηρήσεις τΙς περίεργες προσπάθειες νά εξηγηθούν οί στίχοι μέ βάση τήν πνευματική σύγχυση της 'Αντιγόνης.
345
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
δύσκολη. Για τή γνησ!.ότητα των στίχων συνηγορεί το γεγονος δτι, άναφέρεται σ' αύτούς ήδη ο 'Αριστοτέλης {Ρητ. 1417a 32), κάτι. πού δεν άποκλείει,, φυσικά, τήν περίπτωση πρώιμης νοθείας" συνηγορεί, άκόμη, ή δλοφάνερη έξάρτησή τους άπο τον 'Ηρόδοτο (3, 119), πού έχει το παράλληλο της στη μεταφορά ένός μοτίβου άπο το ονειρο της Μανδάνης (Ήρόδ. 1, 108) στο ονειρο της Κλυταιμήστρας {Ήλ. 417). Ά π ο τήν άλλη μεριά, οί στίχοι γίνονται, κάπως ύποπτοι άπο τον περιορισμό πού επιβάλλουν στή στάση της 'Αντιγόνης, καθώς τή συνδέουν μονόπλευρα μέ τον άδελφό της. Δυσκολότερο εμπόδιο άποτελεΐ ή έκφραση βία πολιτών (άντίθετα μέ τή θέληση των πολιτών, 907). Αύτο μπορούσε νά το πει ή 'Ισμήνη (79), ένώ ή 'Αντιγόνη είναι βέβαιη (509) γιά τήν επιδοκιμασία του χορού, άκόμη και αν σωπαίνει· έξάλλου, ό Αίμων (602, 733) τονίζει μέ έμφαση τήν επιδοκιμασία της πόλης. Δέν είναι σκοπός μου έδώ νά προσαυξήσω μέ άλλη μία τι; διαμετρικά άντίθετες, άλλά βασικά άξιωματικές, γνώμες πάνο» στο θέμα. Δέν παραγνωρίζω τή βαρύτητα τών άντεπιχειρημάτων, άλλά κλίνω μάλλον προς τή διατήρηση τών στίχων, συμφωνώντας έτσι κυρίως μέ τον Α. Bonnard,^ ό όποιος έπισημαίνει στου:. στίχους αύτούς «ένα σόφισμα της καρδιάς», δηλαδή τήν προσπάθεια νά θεμελιωθεί ορθολογικά μιά πράξη πού έχει τήν πηγή τη: στο συναίσθημα. Ό συσχετισμός της 'Αντιγόνης μέ συγκεκριμένα ιστορικά γε γονότα^ δικαιολογείται πολύ λιγότερο άπό δ,τι γιά άλλα έργα. Αύτό, φυσικά, δέν αΐ'ρει τό έρώτημα ώς ποιό βαθμό ό ήθικοθρη σκευτικός προβληματισμός του δράματος συγκαθορίζεται άπό μΐ') ένταση δυνάμεων πού πρέπει νά έπηρέαζε μιά περίοδο κατά τήν οποία ολοκληρωνόταν ό Παρθενώνας και ταυτόχρονα άρχιζε ή σο φιστική. Ή μοναδικότητα της προσφοράς του V. Ehrenberg έγ κείται στό οτι μάς έδειξε τήν ιστορική πραγματικότητα πίσω άπο 1. La tragédie et Vhomme, Neuchâtel 1951, 92. 'Ενδιαφέρουσα, αν καΐ 6γι άποφασιστική γιά τή λύση του προβλήματος, είναι ή προσαγωγά παράλληλων στοιχείων άπό τήν 'Ανατολή, καθώς και άπό τή νεότερη δη μοτική ποίηση, πού επιχείρησε ό I. Θ. Κακριδής, Homeric Researches, Lund 1949, 152. 2. Επομένως, δύσκολα θά άκολουθοΰσε κανείς τόν Ε. de Strycker, «J Ici eerste stasimoii van Sophokles Antigone», Miscellanea J. Gessler II, Louvain 1948, 1168, συσχετίζοντας χωρία αύτοΰ τοϋ χορικού μέ τήν ϊδρυ ση της αποικίας τών Θουρίων.
346
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΔΡΑΛΙΑΤΑ
την έπιφανειακή πρόσοψη μιας εύγενί,κής απλότητας και ένος ήρεμου μεγαλείου.^ Με άφορμή τήν ^Αντιγόνη^ συζητήθηκε ήδη ή χρονολόγηση των Τραχινίων,'^ y.cSiùç και ή σχέση του έργου με τήν ωδή XVI του Πακχυλίδη. Σχετικά μέ τήν προϊστορία του μ,ύθου, λίγα μπορούμε νά πούμε. Τό επος Οιχαλίας "Αλωσις γνώριζε τον έρωτα του 'Ηρακλή προς τήν 'Ιόλη, και ό ήσιόδειος Κατάλογος (άπ. 25, '2()κκ. M.-W.) τον δηλητηριασμένο χιτώνα πού του στέλνει ή Δηιάνειρα. Ό Δίων ό Χρυσόστομος (60, 1) άναφέρεται σέ κά1. 'Αντίθετα, εχει δευτερεύουσα σημασία το ερώτημα αν μέ τη λ. στρατηγός (στ. 8) πρέπει νά σκεφτούμε τον Περικλή, όπως το συζητεί μέ πολλή προσοχή -ό Ehrenberg (105· 129 στη γερμανική έκδοση). 'Αντίθετη είναι ή θέση των Η. Funke, ό'.π. 39, 49 καΐ F. Schachermeyr, WS 79 (1966) .'»'ι. Πρβ. άκόμη Goossens, Euripide 26, 22· Η. Lloyd-Jones, JHS 76 (1956) 113· F. Wehrli, ΜΗ 15 (1958) 246. 2. Σχολιασμένες έκδόσεις: R. Cantarella, Νεάπολη 1926· D. Bassi, Νεάπολη 1931' J. C. Kamerbeek, Leiden 1946- και το εκτενές έρμηνευτικό υπόμνημα (χωρίς κείμενο), Leiden 1959" G. Riba (μαζι μέ τήν 'Αντιγόνη' καταλανική μετάφραση), Βαρκελώνη 1951· G. Ammendola, Φλωρεντία 1953· G. Schiassi, Τορίνο 1953' G. Norcio, Φλωρεντία 1966. Γιά τήν έρμηνεία (εργασίες πού δέν μνημονεύτηκαν ήδη, σ. 319 κ., μέ άφορμή το χρονολογικό πρόβλημα του έ'ργου) : I. Errandonea, «Deianeira vcre Δηι-άνειρα», Mnemosyne 55 (1927) 145 καΐ «El problema de las Traquinias», Actas del I. Congreso Espanol de Estudios Classieos, Μαδρίτη 1958, 472· T. Β. L. Webster, «Sophocles' Trachiniae», Greek l'oetry and Life: Essays Presented to G. Murray, 'Οξφόρδη 1936, 164' I''. R. Earp, «The Trachiniae», CR 53 (1939) 113· G. M. Kirkwood, «The Dramatic Unity of Sophocles' Trachiniae», TAPhA 72 (1941) 203· F. Stoessl, Der Tod des Herakles, Ζυρίχη 1945· V. Ehrenberg, «Tragic Heracles», Aspects of the Ancient World, 'Οξφόρδη 1946, 144" (1. Murray, «Heracles, the Best of Men», Greek Studies, 'Οξφόρδη 1946, 106 (γερμανικά στον τόμο Sophokles της σειράς Wege der Forschung 95, 325)· G. Carlson, «Le personnage de Déjanire chez Séiièque et chez Sophocle», Eranos 45 (1947) 59· L M. Linforth, «The l'yre on Mount Oeia in Sophocles' Trachiniae», University of California Publications in Classical Philology 14/7 (1952) 255· A. Beck, omnemata 4 (1964) 22, 1, δτι ό Εύριπίδης δέχτηκε άπο τις Τραχίηες άποφασιστικούς ερεθισμούς γιά τήν τεχνική του προλόγου της τραγωδίας, καθώς και γιά τή διαμόρφωση τοΰ στοιχείου της πλοκής. Οί διαφορές είναι πολύ σημαντικές.
361
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
θειες των άνθρώπων. Αύτές οί δυνάμεις δέν άναδύονται άπο τον έσωτερικο κόσμο των δραματικών προσώπων, παρά ύψώνονται άπέναντί τους σάν άτεγκτες και άνεξιχνίαστες μορφές έξουσίας, πού ύποδηλώνονται μέσα άπο χρησμούς. Ωστόσο, θά άδικοΰσε τον ποιητή μιά ερμηνεία πού θά παραγνώριζε τά λεπτά χαρακτηριστικά μέ τά όποια διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία αύτής της βουβά και βαθιά ερωτευμένης γυναίκας. "Άς ελπίσουμε οτι δέν θά βρεθεί πιά κανένας νά μιλήσει γιά τήν επιπολαιότητα και τήν ένοχή της.^ Ή προσφυγή της στο ύποτιθέμενο μαγικό φίλτρο αιτιολογείται πειστικότατα μ,έσα στήν άγωνία και τήν άνησυχία της ώριμης γυναίκας πού παλεύει για τ-^ν άγάπη του άντρα της. Οί στιγμές της άμφιβολίας κλιμακώνουν μόνο τήν τραγικότητα της μοίρας της. 'Ακριβώς τό μέσο πού περιμένει εκείνη οτι θά της ξαναφέρει τον 'Ηρακλή οδηγεί και εκείνον και τήν ϊδια στήν καταστροφή. Ή άνθρώπινη επιφανειακή γνώση και ή τυφλή ψευδαίσθηση ναυαγούν μπροστά σέ δ,τι έχουν ορίσει οί θεοί. Οί Τραχίνιες βρίσκονται πολύ κοντύτερα στον ΟΙδίποδατύραννο άπο ο,τι στή Μήδεια ή στον 'Ιππόλυτο. Ά π ο οσα ε'ίπαμε γιά τό χαρακτήρα της Δηιάνειρας, συνάγεται δτι ή προσπάθεια του Reinhardt (34) νά παραλληλίσει τό λόγο της προς τον Αίχα (436) μέ τήν παραπλανητική ρήση του Αϊαντα πρέπει νά θεωρηθεί άστοχη.^ Μιά τέτοια Δηιάνειρα δέν είναι σέ θέση νά εξαπατήσει κανέναν τό δτι μέ σοφά μελετημένες άποχρώσεις μιλεί διαφορετικά στον Αίχα άπο δ,τι στις γυναίκες, οφείλεται στήν επιφυλακτικότητα πού της έπιβάλλουν ή περίσταση και ή φύση της. Είναι πολύ δύσκολο νά συλλάβει κανείς σωστά τή μορφή του 'Ηρακλή. Ό ήρωας δέν έ'χει τίποτε άξιαγάπητο πάνω του. Ή άγριότητα πού τον όδηγεϊ νά καταστρέψει μιά ολόκληρη πόλη γιά χάρη της 'Ιόλης θυμίζει τό άχαλίνωτο έρωτικό πάθος πού συχνά του άποδίδεταΐ" στέλνει δίχως κανένα δισταγμό στο σπίτι δίπλα στή γυναίκα του μιά παλλακή, ενώ ο σωματικός του πόνος τον 1. Καλές οΐ σκέψεις του Ε. R. Schwinge, ο.π. 27, και του Funke, 114· επίσης του J. Carrière, REG 79 (1966) 15, 36. ΤΙς απόψεις του I. Errandonea, Sôfocles, Μαδρίτη 1958, 205 (πρβ. και σ. 208) τΙς άποκρούει και ό Μ. Ρ. Houghton, Pallas 1962, 71. 2. Ή ερμηνεία τοϋ Reinhardt προκάλεσε πολλές συζητήσεις, πού τά βασικά τους επιχειρήματα βρίσκονται στή βιβλιογραφική επισκόπηση τοϋ Η. F. Johansen, Lustrum 1962/7, (1963) 265.
3G2
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
ώθεϊ στήν έξόντωση του Λίχα και τελικά υψώνει, σέ παροξυσμό τήν επιθυμία του νά πάρει εκδίκηση άπο τή Δηιάνειρα. "Οταν όμως μαθαίνει τά καθέκαστα, δέν βρίσκει οΰτε μιά λέξη να πει γιά τή μοίρα της, σέ έντονη άντίθεση προς τον "Υλλο (932, 1233). 'Ωστόσο, πιστεύω δτι ο G. Murray^ προχώρησε πάρα πολύ θέλοντας νά παραστήσει αύτον τον 'Ηρακλή μυσαρό τέρας. Είναι άλήθεια δτι 6 ποιητής τον άντιπαραβάλλει, μέσα στή σκληρότητά του, στή Δηιάνειρα μέ τήν οξύτερη δυνατή αντίθεση" διαρκώς όμως μας θυμίζει δτι πίσω άπο αύτον στέκονται πάντα οί μεγάλοι άθλοι του, πού έπίσης ξεπερνούν κάθε άνθρώπινο μέτρο. Επίσης δέν πρέπει νά ξεχνούμε δτι αύτος ό 'Ηρακλής τήν 'ίδια σκληρότητα πού δείχνει γιά τούς άλλους τή στρέφει, τήν ώρα τοΰ θανάτου, στον Ι'διο τον έαυτό του. Συμφωνώντας μέ τον Kamerbeek και μέ άλλους, άποδώσαμε στον "Τλλο τά τόσο σημαντικά γιά τον θρησκευτικό στοχασμ,ό της ποίησης τοΰ Σοφοκλή τελευταία λόγια τοΰ έ'ργου. Ή παράδοση, ελάχιστα καθοριστική σέ τέτοιες περιπτώσεις, ταλαντεύεται άνάμεσα σ' αύτον καΐ στο χορό. Τό άπ οίκων, πού παραδίδεται στά χειρόγραφα, πρέπει νά διατηρηθεί και να έρμηνευτεϊ ώς προτροττΓ^ της κορυφαίας στις κοπέλες της Τραχίνας. Μέ 'ικανοποίηση σημειώνουμε δτι και ό Α. Rivier^ άποδίδει τούς άποφασιστικούς στίχους στο χορό. Ό ΟΙδίπονς τύραννος^ σημειώνει τό κέντρο και τήν κορύφωση της καλλιτεχνικής πορείας τοΰ Σοφοκλή. "Ενα χρονικό δριο προς 1. "Ο.π. 2. «Un débat sur la tragédie Grecque», RThPh 99 (1966) 252. 3. Σχολιασμένες εκδόσεις: Α. Verhoven, Turnhout 1939' L. Roussel, Παρίσι 1940 (μέ πολλή γνώση άλλά και πολλά προβλήματα)· W. Schmitz, Paderborn 1946· Α. Willem, 5η έκδ. Αιέγη 1949· D. Pieraccioni, Φλωρεντία 1966· Ε. Janssens, Namur 1953 (χωρίς ιδιαίτερες άξιώσεις) και 1956- G. Ammendola, Τορίνο 1954- G. Schiassi, Bologna 1967· τό ερμηνευτικό (άλλά χωρίς κείμενο) υπόμνημα τοΰ J. C. Kamerbeek, Leiden 1967, είναι βασικό· Τ. Μ. Gould (κείμενο και μετάφραση), Prentice-Hall 1970" Ο. Longo, Φλωρεντία 1972. Τή μετάφραση του Wilamowitz τήν εχει εκδώσει ό Κ. Kappus, Βερολίνο 1939 (1949) μαζί μέ ενα άρχαϊο ελληνικό κείμενο, πού φιλοδοξεί νά φτάσει έ-κεΐνο πού είχε ώς βάση του ό μεταφραστής. Γιά τις Editiones Helveticae τό κείμενο τό επεξεργάστηκε ό Β. Wyss, Βασιλεία 1946" γιά τά Heidelberger Texte ό D. Regenbogen, 1949· γιά τά αύστριακά γυμνάσια δ F. Salomon, Βιέννη 1950·
363
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
τα κάτω προσφέρει, δ στ. 27 των ΆχaρvεoJV, πού διδάχτηκαν τό 425 π.Χ. Γι,ά το opto προς τά πάνω, σημαντικό είναι το έρώτημα άν ή επιδημία πού έξεικονίζεται στον πρόλογο άντανακλα το λοικείμενο κοά μετάφραση, μαζί μέ τόν Οιδίποδα Κ., I. Errandonea, Βαρκελώνη 1959· χρήσιμο βοήθημα προσφέρει ό R. Schmidt, Φραγκφούρτη 1959' έπίσης ό Γερ. Μαρκαντωνάτος (εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), 'Αθήνα 1978. Μελέτες: Μ. Croiset, Oedipe-roi de Sophocle, Παρίσι χ.χ.^-" Ε. Bignone, «Introduzione aU'Edipo re», A ^ R 5 (1937) 3· M. Delcourt, «Oedipe ou la légende du conquérant», Bibl. de la Fac. de Philol. Liège, τχ. 104, ΙΙαρίσι 1944" R. A. Pack, «Fate, Chance and Tragic Error», AJPh 60 (1939) 350· Ε. T. Owen, ((Drama in Sophocles' Oedipus Tyrannus», University of Toronto Quarterly 10 (1940/41) 47" (άνατυπωμένο στον τόμο Twentieth Century Interpretations, βλ. παρακάτω)· L. Deubner, ((Oidipusprobleme», APAW 1942/4· K. Reinhardt, Geistige Überlieferung 2 (1942) 53 (σύνοψη μεμονωμένων τμημάτων μαζί μέ τόν Tasso τοϋ Goethe)· Α. Wilhelm, «Zu Sophokles König Oedipus», Hermes 78 (1934) 204· Ο. Küster, ((Über die Schuld des Königs Oedipus», Beiträge zur geistigen Überlieferung, Godesberg 1947, 167· E. Schlesinger, El Edipo rey de Sofocle, Univ. Nac. de La Plata 1950· W. C. Helmbold, ((The Paradox of the Oedipus». AJPh 72 (1951) 293· C. Diano, ((Edipo figlio della Τύχ-η», Dioniso 15 (1952) 56· I. Errandonea, ((Das zweite Stasimon des Königs Oedipus von Sophokles», Hermes 81 (1953) 129· G. Zuntz, ((Oedipus und Gregorius», AS'A 4 (1954) m = Wege der Forschung 95, 348· B. M. W. Knox, ((Why is Oedipus Called Tyrannus?», CJ 50 (1954/55) 97, και ((The Date of the Oedipus T.», AJPh 77 (1956) 133, και Oedipus at Thebes, Yale Univ. Press 1957 (άνατ. 1966)· J. Carrière, ((Ambiguïté et vraisemblance dans Oedipe-roi», Pallas 4 (1956) 5· H. Drexler, ((Die Teiresiasszene des Königs Oedipus», Maia 8 (1956) 3· W. Schadewaldt, ((Der König Oedipus des Sophokles in neuer Deutung», Schweitz. Monatsh. 36 (1956) 2l=Hellas und Hesperien 277· H. Musurillo, ((Sunken Imagery in Sophocles' Oedipus T.», AJPh 78 (1957) 36· Ph. W. Harsh, ((Implicit and Explicit in the Oedipus T.», AJPh 79 (1958) 243" M. Ostwald, ((Aristotle on άμαρτία and Sophocles' Oedipus T.», Festschr. E. Kapp, 'Αμβούργο 1958, 93· Α. Maddalena, ((Edipo Re», Filosofia 9/3, 1958· W. M. Calder III, ((The Staging of the Prologue of Oedipus T.», Phoenix 13 (1959) 121 και ((The Blinding, O.T. 1271-1274», AJPh 80 (1959) 301 καΐ ((O.T. 1515-1530», CPh 57 (1962) 219· Thalia Ph. Feldman, ((Taboo in the Oedipus Theme». TAPhA 93 (1962) i2i=Wege der Forschung 95, 370' σημαντική γιά τήν κατανόηση τοϋ έργου είναι ή έργασία τοϋ Κ. von Fritz, Antike und moderne Tragödie 1· G. Kremer, Strukturanalyse des Oedipus T. von Sophokles (διατρ.), Τυβίγγη 1963· Η. Funke, 54, 73' P. H. Vellacott, ((The Guilt of Oedipus», G^-R 11 (1964) 137, και Sophocles and Oedipus, Αονδίνο 1971· W. Elliger, ((Sophokles und Apollon», Synusia, Pfullingen
364
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
μό του 429.^ Ή άπόφαση είναι, δύσκολη, επειδή στο εργο δεν ϊχουμε μιά επιδημία δπως την παρουσιάζει ό Θουκυδίδης, άλλά ενα θανατικό πού χτυπά κάθε πηγή ζωής, άκριβώς όπως άπει1965, 79· Ε. R. Dodds, «On Misunderstanding the Oedipus Rex», G^R 13 (1966) 37=ΓΛβ Ancient Concept of Progress, 'Οξφόρδη 1973, 64- G. Greifenhagen, «Der Prozess des Ödipus», Hermes 94 (1966) 147· J. G. Kamerbeek, «Problemen van de Eenheid en de Zin van Soph. Oed. Tyr.», MNAL, N.R. 2 9 / 6 (1966) και «Comments on the Second Stasimon of the Oed. Tyr.», WS 79 (1966) 80· G. Müller, «Das zweite Stasimon des Königs Oedipus», Hermes 95 (1967) 269Twentieth Century Interpretation of Oedipus Rex, έκδ. M. J. O'Brien, Prentice-H all, 1968· A. Cameron, The Identity of Oedipus the King: Five Essays on The Oed. Tyr., N. 'Τόρκη 1968- A. S. MacDewitt^ «Dramatic Imagery in the Parodos of Oed. Tyr.», WS N.F. 4 (1970) 28· R. P. Winnington-Ingram, «The Second Stasimon of the Oed. Tyr.», JHS 91 (1971) 119· E. Staiger, «Sophokles: König Oedipus», Scheidewege 3 (1973) 74· G. Devereux, «The Self-blinding of Oid. in Sophocles' Oid. Tyr.», JHS 93 (1973) 36" M. Dyson, «Oracle. Edict and Curse in Oed. Tyr.», CQ 23 (1973) 202. Μεταφράσεις.—Γερμανικά: Κ. Schilling, Μόναχο 1941" ή μετάφραση τοϋ Donner σέ νεότερη έκδοση άπο τον G. Diener, Βαμβέργη 1949· Ε. Buschor, Μόναχο 1954" W. Schadewaldt, Φραγκφούρτη 1955, τώρα Griechisches Theater, Φραγκφούρτη 1964, 141' Κ. Α. Pfeiff, Γοττίγγη 1969· Η. YvQy, Deutsche Sophoklesübersetzungen: Grenzen und Möglichkeiten des Übersetzens am Beispiel der Tragödie König Oedipus von Sophokles, Winterthur 1964.—'Αγγλικά: D. Fitts και R. Fitzgerald, N. 'Τόρκη 1949, Αονδίνο 1951 (γι' αύτήν και για άλλες άγγλικές μεταφράσεις τραγωδιών βλ. Μ. J. Costelloe, CB 26, 1960, 61)· Β. Μ. W. Κηοχ, Ν. 'Τόρκη 1959.—Γαλλικά: Α. Bonnard, Αοζάννη 1946.—'Ιταλικά: S. Quasimodo, Μιλάνο 1947.—'Ισπανικά: F. R. Adrados, Μαδρίτη 1956.—'Ελληνικά: Φ. Πολίτης, 'Αθήνα 1969. 1. Γιά τό είδος της άρρώστιας ξέσπασε έντονη διαμάχη άνάμεσα στή Μ. Delcourt («Les suppliants et leurs rameaux au début d'Oediperoi», AC 6 (1937) 63 και «Stérilités mystérieuses et naissances maléfiques», Eibl, de la Fac. de Philos, et Lettres Univ. de Liège, τχ. 83, Παρίσι 1938) και στον G. Daux, «Oedipe et le fléau», REG 53 (1940) 97. Παραλληλισμό μέ τΙς άπειλές τών Έρινύων στις Ευμενίδες επιχείρησε και ό Μ. Ε. Hirst, «The Eumenides and the Oedipus T.», CR 48 (1934) 170. Στο συσχετισμό μέ τον άθηναϊκο λοιμο έπιμένουν, άνάμεσα σέ άλλους, οΐ Schadewaldt, Sophokles und Athen, Φρα-γχφούρτη 1935, 18 =Hellas und Hesperien 228" B. M. W. Knox, δ.π. Μέ δισταγμό εκφράζεται ό Η. F. Johansen, Lustrum 1962/7 (1963) 229 και ό J. C. Kamerbeek στο έρμηνευτικό υπόμνημα τοϋ Ιργου (σ. 28). 'Αβάσιμη είναι ή οψιμη χρονολόγηση (411) πού προτείνουν ό G. Perrotta (257) και ό C. Diano, δ.π., ό όποιος μάλιστα εντοπίζει τις άναζητήσεις του σέ πολιτικούς υπαινιγμούς.
365
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
λοΰν γιά την 'Αττική οί 'Ερινύες στον Αισχύλο. 'Επειδή ομως ή χρονολόγηση του έργου, σύμφωνα μέ τήν ένταξή του στά σωζόμενα δράματα του ποιητή, στά 430-425 π.Χ. παραμένει ή πιθανότερη (αύτό ύποστήριξε πρόσφατα και 6 Kamorbeek: «μερικά χρόνια μετά το θάνατο του Περικλή»), δέν πρέπει να άποκλειστεϊ το ενδεχόμενο να έχουν ενσωματωθεί στο έ'ργο μνήμες από το μεγάλο θανατικό. Εύτυχώς, χάρη στον Deubner φαίνεται δτι εχουμε άπαλλαγεϊ οριστικά άπο τις θείορίες πού ήθελαν τον Οιδίποδα ενιαύσιο θεο και τήν Ίοκάστη μητέρα γή" εξάλλου, ό F. Dirlmeieri εχει εκθέσει πειστικά τον πανάρχαιο, και στον πυρήνα του 'ίσως οχι έλληνικό, χαρακτήρα του άρχικοϋ μύθου. Γιά τά έ'πη του θηβαϊκού κύκλου, τήν Οιδιπόδεια και τή Θηβαΐδα^ γνωρίζουμε τόσο λίγα, ώστε μας άποκλείεται κάθε δυνατότητα γιά ακριβέστερη γνώση αύτής της μορφής του μύθου. ^ Τό δτι το ύλικο στά βασικά του στοιχεία ήταν δεδομένο πριν άπό τον Σοφοκλή φαίνεται άπο ενα χωρίο του Πινδάρου (ΌΑ. 2, 38), μέ τό χρησμό πού δόθηκε στον Αάιο, τή μοιραία συνάντησή του μέ τό γιό του και τήν έκδίκηση της 'Ερινύας. Στή θηβαϊκή τριλογία του Αισχύλου ή αύτοτύφλωση του Οιδίποδα παριστανόταν ή μεταδιδόταν άφηγηματικά {'Επτά 783). Ή δράση, πού έξελίσσεται μέ φοβερή συνέπεια, ξεκινά μέ μια επιδημία πού άπειλεΐ κάθε ζωντανό στή φύση και στήν πόλη. Ό 'Απόλλων υποδεικνύει τό μέσο γιά τή λύτρωση και γίνεται άφορμή νά άρχίσει ή άναζήτηση του φονιά του Ααΐου, στο τέλος τής οποίας εκπληρώνονται παλιοί χρησμοί, και ή τρομερή άλήθεια προβάλλει μέσα σέ έκτυφλωτικό φως. "Οπως κάθε μόριο ένός μεγάλου έ'ργου τέχνης άπλώνει τήν έπίδρασή του πρός διάφορες κατευθύνσεις, έ'τσι και ό Σοφοκλής εκμεταλλεύεται τή δραματική περίσταση τής αρχής του έργου, παρουσιάζοντας τό βασιλιά περιβλημένο άπό τήν εμπιστοσύνη του λαου του και γεμάτο έγνοια και στοργή γι' αύτόν. Αύτός, πού τους γλίτωσε κάποτε άπό τή Σφίγγα, θά βοηθήσει ξανά. ^Ω τέκνα, είναι ή πρώτη λέξη πού άπευθύνει ό Οιδίπους σέ μιά ομάδα ικετών, νέων και ήλικιωμένων, 1. Der Mythos von König Oedipus, Mainz ^Ιθβί. 2. C. Robert, Oidipus, Βερολίνο 1915· L. Deubner, δ.π.· F. Wehrli, «Oidipus», MH 14 (1957) 108. Πολύ προσεχτικά συγκεντρώνει δλα δσα μας είναι γνωστά ό Kamerbeek στήν εισαγωγή των σχολίων του.
366
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
πού βρίσκονται μπροστά στο παλάτι του. 'Ακόμη μιά φορά άκούγεται αύτή ή γεμάτη τρυφερότητα λέξη (6), καί, δταν άφήνεί τον ίερέα νά παραπονεθεί, σέ εκτενή λόγο, γιά τή γενική κατάσταση, ό Οιδίπους άρχίζει ξανά τό λόγο του μέ την Ι'δια έκφραση (58), ώ παίδες οίκτροί! Πρέπει νά συσχετίσουμε αύτή τή σκηνή μέ τήν τελευταία του έ'ργου, όπου ό τυφλός Οιδίπους ικετεύει νά τον εξορίσουν, για νά σταθμίσουμε τήν τέχνη του τραγικού, πού μας προσφέρει τή δυνατότητα νά συμπορευτούμε στο δρόμο άνάμεσα σ' αύτούς τούς δύο σταθμούς μέ μιά α'ίσθηση μοναδικής έντασης και βαθύτατου συγκλονισμοΰ. 'Ο Οιδίπους γνωρίζει τή συμφορά πού έχει πλήξει τήν πόλη, άλλά επιτρέπει στον ιερέα νά ξαλαφρώσει τήν καρδιά του εκθέτοντας μέ λεπτομέρειες τον πόνο του. "Οταν στήν άπάντησή του (59) βεβαιώνει δτι ήξερε πώς δλοι είναι άρρωστοι, κανένας δμως τόσο άρρωστος δσο ό ίδιος, άκούμε γιά πρώτη φορά λόγια νά μετεωρίζονται σ' εκείνο τό μισόφωτο της τραγικής ειρωνείας πού άποκαλύπτει τή διάσταση άνάμεσα στήν πραγματικότητα και στά φαινόμενα.^ Ό Οιδίπους έ'χει φροντίσει κιόλας νά γίνει δ,τι είναι άναγκαϊο: ό Κρέων, ό άδελφός της Ίοκάστης, πήγε στούς Δελφούς γιά νά συμβουλευτεί τό θεό —νά τος πού φαίνεται κιόλας νά έπιστρέφει. Χαρακτηριστικό της άνυπόμονης ετοιμότητας γιά άνάληψη δράσης είναι δτι δ βασιλιάς προσφωνεί τον Κρέοντα άμέσως μόλις έκεϊνος βρίσκεται σέ άπόσταση άπό δπου μπορεί νά άκούσει. Ή ε'ίδηση πού φέρνει ό Κρέων, δτι ο θεός άπαιτεϊ νά τιμωρηθεί δ φονιάς του Λαίου, δίνεται σέ ενα διάλογο μέ τον Οιδίποδα, δπου ερώτηση και απάντηση κυριολεκτικά άλληλοκυνηγιοϋνται. 'Αξίζει νά παρατηρήσουμε μέ τί αύστηρή μορφή άποδίδεται αύτή ή κίνηση. "Επειτα άπό μιά διπλή εναλλαγή διστίχων, άκολουθοϋν τέσσερις στίχοι του Κρέοντα μέ τον πυρήνα του χρησμού, κατόπιν μιά τριπλή εναλλαγή άπό μιά μονόστιχη ερώτηση ή γνώμη του βασιλιά και μιά δίστιχη άπάντηση του Κρέοντα, και τέλος μιά διστιχομυθία άπό δώδεκα ζευγάρια στίχους. Μέ βάση τούς έσωτερικούς νόμους του δράματος, θά έ'πρεπε νά αιτιολογήσουμε τό γεγονός δτι δ Οιδίπους μαθαίνει εδώ γιά πρώτη φορά περισσότερες πληροφορίες γιά τον Αάιο και τό θάνατό του (έ'να παράλληλο έ'χουμε στόν πρόλογο του Φιλοκτήτη)^ και 1. Ό Kamerbeek στά σχόλια του (24) σημειώνει τά σχετικά χωρία.
367
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
δεν θά ήταν φρόνιμο νά έπαναπαυθοΰμε προβάλλοντας το πρόσχημα δτι τό πρόβλημα της Σφίγγας εκανε νά ξεχαστεί δ δολοφονημένος βασιλιάς. Έ δ ώ έξάλλου (122) έμφανίζεται ήδη πολύ ενδεικτικά μιά έκδοχή πού θά άποτελέσει άργότερα την έσχατη ελπίδα: ό Λάιος σκοτώθηκε άπο ληστές. Τήν είδηση την ειχε φέρει 6 μόνος δούλος πού είχε επιζήσει' έκδοχή πολύ εύνόητη, άφοϋ ή πιθανότητα νά τούς είχε σκοτώσει ολους έ'νας ήταν ελάχιστοι πιστευτή καί, φυσικά, προσβλητική. Και στον στ. 292 γίνεται λόγος γιά κάποιους οδοιπόρους. Ό Οιδίπους κλείνει το διάλογο μέ ενα λόγο πού φανερώνει άπόλυτη έτοιμότητα: θά ανακαλύψει το δράστη (132-146), Τά λόγια του στήν άρχή, δπου έγκωμιάζεται ο Φοίβος επειδή άφιερώνει στον νεκρό Λάιο τή φροντίδα πού άξίζει, βρίσκονται σέ σπαραχτική άντίθεση μέ τήν κραυγή του προς τό τέλος του έ'ργου (1329κ.): «ό 'Απόλλων, ό 'Απόλλων ήταν, φίλοι μου, πού μέ χτύπησε έτσι». Ή ύπερβολικά άγρυπνη σκέψη του, πού συνδυάζει τά καθέκαστα καί ψάχνει γιά λύσεις, βουλιάζει μέσα στή φριχτή ειρωνεία, καθώς πιστεύει οτι μέ τή φροντίδα του γιά τον νεκρό προστατεύει τον Ι'διο τον εαυτό του: δ άγνωστος δράστης θά μπορούσε νά έπιβουλευτεΐ πολύ εύκολα καί τή δική του ζωή ! Ό βοηθητικός χορός των ικετών αφήνει τή σκηνή μέ μιά έκκληση προς τον Φοίβο. Χωρίς εισαγωγικούς άναπαίστους μπαίνει στήν ορχήστρα ό κύριος χορός, άπό γέροντες της Θήβας, έκτελώντας τήν πάροδό του, πού άποτελεΐται άπό τρία στροφικά ζεύγη (151-215). Ή πρώτη στροφή ρωτά για τό νόημα του χρησμού του δελφικού μαντείου, ενώ ή άντιστροφή επικαλείται τήν 'Αθηνά, τήν "Αρτεμη και τον Φοίβο. Στο δεύτερο στροφικό ζεύγος προβάλλονται άκόμη μια φορά μπρος στά μάτια μας δ θρήνος και τό άδιέξοδο της πόλης. 'Αργότερα, στή «σκηνή του Κρέοντα», αύτή ή εικόνα διατηρείται άκόμη σαν φόντο μέ σύντομους ύπαινιγμούς (515, 636, 665, 685, σύμφωνα μέ τήν καλύτερη παράδοση), ύστερα ομως ξεθωριάζει έντελώς, άφοϋ στήν ύπόλοιττη πορεία τού έργου τό καθετί συγκεντρώνεται στήν προσωπική μοίρα του Οιδίποδα μέ τόση ένταση, ώστε ή λύτρωση της πόλης άπό τήν έπιδημία ούτε καν μνημονεύεται. ' Η τρίτη στροφή περιέχει μιά αποπομπή τού εξολοθρευτή "Αρη, ένώ ή άντιστροφή κλείνει ξανά μέ μιά προσευχή στον 'Απόλλωνα, τήν "Αρτεμη καί τον Βάκχο. 368
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
Στην άρχή του πρώτου επεισοδίου (216-462) εμφανίζεται, άπο το παλάτι ο Οιδίπους, καΐ σέ μιά εκτεταμένη ρήση, πού εχει το χαρακτήρα βασιλικού διατάγματος, άπαιτεΐ άπο τούς πολίτες δραστήρια συμμετοχή στήν έξιχνίαση του έγκλήματος. "Άν ό δράστης παρουσιαστεί μόνος του, θά εγκαταλείψει σώος τή χώρα'^ οποίος καταγγείλει εναν δράστη άπο ξένο τόπο (είναι ό Οιδίπους!), θά άμειφθει· όποιος δμως ξέρει και σωπαίνει, δεν θά του βγεϊ σέ καλό. Ή ρήση είναι γεμάτη άσυναίσθητες αύτοκαταγγελίες, ενώ πολύ ενδεικτικά έμφανίζεται (246) ή εναλλακτική πιθανότητα, πού άργότερα θά άποκτήσει ιδιαίτερη σημασία: αν ό δράστης ήταν ενας ή πολλοί. 'Ακολουθεί στο τέλος ενας διάλογος μέ τον κορυφαίο, ό όποιος δηλώνει τήν άδυναμία του νά προσφέρει βοήθεια και ελπίζει σέ κάποια έξήγηση μόνο άπο τον Τειρεσία, τό μάντη του θεοΰ 'Απόλλωνα. Αύτόν όμως τον εχει ήδη καλέσει ό Οιδίπους, υστέρα άπο συμβουλή του Κρέοντα (αύτο θά παίξει κάποιο ρόλο άργότερα). Ή συνάντηση και ή σύγκρουση μέ τον Τειρεσία εξελίσσονται σέ μιά σκηνή εξαιρετικής έντασης, πού άξίζει νά τή συγκρίνουμε μέ τήν άντίστοιχη σκηνή στήν 'Αντιγόνη. Και στις δύο σκηνές δίνεται στο τέλος ή άποκάλυψη μιας φοβερής άλήθειας, άλλά, ενώ στο παλαιότερο έ'ργο ή σκηνή φτάνει σ' αύτόν τό στόχο μέ εύθύγραμμη κορύφωση, εδώ συναντούμε άπότομες εναλλαγές στήν κατεύθυνση της κίνησης. Ή πορεία δμως της μεγάλης αύτής σκηνής ολοκληρώνεται και έδώ μέσα σέ αύστηρά μορφικά σχήματα, και πλαισιώνεται άπο λόγους του Οιδίποδα και του Τειρεσία, πού ό καθένας τους εχει δεκαέξι στίχους. Ό βασιλιάς στο λόγο του χαιρετίζει μέ μεγάλο σεβασμό τό μάντη: άπο αύτόν περιμένουν δλοι τή λύτρωση. 'Ακολουθεί μιά σύνθεση μέ τήν έξης κίνηση: μέσα σέ μιά διστιχομυθία, πού εύκαιριακά μόνο άραιώνει ή πυκνώνει (316-344), ή ένταση κορυφώνεται ως τό κεντρικό τμήμα, οπού δ Οιδίπους και ό Τειρεσίας 1. Ή παράδοση των στ. 227κ. είναι προβληματική" το νπεξέλοι του Dain είναι ελάχιστα ικανοποιητική λύση. Ό Kamerbeek σκέφτεται, άνάμεσα σέ άλλα, άκόμη και τήν πιθανότητα μιας άνίατης φθοράς ή κάποιου κενοΰ. Ή μεγαλύτερη δυσκολία οφείλεται στήν άντίθεση άνάμεσα στήν ήπια μορφή της εξορίας, στο χωρίο μας, και τήν άγρια κατάρα εναντίον του δράστη, στον στ. 246,
369
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
έξακοντίζουν ό ένας στον άλλο τις βαρύτερες καταγγελίες. "Επεται. μιά στιχομυθία, πού διακόπτεται εδώ κι εκεί άπο δίστιχα (354-379), και μέ τούς 26 στίχους της δημιουργεί ενα άντίβαρο στούς 29 στίχους του κομματιού πού προηγείται άπό τό κεντρικό τμήμα της σκηνής. ' Η οργή του Οιδίποδα άνάβει γρήγορα μέ τήν άρνηση τού μάντη νά μιλήσει. Το ξαφνικό του ξέσπασμα (334) είναι χαρακτηριστικό τής φύσης του. Ή λύσσα του κλιμακώνεται ως τό σημείο νά κατηγορήσει τόν Τειρεσία δτι υπήρξε δ Ι'διος ύποκινητής του εγκλήματος. Ό μάντης τώρα άπαντα ξεκινώντας άπό τή γνώση του οτι τή χώρα τή μολύνει δ Οιδίπους. Στή στιχομυθία άποκαλύπτεται όλόκληρη ή άλήθεια: ό βασιλιάς είναι φονιάς και αίμομίκτης. Μέ εξαιρετική τολμηρότητα ό Σοφοκλής εισάγει αύτή τήν άποκάλυψη τόσο νωρίς στή δραματική πορεία των γεγονότων. Είναι δμως τόσο τερατώδης, φαίνεται νά μετεωρίζεται τόσο ασύνδετη μέ τά υπόλοιπα γεγονότα, ώστε καταλαβαίνουμε γιατί Ό Οιδίπους δέν τήν παίρνει ούτε στιγμή στά σοβαρά. Ή βιαστική σκέψη του έχει βρει κιόλας τή λύση του αινίγματος: πίσω άπό δλα αύτά βρίσκεται ό Κρέων αύτός έχει υποκινήσει και τό μάντη. Κατόπιν άκολουθοϋν δύο συνεχείς ρήσεις των δύο προσώπων (24:21), οί όποιες χωρίζονται άπό τέσσερις κατευναστικούς στίχους του κορυφαίου. Γιά τόν Οιδίποδα, τόν άνθρωπο των γρήγορων συμπερασμάτων, ή ύποψία γιά τόν Κρέοντα είναι ήδη βεβαιότητα. Πιστεύει πώς διαβλέπει τά κίνητρα του Τειρεσία. Αύτός, ό παραπλανημένος άπό τήν ϊδια του τήν εύφυΐα, μπορεί νά έπικαλεστεΐ ένα έπιχείρημα: έλυσε τό αίνιγμα τής Σφίγγας, ενώ ό προφήτης σώπαινε, Ό μάντης όμως άνάβει, διπλά προσβλημένος, και προειδοποιεί τόν Οιδίποδα δτι ή άθλιότητά του θά ξεπεράσει κάθε μέτρο. 'Αμέσως μετά τούς δύο λόγους άκολουθεϊ μιά σύντομη στήν άρχή, δχι έντελώς κανονική, στιχομυθία (429-446) πού προωθεί άκόμη περισσότερο τή σύγκρουση. Ό Τειρεσίας άναφέρεται κάποια στιγμή (436) και στούς γονείς πού γέννησαν τό βασιλιά. Ό λόγος πέφτει σάν κεραυνός στήν ψυχή του Οιδίποδα* μάταια όμως άπαιτεϊ νά μάθει περισσότερα* μετά τόν τελικό λόγο του Τειρεσία, δπου ό μάντης μιλεϊ άκόμη μιά φορά, τώρα δμως κάπως συγκαλυμμένα, γιά τό φονιά και τόν αίμομίκτη, ό βασιλιάς μπαίνει στό παλάτι χωρίς άλλη λέξη. Τό πρώτο στάσιμο (463-512) είναι καθεαυτό περίεργα άντι370
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΔΡΑΛΙΑΤΑ
φατικό. Το πρώτο στροφικο ζεύγος ξεκινά άμεσα άπο τήν εντολή τοϋ Οιδίποδα πού δόθηκε στήν άρχή του επεισοδίου: ό χορός φαντάζεται τό δράστη σέ άδιάκοπη φυγή κάτο^ άπό το βάρος των χρησμών πού τον καταδιώκουν. 'Αντίθετα, το δεύτερο στροφικό ζεύγος άντανακλα τήν άμηχανία πού δημιούργησε ή σκηνή μέ τον Τειρεσία: ό χορός είναι άνήσυχος, άλλά δεν μπορεί νά πιστέψει στήν ενοχή του άνθρωπου πού δεν ήταν ποτέ έχθρός με τόν οικο τών Λαβδακιδών και απάλλαξε τή Θήβα άπό τή Σφίγγα. Σέ δλη ΤΊ] διάρκεια του έ'ργου, ως τήν τελευταία του λέξη, ό ποιητής μας θυμίζει ότι πρόκειται γιά άνθρωπο ύψηλής εύφυΐας, πού συντρίβεται πάνω στούς βράχους μιας θεόσταλτης μοίρας. Τό δεύτερο επεισόδιο (513-862) συγκεντρώνεται, κατά ένα μεγάλο μέρος, γύρω άπό τή βίαιη σύγκρουση του Οιδίποδα μέ τόν Κρέοντα· ταυτόχρονα όμως εισάγεται στήν πορεία της δράσης ενα καινούριο στοιχείο, βαθύτατα άνησυχητικό, πού άνοίγει τό δρόμο πρός τήν καταστροφή. Ό Κρέων ερχεται έξοργισμένος άπό τήν κατηγορία, άλλα συναντά στό χορό μόνο μιά προσπάθεια κατευναστικής ύπεκφυγής. "Επειτα άπό αύτό τό έπιβραδυντικό προοίμιο, σέ μιά εκτενή σκηνή (532-633), διαδραματίζεται ή σύγκρουσή του μέ τόν Οιδίποδα. Ό βασιλιάς άρχίζει άμέσως μέ εναν σύντομο, έρεθισμ,ένο λόγο, και άκολουθεΐ μ,ιά στιχομυθία, πού σύντομα πυκνώνει. Στήν άρχή της (545), ό Οιδίπους αύτοχαρακτηρίζεται λέγοντας: μανθάνειν (5' εγώ κακός (είμαι κακός άκροατής), μιά φράση πού μέ τό άμέσως έπόμενο σο-ΰ, και μάλιστα έπειτα άπό διασκελισμό, εξειδικεύεται σαφώς στή συγκεκριμένη περίσταση. Παγιδευμένος στήν πλάνη του, καταλήγει: « Έ σ ύ μέ συμβούλεψες νά ρωτήσω τόν Τειρεσία ! ~Ηταν στή Θήβα τόν καιρό πού σκοτώθηκε δ Λάιος. Μέ ονόμασε τότε δράστη του φόνου; Τώρα έ'γινα ξαφνικά φονιάς !». Στό τέλος της στιχομυθίας ό Κρέων άρχίζει, άπό τήν πλευρά του μιά έπιχειρηματολογία, μέ βάσ-/] ένα συνδυασμό πιθανοτήτων, πού συνεχίζεται σέ εκτενέστερη αύτοτελή ρήση: Πώς θά μπορούσε νά επιδιώξει μεγαλύτερη δύναμη αύτός, πού έχει έξασφαλίσει έκτίμηση και άμεριμνησία χάρη στή συγγένειά του μέ τό βασιλικό ζευγάρι; Τελειώνοντας επιστρατεύει και ένα άδιαφιλονίκητο έπιχείρημα: «Πήγαινε στούς Δελφούς και θά μάθεις δτι διαβίβασα πιστά τό χρησμό τοϋ θεού». Ό κορυφαίος επαινεί τό λόγο τοϋ Κρέοντα και θέλει νά συγκρατήσει τήν οργή τοϋ
371
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Οιδίποδα μέ λόγια πού περιγράφουν εύστοχα το χαρακτήρα του: ή σκέψη όσων βιάζονται δέν άκολουθεϊ σίγουρο δρόμο. Στο επόμενο, σύντομο μέρος, πού βαθμιαία πυκνώνει σέ στιχομυθία καΐ κλιμακώνεται σέ μιά σειρά άντιλαβές (οι ποσοτικές σχέσεις των μερών πού πλαισιώνουν εναν αύτοτελή λόγο είναι ομοιες μέ τις άντίστοιχες στη σκηνή του Τειρεσία), ό Οιδίπους σταματά στή λέξη ταχείς' άντιδρα μέ ταχύτητα, έπειδή πρέπει άμέσως νά προλάβει μιά επίθεση στο θρόνο του. Επισείει στον Κρέοντα τήν άπειλή του θανάτου. Ό κορυφαίος, άνακουφισμένος, βλέπει νά έ'ρχεται ή Ίοκάστη: ή βασίλισσα θά διευθετήσει τή φιλονικία. "Επειτα άπο εναν σύντομο τριαδικό διάλογο, δπου ή Ίοκάστη κατατοπίζεται πολύ γενικά, ή έξαψη, πού έ'χει στο μεταξύ άνακοπεΐ, καταλήγει σέ έναν κομμό (649-696) άπό λυρικούς ιάμβους κυρίως, πού διακόπτονται έπανειλημμένα άπό δοχμίους. Οι δύο άλλεπάλληλες στροφές χωρίζονται άπό τις άντιστροφές τους μέ έ'να σύντομο διαλογικό μ-έρος, πού περιέχει τήν άπόφαση του Οιδίποδα. "Υστερα άπό πίεση του χορού, ό βασιλιάς ύποχοορεϊ και συγχωρεί τόν Κρέοντα. Ή πρώτη άντιστροφή συνενώνει και τις τρεϊς φωνές, άλλά ή ερώτηση της Ίοκάστης γιά τήν "αιτία της φιλονικίας παραμένει δίχως άπάντηση. Ή δεύτερη άντιστροφή κλείνει τόν κομμό μέ μιά ομολογία πίστης του χορού πρός τόν Οιδίποδα. Ή καμπή του δράματος πραγματοποιείται —βρισκόμαστε ήδη στή μέση του έ'ργου—• στόν μακρό διάλογο των δύο συζύγων. Επαναλαμβάνεται ενα σχήμα πού μας είναι πιά γνωστό: ύστερα άπό έναν εκτεταμένο ταραγμένο διάλογο, πού σέ ορισμένα σημεία κορυφώνεται σέ στιχομυθία, άκολουθεϊ συνεχής λόγος, και έπειτα ένας άλλος σύντομος διάλογος. Ή Ίοκάστη ρωτά ξανά και τώρα μαθαίνει δτι ό μάντης, παρακινημένος οπωσδήποτε άπό τόν Κρέοντα, ταυτίζει τόν Οιδίποδα μέ τό φονιά του Λαΐου. Μέ τή λέξη μάντις^ δίνεται στήν Ίοκάστη τό θέμα γιά τή συνεχή ρήση, μέ τήν όποία υποτίθεται οτι θά καθησυχάσει τόν άντρα της. Ή μαντική τέχνη ! Ά π ό τούς Δελφούς δέν ήρθε ό χρησμός δτι ό Λάιος θά σκοτωνόταν άπό τό γιό του; Στήν πραγματικότητα, τόν δολοφόνησαν ληστές σέ έ'να τρίστρατο, ενώ τό παιδί του τό είχαν εκθέσει στά βουνά και τό είχαν παραδώσει στό θάνατο ! 'Ανάμεσα σ' αύτά τά λόγια δμως έ'χει άκουστεϊ μιά σημαδιακή λέξη, πού μετατρέπει τόν κατευνασμό σέ
372
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
βαθύτατη άνησυχία: το τρίστρατο. Ταραγμένες ερωτήσεις γι,ά τον τόπο, το χρόνο, την εξωτερική έμφάνιση του Λαΐου, τή συνοδεία του, άνακαλοΰν δλο καΐ πιο έντονα στή μνήμη του Οιδίποδα μιά βίαιη πράξη, πού την άφηγεΐται διεξοδικά. 'Από ενα επεισόδιο κάποτε στην Κόρινθο, ένιωσε κάποια άβεβαιότητα σχετικά μέ την καταγωγή του, γι' αύτο ξεκίνησε γιά τούς Δελφούς, άπό οπού πήρε τον φοβερό χρησμό πώς θά σκοτώσει τον πατέρα του καΐ θα παντρευτεί τή μητέρα του. 'Αποφάσισε να εγκαταλείψει γιά πάντα τήν Κόρινθο και ετσι, μέσα στις περιπλανήσεις του, βρέθηκε άκριβώς σ' έκεϊνο τό τρίστρατο, δπου, άνταποδίδοντας ενα χτύπημα πού ειχε δεχτεί, εξόντωσε εναν γέροντα μέ τή συνοδεία του. Μέσα στο άσφυκτικό άδιέξοδο, ό Οιδίπους άποδεικνύεται άκόμη μιά φορά αιχμάλωτος μιας πλάνης. ""Αν είναι πραγματικά φονιάς του Λαίου, πρέπει νά έξοριστεϊ άπό τή Θήβα' άλλά και στήν Κόρινθο, δπου πιστεύει δτι ζουν οι γονείς του, του είναι άδύνατο να επιστρέψει, έξαιτίας του χρησμού του 'Απόλλωνα. Στο διάλογο πού κλείνει τή σκηνή, ό κορυφαίος άφήνει νά διαφανεί κάποια ελπίδα. Πρέπει νά άνακριθεΐ ό μοναδικός άνθρωπος πού σώθηκε άπό τό τρίστρατο, αύτός πού, δταν έγινε βασιλιάς ό Οιδίπους, ζήτησε νά τόν στείλουν στή δούλεψη των κοπαδιών μακριά άπό τήν πόλη (758). ""Αν ό άνθρωπος επιμείνει στή μαρτυρία του δτι μιά ομάδα ληστές σκότωσαν τόν Αάιο, τότε δέν μπορεί νά είναι ένοχος ό Οιδίπους. Ή Ίοκάστη πρέπει νά στείλει άμέσως νά φέρουν τό βοσκό. Τό δεύτερο στάσιμο (863-910) άρχίζει στήν πρώτη στροφή μέ ένα ύμνητικό έγκώμιο γιά τούς αιώνιους νόμους, πού γεννήθηκαν στόν αιθέρα, και μέσα τους ενυπάρχει μέγας καΐ άγέραστος θεός. Ή άντιστροφή άπεικονίζει τόν ύβριστή πού παίρνει τό δρόμο της πτώσης του. « Ό θεός νά προστατέψει τόν δίκαιο άγώνα της πόλης !» Ή δεύτερη στροφή ύψώνει τήν κατάρα του χοροΰ ένάντια στόν Ιερόσυλο, πού κυνηγά τό παράνομο κέρδος και προσβάλλει τά θεια. «"Αν μιά τέτοια πράξη κερδίσει τήν εκτίμηση, τότε γιά ποιο λόγο νά χορέψω;» Στήν άντιστροφή είναι φανερό δτι ό χορός βλέπει νά βουλιάζει μαζί μέ τό κύρος του μαντείου και ό κόσμος της πίστης του. «Μακάρι νά βοηθήσει ό Δίας, γιατί πιά περιφρονούνται οΐ χρησμοί πού πήρε ό Αάιος, ό 'Απόλλων μένει δίχως σεβασμό, και σβήνει ή δύναμη των θεών.» Θά έπανέλθω σ' αύτό τό παρεξηγημένο χορικό στό μέρος πού 373
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
είναο άφιερωμένο στά προβλήματα του έργου. 'Αφορμή του στάθηκε βέβαια ή δυσπιστία της Ίοκάστης γιά τους χρησμούς, άλλά ο ελεγχός του προχωρεί πολύ πιο πέρα άπό αύτό, ως την Ι'δια την εποχή του ποιητή. Το τρίτο έπεισόδιο (911-1085) αρχίζει μέ μιά προσφορά της Ίοκάστης στον 'Απόλλωνα. Ή γυναίκα πού δηλώνει δτι σύνθημα της ζωής της είναι το είκτ} κράτιστον ζην (τό καλύτερο είναι νά ζεϊ κάνεις όπως τύχει, 979) θέλει νά εξορκίσει τον δυσοίωνο χρησμό: επομένως δέν είναι άθεη. Αύτη τή στιγμ,ή δέν εμφανίζεται, δπως θά περιμέναμε, ό βοσκός πού είχαν στείλει να φωνάξουν. Αύτός θά μπορούσε νά διαλευκάνει μόνο ενα μέρος τής μοίρας, τό φόνο. Μέ άριστοτεχνική διαπλοκή των θεμάτων, ό Σοφοκλής φέρνει πρώτα τον 'Αγγελιοφόρο άπό τήν Κόρινθο μέ τήν είδηση για τό θάνατο του Πολύβου. "Ετσι προκαλείται μιά σκηνή δπου επαναλαμβάνεται σέ μικρογραφία ή καμπύλη του δράματος: θριαμβευτική αύτοπεποίθηση, βαθιά σύγχυση άπό τά φαινόμενα, ώσπου μιά λέξη άνοίγει διάπλατα τήν πύλη γιά τον σκοτεινό δρόμο τής μοίρας. Έ δ ώ δέν εχει θέση ό εκτεταμένος λόγος: ως τό τέλος του επεισοδίου κυριαρχεί δ σύντομος, ταραγμένος διάλογος. Ό Κορίνθιος μεταδίδει τήν ε'ιδησή του πρώτα στήν Ίοκάστη, ή οποία στέλνει νά καλέσουν άμέσως τον Οιδίποδα. 'Εκείνος μοιράζεται τό θρίαμβό της για τήν άστοχία τών δελφικών χρησμών. Ή βιαστική σκέψη του ψάχνει νά βρει κάποια αιτιολόγηση: μήπως ό Πόλυβος πέθανε άπό θλίψη για τήν απουσία του γιου του; 'Ωστόσο, αύτός πού πρίν άπό λίγο χλεύαζε, μαζι μέ τήν 'Ιοκάστη, τους χρησμούς, φοβάται άκόμη έκεΐνο τό σημείο πού μιλούσε άπειλητικά γιά τήν αιμομικτική σχέση μέ τή μητέρα του. Ό 'ίδιος άνθρωπος πού νιώθει άπελευθερο:>μένος άπό ένα μέρος του φόβου τρομάζει άκόμη μπρος στον άποτρόπαιο λόγο πού ύπολείπεται. Τότε επεμβαίνει ό 'Αγγελιοφόρος —και ξανά τό καθησυχαστικό μήνυμα θά γυρίσει σέ φοβερό κακό. Δέν είναι μητέρα του ή Μερόπη, πληροφορεί τό βασιλιά ό Κορίνθιος. Μέσα άπό μιά σειρά άλλεπάλληλες ερωτήσεις, στίχο μέ στίχο, άποκαλύπτεται ή άλήθεια: ό Κορίνθιος δ 'ίδιος κάποτε, πάνω στον Κιθαιρώνα, δέχτηκε τον Οιδίποδα, παραπεταμένο νήπιο μέ τρυπημ,ένα πόδια, άπό ένα δούλο του Ααΐου. 'Αμέσως ό Οιδίπους ρωτά ποιός είναι αύτός ό δούλος. Ό κορυφαίος ύποθέτει δτι μπορεί νά είναι δ 'ίδιος πού
374
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
είχαν στείλει νά φωνάξουν περισσότερα δμως θά ξέρει ή Ίοκάστη. Ή βασίλισσα έ'χει καταλάβει άπο ώρα τήν άλήθεια, άλλά αυτή δέν είναι Οιδίπους, και είναι έτοιμη τώρα νά άφήσει νά ξαναπέσει πάνω σ' δλα τό παραπέτασμα πού εχει ύψωθεϊ άπειλητικά και νά συνεχίσει τή ζωή της μέ αύτο πού ξέρει. Ό Οιδίπους δμως πρέπει νά ψάξει και νά ρωτήσει ώς τήν άκρη. Ή Ίοκάστη δέν θά τον σταματήσει: άφήνοντας μιά κραυγή πόνου όρμα εξω άπο τή σκηνή. Ό Οιδίπους μένει μόνος μέ το χορό, και γιά μιά τελευταία φορά το σκοτάδι της άγνοιας μοιάζει νά φωτίζεται παραπλανητικά άπο ψεύτικους φωσφορισμούς. Στήν άνήσυχη ερώτηση του κορυφαίου, ό ήρωας, πού πάντα σπεύδει σέ ύποθέσεις, έξηγεϊ τήν παράδοξη συμπεριφορά της Ίοκάστης ώς φόβο γιά το ένδεχόμενο νά άποδειχτεΐ σέ λίγο ή ταπεινή καταγωγή του άντρα της. Μέ άνατριχιαστική αύτοπεποίθηση, ό Οιδίπους ονομάζει τον έαυτό του γιο της γενναιόδωρης Τύχης και γεμάτος έλπίδα προχωρεί στήν έξιχνίαση της καταγωγής του. "Ετσι, γιά μιά στιγμή πρέπει νά ξεχάσουμε το φόνο του Λαΐου. Ό Οιδίπους έ'χει συμπαρασύρει το χορο στήν τυφλή του βεβαιότητα. Το σύντομο τρίτο στάσιμο (1086-1109) είναι πλημμυρισμένο άπο θρίαμβο και ξέφρενη ψευδαίσθηση. Τον Κιθαιρώνα θά υμνήσουν εκεί πάνω σίγουρα κάποιος θεός, ό Παν, ό 'Απόλλων ή ό Έρμης, γέννησε το βασιλιά, πού του προσφέρει ό χορός αύτό τό τραγούδι του, δείγμα άγάπης. Τό τέταρτο επεισόδιο (1110-1185) φέρνει άπότομα τήν καταστροφή. Ό Οιδίπους, πού άσφαλώς κατά τή διάρκεια του σύντομου χορικού είχε μ,είνει στή σκηνή, εικάζει δτι βλέπει νά έ'ρχεται ό άνθρωπος πού είχε στείλει νά φωνάξουν. Γιά τή μοναδική σέ κλιμάκωση δραματική πυκνότητα αύτής της σύνθεσης είναι άξιοσημείωτο δτι γίνεται λόγος μόνο γιά τό βοσκό του Λαΐου, οχι δμως και για τό γεγονός δτι αύτός δ Ι'διος ύπήρξε και συνοδός ίου στο τρίστρατο· κι αύτό, γιατί ή άποκάλυψη της πατροκτονίας παραμερίζεται έδώ ολότελα, γιά νά δοθεί μαζι μέ τήν ύπόλοιπη φριχτή άλήθεια. Ό Οιδίπους ρωτά τό βοσκό γιά τήν προέλευση και τήν άπασχόλησή του και άφήνει στον Κορίνθιο νά βοηθήσει τή μνήμη του μάρτυρα. Καθώς δ γέρος, γεμάτος άπόγνωση, άρνιέται νά μιλήσει περισσότερο, δ Οιδίπους τον άναγκάζει χρησιμοποιώντας σκληρή 375
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
βία. Βαθύτατη πτώση και υψίστη επαλήθευση άνθρώπινου μεγαλείου συνενώνονται, στο σημείο οπου ή έντονη εναλλαγή έρώτησης καΐ άπάντησης φτάνει στο άποκορύφωμά της (1169κ.). Ό 'Αγγελιοφόρος: «'Αλίμονο ! Τώρα πρέπει νά πώ τον φοβερο λόγο». Οιδίπους: «Κι εγώ νά τον άκούσω. 'Ωστόσο πρέπει νά τον άκούσω». Μέ μιά άποστροφή προς τό φως, πού τό άντικρίζει γιά ύστατη φορά, 6 Οιδίπους ορμά μέσα στο παλάτι. Το πρώτο στροφικό ζεύγος και ή δεύτερη στροφή τού τέταρτου στασίμου (1186-1222) είναι εξολοκλήρου θρήνος γιά τήν άστάθεια της άνθρώπινης εύτυχίας, δπως άποδείχτηκε στήν περίπτωση του Οιδίποδα. Ή δεύτερη ομως άντιστροφή φέρνει μιά συγκινητική ομολογία προς τον συντριμμένο ήρωα: « Ό παντεπόπτης χρόνος σέ βρήκε και σέ άπόρριξε... Μακάρι νά μή σέ είχα δει ποτέ! ΚαΙ όμως: μόνο χάρη σέ σένα ανάσανα (κάποτε) και ύστερα τά μάτια μου εκλεισαν γαληνεμένα». Ή έ'ξοδος άρχίζει μέ τήν έμφάνιση του Έξάγγελου, πού άφηγεΐται τά φριχτά πού έγιναν στο παλάτι. Ή Ίοκάστη άπαγχονίστηκε, δ Οιδίπους πάνω στο πτώμα της τυφλώθηκε μέ τις περόνες του πέπλου της. Σέ μιά σύντομη ερώτηση του κορυφαίου γιά τήν κατάσταση του δύστυχου βασιλιά, ό Έξάγγελος άποκρίνεται άναγγέλλοντας τήν εΐ'σοδό του. Τή συνοδεύουν άνάπαιστοι του χορού, και άκολουθεϊ ενας κομμός (1307-1368), μιά σύνθεση πού θυμίζει τήν 'Αντιγόνη (1257κκ.). Στο χορό άντιστοιχοΰν σχεδόν άποκλειστικά ϊαμβοι, στον ύποκριτή δόχμιοι. Σέ καθένα άπο τά δύο στροφικά ζεύγη, έ'πειτα άπο κάθε στροφή, άκολουθούν δύο τρίμετρα τού κορυφαίου, έκφραση συμπάθειας μαζι και δέους μπροστά στο μέγεθος της συμφοράς. Μετά τό ξέσπασμα του κομμού, άκολουθεΐ μιά θρηνητική ρήση του τυφλού βασιλιά, φορτισμένη και, αύτή μέ τό υπέρμετρο πάθος τού πόνου* ταυτόχρονα δμως είναι και μιά αιτιολόγηση της πράξης του μέ τήν άβάσταχτη φρίκη πού επεσε πάνω του. Ή έπιτιμητική άποστροφή πρός τόν Κιθαιρώνα (1391) άποτελεϊ άνατριχιαστική ήχώ τού χαρούμενου ύμνου πού τραγούδησε ό χορός γιά νά τιμήσει τό βουνό (1089). Ή προφητεία τού Τειρεσία (421) έ'χει εκπληρωθεί. Ή πορεία του τέλους καθορίζεται κυρίως άπό τόν Κρέοντα, πού εμφανίζεται τώρα στή σκηνή. Ή ψυχρή σωφροσύνη του, πού δμως δεν άποκλείει κάποια διάθεση γενναιοδωρίας, έ'ρχεται σέ έ'ντονη άντίθεση μέτή φλογερή φύση τού Οιδίποδα. Στήν παράφορη
376
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
έπιθυμία του τυφλοΰ βασιλια νά διωχτεί εξω άπό τή χώρα, ό Κρέων άντιτάσσει τήν ανάγκη νά ρωτήσουν πρώτα τούς Δελφούς. Ot στ. 1442κ. Ι'σως είναι έ'νας τελευταίος άντίλαλος του προβλήματος πού άντιμετώπιζε ή πόλη. Ή παράκληση του Οιδίποδα νά άποχαιρετήσει τά δυό του κορίτσια —ή αΐ'σθηση κάποιας απόστασης δταν μιλεί γιά τούς γιούς του (1459) προαναγγέλλει τή μεταγενέστερη σύγκρουση— εκπληρώνεται. Ή σκηνή αύτοϋ του άποχαιρετισμοΰ είναι γεμάτη τόνους οδύνης καΐ τρυφερότητας τέτοιους πού δεν άκοΰμε σε y.aykvcLV άλλο τραγικό" στον Σοφοκλή τούς ξανασυναντούμε στήν Ήλεκτρα και στον δεύτερο Οιδίποδα. Ή σκηνή κλείνει μέ ταραγμένα τροχαϊκά τετράμετρα, πού χωρίζονται σέ άντιλαβές. Ό Οιδίπους δεν έννοεΐ νά χωριστεί άπο τά παιδιά του, άλλα αναγκάζεται ύστερα άπο εντολή του Κρέοντα. Τά τελευταία λόγια, στο 'ίδιο μέτρο, πού πρέπει νά άποδοθοΰν μάλλον στο χορό παρά στον Οιδίποδα, φέρνουν τήν πτώση εκείνου πού ελυσε το μεγάλο α'ίνιγμα ως παράδειγμα της άστάθειας της άνθρώπινης εύτυχίας καΐ του άνθρώπινου μεγαλείου. Το εργο στο πρώτο μισο εμφανίζει τον Οιδίποδα άπόλυτο κύριο της κατάστασης. Στήν Ίοκάστη, πρόσωπο πού προτιμά τήν ύπεκφυγή και τήν έπανάπαυση, πέφτει πρώτα ό κλήρος νά προκαλέσει άναταραχή, άκριβώς μέ τήν προσπάθειά της νά τήν καταστείλει, και νά οδηγήσει τον Οιδίποδα στο δρόμο πού τον φέρνει βήμα βήμα στήν καταστροφή. Στο τελευταίο τμήμα του έργου ή οδύνη τού συντριμμένου άνθρώπου δίνεται σέ έκταση, σάν άντίθεση στή βεβαιότητα και στο μεγαλείο της άρχής του δράματος. Ό Σοφοκλής πέτυχε μέ μοναδικό χειρισμό τήν άνεπανάληπτη πυκνότητα αύτής της δραματικής σύνθεσης. Τέσσερις μορφές •—τούς δύο βοσκούς πού έσωσαν τό παίδι πάνω στον Κιθαιρώνα, τον συνοδό του Λαίου, πού γλίτωσε, και τον άγγελιοφόρο άπο τήν Κόρινθο, πού φέρνει τό μήνυμα γιά τό θάνατο του Πολύβου— ό ποιητής τις συνενώνει άνά δύο σέ ενα πρόσωπο κάθε φορά, και έτσι πραγματοποιεί έκείνη τή συμπύκνωση των δραματικών γεγονότων πού καθιστά αύτό «τό άρχέτυπο κάθε θανάσιμης τραγικής συνέπειας» (Ε. Staiger) άνεπανάληπτο δραματικό άριστούργημα.^ 1. Γιά τά προβλήματα ορισμένων χωρίων: W. Schadewaldt, aZu zweiten Stasimon des Königs Oedipus», SI FC 27/28 (1956) km=Hellas und Hesperien 287" H. F. Johansen, Lustrum 1962/7 (1963) 242· Kamerbeek, στά σχετικά σχόλιά του.
377
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Είναι εύχάριστο οτι σήμερα δέν χρειάζεται πιά πολεμική ή θεωρία πού δέχεται κάποια ήθική ενοχή του Οιδίποδα. Παλαιότερα χρειάστηκε νά ύποδείξει στούς φιλολόγους τό σωστό 6 Theodor Fontane. Ό 'Αριστοτέλης στήν Ποιητική του (1453a 10) φέρνει τον Οιδίποδα ώς παράδειγμα έκείνων πού οδηγούνται στήν πτώση άπο μιά αμαρτία, και μέ τή λέξη αύτή εννοείται μιά άστοχία στή σκόπευση του σωστού, άστοχία πού δέν εχει τή ρίζα της στο χώρο της ήθικής. Κανείς δέν έ'χει προσδιορίσει καλύτερα άπο τον Κ. von Fritz (στο Ιο κεφάλαιο του βιβλίου του)^ τήν ούσία μιας τέτοιας άστοχίας, πού βρίσκεται πολύ μακριά άπο τή νεότερη άντίληψη περι τραγικής ένοχης: πρόκειται γιά άνεξιλέωτο στίγμα, πού επιφέρει στον άνθρωπο τήν καταστροφή. Ούτε ό χαρακτηρισμός του έ'ργου αύτοΰ ώς δράματος του πεπρωμένου άνταποκρίνεται στο περιεχόμενό του.^ Βέβαια, τό πεπρωμένο πού όρισαν γιά τον Οιδίποδα οΐ θεοι είναι τερατώδες. 'Απέναντι όμως σ' αύτό, ό τραγικός άνθρωπος στέκει μέ τήν ενεργητική του έγρήγορση κορυφωμένη στό έ'πακρο: βαδίζει γεμάτος βεβαιότητα προς το πεπρωμένο του και τό ξεπερνά, άκριβώς επειδή τό άποδέχεται μέ τή βούλησή του. Τήν άντίθετη εικόνα δίνει ή Ίοκάστη, πού είναι πρόθυμη νά κλείσει ώς τήν τελευταία στιγμή τά μάτια μπρός στήν έπερχόμενη φρίκη. Ή πηγή της αινιγματικής εύφορίας γιά τό τραγικό γεγονός, δπως τήν άπεικόνισε ό Hölderlin στό γνωστό επίγραμμα, οφείλεται στό δτι ό Οιδίπους, μολονότι παγιδευμένος βαθιά μέσα στό δίχτυ της ψευδαίσθησης, άπαλλάσσεται μέ τήν ϊδια του τή δύναμη άπό τήν πλάνη και άποδέχεται τήν άλήθεια ώς τήν έσχατη συνέπειά της. Δέν μπορούμε νά περιγράψουμε τή φύση και τό μεγαλείο αύτοΰ του Οιδίποδα καλύτερα άπό δ,τι δύο χωρία στήν 1. 'Ανατύπωση άπο το Studium Generale 8 (1955) 195, 229. Πρβ. καΐ Μ. Ostwald, ο.π. 98" Funke 73· R. D. Dawe, «Some Reflections on Ate and Hamartia», HSPh 72 (1968) 89. Ό υπότιτλος αμάρτημα της νόησης στήν παλαιότερη έκδοση της εργασίας του Ε. Janssens (ο.π.) χαρακτηρίζει εναν καθυστερημένο οπαδό. Βλ. τώρα J. Μ. Bremer, Hamartia, Amsterdam 1969 καΐ S. Said, La faute tragique, Παρίσι 1978. 2. Γιά νά μην άναφέρουμε το λάθος ορισμένων μελετητών, όπως λ.χ. ό R. Müller-Freienfels, Psychoanalyse der Kunst 1, H923, 228, oî όποιοι μιλοϋν γιά τήν «τραγικότητα του συμβιβασμοί}». Σωστά παρατηρεί ό Η. Pongs, «Psychoanalyse und Dichtung», Euphorion 34 (1933) 54: « Ό Οιδίπους, δπως κάθε μεγάλη τραγωδία, είναι ταυτόχρονα ή τραγωδία της μοίρας και τοΰ άτομου».
378
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΔΡΑΛΙΑΤΑ
'Αντιγόνη του Jean Anouilh. 'Αντιγόνη: «Ναί, οπως δ πατέρας μου ! Έ μ ε ΐ ς εΐ'μαστε άπό τους άνθρώπους πού δεν πνίγουν τΙς ερωτήσεις τους προτού φτάσουν στο τέλος. Προχωρούμε τόσο μακριά, ώσπου στ' άλήθεια δεν φαίνεται πιά ουτε ή ελάχιστη πιθανότητα κάποιας έλπίδας, ούτε ή παραμικρή σπίθα ελπίδας δεν άπομένει πια νά σβηστεί. Ε'ίμαστε άπο τους άνθρώπους πού μ' ενα άλμα παραμερίζουν τήν έλπίδα σας, δταν έσεΐς τήν καλωσορίζετε· πηδάμε πάνω άπο τήν άκριβή σας έλπίδα, κάθε βρώμική σας ελπίδα». Καί: « Ό πατέρας μου άπόχτησε τήν ώραιότητά του, μόνο δταν τελικά βεβαιώθηκε πώς ειχε σκοτώσει τον πατέρα του και είχε κοιμηθεί μέ τήν Ι'δια του τή μητέρα" μόνο δταν πίστεψε δτι τίποτε πιά στον κόσμο δεν μπορούσε να τον λυτρώσει».^ Στή μοίρα και στον άγώνα αύτοΰ του Οιδίποδα, ή προγονική κατάρα πού είχε άπεικονίσει ό Αισχύλος στήν πορεία της άπο γενιά σέ γενιά, υποχωρεί εντελώς στο βάθος. ^ Μόνο πολύ άργά, δταν ό Οιδίπους στενάζει κάτο^ άπό τό βάρος του πόνου, άκούγονται ύπαινιγμοι γιά τήν καταραμένη καταγωγή του (1184, 1360, 1383, 1397). Πουθενά δμως δέν δίνεται μιά σχέση αιτιότητας άνάμεσα σέ δ,τι παθαίνει ό Οιδίπους και σέ κάποια προγονική ενοχή. Τό δεύτερο στάσιμο® θέτει ένα δύσκολο έρμηνευτικο πρόβλημα. Πάντως, νομίζω δτι είναι άναμφισβήτητες κάποιες διαπιστώ1. "Οτ!. ό χτυπημένος άπο τούς θεούς Οιδίπους, τήν ώρα τήν πτώσης, τούς πλησιάζει, τό παρατήρησε ό Bowra, 210' παρόμοια ό Α. Rivier, RThPh 'è^ (1966) 253κ. 2. Αυτό το εχει διαπιστώσει ήδη ό Nietzsche στή διάλεξη του γιά τόν ΟΙδίποδα Τ. Ενδιαφέρουσες καΐ οΐ σχετικές παρατηρήσεις του Bowra, 163. 3. Επειδή το δλο πρόβλημα είναι δμοιο μέ εκείνο πού συνδέεται μέ το πρώτο στάσιμο της 'Αντιγόνης, παραπέμπουμε στή βιβλιογραφία πού σημειώνεται έκεΐ (σ. 341, σημ. 2). 'Ιδιαίτερα μνημονεύουμε τί,ς σχετικές μέ το χορικό μας εργασίες των J. C. Kamerbeek και G. Müller. Ό τελευταίος άποκλείει κάθε σχέση μέ τήν έποχή του ποιητή και έντοπίζει και εδώ κάποιαν άνόητη παρεξήγηση του χοροϋ, ό όποιος έκλαμβάνει τήν άγωνία της Ίοκάστης ώς άθεΐ'α και έκφράζεται μέ ρηχή καί πραγματικά άσεβή δοκησισοφία. Το βαθύτερο νόημα πού έπιδιώκει ό ποιητής άναδύεται, κατά τήν άποψη του Müller, δταν άποσυνδεθεϊ το δικαίως (889) άπο τήν άρνηση καΐ τοϋ άποδοθεϊ περιεχόμενο γενικό: «αν εκείνος (δηλ. ό Οιδίπους) μέ δίκαιο τρόπο (δηλ. δίχως ενοχή) δέν έπιτύχει κανένα αποτέλεσμα» κτλ. Έτσι ό Σοφοκλής, μέ εναν τέτοιον υπαινιγμό γιά τόν άθώο Οιδίποδα, άνατρέπει τήν τρίπτυχη σχέση ένοχή-έξιλέωση-θεοδικία του Αισχύλου. Ά π ό τήν άνάλυση τοϋ Ιργου προκύπτει δτι δέν μπορούμε νά παρακολουθήσουμε οΰτε σέ ένα
379
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
σεις. Ή ένταξη του χορικού στήν πορεία της δράσης πραγματοποιείται καθώς τά λόγια του χοροϋ άπαντοΰν στή δυσπιστία της Ίοκάστης γιά τους δελφικούς χρησμούς. Βέβαια, ή βασίλισσα άπαλλάσσει, μέ ενα είδος υπεκφυγής, τό θεό, δταν άνάγει (712) τό χρησμό πού είχε δοθεί στον Λάιο οχι στον Ι'διο τον Φοϊβο άλλά στούς θεράποντές του. "Ηδη όμως στον στ. 720 άκοΰμε άπό την 'ίδια ότι ό 'Απόλλων δέν πραγματοποίησε τό χρησμό του' στόν στ. 853 ότι ό Λοξίας «τό είπε ξεκάθαρα» (διεΐπε). Στόν Ι'διο άναφέρεται και ή περιφρόνησή της γιά τη μαντική τέχνη (857). Λυτό άκούγεται μέ έ'μφαση καΐ υστέρα άπό τό χορικό (953)· ό Οιδίπους συνηγορεί πρόθυμα (964, 971). "Οπως τόσο συχνά σέ δίστροφα λυρικά κομμάτια, ετσι και σ' αύτό τό στάσιμο ή τελευταία άντιστροφή περιέχει τήν πιό συγκεκριμένη άναφορά, ή οποία εντοπίζεται ξεκάθαρα στή μνεία του παλιού θεϊκού χρησμού πού είχε δοθεί στόν Λάιο. Επίσης, άποτελεϊ εντελώς αδικαιολόγητο σκεπτικισμό νά άρνηθούμε γιά τήν πρώτη στροφή, μέ τόν υμνο γιά τούς αιώνιους θεϊκούς νόμους, οποιαδήποτε σχέση μέ τα άγραφα θέσμια, πού τά υπερασπίζεται πεθαίνοντας ή 'Λντιγόνη, καθώς και μέ τό δίκαιο πού έχει κυρωθεί μέ θεϊκό δρκο, όπως δίνεται στό πρώτο στάσιμο της έπώνυμης τραγωδίας. Ό χορός, άναστατωμένος άπό τις έπικρίσεις της Ίοκάστης γιά τούς χρησμούς, εχει μιάν άμεση άφορμή νά καταθέσει τή δική του όμολογία, όπου ωστόσο άκοΰμε και τόν 'ίδιο τόν ποιητή, όπως άκριβώς και στό χορικό του παλαιότερου έργου του. "Ετσι πιστεύω οτι και ή ερώτηση του χορού (895): «αν τέτοιες πράξεις κερδίσουν τήν εκτίμηση, τί χρειάζεται πιά νά χορεύω;» δέν πρέπει νά ερμηνευτεί σαν ολότελα άσχετος στοχασμός τών Θηβαίων γερόντων τού μύθου (πού, φυσικά, δέν έχουν γιά άπασχόλησή τους τόν κύκλιο χορό), παρά σάν εναγώνια κραυγή του χορού τών 'Λθηναίων πολιτών, πού γι' αύτούς σύνθεσε τό δράμα του ό Σοφοκλής και μέ τό δικό τους στόμ.α μιλούσε έδώ.^ σημείο αύτη τήν ερμηνεία. Βλ. έπίσης καΐ τή μελέτη μου πού μνημονεύεται στό κεφάλαιο γιά τήν 'Αντιγόνη (σ. 324). Πλούσια βιβλιογραφία παραθέτει ό Η. F. Johansen, Lustrum 1962/7 (1963) 242. Πρβ. και σ. 377, σημ. 1. Έπίσης : R. Ρ. Winnington-Ingram, «The Second Stasimon of the Oedipus Tyrannus», JHS 91 (1971) 119. 1. Σχετικά μέ αύτο τό θέμα δίνω ιδιαίτερη σημασία στήν ταύτιση τών άπόψεών μου μέ του Ε. R. Dodds, ο.π. 46.
380
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
"^Av ως έδώ έπι,τρέπεται νά ποΰμε ort. το πράγμα ξεκαθάρισε, παραμένει, μολαταύτα το δύσκολο πρόβλημα ποιος εννοείται μέ τον τύραννο πού γεννά ή υβρη και τελικά τον όδηγεϊ στήν άβυσσο. Έ δ ώ δέν θά μπορούσα νά συμφωνήσω μέ μιά άποψη πού παρουσιάστηκε συχνά και στο παρελθόν και πρόσφατα ξανά άπό τον J. C. Kamerbeek στά σχόλιά του, δηλαδή οτι μέ τά λόγια αυτά ύπονοεΐται 6 Οιδίπους/ και οτι 6 χορός φοβάται μήπως ό βασιλιάς, άν άποδειχτεΐ οτι είναι φονιάς του Λαΐου, εγκαθιδρύσει στήν πόλη τυραννίδα και καταπατήσει τούς θεϊκούς νόμους. Το χορικό αύτό παρεμβάλλεται άνάμεσα σε λόγια πού εκφράζουν τήν άγάπη και τήν αφοσίωση πού δείχνει ό χορός για τό βασιλιά του: 510, 689, 1086, 1220. Φυσικά, δέν θά ήθελα νά ύποστηρίξω τή θέση δτι ό χορός διατηρεί σε δλη τή διάρκεια του έ'ργου τήν ενότητα ένός δραματικού προσώπου, άλλά ή μεταστροφή πού θά έπρεπε νά του άποδώσουμε σ' αύτή τήν περίπτωση ξεπερνά κάθε άνεκτό όριο. Βρίσκω δτι ή προσπάθεια νά εντοπιστεί στο χωρίο μας συγκεκριμένο δραματικό πρόσωπο όδηγεϊ σέ άδιέξοδο, χωρίς δμως πάλι νά σκέφτομαι τήν πιθανότητα όποιουδήποτε πολιτικού ύπαινιγμοΰ. Έκεϊνο πού προκαλεί τό ξέσπασμα του χορού είναι οΐ άμφιβολίες της Ίοκάστης. Ό χορός προσπαθεί νά κρατηθεί στήν πίστη του γιά τό άπόλυτο, και ετσι όδηγεϊ τή σκέψη του λίγο πιο πέρα: δταν ή υβρη άφαιρεϊ τό κύρος τών αιώνιων νόμων, τότε γεννά και τον τύραννο, πού πορεύεται τον μοιραϊο του δρόμο, γιά τον εαυτό του και για τήν πόλη. Προβληματική είναι ή διαβεβαίωση του χορού (1089) δτι ή αυριανή πανσέληνος θά φέρει τιμή στον Κιθαιρώνα. "Εχει συχνά διατυπωθεϊ ή άποψη δτι έδώ ό χορός υπαινίσσεται τή γιορτή τών Πανδίων, πού διεξαγόταν άμέσως μετά τά Μεγάλα Διονύσια, στα μέσα του μήνα Έλαφηβολιώνα, μέ πανσέληνο. Αυτό θά ήταν πράγματι ένα άλμα έ'ξω άπό τό πλαίσιο της τραγωδίας, και τό νόημά του δέν θά ήταν εύκολο νά έξηγηθεϊ. Τό χωρίο είναι όπωσδήποτε περίεργο, άλλα δέν θά μπορούσε κανείς νά πεϊ τίποτε καλύτερο άπό δ,τι στά σχόλιά του δ Kamerbeek, δ όποϊος σκέφτεται μιά παννυχίδα, έκδήλωση τόσο οικεία στή λατρεία τού Διονύσου. Δέν είναι λιγότερο προβληματική ή άπόδοση τών τροχαίο^ν 1. Δύσκολα θά σκεφτόταν κανείς τον Λάιο, δπως δ Errandonea, ο.π.
381
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
πού κλείνουν τό δράμα. ^ Μέ κανέναν τρόπο δεν θά έπρεπε νά άθετηθοΰν. Είναι άπέριττοί,, κατά τή γνώμη μου κάπως επίπεδοι, άλλά έπιθέτουν μιά κατακλείδα βαριας ήρεμίας στην ταραγμένη σκηνή. Ή έπανεμφάνιση της ϊδιας σκέψης στην ^Ανδρομάχη (100) του Εύριπίδη δεν κλονίζει καθόλου τή γνησιότητά τους, και δσο γιά τή σχεδόν κατά λέξη έπανάληψή τους στις Φοίνισσες (1758), δεν έ'χει παρά νά άναρωτηθεΐ κάνεις ποιος είναι δ πιστωτής και ποιος 6 χρεώστης.^ 'Οφείλω πάντως νά ομολογήσω οτι κάποτε υπερτίμησα τό επιχείρημα του Pohlenz (2, 92), δ όποιος, μέ βάση τόν στ. 8, άποδίδει τούς τελευταίους στίχους στον Οιδίποδα* τώρα, συμφωνώντας μέ τόν Kamerbeek, τούς άποδίδω στόν κορυφαίο, άκολουθώντας τή χειρόγραφη παράδοση και δχι τόν άρχαΐο σχολιαστή. Σήμερα μπορεί νά θεωρηθεί βέβαιο ότι ή Ήλεκτρα^ ανήκει στά όψιμα έ'ργα του Σοφοκλή. Τό άλυτο άκόμη πρόβλημα της σχέσης του έ'ργου μέ τήν "Ηλέκτρα του Εύριπίδη τό άναβάλλουμε, ώσπου νά πραγματευτούμε και εκείνο τό δράμα. 'Ακριβής χρονολό1. Σημαντικές, ώς προς το κείμενο, οΐ παρατηρήσεις τοϋ Α. Wilhelm, δ.π. Σχετική βιβλιογραφία παραθέτει ό Η. F. Johansen, δ.π. 247, ό όποιος μιλεί γιά «θλιβερό τέλος». Βλ. και W. Pötscher, «Sophokles Oidipus T. 1524-1530», Emerita 38 (1970) 149. 2. Τή νόθευση των στίχων των Φοινισσών υποστηρίζει ό Ε. Fraenkel, «Zu den Phoenissen des Euripides», m 963/1,117=ZZ. Beitr. 415. 3. Σχολιασμένες εκδόσεις: Σημαντική έξακολουθεΐ νά παραμένει ή έκδοση τοί3 G. Kaibel, Λιψία 1896 (1911)· Μ. Untersteiner, Μιλάνο 1932" Ρ. Groeneboom, Groningen 1935· G. Ammendola, Φλωρεντία 1951" J. Η. Keils, Cambridge («Greek and Latin Classics»), 1973. To κείμενο στις Editiones Helveticae, τχ. 11" J. C. Kamerbeek, Leiden 1974· Ar. Colonna, Τορίνο 1975. Μελέτες: L. Roussel, «Le rôle de Pylade» EC 9 (1940) 328· W. Wuhrmann, Strukturelle Untersuchungen zu den beiden Elektren und zum euripideischen Orestes (διατρ.), Ζυοίχη 1940' P. Suys, «Recherches sur l'Electre de Sophocle», EC 10 (1941) 117 και 275, και 11 (1942) 73, 204 και 355· G. M. Kirkwood, «Two Structural Features of Sophocles' Electra». TAPhA 73 (1942) 86· A. Colonna, «II volto di Elettra nel dramrna di Sofocle», Dioniso 19 (1956) 14· R. P. Winnington-Ingram, «The Electra of Sophocles: Prolegomena to an Interpretation», PCPhS 183 (1954/55) 20· W. Corrigan, «The Electra of Sophocles», The Tulane Drama Review 1 / 1 (1955) 36 (σύντομη βιβλιογραφική παρουσίαση)· I. Errandonea, El coro de la Electra de Sofocle, La Plata 1968· J. Alsina, «Observaciones sobre la figura de
382
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
γηση της ^Ηλέκτρας του Σοφοκλή είναι δύσκολη' άπο την προτελευταία δεκαετία του 5ου αιώνα π.Χ., δπου τοποθετούν οΐ περισσότεροι. τους υπολογισμούς τους, τά χρόνια 412 και 411 π.Χ. φαίνονται τα πιθανότερα,^ χωρις δμως νά μπορεί νά έξασφαλιστεϊ βεβαιότητα. Στην άρχή του έργου, φτάνουν στο παλάτι των Μυκηνών ό'ΟClitemestra», Emerita 27 (1959) 297" W. M. Calder III, «The End of Sophocles' Electra», GRBS 4 (1963) 213· I. M. Linforth, «Electra's Day in the Tragedy of Sophocles», Univ. of Calif. Public, in Class. Phil. 19/2 (1963) 89" H. F. Johansen, «Die Elektra des Sophokles: Versuch einer neuen Deutung», CS^M 25 (1964) 8· Th. M. Woodward, «Electra by Sophocles in the Dialectical Design», HSPh 68 (1964) 163 και 70 (1965) 195· R. M. Torrance, «Sophocles: Some Bearings», HSPh 69 (1965) 307" B. Alexanderson, «On Sophocles' Electra», CS^M 27 (1966) 79· A. M. Dale, «The Electra of Sophocles», Essays in honor of Fr. Letters, Μελβούρνη 1966, l\ = Coll. Pap. 221- Ch. P. Segal, «The Electra of Sophocles», TAPhA 97 (1966) 473" F. Solmsen, «Electra and Orestes: Three Recognitions in Greek Tragedy», MNAL, N.R. 30/2 (1967) = I7ege der Forschung II 275· W. Steidle, 91· R. Klimpe, Die Elektra des Sophokles und Euripides' Iphigenie bei den Taurern (διατρ.), Τυβίγγη 1970. Μεταφράσεις: Τούς στ. 1098-1231 τους 'έγει μεταφράσει ό Μ. Kommereil, Werke und Tage: Festschrift R. A. Schröder, 'Αμβούργο 1938, 88· W. Schadewaldt, Griechisches Theater, Φραγκφούρτη 1964, 201· Ε. F. Watling, βλ. στον Aïavra.—L. Traverso, Mazara 1956.—Κ. Χ. Μύρης, 'Αθήνα 1973· Γ. Χειμωνάς, 'Αθήνα 1984. 1. Αύτη είναι ή άποψη του W. Theiler, «Die ewigen Elektren», IF Λ' 79 (1966) 110. Διάφορες προσπάθειες χρονολόγησης μνημονεύει ό Gh. Ρ. Segal, ο.π. 533, 77. Βλ. επίσης Α. Colonna, «Sulla cronologia dell'Elettra di Sofocle», Dioniso 10 (1947) 204, δπου προτείνεται μιά άρκετά πρώιμη χρονολόγηση, άνάμεσα στο 424 και 417. 'Εξαιρετικά διεξοδικές παρατηρήσεις γιά το πρόβλημα υπάρχουν στη μελέτη του Α. Vogler, Vergleichende Studien zur sophokleischen und euripideischen Elektra, Χαϊδελβέργη 1967, 86, ό όποιος θεωρεί το 415 π.Χ. την πρωιμότερη δυνατή χρονολόγηση και εντοπίζει εναν terminus ante στους στ. 1049κ. της 'Ελένης τοϋ Εύριπίδη, επειδή, κατά τη γνώμη του, τό χωρίο αυτό εξαρτάται άπο τούς στ. 56-64 της 'Ηλέκτρας τοΰ Σοφοκλή (τό 'ίδιο πιστεύει και ή Α. Μ. Dale, στη σχολιασμένη έκδοση της Ελένης). Ό Lloyd-Jones, CR 83 (1969) 37, εμμένει, δικαιολογημένα, στήν παλαιότερη άποψή του, AC 33 (1964) 372, δτι δεν υπάρχει δυνατότητα άκριβέστερου προσδιορισμού. Μιά χρονολόγηση «το νωρίτερο γύρω στό 419» υποστηρίζει ό Ε. R. Schwinge, RhM 112 (1969) 11. Μέ τό πρόβλημα της χρονολόγησης καταπιάνονται και πολλές άπο τις έργασίες πού μνημονεύονται στό κεφάλαιο το σχετικό μέ την 'Ηλέκτρα τοϋ Εύριπίδη, έπιμένοντας ιδιαίτερα στη χρονική σχέση των δύο δραμάτων.
383
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
ρέστης, ο Πυλάδης (πού μένει βουβος σε δλο το δράμα) και 6 γερο-παιδαγωγός. "Επειτα άπο εναν σύντομο λόγο του Παιδαγωγού, ακολουθεί ενας εκτενέστερος του 'Ορέστη. Λείπει κάπως ζωηρότερος διάλογος· κάποια ένταση στήν προλογική σκηνή δημιουργείται μόνο μέ το θρήνο της 'Ηλέκτρας. Ό 'Ορέστης πατα πρώτη φορά το πατρικό χώμα μέ έγρήγορη συνείδηση, και 6 γέροντας τον ενημερώνει γιά τά σημεία εκείνα του τόπου πού τά βαραίνει ή μοίρα. Μέ έλάχιστους στίχους ύποβάλλεται ή άτμόσφαιρα λαμπρού πρωινού, συμβόλου ένος καινούριου φωτός γιά τον οικο των Πελοπιδών. Στήν άπάντησή του 6 'Ορέστης, μαζι μέ τον έ'παινο γιά τον πιστό θεράποντα και μιά προσευχή στούς θεούς (το καθένα σέ εξι στίχους), άναφέρεται και στήν εντολή του Απόλλωνα, άλλα μιλεί γιά το σχέδιο πού εχει ο Ι'διος καταστρώσει: 6 γέροντας θά κατασκοπεύσει τό παλάτι και θά άναγγείλει το θάνατο του 'Ορέστη· κατόπιν ό 'ίδιος, μέ τον Πυλάδη, θά έ'ρθει και θά φέρει, άγγελιοφόρο του Ι'διου τού θανάτου του, τή νεκρική ύδρία πού έ'χουν κρύψει σέ κάτι θάμνους. Παρόμοια δπως στις Τραχίνιες, στον Φιλοκτήτη και στον Οιδίποδα Κ., πρέπει νά δεχτούμε ώς δεδομένη συμβατικότητα της δραματικής σκηνής τό γεγονός δτι τώρα μόλις λέγονται πράγματα πού θά έ'πρεπε οι συνομιλητές νά τά ξέρουν άπό καιρό. Πρέπει νά σημειωθεί ιδιαίτερα δτι ό 'Ορέστης θεωρεί τήν πράξη πού έ'χει έπωμιστεΐ δίκαιη εκδίκηση πού θά τού φέρει τιμή (37, 60, 70). Αύτόν τον 'Ορέστη, άντίθετα άπο τον 'Ορέστη του Αισχύλου, δεν τον ώθεϊ στήν πράξη του κάποιος θεός ύπο τήν πίεση φοβερής άπειλής. Μιά σύντομη σκηνή (77-85) συνδέει τά προηγούμενα μέ τά έπόμενα. Ά π ό τό εσωτερικό τού παλατιού άκούγεται ή θρηνητική κραυγή της 'Ηλέκτρας. Ό 'Ορέστης άναρωτιέται αν πρέπει νά μείνουν και νά άκούσουν (άπόηχος της σκηνής της ώτακουστίας στις Χοηφόρες), άλλά ό γέροντας συμβουλεύει νά πραγματοποιήσουν τις νεκρικές προσφορές στόν 'Αγαμέμνονα, κάνοντας έτσι τό πρώτο βήμα γιά τήν άποστολή τους. Άντίθετα άπό δ,τι στόν Αισχύλο, εδώ δ τάφος βρίσκεται έ'ξω άπό τή σκηνή, στοιχείο πού έ'χει τή σημασία του γιά τις σκηνές μέ τή Χρυσόθεμη. "Ερχεται ή ' Ηλέκτρα, εκτελώντας μια θρηνητική μονωδία σέ λυρικούς άναπαίστους (86-120).^ 'Εδώ παρουσιάζονται ό χαρακτή1. Θαυμάσια άνάλυση αύτοΰ του λυρικοϋ κομμ.ατιοϋ, όπως άλλωστε και των υπόλοιπων, δίνει ό Kraus, 148.
384
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
ρας και, ή δραματική κατάσταοτη τοϋ κεντρικού προσώπου: 6 ασίγαστος θρήνος, ή άδιάλειπτη μνήμη της δολοφονίας του πατέρα/ ή άγρια λαχτάρα γιά εκδίκηση, ή ελπίδα γιά τον ερχομό του άδελφου. Ή πάροδος του χοροΰ, ό όποιος άποτελεΐται άπο Μυκηναίες γυναίκες,^ περιλαμβάνει τρία στροφικά ζεύγη και μία επωδό (121250). Σέ κάθε μέρος, κάπου προς τή μέση, εναλλάσσεται ή φωνή τοϋ χοροΰ με της 'Ηλέκτρας. Στά δύο πρώτα στροφικά ζεύγη πραγματοποιείται ό άνταγωνισμός τών δύο φωνών. Στήν παραμυθία πού προσφέρουν οί γυναίκες, στή μνεία του 'Ορέστη, πού σίγουρα ζει, και στή δικαιοσύνη του Δία, άποκρίνεται άκόρεστος θρήνος και βαθιά απόγνωση. Στήν τρίτη δμως στροφή, τις δύο φωνές τις συνενώνει ό θρήνος γιά τό θάνατο του 'Αγαμέμνονα.® Στήν άντιστροφή, οί φωνές άπομακρύνονται ξανά ή μιά άπό τήν άλλη και μένουν χωριστές ώς τό τέλος. Ό χορός, προοικονομώντας τή σκηνή μέ τή Χρυσόθεμη, προειδοποιεί τήν 'Ηλέκτρα γιά τό ύπερβολικό μίσος της, πού έ'χει μετατρέψει σέ εχθρούς της τους φορείς της εξουσίας. Ή 'Ηλέκτρα όμως γνωρίζει τό ύπερβολικό πάθος της (οργά, 222) : είναι ή άπάντησή της στόν ύπερβολικό πόνο της. Στό πρώτο επεισόδιο (251-471), ή'Ηλέκτρα, σέ διάλογο μέ τήν κορυφαία, δικαιολογεί τά άγρια ξεσπάσματα τοϋ πόνου της· ή ρήση της άπεικονίζει διεξοδικά τήν καταισχύνη τοϋ βασιλικοΰ ο'ίκου: ό Α'ίγισθος πάνω στό θρόνο του 'Αγαμέμνονα, όμόκλινή του ή μητέρα της, πού πανηγυρίζει μέ ίταμότητα τήν ημέρα τοϋ φόνου. Μέ ιδιαίτερη σκληρότητα χρωματίζεται ή Κλυταιμήστρα στήν άπάνθρωπη συμπεριφορά της. Στό τέλος δμως ή 'Ηλέκτρα έκφράζει αύτό πού άποτελεΐ τή μοίρα δλων τών ήρώων τοϋ Σοφοκλή, δταν ή άμετρη άδικία και ό άβάσταχτος πόνος τούς πλήττουν πέρα άπό κάθε όριο: δεν τούς επιτρέπεται οΰτε τό σωφρονεΐν οΰτε τό ενσεβεΐν (κι αύτό, ένώ έ'χουν φτάσει στό ύψιστο σημείο της εύσέβειάς τους !). "Εχουν παγιδευτεί τόσο φοβερά μέσα 1. Δράστες εδώ είναι άπό κοινοϋ ή Κλυταιμήστρα και ό Αίγισθος. Αύτη ή έκδοχή ύττηρχε ήδη στήν επική παράδοση" πρβ. Α. Lesky, «Die Schuld der Klytaimestra», WS N.F. 1 (1967) 5. 2. "Οχι κορίτσια· πρβ. V. Coulon, REG 52 (1939) 1. 3. Περίεργος είναι ό στ. 199: «εϊτε θεός ειτε θνητός τό επραξε αύτό» —άπόηχος εκείνης'της διπλής αιτιολόγησης πού παίζει σημαντικό ρόλο στήν πρωιμότερη έλληνική σκέψη.
385
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
στή διαταραγμένη τάξη πού επέφερε το κακό, ώστε πρέπει να πράξουν και οί 'ίδιοι τό κακό. Λόγια άπό τήν άρχή της ρήσης επαναλαμβάνονται και στο τέλος, σέ μορφή κυκλικής σύνθεσης, καΐ μέ αύτό τον τρόπο αποκτούν ιδιαίτερη έμφαση. Μετά το λόγο τής 'Ηλέκτρας, άκολουθεΐ ενας διάλογος μέ τήν κορυφαία, δπου, μέσα άπο μιά σειρά άνήσυχες ερωτήσεις, παρέχεται ή σημαντική γιά τήν εξέλιξη του δράματος πληροφορία (τονίζεται και στον στ. 517) δτι ο Αίγισθος άπουσιάζει. 'Ακόμη μιά φορά άκούμε δτι ό 'Ορέστης είναι ή μόνη ελπίδα πού άπόμεινε γιά τήν 'Ηλέκτρα. Ή άμέσως επόμενη σκηνή μέ τή Χρυσόθεμη (327-471) εμφανίζει στή δομή της τήν άντιστροφή ένος οχι σπάνιου για τον Σοφοκλή σχήματος: δύο Ι'σης έκτασης διαλογικά μέρη, το καθένα μέ έ'ναν εκτενέστερο λόγο τής 'Ηλέκτρας, πλαισιώνουν μιά στιχομυθία. Ό διάλογος άνάμεσα στίς δύο άδελφές παρουσιάζει τόσο πλούσια έ'νταση έπιχειρημάτων και άντιδράσεων, πού δεν εχει το δμοιό του σέ παλαιότερα δράματα. Ή Χρυσόθεμη, μέ τις νουθεσίες προς τήν άδελφή της, πού τον θαρραλέο άποτροπιασμό της εντούτοις τον συμμερίζεται κατά βάθος, εχει πάλι τά χαρακτηριστικά του προσώπου πού άποφεύγει τήν πραγματικότητα, άκριβώς δπως ή 'Ισμήνη καί, ώς ενα σημείο, ή Ίοκάστη, και έ'τσι προκαλεί τις έπιπλήξεις τής 'Ηλέκτρας. Μέσα στο άμετρο μίσος της ή ήρωίδα γίνεται άδικη, δταν κατηγορεί τήν άδελφή της δτι μιλεί έτσι δπως έ'μαθε άπο τή μητέρα της. Ή κορυφαία, μέ λόγια άπελπιστικά κοινότοπα, προσπαθεί νά καθησυχάσει τις άδελφές.^ Ό έπόμενος διάλογος φέρνει κάτι καινούριο: οί σφετεριστές τής εξουσίας σκοπεύουν νά κλείσουν τήν 'Ηλέκτρα σέ ύπόγεια φυλακή, νά συνεχίσει έκεϊ τούς θρήνους της. Τό νέο ερέθισμα οδηγεί σέ στιχομυθία: το πείσμα τής 'Ηλέκτρας άντιστέκεται σέ κάθε συμβουλή καί παράκληση τής άδελφής' έ'τσι, άντι νά πλησιάσουν ή μιά τήν άλλη, τό χάσμα άνάμεσά τους γίνεται άκόμη μεγαλύτερο. Αύτό, καθώς προκαλεί τήν άπόφαση τής Χρυσόθεμης νά διακόψει τόν άνώφελο διάλογο καί νά συνεχίσει τό δρόμο της, δημιουργεί μιά καινούρια στροφή στή μέση τής στιχομυθίας: ποιό δρόμο; Ή μητέρα τους, θορυβημένη άπό ενα ονειρο, τή στέλνει μέ χοές στόν τάφο του 'Αγαμέμνονα. Τι λογής ονειρο; Ή Χρυ1. 'Ακατανόητη είναι ή προσπάθεια τοϋ I. Errandonea, δ.π., νά θεωρήσει τό χορό κινητήρια δύναμη άπέναντι σέ μιά πιό εύαίσθητη 'Ηλέκτρα.
386
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
σόθεμη διηγείται, πώς ή Κλυταί,μήστρα είδε τον δολοφονημένο άντρα της νά ξαναγυρίζει καΐ νά φυτεύει το σκήπτρο του στην έστία, άπο δπου φύτρωσε ενα δυνατό βλαστάρι, πού εριξε τον Ι'σκιο του σ' δλη τή Μυκήνα. Έ δ ώ επαναλαμβάνεται αύτό πού παρατηρήσαμε και στην πολυσυζητημένη επιχειρηματολογία της 'Αντιγόνης: ό Σοφοκλής, στη θέση τής μεγαλόπρεπης άφήγησης του ονείρου των Χοηφόρων^ εβαλε ενα μοτίβο δανεισμένο άπό τό φίλο του τον 'Ηρόδοτο —πρόκειται για τό ονειρο τής Μανδάνης
(1, 108).
Έ ν ώ ως έδώ ό διάλογος οδηγούσε τις δύο άδελφές σε ολο και οξύτερη άντίθεση, ό λόγος τής 'Ηλέκτρας δημιουργεί τούς δρους γιά μιά προσέγγιση. 'Εξορκίζει τή Χρυσόθεμη νά ματαιώσει τις προσφορές τής μητέρας τους και νά φέρει, άπό τά δικά της μαλλιά και άπό τά μαλλιά τής 'Ηλέκτρας, ή οποία άφιερώνει και την άπέριττη ζώνη της, προσφορές στόν πατέρα τους, γιά νά σταθεί άποτελεσματικός συμπαραστάτης στην εκδίκηση. 'Αντηχούν μοτίβα άπό τόν κομμό τών Χοηφόρων (444, 454). Ή Κλυταιμήστρα προβάλλεται έντονα ως αύτουργός του φόνου. Ή κορυφαία συμφωνεί, και σέ λίγο, έντρομη, συγκατατίθεταικαι ή Χρυσόθεμη. Τό πρώτο στάσιμο, έ'να στροφικό ζεύγος καΐ μία επωδός (472515), έπαναλαμβάνει τόνους άπό τόν κομμό του Αισχύλου. Τό ονειρο ξύπνησε τή βεβαιότητα οτι πλησιάζει ή εκδίκηση. Ή έπωδός συνδέει τά πάθη του παλατιού μέ την άνομία του Πέλοπα εις βάρος του Μυρτίλου, χωρίς δμως νά μας έπιτρέπει νά άναζητήσουμε έδώ ενα καθοριστικό στοιχείο ερμηνείας κατά τόν τρόπο του Αισχύλου. Ή προγονική κατάρα παραμένει στό βάθος. Τό δεύτερο έπεισόδιο, αύτό τό στιβαρό κεντρικό τμήμα του δράματος μέ τά δύο άντίρροπα μέρη (516-822), παρουσιάζει πρώτα την άντιπαράθεση τών δύο γυναικών: άρχίζει άμέσως μέ φοβερή ένταση ό έπιπληκτικός λόγος τής Κλυταιμήστρας. Ή βασίλισσα επιτίθεται άγρια στην 'Ηλέκτρα, ή όποία, επειδή λείπει Ό Αίγισθος, περιφέρεται εξω άπό τό σπίτι, γιά να κακολογεί τή μητέρα της. Αύτή δμως ή άγρια έπίθεση είναι ταυτόχρονα υπεράσπιση. Ναί, σκότωσε τόν 'Αγαμέμνονα, άλλα ή πράξη της ήταν ή δίκαιη έκδίκηση γιά τή θυσία τής 'Ιφιγένειας. Κανένα βάρος δέν πιέζει τήν ψυχή της. (Πόσο διαφορετικά μιλεί ή Κλυταιμήστρα του Εύριπίδη !) Στήν άπόκριση τής 'Ηλέκτρας, ό Σοφοκλής προσδίδει μεγαλειώδη κλιμάκο^ση. Μέ ψυχρή ηρεμία, πού δύσκο387
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
λα έξασφαλίζεταί μέσα στην πίκρα της, ή ήρωίδα διαπιστώνει, δτι αύτη τη φορά ή έπίθεση δεν άρχισε άπο την 'ίδια, και μέ μιά ευγένεια πού προκαλεί ρίγος μέσα στην υπερβολικά τεταμένη άτμόσφαιρα ζητεϊ τήν άδεια να μιλήσει άνοιχτά. Ή Κλυταιμήστρα συναινεί, και ή 'Ηλέκτρα της γκρεμίζει έναν προς έναν δλους τούς προμαχώνες της επιχειρηματολογίας της. Ό 'Αγαμέμνων, υστέρα άπό τήν άτυχη τόξευση του έλαφιου στο ίερο άλσος της θεάς, βρέθηκε κάτω άπο τήν πίεση μιας άναπότρεπτης άνάγκης, ή όποια ένισχύΟηκε άκόμη περισσότερο άπό τό στοιχείο ότι, εξαιτίας της νηνεμίας πού έστειλε ή "Αρτεμη, ο στόλος οΰτε για τήν Τροία μπορούσε νά ξεκινήσει οΰτε πίσω νά γυρίσει (574). Περίπου στή μέση του λόγου της. ή 'Ηλέκτρα κλείνει τό πρώτο τμήμα του μέ μιαν άπροκάλυπτη απειλή: (('Όταν έσύ μ' αύτό τον τρόπο ζητάς αιμα γιά τό αίμα, πρόσεξε μήπως ένας τέτοιος νόμος ισχύσει και γιά τή δική σου ζωή». Μέ καινούρια όρμή κατατροπώνει τώρα τήν άντίπαλό της: ((Κι αν άκόμη ήταν δίκαιη ή έκδίκησή σου για τήν 'Ιφιγένεια, έπρεπε γι' αύτό νά γίνεις όμόκλινη του θανάσιμου έχθροϋ του και ν' άποκληρώσεις τά παιδιά σου;» Και τό δεύτερο μέρος καταλήγει σέ μιά άπειλή, πού γίνεται πιό συγκεκριμένη: άκούγεται τό ονομα του 'Ορέστη. Ή 'Ηλέκτρα σ' αύτό τόν ((άγώνα λόγων» βγήκε νικήτρια —μέ ποιο άντίτιμο, θά φανεϊ στόν έπόμενο διάλογο μέ τή μητέρα της (612-633). Στο μεταξύ δμως ή κορυφαία, σέ δύο στίχους, έκανε λόγο για τήν όργή της 'Ηλέκτρας, άμφισβητώντας έτσι τό δίκιο της: πρόκειται γιά τήν ϊδια φωνή ένός χορού πού σκύβει ύποταχτικά μπρός στήν εξουσία, οπως άκριβώς τήν άκούσαμε στό πρώτο μέρος της Αντιγόνης. Στήν πραγματικότητα όμως ή 'Ηλέκτρα, μέ δλο τό δίκιο τών επιχειρημάτων της, έχει ξεπεράσει τά όρια. Αύτό τό ξέρει και τό ομολογεί! ή Ι'δια. "Οσο κι άν τά φαινόμενα δείχνουν τό άντίθετο, αισθάνεται ντροττή πού ξεπέρασε τά όρια της ήθικής εύπρέπειας (πρβ. 307). Ή ύπερβολή της δμως είναι μιά άντίδραση πού τήν προκαλεί ή άναίσχυντη πράξη της μητέρας της. Τά χαρακτηριστικά αύτης της μορφής ένυπάρχουν σπερματικά στή δέηση της αίσχύλειας 'Ηλέκτρας {Χοηφόροι 140): ((Δώσ' μου ύγιέστερη σκέψη άπό τή μητέρα μου!». Αύτή ή παράκληση δεν έχει έκπληρωθεΐ στήν 'Ηλέκτρα δπως τήν παρουσιάζει ό Σοφοκλής. Ή Κλυταιμήστρα, δίνοντας τέλος στή σύγκρουση, δέεται στόν
388
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
'Απόλλωνα. Σέ τόνο αναίσχυντης οικειότητας παρακαλεί πιεστικά το θεό: νά της βγεϊ σε καλο το ονειρο, και δσο για τά υπόλοιπα, ξέρει ό 'ίδιος ό θεός αύτό πού δεν θέλει νά πει ή 'ίδια μπροστά στούς εχθρούς της ! Τό δεύτερο μέρος αύτοΰ του επεισοδίου, πού είναι περίπου 'ίσο σε έκταση μέ τό πρώτο, αρχίζει μέ μιά φαινομενική εκπλήρωση της προσευχής της Κλυταιμήστρας: εμφανίζεται ό γερο-παιδαγωγός του 'Ορέστη. Ή άφήγησή του πλαισιώνεται άπό εξαιρετικά ταραγμένους και πολυφωνικούς διαλόγους. "Τστερα άπό σύντομες έρωτήσεις προς τήν κορυφαία, ό γέροντας στρέφεται προς την Κλυταιμήστρα άνακοινώνοντας τήν ε'ίδηση, πού τήν προϋποθέτει καλόδεχτη: δ 'Ορέστης είναι νεκρός. Στήν οδυνηρή κραυγή της'Ηλέκτρας ό ποιητής αντιθέτει τήν έπιθυμία της Κλυταιμήστρας νά εξασφαλίσει βέβαιη γνώση. Ή έκτενής άγγελική ρήση γιά τό θανατηφόρο άτύχημα του 'Ορέστη στούς δελφικούς άγώνες άρματοδρομίας είναι ενα άριστούργημα παραστατικής άμεσότητας, πού μπορεί νά συγκριθεί μόνο μέ τΙς καλύτερες άνάλογες δημιουργίες του Εύριπίδη. Αισθανόμαστε τήν άποτελεσματικότητα της άφήγησης στά πρόσωπα του δράματος. Ό Σοφοκλής παρουσίασε τήν Κλυταιμήστρα του γυναίκα σημαδεμένη άπό τό έ'γκλημά της, άλλά δεν της άφαίρεσε και τό έ'σχατο υπόλειμμα μητρικού φίλτρου. Καθώς μιά στιγμή (766) ταλαντεύεται άνάμεσα σέ άνακούφιση και πόνο, δέν ύποκρίνεται. "Οταν όμως ό άγγελιοφόρος ρωτά αν ή άφιξή του είναι μάταιη, ξεσπά ή άγαλλίαση πού νιώθει, καθώς βλέπει συντριμμένο τό σπαθί πού ήταν ύψωμένο πάνω άπό τό κεφάλι της. "Άν τό πρώτο μέρος αύτοΰ του επεισοδίου τελείωσε μέ τήν ηθική κατατρόπωσή της, τό δεύτερο φέρνει τό θρίαμβό της πάνω σέ κάθε άπειλή. Γιά τήν 'Ηλέκτρα δέν περισσεύει παρά μόνο ή χλεύη της. Ή Κλυταιμήστρα μπαίνει μέσα στο παλάτι μέ τόν άγγελιοφόρο. Ή σκηνή κλείνει μέ τόν θρηνητικό λόγο της 'Ηλέκτρας, πού προετοιμάζει τόν επόμενο κομμό. Ή ήρωίδα αρχίζει μέ μια έκφραση άγανάκτησης για τή σκληρότητα της μητέρας της. Γιά τήν 'ίδια, κάθε ελπίδα εχει χαθεί' δέν πρόκειται πιά νά δρασκελίσει τό κατώφλι αύτοΰ τοΰ σπιτιοΰ (τόσο πειστικά αιτιολογείται ή παραμονή της στή σκηνή)· μόνη λύση και εύχή της άπόμεινε ό θάνατος. Ά ν τ ι για στάσιμο, άκολουθεϊ ενας κομμός άνάμεσα σ τ ή ν ' Η -
389
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
λέκτρα καΐ στο χορό (823-870). Σέ ζωηρή εναλλαγή ένώνονταί., στά δύο στροφικά ζεύγη, οι δύο φωνές, δημιουργώντας μιά πυκνή σύνθεση. Μετά τις παρηγοριές του χοροΰ. άκολουθεϊ τό ξέσπασμα του πόνου της 'Ηλέκτρας και επειτα ή συμμετοχή του χοροΰ στο θρήνο της. Μέ άσυνήθιστη ύπαινικτικότητα άναφέρεται ή ιστορία του Άμφιαράου —αύτή Ι'σα 'όσα δεν μπορεί να προσφέρει παρηγοριά: ό Άλκμέων εκδικήθηκε τον πατέρα του, ένώ δ 'Ορέστης είναι νεκρός. Ή δεύτερη σκηνή μέ τή Χρυσόθεμη (871-1057) συγκροτείται άπό μιά σειρά στιχομυθίες. "Επειτα άπό μιά εισαγωγική διστιχομυθία, άκολουθεΐ ή διήγηση της Χρυσόθεμης, και επειτα άπό ενα κεντρικό μέρος, διαμορφωμένο κυρίως σέ στιχομυθία, ακούγεται ό λόγος της 'Ηλέκτρας μέ τήν άπάντηση της άδελφής· και ή ένταση της σκηνής κλείνει μέ σφοδρή στιχομυθία. Στο πρώτο άπό αύτά τα μέρη ή άσυγκράτητη χαρά της Χρυσόθεμης συναντά, τό θρήνο της άδελφής της, ή όποία ζητεί, μέ τήν κόπωση του άπελπισμένου, νά μάθει τί συμβαίνει. Ή άπάντηση της Χρυσόθεμης είναι μιά κραυγή άγαλλίασης: προσφορές άπό γάλα, λουλούδια και μαλλιά στον τάφο μαρτυροΰν τον ερχομό του άδελφοΰ. Ή κεντρική στιχομυθία όδηγεϊ στήν άπότομη καμπή. Ή Χρυσόθεμη χάνει κάθε έλπίδα, δταν άκούει γιά τό θάνατο του 'Ορέστη, άλλά ή 'Ηλέκτρα ύπαινίσσεται κάποιον άλλο δρόμο. Τον άποκαλύπτει στό λόγο της: τώρα πρέπει νά βοηθήσουν οΐ 'ίδιες* ό Αίγισθος πρέπει νά πέσει άπό τό δικό τους χέρι. Γιά νά προσεταιριστεί τήν άδελφή της, χρησιμοποιεί τα πάντα —τήν προοπτική ενός γάμου, όπως και τή φήμη μιας τολμηρής πράξης. Οί στίχοι όμως του χοροΰ προσφέρουν ελάχιστη έλπίδα πώς θά μποροΰσε ή Χρυσόθεμη νά κερδηθεΐ. 'Ακούγεται άπό τό χορό ή λέξη προμηθία, και αύτό δίνει άφορμή στή Χρυσόθεμη νά χαρακτηρίσει τό σχέδιο της 'Ηλέκτρας παραφροσύνη. Στήν τελική στιχομυθία, ή διένεξη άνάμεσα στις δύο άδελφές ξεσπά άγρια. 'Επαναλαμβάνονται θέματα άπό τήν 'Αντιγόνη. Βιαστική καΐ άδικη ή 'Αντιγόνη, φωνάζει έκεϊ στήν 'Ισμήνη νά βγει εξω και νά διαλαλήσει τό σχέδιό της· παρόμοια και ή 'Ηλέκτρα ζητεϊ άπό τή Χρυσόθεμη νά τά προδώσει όλα στή μητέρα τους. Ή πορεία αυτής της δεύτερης σκηνής μέ τή Χρυσόθεμη προχωρεί εντελώς άντίδρομα πρός τήν προηγούμενη. 'Εδώ στήν άρχή, μέ ενα ειρωνικό παιχνίδι άνάμεσα στά φαινόμενα και τ*/·ν
390
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
πραγματικότητα, οι δύο άδελφές σμίγουν μετά τήν καμπή δμως, διαχωρίζονται μέ μιά σύγκρουση πού κορυφώνεται ως τήν άγρια εχθρότητα. Στο τέλος της σύγκρουσης λείπουν τρίμετρα της κορυφαίας: ή άπήχησή της δμως εχει ενσωματωθεί στο έπόμενο στάσιμο (1058-1097). Το πρώτο στροφικό ζεύγος μέμφεται τή διαμάχη, αλλά ήδη ή άντιστροφή εκφράζει το άνεπιφύλακτο έγκώμιο της 'Ηλέκτρας, τό όποϊο θά ολοκληρωθεί, μέ χαρακτηριστική έμφαση, στο δεύτερο στροφικό ζεύγος. "Ετσι φωτίζεται χαρακτηριστικά ή διαλεκτική της κεντρικής μορφής του έργου, καθώς ή ' Η λέκτρα, ή οποία παραπονιέται στό θρήνο της (308) δτι τής εχει άφαιρεθεϊ τό δικαίωμα του εύσεβεΐν, εγκωμιάζεται τώρα μέ τά τελευταία λόγια του χορικού γιά τήν εύσέβειά της. Ή τολμηρή άπόφαση τής 'Ηλέκτρας, μετά τήν κατάρρευσή της πού τήν προκάλεσε ή άφήγηση γιά τό θάνατο του 'Ορέστη, σημειώνει και τήν άρχή τής ανω ôôov. Στό τέταρτο έπεισόδιο (10981383), πού περιλαμβάνει και εναν κομμό, ή κορύφωση πραγματοποιείται δραστικά, έπειτα άπό μιά συγκλονιστική επιβράδυνση. Στή σκηνή πριν άπό τόν κομμό, δπου ζωηροί διάλογοι πλαισιώνουν τό λόγο τής 'Ηλέκτρας, 6 Σοφοκλής δείχνει δλη τή δεξιότητά του στή δημιουργία κλιμάκωσης. Σέ εναν ήρεμο διάλογο μέ τήν κορυφαία, ο 'Ορέστης ζητεϊ κάποιον πού νά αναγγείλει στό παλάτι τήν άφιξή του, και παραπέμπεται στήν 'Ηλέκτρα. Ή ταραχή τής άγνωστης γι' αύτόν γυναίκας δταν άκούει δτι ή υδρία πού φέρνουν οι ξένοι περιέχει τήν τέφρα του 'Ορέστη, τόν άφήνει αδιάφορο· ύποχωρεϊ δμως στήν παράκλησή της να τήν άφήσουν νά άγκαλιάσει τήν τεφροδόχο. Τώρα ή 'Ηλέκτρα μιλεϊ πρός τήν υδρία, δπου πιστεύει δτι φυλάγονται τά λείψανα του άδελφοΰ της. "Οπως στό θρήνο τής 'Αντιγόνης ή ηρωίδα παρουσιάζεται εντελώς άνθρώπινη, ετσι και έδώ ό ποιητής άφήνει πρώτη φορά νά ολοκληρωθεί ή εικόνα τής ήρωίδας του. Ή σκληρή και άνυποχώρητη, ή κυριευμένη άπό τή δίψα τής δίκαιης εκδίκησης 'Ηλέκτρα άποκαλύπτεται έδώ κάτι παραπάνω άπό άδελφή : δείχνει αισθήματα μητρικά. Μέ βαθύτατη τρυφερότητα θυμάται τό παιδάκι πού φρόντιζε και πού ήταν στήν πραγματικότητα δικό της. Μέ τήν εύχή νά μπορούσε νά μοιραστεί μέ τόν άδελφό τή στενόχωρη κατοικία του, ενα τίποτε να ένο^θεΐ μέ τό τίποτε, κορυφώνεται ό οδυνηρός της πόθος.
391
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Μόνο υστέρα άπό τήν εκτεταμένη ρήοτη της 'Ηλέκτρας την άναγνωρίζει ο αδελφός της. Μερικοί βρήκαν κάποτε δτι έδώ τραυματίζεται ή άληθοφάνεια, άλλα πιστεύω οτι τώρα τήν κατανοούμε καλύτερα αύτή τή σκηνή.^ Ή οδυνηρή κατάσταση της ' Η λέκτρας εμποδίζει μιά έσπευσμένη άναγνώριση, άλλά και ό 'Ορέστης πρέπει νά κινείται μέ άκρα προσοχή. Τον φαντάζεται κάνεις νά στέκεται παράμερα, ετσι πού να καταλαβαίνει λίγα μόνο άπο τά λόγια της 'Ηλέκτρας' μόνο μέ τήν προσφώνηση της κορυφαίας προς τήν άδελφή του, μοιάζει νά άκούει καθαρά. Ά π ο δώ και πέρα, ή στιχομυθία είναι ή μόνη δυνατή μορφή διαλόγου, πού περνά, στο πιο άποφασιστικό σημείο, σέ άντιλαβές, γιά νά καταλήξει τελικά στον κομμό. Ό Σοφοκλής καθυστέρησε τήν άναγνώριση μέ μοναδική τέχνη. Τώρα δμως πού δ 'Ορέστης ξέρει ποιά έ'χει μπροστά του, θέλει, προτού προκαλέσει μέ τον ϊδιο του το λόγο τήν άγαλλίαση της 'Ηλέκτρας, αύτδ μόνο: νά μάθει γιά τή μοίρα της άδελφής του, γιά τή ζωή της στο παλάτι. 'Ακόμη μια φορά έπιβραδύνει τον άποφασιστικό λόγο, παρακαλώντας τήν 'Ηλέκτρα νά παραδώσει τήν υδρία. 'Ενώ δμως ό Αισχύλος και ό Εύριπίδης δίνουν μεγάλη έκταση στο παιχνίδι μέ τα σημάδια της άναγνώρισης, ό Σοφοκλής άρκεϊται σέ μιά φευγαλέα άναφορά στή σφραγίδα του 'Αγαμέμνονα, γιά νά δώσει στήν 'Ηλέκτρα τή βεβαιότητα. "Ολο το βάρος συγκεντρώνεται στήν παράσταση της ψυχικής διάθεσης. Στον έπόμενο κομμό (1232-1287: στροφικό ζεύγος μέ επωδό), στο εύφρόσυνο ξέσπασμα της 'Ηλέκτρας άποκρίνεται συγκρατημένα ό 'Ορέστης, συνιστώντας, σέ ιαμβικά τρίμετρα, προσοχή. "Ο,τι άκολουθεΐ, συνάπτεται, μέ ομαλή μετάβαση, μέ τον κομμό. «Φτάνουν τά λόγια' τώρα ήρθε ή ώρα νά μπούμε στο παλάτι για τήν πράξη», λέει ό 'Ορέστης. Ή 'Ηλέκτρα δεν πρέπει νά προδοθεί δείχνοντας τή χαρά της ! Στήν άπάντηση της 'Ηλέκτρας δύο σκέψεις μαρτυρούν τή δύναμη του μίσους και της άγάπης της: πώς θα μπορούσε νά δείξει χαρά τό πρόσωπό της μπροστά σέ μιά τέτοια μητέρα ! Και δεν χρειάζεται δάκρυα γιά νά ύποκριθεΐ' αύτά τρέχουν άσταμάτητα άπο χαρά γιά τον άδελφό πού ξαναβρέθηκε. 0 Î στίχοι 1319-1321, μέ τούς οποίους κλείνει τό διάλογο ή 1. 'Αξιόλογες οί ερμηνείες των F. Solmsen, δ.π., και W. Steidle, 94.
392
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
Ήλεκτρα, λειτουργούν ώς παρένθεση. Μας θυμίζουν την άπελπισμένη άπόφασή της νά προχωρήσει μόνη της στην πράξη, ένώ, άπό τήν άλλη, μας βοηθούν νά καταλάβουμε τον τρόπο πού έπιλέγει ό Σοφοκλής γιά τη συμμετοχή της ήρωίδας στήν εκδίκηση. Κάποιος άκούγεται νά έρχεται άπό τό παλάτι, και άμέσως ή 'Ηλέκτρα άναλαμβάνει τό ρόλο της, νά οδηγήσει τούς ξένους μέσα. ( Έ δ ώ πρέπει νά δεχτούμε άδιαμαρτύρητα τό γεγονός δτι άγνοεΐ τον Πυλάδη, πού φυσικά τόν φανταζόμαστε μόνιμα στο πλευρό του 'Ορέστη.) Ά π ό τό παλάτι βγαίνει ό γερο-παιδαγωγός και έπιπλήττει τά άδέλφια γιά τήν έπιπολαιότητά τους. Στή στιχομυθία πού άκολουθεϊ, δ 'Ορέστης ρωτά γιά τήν κατάσταση στο παλάτι, όπότε ή 'Ηλέκτρα, παίρνοντας τό λόγο, δίνει άφορμή σέ μιά δεύτερη σκηνή άναγνώρισης μέ τόν άνθρωπο πού έκρυψε κάποτε τόν 'Ορέστη. Ό γέρος τούς παρακινεί άλλη μιά φορά νά προχωρήσουν στήν πράξη. Ό 'Ορέστης δέχεται τήν προτροπή (στόν στ. 1373 άπευθύνεται μιά μόνη φορά στόν Πυλάδη) καί, ύστερα άπό μιά βουβή προσευχή στούς θεούς έξω άπό τήν πύλη, μπαίνουν οί δυό τους στό παλάτι. "Ή 'Ηλέκτρα, πού τώρα μόλις, ύστερα άπό μεγάλο διάστημα, άφήνει τή σκηνή γιά λίγο, τούς άκολουθεϊ, άφοϋ προηγουμένως δέεται στό άγαλμα του 'Απόλλωνα, πού προστατεύει τήν είσοδο. Τό τρίτο στάσιμο άποτελεϊται άπό ενα καί μοναδικό σύντομο στροφικό ζεύγος (1384-1397). Ό "Αρης καί οί 'Ερινύες έχουν μπει στό σπίτι. Ή έκδίκηση πλησιάζει* οδηγός ό Έρμης, πού σκεπάζει τό δόλο μέσα στό σκοτάδι. Τό τελικό μέρος, πού μέ τούς δύο φόνους πραγματοποιεί τή στροφή στή μοίρα του οΐ'κου των 'Ατρειδών, περιλαμβάνει ολους κι όλους 113 στίχους. Ό Steidle (93), έχοντας ως ένα βαθμό δίκιο, προειδοποιεί δτι δεν πρέπει νά παραμεριστεί τόσο βιαστικά τό τμήμα αύτό σάν είδος παράρτημα. 'Από τήν άλλη όμως πλευρά, αύτή ή δυσαναλογία έχει τό δίχως άλλο κάποια σημασία γιά τό ερώτημα που θέλησε νά ρίξει τό βάρος ό ποιητής. ' Η σειρά των φόνων άντιστρέφεται σέ σχέση μέ τόν Αισχύλο καί τόν Εύριπίδη. Ηρώτα πέφτει ή Κλυταιμήστρα, καί έτσι, όταν τελειώνει, μένουμε μέ τήν εντύπωση της τιμωρίας του Αιγίσθου. Ό φόνος της Κλυταιμήστρας παίρνει τή μορφή ενός «άμοιβαίου»,
393
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
μέ στροφή και άντιστροφή (1398-1441).^ "Οπως τόσο συχνά στον Σοφοκλή, αύτη ή έντονη σκηνή εχει μορφικά αύστηρή σύνθεση. Στήν άρχή της στροφής βγαίνει, άπο τό παλάτι ή 'Ηλέκτρα, 'Ο έρχομός της, πού χρησιμοποιείται άπο τον ποιητή γιά νά συνοδέψει μέ τή φωνή της τήν πράξη του φόνου, επομένως νά συμμετάσχει σ' αύτόν, αιτιολογείται με τό καθήκον πού άναλαμβάνει ή ήρωίδα νά προστατέψει τον 'Ορέστη και τον Πυλάδη άπο τή δυσάρεστη έκπληξη τής έπιστροφής του Αιγίσθου.^ "Τστερα άπο έ'ναν σύντομο διάλογο μέ τήν κορυφαία,^ άκούγονται οι εντρομες κραυγές τής Κλυταιμήστρας, ή έ'κκλησή της γιά βοήθεια, ή Ικεσία της, και δύο φορές ή οιμωγή της, καθώς δέχεται τό φονικό πλήγμα —δλα συνοδευμένα άπό μιά άνταπάντηση τής 'Ηλέκτρας. Ή ύψιστη κορύφωση έ'ρχεται στον στ. 1415: ((Χτύπα τη δυό φορές, άν έ'χεις τή δύναμη !», Στήν άρχή τής άντιστροφής, βγαίνουν άπό τό παλάτι ό 'Ορέστης και. ό Πυλάδης. Βλέπουν τον Αΐ'γισθο νά πλησιάζει, όποτε ή 'Ηλέκτρα, γεμάτη προθυμία, άναλαμβάνει τό ρόλο νά τόν υποδεχτεί. Στον σύντομο διάλογο τής σκηνής του Αιγίσθου (14421507) ό Σοφοκλής εχει άποτυπώσει τή μεγαλύτερη δραματική ένταση στή συνοπτικότερη δυνατή μορφή. Μέ προσποιητή δουλοπρέπεια ή 'Ηλέκτρα έπιβεβαιώνει στόν θριαμβευτή τό θάνατο του 'Ορέστη και του άνοίγει, κατά τήν έπιθυμία του, τήν πύλη: ό 'Ορέστης και ό Πυλάδης φαίνονται δίπλα στό φορείο τής Κλυταιμήστρας.·* Μέ διφορούμενα λόγια ό 'Ορέστης προτείνει στόν ΑΙ'γισθο νά σηκώσει ό Ι'διος τό κάλυμμα άπό τό φορείο. 'Αμέσως έκεΐνος καταλαβαίνει τή μοίρα του, άλλά θέλει νά κερδίσει χρόνο μιλώντας· ή 'Ηλέκτρα όμως του άφαιρεϊ τό λόγο και ο 'Ορέστης 1. Ή μετρική άντιστοιχία είναι βέβαιη, άλλά ή έπαλήθευσή της στίς λεπτομέρειες δυσχεραίνεται άπο τήν ύπαρξη κάποιων κενών στην άντιστροφή· πρβ. Kraus, 157. 2. Σέ θέματα άληθοφάνειας ό Σοφοκλής εμφανίζεται λιγότερο δεσμευμένος άπο τόν Εύριπίδη, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις οΐ αιτιολογήσεις του είναι πολύ πιο πειστικές. 3. Δέν άποκλείεται καθόλου νά άποδοθοΐ3ν διάφοροι μεμονωμένοι στίχοι σέ κάποια άπο τις γυναίκες τοϋ χοροϋ. Πολλά δμως παραμένουν άβέβαια σ' αυτά το σημείο. 4. Θά άρκοϋσε τό ανοιγμα της κεντρικής πύλης, γιά νά γίνει ορατή ή ομάδα των προσώπων; "Ή μήπως κάποιοι υπηρέτες άπό τό παλάτι έφερναν έξω τό φορείο; Πάντως, μάλλον δέν θά ήταν άπαραίτητο εδώ τό πολυσυζητημένο έκκύκλημα.
394
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΔΡΑΛΙΑΤΑ
τον όδηγεϊ στο παλάτί, γιά νά τον σχοτώσεί έκεΐ οπού έκεϊνος είχε χτυπήσει τον πατέρα του. Σύντομοι άνάπαιστοι του χοροϋ κλείνουν τό δράμα. Ή αύστηρότητα της μορφής άποκαλύπτεται ολοφάνερα στή γενική δομή τ^ς'Ηλέκτρας. Προβάλλεται καθαρά τό διμερές κεντρικό τμήμα μέ τ-^ν ήθική νίκη της 'Ηλέκτρας και τήν έπακόλουθη συντριβή της ύστερα άπό τήν ε'ίδηση του θανάτου του 'Ορέστη. Το τμήμα αύτο πλαισιώνεται άπο τις δύο σκηνές μέ τή Χρυσόθεμη, οπού έπαναλαμβάνεται ή 'ίδια άντίδρομη κίνηση. "Άν άπο δώ προχωρήσουμε προς τά δύο άκρα, συναντοΰμε μιά πλήρη άντιστοιχία άνάμεσα στο θρήνο τής 'Ηλέκτρας και τήν οδυνηρή ρήση της, άφενός, και στήν άναγνώριση και τήν άγαλλίασή της, αφετέρου. Τέλος συγκροτείται ενα πλαίσιο άπό τήν προετοιμασία τής πράξης στον πρόλογο και τήν έκτέλεσή της.^ Ή "Ηλέκτρα του Σοφοκλή διαφέρει άπό τα άντίστοιχα έ'ργα του Αισχύλου και του Εύριπίδη στο οτι έδώ τό πρόβλημα τής μητροκτονίας δεν άποτελει κεντρικό θέμα. Ό ποιητής θέλησε νά δείξει τήν οδύνη και τό πάθος, τήν επιμονή και τή λύτρωση μιας μεγάλης καρδιάς. Ή άδιάλειπτη —αν εξαιρέσουμε Ινα σύντομο διάλειμμα— παρουσία τής 'Ηλέκτρας στή σκηνή είναι ό άξονας του έ'ργου. Σ ' αύτό τό δράμα, περισσότερο άπό κάθε άλλο, άναγνωρίζουμε πόσο ή μεγάλη ηρωική μορφή, πού ξεπερνά τή μετριότητα του χοροΰ, άποτελεϊ τό κεντρικό ενδιαφέρον τής ποίησης τοϋ Σοφοκλή. Ή σύγκριση μέ τις μεγάλες μορφές στόν Αιαντα, στήν 'Αντιγόνη και στόν Οιδίποδα Τ. είναι αύτονόητη, άλλα έδώ δέν πρέπει να παραβλέψουμε αύτό τό κάτι άλλο, τό καινούριο. Ό κόσμος των θεών ύπάρχει άναμφισβήτητα και σ' αύτό τό εργο, άλλά εχει σέ πολύ μεγαλύτερο βαθμό άποσυρθει στό βάθος. Τή θέση του τήν παίρνει ενας νέος ψυχικός πλούτος, μιά βαθύτερη διείσδυση στά προβλήματα του άνθρώπου, ό όποιος είναι ύποχρεωμένος νά προχωρήσει άνεπηρέαστος στό δρόμο του όρθοϋ, σέ εναν κόσμο δπου ή τάξη έχει σοβαρά διαταραχτεί. Στήν άνάλυσή μου υπογράμμισα τά σημεία δπου μιλεί ή 'Ηλέκτρα, μέ οξύτατη αύτογνωσία, γιά τό πώς τό άδικο όλόγυρά της τήν άναγκάζει νά ύπερβεϊ ολους τους φραγμούς πού θά τής έ'θεταν, σέ εναν κόσμο δικαίου, ή φύση και ή ήθική. 'Αναφέρθηκα άκόμη καΐ στήν 1. Ό Ch. Ρ. Segal, δ.π. 480, δίνει ενα διδακτικό σχήμα, πού συμπλτ}ρώνει θαυμάσια δ,τι είπα πιο πάνω.
395
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
παραδοξολογία: αύτή πού μέ τό μίσος της πρέπει να είναι άσεβής, δρέπει το ύψιστο εγκώμιο της εύσέβειας. Προβληματισμοί αύτοΰ του ε'ίδους συνδέονται μέ δλες τις μεγάλες μορφές του Σοφοκλή, σπάνια όμως άνακινοΰνται μέ τόση σαφήνεια στή συνείδηση του άνθρώπου πού δρα. 'Υπάρχει μιά πλατιά διαδομένη άποψη δτι άπέναντι στο ιδιαίτερο βάρος της κεντρικής μορφής, τό πρόβλημα τής δικαίωσης τής μητροκτονίας είναι εντελώς παραμερισμένο, αν δεν είναι και ολότελα άδιάφορο.^ Ά π ο τήν άλλη μεριά, έ'χει σχηματιστεί ένα μέτωπο ερμηνευτών οί όποιοι άποδίδουν, και γιά το έ'ργο του Σοφοκλή, μεγάλη, άν οχι κεντρική, σημασία στο πρόβλημα τής μητροκτονίας· από τους προδρόμους είναι ό J. Τ. Sheppard.^ Μιά νέα έρμηνευτική κατεύθυνση έγκαινίασε ό R. Ρ. WinningtonIngram (ο.π.), ενώ μέ διεισδυτική έπιχειρηματολογία ό Η. F. Johansen {δ.π.) επεξεργάστηκε τις σκοτεινές πλευρές τών δραματικών γεγονότων. Κατά τήν άποψή του, στο τέλος του έ'ργου πρέπει νά δοΰμε εναν νεαρό γεμάτο άβεβαιότητα, και μιά εσωτερικά συντριμμένη γυναίκα. Σέ πολλά σημεία άκολουθεϊ τήν 'ίδια κατεύθυνση και ή έρμηνεία του έργου πού πρότεινε ό Ch. Ρ. Se-
gal (ο.π.). Δεν πιστεύω οτι αύτή ή έρμηνεία μας άναγκάζει νά έπανεκτιμήσουμε τό δράμα. Κεντρικό του θέμα παραμένει ή επιμονή τής 'Ηλέκτρας και οχι ή μητροκτονία. Παρ' δλα αύτά, τό βλέμμα μας εχει στό μεταξύ οξυνθεί, ώστε νά βλέπει ότι ό Σοφοκλής, ενώ δέν δίνει κεντρική θέση στήν προβληματική τής μητροκτονίας, οπωσδήποτε τή γνωρίζει. 'Υπάρχει μιά και μοναδική έκφραση κάποιας αμφιβολίας στά λόγια του 'Ορέστη (1425): «άν ό 'Απόλλων έ'δωσε τή σωστή συμβουλή». Γιά τό οτι ή 'Ηλέκτρα έχει επίγνωση 1. Παραθέτω καί κάποιες νεότερες φωνές: Κ. von Fritz, 139, ό όποιος ακολουθεί τον Reinhardt, 149· Η. Diller, Gottheit und Mensch in der Tragödie des Sophokles, Darmstadt 1963, 3" Funke, 151· K. Matthiessen, Elektra, Taurische Iphigenie und Helena (Hypomnemata 4), 1964, 114, 2· A. M. Dale, Helena, 'Οξφόρδη 1967, Χ· Α. Vogler, ο.π. 22, 32, μέ δλη τή σχετική βιβλιογραφία. 2. ((Electra: Α Defense of Sophocles», CR 41 (1927) 2 καΐ 163. 'Αντίθετες οί άπόψεις τοΰ J. D. Denniston, Εuripides\Electra, 'Οξφόρδη 1939, XXV, 1. Πρέπει επίσης νά άναφερθοϋν και οί W. Steidle, 91" Α. Wasserstein, Gnomon 32 (1960) 178· Α. Salmon, ((L'ironie tragique dans l'exodos de l'Electre de Sophocle», EClâs 29 (1961) 269.
396
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
της τραγικότητας τ ω ν πράξεων της εγινε λόγος λίγο πιο πάνω. ' Α ξ ι ο σ η μ ε ί ω τ α είναι τ ά λ ό γ ι α τ ο υ χοροϋ, δ π ο υ α ν α γ ν ω ρ ί ζ ε ι κ α νείς μ ι ά δ ι α λ ε κ τ ι κ ή σ χ έ σ η στην ε κ τ ί μ η σ η τ η ς π ρ ά ξ η ς . Σ τ η ν π ρ ώ τ η κ ρ α υ γ ή τ η ς Κ λ υ τ α ι μ ή σ τ ρ α ς , ό χ ο ρ ό ς άντιδρα μέ βαθιά φρίκη ( 1 4 0 7 ) · και όταν ή ' Η λ έ κ τ ρ α χ λ ε υ ά ζ ε ι τ ή ν Ικεσία τ η ς μ η τ έ ρ α ς τ η ς , θρηνεί γ ι α τ ή ν π ό λ η κ α ι τ ή γ ε ν ι ά τ ω ν ' Α τ ρ ε ι δ ώ ν ( 1 4 1 3 ) . Ό 'ίδιος δ μ ω ς ό χορός ( μ ι ά φ ω ν ή ά π ό αύτόν) είναι ά π ρ ό θ υ μ ο ς νά φέξει τ ά α ι μ α τ ο β α μ μ έ ν α χ έ ρ ι α τ ω ν δ ρ α σ τ ώ ν ( 1 4 2 3 ) , ενώ στους ά ν α π α ί σ τ ο υ ς τ ο υ τέλους έγκο^μιάζει τ ό σ π έ ρ μ α τ ώ ν ' Α τ ρ ε ι δ ώ ν , π ο ύ βρήκε, υστέρα ά π ό τ ό σ α π ο λ λ ά πάθη., τ ό δρόμο προς τ ή ν ελευθερία. Ό Σ ο φ ο κ λ ή ς , όταν νίκησε σ τ ά 4 0 9 π . Χ . μέ τον Φιλοκτήτη,^ πλησ ί α ζ ε τ ά 9 0 του χρόνια, χ ω ρ ί ς ο μ ω ς νά π α ρ ο υ σ ι ά ζ ε ι ουτε τ ή ν ε λ ά χ ι σ τ η κ ά μ ψ η στήν Ι κ α ν ό τ η τ ά τ ο υ νά δ η μ ι ο υ ρ γ ε ί αύστηρές δραμ α τ ι κ έ ς συνθέσεις. 1. Σχολιασμένες εκδόσεις: Α. Anarratone, Μιλάνο 1933' Α. Manzoni, Τορίνο 1940· J. G. Kamerbeek, Leiden 1946· Α. Taccone, Φλωρεντία 1948· Τ. Β. L. Webster, «Greek and Latin Classics», Cambridge 1970. Μελέτες: Ν. T. Pratt, «Sophoclean "Orthodoxy" in the Philoctetes», AJPh 70 (1949) 273· K. I. Βουρβέρης, «Τό πρόβλημα της παιδείας εις τον Φιλοκτήτην του Σοφοκλέους», Πλάτων 1949, 129 και Σοφοκλέους Φιλοκτήτης, Αθήνα 1966* καΐ Ό Φιλοκτήτης τον Σοφοκλέους: 'Η αιωνία τραγωδία τον έφηβου, 'Αθήνα 1966· L. Radermacher, «Ammerkungen zum Philoktetes und Oedipus Coloneus», RhM 93 (1950) 158· I. Errandonea, «Filoctetes», Emerita 23 (1955) 122, καΐ 24 (1956) 72· M. H. Jameson, «Politics and the Philoctetes», CPh 51 (1956) 217· L M. Linforth, «Philoctetes, the Play and the Man», Univ. of Calif. Puhl, in Class. Phil. 15/3 (1956) 95· B. Stumpo, «II Filottete di Sofocle», Dioniso 19 (1956) 89" R. Muth, «Gottheit und Mensch im Philoktetes des Sophokles», Studi in onore di L. Castiglioni, Φλωρεντία 1959, 641" Ph. W. Harsh, «The Role of the Bow in the Philoctetes of Sophocles», AJPh 81 (1960) 408· K. Alt, «Schicksal und Physis im Philoktetes des Sophokles», Hermes 89 (1961) \k\ = Wege der Forschung 95, 412" Η. Erbse, «Neoptolemos und Philoktet bei Sophokles», Hermes 94 (1966) 177· A. E. Hinds, «The Prophecy of Helenus in Sophocles' Philoctetes», CQ 61 (1967) 169· E. Schlesinger, «Die Intrigue im Aufbau von Sophokles Philoktetes», RhM I I I (1968) 97,156· O. Taplin, «Significant Actions in Sophocles' Philoctetes», CRBS 12 (1971) 25· W. M. Calder III, «Die Technik der sophokleischen Komposition im Philoktet», Hellenische Poleis Akad. Verl., Βερολίνο 1973, 1382" J. V. Schmidt, Sophokles : Philoktet. Eine Strukturanalyse, Χαϊδελβέργη 1973· J. P. Poe, Heroism and Divine Justice in Sophocles'" Philoctetes
397
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Στον 52ο λόγο του Δίωνα άπο την ΓΙ ρούσα χρωστούμε μιά σύγκριση της δραματοποίησης του μύθου, πού ήταν γνωστός καΐ στο επος/ άπο τούς τρεϊς μεγάλους τραγικούς. 'Υπάρχουν και. ορισμένα πρόσθετα στοιχεία, έτσι ώστε νά μπορούμε νά σχηματίσουμε κάποια εικόνα γιά τά άντίστοιχα δράματα του Αισχύλου και του Ευριπίδη. Γιά τό εργο του Αισχύλου μάλιστα εχουμε και το άπόσπασμα άπο μια 'Υπόθεση: Ρ. Oxy. 20, άρ, 2256, άπ. 5 (άπ. 392 Μ.), όπου έμφανίζεται τό ονομα τοΰ Νεοπτολέμου. Ή Στέλλα Γ. Κοσσυφοπούλου^ δμως υπέδειξε τή δυνατότητα μιας συμπλήρωσης, πού τονίζει άκριβώς τήν άπουσία αύτοΰ του προσώπου άπο το έ'ργο τοΰ Αισχύλου. "Οπως και στον Εύριπίδη, τό χορό τον άποτελοΰσαν κάτοικοι της Αήμνου —ή οποία έπομένως δέν ήταν νησί άκατοίκητο, όπως στον Σοφοκλή. Έ δ ώ ό 'Οδυσσέας έ'πρεπε νά εκτελέσει μόνος του τήν άποστολή: παραμένοντας άγνωστος στον Φιλοκτήτη, τον κέρδιζε μέ διάφορες διηγήσεις γιά τήν άποτυχία της έλληνικής έκστρατείας, και έτσι, μέ δόλο, γινόταν κύριος τοΰ τόξου' έδώ έπαιζε πάλι κάποιο ρόλο μια κρίση της άρρώστιας τοΰ Φιλοκτήτη (άπ. 391-404 Μ.). Ό Εύριπίδης δίδαξε τον Φιλοκτήτη του τό 431 π.Χ. μαζι μέ τή Μήδεια (άπ. 787-803 Ν.).^ Σχετικά μέ τον πρόλογο, πού τον έκφωνοΰσε ό 'Οδυσσέας, ό 52ος λόγος τοΰ Δίωνα μας έπιτρέπει νά συμπεράνουμε δτι ό ήρωας ειχε μεταμορφο^θεΐ άπο τήν 'Αθηνά* ήξερε, άκόμη, οτι και οΐ Τρώες είχαν στείλει στον Φιλοκτήτη μιά πρεσβεία, γιά νά τον πάρουν μέ τό μέρος τους. Τό άπ. 792 Ν. άπο τό δράμα τοΰ Εύριπίδη, καθώς θυμίζει σχεδόν κατά λέξη τό άπ. 397 Μ. τοΰ Αισχύλου, μας επιτρέπει νά υποθέσουμε δτι και έδώ ό Φιλοκτήτης πάθαινε μιά κρίση της άρρώστιας του. Πώς τελικά έπαιρνε τήν άπόφαση νά άκολουθήσει τούς "Ελληνες, δέν είμαστε σέ θέση νά τό γνωρίζουμε. Τό άπόσπασμα μιας Ύ(Mnemos. Suppl.), Léiden 1974· Gh. P. Segal, α Divine e umano nel Filottete di Sofocle», QUCC 23 (1976) 67. Ειδικότερα γιά τά σκηνικά προβλήματα: Α. Μ. Dale, WS 69 (1956) ÎOÎi=Collected Papers 119. Μεταφράσεις: W. Willige, Στουτγάρδη 1957" Ε. F.Watling, βλ. στη βιβλιογραφία τοΰ Αϊαντα. 1. 01 σχετικές παραπομπές στον Mette, Der Verlorene Aisckylos 100. 2. 'Ελληνικά 14 (1955/56) 449. 3. Γιά τήν άνασύνθεση τοΰ έ'ργου βλ. Mette, ο.π. 104, και Lustrum 1967/12 (1968) 266" Webster, Euripides 58.
398
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
πόθεσης {P.Oxy. άρ. 2455, άπ. 17, στήλη XVIII, έκδ. Ε. G. Turner) μας προσφέρει, ελάχιστα, άλλά οΐ τελευταίες λέξεις φαίνεται νά υποδηλώνουν δτι κάποιος άνάγκαζε τον Φιλοκτήτη νά προχωρήσει προς τό πλοίο, πού φυσικά θά τον εφερνε μετά στην Τροία. Στον Σοφοκλή ή προλογική σκηνή (1-134) έπιτελεΐ πολλαπλή λειτουργία. "Οχι μόνο πληροφορεί, άλλά παρουσιάζει τό χαρακτήρα δύο μορφών, πού άναλαμβάνουν σημαντικούς ρόλους σ' αύτή τή μοναδική σύγκρουση τριών ολότελα διαφορετικών άνθρώπ ω ν επιπρόσθετα, μας δίνει τή δυνατότητα νά μετάσχουμε στήν άδιέξοδη κατάσταση του Φιλοκτήτη, πριν άκόμη εμφανιστεί έκεΐνος στή σκηνή. Ό 'Οδυσσέας άνοίγει και διευθύνει τό διάλογο. Τά λόγια του άποσκοπούν νά πληροφορήσουν τόν Νεοπτόλεμο γιά τήν έγκατάλειψη του άρρωστου ήρωα (τήν ειχε άναλάβει ό ίδιος μέ εντολή τών άρχηγών του στρατού)· και ωστόσο παρασύρεται τώρα άπό τό συναίσθημα: αύτή είναι λοιπόν ή άκτή —ύστερα άπό τόσα χρόνια! Ό Νεοπτόλεμος πρέπει καταρχήν νά κοιτάξει κρυφά μέσα στή σπηλιά, μ,ήπως είναι έκεϊ ό Φιλοκτήτης. Ό 'Οδυσσέας θυμάται και τό παραμικρό: τό διπλό άνοιγμα, τήν πηγή, άν άναβλύζει άκόμη. Ό Νεοπτόλεμος άνεβαίνει στή σπηλιά (είναι άπαραίτητη μ,ιά άνάλογη διαμόρφωση της σκηνικής πρόσοψης) και κατατοπίζει, έν μέρει σέ στιχομυθία, τον 'Οδυσσέα για ο,τι βλέπει. Ή σπηλιά είναι άδεια" άπό ενα χοντροσκαλισμένο κύπελλο, κάποια υλικά γιά τό άναμμα φωτιάς και κάτι κουρέλια λεκιασμένα άπό πύο, πού στεγνώνουν έκεϊ, άναδύεται ή εικόνα της ζωής πού περνά αύτός ό βασανισμένος άνθρωπος. Άλλά, γιά νά βεβαιωθούν, πρέπει νά στείλουν κάποιον παρατηρητή. Κατόπιν (πρέπει νά δεχτούμε άδιαμαρτύρητα δτι τό σχέδιο τώρα μόλις καταστρώνεται) ό 'Οδυσσέας άναπτύσσει στό σύντροφο του τήν άποστολή του. Πρέπει νά ξεγελάσει τόν Φιλοκτήτη λέγοντάς του δτι τάχα είναι βαριά προσβλημένος μέ τούς "Ελληνες εξαιτίας της ύπόθεσης τών δπλων τοΰ πατέρα του, και δτι γυρίζει στήν πατρίδα. "Ετσι μόνο θά μπορέσουν νά γίνουν κύριοι τοΰ τόξου μέ τό όποιο θά κατορθώσουν τελικά νά κυριεύσουν τήν Τροία. Ό 'Οδυσσέας προβλέπει τήν άντίδραση τού Νεοπτολέμου, πού πραγματικά εκδηλώνεται αμέσως' άλλά σέ μιά ζωηρή στιχομυθία, δπου επιστρατεύει δλη του τήν πειθώ, κατορθώνει νά τόν κερδίσει. Τό μέ-
399
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
ρος αύτο εϊναι, γεμάτο λεπτότατες άποχρώσεις ήθοπλασίας. Ό 'Οδυσσέας μετατίθεται νοερά στήν ήλικία του Νεοπτολέμου: «'Όταν ήμουν κι έγώ τόσο νέος, προτιμούσα τήν άμεση πράξη άπο το λόγο». Προσθέτοντας τό έπιχείρημα δτι ή χρήση βίας πάνω στον άνθρωπο πού είναι κύριος των τόξων του 'Ηρακλή δέν έ'χει κανένα νόημα, κυρίως δμως κεντρίζοντας τη φιλοδοξία του νέου, ό 'Οδυσσέας τον κερδίζει. Τώρα λοιπον μπορεί να του άναθέσει τήν άποστολή. Ό ϊδιος παίρνει μαζί του και τον Κατάσκοπο, άλλά σκοπεύει αργότερα, αν ή υπόθεση παρουσιάσει σημαντική καθυστέρηση, νά τον στείλει πίσω μεταμορφωμένο σέ ναυτικό, για νά ενισχύσει τον Νεοπτόλεμο μέ το λόγο του. Δύο πράγματα έπισημαίνουμε σ' αύτή τή σκηνή. Πρώτα, δεν τίθεται το ερώτημα αν γιά τήν άλωση της Τροίας άρκεϊ τό τόξο ή εΤναι άπαραίτητη και ή παρουσία του κατόχου του. Βέβαια, ή εξασφάλιση του τόξου κατέχει τήν πρώτη θέση (68, 78, 113)· ταυτόχρονα ομως ό 'Οδυσσέας μιλεϊ άπροκάλυπτα, σάν νά πρόκειται και γιά τή σύλληψη του Φιλοκτήτη (101, 107), ένώ παράλληλα παραμερίζει άποφασιστικά τό ερώτημα (103) άν είναι άδύνατο νά φτάσουν στο σκοπό τους μέ τήν πειθώ. Ή δεύτερη διαπίστωση είναι δτι ή φύσις (ό έ'μφυτος χαρακτήρας) τοΰ Νεοπτολέμου εμφανίζεται άπό τήν άρχή (79, 88) σάν κάτι δεδομένο, σάν ενας σημαντικός παράγοντας πού εμπλέκεται αύτονόητα στη σύνθεση τοΰ δράματος. Ή ζωηρή δραματική κίνηση πού κυριαρχεί στον πρόλογο καθορίζει και τή μορφή της παρόδου. Οί ναύτες του χοροϋ (κατά εναν περίεργο τρόπο ή Υπόθεση τους θέλει γέροντες) στήν πρώτη στροφή ζητούν άπό τόν Νεοπτόλεμο οδηγίες, και έκεΐνος, σέ άναπαιστικούς στίχους, τούς παρακινεί νά ρίξουν μιά ματιά στή σττηλιά καΐ μετά νά βρίσκονται σέ έτοιμότητα. Στήν άντιστροφή ό χορός ρωτά γιά τήν κατάσταση της κατοικίας τοΰ Φιλοκτήτη· άκολουθοΰν άνάπαιστοι μέ ενα διάλογο γιά τις συνθήκες της ζωής του. Τό δεύτερο στροφικό ζεύγος εκφράζει, σέ απαλούς γλυκώνειους, τόν οίκτο τοΰ χοροΰ γιά τή δυστυχία τοΰ ήρωα, και άκολουθοΰν άνάπαιστοι τοΰ Νεοπτολέμου μέ ένδεικτικό περιεχόμενο, δπου γίνεται λόγος γιά τή βούληση των θεών, πού στέλνουν μιά τέτοια συμφορά και ταυτόχρονα επιβραδύνουν τήν πτώση της Τροίας ώς τή μοιραία στιγμή. Ό Φιλοκτήτης πρέπει νά τεντώσει τό θεϊκό τόξο ένάντια στήν Τροία. Τό τρίτο στροφικό ζεύγος
400
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
εχει διαλογική μορφή: 6 Νεοπτόλεμος ρωτα άνήσυχος, και 6 χορος τον πληροφορεί δτι ερχεται 6 Φιλοκτήτης. Τό πρώτο έπεισόδιο (219-675, μέ ενα στροφικά ζεύγος πού κατανέμεται σέ καίρια σημεία της σκηνής) προωθεί τή σκευωρία, μέ εντυπωσιακή κλιμάκωση στή σκηνή του 'Εμπόρου, ως τα πρόθυρα της επιτυχίας, πού άναστέλλεται, στο δεύτερο έπεισόδιο, έξαιτίας κάποιου γεγονότος. Ό εισαγωγικός διάλογος περιέχει τή σύσταση του Νεοπτολέμου, ό όποιος, πιστός στο ρόλο του, προσποιείται δτι δεν ξέρει τίποτε γιά τον Φιλοκτήτη. Αύτό άκριβώς προκαλεί τήν εκτεταμένη θρηνητική ρήση του ήρωα. Τώρα μπορεί επιτέλους ό Φιλοκτήτης νά μιλήσει σέ εναν δμοιό του (και πόσο δμοιός του είναι ό Νεοπτόλεμος θά φανεϊ πιο κάτω), μπορεί νά περιγράψει τήν έγκατάλειψή του και τήν άθλιότητα της ζωής του. Γι' αύτόν δ 'Οδυσσέας δεν είναι άπλός έκτελεστής εντολών είναι τό ϊδιο ένοχος μέ τούς Άτρεϊδες (264, 314). Μόνο έτσι θά μπορούσαμε νά καταλάβουμε τό άβυσσαλέο μίσος του —θέμα εντελώς καθοριστικό γιά τήν πορεία του έ'ργου. "Επειτα άπό διάφορες ούδέτερες έκφράσεις συμπάθειας του κορυφαίου, 6 Νεοπτόλεμος καταπιάνεται γεμάτος ζήλο μέ τήν εκτέλεση της άποστολής του. Και πάλι, επειτα άπό ενα εισαγωγικό διαλογικό τμήμα, άκολουθεϊ ενας μακρός λόγος, δπου παρατηρούνται οι γνωστές άναλογίες, κάπως συντομευμένες σέ σύγκριση μέ προηγούμενες άντίστοιχες συνθέσεις. Στον εισαγωγικό διάλογο ό Νεοπτόλεμος μιλεί γιά τό μίσος του πρός τούς Άτρεΐδες και τόν 'Οδυσσέα και άναφέρει τό θάνατο του 'Αχιλλέα. Στο λόγο του οικοδομεί επιδέξια τήν άπάτη του, πάνω στή βάση της άλήθειας. Πράγματι, ό 'Οδυσσέας τόν ειχε πάρει άπό τή Σκύρο και τόν δελέασε μέ τήν ύπόσχεση νά κερδίσει δόξα άπό τήν άλωση της Τροίας· πράγματι, ό 'Οδυσσέας είχε πάρει τά δπλα του 'Αχιλλέα. Ά π ό δώ καΐ πέρα δμως ό Νεοπτόλεμος άρχίζει νά ψεύδεται άσύστολα: άπαίτησε, τάχα, τήν πανοπλία του πατέρα του, άλλά του τήν άρνήθηκαν άναίσχυντα* άκολούθησε μιά φοβερή σύγκρουση, και τώρα γεμάτος άγανάκτηση επιστρέφει στήν πατρίδα του. 'Εκμεταλλεύεται επιδέξια τήν άδεια πού του ειχε δώσει 6 'Οδυσσέας νά τόν λοιδορήσει (64), άλλά φορτώνει μέ φοβερές βρισιές και τούς Άτρεϊδες. Μέ πολύ ζήλο τόν ενισχύει ό χορός σέ μιά σύντομη στροφή : μπροστά σέ μιά τέτοια άνομία
401
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
προς τον Νεοπτόλεμο, επικαλέστηκε τότε τή Γή, μητέρα του Δία. Γιά τρίτη φορά ενας κάπως έκτεταμένος διάλογος εισάγει μιά άποφασιστική ρήση· σέ τρεις τέτοιες ρήσεις στηρίζεται τό βάρος αύτής της σκηνικής σύνθεσης. Ό εισαγωγικός διάλογος προσφέρει ενα είδος ήρωικό προσκλητήριο, καθώς ό Φιλοκτήτης ρωτά γιά τις μεγάλες μορφές της έκστρατείας και ετσι μαθαίνει ότι πέθαναν οί καλύτεροι και επέζησαν οί χειρότεροι. 'Ακόμη και ό Θερσίτης ζει ! Αύτος ό διάλογος δένει με στενότερους δεσμ,ούς εμπιστοσύνης τον Φιλοκτήτη μέ τον Νεοπτόλεμο και επιβεβαιώνει τή βαθιά, μέσα άπό τον πόνο άποχτημένη, δυσπιστία του γιά μιά δίκαιη πορεία του κόσμου. Πέρα άπό αύτό, ό τρόπος μέ τον όποιο ή άλήθεια άποτελεΐ εδώ τό φόντο της άπάτης δίνει στό διάλογο την ιδιαίτερη γοητεία του. ""'Αν άναλογεΐ στον Διομήδη ενα μερίδιο μίσους (416), τοϋτο σχετίζεται μέ τό ρόλο πού έ'παιζε αύτό τό πρόσωπο στήν επική έκδοχή του μύθου. ^ Στό τέλος αύτοϋ του διαλόγου ό Νεοπτόλεμος, μέ άκρα σοφιστική δεινότητα, μιλεί γιά τήν έπικείμενη άναχώρησή του γιά τή Σκύρο, συμπλέκοντας ταυτόχρονα και μιά κάπως άόριστη εύχή για τήν άνάρρωση του ήρωα, σαν νά ήθελε νά διακόψει τυπικά μιά έπίσκεψη. Τότε ό Φιλοκτήτης άγκιστρώνεται άπεγνωσμένα άπό τήν έλπίδα πού χρόνια περίμενε, πέφτει στά πόδια του Νεοπτολέμου και τόν ικετεύει νά τόν πάρει μαζί του. Και πάλι ό χορός επεμβαίνει και συνηγορεί γιά τήν α'ίτηση. Ό Νεοπτόλεμος παριστάνει τόν δισταχτικό, πού υποχωρεί έ'πειτα άπό σκέψη. Ό 'Οδυσσέας, δπο^ς εΤχε προαναγγείλει, προσπαθεί νά επισπεύσει τή δράση στέλνοντας τόν μεταμφιεσμένο σέ έ'μπορο Κατάσκοπο. Αύτός προσποιείται οτι περνά τυχαία άπό έκει και δτι τάχα ήθελε νά χαιρετίσει τόν Νεοπτόλεμο και νά τόν πληροφορήσει πώς οί Άργεΐοι στέλνουν έ'να πλοίο γιά νά τόν πάει πίσω στήν Τροία. Σέ ενα επιδέξιο διαλογικό παιχνίδι μέ τόν Νεοπτόλεμο, άρνιέται νά πει περισσότερα, τελικά όμως άποκαλύπτει: ό 'Οδυσσέας και ό Διομήδης μέ έ'να άλλο πλοίο έ'ρχονται γιά νά πάρουν στήν Τροία τόν Φιλοκτήτη μέ τό καλό ή μέ τή βία (594)* 1. Στή Μικρή Ίλιάδα τόν Φιλοκτήτη τον έφερνε άπο τή Λήμνο ό Διομήδης· πρβ. W. Kullmann, Die Quellen der Ilias (Hermes Einzelschr. 14), 1960, 54 (72). Kai στό δράμα τοϋ Εύριπίδη αύτός ό ήρωας επαιζε κάποιο ρόλο. Στόν Σοφοκλή τόν υποκαθιστά τό πλαστό πρόσωπο τοΰ Εμπόρου (592).
402
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
γί,ατί. δ "Ελενος, πού είχε αίχμαλωτί,στεΐ, προφήτεψε δτι, μόνο άν πείσουν τον Φιλοκτήτη (612) καΐ εξασφαλίσουν τή βοήθειά του, Οά κυριεύσουν την Τροία. Ό 'Οδυσσέας είχε ορκιστεί νά τον φέρει οπωσδήποτε μαζί του: ή θά ερχόταν μέ τή θέλησή του ή θά τον άνάγκαζε μ,έ τή βία (618). Στο κριτικό μέρος αύτοΰ του κεφαλαίου μιλούμε γιά τήν προσπάθεια νά εντοπιστεί το κλειδί γιά τήν ερμηνεία τοΰ έργου στήν άντίφαση αύτών των δύο στί"/ων.
Ή σκηνή μέ τον "Εμπορο δεν δημιούργησε καμιά καινούρια δραματική κατάσταση, άλλά δυνάμωσε σημαντικά τήν ένταση· πάντως, γιά τήν πορεία της δράσης εχει σημασία, στο βαθμό πού ο Φιλοκτήτης άργότερα (769), γεμάτος φόβο μπρος στούς διώκτες του, δείχνει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στον Νεοπτόλεμο κοιι τοΰ δίνει τό τόξο του. Ό επόμενος διάλογος, διαμορφοομένος στο μεγαλύτερο μ,έρος του σέ ελεύθερη έναλλαγή μονόστιχίον μέ δίστιχα, έπειτα άπό μιά σύντομη επιβράδυνση εξαιτίας του Νεοπτολέμου (μήπως ή αναφορά του στον άντίθετο άνεμο, πού δμως τήν άφήνει νά ξεχαστεί άμέσοος, σημαίνει τήν άφύπνιση μιας εσωτερικής άντίστασης;) περιέχει τις τελευταίες προετοιμασίες γιά τήν άναχώρηση. Ό Φιλοκτήτης θέλει να πάρει μαζί του ενα θεραπευτικό βοτάνι καΐ νά δει μήπο^ς υπάρχουν τίποτε ξεχασμένα βέλη. Ό Νεοπτόλεμος άρπάζεται άπό ,τή συνθηματική λέξη και παρακαλεί νά άγγίξει το μ,αγικό τόξο, νά τοΰ επιτραπεί νά τό κρατήσει στο χέρι. Αύτό δεν είναι πιά μέρος της άπάτης, γιατί δ νέος μιλεϊ μέ πραγματικό δέος. Ή σκηνή φέρνει κοντά δύο άνθρώτϊους πού συγγενεύουν στήν εύγένεια της ψυχής. "Ομ.ορφο σύμβολο αύτής της φιλίας, πού μόλις γεννιέται, άποτελει τό γεγονός δτι δ Φιλοκτήτης μπαίνει στή σπηλιά του στηριγμένος στον Νεοπτόλεμο. Τό πρώτο στάσιμο (676-729) παρουσιάζει θεματική άρθρωση πού δέν είναι σπάνια στον Σοφοκλή. Τό πρώτο στροφικό ζεύγος και ή δεύτερη στροφή δίνουν μιά συγκινητική εικόνα τοΰ άνθρώπου πού υπομένει καρτερικά τή δυστυχία του. Ή δεύτερη όμως άντιστροφή μιλεϊ γιά εύχάριστο τέλος και γιά χαρούμενο γυρισμό στήν πατρίδα. "Ετσι τό χορικό άποτελεΐ πιστή άπεικόνιση της δραματικής κατάστασης, όπως έχει διαμορφωθεί: είναι μιά λυρική άνακεφαλαίωση της ως τώρα δραματικής πορείας τοΰ έ'ργου. Ή εντύπωση αύτοΰ τοΰ πόνου εχει χαραχτεί βαθιά, στο τέ403
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
λος δμως διατηρείται ή πλαστή κατάσταση. Φαινόμενο και πραγματικότητα δεν έχουν άκόμη διαχωριστεί. Το σύντομο δεύτερο επεισόδιο (730-826) άρχίζει μέ τό ξεκίνημα του Νεοπτολέμου και του Φιλοκτήτη γιά τό καράβι, πού διακόπτεται δμως άπό μιά άπότομη κρίση της αρρώστιας του Φιλοκτήτη. Ή άπελπισμένη προσπάθεια νά κρύψει τον πόνο του, τώρα πού βρίσκεται τόσο κοντά στο σκοπό του, ή ήττα του άπο τον άγριο παροξυσμό, τά ξεσπάσματά του, καΐ τέλος τό βύθισμά του στόν υπνο, ολα αύτά άπεικονίζονται μέ αμεσότατη παρατηρητικότητα, και ωστόσο χωρίς άπότομες άλλαγές ύφους. Ό διάλογος είναι εξαιρετικά ταραγμένος: σύντομοι λόγοι έναλλάσσονται μέ μονόστιχα, πού έδώ κι έκεΐ διακόπτονται άπό άντιλαβές, ένώ παρεμβάλλονται και διάφορα επιφωνήματα. Έ δ ώ θά ήταν άδιανόητη μιά αύστηρή στιχομυθία. Ή σημασία αύτής της σκηνής γιά τήν πορεία της δράσης συνίσταται στό δτι ό Νεοπτόλεμος παίρνει στά χέρια του τό τόξο. Τώρα δμως αρχίζει να τόν εγκαταλείπει τό άπελπισμένο θάρρος πού χρειάστηκε γιά νά άναλάβει μιά σκευωρία άντίθετη πρός τή συνείδησή του. Αύτό μόνο υπαινικτικά ύποδηλώνεται σ' αυτή τή σκηνή: μιά φορά στή συγκρατημένη καί, γιά τή συγκεκριμένη δραματική κατάσταση, άμφίσημη προσευχή νά φτάσουν αι'σια στό σκοπό πού όρισαν οί θεοί (779)· καΐ άλλη μιά, πιό εμφαντικά, στόν στ. 806: «άπό ώρα τώρα θλίβομαι γιά τά δεινά σου». Έ δ ώ εμφανίζεται πρώτη φορά εκείνο τό πάλαι^ πού τό συναντούμε και πιό κάτω, σέ άποφασιστική θέση, τό όποιο τοποθετεί μεγάλο μέρος άπό τά προηγούμενα στήν προοπτική της συμπάθειας και του συγκλονισμοΰ, Ή δραματική κατάσταση —μέ τόν Φιλοκτήτη βυθισμένο στόν ύπνο και δίπλα του τόν Νεοπτόλεμο μέ τό τόξο στό χέρι— είναι φορτισμένη μέ τόση ένταση, ώστε δέν μπορεί νά έχει τή θέση του έδώ ένα κανονικό στάσιμο* πιό οργανικά ενσωματώνεται στά δραματικά συμφραζόμενα ή τριαδική σύνθεση (827-864), ή οποία διακόπτεται άπό τούς έξαμέτρους του Νεοπτολέμου, έπειτα άπό τή στροφή. Ή στροφή έπικαλεϊται γιά χάρη τοϋ άρρώστου τόν ύπνο, άλλά έν συνεχεία παρακινεί τόν Νεοπτόλεμο νά έκμεταλλευτεΐ τήν περίσταση τό ταχύτερο, γιά νά δράσει. Έκεϊνος δμως άποκρίνεται, σέ τέσσερις έξαμέτρους, μέ έπίσημο χρησμικό λόγο. Ή διαζευκτική λύση, πού ως αύτό τό σημείο ούτε διευ-
404
TA ΣΩΖΟΜΕΝΑ
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
κρινίστηκε ουτε κάν τέθηκε —μόνο το τόξο ή μαζί και ό κάτοχος του— αποσαφηνίζεται, εδώ ρητά άπό τον Νεοπτόλεμο: ό θεός άπαιτεϊ και τον ήρωα μαζί μέ τά δπλα του —δλα τά άλλα θά ήταν άνώφελα. Ό τόνος των στίχων φωτίζει, την κατάσταση πού μόλις δημιουργήθηκε/ ωστόσο έχουμε τό δικαίωμα νά άναρωτηθοΰμε πόσο ρόλο παίζει έδώ ή 'ίδια ή πάλη του Νεοπτολέμου γιά νά πάρει μιά άπόφαση. Ό χορός προσπαθεί νά ύπεκφύγει: «άφησε τό θεό νά βρει τό σωστό !». Ά π ό την αντιστροφή ώς την επωδό, οΐ προτροπές του γίνονται πιεστικότερες: «τώρα ήρθε ή κατάλληλη περίσταση· άρπαξέ την !». "Ενα τέλος σ' αύτή τήν άμφιταλάντευση δίνει ή άφύπνιση του άρρώστου' ετσι άρχίζει τό τρίτο επεισόδιο (865-1080). Ό λόγος του άφυπνισμένου ήρωα, ό όποιος έκφράζει μέ ύπερβολή τήν εύγνωμοσύνη του γιά τον φρουρό του ΰπνου του, δημιουργεί καινούρια και μάλιστα άποφασιστική ύποχρέωση γιά τον Νεοπτόλεμο. Αύτόν μόνο εμπιστεύεται ό Φιλοκτήτης, σ' αύτόν είναι έτοιμος νά στηριχτεί· ετσι, τό επόμενο βήμα θά οδηγήσει προς τό καράβι καί, φυσικά, προς τήν ολοκλήρωση της άπάτης. Καί τότε ό Νεοπτόλεμος πετά τό προσωπείο της υποκρισίας. Σέ μιά στιχομυθία, πού διεξάγεται κυρίως μέ δίστιχα άλλά χαλαρώνει και σέ άντιλαβές, του φανερώνει ολη τήν άλήθεια. Ό ποιητής δέν έ'χει παρουσιάσει τό δρόμο πού εχει διανύσει δ Νεοπτόλεμος στήν ψυχική του δοκιμασία βήμα προς βήμα· ή έκφραση δμως «έδώ καΐ ôjpa» (πάλαι) γίνεται κλειδί της σκηνής (906b=913b, 966) και ή σημασία της, καθώς λειτουργεί άναδρομικά, μας επιτρέπει νά παρακολουθήσουμε τήν κλιμάκωση τής εσωτερικής άντίστασης του νέου στις ένέργειές του. Ή άντίδραση του Φιλοκτήτη δίνεται σέ μιά ρήση υπέρμετρης άποκαρδίωσης, πικρίας και απόγνωσης. Έ δ ώ βρίσκει τή συγκλονιστικότερη έκφρασή της ή (οικεία γιά τον Σοφοκλή) έγκάρδια σύνδεση του πάσχοντος άνθρώπου μέ τό φυσικό περιβάλλον του. Ό ήρωας, προδομένος άπό τούς άνθρώπους και έρημος, στέλνει τόν πόνο του στά λιμάνια καί στά άκρωτήρια, στά άγρίμια τών βουνών καί στούς άπόκρημνους βράχους. Τόσο βαθιά δμως είναι ριζωμένο τό μίσος του, ώστε προτιμά νά πεθάνει άπό τήν πείνα 1. Πολύ ορθά ό Steidle, 175, σημειώνει δτι το θεϊκό σχέδιο προϋποθέτει υποχρεωτικά τή συμμετοχή καί τοΰ Φιλοκτήτη καί οτι αύτό προετοιμάζεται στά λόγια τοΰ Νεοπτολέμου στήν άρχή τοϋ έργου (191κκ.).
405
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
πάνω στο νησί παρά νά ύποχωρήσεί., μολονότι, ο Νεοπτόλεμος του ύπόσχεταί, πώς ή πληγή του θά γι,άνε!. μαζί μέ τήν άλωση της Τροίας. Μόνη του έλπίδα είναι μιά μεταστροφή του νέου. Στήν προτροπή του (950) άλλά νϋν ετ εν σαυτοϋ γενον (έστω καΐ τώρα βρές τον έαυτό σου) εκφράζεται, ταυτόχρονα ή βαθιά κατανόηση της φύσης καΐ της πλάνης του Νεοπτολέμου. Ό Νεοπτόλεμος μένει βαθύτατα συγκλονισμένος άλλά άναποφάσιστος. Ό κορυφαίος του άφήνει τήν εύθύνη της απόφασης (963). Ό Φιλοκτήτης ζητεί το τόξο του, και είναι σάν νά παρακαλεί νά ξεχαστούν δλα, δταν λέει: «Δεν είσαι κακός· συνέχισε το δρόμο σου και δώσ' μου τα δπλα μου». Ό Νεοπτόλεμος είναι έτοιμος νά του δώσει τό τόξο, δταν επεμβαίνει άπότομα ό 'Οδυσσέας, πού πρέπει νά υποθέσουμε οτι άπο κάπου παρακολουθούσε τή σκηνή. "Ετσι, ό Φιλοκτήτης στέκεται ξαφνικά άντιμέτωπος μέ τον άνθρωπο πού μισούσε ως θανάσιμο εχθρό του. Ό ερεθισμένος διάλογος άντιπαραθέτει σκληρότητα στή σκληρότητα. Ό 'Οδυσσέας άναφέρει στον Φιλοκτήτη δτι πρέπει οπωσδήποτε νά έρθει μαζί του στήν Τροία, και επαναλαμβάνει δ,τι ειχε πει ό Έ μ π ο ρος, σάν νά ήταν δικά του λόγια (618): αν δεν γίνεται άλλιώς, θά τον οδηγήσει εκεί μέ τή βία. 'Εξάλλου, 6 'Οδυσσέας εμφορείται άπό τήν πίστη δτι έκπληρώνει μιά άποστολή μοιραία γιά εναν άνθρωπο τον όποιο συγκαταλέγει στούς άρίστους του στρατού (997). Δεν έχουμε δικαίωμα νά σκεφτούμε τήν πιθανότητα υποκρισίας, δταν Ό 'Οδυσσέας, ονομάζοντας τρεις φορές τον Δία, βεβαιώνει δτι έκεΐνος τού άνέθεσε τήν άποστολή (989κ.). Ό Φιλοκτήτης δμως άπειλεΐ δτι προτιμά νά γκρεμιστεί- άπό τούς βράχους παρά νά ύποχωρήσεί καί, δταν ο 'Οδυσσέας δίνει εντολή νά τον συγκρατήσουν βίαια, ξεσπά σέ άγριες λοιδορίες. 'Εδώ άκούγεται γιά τον Νεοπτόλεμ,ο μ,ιά φράση πού δείχνει καθαρά πώς άλλαξαν οί σχέσεις στήν πορεία τού έργου. « Ή φύση του τον δένει μαζί μου, οχι μαζί σου !» λέει ό Φιλοκτήτης (1009) γιά τον νέο πού ήρθε μαζί. μέ τον 'Οδυσσέα. Στούς έχθρούς του καταλογίζει περισσότερα άπό δσα μπορεί νά ξέρει (1018): οί'Ατρειδες και ό 'Οδυσσέας ρίχνουν ό ενας στον άλλο τήν εύθύνη της έγκατάλειψής του. Ό 'Οδυσσέας ύπερασπίζεται μέ λίγα λόγια τον έαυτό του, καί κατόπιν άκολουθεΐ άλλη μέθοδο. Τό τόξο τό έχει αύτή τή στιγμή στά χέρια του ό Νεοπτόλεμος· σίγουρα θά μπορέσει νά τό χειριστεί ένας σκοπευτής δπως 6 Τεύκρος ή ϊσο^ς και
406
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α
ΔΡΑΛΙΑΤΑ
ό 1'δι.ος. Αύτος ό πεισματάρης άς μείνει έκεο δπου βρίσκεται ! 'Ωστόσο, ό ποιητής δέν δίνει καθαρή άπάντηση σε μιά ερώτηση: αν ό 'Οδυσσέας σοβαρολογεϊ μέ αύτή τήν απειλή ή άν υπολογίζει δτι, φεύγοντας μέ τον Νεοπτόλεμο, θά κάμψει τήν άντίσταση του άντιπάλου του. Ή προκλητική άναφορά σέ άλλους ήρωες πού θά μπορούσαν νά χειριστούν το τόξο του ""Ηρακλή Ι'σως μας όδηγει προς τή δεύτερη εκδοχή.^ Ό Νεοπτόλεμος φεύγει μαζί μέ τον 'Οδυσσέα. "Οτι δέν ένεργεΐ έπιπόλαια τό διαπιστώνουμε άπό τά ϊδια του τα λόγια, δταν ζητεί νά μείνει ό χορός των ναυτών δίπλα στον άρρωστο και έξακολουθεΐ νά ελπίζει δτι 6 ήρωας μπορεί νά άλλάξει γνώμη. Και έδώ ή δραματική ένταση δέν επιδέχεται αύτόνομο χορικό' έτσι, άκολουθεΐ ενας μακρός λυρικός διάλογος (1081-1217), δπου, σέ καθένα άπό τά δύο στροφικά ζεύγη, πού έχουν αύστηρή μετρική άντιστοιχία, ένα εκτενέστερο κομμάτι τοΰ Φιλοκτήτη άκολουθεϊται άπό ένα συντομότερο τοΰ χορού. Κυριαρχούν γλυκώνειοι και συγγενικά μέτρα. Κατόπιν συνάπτεται ένα μεγάλο άστροφικό μέρος, μέ ζωηρή εναλλαγή φωνών και ρυθμών. Και στα δύο στροφικά ζεύγη ό θρήνος τοΰ Φιλοκτήτη κινείται άσύνδετος δίπλα στους στίχους τοΰ χορού, ό όποιος, μέ μιά διάθεση αύτουπεράσπισης και φιλικής νουθεσίας, προσπαθεί νά άσκήσει πίεση στον ήρωα. Στο άστροφικό δμως μέρος οι φωνές συμπλέκονται στενότατα. Ό Φιλοκτήτης άπωθει τό χορό" υστέρα δμως, πάνω στόν παροξυσμό καινούριων πόνων, τον ικετεύει νά μείνει· τέλος, ορθώνει πάνω άπ' δλα άκόμη μιά φορά τήν εικόνα της άκαμπτης σκληρότητάς του. Προσμένει πια τήν καταστροφή του: «είμαι ένα τίποτε». Δημιουργώντας έντονη άντίθεση μέ τό προηγούμενο μέρος, ή 1. Έτσι έρμηνεύουν καΐ οί Reinhardt, 198, Erbse, δ.π. 184, καΐ Linforth, ο.π. 136, 6 όποιος μάλιστα σημειώνει οτι ό Όδυσσέας ήξερε πώς ό Φιλοκτήτης επρεπε νά τον άκολουθήσει με τή θέληση του, και γι' αύτον άκρφώς το λόγο παραιτείται άπό τήν πιθανότητα νά τον σύρουν μέ τή βία στο πλοϊο οΐ ναύτες του. Θά ήθελα νά εκφράσω τήν άμφιβολία μου γιά τό αν ό θεατής αύτης της δραματικά φορτισμένης σκηνής μπορούσε νά υποπτευθεί αύτή τήν πιθανότητα και νά άντιμετωπίσει τόν 'Οδυσσέα άπό αύτό τό πρίσμα. Πάντως, ό Σοφοκλής δέν προσφέρει κανένα στήριγμα γιά μιά τέτοια άντιμετώπιση. "Αλλη βιβλιογραφία, σύμφωνα μέ τήν οποία άποδίδέται στό χωρίο παραπλανητικό νόημα, δίνει ό Steidle, 171, 10, ό όποιος δμως εχει διαφορετική γνώμη.
407
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
έπόμενη σκηνή φέρνει τή λύτρωση. Ό χορός έχει. πιά κουραστεί νά άσχολεΐται μέ το πείσμα του Φιλοκτήτη. Ό κορυφαίος σκέφτεται ότι θά μπορούσαν πιά νά πάρουν το δρόμο γιά το καράβι, δταν ξαφνικά εμφανίζεται ό 'Οδυσσέας μέ τον Νεοπτόλεμο. Μέ τρόπο πολύ συνηθισμένο άργότερα στήν κωμωδία, 6 Σοφοκλής εισάγει τά δύο πρόσωπα νά συνεχίζουν εναν ζωηρό διάλογο σε στιχομυθία. Ό 'Οδυσσέας άκολουθεΐ τον νέο, πού μέ άνεξήγητη για κεΐνον σπουδή κατευθύνεται προς τή σπηλιά του Φιλοκτήτη. Τώρα δμως του μιλεί ενας Νεοπτόλεμος πού έχει άπαλλαγεΐ ολότελα άπο τήν επιρροή του και έ'χει ξαναβρεί τον έαυτό του. Του ανακοινώνει δτι σκοπεύει νά επιστρέψει τό τόξο και άντιστέκεται στή λυσσώδη άντίδραση του μεγαλυτέρου του. Ή έξαψη της έριδας όδηγεϊ τά χέρια στά ξίφη, άλλά ό 'Οδυσσέας διακόπτει άπότομα τή συζήτηση μέ τήν άπειλή δτι θά άνακοινώσει τό γεγονός στο στράτευμα· ύστερα φεύγει. Τότε 6 Νεοπτόλεμος καλεϊ έξω άπό τή σπηλιά τον ταλαίπωρο Φιλοκτήτη και του διαλύει δλη τήν πικρία δίνοντάς του πίσω τά δπλα του. 'Ακόμη μιά φορά εμφανίζεται ό 'Οδυσσέας ('ίσως στήν πάροδο, δπου κάποια σκηνογραφική προσθήκη υποδηλώνει τά βράχια;) προβάλλοντας εναν τελευταίο άπαγορευτικό λόγο. Τώρα δμως 6 Φιλοκτήτης έχει ξανά τό τόξο του, και έτσι ό άλλος άναγκάζεται νά τραπεϊ σέ φυγή, τή στιγμή άκριβώς πού ό Νεοπτόλεμος εμποδίζει τήν εκτόξευση του βέλους. Ό Νεοπτόλεμος έχει συμ,φιλιωθεΐ μέ τον μοναχικό ήρωα, εχει ξανακερδίσει τή φιλία του. Και είναι εύεξήγητο δτι, σέ μιά ύστατη προσπάθεια, τρέφει τώρα κάποια έλπίδα δτι θά μπορέσει νά μεταπείσει τον Φιλοκτήτη μέ μιά σοβαρή και καλοπροαίρετη επιχειρηματολογία. 'Εκφωνεί στήν κυριολεξία έναν Αόγον προτρετττικόν (1314-1347), άριστούργημα μεγαλόπνοης άλλά καθόλου φλύαρης ρητορείας, δπου διατυπώνει φιλικά τή μομφή του και προσπαθεί νά δελεάσει μέ τήν υπόσχεση της θεραπείας και της δόξας. 'Εδώ πρέπει νά παραδεχτούμε οτι γιά τό χρησμό του "Ελενου ό Νεοπτόλεμος ξέρει πολύ περισσότερα άπό δσα μπορούσαμε νά ύποθέσουμε μετά τήν προλογική σκηνή. Ό Σοφοκλής θά μπορούσε νά είναι βέβαιος δτι κανένας άπό τό κοινό του δεν άντιλήφθηκε αύτή τήν άντίφαση.^ 1. Μέ το ερώτημα «τί μπορεί νά γνωρίζει ό Νεοπτόλεμος» άσχολεΐται
408
TA Σ Ω Ζ Ο Μ Ε Ν Α ΔΡΑΛΙΑΤΑ
"Οτι. θά δυσκολευόμαστε νά συμμεριστούμε παραπέρα την πεισματική άρνηση του Φιλοκτήτη, αύτο το ήξερε ό ποιητής. "Ετσι, ό απαντητικός λόγος του ήρωα αρχίζει μέ ενα ξέσπασμα για τά βάσανά του, άποκαλύπτοντάς μας εναν άνθρωπο πού —σ' αύτο ειδικά το σημείο οχι διαφορετικός άπό τόν 'Αχιλλέα της Πρεσβείας — δεν κατορθώνει νά κατανικήσει τό μίσος του, και άρνεΐται νά υποχωρήσει άκόμη και στόν φιλικό λόγο. Μάλιστα, μέσα στήν άμηχανία του καταφεύγει σέ ενα πλαστό επιχείρημα —γιατί κάτι τέτοιο είναι ό ισχυρισμός του δτι δεν τόν εμποδίζει ή περασμένη (και δμως χωρίς συμβιβασμούς) συμφορά, παρά ό φόβος μιας μελλοντικής ντροπής. Μέ εξαιρετική δεξιότητα ό Σοφοκλής μετατρέπει άλλη μιά φορά τά ψέματα του Νεοπτολέμου σέ όπλα έναντίον του 'ίδιου τοΰ έαυτοΰ του, καθώς ό Φιλοκτήτης άναφέρεται στήν προσβολή πού είχαν κάμει στόν νέο οί Άτρεΐδες. 'Εξίσου άριστη γνώση της δραματικής τέχνης προδίδει ή άρνηση τοΰ ποιητή νά προχωρήσει σέ μια περίπλοκη επανόρθωση της πλάνης. "Ετσι ναυαγεί και ή τελευταία προσπάθεια νά εύοδωθεϊ ή άποστολή, καΐ σέ μιά έξαιρετικά σύντομη στιχομυθία σβήνει ολότελα και ή τελευταία σπίθα αύτής της ελπίδας. Ό Νεοπτόλεμος βρίσκεται και πάλι σέ άμηχανία (969, 974