ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Τίτλος πρωτοτύπου: Die^öft/ic/te Wissenschaft Τυπογραςρική διόρθοκτη: Βασίλης Τομα...
152 downloads
354 Views
10MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Τίτλος πρωτοτύπου: Die^öft/ic/te Wissenschaft Τυπογραςρική διόρθοκτη: Βασίλης Τομανάς Εξοκρυλλο: Step Publications Εκτύπωση: Ψαρράς-Ανιωνιάδης Βφλιοδεσία: Δεληδημητρίου Copyright: 2004, Ζήσης Σορίκας και εκδ. Νησίδες Δεσπερέ 3 546 21 Θεσσαλονίκη τηλ. 2310-236.575 ISBN:960-8263-45-X.
ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ («la gaya scienza»)
Μετάφραση - Επιμέλεια: ΖΗΣΗΣ ΣΑΡΙΚΑΣ
ΝΗΣΙΔΕΣ
Περιεχόμενα Σημείωμα του μεταφραστή
9
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
11
Πρόλογος σιη δεΰτερη έκδοση
13
«Αστείο, πανουργία και εκδίκηση»
21
Πραπο βιβλίο
37
Δεύτερο βιβλίο
81
Τρίτο βιβλίο
121
Τέταρτο βιβλίο: Sanctus Januarius
166
Πέμπτο βιβλίο: Εμείς οι άφοβοι
209
Παράρτημα: Τραγοΰδιατου πρίγκιπα Έκνομου
267
Σημείωμα του μεταφραστή •R μετάφραση της Χαρούμενης επιστήμης (1882, ένα χρόνο πριν από το 'i rai μίλησε ο Ζαρατούστρα, και 1887, μετά τον Ζαρατούστρα, το Πέρα από το καλό και το κακό και τη Γενεαλογία της ηθικής) έγινε από την έϊίδοοη Friedrich Nietzsche, Sämtliche Werke, επιμ. έκδ. Giorgio Colli και Mazzino Montinari, Βερολίνο-Νέα Υόρκη, 1988, τόμ. 3. Πριν από ορισμένα χρόνια είχε κυκλοφορήσει άλλη μια δική μου μετάφραση του βιβλίου, η οποία είναι σήμερα πια ξεπερασμένη λόγω της εμβάθυνσης μου στη φιλοσοφία του Νίτσε και της πολύχρονης τριβής μου με την ιδιαίτερα απαιτητική γλώσσα του. Στην παρούσα έκδοση χρησιμοποίησα τα εξής βοηθήματα: 1. F. Nietzsche, The Gay Science, μετ. Walter Kaufmann, Νέα Υόρκη, 1974. 2. F. Nietzsche, Le gai savoir, μετ. Henri Albert, επιμ. Marc Sautet, Παρίσι, 1993. 3. F. Nietzsche, Le gai savoir, μετ. Patrick Wotling, Παρίσι, 2000.
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ' («la gaya scienza») Για τον ποιητή και για τον σοφό, όλα τα πράγματα είναι φιλικά και ιερά, όλες οι εμπειρίες χρήσιμες, όλες οι μέρες άγιες, όλοι οι άνθρωποι θεϊκοί. Έμερσον^ [Επιγραςτη της έκδοοης του 1882] Κατοικώ στο δικό μου σπίτι, Ποτέ δεν αντέγραιρα κανέναν σε τίποτε Και -κοροϊδεύω κάθε δάσκαλο/δεξιοτέχνη Που δεν κορόιδεψε τον εαυτό του. Πάνω από την πόρτα μου [Επιγραφή της έκδοσης του 1887] 1. Die fröhliche Wissenschaft. Έχει αποδοθεί και ως «Η χαρούμενη γνώση», σε συμφωνία με τις ερμηνείες γάλλοιν και ιταλών μελετητών και μεταφραστών του Νίτσε {savoir, sapere). Στα αγγλικά έχει επικρατήσει η εκδοχή science (επιορτήμη), ενώ παλαιότερα είχε προταθεί και η λέξη wisdom (σοφία). Αν και είναι σίγουρο ότι ο Νίτσε δεν χρησιμοποιεί ούτε τη λέξη Wissen (το «ειδέναι», η γνώση ως τελικό αποτέλεσμα) ουτε τη λέξη Erkennen (το «γιγνώσκειν», η γνώοη ως διβδικασία), και η απόδοση της Wissenschaft με τη λέξη «επιστήμη» είναι ανεπαρκής, καθώς ο Νίτσε την αντιδιαστέλλει προς την «επιστήμη» των παλαιότερων φιλοσόφοϊν όπως ο Καντ, ο Χέγκελ ή ο Φίχτε και των συγκαιρινών του επιστημόνων (τόσο από το χώρο των ςρυσικών επιοτημών όσο και από των επιστημοίν του ανθρώπου, που μόλις είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται εκείνη την εποχή). Παράλληλα, προσπαθεί να βάλει στη δική του «επιστήμη», μέσω του υποτίτλου Ια gaya scienza, και άλλες διαστάσεις ή μορφές γνώσης, όπως της τέχνης. Στο Ecce Homo, ο Νίτσε γράφει ότι «η προβηγκιανή έννοια της gaya scienza είναι η ενότητα του τροβαδούρου, του ιππότη και του ελεύθερου πνεύματος». 2. Ραλφ Γουάλντο Έμερσον (1803-1882), αμερικανός συγγραφέας και (ριλόσοφος. Πρβλ. Νίτσε, Το λυκόφως των ειδώλων, «Ακροβολισμοί εν^ παράκαιρου ανθρώπου», § 13.
Πρόλογος στη δεύτερη έκδοση^ 1. Το βιβλίο αυτό ίσως χρειάζεται κάτι παραπάνω από έναν πρόλογο· και πάλι όμως θα εξακολουθούσε να υπάρχει η εξής αμφιβολία: πώς είναι δυνατό να έρθει κανείς που ποτέ δεν βίωσε κάτι παρόμοιο πιο κοντά στο βίωμα του βιβλίου αυτού μέσω προλόγων; Το βιβλίο μοιάζει να είναι γραμμένο οτη γλώσσα του ανέμου που λιώνει τα χιόνια: είναι φτιαγμένο από υπεροψία, ανησυχία, αντίφαση, απριλιάτικο καιρό -έτσι που θυμίζει συνεχώς στον καθένα όχι μόνον ότι ο χειμώνας είναι κοντά αλλά και τη νίκη σε βάρος του χειμώνα, νίκη που έρχεται, πρέπει να έρθει, κι ίσως έχει έρθει ήδη... Η ευγνωμοσύνη ρέει διαρκώς, σαν να έχει συμβεί το απροσδόκητο, η ευγνωμοσύνη ενός αναρρώνοντος -γιατί η ανάρρωση ήταν αυτό το απροσδόκητο. «Χαρούμενη επιστήμη»: αυτό σημαίνει τα Σατουρνάλια" ενός πνεύματος που αντιστάθηκε υπομονετικά σε μια φοβερή, μακρόχρονη πίεση -υπομονετικά, γερά, ψυχρά, χωρίς να το βάζει κάτω, αλλά και χωρίς ελπίδα- και που είναι κυριευμένο τώρα από την ελπίδα, την ελπίδα για υγεία, και από το μεθύσι^ της ανάρρωσης. Τι το παράξενο λοιπόν αν βγαίνουν εδώ στο φως πολλά παράλογα και τρελά πράγματα, πολλή κατεργάρικη τρυφερότητα, που ξοδεύεται ακόμη και για προβλήματα που έχουν αγκαθωτό δέρμα και που δεν επιτρέπουν να τα χαϊδεύεις και να τα σαγηνεύεις; Ολόκληρο το βιβλίο δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα γλέντι έπειτα από μακρόχρονη στέρηση και ανημποριά, δεν είναι παρά η αγαλλίαση για την ανάκτηση των δυνάμεων, για την εκ νέου αςτυπνισμένη πίστη σ' ένα αύριο και μεθαύριο, για το ξαφνικό αίσθημα και προαίσθημα του μέλλοντος, επικείμενων περιπετειών, θαλασσών και πάλι ανοιχτών, σκοπών και πάλι 3. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου έγινε το 1882 και περιείχε μόνο τέσσερα βιβλία. Η δεύτερη έκδοση έγινε το 1887, με προσθήκη του προλόγου αυτού, του πέμπτου βιβλίου και του παραρτήματος με τα Τραγούδια του πρίγκιπα Έκνομον. 4. Ρωμαϊκή γιορτή προς τιμήν του θεου Σατούρνου (Κρόνου), όπου οι δούλοι έπαιρναν τη θέση των κυρίων και το αντίστροφο. 5. Trunkenheit. Ο Νίτσε χρησιμοποιεί συνήθίος την έννοια της μέθης {Rausch), την οποία αναλύει ως ιδιαίτερα έντονο αίσθημα δύναμης. Πρβλ. Το λυκόφως των ειδώλων, α. 69-70. Στη Γέννηση της τραγωδίας (§ 2) η μέθη χαρακτηρίζει τις διονυσιακές καταστάσεις, ενώ το όνειρο τις απολλώνιες.
14 Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
επιτρεπτών, και πάλι πιστευτών. Και πόσα πράγματα άφηνα πίσω μου τότε! Εκείνο το κομμάτι ερημιάς, εξάντλησης, ε'λλειψης πίστης, παγώματος με'σα στη νιότη, εκείνο το γε'ρασμα χωμε'νο εκεί που δεν χωρούσε, εκείνη την τυραννία του πόνου, την υπερφαλαγγιζόμενη από την τυραννία της περηφάνιας, η οποία αρνιόταν τις συνέπειες του πόνου (και οι συνε'πειες είναι παρηγοριές), εκείνη τη ριζική απομόνωση ως νόμιμη άμυνα ενάντια σε μια περιφρόνηση προς τους ανθρώπους που είχε γίνει παθολογικά διορατική, εκείνο τον επιλεγμένο για λόγους αρχής περιορισμό στο πιο πικρό, τραχύ και οδυνηρό της γνώσης, έναν περιορισμό επιβεβλημένο από την αηδία που αναπτύχθηκε σιγά-σιγά από μια άφρονα πνευματική δίαιτα και μαλθακότητα -το ονομάζουν αυτό ρομαντισμό'- ω, ποιος θα μπορούσε να νιώσει όλα αυτά τα πράγματα όπως τα ένιωσα εγώ; Κι όποιος όμως θα μπορούσε να το κάνει, θα μου συγχωρούσε σίγουρα τη λίγη τρέλα, τη λίγη υπερβολή, τη λίγη «χαρούμενη επιστήμη» -για παράδειγμα, τη φούχτα τραγούδια που προστέθηκαν σ' αυτό το βιβλίο- τραγούδια όπου ένας ποιητής κοροϊδεύει όλους τους ποιητές με τρόπο δύσκολα συγχωρητέο. -Αχ, δεν είναι μόνον οι ποιητές και τα ωραία τους «λυρικά αισθήματα» εκείνα πάνω στα οποία θα εξαπολύσει την κακία του αυτός ο αναστημένος: ποιος ξέρει τι λογής θύμα •ψάχνει να βρει, τι λογής τέρας που επιδέχεται παρωδία θα τον ερεθίσει σε λίγο; «Incipit tragoedia» [«Η τραγωδία αρχίζει^»] -διαβάζει κανείς στο τέλος αυτού του επικίνδυνα άκακου βιβλίου: έχετε το νου σας! Κάτι υποδειγματικά άσχημο και κακό αναγγέλλεται εδώ: Incipit parodia [Η παρωδία αρχίζει®], δεν χωράει αμφιβολία...
2. -Ας αφήσουμε όμως τον κύριο Νίτσε: τι μας νοιάζει αν ανάρρωσε;... Ένας ψυχολόγος γνωρίζει λίγα ερωτήματα τόσο ελκυστικά όσο εκείνο που αφορά στη σχέση φιλοσοφίας και υγείας, και στην περίπτωση που θα αρρωστήσει ο ίδιος, θα μεταφέρει στην αρρώστια του όλη την επιστημονική περιέργειά του. Γιατί, αν υποθέσουμε πως είναι κανείς πρόσωπο, τότε έχει αναγκαστικά τη φιλοσοφία του προσώπου του· 6. Πρβλ. παρακάτω, § 370.0 Νίτσε αντιτάσσει το διονυσιακό (ή το κλασικό) στον ρομαντισμό. 7. Τίτλος της § 342, τελειηαίου αφορισμού του τέταρτου βιβλίου, με τον οποίο τελείωνε η πρώτη έκδοση ττ\ςΧαρούμενης επιστήμης. Ο Νίτσε επαναλαμβάνειτην έκφραση σιην§ 382. 8. Πιθανότατα, ο Νίτσε εννοείτην παρωδία του Χριστού va.\.vr\ςKmvήςΔιaθή)cης στο Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, που γράφτηκε πριν απ' αυτό τον πρόλογο (1883-1885).
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ 15
εδώ όμως υπάρχει μια αξιοσημείοπη διαφορά: στον ένα φιλοσοφούν οι ελλείψεις του, ενώ στον άλλο τα πλούτη και οι δυνάμεις του. Ο πρώτος χρειάζεται τη φιλοσοφία του ως στήριγμα, ανακούφιση, γιατρικό, λύτρωση, ανάταση, αυτοαποξένωση. Στον δεύτερο η φιλοσοφία είναι απλώς μια ωραία πολυτέλεια και, στην καλύτερη περίπτωση, η ηδυπάθεια μιας θριαμβευτικής ευγνωμοσύνης, που τελικά οφείλει να γραφεί με κοσμικά κεφαλαία γράμματα στον ουρανό των εννοιών. Στην πρώτη, πιο συνηθισμένη όμως περίπτωση, όταν δηλαδή φιλοσοφούν οι καταστάσεις ανάγκης, όπως συμβαίνει μ' όλους τους άρρωστους στοχαστές (κι ίσως οι άρρωστοι στοχαστές υπερτερούν στην ισεορία της φιλοσοφίας), τι γίνεται η ίδια η σκέψη, η οποία βρίσκεται κάτω από την πίεση της αρρώοΓΓίας; Αυτό είναι το ερώτημα που ενδιαφέρει τον ψυχολόγο: κι εδώ μπορεί να γίνει ένα πείραμα. Είναι ακριβώς σαν τον ταξιδιώτη που προγραμματίζει να ξυπνήσει μια ορισμένη ώρα κι ύστερα παραδίνεται ήσυχα στον ύπνο- έτσι κι εμείς οι φιλόσοφοι, αν υποτεθεί ότι αρρωσταίνουμε, παραδινόμαστε προσωρινά ψυχή τε και σώματι στην αρρώσιια κλείνουμε, ούτως ειπείν, τα μάτια μπροστά στον εαυτό μας. Κι όπως ο ταξιδιώτης ξέρει πως κάτι δεν κοιμάται, πως κάτι μετράει τις ώρες και θα τον ξυπνήσει, έτσι κι εμείς ξέρουμε πως η κρίσιμη στιγμή θα μας βρει ξύπνιους -και πως κάτι θα πεταχτεί τότε και θα πιάσει το πνεύμα επ' αυτοφώρω: εννοώ τη στιγμή της αδυναμίας ή της υποχώρησης ή της παράδοσης ή της σκλήρυνσης ή του σκοτεινιάσματός του, κι όσων άλλων ονομάτων υπάρχουν για τις αρρωστιάρικες καταστάσεις του πνεύματος, που σε ημέρες υγείας έχουν εναντίον τους την περηφάνια του πνεύματος (γιατί όπως σωστά λέει το παλιό ρητό: «το περήφανο πνεύμα, το παγόνι και το άλογο είναι τα τρία πιο περήφανα ζώα της γης»). Ύστερα από μια τέτοια ερώτηση στον εαυτό, ύστερα από μια τέτοια δοκιμή του εαυτού, μαθαίνει κανείς να βλέπει με οξύτερο μάτι καθετί που αποτέλεσε αντικείμενο της φιλοσοφίας μέχρι τώρα. Μαντεύει κανείς καλύτερα από πριν τις αθέλητες λοξοδρομήσεις, τα πλάγια δρομάκια, τις ήσυχες γωνιές και τα ηλιόλουστα μέρη της σκέψης, όπου οδηγούνται και παρασύρονται οι πάσχοντες στοχαστές ακριβώς ως πάσχοντες, τώρα ξέρει καλύτερα προς τα πού το άρρωστο σώμα και η ανάγκη του τραβούν, ωθούν, παρασέρνουν ασύνειδα το πνεύμα: προς τον ήλιο, την ηρεμία, τη γλυκύτητα, την καρτερία, το γιατρικό, την ανακούφιση με όλες τις έννοιες της λέξης. Κάθε φιλοσοφία που βάζει την ειρήνη •ψηλότερα από τον πόλεμο, κάθε ηθική που περιέχει μια αρνητική σύλληψη της ευτυχίας, κάθε μεταφυσική και φυσική που γνωρίζουν ένα φινάλε, μια τελική κατάσταση οποιουδήποτε είδους, κάθε κυρίως αισθητική ή θρησκευτική επιθυμία για κάποιο Παράμερα, Εκείθεν, Έξω, Υπερά-
16
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
νω, μας δίνουν το δικαίωμα να ρωτήσουμε μήπως η αρρώστια ήταν εκείνη που ενέπνευσε τον φιλόσοφο. Η ασυνειδη μεταμφίεση των φυσιολογικών' (physiologischer) αναγκών κάτω από το μανδύα του αντικειμενικού, του ιδεϊκοΰ, του καθαρά πνευματικού μπορεί να ορτάσει σε επίφοβο σημείο: αρκετε'ς φορές αναρωτήθηκα μήπως, σε γενικές γραμμές, η φιλοσοφία ήταν μέχρι σήμερα απλώς μια εξήγηση του σώματος και μια παρανόηση του σώματος. Πίσω από τις ύψιστες αξιολογικές κρίσεις, που οδήγησαν μέχρι τώρα την ιστορία της σκέψης, κρύβονται παρανοήσεις σχετικά με τη συγκρότηση του σώματος -είτε μεμονωμένων ατόμων είτε κοινωνικών τάξεων είτε ολόκληρων φυλών'". Όλες αιπές οι ριψοκίνδυνες τρέλες της μεταφυσικής, ιδιαίτερα οι απαντήσεις τους στο ερώτημα σχετικά με την αξία της ενθαδικής ύπαρξης, μπορούν να θεωρηθούν πρώτα πρώτα και πάντα συμπτώματα καθορισμένων σωμάτων. Και αν γενικά οι τέτοιας λογής καταφάσεις στον κόσμο ή αρνήσεις του κόσμου δεν περιέχουν ούτε κόκκο σημασίας, επιστημονικά εξεταζόμενες, παρέχουν μολαταύτα ακόμα πιο πολύτιμες ενδείξεις στον ιστορικό και τον ·ψυχολόγο, ως συμπτώματα, όπως είπα, του σώματος, της αποτυχίας και της επιτυχίας του, της πληρότητάς του, της δύναμης του, της κυρuxρχίας του μέσα στην ιστορία, ή αντίθετα των επισχέσεοίίν του, των κοπώσεών του, των φτωχεμάτων του, των προαισθημάτων του του τέλους, της θέλησής του να τελειώνει. Ακόμη περιμένω έναν φιλόσοφο γιατρό με την ξεχωριστή έννοια της λέξης -κάποιον που θα προσεγγίσει το πρόβλημα της συνολικής υγείας ενός λαού, μιας εποχής, μιας φυλής, της ανθρωπότητας-, που μια μέρα θα έχει το θάρρος να ωθήσει την υποψία μου στα άκρα και να τολμήσει να πει τη φράση: αυτό με το οποίο είχε να κάνει όλη η φιλοσοφική δραστηριότητα μέχρι σήμερα δεν ήταν καθόλου η «αλήθεια», αλλά κάτι άλλο -ας πούμε, η υγεία, το μέλλον, η ανάπτυξη, η δύναμη, η ζωή...
3. -Μαντεύει κανείς πως δεν θέλω να φανώ αχάριστος τη στιγμή που αποχωρίζομαι εκείνη την περίοδο ταυ σοβαρού μαρασμού, της οποίας τα οφέλη δεν έχουν εξαντληθεί για μένα ακόμη: όπως επίσης γνωρίζω αρκετά καλά το πλεονέκτημα που μου δίνει η πολύ ευμετάβλητη υγεία μου απέναντι σε όλους τους μονολιθικούς του πνεύματος. Ένας φιλόσοφος πσυ πέρασε και ξαναπερνάει από πολλά είδη υγείας, έχει περάσει και από ισάριθ9. Το επίθετο «ςιυσιολογικός» σημαίνει σε όλο το κείμενο «ο της ςρυσιολογίας». 10. Το βαοικό αντό θέμα θα αναπτύξει ο Νίτσε εκτενώς στα σύγχρονα μ' απτό τον πρόλογο βιβλία Πέοα από το χαλό χαι το κακό και Γενεαλογία της ηθικής.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
17
μες φιλοσοφίες· οχπλως δεν μπορεί να κάνει αλλιώς από το να μεταφε'ρει την εκάστοτε κατάσταίτη του στην πιο πνευματική μορφή και ορίζοντα: αυτή η τέχνη μεταμόρφωσης είναι η φιλοσοφία. Εμείς οι φιλόσοφοι δεν είμαστε ελεύθεροι να χωρίσουμε το σώμα από την ψυχή όπως κάνει ο κόσμος· κι ακόμη περισσότερο, να χωρίσουμε την ψυχή από το πνεύμα. Δεν είμαστε σκεπτόμενοι βάτραχοι, ούτε μηχανές αντικειμενικής μέτρησης και καταγραφής με κατατρυγμένα σπλάγχνα· οφείλουμε να γεννάμε συνεχώς τις σκέψεις μας με πόνο και, σαν τις μητέρες, να δίνουμε σ" αυτές όσο αίμα, καρδιά, φαπιά, ηδονή, πάθος, βάσανο, συνείδηση, πεπρωμένο και μοιραίο έχουμε. Η ζωή -αυτό σημαίνει για μας να μετατρέπουμε συνεχώς αυτό που είμαστε σε φλόγα και φως· όπως επίσης και καθετί που μας αφορά: όεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Κι όσο για την αρρώστια: μήπως δεν μπαίνουμε στον πειρασμό να ραπησουμε αν είναι για μας γενικά απαραίτητη; Μόνον ο μεγάλος πόνος είναι ο έσχατος απελευθερωτής του πνεύματος, επειδή είναι ο δάσκαλος της μεγάλης υποψίας, που μετατρέπει κάθε U σε Χ, ένα πραγματικό, γνήσιο Χ, δηλαδή το προτελειτταίο γράμμα πριν από το τελευταίο"... Μόνον ο μεγάλος πόνος, ο μακρόχρονος, αργός πόνος, που πάει με το πάσο του και μέσα στον οποίο καιγόμαστε σαν τα χλωρά κλαριά, μας αναγκάζει, εμάς τους φιλοσόφους, να κατεβούμε στα έσχατα βάθη μας και να απεκδυθούμε κάθε εμπιστοσύνη, καθετί καλοκάγαθο, καθετί που ρίχνει ένα πέπλο, καθετί ήπιο, καθετί μετριοπαθές -πράγματα στα οποία άλλοτε ίσως είχαμε τοποθετήσει την ανθροΜτινότητά μας. Αμφιβάλλω αν ένας τέτοιος πόνος μάς κάνει «καλύτερους»· ξέρω όμως πως μας κάνει βαθύτερους. Στο εξής, είτε μάθουμε να ανητάσσσυμε στον πόνο αυτόν την περηφάνια μας, το χλευασμό μας, τη δύναμη της θέλησης μας, όμοιοι με τον Ινδιάνο'^ της Αμερικής που, όσο σκληρά κι αν τον βασανίζουν, αποζημιώνεται από τον βασανιστή του με την κακία της γλώσσας του· είτε αποσυρθούμε μέσω του πόνου σ* εκείνο το ανατολίτικο μηδέν -που λέγεται νιρβάνα'^-, σ" εκείνη τη βουβή, άκαμπτη, κσυςη εγκατάλειψη του εαυτού, λησμονιά του εαυτού, εξάλει·ψη του εαυτού: μέσα από τέτοιες μακρόχρονες και επικίνδυνες ασκήσεις αυτοκυριαρχίας βγαίνει κανείς ως άλ11.0 Νίτσε παίζει εδώ με την ιδιωματική έκφραση «κάνω από ένα Χ ένα U», που σημαίνει «ξεγελώ», «εξαπατώ», «πουλώ (ρύκια για μεταξωτές κορδέλες». Επομένως, η αντιστροφή της έκφρασης στο κείμενο σημαίνει το ξεπέρασμα της αυταπάτης και την πρόσβαση στην πραγματικότητα. 12. Πηγή του Νίτσε το έργο του άγγλου αρχαιολόγου και ανθροΜίολόγου John Lubbock, TTie origin ofcivilisation and the primitive condition ofman, 1870. 13.0 Νίτσε δανείζεται αυτή την ερμηνεία της νιρβάνα από τον φιλόσοφο Λρτουρ Σοπενάουερ, Die Welt als Wille und Vorstellung, II, § 48.0 Σοπενάουερ την παρουσιάζει ως «άρνηση αυτού ταυ κόσμου», άρνηση της θέλησης για ζωή.
18
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
λος άνθρωπος, με κάποια εραπηματικά επιπλέον -και προπαντός με τη θε'ληοη να ρωτάει στο εξής περισσότερο, πιο βαθιά, πιο σοβαρά, πιο σκληρά, πιο κακά, πιο ήρεμα απ' ό,τι ριοτούσε ώς τότε. Η εμπιστοσύνη στη ζωη ε'χει χαθεί: η ίδια η ζωή ε'χει γίνει πρόβλημα. -Ας μην πιστέψουμε όμως απ' αυτό πως έτσι γίνεται κανείς κατ' ανάγκη κατηςτης! Ακόμη και η αγάπη για ζωή εξακολουθεί να είναι δυνοπη -μόνο που τώρα αγαπάει κανείς αλλιώς. Η αγάπη για μια γυναίκα είναι ανχό που προκαλεί αμφιβολίες μέσα μας... Το θέλγητρο καθετί του προβληματικού, η χαρά με το Χ είναι όμως υπερβολικά μεγάλη σ' έναν τέτοιο πιο πνευματικό, πιο πνευματοποιημένο άνθρωπο ώστε να μην καταβροχθίζει ακατάπαυστα σαν καθαρή ςρω^ιά όλη τη δυστυχία πσυ προκαλεί ό,τι είναι προβληματικό, όλο τον κίνδυνο της αβεβαιότητας, ακόμη και τη ζήλια του ερωτευμένου. Γνοορίζουμε μια καινούργια ευτυχία...
4. Στο τέλος, ας μην ξεχάσω να πω το ουσιαστικότερο: από τέτοιες αβύσσους, από τέτοιο σοβαρό μαρασμό, όπως και από τον μαρασμό της βαριάς υποψίας, επιστρέφει κανείς ξαναγεννημένος, με καινούργιο δέρμα, πιο μυγιάγγιχτος και κακός, με πιο λεπτό γούστο για τη χαρά, με πιο λεπτεπίλεπτη γλώσσα για όλα τα καλά πράγματα, με πιο χαρούμενες αισθήσεις, με μια δεύτερη και πιο επικίνδυνη αθωότητα μέσα στη χαρά, πιο παιδικός'"· και συνάμα εκατό φορές πιο εκλεπτυσμένος απ' όσο ήταν κανένας ποτέ. Πόσο απωθητική μας φαίνεται τώρα αυτή η χονδροειδής, πνιγηρή, φαιά απόλαυση, όπως την εννοούν εκείνοι που αγαπούν τις απολαύσεις, οι «καλλιεργημένοι άνθρωποι» μας, οι πλούσιοί μας και οι διευθύνοντές μας! Με πόση κακεντρέχεια ακούμε τώρα το μεγάλο πανηγυρτζίδικο ταμπούρλο με το οποίο ο «καλλιεργημένος άνθρωπος» και κάτοικος της πόλης αφήνεται σήμερα να βιαστεί από την τέχνη, το βιβλίο και τη μουσική για να φτάσει στις «πνευματικές απολαύσεις» -με τη βοήθεια πνευματικών ποτών! Πόσο κακό κάνει τώρα στ' αφτιά μας η θεατρική κραυγή του πάθους, πόσο ξένη έχει γίνει για το γούστο μας όλη η ρομαντική οχλαγοιγία και ανακατωσούρα των αισθήσεων, την οποία αγαπάει η καλλιεργημένη πλέμπα, πόσο ξένες έχουν γίνει για μας όλες οι βλέψεις της πλέμπας αυτής για το υπέροχο, το εξυψωμένο, το παραστολισμένο"! Όχι, αν εμείς οι αναρρώνοντες εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε γενικά μια τέχνη, είναι μια άλλη τέ14. Στο Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα, το «παιδί» είναι η τρίτη «μεταμόρφωση του ηνεύματος». 15. Υπαινιγμός σιαν Ρίχαρντ Βάγκνερ και στο φεοηιβάλτου Μπαϋρόυτ. Ο Νίτσε είχε ανακαλύψει από το 1881 τον Μπιζε'.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
19
χνη -μια σκωπτική, ανάλαφρη, φευγαλέα, θεϊκά ατάραχη, θεϊκά τεχνητή τέχνη, που να ανεβαίνει σαν καθαρή φλόγα σ' έναν ανέφελο ουρανό. Προπαντός: χρειαζόμαστε μια τέχνη για καλλιτέχνες, μόνο για καλλιτέχνες! Καταλαβαινόμαστε τώρα καλύτερα όσον αφορά στο τι είναι απαραίτητο κατά πρώτο λόγο γι' αυτή την τέχνη: ευδιαθεσία, κάθε ευδιαθεσία, φίλοι μου! -ακόμη και ως καλλιτέχνες: θα ήθελα να το αποδείξω αυτό. Μερικά πράγματα τα ξέρουμε τώρα πάρα πολύ καλά εμείς οι γνώστες: ω, πώς μαθαίνουμε τώρα να ξεχνάμε καλά", και να είμαστε καλοί στο να μην ξέρουμε", ως καλλιτέχνες! Κι όσον αφορά στο μέλλον μας: δεν υπάρχει περίπτωση να μας βρει κανείς στα χνάρια εκείνων των νεαρών Αιγυπτίων που κάνουν τη νύχτα ανασφαλή μέρη τους ναούς, αγκαλιάζουν τα αγάλματα και θέλουν με κάθε τρόπο να ξεσκεπάσουν, να αποκαλύψουν και να φέρουν στο άπλετο φως καθετί για το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να είναι κρυμμένο. Όχι, αυτό το κακό γούστο, αυτή η θέληση για αλήθεια, για «αλήθεια με κάθε τίμημα'®», αυτή η νεανική τρέλα με την αγάπη της αλήθειας είναι κάτι που μας αηδιάζει: είμαστε πάρα πολύ έμπειροι, πάρα πολύ σοβαροί, πάρα πολύ πρόσχαροι, πάρα πολύ καμένοι, πάρα πολύ βαθιοί για κάτι τέτοιο... Δεν πιστεύουμε πια πως η αλήθεια παραμένει ακόμη αλήθεια όταν της βγάλεις το πέπλο· έχουμε ζήσει πάρα πολύ για να πιστεύουμε κάτι τέτοιο. Σήμερα θεωρούμε ζήτημα ευπρέπειας το να μη θέλει κανείς να βλέπει τα πάντα γυμνά, να παρευρίσκεται σε όλα, να καταλαβαίνει και να «ξέρει» τα πάντα. «Είναι αλήθεια πως ο καλός θεός είναι παρών παντού;» ρωτούσε ένα κοριτσάκι τη μητέρα του: «Αυτό το βρίσκω όμως άπρεπο». -Ιδού μια υπόδειξη για τους φιλοσόφους! θα έπρεπε να δείχνουμε περισσότερο σεβασμό προς την αιδώ με την οποία κρύβεται η ςρυση πίσω από αινίγματα και πολύχρωμες αβεβαιότητες". Μήπως είναι και η αλήθεια μια γυναίκα που έχει λόγους να μη μας αφήνει να δούμε τους λόγους της; Μήπως το όνομα της είναι -για να μιλήσουμε ελληνικά- Βαυβώ^;... Αχ, αυτοί οι Έλληνες! 'Ηξεραν να ζουν: πράγμα 16. Για τη λήθη, βλ. επίσης Η γενεαλογία της ηθικής, II, § 1-3. 17. Βλ. επίσης Πέρα από το καλό και το κακό, § 229-230. 18. Για τη θέληση για αλήθεια, βλ. ιδιαίτερα Πέρα από το καλό και το καπό, § 1. 19. Ο Νίτσε επανερμηνεΰει εδώ την περίφημη φράση του Ηράκλειτου «Η φΰση αρέσκεται να κρύβεται» (εκδ. Diels-Kranz, απ. 123). 20. Κοπιά την αρχαία ελληνική μυθολογία, γυναίκα του Δυσαΰλη, η οποία φιλοξένησε τη Δήμητρα και τον Ίακχο στην Ελευσίνα. Η Δήμητρα, απελπισμένη επειδή δεν μπορούσε να βρει την κόρη της που έψαχνε, αρνήθηκε να γευτεί το ζωμό που της πρόσφερε η Βαυβώ. Τότε εκείνη σήκοκιε τα ροι3χατης και έδειξε τα οπίσθια της. Η Δήμητρα γέλασε και έσιερξε να γευτεί τον ζωμό.
20
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
που απαιτεί να σταματάς θαρραλέα στην επιφάνεια, στην πτυχή, στην επιδερμίδα, να λατρεύεις τη φαινομενικότητα, να πιστεύεις στις μορφε'ς, στους ήχους, στις λέξεις, σ' ολόκληρο τον Όλυμπο της φαινομενικότητας! Αυτοί οι Έλληνες ήταν επιφανειακοί -από βάθοςΙ Και μήπως εκεί δεν ξαναγυρίζουμε, εμείς οι ριψοκίνδυνοι του πνεύματος, που σκαρφαλώσαμε στην πιο ψηλή και επικίνδυνη κορυφή της σύγχρονης σκέψης και που κοιτάξαμε ολόγυρα μας από εκεί πάνω -που κοιτάξαμε κάτω μας από κει πάνω; Μήπως δεν είμαστε, ακριβώς απ' αυτή την άποψη. Έλληνες; Λάτρεις των μορφών, των ήχων, των λέξεων; Και γι' αυτό ακριβώς -καλλιτέχνες;
Ρούτα, κοντά στη Γένοβα, φθινόπωρο του 1886
«Αστείο, πανουργία και εκδίκηση^^» Πρελονδιο σε γερμανικές ρίμες 1. Πρόσκληση Τολμήστε να δοκιμάσετε το φαγητό μου, φαγάδες! Αύριο θα το βρείτε καλύτερο Και μεθαύριο θα σας φανεί καλό! Κι αν θελήσετε τότε κάτι παραπάνω Οι επτά παλιές συνταγές μου Θα μου δοδσουν το θάρρος να κάνω επτά καινούργιες.
2. Η ευτυχία μου Από τότε που κουράστηκα να ψάχνω, Έμαθα να βρίσκω. Κι από τότε που ένας άνεμος μού εναντιώθηκε, Σαλπάρω μ' όλους τους ανέμους.
3. Ατρόμητος Όπου και να βρίσκεσαι, σκάβε βαθιά! Κάτω είναι η πηγή! Άσε τους σκοτεινούς ανθρώπους να φωνάζουν: «Κάτω υπάρχει πάντα μόνο η κόλαση».
4. Αιάλογος Α. - Ήμουν άρρωστος; Γιατρεύτηκα; 21. Τίτλος ενός Singspiel του Γκαίτε, το οποίο γράcptηκε το 1790.0 φίλος τού Νίτσε Πετερ Γκαοττο μελοποίησε το 1880.
22
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Και ποιος ήταν ο γιατρός μου; Πώς τα ξέχασα όλα τοιπα! Β. - Μόνο τώρα πιστεΐίω πως γιατρετίτηκες: Γιατί υγιής είναι όποιος εχει ξεχάσει.
5. Στονς ενάρετους Ακόμη κι οι αρετές μας πρέπει να έχουν ελαφρά πόδια: Σαν τους στίχους του Ομήρου, πρέπει να έρχονται και να φε·ύγονν\
6. Σοφία τον κόσμου Μη μένεις κάτω στο χώμα! Και μην ανεβαίνεις πάρα πολυ ψηλά! Ομορφότερος φαίνεται ο κόσμος Από ένα μέσο τ3α|)ος.
7. Vademecum-Vadetecum [Ακολούθα με-Ακολούθα τον εαυτό σου] Σε γοητεύει η τέχνη και η γλώσσα μου, Μ' ακολουθείς, έρχεσαι πίσω μου; Κοίτα να είσαι πιστός μόνο στον εαυτό σου. Κι έτσι θα μ' ακολουθήσεις -μαλακά, μαλακά!
8. AΛλάζoirtaς το τρίτο δέρμα Το δέρμα μου σχίζεται και σκάει, καθώς το φίδι Μέσα μου ποθεί, σαν να μην είχε Φάει ήδη αρκετή γη, να φάει μ' ορμή Περισσότερη γη. Σέρνομαι ανάμεσα Στο χόρτο και τις πέτρες. Πεινασμένος στον ελικοειδή μου δρόμο Να φάω αυτό που έτρωγα πάντα:
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
Εσένα, φαΐ των φιδιών, εσένα, γη!
9. Τα τριαντάφνλλά μου Ναι! η ευτυχία μου θέλει να δώσει ευτυχία Κάθε ευτυχία θέλει ναι να δώσει ευτυχία, Θέλετε να κόψετε τα τριαντάφυλλά μου; Πρέπει να σκύψετε και να κρυςρτείτε Μέσα στα βράχια και στις βάτους. Και συχνά να γλείφετε τα δάχτυλά σας! Γιατί η ευτυχία μου αγαπάει τα πειράγματα. Γιατί η απόλαυση μου αγαπάει τις κατεργαριές! Θέλετε να κόψετε τα τριαντάφιυλλά μου;
10. Ο
καταφρονψής
Πολλά πράγματα αφήνω να πέσουν και να χαθούν Και γι' αυτό λέτε με λέτε καταφρονητη. Όποιος πίνει από ξέχειλο ποτήρι, Αφήνει να πέσει και να χυθεί πολύ. Δίχως να καταφρονεί όμως το κρασί.
11. Η παροιμία λέει Δηκτικός και πράος, χυδαίος και λεπτός, Οικείος και ξένος, βρόμικος και καθαρός. Τόπος συνάντησης τρελών και σοςρών: Όλα τούτα είμαι και θέλω να είμαι. Περιστέρι και φίδι και γουρούνι μαζί!
12. Σ' έναν φίλο του φωτός Αν δεν θέλεις να εξασθενήσουν τα μάτια και το μυαλό σου
23
24
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Τρέχα πίσω από τον ήλιο -στη σκιά.
13. Για χορευτές Ο λείος πάγος Ένας παράδεισος Για κείνον που ξε'ρει να χορεύει καλά.
14. Το παλικάρι Καλύτερα μια ατόφια έχθρα Παρά μια φιλία κολλημένη με κόλλα.
15. Σκουριά Χρειάζεται κι η σκουριά" να είσαι κοφτερός δεν αρκεί! Αλλιώς θα λένε πάντα για σένα: «Είναι πολύ νέος!»
16. Προς τα πάνω «Πώς θα (ρτάσω γρηγορότερα στην κορφή του βουνσυ;» «Συνέχισε να ανεβαίνεις και μην το πολυσκέςρτεσαι».
17. Το απόφθεγμα του ανθρώπου της βίας Ποτέ σου μην παρακαλάς! Άσε τα κλαψουρίσματα! Παίρνε, σου λέω, πάντα παίρνε!
18. Μαζεμένες ψυχές Μισώ τις μαζεμένες ψυχές. Δεν έχουν τίποτα καλό και σχεδόν τίποτα κακό.
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
25
19. ο ακούσιος σαγηνευτής Πέταξε μια κούφια λέξη για να περάσει η ώρα, Στον αέρα -κι όμως μ' αιπήν «έπεσε» μια γυναίκα.
20. Προς εξέταση Τον διπλό πόνο τον αντέχεις πιο εύκολα Απ' τον μονό: θέλεις να το ρισκάρεις;
21. Ενάντια στην έπαρση Μη φουσκώνεις: γιατί αλλιώς Το παραμικρό τσίμπημα θα σε κάνει να σκάσεις.
22. Άντρας και γυναίκα «Άρπαξε τη γυναίκα για την οποία χτυπάει η καρδιά σου!» Έτσι σκέςπεται ο άντρας· η γυναίκα δεν αρπάζει, κλέβει.
23. Ερμηνεία Όταν ερμηνεύω τον εαυτό μου, μπαίνω μέσα στην ερμηνεία μου. Δεν μπορώ να γίνω ερμηνευτής του εαυτού μου. Όποιος όμως χαράζει τον δικό του δρόμο, Φωτίζει περισσότερο και τη δική μου εικόνα.
24. Φάρμακο για πεσιμιστές Παραπονιέσαι πως δεν βρίσκεις τίποτα του γούστου σου; Πάντα, φίλε μου, οι παλιές ιδιοτροπίες; Σ' ακούω να βλαστημάς, να θορυβείς και να φτύνεις. Η υπομονή κι η καρδιά μου σπάνε.
26
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Ακολούθα με, φίλε! Αποφάσισε ελεύθερα Να καταπιείς ε'να παχουλό βατράχι! Γρήγορα και δίχως να καλοκοιτάξεις! Αυτό θα σε γιατρέψει απ' τη δυσπεψία!^^
25. Παράκληση Ξε'ρω το μυαλό πολλών ανθρώπων Κι όμως δεν ξέρω ποιος είμαι εγώ! Το μάτι μου είναι πολΰ κοντά μου, Δεν είμαι αιττό που βλέπω και είδα. Θα ϋχρελουσα περισσότερο τον εαυτό μου Αν μπορούσα να βρεθώ μακριά απ' αυτόν. Όχι, βέβαια, τόσο μακριά σαν τον εχθρό μου! Ο καλύτερος φίλος μου είναι κιόλας πολύ μακριά μου Αλλά ανάμεσα σ' αυτόν και σε μένα η μέση! Μαντεύετε για τι πράγμα παρακαλώ;
26. Η σκληρότητά μου Πρέπει να δρασκελίσω εκατό σκαλιά, Πρέπει ν' ανεβώ και σας ακούω να φωνάζετε: «Είσαι σκληρός! Μα από πέτρα είμαστε;» Πρέπει να δρασκελίσω εκατό σκαλιά, Και κανένας δεν θέλει να 'ναι σκαλοπάτι.
27. Ο ταξιδιώτης «Δεν υπάρχει πια μονοπάτι! Αβυσσος ένα γύρο και νεκρική σιγη!» Έτσι το ήθελες! Η θέληση σου βγήκε από το μονοπάτι! 22.0 Νίτσε χρησιμοποιεί εδώ μια ισιορία που αναφέρουν ο Σαμφόρ και ο Σταντάλ οχετικά με κάποιον ντε Λεοέ, που, επειδή γνώριζε καλά την κοινωνία, έλεγε ότι θα έπρεπε να καταπίνει κανείς κάθε πρωί ένα παχουλό βατράχι, για να μη βρίσκει πια τίποτε αηδιαστικό την υπόλοιπη μέρα.
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
Έλα, ταξιδιώτη, ήρθε η στιγμή! Κοίτα ψυχρά και καθαρά! Είσαι χαμένος, αν πιστέψεις σεον κίνδυνο.
28. Παρηγοριά για αρχάριους Κοίτα το παιδί ανάμεσα στα γουροΰνια, Αβοήθητο, με συσπασμένα δάχτυλα! Μπορεί να κλαίει, μόνο να κλαίει Θα μάθει άραγε ποτέ να στέκεται όρθιο και να περπατάει; Μη φοβάστε! Και γρήγορα θα δείτε, νομίζω, Το παιδί να χορεύει! Μόλις μπορέσει να στηριχτεί στα δυο του πόδια Θα στηριχτεί και στο κεφάλι του.
29. Εγωισμός των αστεριών Αν εγώ, ένα στρογγυλό βαρέλι που κυλάει, Δεν συνέχιζα να περιστρέφομαι συνέχεια. Πώς θα γλίτωνα απ' το κάψιμο Καθώς τρέχω πίσω απ' τον φλογερό ήλιο;
30. Ο πλησίον Δεν μ' αρέσει ο πλησίον μου κοντά μου: Και θα ήθελα να ήταν ψηλά και μακριά! Πώς αλλιώς θα γινόταν το αστέρι μσυ;
31. Ο μεταμφιεσμένος
άγιος
Για να μη μας καταπιέζει η ευτυχία σου Φοράς τα γνωρίσματα του διαβόλου. Την ευφυΐα του και τα ρούχα του. Μάταια όμως! Μέσα απ' τα μάτια σου Ακτινοβολεί η αγιοσύνη!
27
28
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
32. Ο ανελεύθερος Α. - Στέκει κι αφουγκράζεται: τι μπόρεσε να τον σαοπίσει; Τι άκουσε να βουίζει στ' αφτιά του; Τι ήταν αυτό που τον ακινητοποίησε; Β. - Σαν όλους που φόρεσαν κάποτε αλυσίδες Έτσι κι αυτός ακούει παντού τον θόρυβο τους.
33. Ο μοναχικός Απεχθάνομαι να ακολουθώ, απεχθάνομαι να ηγούμαι. Να υπακούω; Όχι! Και να κυβερνώ; Όχι! Όποιος δεν φοβάται τον εαυτό τον δεν προκαλεί φόβο σε κανέναν. Και μόνον όποιος προκαλεί φόβο μπορεί να οδηγήσει άλλους! Απεχθάνομαι ακόμη και να οδηγώ τον εαυτό μου! Μ' αρέσει, σαν τα ζώα του δάσους και της θάλασσας, Να χάνομαι για αρκετή ώρα Να κάθομαι οκλαδόν σε κάποιο γοητευτικό λαβύρινθο Να καλώ τέλος τον εαιπό μου από μακριά Να τον πλανεύω να έρθει πάλι κοντά μου.
34. Seneca et hoc genus omne [Ο Σενέκας^ και οι όμοιοί του] Γράςρουν κι όλο γράφουν τις ανυπόφορα σοφές τσυς κουταμάρες. Σαν να αλήθευε το: primum scribere, Deinde philosophari [Πρώτα να γράφεις Και μετά να φιλοσοφείς]
35. Πάγος Ναι! Κάπου-κάπου ςρτιάχνω πάγο: Είναι χρήσιμος για την πέψη! Αν έχετε πολλά να χωνέψετε, Α, πόσο θα σας αρέσει ο πάγος μου! 23. Λατίνος σιωικός φιλόσοφος (4 π.Χ.-65 μ.Χ)
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
36. Νεανικά
γραπτά
Της σοφίας μου το άλφα και το ωμέγα Ακούω πάλι. Τι άκουσα; Τώρα ηχοΰν αλλιώς, Το μόνο που ακούω τώρα είναι Το αιώνιο αχ! και ωχ! της νιότης μου.
37. Σύνεση Σε τούτη την περιοχή δεν ταξιδεύει κανείς με ασφάλειαΚι αν έχεις μυαλό, διπλασίασε την προσοχή σου! Σε δελεάζουν και σ' αγαπούν ώσπου να σε κατασπαράξουν: Είναι ενθουσιώδη πνεύματα: ποτέ δεν έχουν πνεύμα!
38. Ο ευσεβής μιλάει Ο Θεός μάς αγαπάει επειδή μας έπλασε! «Ο άνθρωπος έπλασε το Θεό!» -είναι η λεπτή απάντηση σας. Και ο άνθρωπος δεν πρέπει να αγαπάει αυτό που έπλασε; Κι επειδή τον έπλασε, θα 'πρεπε τώρα να τον αρνηθεί; Αυτό χωλαίνει, σαν του διαβόλου την οπλή.
39. Το καλοκαίρι Με τον ιδρώτα του προσώπου μας^ Πρέπει να τρώμε το ψωμί μας; Όταν είσαι ιδρωμένος, καλύτερα να μην τρως τίποτα. Κατά τους υπολογισμούς των σοφών γιατρών. Το λιοπύρι μας γνέφει: τι λείπει; Τι σημαίνει το σινιάλο της ςρωτιάς του; Με τον ιδρώτα του προσώπου μας Πρέπει να πίνουμε το κρασί μας!
24. meaig, 3,19.
29
30
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
40. Χωρίς φθόνο Ναι, η ματιά του δεν έχει φθόνο· και τον τιμάτε γι' αυτό; Καθόλου δεν τον νοιάζουν οι τιμε'ς σας· Έχει το αετίοιο μάτι για το μακρινό, Δεν σας βλε'πει! - Βλέπει μόνο τα άστρα, τα άστρα!
41. Ηρακλειησμός Μόνον ο αγώνας, φίλοι μου, Φέρνει κάθε ευτυχία στη γη! Και για να γεννηθεί η φιλία Χρειάζεται η κάπνα του μπαρουτιοΰ! Κι οι φίλοι γίνονται ένα σε τρία πράγματα: Αδέλφια στην ανάγκη, Ίσοι μπροστά στον εχθρό Ελεύθεροι - μπροστά στο θάνατο!
42. Βασική αρχή των πολύ εκλεπτυσμένων Καλύτερα στις μύτες των ποδιών σου, Παρά με τα τέσσερα! Καλύτερα μέσα από μια κλειδαρότρυπα, Παρά από ορθάνοιχτες πόρτες!
43. Συμβουλή Έχεις το νου σου στη δόξα; Τότε άκου το μάθημα: Να αρνείσαι εγκαίρως, ελεύθερα Τις τιμές!
44. Αυτός που φτάνει στο βάθος Ερευνητής εγώ; Ω, μη λέτε αυτη τη λε'ξη!
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
Εγώ είμαι μόνο βαρύς -τόσο πολλά κιλά! Πέςρτω, πέφτω συνεχώς Και τέλος φτάνω στο βάθος!
45. Για πάντα «Έρχομαι σήμερα, γιατί έτσι μου αρέσει σήμερα», Σκέφτεται εκείνος που έρχεται για πάντα. Τι τον νοιάζει τι θα πει ο κόσμος: «Έρχεσαι πολΰ νωρίς! Έρχεσαι πολύ αργά!»
46. Κρίσεις των κουρασμένων Όλοι οι κουρασμένοι καταριούνται τον ήλιο. Η αξία των δέντρων είναι γι' αυτους -η σκιά τους.
47. Πτώση «Βουλιάζει, πέφτει τώρα», κοροϊδεύετε συνεχώς. Η αλήθεια είναι: κατεβαίνει κάτω σε σας! Η υπερβολική ευτυχία του του έχει γίνει βάρος Το υπερβολικό φως του αναζητά το σκοτάδι σας.
48. Εναντίον των νόμων Από σήμερα κρέμεται στο λαιμό μου Από ένα τρίχινο κορδόνι ένα ρολόι. Από σήμερα σταματά η κίνηση των άστρων και του ήλιου. Το λάλημα του πετεινού κι οι σκιές. Και καθετί που μου έδειχνε άλλοτε το χρόνο Είναι τώρα κουφό, βουβό, τυφλό. Όλη η φύση γύρω μου σιωπά Καθώς ηχεί το τικ τακ του νόμου και του ρολογιού.
31
32
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
49. Ο σοφός μιλά Ξένος προς τον λαό κι όμως χρήσιμος στον λαό, Ακολουθώ τον δρόμο μου, άλλοτε ήλιος, άλλοτε σΰννεφο Πάντα όμως πάνω από τούτο τον λαό!
50. Χάνοντας το μυαλό Ατπή έχει τώρα πνεύμα - πώς μπόρεσε να το βρει; Εξαιτίας της ένας άντρας έχασε τα μυαλά του. Το μυαλό του ήταν πλούσιο πριν απ' αυτή τη διασκέδαση: Στο διάβολο πήγε το μυαλό του - όχι, όχι! Στη γυναίκα!
51. Ευσεβείς πόθοι «Μακάρι να χάνονταν αμέσως Όλα τα κλειδιά Και σε κάθε κλειδαριά Να γύριζε το αντικλείδι!» Έτσι σκέφτεται συνεχώς Όποιος είναι -αντικλείδι.
52. Γράφοντας με το πόδι Δεν γράφω μόνο με το χέρι: Το πόδι μου θέλει κι αυτό πάντα να κάνει το γραφιά. Γερό, ελεύθερο κι ανδρείο με περνάει Άλλοτε μέσα από τον κάμπο Άλλοτε μέσα από το χαρτί.
53. Ανθρώπινο, πάρα πολύ ανθρώπινο». Ένα βιβλίο^ Μελαγχολικά και φοβισμένα κοιτάς προς τα πίσω 25.0 τιρώιος τόμος του βιβλίου αυτού του Νίτσε εκδόθηκε το 1878 και ο δεύτερος τον επόμενο χρόνο. Ξανακυκλοφόρησαν μαζί το 1886 με προσθήκη ενός προλόγου.
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
33
Εμπιστεύεσαι το μέλλον όταν εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου. Ω πουλί, να σε κατατάξω στους αετούς; Είσαι η αγαπημένη κουκουβάγια της Αθηνάς;
54. Στον αναγνώστη μον Καλά δόντια, καλό στομάχι Αυτά σου εύχομαι! Κι αν χώνεψες το βιβλίο μου Σίγουρα θα τα πας καλά μαζί μου!
55. Ο ρεαλιστής ζωγράφος «Πιστά η ςρύση, στο ακέραιο η φύση!» -Πώς να την πιάσει αυτός; Πότε εξαντλήθηκε η φύση σε εικόνες; Ατέλειωτο είναι και το μικρότερο κομμάτι του κόσμου! Αυτός ζοαγραφίζει τελικά ό,τι του αρέσει. Και τι του αρέσει; -Ό,τι μπορεί να ζωγραφίσει!
56. Κενοδοξία ποιητή Δώστε μου κόλλα και γρήγορα Θα βρω τα ξύλα μόνος μου. Να βάλεις νόημα σε τέσσερις ρίμες δίχως νόημα -δεν είναι μικρή περηφάνια!
57. Επιλεγμένο γούστο Αν μ' άφηναν να διαλέξω ελεύθερα. Ευχαρίστως θα διάλεγα μια θεσούλα Στη μέση του παράδεισου: Κι ακόμη πιο πρόθυμα -μπροστά στην πόρτα του!
34
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
58. Η στροφή μύτη Η μ·ύτη κοιτάει με αναίδεια Στη χώρα· τα ρουθοΰνια της φουσκώνουν. Γι' αυτό εσύ, ακέρατε ρινόκερε, Περήφανο ανθρωπάκι, πε'φτεις όλο μπροστά! Κι ε'τσι πάντα μαζί πηγαίνουν! Ολόισια περηφάνια και στραβή μΰτη.
59. Η πένα γρατζουνάει Η πένα γρατζουνάει: κόλαση! Είμαι λοιπόν καταδικασμένος να γρατζουνάω; Γρήγορα τη βουτάω στο μελανοδοχείο Και γράφω με παχιά κύματα μελάνης. Πώς τρέχει, τόσο γεμάτα, τόσο πλατιά! Πώς πετυχαίνει τώρα καθετί που επιχειρώ! Μόνο που το γράψιμο δεν είναι καθαρό Μα τι με νοιάζει; Και ποιος διαβάζει αυτά που γράφω;
60. Ανώτεροι άνθρωποι Αυτός ανεβαίνει ψηλά -πρέπει να τον επαινούμε! Να όμως ένας άλλος· έρχεται πάντα από ψηλά! Ζει εκεί όπου ποτέ δεν φτάνει ο έπαινος -Είναι από ψηλά.
61. Ο σκεπτικιστής μιλά Η μισή ζ(ύή σου πέρασε, Ο δείκτης προχωρεί, η ·ψυχή σου τρέμει! Πολύ καιρό περιπλανιέται και ψάχνει Και δεν βρίσκει -και διστάζει εδώ; Η μισή ζ(ΰη σου πέρασε. Και κάθε ώρα της ήταν θλίψη και πλάνη!
«ΑΣΤΕΙΟ, ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΣΗ»
35
Τι ψάχνεις ακόμα; Γιατί-, Αυτό ακριβώς ψάχνω - το λχίγο του λόγου!
62. Ecce Homo [Ίδε ο άνθρωπος^] Ναι, ξέρω από που έρχομαι! Αχόρταγος σαν φλόγα, Καίγομαι και τρώω τον εαυτό μου. Ό,τι πιάνω γίνεται φως Ό,τι αφήνω είναι στάχτη: Σίγουρα, είμαι φλόγα!
63. Ηθική των άστρων Προκαθορισμένο για την τροχιά των άστρων, Τι σε νοιάζουν, αστέρι, τα σκοτάδια; Κΰλα μακάρια μέσα από τούτη την εποχή! Η δυστυχία της είναι ξένη και μακρινή για σένα! Το φως σου ανήκει στον πιο μακρινό κόσμο: Αμαρτία πρέπει να είναι για σένα ο οίκτος! Έ ν α ς και μόνο νόμος ισχύει για σένα: να 'σαι καθαρό!
26. Η έκφραση αυτή, που αποτελεί και τίτλο ενός βιβλίου ταυ Νίτσε, ευτώθηκε από τον Πόντιο Πιλάτο για τον Ιησοΰ. Βλ. Κατά Ιωάννην ευαγγέλιον, ιθ', 6.
Πρώτο βιβλίο 1. Οι δάσκαλοι τον σκοπού της ενθαδικής ύπαρξης. -Είτε κοιτώ με καλό είτε με κακό μάτι τους ανθρώπους, τους βρίσκω να ασχολούνται πάντα μ' ένα καθήκον, όλοι μαζί κι ο καθένας χωριστά: να κάνουν ό,τι εξυπηρετεί τη διατήρηση του ανθρώπινου είδους". Κι αυτό, στ' αλήθεια, όχι από κάποιο αίσθημα αγάπης για το είδος αυτό, αλλά απλώς επειδή δεν υπάρχει μέσα τους τίποτε πιο παλιό, πιο δυνατό, πιο ανελέητο και πιο ακατανίκητο απ' αυτό το ένστικτο -επειδή αυτό το ένστικτο αποτελεί την ουσία του είδους μας, της αγέλης μας. Όσο γρήγορα κι αν ξεχωρίζουμε τους ομοίους μας, με τη γνωστή μυωπία, από πέντε βήματα απόσταση, σε ωφέλιμους και επιβλαβείς, κάλους και κακούς ανθρώπους, όταν κάνουμε κάποιο συνολικό απολογισμό, όταν σκεφτόμαστε το όλον περισσότερο, γινόμαστε δύσπιστοι μπροστά & αυτό το ξεκαθάρισμα και τον διαχωρισμό και τελικά τον παρατάμε. Ακόμη κι ο πιο επιβλαβής άνθρωπος είναι ίσως ο πιο ωφε'λιμος όσον αφορά στη διατήρηση του είδους: κι αυτό, επειδή διατηρεί είτε μέσα του είτε στους άλλους (μέσω της επίδρασης που ασκεί σ' αυτούς) ενορμήσεις δίχως τις οποίες η ανθρωπότητα θα είχε προ πολλού χαλαρώσει ή σαπίσει. Το μίσος, η χαιρεκακία, η δίψα για αρπαγή και για κυριαρχία, κι ό,τι άλλο ονομάζεται κακό, ανήκουν στην εκπληκτική οικονομία της διατήρησης του είδους, ασφαλώς σε μια οικονομία δαπανηρή, σπάταλη και εν συνόλω υπέρμετρα τρελή: είναι αποδεδειγμένο γεγονός όμως ότι αυτή διατήρησε το είδος μας ώς τώρα. Δεν ξέρω πια αν εσυ, αγαπητέ μου συνάνθρωπε και πλησίον, θα μπορούσες να ζήσεις αποκλειστικά προς ζημίαν του είδους, άρα «παράλογα» και «κακά». Εκείνο που είχε μπορέσει να βλάψει το είδος, ίσως έχει πεθάνει εδώ και πολλούς αιώνες και ανήκει τώρα σ' εκείνα τα πράγματα που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει ούτε ο ίδιος ο Θεός. Υποτάξου στις καλύτερες ή τις χειρότερες επιθυμίες σου, και προπάντων: τράβα στον αφανισμό σου! -και σης δυο περιππόσεις θα παραμένεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ενισχυτής και ευεργέτης της ανθρωπότητας, και γι' αυτό θα δικαιοϋσαι να βρίσκεις ανθρώ27. Η άποτίτη αιπη του Νίτσε για τη διατήρηση του είδους, όπου κάθε άτομο κάνει ό,τι μπορεί για να μην αλλάξει το είδος, είναι τελείως α\η(θετη από εκείνη nwu διατύπωσε ο Δαρβίνος στο έργο του Η καταγωγή των ειδών (1854). Ο Νίτσε μιλά βέβαια μΰνο για το ανθρώπινο είδος.
38
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
πους που θα σε εξυμνούν -αλλά και ανθρώπους που θα σε χλευάζουν! Ποτε' όμως δεν θα βρεις κάποιον που θα ήξερε να σε γελοιοποιήσει ολοκληρωτικά, εσένα, το μεμονωμένο άτομο, ακόμη και στα καλύτερα στοιχεία που έχεις, και να σε κάνει να νιώσεις, τόσο όσο θα απαιτούσε η αλήθεια, την απέραντη μυγίσια και βατραχίσια κακομοιριά σου! Μέχρι τώρα, ακόμη και οι άριστοι δεν είχαν αρκετή αίσθηση της αλήθειας, ακόμη και οι πιο προικισμένοι είχαν πάρα.πολύ λίγο πνεύμα ώστε να γελάσουν με τον εαυτό τους -όπως θα απαιτούσε η πλήρης αλήθεια] Ίσως όμως υπάρχει ακόμη κάποιο μέλλον για το γέλιο! Κι αυτό θα γίνει όταν η θέση «το είδος είναι το παν, ο ένας είναι κανένας» ενσωματωθεί στην ανθρωπότητα, κι όταν η πρόσβαση σ' αυτή την έσχατη απελευθέρωση και ανευθυνότητα είναι ανοιχτή σε όλους ανά πάσα στιγμή. Ίσως συνδεθεί τότε το γέλιο με τη σοφία, ίσως να υπάρχει τότε μόνον η «χαρούμενη επιστήμη». Για την ώρα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Για την ώρα, η κωμωδία της ενθαδικής ύπαρξης δεν «απέκτησε ακόμη συνείδηση» του εαυτού της. Για την ώρα συνεχίζουμε να ζούμε στην εποχή της τραγωδίας, στην εποχή των ηθικών και των θρησκειών. Τι σημαίνουν οι συνεχείς εκ νέου εμφανίσεις αυτών των ιδριττών ηθικών και θρησκειών, αυτών των υποκινητών αγώv(i)v γύρω από ηθικές εκτιμήσεις, αυτών των δασκάλων των τύψεων και των θρησκευτικών πολέμων; Τι σημαίνουν αυτοί οι ήρωες πάνω σ' αυτή τη σκηνή; Γιατί μέχρι τώρα αυτοί ήταν οι ήρωες αυτής της σκηνής και καθετί άλλο, που για ένα διάστημα ήταν το μόνο ορατό και εγγύτατο, χρησίμευε πάντα για την προετοιμασία αυτών των ηρώοιν, είτε ως μηχανισμοί και παρασκήνια είτε με τον ρόλο των έμπιστων και των θαλαμηπόλων. (Οι ποιητές^, παραδείγματος χάρη, ήταν πάντα θαλαμηπόλοι κάποιας ηθικής.) -Είναι αυτονόητο πως αυτοί οι τραγωδοί δουλεύουν επίσης υπέρ των συμφερόντων του είδους, ακόμη κι αν πιστεύουν πως δουλεύουν για το συμφέρον του Θεού και ως απεσταλμένοι του Θεού. Κι αυτοί επίσης προωθούν τη ζωή του είδους, προωθώντας την πίσιη στη ζωή. «Αξίζει τον κόπο να ζεις» -αυτό λένε όλοι τους-, «υπάρχει κάτι σ' αυτή τη ζωή, υπάρχει κάτι πίσω από τη ζωή, κάτω από τη ζωή· προσέξι:ε!» Από καιρού σε καιρό, η ενόρμηση α\πή, που υπάρχει εξίσου και στους ανώτερους και στους πιο κοινούς ανθρώπους - η ενόρμηση της διατήρησης του είδους- αναδύεται ως λογικό^' (Vernunft) και πάθος του πνεύματος. Τότε συνοδεύεται από μια λαμπρή ακολουθία 28.0 Νίτσε μπορεί να έχει εδώ στο νου του τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο οποίος τέθηκε, σισν Πάραιφαλ, στην υπηρεσία της «ηθικής του οίκτου» του Σοπενάουερ. 29. Η λέξη αποδίδεται σία ελληνικά και «Λόγος».
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
39
λόγων (αιτιών) και προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις να μας κάνει να ξεχάσουμε πώς κατά βάθος είναι ένστικτο, ενόρμηση, τρέλα, έλλειψη λόγων. Πρέπει να αγαπάμε τη ζωή για το λόγο ort-! Ο άνθρωπος πρέπει να προαγάγει τον εαυτό του και τον πλησίον του, για το λόγο ότι-\ Πόσα ονόματα παίρνουν και θα πάρουν στο μέλλον όλα αυτά τα Πρέπει και τα Επειδή! Και, προκειμένου αυτό που συμβαίνει αναγκαία και πάντα, από μόνο του και δίχως κανένα σκοπό, να φανεί στο εξής ότι γίνεται για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό και να επιβληθεί με προδηλότητα στους ανθρώπους ως λογικό και έσχατη εντολή, εμφανίζεται ο ηθικοδιδάσκαλος στη σκηνή, ως δάσκαλος «του σκοπού της ενθαδικής ύπαρξης». Και, για να πετύχει το έργο του, επινοεί μια δεύτερη και διαφορετική ενθαδική ύπαρξη, και ξεκαρφώνει, με την καινούργια του μηχανική, την παλιά, συνηθισμένη ενθαδική ύπαρξη από τους παλιούς, συνηθισμένους μεντεσέδες της. Μάλιστα! Δεν θέλει καθόλου να γελάμε με την ενθαδική ύπαρξη ή με τον εαυτό μας - ή μ' αυτόν. Γι' αντόν, ένας είναι πάντα ένας, κάτι πρώτο και έσχατο και πελώριο' γι' αυτόν δεν υπάρχει είδος, αθροίσματα, μηδενικά. Όσο τρελές και παραληρηματικές κι αν είναι οι επινοήσεις και οι εκτιμήσεις του, όσο κι αν παρανοεί την πορεία της φύσης και αρνείται τις συνθήκες της (και όλες οι ηθικές μέχρι τώρα ήταν τόσο τρελές και αντίθετες προς τη φύση που καθεμιά απ' αυτές θα κατέστρεφε την ανθρωπότητα στην περίπτωση που θα κατάφερνε να την εξουσιάσει), μολαταύτα! κάθε φορά που ο «ήρωας» εμφανιζόταν στη σκηνή, κάτι καινούργιο συνέβαινε, το φρικτό αντίθετο του γέλιου, το δυνατό ταρακούνημα που νιώθουν πολλά άτομα στη σκέ·ψη: «Ναι, η ζωή αξίζει! Ναι, είμαι άξιος να ζω!» Η ζωή κι εγώ κι εσύ και όλοι μαζί ξαναγινόμασταν ενδιαφέροντες για κάποιο διάστημα. -Είναι αναντίρρητο ότι με τον καιρό όλοι αυτοί οι μεγάλοι δάσκαλοι του σκοπού υποτάχθηκαν στο γέλιο, στο λογικό και στη φύση: η σύντομη τραγωδία τελείωνε πάντα και επέστρεφε στην αιώνια κωμωδία της ενθαδικής ύπαρξης· και τα «αναρίθμητα κύματα του γέλιου» -για να επαναλάβουμε τα λόγια του Αισχύλου^- σκέπαζαν μοιραία στο τέλος και τον μεγαλύτερο απ' αυτούς τους τραγωδούς. Όμως, παρά την ύπαρξη του διορθωτικού αυτού γέλιου, η ανθρώπινη φύση έχει αλλάξει συνολικά από την αδιάλειπτη επανεμφάνιση αυτών των δασκάλων του σκοπού της ενθαδικής ύπαρξης: τώρα έχει μία επιπλέον ανάγκη, την ανάγκη της συνεχούς εμφάνισης τέτοιων δασκάλων και διδασκαλιών για το «σχοπό». Ο άνθρωπος έχει γίνει βαθμιαία ένα χιμαιρικό ζώο που έχει να εχπληρ(όσει μια συνθήκη ύπαρξης παραπάνω από κάθε άλλο ζώο: ο άνθραητος 30. Ανακριβής μετάφραση τοιν στίχων 89-90 του Προμι^θέα δείκτη του Αυϊχύλου.
40
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
οφείλει από καιρού σε καιρό να πιστεύει πως γνωρίζει το γιατί υπάρχει· το είδος του δεν θα μπορούσε να ευδοκιμήσει χωρίς μια περιοδική εμπιστοσύνη στη ζωή! -χωρίς μια πίστη ότι υπάρχει λογική μέσα στη ζωή] Και η ανθρώπινη (ρυλή δεν θα πάψει να θεσπίζει από καιρού σε καιρό: «Υπάρχει κάτι με το οποίο στο εξής δεν πρέπει πια καθόλου να γελάμε!» Και ο πιο προνοητικός φίλος του ανθρώπου θα προσθέτει: «Στα μέσα και στις αναγκαιότητες για τη διατήρηση του είδους δεν ανήκουν μόνο το γέλιο και η χαρούμενη σοφία'', αλλά και το τραγικό μ' όλο το υπέρτατο ά-λογό του (Unfemunfl)». Και συνεπώς! Συνεπώς! Συνεπώς! Ω, με καταλαβαίνετε, αδέλφια μου; Καταλαβαίνετε αυτό τον καινούργιο νόμο της άμπωτης και της πλημμυρίδας; Θα έρθει και η δική μας ώρα!
2. Η διανοητική συνείδηση. -Πάντα κάνω το ίδιο πείραμα κι όμως πάντα αντιστέκομαι σ' αυτό, δεν θέλω να πισιέψω το αποτέλεσμα του, αν και μπορώ να το πιάσω με τα χέρια μου: οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν διανοητική συνείδηση. Πολλές φορές μου φάνηκε μάλιστα πως, όταν απαιτείς μια τέτοια διανοητική συνείδηση, βρίσκεσαι μέσα στις πιο πυκνοκατοικημένες πόλεις τόσο μόνος όσο στην έρημο. Όλοι σε κοιτούν σαν ξένο και συνεχίζουν να δουλεύουν τη ζυγαριά τους ονομάζοντας το ένα καλό και το άλλο κακό. Κανένας τους δεν κοκκινίζει από ντροπή όταν του πεις ότι τα ζύγια του είναι λειψά· κανένας μάλιστα δεν αγανακτεί μαζί σου και ίσως να γελάει με τις αμφιβολίες σου. Θέλω να πω: οι περισσότεροι άνθρωποι δεν βρίσκουν πως είναι αξιοκατάκριτο το να πιστεύουν το ένα ή το άλλο και να ζουν σύμφωνα μ' αυτή την πίστη, χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει εκ των προτέρων τους έσχατους και πιο σίγουρους λόγους για το υπέρ και το κατά και χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να αναζητούν εκ των υστέρων αυτούς τους λόγους. Οι πιο προικισμένοι άντρες και οι πιο ευγενείς γυναίκες ανήκουν σ' αυτούς τους «περισσότερους». Τι με νοιάζει όμως εμένα η καλή καρδιά, η φινέτσα και η ευφυΐα, όταν ο άνθρωπος που έχει ατττές τις αρετές ανέχεται την ύπαρξη νωθρών αισθημάτων μέσα στην πίστη και στις κρίσεις του, όταν δεν βλέπει τη λαχτάρα για βεβαιότητα σαν την πιο ενδόμυχη επιθυμία του, σαν την πιο βαθιά ανάγκη του, σαν αυτό που χωρίζει τους ανώτερους ανθρώπους από τους κατώτερους! Σ' ορισμένους ευσεβείς ανθρώπους βρήκα ένα μίσος εναντίον του λογικού και στάθηκα καλός μαζί τους: γιατί αυτό το μίσος τουλάχιστον πρόδιδε την κακή διανοητι31. Weisheit wti όχι Wissenschaft (=επΐ(τπίμη).
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
41
κή τους συνείδηση! Αλλά να βρίσκεσαι καταμεσής σ' αυτή την rerum concprdia discors [ασυμφωνη συμφωνία των πραγμάτων]" και σ' όλη αυτή τη θαυμαστή αβεβαιότητα και πσλυσημαντότητα της ενθαδικής ύπαρξης και να μη ρωτάς, να μη ριγείς από την επιθυμία και την ευχαρίστηση να ρωτήσεις, να μη μισείς τουλάχιστον όποιον ρωτάει κα'- μάλιστα να διασκεδάζεις μέχρι κορεσμού μ' αυτόν -αυτό εγώ το αισθάνομαι αξιοκαταφρόνητο, και αυτό το αίσθημα ψάχνω πρώτα να βρω στον καθένα: κάποια τρέλα με πείθει πάντα πως κάθε άνθρο>πος έχει αυτό το αίσθημα επειδή απλώς είναι άνθρωπος. Αυτή είναι η δική μου αδικία.
3. Ευγενής και κοινός. - Ό λ α τα ευγενή και μεγαλόψυχα αισθήματα φαίνονται στις κοινές φΰσεις ως στερούμενα σκοπού και γι' αυτό κατά πρώτο αναξιόπιστα. Κλείνουν το μάτι με νόημα όταν ακούν να γίνεται λόγος γι' αυτά και μοιάζουν σαν να θέλουν να πουν: «Σίγουρα κάποιο όφελος κρύβεται εδώ, δεν μπορεί να δει κανείς πίσω από όλους τους τοίχους». Είναι καχύποπτοι απέναντι στον ευγενή άνθρωπο, σαν να επιδίωκε αυτός να αντλήσει όφελος από πλάγιους δρόμους. Αν πειστούν όμως με εξαιρετική σαφήνεια για την απουσία εγωιστικών προθέσεων και κερδών, βλέπουν τον ευγενή άνθρωπο σαν κανένα τρελό" τον περιφρονούν όταν χαίρεται και γελούν με τη λάμψη των ματιών του. «Πώς μπορεί κανείς να χαίρεται με το ότι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση; Πώς μπορεί να θέλει να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση ενώ έχει τα μάτια ανοιχτά; Σίγουρα το ευγενές αίσθημα πρέπει να σχετίζεται με κάποια αρρώστια του λογικού.» Έτσι σκέφτονται και κοιτούν περιφρονητικά, όπως περιφρονούν και τη χαρά που αντλεί ένας τρελός από την ιδεοληψία του. Αυτό που διακρίνει τη συνηθισμένη φύση είναι ότι έχει πάντα στραμμένα τα μάτια στο όφελός της και ότι αυτή η σκέψη σχετικά με το σκοπό και το όφελος είναι πιο ισχυρή κι από τις ισχυρότερες ενορμήσεις της. Σοφία και φιλαυτία των φύσεων αυτών είναι να μην επιτρέπουν σ' αυτές τις ενορμήσεις να τις παρασύρουν σε πράξεις στερούμενες σκοπού. Σε σύγκριση με τη συνηθισμένη φύση, η ανώτερη qpOση είναι πιο ανορθολογική, διότι εκείνοι που είναι ευγενείς, εχείνοι που δείχνουν μεγαλοψυχία και αυτοθυσία υποκύπτουν πράγμοπι σης ενορμήσεις τους, και όταν βρίσκονται στις καλύτερες στιγμές τους, το λογιχά τους σταματάει να λειτουργεί. Έ ν α ζώο που με κίνδυνο της ζωής του προστατεύει τα μικρά του ή που ακολουθεί το θηλυκό ακόμη και σιο 32. Η έκφραση είναι του λατίνου ποιητή Οράτιου, Epistulae, 1,12,19.
42
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
θάνατο κατά τη διάρκεια της περιόδου του οργασμοτ3, δεν σκε'φτεται τον κίνδυνο και το θάνατο· το λογικό του σταματάει, γιατί η ευχας.ΐ5τηοη που του παρέχουν τα μικρά ή το θηλυκό και ο φόβος μήπως τη στερηθεί το κυριεύουν ολοκληρωτικά· το ζώο γίνεται πιο ηλίθιο απ ό,τι συνήθως -όπως ακριβώς εκείνοι που είναι ευγενείς και μεγαλόψυχοι. Αυτοί ε'χουν κάποια αισθήματα αρέσκειας και απαρέσκειας σε τέτοια ένταση που αναγκάζουν τον νου να σιωπήσει ή να τα υπηρετήσει: τη στιγμή εκείνη η καρδιά τους μπαίνει στο κεφάλι και τότε μιλάμε για «πάθος». (Μερικές φορές συναντάμε και το αντίθετο, και μάλιστα την «αντιστροφή του πάθους»· παραδείγματος χάρη στην περίπτωση του Φοντενέλ^^, στην καρδιά του οποίου μια φορά κάποιος ακούμπησε το χέρι του και του είπε: «Αυτό που έχετε εκεί, αγαπητέ μου, είναι κι αυτό μυαλό'S>.) Το ά-λογο ή το ανάποδο λογικό του πάθους είναι αυτό που περιφρονεί ο κοινός άνθρωπος στον ευγενή, ιδιαίτερα όταν το πάθος αυτό στρέφεται σε αντικείμενα που η αξία τους του φαίνεται εντελώς χιμαιρική και αυθαίρετη. Ενοχλείται μ' εκείνον που υποκύπτει στο πάθος της λαιμαργίας, αλλά καταλαβαίνει τουλάχιστον το δέλεαρ που γίνεται εδώ τύραννος· δεν καταλαβαίνει όμως, παραδείγματος χάρη, πώς μπορεί κάποιος να ριψοκινδυνεύει την υγεία του και την υπόληψη του για χάρη του πάθους για γνώση. Το γούστο της ανώτερης φύσης στρέφεται σε εξαιρέσεις, σε πράγματα που συνήθως αφήνουν αδιάφορους τους περισσότερους ανθρώπους και που μοιάζουν να μην έχουν καμιά γλύκα· η ανο&τερη (ρύση έχει ένα ξεχωριστό μέτρο της αξίας. Κατά το πλείστον όμως όεν πιστεύει ότι έχει στην ιδιοσυγκρασία της του γούστου ένα ξεχωριστό μέτρο της αξίας και μάλλον θέτει τις αξίες και τις απαξίες της ως γενικά έγκυρες κι έτσι πέφτει στο ακατανόητο και στο μη πρακτικό. Μια ανώτερη φύση πολύ σπάνια διατηρεί αρκετό λογικό ώστε να καταλάβει και να μεταχειριστεί τους καθημερινούς ανθρώπους ως τέτοιους- κατά κανόνα δέχεται ότι το δικό της πάθος υπάρχει κρυμμένο σ' όλους τους ανθρώπους, και αυτή ακριβώς η πίστη τη γεμίζει φλόγα και ευγλωττία. Όταν λοιπόν τέτοιοι άνθρωποι-εξαιρέσεις δεν αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως εξαίρεση, πώς είναι δυνατόν ποτέ να καταλάβουν τις κοινές φύσεις και να προβούν σε μια αμερόληπτη εκτίμηση του κανόνα! -Έτσι λοιπόν μιλούν κι awoi για την τρέλα, για το αλυσιτελές και για τις φαντασιοκοπίες της ανθρωπότητας, έκπληκτοι από την τόσο τρελή τρεχάλα αυτού του κόσμου και από το ότι δεν αναγνωρίζει αυτό πσυ του «είναι απαραίτητο». -Αυτή είναι η αιώνια αδικία που κάνουν οι ευγενείς. 33. Μπερνάρ Φαντενέλ (1657-1757), γάλλος φιλόσοφος και ποιητής, 34. Hippolyte T&iac,L'Ancien Regime, 1875, II, 2, § 4.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
43
4. Τι διατηρεί το είδος. -Τα πιο ισχυρά και τα πιο κακά πνεύματα ήταν εκείνα πόυ συνέβαλαν περισσότερο απ' όλους μέχρι σήμερα στην προαγωγή της ανθρωπότητας: πάντοτε ξανάναβαν τα κοιμισμένα πάθη -κάθε οργανωμένη κοινωνία αποναρκώνει τα πάθη- και πάντοτε ξυπνούσαν την αίσθηση της σύγκρισης, της αντίφασης, της ευχαρίστησης με το καινούργιο, το ριψοκίνδυνο, το αδοκίμαστο" ανάγκαζαν τσυς ανθρώπους να αντιπαρατάσσουν γνώμη με γνώμη, πρότυπο με πρότυπο. Κι αυτό με τα όπλα, αναποδογυρίζοντας τα ορόσημα, τις περισσότερες φορές παραβιάζοντας τις ευσέβειες -αλλά και δημιουργώντας καινούργιες θρησκείες και ηθικές! Σε κάθε δάσκαλο και κήρυκα τον καινούργιου συναντάμε την ίδια «κακία» που διασύρει κάθε κατακτητή -αν και εκδηλώνεται με λεπτότερο τρόπο, χωρίς να κινητοποιεί άμεσα τους μυς (και γι' αυτό το λόγο δεν διασύρει και τόσο!). Το καινούργιο όμως είναι σε κάθε περίπτωση το κακό, αυτό που θέλει να εκπορθήσει και να ανατρέψει τα παλιά ορόσημα και τις παλιές ευσέβειες· και μόνο το παλιό είναι το καλό^^! Οι καλοί άνθρωποι κάθε εποχής είναι εκείνοι που παραχιόνουν βαθιά τις παλιές σκέψεις και τις κάνουν να καρπίζουν -είναι οι αγρότες του πνεύματος. Στο τέλος όμως κάθε χωράφι εξαντλείται, και το αλέτρι του κακού πρέπει να έρθει πάλι και πάλι. -Σήμερα υπάρχει μια θεμελιωδώς εσφαλμένη διδασκαλία της ηθικής, την οποία εκτιμούν ιδιαίτερα στην Αγγλία: η διδασκαλία αυτή υποστηρίζει ότι οι κρίσεις «καλό» και «κακό» είναι άθροισμα των εμπειριών σχετικά με το «κατάλληλο για κάποιο σκοπό» και το «ακατάλληλο για κάποιο σκοπό"»· κατ' αυτήν, καλό είναι καθετί που διατηρεί το είδος, ενώ κακό καθετί που το βλάπτει. Στην πραγματικότητα όμως, οι κακές ενορμήσεις είναι σε εξίσου υψηλό βαθμό κατάλληλες για κάποιο σκοπό, ευνοϊκές για τη διατήρηση του είδους και απαραίτητες με τις καλές: η λειτουργία τους είναι απλώς διαφορετική.
5. Απόλυτα καθήκοντα. - Ό λ ο ι οι άνθρωποι που αισθάνονται ότι χρειάζονται τις πιο δυνατές λέξεις και τόνους, τις πιο εύγλοϊττες χ ε ι ^ νομίες και στάσεις, για να μπορέσουν γενικά να ενεργήσουν, οι επαναστάτες πολιτικοί, οι σοσιαλιστές, οι κήρυκες της χρισηανικής ή όχι μετάνοιας, όλοι εκείνοι δηλαδή που αντιπαθούν τις μισές επιτυχίες: όλοι 35. Πρβλ. τι λέει ο Νίτσε για την «ηθικότητα το>ν ηθών» σιη Χαραυγή, § 9. 36.0 Νίτσε αναφέρεται εδώ στη θεωρία του άγγλου ε|ελικτικισιή φιλοσόφου Χέρμπερτ Σπε'νσερ (1820-1903) όπως διατυπώνεται στο έργο του Data of EMcs. Βλ. επίσης την «Πρώτη πραγματεία» της /ϊνεαίο^/ας της ηθικής του Νίτσε.
44
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
αυτοί οι άνθρωποι μιλούν για «καθήκοντα» και μάλιστα για καθήκοντα που έχουν το χαρακτήρα του απόλυτου. Δίχως αυτά, δεν θα είχαν κανε'να δικαίωμα οτο μεγάλο πάθος τους: το ξέρουν αυτό πολύ καλά! Γι' αυτό πιάνονται πάντα από φιλοσοφίες της ηθικής που κηρύττουν κάποια κατηγορική προσταγή^', ή παίρνουν μια γερή δόση θρησκείας, όπως έκανε παραδείγματος χάρη ο Ματσίνι'®. Επειδή θέλουν να τους εμπιστεύονται απόλυτα οι άλλοι, χρειάζεται να αναπτύξουν πρώτα απ' όλα μια απόλυτη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, στη βάση κάποιας έσχατης, αναντίρρητης και καθ' εαυτήν υπέροχης εντολής· θέλουν να νιώθουν πως είναι υπηρέτες και όργανα της και να περνούν για τέτοιοι. Εδώ έχουμε τους πιο φυσικούς και κατά το πλείστον πιο σημαίνοντες αντίπαλους του ηθικού διαφωτισμού και σκεπτικισμού· είναι όμως σπάνιοι. Αντίθετα, μια πολύ ευρεία τάξη τέτοιων αντιπάλων βρίσκεται παντού όπου το συμφέρον διδάσκει την υποταγή, ενώ η υπόληψη και η τιμή μοιάζουν να την απαγορεύουν. Όποιος νιώθει απαξιωμένος ατη σκέψη να είναι όργανο ενός ηγεμόνα, ενός κόμματος, μιας αίρεσης ή, ακόμα χειρότερα, μιας οικονομικής δύναμης, επειδή, παραδείγματος χάρη, είναι απόγονος μιας παλιάς και περήφανης οικογένειας, αλλά θέλει ή οφείλει μολαταύτα να είναι τέτοιο όργανο ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον της κοινής γνώμης, χρειάζεται εμφατικές αρχές που να μπορεί να τις ξεστομίζει όποτε θέλει: αρχές ενός απόλυτου καθήκοντος σης οποίες μπορεί κανείς να υποτάσσεται και να δείχνει υποταγμένος δίχως να ντρέπεται. Κάθε εκλεπτυσμένη δουλοπρέπεια κρατιέται γερά από την κατηγορική προσταγή και είναι ο θανάσιμος εχθρός εκείνων που θέλουν να απαλλάξουν το καθήκον από τον απόλυτο χαρακτήρα του- αυτό ζητάει απ' αυτούς η ευπρέπεια, κι όχι μόνον η ευπρέπεια.
6, Απώλεια αξιοπρέπειας. - Ο στοχασμός έχει χάσει όλη την αξιοπρέπεια της μορφής, το τυπικό και οι επίσημες χειρονομίες του στοχασμού έχουν γελοιοποιηθεί, κι ένας σοφός άνθρωπος παλαιού στιλ θεωρείται ανυπόφορος. Σκεφτόμαστε πολύ γρήγορα, στη διαδρομή, βαδίζοντας, κάνοντας τις κάθε λογής δουλειές μας, ακόμη κι όταν σκεςπόμαστε το πιο σοβαρό θέμα· δεν χρειαζόμαστε πολλή προετοιμασία ούτε πολλή σιωπή: όλα γίνονται σαν να έχουμε στο κεφάλι μας μια αεικίνητη 37. Κοηάτον Kavt, υπάρχει μία μόνο κατηγορική προσταγή: «Να πράττεις πάντα μόνο βάσει εκείνης της αρχής που θα ήθελες, συγχρόνως, να καταστεί καθολικός νόμος». Προ(ρανης η ειρωνική κριτική του Νίτσε. 38. Τζιουζέπε Μαισίνι (1808-1872), ιταλός πατριώτης και επανασιάτης.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
45
μηχανή που συνεχίζει να δουλεΰει ακόμη και κάτω από τις δυσμενέσιερες συνθήκες. Παλιότερα μπορούσες να πεις, βλέποντας απλώς κάποιον, ότι ήθελε να σκεφτεί -αυτό ήταν η εξαίρεση!-, ότι ήθελε τώρα να γίνει σοφότερος και ότι προετοιμαζόταν για μια σκέψη: το πρόσωπό του έπαιρνε ένα ύφος σαν να προσευχόταν, και σταματούσε να περπατάειστεκόταν μάλιστα ώρες ακίνητος στη μέση του δρόμου, όταν «ερχόταν» η σκέψη -στο ένα πόδι ή και στα δυο". Τόσο «άξιζε το πράγμα»!
7. Κάτι για τους εργατικούς. -Όποιος θέλει σήμερα να κάνει αντικείμενο μελέτης τα ηθικά πράγματα ανοίγει μπροστά του ένα τεράστιο πεδίο εργασίας. Όλα τα είδη παθών πρέπει να εξεταστούν χωριστά, να αναζητηθούν ένα-ένα μέσα σε διαφορετικές εποχές, λαούς, μεγάλα και μικρά άτομα· πρέπει να βγει στο φως όλη η λογική τους, οι τρόποι τους να εκτιμούν τις αξίες και να διευκρινίζουν τα πράγματα! Μέχρι τώρα δεν έχει γραςττεί η ιστορία κανενός πράγματος από εκείνα που δίνουν χρώμα στην ενθαδική ύπαρξη: πού μπορείτε να βρείτε μια ιστορία του έρωτα, της απληστίας, του φθόνου, της συνείδησης, της ευσέβειας, της σκληρότητας; Μας λείπει εντελώς ακόμη και μια συγκριτική ιστορία του δικαίου ή απλώς των ποινών. Έκανε κανείς ποτέ μια μελέτη για τους διαφορετικούς τρόπους διαίρεσης της μέρας, για τις συνέπειες που έχει ένα κανονικό πρόγραμμα για την εργασία, για τις γιορτές και για τις μέρες σχόλης; Τι ξέρουμε για τα ηθικά αποτελέσματα το)ν διαφόρων τροφών; Υπάρχει καμιά φιλοσοφία της διατροφής; (Ο διαρκώς αναζο)πυρούμενος θόρυβος υπέρ και κατά της φυτοφαγίας αποδεικνύει πως δεν υπάρχει τέτοια φιλοσοφία!) Συγκέντρωσε κανείς ποτέ τις εμπειρίες της ζωής σε κοινότητα -παραδείγματος χάρη στα μοναστήρια; Παρουσιάστηκε ποτέ η διαλεκτική του γάμου και της φιλίας; Βρήκαν τους στοχαστές τους τα ήθη των σοφών, των εμπόρων, των καλλιτεχνών ή των τεχνιτών; Υπάρχουν τόσα πολλά εδώ που πρέπει να σκεφτούμε! Ερευνήθηκαν ποτέ σε βάθος όλα όσα θεώρησαν μέχρι σήμερα οι άνθρωποι «όρους της ύπαρξης τους», κι όλο το λογικό, το πάθος και η δειςηδαιμονία που τους οδήγησαν να τα δουν έτσι; Η παρατήρηση και μόνο των διαφορετικών μορφών ανάπτυξης που πήραν και παίρνουν ακόμη οι ανθρώπινες ενορμήσεις ανάλογα με τα διάφορα ηθιχά κλίματα δίνει κιόλας πολλή δουλειά στους πιο εργατικούς. Για να εξαντληθούν οι διάφορες οπτικές γωνίες και το υλικό του θέματος αυτού χρειάζονται ολόκληρες γενιές, γενιές σοφών που θα συνεργάζονταν συστηματικά. Το 39. Πρβλ. Ώλάναν,Αλκφιάδηςδείίτερος, Α.
46
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ίδιο ισχύει και για την κατάδειξη των λόγων που εξηγούν τις διαφορές μεταξύ ηθικών κλιμάτων {«γιατί ο ήλιος μιας θεμελιώδους ηθικής κρίοτης και ενός βασικού κριτηρίου αξίας λάμπει εδώ -κι ένας άλλος εκεί;»). Και μια άλλη δουλειά θα ήταν να προσδιοριστεί η σφαλερότητα όλων αυτών των λόγων και ολόκληρη η ουσία της ηθικής κρίσης μέχρι τώρα. Κι αν υποθέσουμε πως γίνονταν όλες αυτές οι δουλειές, τότε θα εμφανιζόταν στο προσκήνιο το πιο ακανθώδες ερώτημα: μπορεί η επιστήμη να παράσχει σκοπούς στη δράση, μια που έχει αποδείξει πως μπορεί να πάρει τέτοιους σκοπούς και να τους εκμηδενίσει; -Και τότε θα μπορούσε να αρχίσει ένας πειραματισμός ικανός να ικανοποιήσει οποιονδήποτε ηρωισμό, ένας πειραματισμός που θα διαρκούσε αιώνες και που θα έβαζε στη σκιά όλα τα μεγάλα έργα και τις θυσίες τής μέχρι τούδε ιστορίας. Η επιστήμη δεν έχτισε ακόμη τα κυκλώπεια κτίρια της· θα έρθει η ώρα και γι' αυτό!
8. Ασύνειδες"" αρετές. -Όλες οι ιδιότητες ενός ανθρώπου τις οποίες έχει συνειδητοποιήσει αυτός -και ιδίως όταν υποθέτει ότι είναι εξίσου ορατές και προφανείς στον περίγυρο του- υπόκεινται σε εντελώς διαφορετικούς νόμους εξέλιξης από εκείνες τις ιδιότητες τις οποίες είτε δεν τις ξέρει καλά είτε καθόλου και οι οποίες κρύβονται λόγω της λεπτότητάς τους ακόμη και από τον πιο λεπταίσθητο παρατηρητή και ξέρουν, θαρρείς, να κρύβονται πίσω από το τίποτα. Το ίδιο συμβαίνει με τα κομψότατα σκαλίσματα που υπάρχουν στις φολίδες των ερπετών: θα ήταν λάθος να τα πάρουμε για στολίδι ή όπλο -επειδή φαίνονται μόνο κάτω από ένα μικροσκόπιο, άρα κάτω από ένα τεχνητά οξυμένο μάτι, το οποίο δεν διαθέτουν καθόλου παρόμοια ζώα για τα οποία τα σκαλίσματα αυτά θα σήμαιναν στολίδι ή όπλο! Οι ορατές ηθικές μας ιδιότητες, και ιδιαίτερα εκείνες για τις οποίες πιστεύουμε ότι είναι ορατές, ακολουθούν τη δική τους πορεία- και οι αόρατες, που έχουν τα ίδια ονόματα με τις πρώτες και που στη σχέση μας με τους άλλους δεν μπορούν να μας χρησιμέψουν σαν όπλα ή στολίδια, ακολουθούν επίσης τη δική τους πορεία: πιθανόν μια πορεία εντελώς διαφορετική και με γραμμές, λεπτουργήματα και σκαλίσματα που ίσως θα μπορούσαν να ευχαριστήσουν έναν θεό εφοδιασμένο μ' ένα θεϊκό μικροσκόπιο. Έχουμε, 40. Ο όρος ασύνειδο {Unbewusst) εγκαινιάστηκε για προίπη φορά το 1869 από το βφλίο του Eduard von Haitmann, Philosophie des Unbewussten, το οποίο είχε διαβάσει επισταμένα ο Νίτσε. Ο Hartmann ονόμαζε «ασύνειδο» αυτό ηου ο Σοπενάουερ αποκαλούσε «θέληση», «τυφλή θέληση για ζωή».
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
47
παραδείγματος χάρη, τη φιλοπονία μας, τη φιλοδοξία μας, την οξυδέρκειά μας - όλος ο κόσμος το ξε'ρει αυτό- αλλά επιπρόσθετα έχουμε πιθανόν άλλη μια φορά τη φιλοπονία μας, τη φιλοδοξία μας, την οξυδερκειά μας- για αυτές όμως τις δικές μας φολίδες δεν έχει εφευρεθεί ακόμα μικροσκόπιο! -Και στο σημείο αυτό οι φίλοι της ενστικτικής ηθικότητας·" θα έλεγαν: «Μπράβο! Θεωρεί τουλάχιστον πως μπορεί να υπάρχουν ασυνειδες αρετές -αυτό μας αρκεί!» -Ω, εσείς ολιγαρκείς!
9. Οι εκρήξεις μας. -Αναρίθμητα πράγματα που ιδιοποιήθηκε σε προγενέστερα στάδια η ανθρωπότητα, αλλά με μορφή τόσο αδύναμη και εμβρυακή που κανένας δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την ιδιοποίηση αυτή, έρχονται ξα(ρνικά στο φως πολΰ αργότερα, ίσως αιώνες αργότεραστο μεταξύ έχουν γίνει δυνατά κι έχουν ωριμάσει. Ορισμένες εποχές, όπως και ορισμένοι άνθρωποι, μοιάζουν να μην έχουν καθόλου το τάδε ή το δείνα ταλέντο, την τάδε ή τη δείνα αρετή: περιμένετε όμως τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους, αν μπορείτε να περιμένετε τόσο πολύ θα φέρουν στο φως ό,τι είχαν μέσα τους οι παππούδες τους, ό,τι είχαν μέσα τους δίχως να το ξέρουν ακόμη. Συχνά, ήδη ο γιος αποκαλύπτει τον πατέρα του: ο πατέρας καταλαβαίνει καλύτερα τον εαυτό του από τη στιγμή που έχει ένα γιο. Όλοι έχουμε μέσα μας κρυμμένους κήπους και ςρυτείες· και, για να χρησιμοποιήσω μια άλλη μεταφορά, είμαστε όλοι ηφαίστεια που περιμένουν την ώρα της έκρηξής τους· κανένας δεν ξέρει όμως πότε, σε λίγο ή σε πολύ, θα γίνει η έκρηξη αυτή -ούτε καν ο καλός Θεός.
10. Ένα είδος αταβισμού. -Μου αρέσει να καταλαβαίνω τους σπάνιους ανθρώπους μιας εποχής σαν όψιμους βλαστούς που εμφανίζονται ξαφνικά, όψιμους βλαστούς παλιών πολιτισμών και των δυνάμεων τους: ούτως ειπείν, σαν αταβισμό ενός λαού και των ηθών του: μ' αυτό τον τρόπο υπάρχει πραγματικά ακόμα κάτι για να καταλάβει κανείς κάτι γι' αυτούς! Σήμερα φαίνονται ξένοι, σπάνιοι, ασυνήθιστοι: κι όποιος νιώθει μέσα του αυτές τις δυνάμεις πρέπει να τις τρέφει, να τις υπερασπίζεται, να τις τιμά και να τις καλλιεργεί ενάντια (f έναν άλλο κόσμο που είναι εχθρός τους, ώσπου να γίνει είτε ένας μεγάλος άνθροιπος είτε 41.0 Σοπενάουερ υποστήριζε άτι ο οίκτος είναι αναντίρρητο γεγονός της ανθρωιανης οτυνείδησης, «πρωταρχικό και άμεσο προϊόν της φύσης», μη εξαρτώμενο από συνθήκες όπως αντιλήψεις, θρησκείες, δόγματα, παιδεία κτλ.
48
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ένας τρελός και εκκεντρικός, εκτός κι αν χαθεί στο μεταξύ. Άλλοτε, οι ίδιες αυτε'ς ιδιότητες ι^ταν συνηθισμένες και γι' αυτό θεωρούνταν κοινές: δεν αποτελούσαν διακριτικό σημάδι. Ίσως απαιτούνταν ή προϋποτίθενταν ήταν αδύνατο να γίνεις μεγάλος μέσω αυτών κι αυτό επειδή απλώς δεν υπήρχε κίνδυνος να σε οδηγήσουν στην τρέλα ή στη μοναξιά. -Στις γενεές και στις κάστες που διατηρούν έναν λαό συναντάμε κυρίως αυτούς τους αντίκτυπους των παλιών ενσρμήσεων, ενώ ένας τέτοιος αταβισμός είναι απίθανος εκεί όπου οι φυλές, οι συνήθειες και οι εκτιμήσεις αξιών αλλάζουν πολύ γρήγορα. Γιατί το τέμπο είναι για τις δυνάμεις εξέλιξης των λαών τόσο σημαντικό όσο και για τη μουσική: στην περίπτωση μας, ένα αντάντε της εξέλιξης είναι απαραίτητο ως τέμπο ενός πνεύματος παθιασμένου και αργού: και σ' αυτό το είδος ανήκει πράγματι το πνεύμα των συντηρητικών γενεών·*^.
11. Η συνείδηση. - Η συνείδηση είναι η τελευταία και οψιμότερη εξέλιξη του οργανικού και, συνεπώς, το λιγότερο ολοκληρωμένο, το λιγότερο ισχυρό πράγμα του οργανικού. Από τη συνείδηση προκαλούνται αναρίθμητες λαθεμένες κινήσεις που κάνουν έναν άνθρωπο ή ένα ζώο να χαθεί νωρίτερα απ' ό,τι θα χρειαζόταν, «παρά το ορισμένο από τη μοίρα», όπως λέει ο Όμηρος^'. Αν ο διατηρητικός σύνδεσμος των ενστίκτων δεν ήταν τόσο ισχυρότερος απ' αυτήν, κι αν δεν χρησίμευε στο όλον ως ρυθμιστής, η ανθρωπότητα μοιραία θα χανόταν από τις στραβές κρίσεις και τις φαντασιοπληξίες της -ενώ έχει τα μάτια ανοιχτάαπό τη ρηχότητα και την ευπιστία της, κοντολογίς από τη συνείδησή της· ή, καλύτερα, χωρίς αυτό, η ανθρωπότητα δεν θα υπήρχε εδώ και 42. Σε ένα πολύ οημαντικό απόσπασμα του φθινοπώρου του 1880 (6 [31]), ο Νίτσε γράφει: «Ένα χυδαίο είδος ανθρώπων ανεβαίνει στην εξουσία (στη θέση των ευγενών ή των ιερέων): πρώτα οι έμποροι και αργότερα οι εργάτες. Η μάζα εμφανίζεται επί σκηνής στον ρόλο του Κυρίου: το άτομο οφείλει να χαθεί μέσα σιη μάζα. Μολαταύτα, πάντα γεννιούνται εκείνοι που νωρίτερα θα ανήκαν οτις κυρίαρχες τάξεις, στον κλήρο, στην αριστοκρατία, στη σκέψη. Αυτοί δεν υπολογίζουν το γεγονός ότι η θρησκεία, η μεταφυσική, η ευγένεια έχουν καταστραφεί και ότι το Ατομο δεν έχει πλέον νόημα. Είναι οι 'Οψιμοι. Οφείλουν να βρουν ένα νόημα, να καθορίσουν ένα σκοπό για να μη βρεθούν σε δύσκολη θέση. [...] Είναι οι παρατηρητές της εποχής τους, ζουν πίσω από τα γεγονότα. [... ] Είμαστε εμιγκρέδες. -Είναι αλήθεια, έχουμε γεννηθεί από άρχοντες και ιερείς [...] τι μας ενδιαφέρουν όμως οι σημερινοί άρχοντες και ιερείς!» 43.0 Νίτσε αναφέρεται στην ομηρική έκφραση υπέρμόρον. Βλ. π.χ. Ιλιάς Ε 674,0 613·Οόΰοσε«ζκ175,π392.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
49
πολυ καιρό! Πριν σχηματιστεί πλήρως και ωριμάσει, μια λειτουργία αποτελεί κίνδυνο για τον οργανισμό: τόσο το καλύτερο αν υποστεί σκληρή τυραννία το ίδιο διάστημα! Έτσι η συνείδηση τυραννιέται σκληρά και τη λιγότερη τυραννία δεν την ασκεί η περηφάνια που έχουμε γι' αυτήν! Νομίζουμε πως η συνείδηση αποτελεί τον πυρήνα του ανθρώπου" πως είναι το μόνιμο, αιώνιο, έσχατο, πιο πρωταρχικό στοιχείο του! Παίρνουμε τη συνείδηση για σταθερό, δεδομένο μέγεθος! Αρνούμαστε την ανάπτυξη της και τις διαλείψεις της! Τη θεωρούμε «ενότητα του οργανισμού»! -Αυτή η γελοία υπερεκτίμηση και παρανόηση της συνείδησης έχει την πολΰ ωφέλιμη συνέπεια να εμποδίζει την υπερβολικά γρήγορη ανάπτυξη της. Επειδή οι άνθρωποι πίστευαν πως διέθεταν ήδη συνείδηση, δεν μπήκαν και πολύ στον κόπο να την αποκτήσουν -και σήμερα ακόμη ισχύει το ίδιο! Να ενσωματώσουμε τη γνώση και να την κάνουμε ενστικτική, αυτό παραμένει πάντα ένα απολύτως καινούργιο καθήκον, το οποίο είναι μόλις αντιληπτό από το ανθρώπινο μάτι, μόλις αναγνωρίσιμο με σαφήνεια, -ένα καθήκον που θα αντιληφθούν μόνον εκείνοι που έχουν καταλάβει ότι μέχρι τώρα ενσωματώναμε μόνο τις πλάνες μας και ότι όλη η συνείδηση μας σχετίζεται με πλάνες!
12. Για τον σκοπό της επιστήμης. -Πώς; Ο τελικός σκοπός της επιστήμης είναι να δώσει όσο το δυνατόν περισσότερη ευχαρίστηση κι όσο το δυνατόν λιγότερη απαρέσκεια στον άνθρωπο; Αν όμως ήταν η ευχαρίστηση και η απαρέσκεια τόσο σφιχτά δεμένες που όποιος θέλει να έχει όσο το δυνατόν περισσότερη από τη μία να είναι υποχρεωμένος να έχει επίσης όσο το δυνατόν περισσότερη και από την άλλη -που όποιος θέλει να μάθει την «αγαλλίαση ώς τον ουρανό""» να είναι υποχρεωμένος να είναι έτοιμος και για τη «θλίψη μέχρι θανάτου·*'»; Και ίσως έτσι έχουν τα πράγματα! Αυτό τουλάχιστον πίστευαν οι στωικοί και ήταν συνεπείς όταν επιθυμούσαν όσο το δυνατόν λιγότερη ευχαρίστηση, προκειμένου να πάρουν από τη ζωή όσο το δυνατόν λιγότερη απαρέσκεια. (Η ρήση που είχαν συνέχεια στα χείλη: «Ο ενάρετος άνθρωπος είναι ο πιο ευτυχισμένος'"», ήταν τόσο ένα έμβλημα της σχολής τους για τη μεγάλη μάζα όσο και μια καζουισιική πονηριά για τους λεπταίσθητους ανθρώπους.) Ακόμη και σήμερα έχετε την ίδια επιλογή: είτε όαο το όννατόν λιγότερη απαρέσκεια, ανυπαρξία πόνου μ' άλλα λόγια -και κατά 44. Βλ. Γκαίτε, Egmont, ΠΙ, 2. 45. Βλ. Κατά Ματθαίον EVOYydXuw, 26,38. 46. Διογένης Λαέρτιος, Φιλοσόφα/νβίων και (κτ/μάκον Εΐααγοίγή, VII. 87.
50
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
βάθος οι σοσιαλιστές και οι πολιτικοί όλων των κομμάτων θα όφειλαν, για να είναι τίμιοι, να μην υπόσχονται στους οπαδούς τους περισσότερα απ' αυτό- είτε όσο το δυνατόν περισσότερη απαρέσκεια ως τίμημα για την ανάπτυξη ενός πλήθους λεπτών ηδονών και τέρψεων που σπάνια τις έχουν γευτεί οι άνθρωποι μέχρι σήμερα! Αν διαλέξετε το πρώτο, αν δηλαδή θελήσετε να μετριάσετε και να μειώσετε την ικανότητα των ανθρώπων να νιώθουν πόνο, τότε είστε υποχρεωμένοι να μετριάσετε και να μειώσετε και την ικανότητά τους για χαρά. Πράγματι, η επιστήμη μπορεί να εξυπηρετήσει και τον έναν και τον άλλο σκοπό! Μέχρι σήμερα είναι ίσως περισσότερο γνωστή για τη δυναμή της να στερεί από τον άνθρωπο τις χαρές του και να τον κάνει πιο ψυχρό, πιο όμοιο με άγαλμα, πιο στωικό, θα μπορούσε να εμφανιστεί μια μέρα και ώς ο μεγάλος κομιστής πόνου- τότε όμως θα μπορούσε ίσως να εμφανιστεί ταυτόχρονα και η αντίθετη δύναμή της, δηλαδή η τεράστια δύναμή της να κάνει να λάμπουν νέοι αστρικοί κόσμοι χαράς!
13. Για τη θεωρία του αισθήματος της δύναμης. -Κάνοντας κανείς καλό ή κακό στους άλλους ασκεί τη δύναμή του πάνω τους -και δεν ζητάει τίποτα περισσότερο! Κάνοντας κακό α' εκείνους τους οποίους οφείλουμε πριν απ' όλα να κάνουμε να νιώσουν τη δύναμή μας· διότι ο πόνος είναι πολύ αποτελεσματικότερο μέσο γι' αυτό από την ηδονή: ο πόνος ροπά πάντα την αιτία, ενώ η ηδονή συνηθίζει να μένει στον εαυτό της και να μην κοιτάει πίσω. Κάνοντας καλό ή θέλοντας το καλό εκείνων που ήδη εξαρτώνται από μας κατά κάποιο τρόπο (που είναι δηλαδή συνηθισμένοι να μας σκέφτονται σαν αιτίες τους)· θέλουμε να αυξήσουμε τη δύναμή τους, επειδή έτσι αυξάνουμε τη δική μας, ή θέλουμε να τους δείξουμε πόσο πλεονεκτικό είναι που βρίσκονται κάτω από τη δύναμή μας -έτσι, θα τους ικανοποιεί περισσότερο η κατάσταση τους, θα είναι πιο εχθρικοί και πιο ετοιμοπόλεμοι απέναντι τους εχθρούς της δυναμής μας. Το να κάνουμε καλό ή κακό μπορεί να συνεπάγεται θυσίες από τη μεριά μας: αυτό όμως δεν αλλάζει καθόλου την τελική αξία των πράξεών μας· ακόμη κι όταν παίζουμε τη ζωή μας, όπως κάνει ο μάρτυρας για χάρη της Εκκλησίας του, αυτό είναι μια θυσία που προσφέρουμε στη δική μας λαχτάρα για δύναμη ή στο σκοπό της διατήρησης του αισθήματος της δύναμης μας. Όποιος νιώθει πως «κατέχει την αλήθεια» -πόσα και πόσα αποκτήματα δεν παρατάει προκειμένου να διασώσει αυτό το αίσθημα! Πόσα και πόσα δεν πετάει προκειμένου να διατηρηθεί «ψηλά», δηλαδή πάνω από τους άλλους, που δεν κατέχουν «την αλήθεια»! Ασφαλώς, η κατάσταση κατά την οποία κάνουμε κακό
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
51
σπάνια είναι εξίσου ευχάριστη, εξίσου ανόθευτα ευχάριστη, με την κατάσταση κατά. την οποία κάνουμε καλό -αυτό είναι ένα σημάδι που δείχνει ότι μας λείπει ακόμα δύναμη ή που προδίδει τον θυμό μας γι' αυτή την ε'λλειψη- είναι μια κατάσταση που φέρνει νέους κινδύνους και αβεβαιότητες για τη δύναμη που κατέχουμε ήδη και σκοτεινιάζει τον ορίζοντά μας με την προοπτική της εκδίκησης, της κοροϊδίας, της τιμωρίας, της αποτυχίας. Μόνον οι πιο ευερέθιστοι και οι πιο άπληστοι άνθρωποι για αίσθημα δύναμης μπορούν να νιώσουν περισσότερη ευχαρίστηση όταν αποτυπώνουν τη σφραγίδα της δύναμης στον ανθιστάμενο; άνθρωποι στους οποίους το θέαμα του ήδη υποταγμένου ανθρώπου (εφόσον είναι αντικείμενο καλοσύνης) είναι βάρος και προκαλεί ανία. Αυτό εξαρτάται από το πώς συνηθίζει κανείς να καρνκενει τη ζωή τουείναι ζήτημα γούστου αν προτιμάει την αργή ή την ξαφνική, τη σίγουρη ή την επικίνδυνη και τολμηρή αύξηση της δύναμής του - η επιλογή του καρυκεύματος εξαρτάται από το ταμπεραμέντο του καθενός. Για τις περήφανες φύσεις η εύκολη λεία είναι κάτι αξιοκαταφρόνητο, νιώθουν καλά μόνον όταν βλέπουν ακατάβλητους ανθρώπους που μπορεί να γίνουν εχθροί τους, και όταν βλέπουν όλα τα αποκτήματα που είναι δύσκολο να κατακτηθούν. Συχνά είναι σκληρές απέναντι σε κάποιον που υποφέρει, επειδή είναι ανάξιος των φιλοδοξιών και της περηφάνιας τουςείναι όμως περιποιητικές για τους ομοίους τους, με τους οποίους θα ήταν τιμητικό να παλέψουν και να συγκρουστούν αν δινόταν κάποτε η ευκαιρία. Κάτω από το καλό αίσθημα αυτής της προοπτικής, οι άνθρωποι της ιπποτικής κάστας συνήθιζαν να μεταχειρίζονται ο ένας τον άλλο με εξαιρετική φιλοφροσύνη. - Ο οίκτος είναι το πιο ευχάριστο συναίσθημα σ' εκείνες τις φύσεις που έχουν ελάχιστη περηφάνια και καμιά βλέψη για μεγάλες κατακτήσεις· γι' αυτές η εύκολη λεία -και εύκολη λεία είναι όλοι όσοι υποφέρουν- είναι κάτι συναρπαστικό. Ο οίκτος εξυμνείται ως η αρετή των πορνών"'.
14. Όλα όσα ονομάζονται αγάπη**. -Δίψα για κατοχή·" και αγάπη: πόσο διαφορετικά αισθανόμαστε ακούγοντας τις δύο αυτές λέξεις! Κι όμως, μπορεί να είναι η ίδια ενόρμηση με δυο ονόματα, την πρώτη φορά συκοφαντούμενη από εκείνους που ήδη έχουν, που η ενόρμηση τους 47. Βασικό κείμενο της κριτικής του οίκτου από τον Νίτσε. Βλ. ζπ((π\ςΟαντ^ρκηος, §7 και εδώ §338. 48. Η παράγραφος αυτή εμπνέεται από το σύγγραμμα του XxacmikDel'anwur, 1822. 49. Habsucht. Η λέξη αποδίδεται και ως «έντονη επιθυμία» και «πλεονεξία».
52
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
έχει καταλαγιάσει κάπως και που φοβούνται για το «έχει» τους· τη δεύτερη φορά από τους ανικανοποίητους και διτρασμένους, και συνεπώς ε|υμνοΰμενη ως «καλή». Η «αγάπη για τον πλησίον μας» -δεν είναι ώθηση για απόκτηση μιας καινούργιας ιδιοκτησίας-, Το ίδιο δεν συμβαίνει και με την αγάπη μας για γνώση, για αλήθεια; Και γενικά με κάθε ώθηση για καινούργια πράγματα; Σιγά-σιγά βαριόμαστε το παλιό, αυτό που κατέχουμε σίγουρα, και απλώνουμε πάλι τα χέρια μας- ακόμη και το πιο όμορφο τοπίο δεν είναι πια σίγουρο για την αγάπη μας όταν ζήσουμε σ' αυτό τρεις μήνες και μια πιο μακρινή ακρογιαλιά προσελκύει την πλεονεξία μας: η κατοχή μικραίνει τις περισσότερες φορές το κατεχόμενο αντικείμενο. Η ευχαρίστηση που νιώθουμε με τον εαυτό μας θέλει να διατηρηθεί τόσο έντονη που αλλάζει πάντα κάτι καινούργιο σε μας τους ίδιους -αυτό ακριβώς ονομάζεται κατοχή. Το να βαριέσαι μια κατοχή σημαίνει πως βαριέσαι τον εαυτό σου. (Μπορεί επίσης να υποφέρεις και από το παραπανίσιο -η επιθυμία να πετάξεις κάτι ή να μοιράσεις κάτι μπορεί επίσης να πάρει το τιμητικό όνομα «αγάπη».) Όταν βλέπουμε κάποιον να υποφέρει, θέλουμε να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία για να τον πάρουμε στην κατοχή μας· αυτό κάνει, παραδείγματος χάρη, ο αγαθοεργός και σπλαχνικός άνθρωπος, και ονομάζει τη δίψα για καινούργια κατοχή που έχει ξυπνήσει μέσα του «αγάπη»· και η ευχαρίστηση που βρίσκει σ' αυτό είναι παρεμφερής με την ευχαρίστηση από την πρόκληση μιας νέας κατάκτησης. Η αγάπη των δυο φύλων είναι εκείνη που προδίδεται καλύτερα ως ώθηση για ιδιοκτησία^®: αυτός που αγαπάει θέλει να είναι μοναδικός και αποκλειστικός κάτοχος του προσώπου που ποθεί, θέλει επίσης να εξουσιάζει απόλυτα την ψυχή και το σώμα του προσώπου αυτού, θέλει να έχει την αποκλειστική αγάπη του, θέλει να ζει και να κυριαρχεί μέσα στην άλλη ψυχή ως το πιο υψηλό και επιθυμητό πράγμα γι' αυτήν. Αν προσέξουμε πως αυτό σημαίνει ότι αποκλείονται οι υπόλοιποι άνθρωποι από ένα πολύτιμο αγαθό, ευτυχία και απόλαυση· αν σκεφτούμε πως αυτός που αγαπάει επιδιώκει το φτώχεμα και τη στέρηση όλων των άλλων ανταγωνιστών και θέλει να γίνει ο δράκος που φυλάει το χρυσό του θησαυρό", ο πιο αναίσθητος και ιδιοτελής «κατακτητής» και άρπαγας- αν σκεφτούμε, τέλος, πως αυτός που αγαπάει θεωρεί όλο τον υπόλοιπο κόσμο αδιάφορο, άχρωμο, χωρίς καμιά αξία και είναι 50.0 Στανιάλπκπεΰει το αντίθετο: «Η κατοχή δεν είναι τίποτα, η απόλαυση κάνει τα n0cina»,Del'amour, Παρίσι, έκδοση του 1856,1, σ. 45. 51. Η εικόνα είναι από τον Χρυσό του Ρήνου του Βάγκνερ.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
53
έτοιμος να κςίνει κάθε θυσία, να διαταράξει οποιαδήποτε τάξη, να θέσει σε δεύτερη μοίρα κάθε άλλο συμφέρον: τότε θα νιώσουμε κατάπληξη με το ότι υμνήθηκε και θεοποιήθηκε τόσο πολύ και σ' όλες τις εποχές αυτή η άγρια δίψα για κατοχή και η αδικία της αγάπης των δυο φύλων, θα νιώσουμε κατάπληξη με το ότι απ' αυτήν ακριβώς την αγάπη αντλήθηκε η έννοια της αγάπης ως αντίθεσης του εγωισμού -ενώ δεν είναι παρά η γνησιότερη έκφραση του εγωισμού! Εδώ η γλωσσική χρήση δημιουργήθηκε προφανώς από τους μη κατέχοντες και επιθυμούντες -σίγουρα, υπήρχαν πάντα πάρα πολλοί απ' αυτούς. Εκείνοι που είχαν εξασφαλίσει, στο χώρο που αναφερόμαστε, πολλή κατοχή και κορεσμό άφηναν να τους ξεφύγει κάπου-κάπου καμιά λέξη για τον «μανιασμένο δαίμονα» -όπως έκανε, παραδείγματος χάρη, ο Σοφοκλής, ο πιο αξιαγάπητος και ο πιο αγαπημένος των Αθηναίων^^: ο Έρως όμως γελούσε πάντα με τέτοιους βλάσφημους -ήταν πάντα οι μεγαλύτεροι ευνοούμενοι του. -Υπάρχει σίγουρα εδώ ή εκεί στη γη ένα είδος προέκτασης της αγάπης όπου η άπληστη αυτή επιθυμία που νιώθουν αμοιβαία δύο πρόσωπα έχει παραχωρήσει τη θέση της σε μια καινούργια επιθυμία και δίψα για κατοχή, σε μια κοινή, ανώτερη δίψα για ένα ιδανικό που βρίσκεται πάνω τους. Ποιος γνωρίζει όμως τούτη την αγάπη; Ποιος την έζησε; Το αληθινό της όνομα είναι φίΑία".
15. Από μακριά. -Το βουνό αυτό κάνει ολόκληρη την εποχή, στην οποία δεσπόζει, γοητευτική και μεστή από νόημα. 'Οταν το πούμε αυτό για εκατοστή φορά στον εαυτό μας, γινόμαστε τόσο παράλογοι και ευγνώμονες απέναντί του που πιστεύουμε ότι το βουνό, δηλαδή ο χορηγός της γοητείας αυτής, πρέπει να είναι το πιο γοητευτικό πράγμα της περιοχής - κ ι έτσι ανεβαίνουμε σ' αυτό και απογοητευόμαστε. Ξαφνικά, το ίδιο το βουνό κι όλο το τοπίο γύρω μας, κάτω μας, χάνουν τη μαγεία τους. Είχαμε ξεχάσει πως αρκετά μεγάλα πράγματα, όπως και αρκετά καλά πράγματα, απαιτούν να τα βλέπουμε μόνον από κάποια απόοπαση και οπωσδήποτε μόνον από κάτω, ποτέ από πάνω -μόνον έτσι ασκούν τψ επίδραση τους. Ίσως γνωρίζεις στο περιβάλλον σου ανθρώπους που είναι υποχρεωμένοι να δουν μόνον από κάποια απόσταση τον εαυτό τους για να τον βρουν ανεκτό ή ελκυστικό και ικανό να δώσει δύναμη. Η αυτογνωσία δεν συνιστάται γι' αυτούς. 52. Βλ. Σθ(ροκλής,^ντί^όνι;, 790, Τραχίνιαι, 4 4 1 ^ · Πλάτων, Ποληεία, 329 b-d. 53. Βλ. επίσης §61.
54
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
16. Περνώντας το γεφυράκι. -Στις σχέσεις μας με ανθρώπους που ντρε'πονται για τα συναισθήματα τους πρε'πει να ξε'ρουμε να προσποιούμαστε. Οι άνθρωποι αυτοί νιώθουν ξαφνικό μίσος για όποιον τους τσακώνει να έχουν ένα τρυφερό, ενθουσιώδες ή υψηλό συναίσθημα, σαν να είχε δει τα μυστικά τους. Αν θέλετε να τους κάνετε να νιώσουν καλά τέτοιες στιγμές, κάντε τους να γελάσουν ή πείτε μια ψυχρή και δηκτική κακία· τότε το συναίσθημα τους παγώνει και συνέρχονται αμέσως. Λέω όμως το επιμύθιο πριν πω την ιστορία. -Κάποτε ήμασταν τόσο κοντά ο ένας στον άλλο μέσα στη ζωή που τίποτα δεν φαινόταν να εμποδίζει τη φιλία και την αδελφοσύνη μας, και μόνον ένα μικρό γεφυράκι υπήρχε ανάμεσα μας. Ακριβώς τη στιγμή που πήγαινες να ανεβείς ο' αυτό σε ρώτησα: «Θέλεις να περάσεις το γεφυράκι για να με συναντήσεις;» -και τότε έπαψες πια να το θέλεις* κι όταν σε ξαναπαρακάλεσα, έμεινες σιωπηλός. Από τότε βουνά κι ορμητικοί ποταμοί κι ό,τι άλλο χωρίζει και αποξενώνει μπήκαν ανάμεσά μας· κι ακόμη κι όταν το θέλαμε, δεν ήταν μπορετό να συναντηθούμε! Μα όταν θυμάσαι τώρα εκείνο το μικρό γεφυράκι δεν έχεις πια λόγια -μόνο λυγμούς και απορία.
17. Αιτιολογώντας τη φτώχεια της. -Ασφαλώς, κανένα τέχνασμα δεν μας επιτρέπει να μετατρέψουμε μια φτωχή αρετή σε πλούσια και ξέχειλη· μπορούμε όμως να επανερμηνεύσουμε τη φτώχεια της και να την ομορφύνουμε δίνοντάς της τη μορφή αναγκαιότητας, έτσι ώστε να μην υποφέρουμε πια με το θέαμά της και να μην κατηγορούμε τη μοίρα γι' αυτήν. Έτσι κάνει ο σοφός κηπουρός όταν βάζει το φτωχό ρυάκι που κυλάει στον κήπο του στα χέρια μιας νύμφης των πηγών: έτσι αιτιολογεί τη φτώχεια του -και ποιος δεν χρειάζεται τις νύμφες τόσο όσο αυτός;
18. Αρχαία περηφάνια. -Μας λείπει η αρχαία απόχρωση της ευγένειας^·* επειδή από τα αισθήματά μας λείπει ο δούλος της αρχαιότητας. Ένας Έλληνας ευγενούς καταγωγής έβρισκε τόσο τεράστια ενδιάμεσα στάδια και τόσο μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο δικό του ύψος και σ' αυτή την έσχατη ευτέλεια, που σπάνια μπορούσε να δει τον δούλο καθαρά: ακόμη και ο Πλάτωνας δεν τον είδε παραπάνω'^. Τα πράγματα είναι διαφορετικά με μας, που είμαστε εξοικειωμένοι με τη θεωρία της 54. Το χαρακτηριστικό τοιν ευγενών, των αρισιοκρατοόν. 55. Η άποψη αυτη είναι ασαφής. Πάντως, στο δεύτερο βιβλίο της/ToAire^ig ο Πλάτωνας μιλά για τους καλλιεργητές της γης, τους τεχνίτες και τους εμπόρους, καθώς σκιαγρας>είτην ορθη πολιτεία, όχι όμως για τους δούλους.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
55
ισότητας των ανθρώπων, αν και όχι με την ίδια την ισότητα. Ένα ανθρώπινο ον που δεν μπορεί να διαθέσει τον εαυτό του όπως θέλει και που του λείπει εντελώς η σχόλη -αυτό δεν μας φαίνεται καθόλου αξιοκαταφρόνητο· ίσως υπάρχει πολλή δουλικότητα τέτοιου είδους στον καθένα από μας εξαιτίας των συνθηκών της κοινωνικής οργάνωσης και της δραστηριότητάς μας, που είναι θεμελιωδώς διαφορετικές από των αρχαίων. - Ο έλληνας φιλόσοφος περνούσε τη ζωή του με το κρυφό αίσθημα πως υπήρχαν πολύ περισσότεροι δούλοι απ' ό,τι πίστευαν οι άνθρωποι: δηλαδή, εννοούσε πως ήταν δούλος όποιος δεν ήταν φιλόσοφος· φούσκωνε από περηφάνια στη σκέψη πως ακόμη και οι ισχυρότεροι άνθρωποι της γης ανήκαν στην κατηγορία αυτών που θεωρούσε δούλους. Κι αυτή η περηφάνια είναι ξένη και αδύνατη για μας· ακόμη και μεταφορικά η λέξη «δούλος» δεν έχει την πλήρη δύναμή της για μας.
19. Το κακό. -Εξετάστε τη ζωή των καλύτερατν και γονιμότερων ανθρώπων και λαών και αναρωτηθείτε αν ένα δένδρο που πρέπει να μεγαλώσει περήφανα σε ύψος μπορεί να κάνει χωρίς κακοκαιρίες και θύελλες· αν η δυσμένεια και η αντίσταση έξωθεν, αν κάθε είδος μίσους, ζηλοφθονίας, ισχυρογνωμοσύνης, δυσπιστίας, σκληρότητας, πλεονεξίας και βίας δεν ανήκουν στις ευνοϊκότερες συνθήκες δίχως τις οποίες είναι σχεδόν αδύνατη οποιαδήποτε μεγάλη ανάπτυξη, ακόμα και η ανάπτυξη της αρετής; Το δηλητήριο που σκοτώνει τις πιο αδύναμες φύσεις είναι δυναμωτικό για τις δυνατές -οι οποίες επίσης δεν το ονομάζουν δηλητήριο".
20. Αξιοπρέπεια της τρέλας. -Λίγες χιλιετίες ακόμη στο δρόμο του τελευταίου αιώνα! -και καθετί που θα κάνει ο άνθρωπος θα εκφράζει την ανώτερη εξυπνάδα· γι' αυτό όμως η εξυπνάδα θα χάσει όλη την αξιοπρέπειά της. Τότε θα είναι σίγουρα αναγκαίο να είναι κανείς έξυπνος: αυτό όμως θα είναι τόσο κοινό και συνηθισμένο πράγμα, που ένα ευγενέστερο γούστο θα θεωρεί αυτή την αναγκαιότητα χυόαιόντμα. Κι όπως ακριβώς μια τυραννία ασκούμενη από την αλήθεια και την επιστήμη μπορεί να ανεβάσει ψηλά την τιμή του ψέματος, έτσι και μια τυραννία της εξυττνάδας μπορεί να προκαλέσει την εμςράνιση ενός νέου είδους ευγένειας. Το να είσαι ευγενής -αυτό μπορεί ίσως τότε να σημαίνει: να έχεις τρέλες μέσα στο κεφάλι σου. 56. Πρβλ. Πέρα από το καλό και το κακό, § 30.
56
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
21. Στους διδασκάλους της ανιδιοτέλειας". -Οι αρετές ενός ανθρώπου δεν ονομάζονται καλές ανάλογα με τα αποτελέσματα τους γι' αυτόν αλλά ανάλογα με τα αποτελέσματα που πιστεύουμε πως έχουν για μας και για την κοινωνία: ανέκαθεν η εξύμνηση των αρετών ήταν ελάχιστα «ανιδιοτελής», ελάχιστα «μη εγωιστική»! Γιατί αλλιώς θα έπρεπε να είχαμε δει ότι οι αρετές (όπως η εργατικότητα, η υπακοή, η παρθενία, η ευσέβεια, η δικαιοσύνη) είναι συνήθως επιβλαβείς για όποιον τις έχει, καθώς είναι ενορμήσεις που τον καταδυναστεύουν εξαιρετικά βίαια και άπληστα και που δεν θέλουν καθόλου να τις κρατά σε ισορροπία το λογικό μέσω των άλλων ενορμήσεων. Όταν κατέχεις μια αρετή, μια πραγματική, ακέραιη αρετή (κι όχι μόνο μια ενορμησούλα για μια αρετή!) -είσαι θύμα της. Ο γείτονάς σου όμως την επαινεί γι' αυτό το λόγο! Επαινούν τους εργατικούς ανθρώπους παρόλο που αυτοί χαλούν μ' αυτή τη φιλοπονία τα μάτια τους ή την προποτυπία και τη φρεσκάδα του πνεύματός τους. Επαινούν και οικτίρουν τον νέο που «σκοτώθηκε στη δουλειά» επειδή τον κρίνουν ως εξής: «Για την κοινωνία ως σύνολο η απώλεια ακόμη και του καλύτερου ατόμου είναι μικρή θυσία! Κρίμα που χρειάζονται τέτοιες θυσίες! Θα ήταν όμως πολύ χειρότερα αν το άτομο σκεφτόταν διαφορετικά και θεωρούσε τη διατήρηση και την ανάπτυξή του σημαντικότερες από τη δουλειά του στην υπηρεσία της κοινωνίας!» Κι έτσι λυπούνται αυτόν τον νέο όχι για τον ίδιο αλλά επειδή ένα αφοσιωμένο εργαλείο, αδυσώπητο με τον εαυτό του -ένας «γενναίος άνθρωπος», όπως λένε- χάθηκε για την κοινωνία με τον θάνατο του. Ίσως να αναρωτιούνται βέβαια μήπως θα ήταν χρησιμότερο, για το συμφέρον της κοινωνίας, να ήταν ο νέος αυτός λιγότερο αδυσώπητος με τον εαυτό του στην εργασία του, να διατηρούσε τον εαυτό του περισσότερο καιρό. Δέχονται πως κάποιο όφελος θα υπήρχε αν το έκανε αυτό, αλλά θεωρούν ανώτερο και διαρκέστερο το άλλο όφελος, δηλαδή το ότι έγινε μια &υσία και το ότι το φρόνημα του θυσιαστήριου ζώου επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά ολοφάνερα. Έτσι, αυτό που επαινείται όταν επαινούνται οι αρετές είναι, πρώτον, η εργαλειακή τους φύση, και δεύτερον, η τυφλή ενόρμηση μέσα σε κάθε αρετή που δεν αφήνει να της επιβληθούν όρια από το συνολικό συμφέρον του ατόμου -κοντολογίς, επαινείται το ά-λογο στην αρετή, μέσω του οποίου το άτομο αςρήνεται να μετατραπεί σε απλή λειτουργία του συνόλου. Η εξύμνηση των αρετών είναι εξύμνηση κάποιου πράγματος που είναι επιβλαβές ιδιωτι-
57.0 Νίτσε έχει εδώ υπόψη του τους ωφελιμιστές και τους θετικισιές φιλοσόφους.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
57
κά -εξύμνηση των ενορμήσεων που στερούν τον άνθρωπο από την ευγενέστερη φιλαυτία του και τη δύναμη για την ύψιστη προστασία του εαυτού του. -Πράγματι, για τη διδαχή και τον ενστερνισμό ενάρετων συνηθειών τονίζεται μια σειρά αποτελεσμάτων της αρετής που την κάνουν να μοιάζει με αδελφή του ιδιωτικού συμφέροντος -και όντως υπάρχει κάποια τέτοια συγγενική σχέση! Η τυφλή, μανιασμένη εργατικότητα, παραδείγματος χάρη, αυτή η τυπική αρετή του εργαλείου, παρουσιάζεται σαν οδός προς τον πλούτο και την τιμή και σαν φάρμακο που θεραπεύει καλύτερα την ανία και τα πάθη- ωστόσο δεν λέγεται τίποτε για τους κινδύνους που κρύβει, για τη φοβερή επικινδυνότητά της. Έτσι ενεργεί πάντα η εκπαίδευση: επιδιώκει να ρυθμίσει το άτομο, μέσω μιας σειράς θελγήτρων και οφελών, έτσι ώστε να υιοθετήσει αυτό έναν τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς που, από τη στιγμή που θα γίνει συνήθεια, ενόρμηση^® και πάθος, θα κυριαρχήσει σε βάρος του έσχατου οφέλους του αλλά υπέρ του «γενικού καλού». Πόσες φορές δεν είδα αυτή την τυφλή, μανιασμένη εργατικότητα να δημιουργεί πλούτο και να χαρίζει τιμές, αφαιρώντας όμως ταυτόχρονα τη λεπτότητα των οργάνων χάρη στην οποία γίνεται δυνατή η απόλαυση του πλούτου και των τιμών. Πόσες φορές δεν παρατήρησα επίσης ότι αυτό το βασικό φάρμακο για την ανία και τα πάθη αμβλύνει την ίδια στιγμή τις αισθήσεις και κάνει το πνεύμα απειθές σε καινούργια ερεθίσματα. (Η εργατικότερη όλων των εποχών - η δική μας- δεν ξέρει τι να κάνει όλη την εργατικότητα και το χρήμα της, εκτός από περισσότερο χρήμα και περισσότερη εργατικότητα· γιατί, για να ξοδεύεις, πρέπει να έχεις περισσότερο μυαλό απ' όσο χρειάζεται για να αποκτάς! - Καλά, ας περιμένουμε τα «εγγόνια» μας!) 'Οταν πετυχαίνει αυτή η αγωγή, τότε κάθε αρετή ενός ατόμου γίνεται δημόσια ωφέλεια και ιδιωτική ζημία, υπό την έννοια του ύψιστου ιδιωτικού σκοπού· πιθανότατα καταλήγει σε υποπλασία του πνεύματος και των αισθήσεων ή και σε πρόωρη παρακμή. Εξετάστε απ' αυτή τη σκοπιά, και κατά σειρά, τις αρετές της υπακοής, της παρθενίας, της ευσέβειας και της δικαιοσύνης. Η εξύμνηση του ανιδιοτελούς, του αυτοθυσιαζόμενου, του ενάρετου -δηλαδή, εκείνου που δεν χρησιμοποιεί όλη τη δύναμη και το λογικό του για τη διατήρηση, ανάπτυξη, εξύψωση, προαγωγή του εαυτού του και για την επέκταση της δύναμης του, αλλά μάλλον ζει, σ' ό,τι τον αφορά, μέτρια και αφρόντιστα, ίοως μάλιστα αδιάφορα ή ειρωνικά-, η εξύμνηση αυτή δεν γεννήθηκε ασφαλώς από το πνεύμα της ανιδιοτέλειας! Ο «πλησίον» εξυμνεί την ανιδιοτέλεια επειδή έχει οφέλη απ' αυτήνΙ Αν ο πλησίον σκεφτόταν κι αυ58. Βασικό σημείο για το πώς αντιλαμβάνεται ο Νίτσε την ενόρμηση.
58
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
τός «ανιδιοτελώς», θα απεχθανόταν αυτή τη μείωση της δύναμης, αυτό τον ακρωτηριασμό που γίνεται για διχό τον όφελος! Θα δούλευε ενάντια στην ανάπτυξη τέτοιων κλίσεων, και πάνω απ' όλα θα εκδήλωνε την ανιδιοτε'λειά του με το να μην τις χαρακτηρίζει καλέςΙ -Ιδού τι δείχνει τη θεμελκϋδη αντίφαση της ηθικής που είναι πολύ ευυπόληπτη σήμερα: τα κίνητρα της ηθικής αυτής βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές της! Αυτό με το οποίο θε'λει να αποδειχτεί αυτή η ηθική αναιρείται την ίδια στιγμή από το κριτηριό της για το τι είναι ηθικό! Η αρχή «πρε'πει να απαρνηθείς τον εαυτό σου και να τον θυσιάσεις''», προκείμενου να μην εναντιωθεί στην ίδια της την ηθική, θα μπορούσε να θεσπιστεί μόνον από ένα ον που θα απαρνιόταν έτσι το δικό του όφελος και που θα προκαλούσε ίσως και τη δική του καταστροφή καθώς θα απαιτούσε τη θυσία των ατόμων. Από τη στιγμή όμως που ο πλησίον (ή η κοινωνία) συνιστά τον αλτρουισμό λόγω της χρησιμότητάς του, εφαρμόζει την αντίθετη αρχή, δηλαδή: «πρέπει να επιδιώκεις το προσωπικό σου όφελος ακόμη και σε βάρος όλων των άλλων». Κι έτσι εξυμνείται, με μια ανάσα, ένα «πρέπει» και ένα «δεν πρέπει»!
22. υ ordre du jour pour le roi [H ημερησία διάταξη για τον βασιλιά] Η μέρα αρχίζει: ας αρχίσουμε κανονίζοντας για τη μέρα αυτή τις υποθέσεις και τις γιορτές του ελεήμονα κυρίου μας που χαίρεται ακόμη τον ύπνο του. Η Μεγαλειότητά του θα βρει άσχημο καιρό σήμερα: θα προσέξουμε να μην τον χαρακτηρίσουμε άσχημο· δεν θα μιλήσουμε για τον καιρό -αλλά θα χειριστούμε τις υποθέσεις και τις γιορτές πιο επίσημα απ' ό,τι θα χρειαζόταν αλλιώς. Ίσως, ακόμα, η Μεγαλειότητά του να είναι άρρωστη: έτσι, στο πρόγευμα, θα παρουσιάσουμε την τελευταία καλή είδηση του προηγούμενου βραδιού, την άφιξη του κυρίου Μονταίνι"·, που τόσο χαριτωμένα αστειεύεται με την αρρώστια του -υποφέρει από πέτρα. Θα δεχτούμε ορισμένα πρόσωπα (πρόσωπα! -τι θα 'λεγε, αν άκουγε αυτή τη λέξη, αυτός ο πρησμένος γερο-βάτραχος, που θα 'ναι ανάμεσα τους! «Δεν είμαι πρόσωπο», θα έλεγε, «αλλά πάντα το ίδιο το πράγμα») -και η ακρόαση θα κρατήσει περισσότερο απ' όσο μπορεί να αντέξει ευχάριστα κανείς: λόγος επαρκής για να μνημονεύσουμε εκείνο τον ποιητή που έγραφε πάνω από την πόρτα του": «Ό59. Λυτό υποστηρίζει π.χ. ο άγγλος οχρελιμιστής φιλόσοφος και οικονομολόγος Τζον Στούαρτ ΜΛ (1806-1873). Το μόνο κίνητρο της δράσης μας πρέπει, κατά τη γνώμη του, να είναι το καλό των άλλων. Βλ. π.χ. χο έργο του Augusie Comte and Positivism. 60. Μισέλ ντε Μονταίνι (1533-1592), γάλλος φιλόσοφος. 61. Πρβλ.την επιγραφή στη δεύτερη έ·>ώοστ\ττ\ςΧαρούμενηςεπιστήμης.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
59
ποιος μπαίνει.εδώ με τιμά' όποιος δεν μπαίνει με ευχαριστεί"». -Τι ευγενικός τρόπος να είσαι αγενής! Κι ίσως έχει δίκιο να 'ναι αγενής αιπός ο ποιητής: λέγεται πως οι στίχοι του είναι καλύτεροι από τον στιχουργό. Ας τον α(ρήσουμε λοιπόν να γράψει κι άλλους πολλούς και να αποτραβηχτεί από τον κόσμο όσο το δυνατόν περισσότερο: αυτό το νόημα εχει η ευγενική αγένειά του! Αντίθετα, ένας ηγεμόνας αξίζει πάντα περισσότερο από τους «στίχους» του, ακόμη κι αν -τι κάνουμε όμως; Φλυαρούμε ενώ όλη η αυλή νομίζει πως έχουμε στρωθεί στη δουλειά και σπάμε το κεφάλι μας: δεν υπάρχει παράθυρο που να φωτίζεται νωρίτερα από το δικό μας! -Άκου! Ήταν η καμπάνα; Στο διάβολο! Η μερα κι ο χορός αρχίζουν και δεν ξέρουμε τα βήματα! Είμαστε υποχρεωμένοι να αυτοσχεδιάσουμε -όλος ο κόσμος αυτοσχεδιάζει τη μέρα του. Ας κάνουμε σήμερα ό,τι κάνει όλος ο κόσμος! -Και πάνω εκεί έσβησε το παράξενο πρωινό μου όνειρο, ίσως από τους σκληρούς ήχους του ρολογιού του πύργου, που χτυπούσε την πέμπτη ώρα μ' όλη τη σοβαρότητα που το χαρακτηρίζει. Μου φαίνεται πως ο θεός των ονείρων θέλησε αυτή τη φορά να κοροϊδέψει τις συνήθειές μου -έχω τη συνήθεια να αρχίζω τη μέρα μου ετοιμάζοντάς την και κάνοντάς την υποφερτή για μένα' και ίσως το 'χω κάνει αυτό πολλές φορές πάρα πολύ επίσημα και πάρα πολύ ηγεμονικά".
23. Οι ενδείξεις της διαφθοράς. - Παρατηρήστε ο' εκείνες τις καταστάσεις της κοινωνίας που είναι απαραίτητες από καιρό σε καιρό και που κατονομάζονται με τη λέξη «διαφθορά» τις εξής ενδείξεις. Από τη στιγμή που εμφανίζεται κάπου η διαφθορά, αρχίζει να παίρνει το πάνω χέρι μια παρδαλή δεισιδαιμονία, και η μέχρι τούδε γενική πίστη ενός λαού γίνεται ωχρή και ανήμπορη απέναντι της: η δεισιδαιμονία είναι πράγματι ελευθερία πνεύματος δεύτερης κατηγορίας, κι όποιοι παραδίδονται σ' αυτήν διαλέγουν ορισμένες φόρμουλες και σχήματα τα οποία τους αρέσουν και παρέχουν στον εαυτό τους ένα δικαίωμα επιλογής. Ο δεισιδαίμων είναι πάντα, σε σύγκριση με τον θρήσκο, πολύ περισσότερο «πρόσωπο», και μια δεισιδαίμων xoivtavia είναι μια κοινωνία στην οποία υπάρχουν πολλά άτομα και πολλή ευχαρίστηση με την ατομικότητα. Απ' αυτή την άπσψη, η δεισιδαιμονία φαίνεται πάντα οαν πρόοδος σε σχέση με την πίστη και σαν σημάδι ότι ο νους γίνεται πιο (χνεξάρ62. Άγνωστος ποιητής. Πάντως, η Julie de Lespinasse γράφει σιην αλληλογρα(ρΰι ττ}ς πως κάποιος «σοφός» είχε βάλει αιηή την επιγραφή πάνω από την πόρτα του. 63. Για το όνειρο βλ. επίσηςΑΓαραυχιί, § 119.
60
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
τητος και απαιτεί τα δικαιώματα του. Εκείνοι λοιπόν που παραπονιούνται τότε για διαφθορά είναι οι λάτρεις της παλιάς θρησκείας και θρησκευτικότητας -αυτοί μάλιστα καθόρισαν μέχρι τώρα τη γλωσσική χρήση" και δυσφήμησαν τη δεισιδαιμονία, ακόμη και στα πιο ελεύθερα πνεύματα. Ας μάθουμε λοιπόν πως η δεισιδαιμονία είναι ένα σύμπτωμα του διαφωτισμού. -Δεύτερον, μια κοινωνία στην οποία βρίσκει θέση η διαφθορά κατηγορείται για παράλυση- πράγματι, είναι ολοφάνερο ότι μειώνεται η εκτίμηση για τον πόλεμο και η ευχαρίστηση με τον πόλεμο, ενώ οι ανέσεις της ζωής επιδιώκονται τώρα με τόσο ζήλο με όσο προηγουμένως οι πολεμικές και αθλητικές τιμές. Παραβλέπεται συνήθως όμως το ότι εκείνη η παλιά ενέργεια του λαού και το παλιό πάθος του λαού, που εμφανίζονταν με τον πιο λαμπρό τρόπο στον πόλεμο και ^ ο υ ς ιπποτικούς αγώνες, μετατράπηκαν σε αναρίθμητα ιδιωτικά πάθη και έγιναν λιγότερο ορατά. Πιθανόν μάλιστα, σε συνθήκες «διαφθοράς», η δύναμη και η βιαιότητα της ενέργειας του λαού που ξοδεύονται να είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά και το άτομο να τις ξοδεύει πολύ πιο σπάταλα απ' όσο μπορούσε πρωτύτερα -τότε δεν ήταν αρκετά πλούσιο για κάτι τέτοιο! Κι έτσι, ακριβώς σε καιρούς «παράλυσης» τρέχει η τραγωδία στους δρόμους και μέσα στα σπίτια, γεννιέται η μεγάλη αγάπη και το μεγάλο μίσος και πετιέται ώς τον ουρανό η φλόγα της γνώσης. Τρίτον, συνήθως λέγεται (σαν να επρόκειτο να γίνει μια επανόρθωση για τις κατηγορίες της δεισιδαιμονίας και της παράλυσης) ότι αυτές οι εποχές διαφθοράς είναι ηπιότερες και ότι η σκληρότητα ελαττώνεται σημαντικά, σε σύγκριση με την παλιότερη, πιο δυνατή και πιο αφοσιωμένη στην πίστη εποχή. Δεν μπορώ όμως να δεχτώ αυτό το εγκώμιο, όπως δεν δέχτηκα και τις προηγούμενες κατηγορίες. Στο μόνο που συμφωνώ είναι στο ότι η σκληρότητα γίνεται τώρα πιο εκλεπτυσμένη και ότι οι παλιότερες μορφές της προσβάλλουν το καινούργιο γούστο· αλλά το πλήγωμα και ο βασανισμός των άλλων με τις λέξεις και τα βλέμματα φτάνουν στο απόγειό τους σε καιρούς διαφθοράς -μόνο τότε δημιουργείται η κακία και η ευχαρίστηση με την κακία. Οι άνθρωποι της διαφθοράς είναι πνευματώδεις και συκοφάντες· γνωρίζουν πως υπάρχουν και άλλα είδη δολοφονίας εκτός από το στιλέτο και τη βίαιη επίθεση· γνωρίζουν επίσης πως καθετί καλά ειπωμένο γίνεται πιστευτό. -Τέταρτον, όταν «παρακμάζουν τα ήθη» εμφανίζονται οι άνθρωποι που αποκαλούνται τύραννοι: είναι οι προάγγελοι και θα λέγαμε οι πρωτογέννητοι των ατόμων. Λίγη υπομονή ακόμα: και αυτός ο καρπός των καρπών 64. Ο Νίτσε υποστηρίζει πως η χρήση της γλώσσας είναι μέσο καθορισμού και επιβολής των αξιών.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
61
κρέμεται ώριμος και κίτρινος από το δέντρο ενός λαοΰ -και μόνο για χάρη αυτών των καρπών υπήρχε εκεί αυτό το δέντρο! Μόλις φτάνει στο ζενίθ της η παρακμή, όπως και η πάλη μεταξύ των κάθε λογής τυράννων, εμφανίζεται πάντα ο Καίσαρας, ο τελικός τύραννος, που δίνει τέλος στην εξασθενημένη πάλη για την κυριαρχία του ενός, αφήνοντας την κόπωση να δουλέψει για λογαριασμό του. Και την εποχή που εμφανίζεται ο Καίσαρας, το άτομο βρίσκεται συνήθως στο μεγαλύτερο βαθμό ωριμότητας και, κατά συνέπεια, και η «κουλτούρα» βρίσκεται στο υψηλότερο και γονιμότερο στάδιό της. Αυτό όμως δεν γίνεται επειδή το θέλει αυτός ή για χάρη του, παρόλο που οι άνθρωποι της πιο υψηλής κουλτούρας συνηθίζουν να κολακεύουν τον Καίσαρά τους ισχυριζόμενοι πως αυτή είναι έργο τον. Η αλήθεια είναι όμως πως απλώς χρειάζονται εξωτερική γαλήνη επειδή έχουν αρκετή εσωτερική ανησυχία και δουλειά. Σ' αυτές τις εποχές, η δωροδοκία και η προδοσία cpτάvoυv στο απόγειο τους, επειδή η αγάπη για το εγώ, η οποία μόλις έχει ανακαλυφθεί, είναι τώρα πολύ ισχυρότερη από την αγάπη για την παλιά, φθαρμένη, συζητημένη μέχρι θανάτου «πατρίδα»' και η ανάγκη να επιτευχθεί κάποια ασφάλεια απέναντι στα φοβερά σκαμπανεβάσματα της τύχης ανοίγει ακόμη και τα πιο ευγενή χέρια μόλις κάποιος ισχυρός και πλούσιος δείξει πως είναι έτοιμος να ρίξει χρυσάφι μέσα τους. Το μέλλον είναι πολύ αβέβαιο· οι άνθρωποι ζουν λοιπόν για το σήμερα, και τούτη η ψυχική κατάσταση κάνει εύκολο το παιχνίδι για όλους τους διαφθορείς, γιατί ο καθένας αφήνεται να διαφθαρεί και να δωροδοκηθεί μόνο «για σήμερα» ενώ διαφυλάττει το μέλλον και την αρετή του! Τα άτομα -αυτά τα αληθινά «καθ' εαυτά» και «δι' εαυτά»- φροντίζουν, όπως είναι γνωστό, για τη στιγμή περισσότερο απ' ό,τι τα αντίθετα τους, δηλαδή οι αγελαίοι άνθρωποι, επειδή πιστεύουν πως είναι εξίσου απρόβλεπτα με το μέλλον. Επίσης προσκολλώνται σε ανθρώπους της βίας, επειδή θεωρούν πως είναι ικανά για πράξεις και για λόγια που δεν θα μπορούσαν να κατανοηθούν ή να συγχωρεθούν από τη μάζα των ανθρώπων - ο τύραννος όμως ή Καίσαρας κατανοεί τα δικαιώματα του ατόμου ακόμη και σης παρεκτροπές του και έχει προσωπικό συμφέρον να υποστηρίζει και μάλιστα να υποκινεί τη δημιουργία μιας τολμηρότερης ιδιωτικής ηθικής. Γιατί πιστεύει για τον εαυτό του, και θέλει να πιστεύουν γι' αυτόν και οι άλλοι, εκείνο που είχε πει μια μέρα ο Ναπολέοντας με τον κλασικό του τρόπο: «Έχω το δικαίωμα να απαντώ σ' όλες τις κατηγορίες που γίνονται εναντίον μου μ' ένα αιώνιο "έτσι είμαι εγώ!". Είμαι ξέχωρος απ' όλο τον κόσμο και δεν δέχομαι όρους από κανέναν, θέλω να υποτάσσεστε ακόμα και στις ιδιοτροπίες μου και να βρίσκετε φυσιολογική κάθε
62
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
διασκέδαση στην οποία ρίχνομαι"». Έτσι απάντησε μια μέρα ο Ναπολέοντας στη γυναίκα του, που είχε λόγους να αμφιβάλλει για τη συζυγική του πίστη. -Οι εποχές διαφθοράς είναι εκείνες που τα μήλα πέφτουν από το δέντρο: εννοώ τα άτομα, τους φορείς των σπόρων του μέλλοντος, τους πρωτεργάτες του πνευματικού αποικισμού και του καινούργιου σχηματισμού συνδέσμων του κράτους και της κοινωνίας. Η διαφθορά είναι απλώς μια άσχημη λέξη για το φθινόπωρο ενός λαού.
24. Διαφορετικές ανικανοποιήσεις. -Οι αδύναμοι και ούτως ειπείν γυναικείοι ανικανοποίητοι είναι εφευρετικοί όταν είναι να γίνει η ζωή πιο όμορςρη και πιο βαθιά" οι δυνατοί ανικανοποίητοι -αυτοί που είναι ανάμεσά τους αντρικές προσωπικότητες, για να μείνουμε σ' αυτή την εικόνα- είναι εφευρετικοί όταν είναι να γίνει η ζωή πιο καλή και πιο ασφαλής. Οι πρώτοι δείχνουν την αδυναμία τους και τη γυναικεία τους φύση με το να αίρήνονται πρόθυμα για ένα διάστημα να εξαπατώνται και να ικανοποιούνται με λίγο μεθύσι και ενθουσιασμό, συνολικά όμως ποτέ δεν μπορεί να ικανοποιηθούν και υποφέρουν από την αγιάτρευτη ανικανοποίηση τους. Εκτός αυτού, υποστηρίζουν όλους εκείνους που ξέρουν να φτιάχνουν οπιούχες και ναρκωτικές παρηγοριές και γι' αυτό ακριβώς είναι γεμάτοι κακία για όλους όσοι εκτιμούν περισσότερο τον γιατρό απ' ό,τι τον ιερέα -κι έτσι ενισχύουν τη συνέχιση των πραγματικών καταστάσεων ανάγκης! Αν δεν υπήρχαν τόσο πολλοί ανικανοποίητοι αυτού του είδους στην Ευρώπη από τον Μεσαίωνα και μετά, ίσως να μην είχε εμφανιστεί ποτέ η περιβόητη ευρωπαϊκή ικανότητα για συνεχή μεταμόρφωση: διότι οι απαιτήσεις των δυνατών ανικανοποίητων είναι πολύ χοντροκομμένες και κατά βάθος υπερβολικά ολιγαρκείς για να μη μπορούν τελικά να ικανοποιηθούν. Η Κίνα, παραδείγματος χάρη, είναι μια χώρα όπου η συνολική ανικανοποίηση και η ικανότητα για μεταμόρφωση έχουν πεθάνει εδώ και πολλούς αιώνες^^· και οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές και οι «ειδωλολάτρες-του-κράτους» εύκολα θα μπορούσαν, με τα μέτρα που θα έπαιρναν για να κάνουν τη ζωή καλύτερη και ασφαλέστερη, να δημιουργήσουν και στην Ευρώπη κινέζικες συνθήκες και κινέζικη «ευτυχία», με την προϋπόθεση ότι θα μπορούσαν να ξεριζώσουν προηγουμένως αυτή την πιο νοσηρή, πιο τρυφερή, πιο γυναικεία ανικανοποίηση και ρομαντισμό που εξακολουθούν να υπάρχουν εδώ σε 65. Βλ. Madame de Rimusat, Mimoires 1802-1808, Παρίσι 1880, τόμ. I, σ. 114-115. 66. Για την Κίνα, βλ. πιο κάτω, § 377 και Χαραυγή, § 206.0 Νίτσε κατηγορούσε τον Καντ για «κινεζισμό». Βλ. Πέρα από το καλό και το καχό, § 11 και 210.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
59
εξαιρετική αφθονία. Η Ευρώπη είναι ένας άρρωστος που χρωστάει τη μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη στο ανίατο της και στην αιώνια μεταμόρφωση της οδύνης της: αυτές οι συνεχώς καινούργιες καταστάσεις, αυτοί οι συνεχώς καινούργιοι κίνδυνοι, πόνοι και διέξοδοι δημιούργησαν τελικά, χάρη στην ακατάπαυστη ανανέωση τους, μια διανοητική ευερεθιστότητα που ισοδυναμεί σχεδόν με τη μεγαλοφυία και που είναι, σε κάθε περίπτωση, μητέρα κάθε μεγαλοφυίας.
25. Όχι προορισμένος για γνώση. -Υπάρχει μια ηλίθια ταπεινοφροσύνη που δεν είναι καθόλου σπάνια και που κάνει όποιον προσβάλλει ανίκανο να γίνει μαθητής της γνώσης. Πράγματι: μόλις ένας άνθρωπος αυτού του είδους αντιληφθεί κάτι εντυπωσιακό, κάνει θα λέγαμε μεταβολή και λέει στον εαυτό του: «Ξεγελάστηκες! Πού έχεις τα μυαλά σου! Αυτό δεν μπορεί να είναι αλήθεια!» Κι ύστερα, αντί να κοιτάξει και να ακούσει ακόμη μια φορά, προσεκτικότερα, φεύγει σαν φοβισμένος μακριά από το εντυπωσιακό πράγμα και προσπαθεί να το βγάλει από το μυαλό του όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Πράγματι, ο εσωτερικός του κανόνας λέει: «Δεν θέλω να δω τίποτε που να αντιβαίνει στην κοινή γνώμη. Είμαι εγώ φτιαγμένος για να ανακαλύπτω καινούργιες αλήθειες; Οι παλιές αλήθειες είναι ήδη υπερβολικά πολλές».
26. Τι είναι η ζωή; - Η ζωή -σημαίνει: να πετάς διαρκώς μακριά σου καθετί που θέλει να πεθάνει. Ζωή -σημαίνει: να είσαι σκληρός και ανελέητος απέναντι σε καθετί που γερνάει και αδυνατίζει μέσα μας -κι όχι μόνο μέσα μας. Ζωή -σημαίνει λοιπόν επίσης: να μη λυπάσαι καθόλου τους ετοιμοθάνατους, τους εξαθλιωμένους και τους γέρους; Να είσαι συνεχώς δολοφόνος; -Κι όμως ο γερο-Μωυσής είπε: «Ου φονεύοεις^Ί»
27. Ο αποποιούμενος. - Τι κάνει αυτός που αποποιείται; Πασχίζει για έναν ανώτερο κόσμο, θέλει να πετάξει μακρύτερα και ψηλότερα από όλους τους ανθρώπους της κατάφασης -πετάει πολλά πράγματα που θα μπορούσαν να βαρύνουν το πέταγμά του, και ανάμεσα σ" αυτά αρκετά πράγματα που του φαίνονται αξιόλογα και αξιαγάπητα: τα θυσιάζει στην επιθυμία του για τα ύψη. Αυτή η θυσία όμως, αυτό το πέταμα είναι το μόνο πράγμα που φαίνεται σ' αυτόν: γι' αυτό του δίνουν το όνομα του 67.Βλ.Έ|οόος:,20,13.
64
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
αποποιούμενου, και πράγματι έτσι στέκεται μπροστά μας, κρυμμένος κάτω από την κουκοΰλα του και όμοιος με την ιρυχή ενός τρίχινου ασκητικού ράσου. Αυτός όμως είναι απόλυτα ικανοποιημένος με την εντύπωση που μας προκαλεί: θέλει να κρύψει από μας την επιθυμία του, την περηφάνια του, την πρόθεση του να πετάξει πάνω από μας. -Ναι, είναι πιο έξυπνος απ' όσο νομίζουμε και τόσο ευγενικός μαζί μας - αυτός ο καταφάοχων! Γιατί τέτοιος είναι κι αυτός, σαν και μας, έστω κι αν αποποιείται.
28. Να βλάπτεις μ' 6,τι καλύτερο έχεις. -Ενίοτε οι δυνάμεις μας μάς σπρώχνουν τόσο μακριά που δεν μπορούμε πια να αντέξουμε τις αδυναμίες μας και χανόμαστε απ' αυτές: προβλέπουμε σίγουρα αυτή την έκβαση και μολαταύτα δεν θέλουμε να αλλάξει τίποτε. Τότε γινόμαστε σκληροί απέναντι σε καθετί που υπάρχει μέσα μας και θέλει να γλιτώσει- το μεγαλείο μας είναι και έλλειψη ελέους. - Έ ν α τέτοιο βίωμα, για το οποίο πρέπει να πληρώσουμε στο τέλος με τη ζωή μας, είναι μια εικόνα για τη συνολική επίδραση που ασκούν οι μεγάλοι άνθρωποι στους άλλους και στην εποχή τους. Ακριβώς μ' ό,τι είναι καλύτερο μέσα τους, μ' ό,τι μόνον αυτοί μπορούν να κάνουν, καταστρέφουν πολλούς αδύναμους, ανασφαλείς ανθρώπους που σχηματίζονται ακόμη, ανθρώπους που είναι γεμάτοι θέληση· άρα είναι επιβλαβείς. Και μάλιστα μπορεί να είναι μόνον επιβλαβείς, επειδή ό,τι καλύτερο έχουν μέσα τους το παίρνουν και κατά κάποιο τρόπο το καταπίνουν εκείνοι οι οποίοι χάνουν απ' αυτό το λογικό και τη φιλαυτία τους, σαν να είχαν πιει ένα πολύ δυνατό ποτό: μεθούν τόσο πολύ που δεν μπορεί παρά να τσακίσουν τα πόδια τους σ" όλους τους λάθος δρόμους στους οποίους τους παρασύρει το μεθύσι τους.
29. Αυτοί που προσθέτουν ψέματα. -'Οταν άρχισαν ορισμένοι στη Γαλλία να επιτίθενται στις αριστοτελικές ενότητες®* και, όπως ήταν φυσικό, άλλοι να τις υπερασπίζονται, κατέστη δυνατό να δει κανείς για μια ακόμη φορά αυτό που τόσο συχνά αλλά και τόσο απρόθυμα βλέπει κανείς: κάποιοι επινόησαν ψευδείς λόγους για να δικαιολογηθεί η ύπαρξη 68. Πρόκειται για τις απαιτούμενες στην κλασική τραγωδία ενότητες του χώρου, ταυ χρόνου και της δράσης. Η παράδοοη τις ανάγει στον Αριστοτέλη, στο έργο του όμως Ποαμιχή αναφέρεται μόνον η τρίτη. Ο ·>νχνάνας τωντρκόν ενοτήτων δημιουργήθηκε στην ουσία από την ιταλική Αναγέννηση.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
59
των νόμων αυτών, απλώς για να μην παραδεχτούν πως είχαν συνηθίσει στους νόμους αυτούς και πως δεν ήθελαν να αλλάξει η κατάσταση. Και έτσι γίνεται πάντα στο εσωτερικό κάθε κρατούσας ηθικής και θρησκείας: οι λόγοι και οι προθέσεις που υπάρχουν πίσω από τη συνήθεια προστίθενται σ' αυτήν μέσω ενός ψέματος, μόλις κάποιοι αρχίσουν να αμφισβητούν τη συνήθεια και να ρωτούν για τις προθέσεις και τους σκοπούς της. Εδώ έγκειται η μεγάλη ανεντιμότητα των συντηρητικών όλϋτν των εποχών: είναι αυτοί που προσθέτουν ψέματα.
30. Κωμωδία των διασημοτήτων. -Διάσημοι άνθρωποι που χρειάζονται τη δόξα τους, όπως παραδείγματος χάρη όλοι οι πολιτικοί, δεν διαλέγουν ποτέ συμμάχους και φίλους ανυστερόβουλα: από τον ένα ζητούν λίγη από τη λάμψη και την αντανάκλαση της αρετής του, από έναν δεύτερο τον φόβο που προκαλούν κάποιες ανησυχητικές ιδιότητες του γνωστές σε όλους, από κάποιον τρίτο κλέβουν τη φήμη του ότι είναι τεμπέλης, ότι ραχατεύει στον ήλιο, επειδή αυτό εξυπηρετεί το σκοπό τους να φαίνονται κάπου-κάπου απρόσεκτοι και ράθυμοι -έτσι κρύβουν το ότι βρίσκονται σε επκρυλακή. Αλλοτε χρειάζονται τον ονειροπόλο κοντά τους, άλλοτε τον ειδήμονα, άλλοτε τον στοχαστικό, άλλοτε τον τυπολάτρη, σαν να ήταν ο εαυτός τους της στιγμής. Σχεδόν αμέσ(ος μετά όμως δεν τους χρειάζονται άλλο! Έτσι, ο περίγυρος και η πρόσοψη των διασημοτήτων πεθαίνουν συνεχώς, ενώ όλα φαίνονται να συρρέουν σ' αυτό τον περίγυρο και να θέλουν να γίνουν «χαρακτήρας» τους: σ' αυτό οι διασημότητες μοιάζουν με τις μεγάλες πόλεις. Η φήμη τους αλλάζει συνεχώς όπως και ο χαρακτήρας τους, επειδή τα μεταβαλλόμενα μέσα τους απαιτούν αυτή την αλλαγή και βγάζουν στη σκηνή πότε τη μια και πότε την άλλη πραγματική ή πλασματική ιδιότητα: οι φίλοι τους και οι σύμμαχοί τους ανήκουν, όπως είπα, σ" αυτές τις θεατρικές ιδιότητες. Αντίθετα, αυτό που θέλουν οι διάσημοι άνδρες πρέπει να μένει όσο γίνεται πιο στέρεο και γερό σαν τον μπρούντζο, και να λάμπει ακατάπαυστα· κι αυτό το πράγμα όμως απαιτεί ενίοτε τις κωμωδίες του και τα επί σκηνής παιχνίδια του.
31. Εμπόριο και ευγε'νεια^^. -Το να πουλάς και να αγοράζεις έχει γίνει σήμερα τόσο συνηθισμένο όσο και η τέχνη να διαβάζεις και να γράφεις. Όλοι έχουν εξασκηθεί σ' αυτό: ακόμη κι αν δεν είναι έμποροι. 69. Με την έννοια της αριστοκρατικής κοκαγαιγης.
64
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
εξασκούνται κι άλλο κάθε με'ρα σ' αυτή την τεχνική -όπως παλιότερα, την εποχή που οι άνθρωποι ήταν πιο άγριοι, όλοι ήταν κυνηγοί και εξασκούνταν καθημερινά στην τέχνη του κυνηγίου. Τότε το κυνήγι ήταν κάτι συνηθισμε'νο" όπως όμως αυτό κατε'ληξε να γίνει προνόμιο των ισχυρίόν και ευγενών και να χάσει έτσι τον καθημερινό και συνηθισμένο χαρακτήρα του -επειδή έπαψε να είναι αναγκαίο και έγινε υπόθεση κεφιού και πολυτέλειας-, το ίδιο μπορεί να συμβεί μια μέρα και με την αγορά και την πώληση. Μπορούμε να φανταστούμε καταστάσεις της κοινωνίας όπου δεν θα υπάρχει αγορά και πώληση και όπου η αναγκαιότητα της τεχνικής αυτής θα εξαλειφθεί σιγά-σιγά. Ίσως τότε ορισμένα άτομα που θα είναι λιγότερο υποταγμένα στον νόμο της γενικής κατάστασης να επιτρέψουν στον εαυτό τους να αγοράζουν και να πουλούν σαν να ήταν αυτό πολυτέλεια της ευαισθησίας. Από εκείνη τη στιγμή το εμπόριο θα αποκτήσει ευγένεια, και οι αριστοκράτες θα αφοσιωθούν ίσως εξίσου πρόθυμα στο εμπόριο όπως αφοσιώνονταν άλλοτε στον πόλεμο και στην πολιτική: ενώ, αντίθετα, η εκτίμηση για την πολιτική θα μπορούσε τότε να αλλάξει τελείως. Ήδη σήμερα, η πολιτική παύει να είναι επιτήδευμα του ευγενούς: και μπορεί μια μέρα να φαίνεται τόσο αγοραία ώστε να κατατάσσεται, μαζί μ' όλη την κομματική και δημοσιογραφική φιλολογία, κάτω από την επικεφαλίδα «πορνεία του πνεύματος».
32. Ανεπιθύμητοι μαθητές. -Τι να τους κάνω αυτούς τους δύο νέους! φώναζε με δυσθυμία ένας φιλόσοφος που «διέφθειρε» τη νεολαία όπως έκανε κάποτε κι ο Σωκράτης™ -μου είναι ανεπιθύμητοι για μαθητές. Ο ένας δεν μπορεί να πει «όχι» και ο άλλος λέει για καθετί «και έτσι και αλλιώς». Αν υποθέσουμε πως καταλάβαιναν τη διδασκαλία μου, ο πρώτος θα υπέφερε πάρα πολύ, γιατί ο τρόπος σκέψης μου απαιτεί μια φιλοπόλεμη ψυχή, μια θέληση να κάνεις κακό, μια ευχαρίστηση στο να λες όχι, ένα σκληρό δέρμα- θα υπέκυπτε στα ανοιχτά και εσωτερικά τραύματα του. Κι ο άλλος θα κανόνιζε να κάνει κάθε υπόθεση που θα υποστήριζε ημίμετρο κι έτσι θα τη μετέτρεπε σε ημίμετρο δίνοντας —τέτοιο μαθητή εύχομαι στον εχθρό μου!
33. Έξω από την αίθουσα διαλέξεων. -«Για να σας αποδείξω ότι ο άνθρωπος ανήκει κατά βάθος στα αγαθά ζώα, θα ήθελα να σας θυμί70. Βλ. Πλάτων, £ιι0ΰφρυχή του νιώθει χορτάτη και μόνον ό,τι είναι δικό του κι όχι ξένο μπορεί να εμφανιστεί μπροστά στα μάτια του.
292. Στους κήρυκες της ηθικής. -Δεν θέλω να κάνω ηθική, αλλά cf" αυτούς που το κάνουν, δίνω την εξής συμβουλή: αν θέλετε να αφαιρέσετε από τα καλύτερα πράγματα και από τις καλύτερες καταστάσεις κάθε τιμή και κάθε αξία, τότε συνεχίστε να μιλάτε γι' αυτά αδιάκοπα.
176
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
όπως κάνατε μέχρι τώρα! Βάλτε τα στην κορυ;ρη της ηθικής σας και μιλάτε από το πρωί ώς το βράδυ για την ευτυχία της αρετής, για τη γαλήνη της \|τυχής, για τη δικαιοσύνη και για την εμμενη ανταμοιβή: με τη φόρα πσυ θα πάρετε, όλα αυτά τα καλά πράγματα θα κερδίσουν στο τέλος δημοτικότητα και την οχλοβοή των δρόμων τότε όμως όλο τους το χρυσάφι θα εξαντληθεί και, ακόμη περισσότερο, όλο το χρυσάφι που ήταν μέσα τους θα μετατραπεί σε μολύβι. Στ' αλήθεια, είστε μάστορες σ" αιττη την τέχνη, στην αλχημεία από την ανάποδη: στην απαξίωση αυτσΰ που έχει τη μεγαλύτερη αξία! Δοκιμάστε λοιπόν και μια άλλη συνταγή, ώστε να μην πετύχετε, όπως κάνατε μέχρι τώρα, το αντίθετο amoü που επιδιώκατε: αρνηθείτε αυτά τα καλά πράγματα, απαλλάξτε τα από τις επευφημίες της πλέμπας και από την εύκολη κυκλοφορία, κάντε τα εκ νέου κρυμμένες αιδημοσύνες μοναχικών ψυχών, πείτε ότι η ηθική είναι κάτι απαγορευμένοι Ίσως κερδίσετε έτσι για λογαριασμό αυτών των πραγμάτων το μόνο είδος ανθρώποον πσυ μετράει: εννοώ τσυς ηρωικούς. Για να γίνει όμως αυτό, αυτά πρέπει να περιέχουν κάτι που να εμπνέει φόβο κι όχι, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, αηδία! Μήπως ήρθε η ώρα να πούμε για την ηθική κάτι ανάλογο μ' αυτό που είπε ο Μάιστερ Έκχαρντ: «Παρακαλώ τον Θεό να με απαλλάξει από τον Θεό^'»;
293. Ο δικός μας αέρας. -Το ξέρουμε καλά: όποιος ρίχνει απλώς μια ματιά στην επιστήμη, εν παρόδω, σαν να πήγαινε περίπατο, όπως κάνουν οι γυναίκες και δυστυχώς πολλοί καλλιτέχνες: γι' αυτόν, η αυστηρότητα που απαιτεί η υπηρεσία της, αυτή η ανοικτιρμοσυνη στα μεγάλα αλλά και στα μικρά θέματα, αυτή η ταχύτητα στη οαάθμιση, στην κρίση και στην καταδίκη, είναι κάτι που προκαλεί ίλιγγο και φόβο. Εκείνο που τον τρομοκρατεί κυρίως είναι το ότι εδώ απαιτείται το δυσκολότερο και πραγματοποιείται το καλύτερο χωρίς επαίνους και διακρίσεις, το ότι ακούει μάλλον, όπως στο στρατό, κυρίως κατηγορίες και άγριες κατσάδες -διότι εδώ η επιτυχία θεωρείται ο κανόνας και η αποτυχία η εξαίρεση· εδώ όμως, όπως κι αλλού, ο κανόνας έχει κλειστό το στόμα του. Αυτή η «αυστηρότητα της επιστήμης» έχει το ίδιο αποτέλεσμα με τους τύπους και τις αβρότητες της «καλής κοινωνίας»: τρομοκρατεί τον αμύητο. Όποιος όμως είναι εξοικειωμένος μαζί της δεν θα ήθελε ποτέ να ζήσει άλλου εκτός απ' αυτό τον φωτεινό, διαφανή, ρωμαλέο, πολύ ηλεκτρισμένο αέρα, απ' αυτό τον αρρενωπό αέρα. Οπουδήποτε αλλού 237. Meister Eckhart, "Von der waren Armut", Vom Wunder der Seele, Σταυτγκάρδη, 1986, σ. 37.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: SANCTUS JANUARIUS
177
τα πράγματα δεν είναι αρκετά καθαρά και αέρινα γι' αυτόν· υποψιάζεται ότι αλλού η καλύτερη τέχνη του δεν θα είναι ωφέλιμη στους άλλους ούτε θα δίνει χαρά σ' αιπόν τον ίδιο· ότι η μίση ζωή του θα γλιστρούσε μέσα από τα δάχτυλα του λόγω παρεξηγήσεων ότι θα ήταν αναγκασμένος να τηρεί συνεχώς μεγάλες προφυλάξεις, να αποσιωπεί πράγματα, να έχει επιφυλάξεις - κάθε λογής μεγάλες και ανώφελες απώλειες δύναμης! Μέσα σ' αντό όμως το καθαρό και αυστηρό στοιχείο διατηρεί ατόφια τη δύναμή του" εδώ, μπορεί να πετάξει! Γιατί λοιπόν να κατεβεί σ* αυτά τα λασπώδη νερά, όπου θα ήταν υποχρεωμένος να κολυμπά, να τσαλαβουτά και να λερώνει τα φτερά του! - Όχι, είναι πολύ δύσκολο για μας να ζήσουμε μέσα σ' αυτά τα νερά: τι να κάνουμε που γεννηθήκαμε για τον αέρα, τον καθαρό αέρα, εμείς που ανταγωνιζόμαστε την ακτίνα φωτός και που θα θέλαμε πάρα πολύ να κινούμασταν καβάλα στους κόκκους του αιθέρα όπως αυτή η ακτίνα, όχι όμως για να απομακρυνθούμε από τον ήλιο αλλά για να πάμε προς το μέρος του! Αυτό όμως δεν μπορούμε να το κάνουμε: γι' αυτό, ας κάνουμε ό,τι μπορούμε μόνοι: ας φέρουμε φως στη γη, ας γίνουμε «το φως της γης»! Και γι' αυτό το πράγμα έχουμε τα φτερά μας, την ταχύτητα μας, την αυστηρότητά μας· γι' αυτό το πράγμα είμαστε αρρενωποί και μάλιστα τρομεροί σαν τη φωτιά. Ας μας φοβούνται λοιπόν εκείνοι που δεν ξέρουν πώς να ζεσταθούν και να φωτιστούν από μας!
294. Ενάντια στους συκοφάντες της φύσης. -Βρίσκω δυσάρεστους εκείνους τους ανθρώπους στους οποίους κάθε φυσική κλίση γίνεται αμέσως αρρώστια, κάτι παραμορφωτικό και ατιμωτικό -αυτοί μας έκαναν να πιστέψουμε ότι οι κλίσεις και οι ενορμήσεις του ανθρώπου είναι κακές· αυτοί είναι η αιτία της μεγάλης αδικίας μας απέναντι στη (ρύση μας, απέναντι σ' όλη τη φύση! Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που έχουν το δικαίωμα να αφεθούν στις ενορμήσεις τους με χάρη και ανεμελιά: δεν το κάνουν όμως, γιατί φοβούνται αυτό τον φανταστικό «κακό χαρακτήρα» της φύσης! Εδώ οφείλεται το ότι βρίσκουμε τόση λίγη ευγένεια στους ανθρώπους: διότι το χαρακτηριστικό σημάδι της ευγένειας είναι πάντα ότι δεν νιώθει κανείς φόβο για τον εαυτό του, ότι δεν περιμένει τίποτε ατιμωτικό από τον εαυτό του, ότι πετάει χωρίς δισταγμό εκεί όπου νιώθουμε ότι πετάμε κι εμείς -εμείς τα πουλιά που έχουμε γεννηθεί ελεύθερα^'! Όπου κι αν πάμε, γύρω μας θα βρίσκουμε πάντα ελευθερία και ηλιόφωτο. 238. Πρβλ. τον τίτλο του παραρτήματος με τα τραγούδια στο τέλος του βιβλίου.
178
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
295. Βραχύχρονες συνήθειες. -Μου αρέσουν οι βραχύχρονες συνήθειες και τις θεωρώ ανεκτίμητο μέσο για να μπορέσουμε να γνωρίσουμε πολλά πράγματα και καταστάσεις, μέχρι το βάθος της γλυκύτητας και της πικρότητάς τους. Η cρΰση μου είναι απολύτως πλασμένη για βραχύχρονες συνήθειες, ακόμη και όσον αφορά σης ανάγκες της σωματικής μου υγείας, και γενικά, απ' όσο μπορώ να το δω: από το χαμηλότερο μέχρι το ψηλότερο. Πάντα πιστεύω πως αυτό θα μου δίνει διαρκή ικανοποίηση -και οι βραχύχρονες συνήθειες επίσης έχουν την πίστη του πάθους, την πίστη στην αιωνιότητα- και πως είμαι αξιοζήλευτος που το βρήκα και το αναγνώρισα: και τώρα με τρέφει μεσημέρι και βράδυ και απλώνει μια βαθιά αυτάρκεια γύρω του και μέσα μου, έτσι που δεν επιθυμώ τίποτε άλλο, χωρίς να χρειάζεται να συγκρίνω, να περιφρονώ ή να μισώ. Μια μέρα όμως ο χρόνος του εξαντλείται: το καλό πράγμα αποχωρίζεται από μένα, όχι σαν κάτι που μου προκαλεί τώρα αηδία αλλά ειρηνικά και χορτασμένο μαζί μου, όπως κι εγώ μαζί του και σαν να οφείλαμε ευγνωμοσύνη ο ένας στον άλλο κι έτσι να σφίγγαμε τα χέρια για να πούμε αντίο. Ήδη όμως το καινούργιο περιμένει στην πόρτα, μαζί με την πίστη μου -αυτή την αδιόρθωτα τρελή και σοφή!- ότι αυτό το καινούργιο θα είναι το σωστό, το τελεσίδικα σωστό. Αυτό ακριβώς μου συμβαίνει με τα φαγητά, τις σκέψεις, τους ανθρώπους, τις πόλεις, τα ποιήματα, τη μουσική, τις θεωρίες, τις ημερήσιες διατάξεις και τους τρόπους ζωής. -Αντίθετα, μισώ τις συνήθειες που διαρκούν πολύ. Νιώθω σαν να ήρθε κοντά ένας τύραννος και σαν να πυκνώνει ο αέρας που αναπνέω, όταν τα γεγονότα παίρνουν μια τέτοια μορφή που δείχνει πως θα προκαλέσουν αναπόφευκτα συνήθειες που θα διαρκέσουν πολύ: για παράδειγμα, λόγω μιας δημόσιας θέσης, μιας συνεχούς συναναστροφής με τους ίδιους ανθρώπους, μιας μόνιμης κατοικίας ή ενός είδους υγείας. Ναι, στο βάθος της ψυχής μου, νιώθω ευγνωμοσύνη για όλη μου την αθλιότητα, και την αρρώστια"', για ό,τι είναι ατελές μέσα μου -γιατί όλα αυτά μου προσφέρουν εκατό πίσω πόρτες απ' τις οποίες μπορώ να ξεφεύγω από τις συνήθειες που διαρκούν πολύ. - Σίγουρα, το πιο ανυπόφορο και το αληθινά φρικτό πράγμα για μένα θα ήταν μια ζωή εντελώς άδεια από συνήθειες, μια ζωή που θα απαιτούσε συνέχεια τον αυτοσχεδιασμό -αυτό θα ήταν η εξορία μου και η Σιβηρία μου.
296. Η φήμη της σιαθερότητας. - Η φήμη της σταθερότητας ήταν άλ239. Την εποχή αυτή ο Νίτσε υποφέρει από πονοκεφάλους και σιομαχόπονους. Υποφέρει επίσης πολύ από τα μάτια του και κάνει κάθε μέρα σχεδόν εμετούς.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: SANCTUS JANUARIUS
179
λοτε εξαιρετικά χρησιμη- και παντού όπου η κοινωνία σιτνεχίζει να κυριαρχείται από αγελαία ε'νστικτα, το πιο ενδεδειγμένο πράγμα είναι να παρουσιάζει ο καθε'νας τον χαρακτήρα του και την ασχολία του σαν ανάλλακτα δεδομένα -ακόμη κι αν κατά βάθος δεν είναι τέτοια. «Μπορείς να του έχεις εμπιστοσύνη, δεν αλλάζει»: σ' όλες τις επικίνδυνες καταστάσεις της κοινωνίας αυτός είναι ο έπαινος που έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Η κοινωνία αρέσκεται να νΐίόθει ότι η αρετή ενός ανθρώπου, η φιλοδοξία ενός δεύτερου και η στοχαστικότητα και το πάθος ενός τρίτου της παρέχουν ένα αξιόπιστο εργαλείο που είναι πάντα διαθέσιμο -η κοινωνία τιμά με τις μεγαλύτερες τιμές αυτή την εργασιακή φύση, αυτό τον τρόπο να μένεις πιστός στον εαυτό σου, αυτό το ανάλλακτο των απόψεων, των βλέψεων, ακόμη και των μη αρετών. Μια τέτοια εκτίμηση, που ανθίζει και άνθισε παντού μαζί με την ηθικότητα των ηθών, πλάθει τον «χαρακτήρα» και δυσφημεί κάθε μεταβολή, κάθε μάθηση από την αρχή, κάθε αυτομεταμόρφωση. Όσο μεγάλα κι αν είναι αλλού τα πλεονεκτήματα αυτού του τρόπου σκέψης, για τη γνώση καμιά άλλη γενική κρίση δεν μπορεί να είναι πιο επιζήμια απ' αυτήν: διότι αυτό που εδώ καταδικάζεται και αποκτά κακή φήμη είναι ακριβώς η καλή θέληση του ανθρώπου της γνώσης να διακηρύσσει οποιαδήποτε στιγμή την αντίθεση του στη γνώμη που είχε ώς τότε και να δυσπιστεί απέναντι σε καθετί που θέλει να παγιωθεί μέσα μας σταθερά. Η πνευματική διάθεση του ανθρώπου της γνώσης, ατο βαθμό που βρίσκεται σε αντίφαση με τη «φήμη της σταθερότητας», θεωρείται ατιμωτική, ενώ η απολίθωση των γνωμών έχει το μονοπώλιο των τιμών -κάτω από το ανάθεμα αυτής της αυθεντίας πρέπει να ζούμε και σήμερα ακόμη! Πόσο δύσκολη είναι η ζωή, όταν νιώθεις γύρω σου και εναντίον σου την απόφαση που εξέδωσαν πολλές χιλιετίες! Είναι πιθανό ότι για ολόκληρες χιλιετίες η γνώση προσβλήθηκε από κακή συνείδηση, και ότι η ιστορία των μεγαλύτερων πνευμάτων πρέπει να περιείχε πολλή αυτοπεριφρόνηση και κρυφή αθλιότητα^·*".
297. Να μπορείς να αντιλέγεις. -Όλοι ξέρουν σήμερα ότι το να μπορείς να αντέχεις την αντίφαση είναι υψηλό σημάδι κουλτούρας"'. Μερικοί μάλιστα ξέρουν ότι ο ανοάτερος άνθρωπος επιθυμεί και προκαλεί 240. Η παράγραφος αυτή αποτελεί παράδειγμα ανάλυσης του τρόπου παγίωσης των αξιών. Πρβλ. παρακάτω, § 297 και Γενεαλογία της ηθικής, «Δειήερη πραγμαιεία», § 16-18.
241.0 Νίτσε χρησιμοποιεί και πάλι τη λέ|η Kultur, αν και τώρα πρόκειται ywL άιομα και όχι για συλλογικές οντότητες. Το κοινό σιοιχείο τοιν δύο είναι το ζήτημα της αξίας.
180
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
την αντίφαση, προκειμένου να λάβει μια υπόδειξη για τις αδικίες του, οι οποίες του είναι άγνωστες ώς εκείνη τη στιγμή. Αλλά το να μπορείς να αντιλε'γεις, το να διατηρείς την καλή συνείδηση που εχεις αποκτήσει νιώθοντας εχθρικά απε'ναντι σ' ό,τι είναι συνηθισμένο, παραδοσιακό και καθαγιασμένο -αυτό είναι κάτι παραπάνω από τα δύο προηγούμενα πράγματα, αυτό είναι αληθινά μεγάλο, καινούργιο και εκπληκτικό μέσα στην κουλτούρα μας, αυτό είναι το κατεξοχήν βήμα του απελευθερωμένου πνεύματος: ποιος το ξέρει αυτό;
298. Αναστεναγμός. -Αυτή την ιδέα την άρπαξα καθ' οδόν και, από φόβο μην πετάξει ξανά μακριά μου, την διατύπωσα με τις πρώτες πενιχρές λέξεις που μου ήρθαν. Και τώρα έχει πεθάνει απ' αυτές τις στεγνές λέξεις και κρέμεται και κουνιέται πέρα δώθε μέσα τους -και σαν την κοιτάζω, δεν ξέρω πια πώς μπόρεσα να έχω τέτοια τύχη και να πιάσω awo το πουλί"^.
299. Τι πρέπει να μάθει κανείς απ' τους καλλιτέχνες. -Τι μέσα διαθέτουμε για να κάνουμε τα πράγματα ωραία, ελκυστικά και επιθυμητά όταν δεν είναι τέτοια; -και έχω τη γνώμη πως καθ' εαυτά ποτέ δεν είναι τέτοια! Εδώ μπορούμε να μάθουμε κάτι από τους γιατρούς, όταν παραδείγματος χάρη αραιώνουν ό,τι είναι πικρό ή προσθέτουν κρασί και ζάχαρη σ' ένα μίγμα -αλλά ακόμη περισσότερα από τους καλλιτέχνες, που συνεχώς ασχολούνται με τέτοιες επινοήσεις και τεχνάσματα. Να ξεμακραίνεις από τα πράγματα ώσπου να μη βλέπεις πολλά στοιχεία απ' αυτά και να πρέπει να προσθέτεις πολλά για να συνεχίζεις να τα βλέπεις -ή να βλέπεις τα πράγματα υπό γωνία και σαν σε απόκομμα- ή να τα τοποθετείς με τρόπο που να είναι εν μέρει καλυμμένα και να επιτρέπουν να βλέπεις μόνο σε προοπτική - ή να τα βλέπεις μέσα από ένα χρωματιστό γυαλί ή στο φως του ηλιοβασιλέματος- ή να τους δίνεις μια επιφάνεια, ένα δέρμα όχι τελείως διάφανο: όλα αυτά πρέπει να τα μάθουμε από τους καλλιτέχνες και στα υπόλοιπα πρέπει να είμαστε πιο συνετοί απ' αυτούς. Γιατί σ" αυτούς, τούτη η λεπ:τή δύναμη τους σταματά συνήθως εκεί που τελειώνει η τέχνη κι αρχίζει η ζωή· εμείς όμως θέλουμε να είμαστε οι ποιητές της ζωής μας -και πρώτα πρώτα στα πιο μικρά και καθημερινά πράγματα. 242. Για τη σχέση γλώσσας και σκ€ι]>ης πρβλ. Χαρατ;)/);, § 751,Πέρα απότοκσλόκαι το κακό, §296 και εδώ § 371 και 381.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: SANCTUS JANUARIUS
m
300. Προοίμια της επιστήμης. -Πιστεύετε πως θα γεννιοΰνταν και θα μεγάλωναν ογ επιστήμες, αν δεν υπήρχαν προατύτερα οι μάγοι, οι αλχημιστε'ς, οι ασιρολχίγοι και οι μάγισσες, που δημιούργησαν με τις ψεύτικες υποσχέσεις και ελπίδες τους μια δίψα, μια πείνα, ένα γούστο για κρυφές και απαγορευμένες δυνάμεις; Και μάλιστα ότι θα έπρεπε να υποσχεθεί κανείς απείρως περισσ(5τερα απ' όσα θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν, προκειμένου να επιτευχθεί γενικά κάτι στο χώρο της γνώσης; Ίσως να φανεί, σε μια μακρινή εποχή, το σύνολο της θρησκείας ως μια άσκηση και προοίμιο, με τον ίδιο τρόπο που παρουσιάζονται σε μας εδώ προοίμια και προκαταρκτικές ασκήσεις της επιστήμης τα οποία καθόλου δεν εφαρμόζονταν ούτε γίνονταν αντιληπτά ως τέτοια: ίσως να ήταν η θρησκεία το παράξενο μέσο που επέτρεπε σε μεμονωμένους ανθρώπους να απολαύσουν ολόκληρη την αυτάρκεια ενός θεού κι ολόκληρη την ικανότητά του για αυτολύτρωση. Και μάλιστα -μπορεί να ρωτήσει κανείςθα μάθαινε ποτέ ο άνθρωπος, αν δεν υπήρχε αυτό το θρησκευτικό σχολείο κι αυτή η θρησκευτική προϊστορία, να αισθάνεται πείνα και δίψα για τον εαυτό του, και να βρίσκει ικανοποίηση και πλήρωση στον εαυτό του; Δεν έπρεπε πρώτα να φαντάζεται ο Προμηθέας ότι είχε κλέχΙ^ει το φως κι ύστερα να πληρώσει γι' αυτό -για να ανακαλύψει τελικά ότι αυτός είχε δημιουργήσει το φως επειδή το είχε επιθυμήσει σφοδρά, και ότι όχι μόνον ο άνθρωπος αλλά και ο θεός ήταν έργο των χεριών τον, πηλός πλασμένος από τα χέρια του; Δεν ήταν όλα εικόνες του καλλιτέχνη εικόνων -όπως και η ψευδαίσθηση, η κλοπή, ο Καύκασος, ο γύπας^^ κι όλη η τραγική Προμήθεια όλων των ανθρώπων της γνώσης;
301. Η ψευδαίσθηση των θεωρησιακών^^. -Αυτό που ξεχωρίζει τους ανώτερους ανθρώπους από τους κατώτερους είναι ότι οι πρώτοι βλέπουν και ακούν απείρως περισσότερα, και βλέπουν και ακούν σκεπτόμενοι -κι ακριβώς αυτό ξεχωρίζει τους ανθρώπους από τα ζώα και τα ανώτερα ζώα από τα κατώτερα. Για όποιον ανεβαίνει στα ύψη της ανθρώπινης ιδιότητας ο κόσμος γίνεται ολοένα πιο πλήρης· ολοένα πιο πολλά αγκίστρια ρίχνονται προς το μέρος του για να πιάσουν το ενδιαφέρον του· αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των πραγμάτοιν που τον ερεθίζουν όπως και ο αριθμός των διαφόροιν ειδών ευχαρίστησης και απα-
243. Ορθότερα, αετός. 244. Kontemplativen. Η Kontemplation (=θεώρηση) δεν έχει ως σκοπό ούτε το ποιΦ (=φτιάχνω, παράγω) ούτε το πράηειν (=δρω). Η σκέψη είναι θεώρηση όιαν έχει ως οκοπό μόνο τον εαυτό της.
182
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ρέσκειας -ο ανώτερος άνθρωπος γίνεται ακατάπαυστα πιο ευτυχισμε'νος και οτυνάμα πιο δυστυχισμένος. Μαζί όμως, μια αυταπάτη παραμένει πιότη σύντροφος του: νομίζει ότι είναι θεατής και ακροατής που εχει τοποθετηθεί μπροστά στο μεγάλο οπτικό και ακουστικό θέαμα που είναι η ζωή: αποκαλεί την ίδια του τη (ρύση θεωρησιακή και παραβλέπει το ότι αυτός είναι στην πραγματικότητα ο αληθινός ποιητής και εξακολουθητικός ποιητής αυτής της ζωής -ότι, φυσικά, ξεχωρίζει πολΰ από τον ηθοποιό αυτού του δράματος, από τον λεγόμενο άνθρωπο της δράσης, αλλά ακόμη περισσότερο από έναν απλό θεατή και προσκεκλημένο που κάθεται μπροστά στη σκηνή. Σαν ποιητής που είναι, διαθέτει ασφαλώς vis contemplativa [θεωρησιακή δύναμη] και την ικανότητα να βλέπει αναδρομικά το έργο του, συνάμα όμως και προπαντός διαθέτει vis creativa [δημιουργική δύναμη], που λείπει από τον άνθρωπο της δράσης, αντίθετα απ' ό,τι λένε τα φαινόμενα και η πεποίθηση όλου του κόσμου. Εμείς, που αισθανόμαστε σκεπτόμενοι, την ίδια στιγμή είμαστε εκείνοι που πραγματικά και αδιάκοπα φτιάχνουμε κάτι που δεν υπήρχε πιο πριν: ολόκληρο τον αιώνια αυξανόμενο κόσμο των εκτιμήσεων, των χρωμάτων, των τόνων, των προοπτικών, των κλιμάκων, των καταφάσεων και των αρνήσεων. Αυτό το ποίημα που επινοούμε, το μελετούν συνεχώς οι λεγόμενοι πρακτικοί άνθρωποι (οι ηθοποιοί μας, όπως είπαμε), εξασκούνται σ" αυτό και το μεταφράζουν σε σάρκα και πραγματικότητα, σε καθημερινότητα. Ό,τι έχει αξία στον σημερινό κόσμο, δεν έχει αξία καθ' εαυτό, σύμφωνα με τη φύση του - η φύση δεν έχει ποτέ αξία: -αντίθετα, της δίνεται αξία κάποια στιγμή, σαν δώρο -κι εμείς ακριβώς είμαστε αιηοί οι χορηγοί και δωρητές! Πρώτοι εμείς δημιουργήσαμε τον κόσμο που ενδιαφέρει κατά κάποιο τρόπο τον άνθρωπο'. -Αλλά ακριβώς αυτή η γνώση μάς λείπει, κι αν την αποκτήσουμε συμπτωματικά για μια στιγμή, πάντα την ξαναξεχνάμε την επόμενη στιγμή: παραγνωρίζουμε την καλύτερη δύναμή μας και υποτιμάμε τον εαυτό μας, εμείς οι θεωρησιακοί, ώς ένα βαθμό. Δεν είμαστε ούτε τόσο περήφανοι ούτε τόσο ευτυχισμένοι όσο θα μπορούσαμε να είμαστε.
302. Ο κίνδυνος τον πιο ευτυχισμένου. -Να έχεις λεπτές αισθήσεις και λεπτό γούστο- να είσαι συνηθισμένος σ" ό,τι πιο εκλεκτό και εξαίσιο έχει το πνεύμα σαν να ήταν απλώς η πιο σωστή και κοντινή τροφή· να χαίρεσαι μια δυνατή, θαρραλέα, παράτολμη ψυχή· να περνάς μέσα από τη ζωή με ήρεμα μάτια και σταθερό βήμα, έτοιμος πάντα για τα άκρα όπως σε μια γιορτή και γεμάτος από σφοδρή επιθυμία για κόσμους και θάλασσες, ανθρώπους και θεούς που δεν έχουν ανακαλυφθεί
ΤΕΤΑΡΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: SANCTUS JANUARIUS
183
ακόμα· να ακοΰς κάθε ευδιάθετη μουσική λες και ανδρείοι άνθρωποι, στρατιώτες, πόντοπόροι χαρίζουν σιον εαυτό τους εκεί μια βραχύχρονη ανάπαυση και ευχαρίστηση και, ξα(ρνικά, μέσα στη βαθύτατη απόλαυση της στιγμής, νικιούνται από τα κλάματα κι απ' όλη τη πορφυρή μελαγχολία του ευτυχισμένου: ποιος δεν θα ήθελε να είναι ακριβώς όλα αυτά κατοχή του, κατάσταση του! Αυτή ήταν η ευτυχία του Ομήρου\ Η κατάσταση εκείνου που επινόησε τους θεούς των Ελλήνων -όχι, εκείνου που επινόησε τους δικούς του θεούς! Δεν πρέπει όμως να κρύβουμε από τον εαυτό μας το εξής: μ' αυτή την ευτυχία του Ομήρου στην ψυχή είναι κανείς επίσης το πλάσμα που υποφέρει περισσότερο απ' όλα τα άλλα, όσα υπάρχουν κάτω από τον ήλιο! Και μόνο μ' αυτό το τίμημα αγοράζει κανείς το πολυτιμότερο κοχύλι που έριξαν ποτέ στην ακτή τα κύματα της ενθαδικής ύπαρξης! Όποιος το έχει στην κατοχή του, γίνεται ολοένα πιο λεπταίσθητος στον πόνο και τελικά υπερβολικά λεπταίσθητος: μια μικρή δυσθυμία και αηδία στάθηκε αρκετή στο τέλος για να χαλάσει τη ζωή του Ομήρου. Δεν μπόρεσε να μαντέψει τη λύση ενός παράλογου μικρού αινίγματος που του έθεσαν κάποιοι νεαροί ψαράδες! Ναι, τα μικρά αινίγματα είναι ο κίνδυνος των πιο ευτυχισμένων!
303. Ανο ευτυχισμένοι. -Στ' αλήθεια, παρά το νεαρό της ηλικίας του, αυτός ο άνθρωπος ξέρει καλά από αυτοσχεδιασμό της ζωής και αφήνει άναυδο ακόμη και τον πιο λεπταίσθητο παρατηρητή· γιατί ποτέ δεν φαίνεται να κάνει λάθος, αν και παίζει συνεχώς το πιο τολμηρό παιχνίδι. Θυμίζει εκείνους τους μουσικούς δεξιοτέχνες του αυτοσχεδιασμού^, στους οποίους οι ακροατές τους θα ήθελαν να αποδώσουν ένα θεϊκό αλάθητο του χεριού, μ' όλο που κι αυτοί κάνουν πού και πού λάθη, όπως κάθε θνητός. Είναι όμως εξασκημένοι και επινοητικοί και έτοιμοι σε κάθε στιγμή να ενσωματώσουν στη θεματική τους διάταξη τη νότα σιην οποία τους παρέσυρε τυχαία ένα χτύπημα με το δάχτυλο, ένα καπρίτσιο, και να εμφυσήσουν στο τυχαίο ένα ωραίο νόημα και μια ψυχή. Να τώρα κι ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος: κατά βάθος, αυτός αποτυγχάνει σ' ό,τι επιχειρεί και σχεδιάζει. Αυτό στο οποίο αφιερωνόταν μ' όλη του την καρδιά, τη μια στιγμή ή την άλλη, τον οδήγησε επανειλημμένα στο χείλος του γκρεμού και πολύ κοντά σιην χοπασεροφη· κι αν ξέφευγε αρκετές φορές, δεν τα κατάφερνε να γλιτώσει με ένα μόνο «μαυρισμένο μάτι». Νομίζετε ότι νιώθει δυστυχισμένος γι' αυτό; Από καιρό έχει αποφασίσει να μην παίρνει πολύ στα σοβαρά τις ευχές 245.0 ίδιος ο Νίτσε αυτοσχεδίαζε πολύ πετυχημένα στο πιάνο.
184
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
και τα σχέδια του. «Αν δεν πετύχω σ' αυτό», λέει στον εαυτό του, «Θα πετύχω ίσως στο άλλο· και γενικά δεν ξέρω αν δεν χρωστώ περισσότερη ευγνωμοσύνη στις αποτυχίες μου παρά στις επιτυχίες μου. Είμαι φτιαγμένος για να είμαι πεισματάρης και για να έχω κέρατα σαν του ταύρου; Ό,τι αποτελεί την αξία και το όφελος της ζωής για μένα βρίσκεται αλλού" τόσο η περηφάνια μου όσο και η αθλιότητα μου βρίσκονται αλλού. Ξέρω περισσότερα για τη ζωή, γιατί πάρα πολλές φορές κόντεψα να τη χάσω: και γι' αυτό ακριβώς έχω περισσότερα απ' τη ζωή απ' ό,τι όλοι εσείς!»
304. Κάνοντας κάτι, παρατάμε κάτι άλλο. -Κατά βάθος απεχθάνομαι όλες τις ηθικές που λένε: «Μην το κάνεις αυτό! Αρνήσου! Υπερνίκησε τον εαυτό σου!» -Αντίθετα, μ' αρέσουν όλες εκείνες οι ηθικές που με ωθούν να κάνω κάτι και να το ξανακάνω απ' το πρωί ώς το βράδυ και να το ονειρεύομαι τη νύχτα και να μη σκέφτομαι τίποτε άλλο εκτός από το να το κάνω καλά, τόσο καλά όσο μόνον εγώ μπορώ! Για όποιον ζει έτσι, το ένα πράγμα μετά το άλλο που δεν ανήκει σε τέτοια ζωή πέ(ρτει από μόνο του. Δίχως μίσος ή αποστροφή, βλέπει αυτός να τον αποχαιρετά σήμερα το ένα και αύριο το άλλο, σαν τα κιτρινισμένα φύλλα που αποσπώνται από το δέντρο με το παραμικρό (ρύσημα του αέρα: ή δεν βλέπει καθόλου ότι τον αποχαιρετούν, επειδή το μάτι του είναι στυλωμένο στο σκοπό του και γενικά μπροστά, όχι πλάγια ούτε πίσω ή κάτω. «Αυτό που κάνουμε πρέπει να καθορίζει εκείνο που παρατάμεκάνοντας κάτι, παρατάμε κάτι άλλο» - να τι μου αρέσει εμένα, αυτό είναι το placitum [αρεστό] μου. Αλλά δεν θέλω να αγωνίζομαι μ' ανοιχτά μάτια για το ίδιο μου το ςπώχεμα, δεν μ' αρέσουν όλες οι αρνητικές αρετές -αρετές που ουσία τους είναι το να αρνείσαι και να αποποιείσαι τον εαυτό σου.
305. Αυτοκυριαρχία. -Εκείνοι οι δάσκαλοι της ηθικής που προστάζουν τον άνθρωπο να κερδίσει πριν και πάνω απ' όλα τον έλεγχο του εαυτού του, του προκαλούν μια περίεργη αρρώστια: συγκεκριμένα, μια διαρκή ευερεθιστότητα απέναντι σ' όλες τις φυσικές διεγέρσεις και κλίσεις -ένα είδος φαγούρας. Κι από κει και πέρα, ό,τι κι αν τον πιέσει, τον σπρώξει, τον προσελκύσει ή τον παρακινήσει, από μέσα ή από έξω, του δείχνει πάντα, αυτού του ευερέθιστου, πως η αυτοκυριαρχία του διατρέχει κίνδυνο: δεν έχει πια το δικαίωμα να εμπιστευτεί κανένα ένστικτο, κανένα ελεύθερο πέταγμα, αλλά μένει μονίμως σε αμυντική στάση, οπλισμένος εναντίον του εαυτού του, με διαπεραστικά και δύσπιστα
ΤΕΤΑΡΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: SANCTUS JANUARIUS
185
μάτια, αιώνιος φύλακας του κάστρου στο οποίο έχει μετατρέψει τον εαυτό του. Ναι, μπορεί να είναι μεγάλος σ' αυτό το πράγμα! Σίγουρα όμως εχει γίνει ανυπόφορος στους άλλους, βαρΰς για τον εαυτό του, φτωχεμένος και αποκομμένος από τα ωραιότερα ενδεχόμενα της ψυχής του! Και μάλιστα από οποιαδήποτε περαιτέρω/ίορφωστ/'· Γιατί πρέπει κανείς να είναι ικανός να χάνει κατά καιρούς τον εαυτό του, αν θέλει να μάθει κάτι από πράγματα που δεν είναι αυτός.
306. Στωικοί και επικούρειοι. - Ο επικούρειος αναζητά την κατάσταση, τα πρόσωπα, ακόμη και τα γεγονότα που ταιριάζουν στην άκρως ευερέθιστη διανοητική συγκρότηση του* παραιτείται απ' όλα τα άλλα, δηλαδή σχεδόν από τα πάντα, επειδή θα ήταν πολύ δυνατή και βαριά τροφή γι' αυτόν. Αντίθετα, ο στωικός ασκείται στο να καταπίνει πέτρες και σκουλήκια, κομμάτια γυαλί και σκορπιούς χωρίς αηδία- το στομάχι του πρέπει να γίνει αδιάφορο απέναντι σ' οτιδήποτε ρίχνει μέσα του το τυχαίο της ενθαδικής ύπαρξης: θυμίζει εκείνους τους Άραβες της θρησκευτικής αίρεσης των Ασάουα που βλέπουμε στο Αλγέρι· όπως αυτοί οι αναίσθητοι άνθρωποι, έτσι κι αυτός ευχαριστιέται να έχει ένα κοινό προσκεκλημένο στο θέαμα της αναισθησίας του, ενώ ο επικούρειος κάνει ακριβώς δίχως αυτό -αυτός έχει τον «κήπο» του! Για ανθρώπους με τους οποίους αυτοσχεδιάζει η μοίρα, για εκείνους που ζουν σε βίαιες εποχές και εξαρτώνται από αιφνιδιαστικούς και ευμετάβλητους ανθρώπους, ίσως να είναι πολύ σύμφορος ο στωικισμός. Όποιος όμως προβλέπει κατά κάποιο τρόπο ότι η μοίρα τού επιτρέπει να γνέσει ένα μακρύ νήμα, καλά θα κάνει να αποκτήσει επικούρεια οργάνωση^: αυτό έχουν κάνει μέχρι σήμερα όλοι οι άνθρωποι που είναι αφιερωμένοι στην πνευματική εργασία! Γι' αυτούς, θα ήταν πράγματι η μέγιστη απώλεια αν έχαναν την λεπτή τους ευερεθιστότητα και έβλεπαν να τους δίνεται σε αντάλλαγμα το σκληρό στωικό δέρμα με τα σκαντζοχοιρίσια αγκάθια"'.
307. Υπέρ της κριτικής. -Τώρα σου φαίνεται πλάνη κάτι που αγάπησες άλλοτε ως αλήθεια ή αληθοφάνεια: το πετάς μακριά σου κι έχεις την ψευδαίσθηση ότι το λογικό σου κέρδισε μια νίκη. Ίσως όμως αυτή η πλάνη να ήταν απαραίτητη για σένα τότε, τότε που ήσουν ακόμα 246. Για το ζήτημα του νοήματος του επικουρισμού, βλ. εδώ § 45 και 375. m Πρβλ. π.χ. EKijcc«JQog,£7BOToAj/jieo?M£w>wν ανθρώπων για κάθε ανθρώπινη ηθική -άρα για την προέλευσή της, για τη θρησκευτική της επικύρωση, για την προκατάληψη της ελεύθερης θέλησης και άλλα παρόμοια -κι ύστερα νομίζουν πως έχουν κριτικάρει την ίδια την ηθική. Αλλά η αξία μιας εντολής που διατυπώνει ένα «οφείλεις» εξακολουθεί να είναι θεμελιακά διαφορετική και ανεξάρτητη από τέτοιες γνώμες γι' αυτήν και από τα ζιζάνια της πλάνης που ίσως την έχουν σκεπάσει: όπως ακριβώς είναι εντελώς ανεξάρτητη η αξία που έχει ένα φάρμακο για έναν άρρωστο από το αν σκέφτεται αυτός την ιατρική επιστημονικά ή σαν γριά. Μια ηθική θα μπορούσε μάλιστα να αναπτυχθεί από μια πλάνη: αλλά κι η διαπίστωση αυτή δεν θα άγγιζε καν το πρόβλημα της αξίας της. -Κατά συνέπεια, κανένας δεν εξέτασε μέχρι σήμερα την αξία αυτού του φαρμάκου, του πιο ξακουστού απ' όλα, που ονομάζεται ηθική- το πρώτο βήμα για να γίνει κάτι τέτοιο είναι να τη -θέσουμε νπό ερώτηση. Ε, λοιπόν! Αυτή ακριβώς είναι η δουλειά μας.
346. Το εροχτηματικό μας. -Δεν το καταλαβαίνετε όμως aw0; Πράγματι, οι άνθρωποι θα δυσκολευτούν πολύ να μας καταλάβουν. Αναζη283. Αναφορά στον Χέρμπερχ Σπένσερ. Πρβλ. Αί^ραι;)/»;, § 146. 284. Στο Παρίσι είχε κυκλοφορήσει ήδη (1885) το βιβλίο του Jean-Marie Guyau, Esquisse d' une morale sans Obligation ni sanction. Ο Νίχσε το είχε 3ϊρομηθεντεί αμέσως.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
τούμε λέξεις, ίσως αναζητούμε και acpxid. Μα ποιοι είμαστε λοιπόν; Αν χρησιμοποιήσουμε μια παλιά έκφραση και απλώς αποκαλέσουμε τον εαυτό μας άθεο^', άπιστο ή ίσως αμοραλιστή, πάλι απέχουμε από τον σωστό ορισμό μας: είμαστε και τα τρία πράγματα μαζί σε ένα στάδιο πολύ προηγμένο ώστε να καταλάβει κανείς, ώστε να μπορέσετε να καταλάβετε εσείς, κύριοι περίεργοι, τι νιώθει κανείς όταν είναι τέτοιος. Όχι! δεν έχει σχέση μ' εμάς η πικρία και το πάθος του ανθρώπου που έχει ελευθερωθεί από τις αλυσίδες του κι όμως εξακολουθεί να οφείλει να μετατρέψει την απιστία του σε πίστη, σε σκοπό, σε μαρτύριο! Έχουμε καταλάβει πολύ καλά -κι αυτό μας έχει κάνει ψυχρούς και σκληρούς- ότι τίποτε στον κόσμο δεν συμβαίνει θεϊκά· ακόμη και με τα ανθρώπινα μέτρα, τίποτε δεν συμβαίνει ορθολογικά, ευσπλαχνικά ή δίκαια: το ξέρουμε καλά, ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι μη θεϊκός, μη ηθικός, «μη ανθρώπινος» -τον ερμηνεύσαμε για πάρα πολύ καιρό εσφαλμένα και ψεύτικα, σύμφωνα όμως με την ευχή και τη θέληση του σεβασμού μας, δηλαδή σύμφωνα με μια ανάγκη. Γιατί ο άνθρωπος είναι ζώο που σέβεται! Είναι όμως και δύσπιστο ζώο: και το ότι ο κόσμος (5εν έχει την αξία που πιστεύαμε, αυτό είναι το πιο σίγουρο πράγμα που συνέλαβε τελικά η δυσπιστία μας. Όσο πιο πολλή δυσπιστία, τόσο πιο πολλή φιλοσοφία. Προφυλαγόμαστε να πούμε ότι ο κόσμος έχει λιγότερη αξία: πράγματι, σήμερα θα βάζαμε τα γέλια, αν βλέπαμε τον άνθρωπο να έχει την αξίωση να επινοήσει αξίες που θα ξεπερνούσαν την αξία του πραγματικού κόσμου. Σ' αυτό ακριβώς το πράγμα γυρίσαμε την πλάτη μας θεωρώντας το υπερβολική παρεκτροπή της ανθρώπινης κενοδοξίας και του ανθρώπινου ά-λογου, η οποία για πολύ καιρό δεν αναγνωριζόταν ως τέτοια. Βρήκε την τελική της έκφραση στον σύγχρονο πεσιμισμό και μια πιο παλιά και δυνατή έκφραση στη διδασκαλία του Βούδα· αλλά κι ο χριστιανισμός την περιέχει, με πιο διφορούμενο και- πιο αμφίβολο, αλλά όχι λιγότερο σαγηνευτικό τρόπο. Ολόκληρη η στάση «άνθρωπος εναντίον κόσμου», ο άνθρωπος ως αρχή «που αρνείται τον κόσμο», ο άνθρωπος ως μέτρο της αξίας των πραγμάτων, ως κριτής του κόσμου, που στο τέλος βάζει την ίδια την ενθαδική ύπαρξη στη ζυγαριά του και τη βρίσκει πολύ ελαφριά - η απίστευτη ανοστιά της στάσης αυτής έγινε τελικά αντιληπτή απ' τη συνείδησή μας και μας αηδίασε. Γελάμε όταν βλέπουμε τοποθετημένους δίπλα-δίπλα τον «άνθρωπο και τον κόσμο», που χωρίζα/ται από την υπέροχη προπέτεια της λεξούλας «και»! Πώς όμως; Όταν γελάμε έτσι, δεν προχο>ράμε άλλο 285. Όρος που χρησιμοποιεί συχνά ο Νίτσε. Βλ. π.χ. εδώ, § 344 και Γενεαλο/ία ττ/ς ηθικής, «Δεύτερη πραγματεία», § 25, άκου ο όρος λύεται για τον Ζαρατούστρα
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ένα βήμα στην περιφρόνηση του ανθρώπου; Και κατά συνέπεια και στον πεσιμισμό, στην περιφρόνηση της ενθαδικής ύπαρξης που μποροΰμε εμείς να γνωρίσουμε; Δεν ε'χουμε εκτεθεί στην υποψία μιας αντίθεσης -μιας αντίθεσης μεταξύ του κόσμου με τον οποίο αισθανόμαστε άνετα μέχρι τώρα με τους σεβασμούς μας -οι οποίοι ίσως μας έκαναν να αντέχουμε τη ζωή- και ενός άλλου κόσμου, που είμαστε εμείς οι ίδιον. Πρόκειται για μια αμείλικτη, θεμελιώδη και βαθύτατη υποψία για τον εαυτό μας, μια υποψία που κυριαρχεί όλο και περισσότερο, όλο και χειρότερα εμάς τους Ευρωπαίους, και που εύκολα μπορεί να θέσει αντιμέτωπες τις επόμενες γενιές με το φρικτό δίλημμα: «Είτε καταργήστε τους σεβασμούς σας είτε τον εαυτό σας\» Το δεύτερο θα ήταν μηδενισμός^'· μα μήπως δεν θα ήταν και το πρώτο; -Αυτό είναι το ερωτηματικό /Μζς.
347. Οι πιστοί και η ανάγκη τους για πίστη. - Η ποσότητα της πίστης που χρειάζεται κάποιος για να προκόψει, η ποσότητα του «σταθερού», το οποίο δεν θέλει να κλονιστεί, επειδή κρατιέται απ' αυτό -είναι ένας μετρητής της δύναμης του ή, για να το πω σαφέστερα, της αδυναμίας του. Μου φαίνεται ότι στη γέρικη Ευρώπη μας ο χριστιανισμός εξακολουθεί να είναι απαραίτητος στους περισσότερους ανθρώπους ακόμη και σήμερα" γι' αυτό εξακολουθεί να βρίσκει πιστούς. Γιατί έτσι είναι ο άνθρωπος: ένα άρθρο πίστης μπορεί να αναιρεθεί μπροστά του χίλιες φορές -αν όμως το χρειάζεται, θα συνεχίσει να το θεωρεί «αληθινό», συμφωνώντας με εκείνη την περίφημη «απόδειξη της ισχύος» για την οποία μιλάει η Βίβλος. Ορισμένοι εξακολουθούν να χρειάζονται τη μεταφυσική· αλλά κι εκείνη την επιτακτική επιθυμία για βεβαιότητα που σήμερα εκφορτίζεται με επιστημονική και θετικιστική μορφή στις πλατιές μάζες^', η επιθυμία να θέλουμε να έχουμε κάτι απολύτως στέρεο (ενώ μέσα στον πυρετό αυτής της επιθυμίας ασχολούμαστε πιο ελαφριά και πιο νωθρά μ' ό,τι αφορά στη θεμελίωση της βεβαιότητας αυτής): όλα ανχά είναι ακόμη επιθυμία για στήριγμα, έρεισμα· κοντολογίς, εί286. Πρώτη εμφάνιση της έννοιας στο δημοσιευμένο έργο του Νίτσε. Εκείνη την εποχή ο όρος ακουγόταν πολΰ από τις εφημερίδες, σε σχέση με τους ρώσους μηδενιστές, οι οποίοι προσπάθησαν να δολοφονήσουν τον τσάρο, επιτυγχάνοντάς TO την τρίτη φορά (Αγία Πετρούτιολη, 1881). Τον μηδενισμό ανέλυσαν επίσης οι συγγραφείς Paul Bourget και Ε. Caro, ο οποίος τον συνέδεσε με τον γερμανικό πεσιμισμό. 287. Πιθανή αναφορά στον επιστημονικό σοσιαλισμό. Ο Νίτσε είχε προμηθευτεί γύρω στα 1875 αρκετά βιβλία που πραγμοαεΰονταν ζητήματα σχεuκά με την πολιτική οιχσνομία και το εργατικό ζήτημα.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
ναι εκείνο το ένστικτο της αδυναμίας, το οποίο δεν δημιουργεί βέβαια θρησκείες, μετάφυσικε'ς, κάθε λογής πεποιθήσεις, αλλά -τις διατηρεί. Πράγματι, γύρω απ' όλα αυτά τα θετικιστικά συστήματα απλώνεται ο καπνός ενός ορισμένου πεσιμιστικού ζόφου, κάτι που μυρίζει κούραση, μοιρολατρία, απογοήτευση και φόβο για καινούργιες απογοητεύσεις -ή αλλιώς επιδεικτική οργή, κακή διάθεση, αναρχισμό της αγανάκτησης κι όσα άλλα συμπτώματα και μεταμφιέσεις του συναισθήματος της αδυναμίας μπορεί να υπάρχουν. Ακόμη και η ορμητικότητα με την οποία χάνονται οι πιο έξυπνοι συγκαιρινοί μας μέσα σε άθλιες γ(ίΐνιές και χαραμάδες, για παράδειγμα στην πατριδολατρία (εννοώ αυτό που αποκαλούν οι Γάλλοι chauvinisme [σοβινισμό] και οι Γερμανοί «γερμανικό») ή σε δόγματα απόμερων αισθητικών κύκλων, όπως ο παριζιάνικος naturalisme [νατουραλισμός] (που ξεδιαλέγει και αποκαλύπτει μόνον εκείνο το μέρος της qρύσης που προκαλεί αηδία και μαζί έκπληξη -ένα μέρος που αρέσκονται να το ονομάζουν σήμερα Ια verite vraie [αληθινή αλήθεια]) ή στο μηδενισμό αλά Αγία Πετρούπολη (δηλαδή στην πίστη στην απιστία, πράγμα που φτάνει και περιλαμβάνει το μαρτύριο), πάντα φανερώνει πριν απ' όλα την ανάγκη για πίστη, για στήριγμα, για ραχοκοκαλιά, για αποκούμπι... Όπου λείπει περισσότερο η θέληση, εκεί είναι περισσότερο ποθητή και αναγκαία η πίστη· γιατί η θέληση είναι, ως αίσθημα της διοίκησης, το διακριτικό σημάδι της αυτοκυριαρχίας και της ισχύος^*. Μ' άλλα λόγια, όσο λιγότερο ξέρει κανείς να διοικεί, τόσο περισσότερο επιθυμεί κάποιον που να διοικεί, που να διοικεί αυστηρά -έναν θεό, ηγεμόνα, κοινωνική τάξη, γιατρό, εξομολογητή, δόγμα, κομματική συνείδηση. Απ' αυτό θα μπορούσαμε ίσως να συμπεράνουμε ότι οι δυο παγκόσμιες θρησκείες, ο βουδισμός και ο χριστιανισμός, πιθανόν να οφείλουν τη γένεσή τους, και ιδίως την αιφνίδια διάδοση τους, σε μια φοβερή ασθένεια της θέλησης. Και πράγματι αυτό συνέβη: και οι δύο θρησκείες συνάντησαν μια επιθυμία για ένα «οφείλεις» ανεβασμένη ώς τα όρια του παραλογισμού και της απόγνωσης από την αρρώστια της θέλησης. Και οι δύο θρησκείες δίδαξαν τον φανατισμό σε εποχές απονάρκωσης της θέλησης κι έτσι πρόσφεραν σε αναρίθμητους ανθρώπους ένα στήριγμα, μια καινούργια δυνατότητα για θέληση, μια ευχαρίστηση με τη θέληση. Πραγματικά, ο φανατισμός είναι η μόνη «δύναμη της θέλησης», την οποία μπορούν να αποκτήσουν αχόμη και οι αδύναμοι κι οι ανασςραλείς, επειδή είναι ένα είδος υπναηισμού 288. Η σύνδεση της θέλησης με την έννοια της διοίκησης ανηπαραθέτει ριζικά τον Νίτσε σης παραδοσιακές φιλοσοφικές απόψεις για τη θέληση. Βλ. ε π ί σ η ς α χ ό το καλό και το κακό, § 19.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ολόκληρου του αισθητηριακού/διανοητικού συστήματος προς όφελος μιας υπέρμετρης θρε'ψης (υπερτροφίας) ενός και μόνο τρόπου να βλέπεις και να αισθάνεσαι, που από εκείνη τη στιγμή και μετά κυριαρχεί" αυτό τον τρόπο αποκαλεί ο χριστιανός πίστη του. Όταν ένας άνθρωπος ςπάσει στη βασική πεποίθηση ότι πρέπει να τον διοικούν, γίνεται «πιστός». Αντίστροφα, θα μπορούσαμε να φανταστούμε μια ευχαρίστηση και δύναμη αυτοκαθορισμού, μια ελευθερία της θέλησης^®', δυνάμει των οποίων το πνεύμα θα παρατούσε κάθε πίστη και κάθε επιθυμία για βεβαιότητα, επειδή θα ήταν εξασκημένο να ισορροπεί πάνω σε λεπτά σκοινιά και δυνατότητες και μάλιστα να χορεύει σύρριζα σε αβύσσους. Έ ν α τέτοιο πνεύμα θα ήταν το εL·ϋθερo πνεύμα par excelknce [κατ' εξοχήν].
348. Για τψ προέλευση των λσγίων. -Στην Ευρώπη οι λόγιοι αναπτύσσονται απ' όλες τις κοινωνικές τάξεις και συνθήκες, σαν φυτά που δεν χρειάζονται ειδικό έδαφος: γι' αυτό ανήκουν, από την ίδια τους τη φύση και άθελα τους, στους φορείς της δημοκρατικής σκέψης. Αυτή όμως η προέλευση προδίδεται. Όταν έχει εξασκήσει κανείς κάπως τα μάτια του να αναγνωρίζουν σε ένα λόγιο βιβλίο ή επιστημονική πραγματεία τη διανοητική ιδιοσυγκρασία του λογίου -κάθε λόγιος έχει τη δική τουκαι να την πιάνουν επ' αυτοφώρω, βρίσκει σχεδόν πάντα πίσω απ' αυτή την «προϊστορία» του λογίου, την οικογένειά του και ιδίως τις ασχολίες και τα επαγγέλματά της. Όπου βρίσκει έκφραση το αίσθημα «αυτό έχει αποδειχτεί πια* ξεμπέρδεψα μαζί του», πρόκειται συνήθως για τον πρόγονο στο αίμα και στο ένστικτο του λογίου, που επιδοκιμάζει από τη δική του σκοπιά την «τελειωμένη δουλειά» -η πίστη στην απόδειξη είναι απλώς ένα σύμπτωμα αυτού που για αιώνες θεωρούνταν «καλή δουλειά» από μια εργατική γενιά. Ένα παράδειγμα: οι γιοι των γραμματέων και των κάθε λογής γραφιάδων, που κύριο καθήκον τους ήταν πάντα να βάζουν τάξη σ' ένα ετερόκλητο υλικό, να το ταξινομούν σε διάφορα συρτάρια και γενικά να σχηματοποιούν τα πράγματα, δείχνουν, στην περίπτωση που θα γίνουν λόγιοι, μια τάση να θεωρούν ένα πρόβλημα λυμένο μόλις το σχηματοποιήσουν. Υπάρχουν φιλόσοφοι που είναι κατά βάση εγκέφαλοι που σχηματοποιούν -γι' αυτούς η τυπική πλευρά της δουλειάς του πατέρα τους έχει γίνει περιεχόμενο. Το ταλέντο για ταξινομήσεις, για πίνακες κατηγοριών, κάτι προδίδει· δεν είναι κανείς ατιμοορητί παιδί των γονιών του. Ο γιος ενός δικηγόρου θα εξακολουθεί 289. Ο Νίτσε δίνει νέο νόημα ατην παραδοσιακή και καθιερωμένη έννοια της «ελευθερίαςτης θέλησης».
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
να είναι δικηγόρος, ακόμη κι αν είναι ερευνητής· πρώτα θα θελήσει να πάει καλά η υπό^θεοή του, και μετά ίσως θελήσει να είναι και δίκαιη. Οι γιοι των προτεσταντών ιερε'ων και δασκάλων αναγνωρίζονται από την απλοϊκή σιγουριά τους όταν, ως λόγιοι, θεωρούν αποδεδειγμένη την υπόθεσή τους αν απλώς την έχουν διατυπώσει με ενθουσιασμό και ζέση- είναι πάρα πολΰ συνηθισμένοι στο να τους πιστεύουν -πράγμα που ήταν μέρος της «δουλειάς» των πατέρων τους! Αντίθετα, οι Εβραίοι, που έχουν πίσω τους τον κΰκλο επιχειρήσεων και το παρελθόν του λαού τους, είναι οι λιγότερο συνηθισμένοι ακριβώς σ' αυτό -στο να τους πιστεύουν οι άλλοι: δείτε κάτω απ' αυτό το πρίσμα τους Εβραίους λόγιους: όλοι τους έχουν μεγάλη εκτίμηση για τη λογική, δηλαδή για τον εξαναγκασμό των άλΚων να συμφωνήσουν μαζί τους βάσει επιχειρημάτων. Ξέρουν πως μ' αυτόν μοιραία θα νικήσουν, ακόμη κι εκεί όπου υπάρχει απέναντι τους μια (ρυλετική και ταξική απέχθεια, εκεί όπου τους πιστεύουν πολύ απρόθυμα. Γιατί τίποτε δεν είναι πιο δημοκρατικό από τη λογική: δεν λογαριάζει πρόσωπα και παίρνει και τη γαμψή μύτη για ίσια. (Παρεμπιπτόντως, η Ευρώπη δεν χρωστάει και λίγα στους Εβραίους όσον αφορά ακριβώς στη λογικοποίηση, στην επίτευξη πιο καθαρών διανοητικο&ν συνηθειών: τα περισσότερα τους χρωστούν οι Γερμανοί, αυτή η αξιοθρήνητα deraissonable [παράλογη] φυλή, που ακόμη και σήμερα το πρώτο πράγμα που έχει να κάνει κανείς είναι να της «πλύνει το κείράλι». Γενικά, όπου απέκτησαν επιρροή οι Εβραίοι, δίδαξαν στους ανθρώπους να κάνουν πιο λεπτές διακρίσεις, να συλλογίζονται με περισσότερη ακρίβεια και να γράφουν πιο φωτεινά και πιο καθαρά· ανέκαθεν η δουλειά τους ήταν να φέρνουν έναν λαό «στο δρόμο της λογικής».)
349. Και πάλι για την καταγωγή των λογίων. - Η επιθυμία να διατηρήσουμε τον εαυτό μας είναι έκφραση μιας κατάστασης απόγνωσης, ενός περιορισμού της πραγματικά θεμελιώδους ενόρμησης της ζωής, που αποβλέπει στην επέκταση της δύναμης και που γι' αυτό συχνά θέτει υπό αμφισβήτηση και θυσιάζει την αυτοδιατήρηση. Είναι σύμπτωμα αυτού του πράγματος το ότι ορισμένοι φιλόσοφοι, όπως παραδείγματος χάρη ο φθισικός Σπινόζα, είδαν, έπρεπε να δουν στη λεγόμενη ενόρμηση της αυτοδιατήρησης το αποφασιστικό στοιχείο: ήταν ακριβώς άνθρωποι σε κατάσταση απόγνωσης. Το ότι οι σύγχρονες φυσικές επκπημες μπερδεύτηκαν σε τέτοιο βαθμό με το σπινοζικό δόγμα (πιο πρόσφατο και χειρότερο παράδειγμα ο δαρβινισμός, με την ακατανόητα μονόπλευρη θεωρία του για τον «αγώνα για την ύπαρξη») οφείλεται πιθανόν στην προέλευση των περισσότερων φυσικών επκπημόνοβν: απ'
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ανιτή την άποψη ανήκουν στον «απλό λαό»· οι προγονοί τους ηταν φτωχοί και ασήμαντοι άνθρωποι, που ήξεραν πάρα πολΰ καλά και από πρώτο χέρι τις δυσκολίες της επιβίωσης. Όλος ο αγγλικός δαρβινισμός μοιάζει με τον πνιγηρό αε'ρα του αγγλικού υπερπληθυσμοί», με τη μυρωδιά της απόγνωσης και του στριμώγματος του λαουτζίκου. Ένας cpυσικός επιστήμονας όμως θα έπρεπε να βγει από την ανθρώπινη κόχη του· και στη φύση δεν συνθήκες απόγνωσης και ένδειας αλλά η αΓρθονία και η σπατάλη, μέχρι παραλογισμού. Ο αγώνας για την ύπαρξη είναι μόνο μία εξαίρεση, ένας προσωρινός περιορισμός της θέλησης για ζωή· ο μεγάλος και μικρός αγώνας για την ύπαρξη περιστρέφεται πάντα γύρω από την κατίσχυση, γύρω από την αύξηση και την ανάπτυξη, γύρω από τη δύναμη -σύμφωνα με τη θέληση για δύναμη, που είναι η θέληση της ζωής. X V Q I O Q X O W
350. Προς τιμήν των homines religiosi [ανθρώπων της θρησκείας]. - Ο αγώνας εναντίον της Εκκλησίας σίγουρα είναι μεταξύ άλλων -γιατί σημαίνει πολλά- και αγώνας των πιο κοινών, πιο ικανοποιημένων, πιο ελαφρών, πιο απονήρευτων και πιο επιπόλαιων φύσεων ενα^ντίον της κυριαρχίας των πιο δύσκολων, πιο βαθιών, πιο στοχαστικών, δηλαδή πιο κακών και πιο φιλύποπτων ανθρώπων, που για πολύ καιρό διερευνούσαν με βαθιά υποψία την αξία της ενθαδικής ύπαρξης όπως και τη δική τους αξία: το κοινό ένστικτο του λαού, η ευθυμία των αισθήσεών του, η «καλή καρδιά» του εξεγέρθηκαν εναντίον τους. Ολόκληρη η Ρωμαϊκή Εκκλησία στηρίζεται σε μια νότια υποψία για τη φύση του ανθρώπου, υποψία που πάντα την καταλάβαινε λανθασμένα ο Βορράς: ο ευρωπαϊκός Νότος κληρονόμησε αυτή την υποψία από τα βάθη της Ανατολής, από την αρχέγονη και μυστηριώδη Ασία και τη θεωρησιακή της στάση. Ήδη ο προτεσταντισμός είναι μια λαϊκή εξέγερση υπέρ των έντιμων, καλοκάγαθων και επιπόλαιων (ο Βορράς ήταν ανέκαθεν πιο καλοσυνάτος και ηιο ρηχός από τον Νότο)· εκείνο όμως που πραγματικά παρέδωσε τα σκήπ:τρα, ολότελα και επίσημα, στον «καλό άνθρωπο» (στο πρόβατο, στο γάιδαρο, στη χήνα, σε καθετί που είναι αθεράπευτα ρηχό, φωνακλάδικο και ώριμο για το τρελοκομείο των «μοντέρνοαν ιδεών») ήταν η Γαλλική Επανάσταση.
351. Προς τιμήν των ιερατικών φύσεων. -Νομίζω ότι από αυτό ακριβώς που εννοεί ο λαός (και ποιος δεν είναι σήμερα «λαός»;) ως σοφία δηλαδή απ' αυτή τη συνετή, αγελαδίσια ηρεμία της ψυχής, ευσέβεια και πραότητα του παπά της επαρχίας, που κάθεται στο λιβάδι και παρατη-
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
ρεί τη ζωή με σοβαρό ύφος ενώ ταυτόχρονα μηρυκάζει -ένιωθαν πάντα περισσότερο απομακρυσμένοι οι φιλόσοφοι, πιθανόν επειδή δεν ήταν όσο θα έπρεπε «λαός» ή παπάδες της επαρχίας. Και σίγουρα οι φιλόσοφοι θα είναι οι τελευταίοι που θα πεισθούν ότι μπορεί να καταλάβει ο λαός κάτι απ' αυτό που του είναι το πιο μακρινό: κάτι από το μεγάλο πάθος του ανθρώπου της γνώσης, που ζει και οφείλει να ζει συνεχώς μέσα στη συννεφιασμε'νη θύελλα™ των πιο υψηλών προβλημάτων και των πιο βαριών ευθυνών (κατά κανένα τρόπο ως παρατηρητής, «από έξω», αδιάφορος, σίγουρος, αντικειμενικός...). Ο λαός τιμά ένα εντελώς διαφορετικό είδος ανθρώπων, όταν φτιάχνει το δικό τον ιδανικό για τον «σοφό», κι έχει χίλιες φορές δίκιο να τους προσφέρει τα καλύτερα λόγια και τις μεγαλύτερες τιμές: πρόκειται για τους πράους, σοβαρά κουτούς, αγνούς ιερατικούς ανθρώπους^' και για όσους συγγενεύουν μ' αυτούς. Σ' αυτούς απευθύνεται το εγκώμιο που περιέχεται σ' αυτό τον λαϊκό σεβασμό μπροστά στη σοφία. Και πραγματικά, σε ποιους θα είχε περισσότερους λόγους να δείχνει ευγνωμοσύνη ο λαός, αν όχι σ" αυτούς τους ανθρώπους, που προέρχονται από τον λαό και ανήκουν σ' αυτόν, αλλά ως άνθρωποι καθαγιασμένοι, επιλεγμένοι, ως άνθρωποι που θνσιάζοχη' τον εαυτό τους για το καλό του (οι ίδιοι πιστεύουν πως θυσιάζουν τον εαυτό τους για τον Θεό). Σ' αχττους τους ανθρώπους μπορεί ο λαός να ανοίξει ατιμωρητί την καρδιά του, να οπαΛλαγεί από τα μυστικά του, τις έγνοιες του κι από άλλα πολύ χειρότερα (-γιατί ο άνθρωπος που «γνωστοποιεί τα του εαυτού του» απαλλάσσεται από τον εαυτό του* κι ο άνθρωπος που «έχει εξομολογηθεί» ξεχνάει). Εδώ διατάζει μια μεγάλη ανάγκη: γιατί και ο ρύπος της ψυχής απαιτεί οχετούς και καθαρά και εξαγνιστικά νερά, απαιτεί γρήγορα ρυάκια αγάπης και δυνατές, ταπεινές, καθαρές καρδιές, που να θέλουν να επιτελέσουν μια τέτοια υιτηρεσία μη δημόσιας υγιεινής θυσιάζοντας τον εαυτό τους -γιατί πράγματι θυσία γίνεται εδώ πέρα, κι ο ιερέας είναι και παραμένει ανθριύπινο θύμα που θυσιάζεται... Ο λαός θεωρεί αυτούς τους σοβαρούς ανθρώπους της «πίστης» που έχουν θυσιάσει τον εαυτό τους κι έχουν γίνει ήρεμοι σοφούς, δηλαδή ανθρώπους που έχουν αποκτήσει γνώση και που είναι «βέβαιοι» σε σχέση με τη δική του αβεβαιότητα. Ποιος θα μπορούσε να του αφαιρέσει αυτή τη λέξη κι αυτό τον σεβασμό; -Αντίστροφα όμως, και εξίσου δικαιολογημένα, οι φιλόσοφοι θεωρούν πάντα τον ιερέα «λαό» και όχι άνθρωπο της γνώσης, επειδή οι ίδιοι δεν πιστεύουν
290. Υνχιχννγμόςσαζ Νεφέλες του Αριστοφάνη. 291. Σε μκχ πρ(&ιη εκδοχή του κειμένου ο Νίτσε αναφέρει εδώ το όνομα του Φραγκίσκου της Ασίζης.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
στον «άνθρωπο της γνώσης»· και μυρίζονται τον «λαό» σ' αυτή την πίστη και προκατάληψη. Η μετριοφροσύνη ήταν εκείνη που επινόησε στην Ελλάδα τη λέξη «φιλόσοφος» κι άφησε τη μεγαλοπρεπή αλαζονεία του αυτοχαρακτηρισμού «σοφός» στους ηθοποιούς του πνεύματος - η μετριοφροσύνη τέτοιων τεράτων περηφάνιας και αυταρχικότητας σαν τον Πυθαγόρα, σαν τον Πλάτωνα -.
352. Κατά τι είναι δύσκολο να κάνουμε χωρίς την ηθική. - Ο γυμνός άνθρωπος είναι γενικά αισχρό θέαμα -μιλώ για μας τους Ευρωπαίους (κι όχι για τις Ευρωπαίες!). Ας υποθέσουμε ότι η μοχθηρία ενός μάγου ξεσκεπάζει και γυμνώνει ξαιρνικά όλους τους συνδαιτυμόνες της πιο κεφάτης συντροφιάς που κάθονται γύρω από ένα τραπέζι" πιστεύω πως αυτό θα τους έκοβε όχι μονάχα το κέφι αλλά και την πιο μεγάλη όρεξη. Φαίνεται πως εμείς οι Ευρωπαίοι δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από τη μασκαράτα που λέγεται ντύσιμο. Αλλά η μεταμφίεση των «ηθικών ανθρώπων», η κάλυψη τους από ηθικές φόρμουλες και έννοιες ευπρέπειας, με μια λέξη όλη η καλοπροαίρετη απόκρυψη των πράξεών μας κάτω από τις έννοιες του καθήκοντος, της αρετής, του ενδιαφέροντος για τα κοινά, της εντιμότητας, της αυταπάρνησης - όλα αυτά είναι δυνατόν να μην έχουν τους λόγους τους; Δεν εννοώ ότι όλα αυτά θέλουν να αποκρύψουν την ανθρώπινη κακία και αχρειότητα -το άγριο ζώο που υπάρχει μέσα μας· αντίθετα, η σκέψη μου είναι ότι ακριβώς ως εξημερωμένα ζώα είμαστε αισχρό θέαμα και έχουμε ανάγκη την ηθική μεταμφίεση -ότι ο «εσωτερικός άνθρωπος» στην Ευρώπη απέχει πολύ από του να είναι τόσο άσχημος ώστε να μπορεί να «αφήνει να βλέπουν» μέσα στην ασχήμια του (έτσι ώστε να είναι όμορςιος απ' αυτή την άποψη). Ο Ευρωπαίος μεταμφιέζεται με την ηθική, επειδή έχει γίνει ένα άρρωστο, ασθενικό, σακάτικο ζώο, που έχει καλούς λόγους να είναι «εξημερωμένο»· γιατί είναι σχεδόν ένα έκτρωμα, κάτι μισό, αδύναμο, αδέξιο... Την ηθική μεταμφίεση δεν τη χρειάζεται η αγριότητα του σαρκοβόρου ζώου, αλλά το αγελαίο ζώο με τη βαθιά του μετριότητα, δειλία και ανία με τον εαυτό του. Η ηθική -ας το ομολογήσουμε!- καλλωπίζει τον Ευρωπαίο για να τον κάνει να φαίνεται πιο ευγενής, πιο σπουδαίος, πιο ευυπόληπτος, πιο «θεϊκός».
353. Για την καταγωγή των θρησκειών. - Η ουσιαστική επινόηση των ιδρυτ(ΰν θρησκειών είναι, πρώτον: να εγκαθιδρύουν ένα καθορισμένο είδος ζωής και καθημερινής οργάνωσης των ηθών, που δρα ως disciplina
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
voluntatis [πειθαρχία της θέλησης] και, ταυτόχρονα, διώχνει την ανία· και, δετπερον: να δίνουν σ' αυτήν ακριβώς τη ζωη μια ερμηνεία, που την κάνει να φανεί φωτισμένη από την τ3ψιοτη αξία, έτσι ώστε να γίνει αιπη η ζωή ένα αγαθό για χάρη του οποίου αγωνίζεται κανείς και, σε μερικές περιταώσεις, θυσιάζει ακόμη και τη ζωή του. Στην πραγματικότητα, πιο ουσιαστική είναι η δεύτερη επινόηση: η πρώτη, ο τρόπος ζωής, υπήρχε' ήδη από πριν, αλλά πλάι σε άλλους τρόπους ζωής και δίχως να έχει συνείδηση της αξίας που έφερε μέσα του. Η σημασία, η πρωτοτυπία του ιδρχπη μιας θρησκείας συνίσταται στο ότι αυτός βλέπει αυτό τον τρόπο ζωής, τον διαλέγει και μαντεύει για πρώτη φορά πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί, πώς μπορεί να ερμηνευτεί. Ο Ιησούς (ή ο Παυλος^*^), παραδείγματος χάρη, βρήκε μπροστά του τη ζωή των ασήμαντων ανθρώπων της ρωμαϊκής επαρχίας, μια ζωή ταπεινή, ενάρετη, φορτωμένη έγνοιες: ερμήνευσε αυτή τη ζωή, έβαλε μέσα της το ανώτερο δυνατό νόημα και αξία -και μαζί το θάρρος να περιφρονεί κάθε άλλο τρόπο ζωής, τον σιωπηλό φανατισμό των Μοραβών αδελφών^'', τη μυστική, υπόγεια αυτοπεποίθηση, που μεγαλώνει συνεχώς ώσπου στο τέλος είναι έτοιμη να «νικήσει τον κόσμο» (δηλαδή τη Ρώμη και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα α' όλη τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία). Το ίδιο κι ο Βούδας, βρήκε μπροστά ταυ δίΛοπαρτο & όλες τις κοινωνικές τάξεις και τα στρώματα ταυ λαού του έναν ανθροΐπινο τύπο που ήταν καλός και καλοσυνάτος (και πάνω απ' όλα άκακος) λόγω οκνηρίας· και πάλι εξαιτίας αυτής, ο ανθρώπινος αυτός τύπος ζούσε με εγκράτεια, σχεδόν δίχως ανάγκες. Ο Βούδας κατάλαβε πόσο αναπόφευκτα θα παραδιδόταν ένας τέτοιος τύπος, μ' ολόκληρη τη vis inertiae [δύναμη αδρανείας] του, σε μια πίστη που υπόσχεται πως αποσοβεί την επάνοδο τοιν γήινων ταλαιπωριών (δηλαδή της εργασίας, της δραστηρωτητας γενικά). Αυτή η «κατανόηση» ήταν η μεγαλοφυία του. Για να ιδρύσεις μια θρησκεία πρέπει να είσαι ψυχολογικά αλάθητος στη γνώση μιας ορισμένης μέσης κατηγορίας α|η)χών, που δεν έχουν αναγνοβρίσει ακόμη ότι ανήκουν στο ίδιο σύνολο. Ο ιδρυτής θρησκείας τις συνενώνει· επομένως, η ίδρυση μιας θρησκείας γίνεται πάντα μια μακρόχρονη γιορτή αμοιβαίας αναγνώρισης.
354. Πα το «πνεύμα τον είδους^». -Το πρόβλημα της συνείδησης (α292. Κατά τον Νίτσε, ιδρυτής του χριστιανισμού ως οργανωμένης θρησκείας δεν ήταν ο Ιησούς αλλά ο απόστολος Παύλος. 293. Οι Μοραβοί (ή Βοημοί) αδελςροί ήταν οπαδοί του μεταρρυθμισιη Γιαν Χους, που κάηκε στην πυρά. Η αδελφότητά τους επανεμφανίστηκε δυναμικά τον 18ο αιώνα. 294.0 Σοπενάουερ γράφει ότι το πνεύμα του είδους βρίσκεται πανιού σε πόλεμο με
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
κριβέστερα: της συνειδητοποίησης) εμφανίζεται μπροστά μας μόνον όταν αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε σε ποιο βαθμό μπορούμε να κάνουμε δίχως αυτήν: και τώρα η φυσιολογία και η ζωολογία μάς οδηγούν στην ε'ναρξη της κατανόησης αυτής (χρειάστηκαν δυο αιώνες για να προ(ρτάσουν την υποιρία του Λάιμπνιτς^^^ που προηγούνταν). Πράγματι, θα μπορούσαμε να σκεφτόμαστε, να αισθανόμαστε, να θέλουμε, να θυμόμαστε, θα μπορούσαμε επίσης να «δρούμε», μ' όλες τις έννοιες της λέξης αυτής, και μολαταύτα να μη «μπαίνει τίποτα απ' όλα αυτά στη συνείδηση μας» (όπως λένε μεταφορικά). Όλη η ζωή θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς να δει ούτε μια φορά τον εαυτό της στον καθρέφτη: έτσι άλλωστε συνεχίζει να κυλά το σημαντικότερο μέρος της ζωής μας, δίχως αυτό το αντικαθρέφτισμα, συμπεριλαμβανόμενης της σκεπτόμενης, αισθανόμενης, βουλόμενης ζωής μας, όσο προσβλητικό κι αν μπορούσε να ηχήσει αυτό στ' αφτιά των παλιότερων φιλοσόφων. Προς τι λουτόν η συνείδηση γενικά, όταν είναι κατ' ουσίαν περιττή; -Τώρα, αν θέλετε να ακούσετε την απάντησή μου σ' αυτό το ερώτημα και την ίσως υπερβολική εικασία που εμπεριέχει, μου φαίνεται ότι η λεπτότητα και η δύναμη της συνείδησης είναι πάντα συνδεδεμένη με την ικανότητα ενός ανθρώπου (ή ζώου) για επικοινωνία και ότι αυτή η ικανότητα είναι με τη σειρά της συνδεδεμένη με την ανάγκη για επικοινωνία. Μ' αυτό το τελευταίο όμως δεν εννοώ ότι ο μεμονωμένος άνθρωπος, που είναι μάστορας στο να γνωστοποιεί και να κάνει κατανοητές τις ανάγκες του, πρέπει να είναι και ο περισσότερο εξαρτώμενος από τους άλλους όσον αφορά στις ανάγκες του. 'Οταν όμως εξετάζουμε ολόκληρες φυλές και αλυσίδες γενεών, μου φαίνεται πως αυτό πράγματι συμβαίνει: εκεί που η ανάγκη και η δυσκολία ανάγκασαν για πολύ καιρό τους ανθρώπους να επικοινωνούν και να καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλο γρήγορα και λεπταίσθητα, το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια περίσσεια αυτής της δύναμης και τέχνης της επικοινωνίας, ένα είδος περιουσίας που συσσωρεύτηκε σιγά-σιγά και περιμένει τώρα έναν κληρονόμο που θα την σπαταλήσει (-τέτοιοι κληρονόμοι είναι οι λεγόμενοι καλλιτέχνες, οι ρήτορες, οι ιεροκήρυκες, οι συγγραφείς, όλοι οι άνθρωποι που έρχονται πάντα στο τέλος μιας μακριάς αλυσίδας, όλοι «όψιμα γεννημένοι», με την καλύτερη έννοια της έκφρασης αυτής, και, όπως έχω πει, από τη φύση τους σπάταλοι.) Αν υποτεθεί ότι είναι σωστή αυτή η παρατήρηση, μπορώ να προχωρήσω στην εικασία ότι η συνείδηση γενικά αναπτύχθηκε μόνο κάτα πνεύματα ησυ προστατεύουν τα άτομα. Βλ. Die Weh als Wille und Vorstellung, "Ergänzungen zum vimen Buch", § 44. 295. Βλ. παρακάτω, §357.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
τω από την πίεση της ανάγκης για επικοινωνία -ότι από την αρχή ήταν αναγκαία, ωφέλιμη μόνο μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπου (ιδιαίτερα μεταξύ εκείνου που διατάζει και εκείνου που υπακούει), και ότι αναπτύχθηκε σε σχε'ση με το βαθμό της ωφελιμότητας αυτής. Πράγματι, η συνείδηση είναι μόνον ένα δίκτυο σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους -μόνον ως τέτοια όφειλε να αναπτυχθεί: ένας μοναχικός και όμοιος με αρπακτικό ζώο άνθρωπος δεν θα τη χρειαζόταν. Το ότι οι πράξεις μας, οι σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας, οι ανάγκες μας, οι κινήσεις μας μπαίνουν στη συνείδηση μας (τουλάχιστον εν μέρει), αυτό είναι επακόλουθο ενός φοβερού «πρε'πει» που για πολύ καιρό κυριαρχούσε τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος, ως το ζώο που διατρέχει τους μεγαλύτερους κινδύνους, χρειαζόταν βοήθεια και προστασία, χρειαζόταν τους ομοίους του, χρειαζόταν να μάθει να εκφράζει την απελπισία του και να κάνει τον εαυτό του κατανοητό· και για όλα αυτά χρειαζόταν πριν απ' όλα τη «συνείδηση», ακόμη και για να «γνωρίσει» τι του έλειπε, για να «γνοιρίσει» πώς ένιωθε, για να «γνωρίσει» τι σκεφτόταν. Γιατί, για να το πούμε άλλη μια φορά: ο άνθρωπος, όπως και κάθε ζωντανό πλάσμα, σκέφτεται συνεχώς, αλλά χωρίς να το ξέρει- η σκέψη που γίνεται (χυνειδητή είναι μόνο το μικρότερο μέρος -το επιφανειακότερο και χειρότερο με'ρος: γιατί μόνον αυτή η συνειδητή σκέψη συμβαίνει με μορφή λε'ξεων, δηλαδή σημείων επικοινωνίας, και το γεγονός αυτό αποκαλύπτει την προέλευση της συνείδησης. Με λίγα λόγια, η ανάπτυξη της γλώσσας και η ανάπτυξη της συνείδησης (όχι του λογικού, αλλά της συνειδητοποίησης του λογικού) πάνε χέρι-χέρι. Σ' αυτό πρέπει να προστεθεί ότι ως γέφυρα μεταξύ των ανθρώπων δεν χρησιμεύει μόνον η γλώσσα, αλλά και το βλέμμα, η πίεση, η χειρονομία* η συνειδητοποίηση των αισθητηριακών εντυπώσεών μας, η ικανότητα να τις σταθεροποιούμε και κατά κάποιο τρόπο να τις βγάζουμε έξω από μας, μεγάλωναν σε αναλογία με την ανάγκη μας να τις ανακοινώνουμε σε άλλους μέσω σημείων. Ο άνθρωπος που επινοεί σημεία είναι την ίδια στιγμή ο άνθρωπος που αποκτά όλο και πιο οξεία συνείδηση του εαυτού του· μόνον ως κοινωνικό ζώο έμαθε ο άνθρωπος να αποκτά συνείδηση του εαυτού του -το κάνει ακόμη, το κάνει όλο και πιο πολύ. -Όπως βλέπετε, η σκέψη μου είναι ότι η συνείδηση δεν ανήκει πραγματικά στην ατομική ύπαρξη του ανθρώπου, αλλά μάλλον στην κοινοτική και αγελαία φύση του· ότι αυτή η συνείδηση αναπτύχθηκε με λεπτότητα μόνο σε σχέση με την κοινωνική ή την αγελαία ωφελιμότητα· και ότι κατά συνέπεια, όση καλή θέληση κι αν έχουμε για να καταλάβουμε τον εαυτό μας όσο το δυνατόν πιο ατομικά, για να «γνωρίσουμε τον εαυτό μας», το μόνο που καταφέρνουμε πάντα είναι να συνειδητοποιήσουμε ακριβώς το μη ατομικό μέσα μας,
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
αυτό που ανήκει στον «μέσο όρο», -ότι η ίδια μας η σκέψη συνεχώς τάσσεται με την πλειοψηφία, για να το πούμε έτσι, από τον χαρακτήρα της συνείδησης, από το «πνεύμα του είδους» που τη διέπει, και ξαναμεταφράζεται στην προοπτική της αγε'λης. Κατά βάθος όλες οι πράξεις μας είναι ασύγκριτα προσωπικές, μοναδικές, απεριόριστα ατομικές· δεν υπάρχει αμφιβολία γι' αυτό. Αλλά μόλις τις μεταφράσουμε στη συνείδηση, παύουν να φαίνονται έτσι... Αυτός είναι ο αληθινός φαινομεναλισμός και προοπτικισμός, όπως τους εννοώ εγώ: η φύση της ζωικής συνείδησης συνεπάγεται ότι ο κόσμος τον οποίο μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε είναι ένας κόσμος επιφανειών και σημείων, ένας κόσμος που έχει γίνει κοινός και γενικευμένος -ότι καθετί που γίνεται συνειδητό, γίνεται την ίδια στιγμή ρηχό, ισχνό, ηλίθιο λόγω σχετικοποίησης, διαγενικό, σημείο, χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγέλης, ότι με κάθε συνειδητοποίηση είναι συνδεδεμένη μια μεγάλη και θεμελιώδης διαφθορά, παραποίηση, επιφανειακοποίηση και γενίκευση. Τελικά η ανάπτυξη της συνείδησης είναι κίνδυνος· κι όποιος ζει ανάμεσα στους πιο συνειδητοποιημένους Ευρωπαίους ξέρει πως είναι αρρώστια. Θα μαντέψατε ότι δεν μ' απασχολεί εδώ η αντίθεση του υποκειμένου και του αντικειμένου: αυτή τη διάκριση την αιρηνω στους γνωσιολόγους που έχουν πιαστεί στα δίχτυα της γραμματικής (της μεταςηισικής του λαού). Ακόμη λιγότερο μ' απασχολεί η αντίθεση μεταξύ «πράγματος καθ' εαυτό» και φαινομένου· κι αυτό γιατί «γνωρίζουμε» πάρα πολύ λίγα για να επιχειρήσουμε μια τέτοια διάκριση. Απλώς δεν έχουμε κανένα όργανο για το γιγνώσκειν, για την «αλήθεια»: «ξέρουμε» (ή πιστεύουμε ή φανταζόμαστε) τόσα όσα μπορούν να είναι ωφέλιμα για τα συμφέροντα της ανθρώπινης αγέλης, του είδους- κι ακόμη κι αυτό που ονομάζεται εδώ «ωφελιμότητα» τελικά δεν είναι παρά μια απλή πίστη, ενα προϊόν της φαντασίας, κι ίσως η πιο ολέθρια ηλιθιότητα που θα μας καταστρέψει μια μέρα.
355. Η καταγωγή της έννοιάς μας «γνώση». -Παίρνω αυτή την εξήγηση απ' το δρόμο· άκουσα κάποιον λαϊκό άνθρωπο να λέει «με γνώρισε αμέσως» -κι αυτό μ' έκανε να αναρωτηθώ: τι εννοεί ο λαός με τη λέξη γνώση; Τι ακριβώς θέλει όταν τη ζητάει; Τίποτε παραπάνω απ' αυτό: κάτι ξένο πρέπει να αναχθεί σε κατι γνωστό. Κι εμείς οι φιλόσοφοι — εννοούμε μήπως τίποτα παραπάνω απ' αυτό όταν μιλάμε για γνώση; Το γνοκπό, δηλαδή αυτό που το έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ ώστε δεν εκπλησσόμαστε μαζί του πια, η καθημερινότητά μας, κάποιος κανόνας στον οποίο είμαστε προσκολλημένοι, το καθετί και τα πάντα με τα οποία νιώθουμε σαν στο σπίτι μας. - Πώς; Μήπως δεν είναι η ανάγκη μας
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
για γνώση ακριβώς αυτη η ανάγκη για το γνωστό, αιπη η θέληση να βρούμε κάτω από καθετί ξένο, ασυνήθιστο και δΐ(ρορσύμενο κάτι που να μη μας αναστατώνει πια; Μήπως δεν είναι το ένστικτο του φόβου αυτό που μας αναγκάζει να γνωρίζουμε; Και μήπως δεν είναι η αγαλλίαση του ανθρώπου της γνώσης αγαλλίαση λόγω της επιστρocpής ενός αισθήματος σιγουριάς;... Κάποιος φιλόσοφος θεώρησε τον κόσμο «γνωστό» μόλις τον ανήγαγε στην «Ιδέα»: αχ, μήπως δεν οφειλόταν αυτό στο ότι η «Ιδέα» του ήταν πολΰ γνωστή και την είχε συνηθίσει τόσο πολυ, στο ότι δεν τη φοβόταν πια^"·; -Ω, πόσο εύκολα ικανοποιούνται οι άνθρωποι της γνώσης! Εξετάστε σε σχέση μ' αυτό τις αρχές τους και τις λύσεις που έχουν δώσει στα αινίγματα του κόσμου! 'Οταν βρίσκουν κάτι στα πράγματα, κάτω από τα πράγματα, πίσω από τα πράγματα, που είναι δυστυχώς πολύ γνωστό σε μας, για παράδειγμα την προπαίδειά μας ή τη λογική μας, ή το βσύλεσθαι και το επιθυμείν μας -πόσο ευτυχείς γίνονται αμέσως! Γιατί «ό,τι είναι γνωστό αναγνωρίζεται»: σ' αυτό συμφαχνούν όλοι τους. Ακόμη και οι πιο προσεκτικοί ανάμεσα τους δέχονται ότι αυτό που είναι γνωστό μπορούμε τουλάχιστον να το αναγνωρίσουμε ευκολότερα από εκείνο που είναι ξένο- θα ήταν για παράδειγμα πιο μεθοδικό να ξεκινούμε από τον «εσωτερικό κόσμο», από τα «γεγονότα της συνείδησης», επειδή ο κόσμος αυτός μας είναι πιο γνωοτόςΙ Πλάνη των πλανών! Το γνωστό είναι αυτό στο οποίο έχουμε συνηθίσει· κι αυτό στο οποίο έχουμε συνηθίσει είναι και το πιο δύσκολο να το «γνωρίσουμε» -δηλαδή, να το δούμε ως πρόβλημα, δηλαδή, να το δούμε ως ξένο, ως μακρινό, ως «έξω από μας»... Η μεγάλη σιγουριά των φυσικών επιστημών, σε σύγκριση με την τ|)υχολογία και την κριτική των στοιχείων της συνείδησης -με τις μη φυσικές επιστήμες, όπως θα μπορούσαμε σχεδόν να πούμ«- οφείλεται ακριβώς στο ότι επιλέγουν για αντικείμενο τους ό,τι είναι ξένο: ενώ θεωρούν ότι είναι σχεδόν αντιφοπικό και παράλογο ακόμη και το να θελήσουν να πάρουν ως αντικείμενο το μη ξένο^...
356. Σε τι θα γίνονται τα πράγματα ολοένα πιο «καλλιτεχνικά» στην Ευρώπη. -Ακόμη και σήμερα, στη μεταβατική εποχή μας, όπου τόσο πολλοί καταναγκασμοί έχουν πάψει να υπάρχουν, η μέριμνα για την εξασφάλιση της ζωής εξακολουθεί να αναγκάζει σχεδόν όλους τους άρρενες Ευρωπαίους να υιοθετήσουν έναν ιδιαίτερο ρόλο, το λεγόμενο επάγγελμα τους. Λίγοι διατηρούν απ' αυτή την άποψη την ελευθερία, μια φαινομενική ελευθερία, να διαλέγουν αυτό τον ρόλο για τον εαυτό 296. Πρβλ. mάxm,ΠoL·τείa VII, 517b-c. 297. Πρβλ. Πέρα από το καλό και το καχό, § 34.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
τους· για τους περισσότερους η επιλογή επιβάλλεται απ' έξω. Το αποτέλεσμα είναι αρκετά περίεργο: μόλις φτάσουν σε μια ορισμένη ηλικία, σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι μπερδεύουν τον εαυτό τους με τον ρόλο τους· γίνονται θύματα του ίδιου του «καλού παιξίματος» τους, έχουν ξεχάσει κι οι ίδιοι πόσα τυχαία γεγονότα, διαθέσεις και αυθαίρετα πράγματα μεσολάβησαν όταν αποφασιζόταν το θέμα του «επαγγέλματος» τους και πόσους άλλους ρόλους θα μπορούσαν πιθανόν να παίξουν: γιατί τώρα είναι πολύ αργά! Αν κοιτάξουμε τα πράγματα πιο βαθιά, ένας χαρακτήρας έχει γίνει πραγματικά από τον ρόλο, μια φύση από την τέχνη. Υπήρξαν εποχές όπου οι άνθρωποι πίστευαν με αλύγιστη βεβαιότητα, και μάλιστα με ευλάβεια, ότι ο καθένας ήταν προορισμένος για ένα ορισμένο επάγγελμα, για έναν ορισμένο τρόπο βιοπορισμού, και δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν εδώ το στοιχείο του τυχαίου, του ρόλου και του αυθαίρετου. Με τη βοήθεια αυτής της πίστης, οι κοινωνικές τάξεις, οι συντεχνίες και τα κληρονομικά επαγγελματικά προνόμια κατόρθωσαν να υψώσουν εκείνα τα τέρατα των κοινωνικών πύργων που διακρίνουν τον Μεσαίωνα και που μπορούν να επαινεθούν τουλάχιστον για ένα πράγμα: την ανθεκτικότητα στο χρόνο ( - και η διάρκεια είναι μια αξία πρώτης σειράς στη γη!). Υπάρχουν όμως κι αντίθετες εποχές, καθαυτό δημοκρατικές, όπου οι άνθρωποι ξεμαθαίνουν ολοένα και περισσότερο αυτή την πίστη, και μια ορισμένη αναιδής πίστη και άποψη βγαίνει ολοένα περισσότερο στο προσκήνιο - η πίστη των Αθηναίων, που για πρώτη φορά παρατηρείται στην εποχή του Περικλή™, η πίστη των σημερινών Αμερικάνων, που όσο πάει γίνεται και πίστη των Ευρωπαίων: εποχές όπου το άτομο είναι πεισμένο ότι μπορεί να κάνει σχεδόν τα πάντα, να χειριστεί σχεδόν κάθε ρόλο, όπου ο καθένας πειραματίζεται με τον εαυτό του, αυτοσχεδιάζει, δοκιμάζει εκ νέου, δοκιμάζει με ευχαρίστηση, όπου κάθε φύση παύει και γίνεται τέχνη... Αφού δέχτηκαν οι Έλληνες την πίστη στους ρόλους -μια πίστη καλλιτεχνών, αν θέλετε- υπέστησαν, όπως είναι γνωστό, σιγά-σιγά μια περίεργη μεταμόρφωση, που δεν είναι απ' όλες τις απόψεις άξια για μίμηση: έγιναν πραγματικά ηθοποιοί. Ως ηθοποιοί μάγεψαν και κατέκτησαν όλο τον κόσμο και τελικά ακόμη και «τη νικήτρια του κόσμου» (γιατί η Ρώμη δεν κατακτήθηκε, όπως λένε οι αθώοι, από την ελληνική κουλτούρα, αλλά από τον graeculus histrio [γραικύλο ηθοποιό^"]...). Εκείνο όμως 298. Πρβλ. την κριτική πσυ ασκεί ο Πλάτωνας στη δημοκρατική πολιτική του Περικλή. Ποληε(α,\ΊΙ-\111. 299. Ο Νίτσε εννοεί ότι η Ρώμη κατακτήθηκε από την ελληνιστική (αλεξανδρινή) κσυλτοΰρα, την οποία συνέδεε ήδη από τη Γέννηση της τραγωδίας με την παρακμή (§ 23). Στη διαμόρφίοση τίον απόψεων του συνέβαλαν πολύ οι αναλύσεις του ιστορικού
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
που με. φοβίζει, εκείνο που σήμερα μπορεί κανείς να το πιάσει με τα χέρια του, φτάνει να έχει όρεξη, είναι το ότι και εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι βρισκόμαστε ήδη στον ίδιο δρόμο· κι όποτε αρχίζει ο άνθρωπος να ανακαλύπτει σε ποιο βαθμό παίζει ε'να ρόλο, ως ποιο σημείο μπορεί να είναι ηθοποιός, γίνεται ηθοποιός.,.. Έτσι εμφανίζεται μια καινούργια ανθρώπινη χλωρίδα και πανίδα, που δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε πιο στέρεες και πιο περιορισμε'νες εποχε'ς - ή που θα αφηνόταν «χαμηλά», γιατί θα την κατηγορούσαν και θα την υποψιάζονταν για ατιμία. Έτσι εμφανίζονται πάντα οι πιο τρελές και ενδιαφέρουσες εποχές της ιστορίας, όταν οι «ηθοποιοί», οι κάθε λογής ηθοποιοί, γίνονται οι πραγματικοί κυρίαρχοι. Όταν γίνεται αυτό, ένα άλλο είδος ανθροδπων υποβιβάζεται όλο και πιο πολύ και στο τέλος καθίσταται αδύνατο, κυρίως οι μεγάλοι «κατασκευαστές». Παραλύει η δύναμη για οικοδόμηση· αποθαρρύνεται το θάρρος για εκπόνηση μακροπρόθεσμων σχεδίων αρχίζουν να σπανίζουν εκείνοι που έχουν οργανωτικό ταλέντο: ποιος θα τολμούσε πια να καταπιαστεί με έργα που θα απαιτούσαν χιλιάδες χρόνια για την πραγματοποίηση τους; Βλέπουμε να πεθαίνει ακριβώς η θεμελιώδης πίστη που μας επιτρέπει να υπολογίσουμε, να υποσχεθούμε, να προεξοφλήσουμε το μέλλον με σχέδια, να το θυσιάσουμε στα σχέδιά του έτσι ώστε ο άνθρωπος να έχει αξία και νόημα μόνο στο βαθμό που είναι μια πέτρα σ' ένα μεγάλο οικοδόμημα- και γι' αυτό πρέπει πριν απ' όλα να είναι στέρεος, «πέτρα» -και πάνω απ' όλα όχι ηθοποιός! Για να το πούμε με λίγα λόγια (αχ! οι άνθρωποι θα το αποσιωπούν αυτό για πολύ καιρό ακόμα!): εκείνο που δεν θα οικοδομηθεί πια στο εξής, εκείνο που δεν είναι δυνατό να οικοδομηθεί πια, είναι - μ ι α κοινωνία με την παλιά έννοια της λέξης· λείπουν τα πάντα που χρειάζονται για την οικοδόμηση της, και κυρίως το υλικό. Όλοι μας δεν είμαστε πια υλικό για μια κοινωνία: αυτή είναι μια αλήθεια που πρέπει να ειπωθεί τώρα! Δεν μ' ενδιαφέρει καθόλου το ότι το πιο μυωπικό, ίσως το πιο έντιμο, αλλά οπωσδήποτε το πιο θορυβώδες είδος ανθρώπων που υπάρχει σήμερα, οι κύριοι σοσιαλιστές μ α ς ^ , πιστεύ-
Γιάκομπ Μπουρκχαρντ. Για τον εξελληνισμό της Ρώμης, βλ. J. Buickhaidt, Griechisdte Kulturgeschichte, τόμ. 4,6. 300. Οι σοσιαλιστές κατείχαν στο κοινοβούλιο 24 έδρες εκείνη την εποχή. A»S το 1878 πάντοις είχε απαγορειπεί στη Γερμανία κάθε προπαγάνδα υπέρ του σοαιαλισμοό. Σημαντικοί σοσιαλιστές ήταν ο Αουγκούστ Μπεμπέλ και ο Καρλ Λίμπχνεχτ. Παράλληλα, ο Φρίντριχ Ένγκελς επανέκδωσε στη Στοιπγκάρδη τψA&Uöτηm της φιλοσοφίας του Μαρξ (ΙοΕνσυάριος 1885) και δημοσίευσε από τις στήλες του Neue Zeit το δικότου έργο ΟΛσύντβιχ ΦόυερμΛοχκαι το τέλoςτης>dauxκήςφdoaιcη)άIς(Altρ^hoς^ Μάιος 1886).
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ουν, ελπίζουν, ονειρεύονται και κυρίως φωνάζουν και γράφουν το αντίθετο. Διαβάζουμε το σύνθημα τους για το μέλλον «ελεύθερη κοινωνία» σ' όλους τους πίνακες και τους τοίχους. Ελεύθερη κοινωνία; Ναι! Ναι! Ξε'ρετε όμως σίγουρα, κύριοι μου, από τι χτίζεται αυτή; Από ξύλινο σίδερο! Από το περίφημο ξύλινο σίδερο'"'! Και ούτε καν ξύλινο....
357. Για το παλιό πρόβλημα: «τι είναι γερμανικό^"^;» -Κάντε ένα λογαριασμό των πραγματικών επιτευγμάτων της φιλοσοφικής σκέψης που οφείλονται στα γερμανικά μυαλά: θα ήταν επιτρεπτό υπό οποιαδήποτε έννοια να αποδοθούν στο ενεργητικό ολόκληρης της ράτσας; Μπορούμε να πούμε ότι είναι και έργο της «γερμανικής ψυχής», ή τουλάχιστον σύμπτωμά της, με την έννοια με την οποία έχουμε συνηθίσει να λέμε ότι η ιδεομανία του Πλάτωνα, η σχεδόν θρησκευτική τρέλα του με τις Μορφές, είναι συγχρόνως γεγονός και μαρτυρία της «ελληνικής ψυχής»; Ή μήπως ισχύει το αντίθετο; Μήπως ήταν αυτά τα επιτεύγματα τόσο ατομικά, τόσο πολύ εξαιρέσεις μέσα στο πνεύμα της φυλής, όπως ήταν λόγου χάρη ο παγανισμός με καλή συνείδηση του Γκαίτε'"^; Ή όπως είναι ο μακιαβελισμός με καλή συνείδηση του Μπίσμαρκ, η λεγόμενη Realpolitik [ρεαλιστική πολιτική'""] του; Μήπως οι φιλόσοφοι μας αντέβαιναν στην ανάγκη της γερμανικής ψυχής; Κοντολογίς, ήταν οι γερμανοί φιλόσοφοι φιλοσοφίζοντες Γερμανοί; - Θ α υπενθυμίσω τρεις περιπτώσεις. Πρώτον, την απαράμιλλη διόραση του Λάιμπνιτς, που τον δικαίωνε όχι μόνο απέναντι στον Ντεκάρτ αλλά και απέναντι σ' όλους όσοι είχαν κάνει φιλοσοφία μέχρι τότε, ότι η συνείδηση είναι απλώς ένα accidens [συμ301. Γράφει ο Σοπενάουερ: «'Ηλιοι και πλανήτες δίχως ένα μάτι να τους παραιηρησει, δίχως ενα νου να τους καταλάβει, είναι λόγια που μπορεί να πει κανείς, αλλά που αντιπροσωπεύουν κάτι τόσο ακατανόητο όσο ένα "κομμάτι ξύλινο σίδερο" (σιόηρόξνλον).» Die Welt als WiUe und Vorstellung, I, § 7.
302. Τίτλος ενός κειμένου του Βάγκνερ που δημοσιεύτηκε το 1865, ενώ σχεδίαζε τον Πάρσιφαλ.
303. Γκαίτε: «Αν με ρωτήσουν αν είναι στη ςπίση μου να λοαρεύω τον ήλιο, θα απαντήσω: βεβαίως!». Eckennann, Gespräche mit Goethe, 11 Μαρτίου 1832. 304. Έτσι ονομαζόταν η πολιτική του Μπίσμαρκ, που χαρακτηριζόταν από τις αντικοινοβσυλευτικές της τάσεις. Ο Μπίσμαρκ υποστήριξε στη βουλή ότι τα μεγάλα προβλήματα της εποχής του δεν θα λύνονταν με τα λόγια και τις κοινοβουλευτικές ρυθμίσεις αλλά «με τη φωτιά και το σίδερο». Ο Νίτσε μιλούσε πάντα εχθρικά γι' αυτόν. Βλ. π.χ. Το λυκόφως των ειδώλων, «Τι λείπει από τους Γερμανούς», § 1.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ 01 ΑΦΟΒΟΙ
m
t
βεβηκός^"^] της παράσταc7ης, κι όχι το αναγκαίο και ουσιώδες κατηγόρημα της· ότι συνεπώς αυτό που ονομάζουμε συνείδηση αποτελεί μόνο μια κατάσταση του πνευματικού και ·ψυχικού μας κόσμου (ίσως μια παθολογική κατάσταση) και καθόλου αυτόν τον κόσμο: το βάθος της σκέψης αυτής δεν έχει εξαντληθεί ώς σήμερα. Υπάρχει τίποτα γερμανικό σ' αυτή τη σκέψη; Υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι ένας Λατίνος δεν θα μπορούσε εύκολα να καταλήξει σ' αυτό το αναποδογύρισμα της φαινομενικότητας; -γιατί πραγματικά είναι αναποδογύρισμα. Ας θυμηθούμε, δεύτερον, το φοβερό ερωτηματικό που έβαλε ο Καντ στην έννοια της «αιτιότητας» -χωρίς να αμφιβάλλει, σαν τον Χιουμ, για τη νομιμότητά της. Αντίθετα, ο Καντ άρχισε με προσοχή να προσδιορίζει τα όρια της περιοχής μέσα στην οποία έχει νόημα αυτή η έννοια (και δεν έχουμε τελειώσει ακόμη μ' αυτή την οριοθέτηση). Ας πάρουμε, τρίτον, το εκπληκτικό χτύπημα του Χέγκελ, που ανέτρεψε όλες τις καλές και κακε'ς συνήθειες της λογικής όταν τόλμησε να διδάξει ότι οι ειδικε'ς έννοιες αναπτύσσονται η μια από την άλλη. Μ' αυτή τη θέση τα πνεύματα της Ευρώπης προετοιμάστηκαν για το τελευταίο μεγάλο επιστημονικό κίνημα, τον δαρβινισμό -γιατί χωρίς τον Χέγκελ δεν θα υπήρχε Δαρβίνος. Υπάρχει τίποτε το γερμανικό σ' αυτόν τον εγελιανό νεωτερισμό, που πρώτος εισήγαγε την αποφασιστική έννοια της «εξέλιξης» στην επιστήμη; -Ναι, δεν χωράει αμφιβολία: και στις τρεις περιπτώσεις νιώθουμε πως «ανακάλυψαν» και μάντεψαν κάτι από μας τους ίδιους κι είμαστε ευγνώμονες γι' αυτό και ταυτόχρονα κατάπληκτοι. Η καθεμιά από τις τρεις αυτές θέσεις είναι ένα βαθυστόχαστο κομμάτι της γερμανικής αυτογνωσίας, αυτοεμπειρίας, αυτοκατανόησης. «Ο εσωτερικός μας κόσμος είναι πολύ πιο πλούσιος, πολύ πιο εκτενής, πολύ πιο κρυμμένος»: αυτό νιώθουμε κι εμείς μαζί με τον Λάιμπνιτς. Ως Γερμανοί, αμφιβάλλουμε μαζί με τον Καντ για την ύψιστη εγκυρότητα των γνώσεων στις οποίες φθάνουν οι φυσικές επιστήμες, και γενικά για καθετί που επιτρέπει να γίνει γνωστό causaliter [αιτιακά]· μ' αυτή τη σκέψη αμέσοΰς μας φαίνεται μικρότερης αξίας το δυνάμενο να γίνει γνωστό. Εμείς οι Γερμανοί είμαστε εγελιανοί, ακόμη κι αν δεν εμφανιζόταν ποτέ ο ίδιος ο Χέγκελ, στο βαθμό που αποδίδουμε (αντίθετα απ' όλους τους Λατίνους) ενστικτωδώς βαθύτερο νόημα και μεγαλύτερη αξία στο γίγνεσθαι και στην εξέλιξη παρά σ' αυτό που «είναι» (δεν πιστεύουμε στη νομιμότητα της έννοιας του «Είναι») -και επίσης στο βαθμό που δεν είμαστε 305. Συμβεβηκός είναι κάθε χαρακτηριστικό που υπάρχει συμιπωμαιικά σε ένα πράγμα, έτσι ώστε, ακόμη κι αν αυτό το χαρακτηρισηκό χαθεί ή μεταβληθεί, το πράγμα να εξακολουθεί να υπάρχει.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
έτοιμοι να παραδεχτούμε ότι η ανθρώπινη λογική μας είναι η λογική καθ' εαυτήν, το μοναδικό είδος λογικής (θα μπορούσαμε αντίθετα να πειστούμε ότι η λογική μας είναι απλώς μια ειδική περίπτωσή της και ίσως μια από τις πιο περίεργες και ηλίθιες περιπτώσεις). Έ ν α τέταρτο ερώτημα θα ήταν αν κι ο Σοπενάονερ, με τον πεσιμισμό του, δηλαδή με το πρόβλημα της αξίας της ενθαόικής ύπαρξης'^, έπρεπε να είναι αναγκαστικά Γερμανός. Νομίζω πως όχι. Το γεγονός μετά το οποίο έπρεπε σίγουρα να αναμένεται αυτό το πρόβλημα -ένας αστρονόμος της ψυχής θα μπορούσε να υπολογίσει τη μέρα και την ώρα του-, η πτώση της πίστης στον χριστιανικό Θεό, η νίκη του επιστημονικού αθεϊσμού, είναι ένα πανευρωπαϊκό γεγονός, στο οποίο όλες οι ορυλές έχουν το μερίδιό τους και για το οποίο όλες αξίζουν δόξες και τιμές. Αντίστροφα, θα μπορούσαμε να αποδώσουμε ακριβώς στους Γερμανούς -εκείνους τους Γερμανούς που ήταν συγκαιρινοί του Σοπενάουερ- το ότι καθυστέρησαν για πολύ καιρό και με πολύ επικίνδυνο τρόπο αυτή τη νίκη του αθεϊσμού' ο Χέγκελ ειδικά ήταν εκείνος που την καθυστέρησε περισσότερο, με τη μεγαλειώδη του προσπάθεια να μας πείσει για τη θεϊκότητα της ενθαδικής ύπαρξης, επικαλούμενος τη βοήθεια της έκτης αίσθησής μας, της «ιστορικής αίσθησης'"'». Ως φιλόσοφος, ο Σοπενάουερ ήταν ο πρώτος σίγουρος και ακλόνητος άθεος που είχαμε εμείς οι Γερμανοί: αυτό αποτελούσε το υπόβαθρο της έχθρας του για τον Χέγκελ. Η μη θεϊκότητα της ενθαδικής ύπαρξης ήταν γι' αυτόν κάτι δεδομένο, απτό, αναμφισβήτητο- έχανε τη φιλοσοφική του ψυχραιμία και οργιζόταν όταν έβλεπε κάποιον να διστάζει ή να μιλάει με περιστροφές πάνω στο θέμα αυτό. Εκεί βρίσκεται όλη η ακεραιότητά του· ο τρόπος που θέτει τα προβλήματα προϋποθέτει τον απόλυτο και ειλικρινή αθεϊσμό, ως νίκη που επιτεύχθηκε επιτέλους και με μεγάλη δυσκολία από την ευρωπαϊκή συνείδηση, ως την πιο πλούσια σε συνέπειες πράξη μιας δισχιλιετούς εκγύμνασης στην αλήθεια, που στο τέλος απαγορεύει στον εαυτό της το ψέμα της πίστης στον Θεό... Βλέπετε τι νίκησε πραγματικά τον χριστιανικό Θεό: η ίδια η χριστιανική ηθική, η έννοια της φιλαλήθειας παρμένη ολοένα πιο αυστηρά, η εκλέπτυνση της χριστιανικής συνείδησης από τον εξομολογητή-ιερέα, μεταφρασμένη και μετουσιωμένη σε επιστημονική συνείδηση, σε διανοητική καθαρότητα με κάθε θυσία. Το 306. Τίτλος έργου του Εουγκέν Ντύρινγκ (Der Werth des Lebens, 1865) το οποίο αποτελεί κριτική του πεοιμισμού. Ο Νίτσε το είχε μελετήσει επκπαμένα το 1875. Το 1881 η συζήτηση ανανεώνεται με το βιβλίο του Έντουαρντ φον Χάρτμαν Zur Geschichte und Begründung der Pessimismus (Ιστορία και θεμέλιο του πεσιμιαμού).
307. Πρβλ. §83.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
να βλέπουμε τη φύση σαν να ήταν απόδειξη της καλοσύνης και της προστασίας ενός θεού· το να ερμηνεύουμε την ιστορία προς δόξα ενός θεϊκού λογικού, σαν να ήταν αυτή διηνεκής μαρτυρία της ύπαρξης μιας ηθικής τάξης του κόσμου και ηθικών τελικών σκοπών το να ερμηνεύουμε τα ίδια μας τα βιώματα με τον ίδιο τρόπο που ερμήνευσαν για πολύ καιρό τα δικά τους οι ευσεβείς άνθρωποι, σαν να ήταν το καθετί προσταγή, το καθετί σημάδι, το καθετί σχεδιασμένο και προορισμε'νο για τη σωτηρία της ψυχής: όλα αυτά είναι ξεπερασμένα τώρα, έχουν την ανθρώπινη συνείδηση εναντίον τους, θεωρούνται ανάρμοστα και ανέντιμα από κάθε πιο εκλεπτυσμένη συνείδηση, θεωρούνται ψευτιά, φεμινισμός, αδυναμία και δειλία. Όσον αφορά σ' αυτή την αυστηρότητα τουλάχιστον, είμαστε κολοί Ευρωπαίοι^"® και κληρονόμοι της πιο μακρόχρονης και πιο θαρραλέας αυτοϋπερνίκησης της Ευρώπης. Μόλις λοιπόν διώχνουμε μακριά από μας τη χριστιανική ερμηνεία και καταδικάζουμε το «νόημά» της ως παραχάραξη, συναντάμε με τρομερό τρόπο το ερώτημα του Σοπενάονερ: Έχει κανένα νόημα η ενθαδική ύπαρξη; Θα χρειαστεί να περάσουν λίγοι αιώνες για να ακούσουν καλά αυτό το ερώτημα οι άνθρωποι και για να αντιληφθούν το βάθος του. Η απάντηση του ίδιου του Σοπενάουερ σε τούτο το ερώτημα'·" ήταν -κτυγγνώμη για τον χαρακτηρισμό- βιαστική, νεανική, απλός συμβιβασμός, ένας τρόπος να μείνεις, και μάλιστα να μείνεις κολλημένος, σ' εκείνες ακριβώς τις χριστιανικές-ασκητικές ηθικές προοπτικές που έηαψαν να τις πιστεύουν από τη στιγμή που εξέλιπε η πίστη στον Θεό... Ο Σοπενάουερ όμιος ήταν εκείνος που έθεσε το ερώτημα -όπως είπα, ως καλός Ευρωπαίος κι όχι ως καλός Γερμανός. - Ή μήπως ο τρόπος τουλ«χιστον με τον οποίο σφετερίστηκαν οι Γερμανοί το ερώτημα του Σοπενάουερ αποδεικνύει πως είχαν αυτοί μια εσωτερική συγγένεια, προπαρασκευή και ανάγκη για το πρόβλημα αυτό; Το ότι μετά τον Σοπενάουερ οι άνθρωποι σκέφτηκαν και δημοσίευσαν απόψεις ακόμη και στη Γερμανία (παρεμπιπτόντως, πολύ καθυστερημένα!) για το πρόβλημα που είχε θέσει εκείνος, δεν αρκεί για να αποδείξει την ύπαρξη μιας τέτοιας εσωτερικής συγγένειας- θα μπορούσε μάλιστα κανείς να επικαλεστεί την ξεχωριστή αδεξιότητα αυτού του μετασοπεναουερικού πεσιμισμού ως απόδειξη του αντιθέτου. Προφανώς, οι Γερμανοί δεν έμοιαζαν να είναι στο στοιχείο τους στο θέμα αυτό. Αυτό δεν είναι κατά κανένα τρόπο υπαινιγμός για τον Έντουαρντ φον Χάρτμαν αντίθετα, μέχρι σήμερα 308. ΒΙ-Ανθρώπινο, τιάρα ιαΜανθρώπινο, § 475. 309. Σοπενάουερ: «Η ζωή ταλαντεύεται cjav εκκρεμές από αριστερά σια δεξιά, από τον πόνο στην πλήξη.» Die WeUab Wille und Vorstellw^, IV, § 57.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
δεν μου έχει φύγει η παλιά υποψία ότι είναι πάρα πολύ επιδέξιος για μας. Εννοώ πως ίσως ήταν από την αρχή ένας κακοήθης χωρατατζής^'", που όχι μόνο γελοιοποίησε τον γερμανικό πεσιμισμό, αλλά ατο τέλος μπορεί και να «κληροδότησε» με διαθήκη στους Γερμανούς το πόσο μπορούσαν να γελοιοποιηθούν ακόμη και στην εποχή των ιδρύσεων^". Αλλά ρωτώ: μπορούμε μήπως να θεωρήσουμε δόξα για τους Γερμανούς εκείνη τη γριά σβούρα, τον Μπάνσεν^'^ που πέρασε τη ζωή του γυρίζοντας με ηδονή γύρω από τη ρεαλιστική-διαλεκτική του μιζέρια και την «προσωπική του γκίνια»; Μήπως ήταν αυτό γερμανικό; (Με την ευκαιρία συνιστώ τα γραπτά του για το σκοπό για τον οποίο τα χρησιμοποίησα κι εγώ, ως αντιπεσιμιστική τροφή· μου φαίνεται μάλιστα πως οι elegenatiae psychologicae [ψυχολογικές κομψότητές] τους θα είναι αποτελεσματικές ακόμη και για την πιο επίμονη δυσκοιλιότητα της ψυχής και του σώματος.) Ή μήπως πρέπει να υπολογίσουμε ως γνήσιους Γερμανούς κάποιους ντιλετάντες και γεροντοκόρες σαν εκείνο τον γλυκερό απόστολο της παρθενίας, τον Μαϊνλέντερ''^; Τελικά πρέπει να ήταν Εβραίος (όλοι οι Εβραίοι γίνονται γλυκεροί όταν ηθικολογούν). Ούτε ο Μπάνσεν ούτε ο Μαϊνλέντερ, για να μη μιλήσουμε για τον Έντουαρντ φον Χάρτμαν, δίνουν κάποια σίγουρη απάντηση στο ερώτημα αν ο πεσιμισμός του Σοπενάουερ, η τρομαγμένη του ματιά σ' έναν απαλλαγμένο από τον Θεό κόσμο, σ' έναν κόσμο που είχε γίνει ηλίθιος, τυφλός, τρελός και αινιγματικός, ο έντιμος του φόβος... δεν ήταν απλώς μια εξαίρεση στη Γερμανία αλλά ένα γερμανικό επίτευγμα. Ενώ όλα τα υπόλοιπα που βλέπουμε στο προσκήνιο -τη θαρραλέα πολιτική μας και τη χαρούμενη πατριδολατρία μας, που βλέπει όλα τα πράγματα από τη σκοπιά μιας όχι και πολύ φιλοσοφικής αρχής (της αρχής «Deutschland, 310. Μ' αυτά τα λόγια είχε καταφερθεί ο Νίτσε εναντίον του Χάρτμαν ήδη από το 1873 στο τέλος του τρίτου Παράκαιρου στοχασμού «Ωφέλεια και μειονεκτήματα της κπορίας για τη ζωή», § 9. Όλη η παράγραφος αυτή είναι αφιερωμένη στον Χάρτμαν. 311. Η έκφραση aimj παραπέμπει σιην ίδρυση ταυ Δεύτερου Γερμανικού Βασιλείου (Ράιχ) το 1871. 312. Γιουλιους Μπάνσεν (1830-1881), γερμανός φιλόσοφος, ακραίος πεοιμιστης. 313. Φίλιπ Μαίνλένιερ (1841-1876), γερμανός φιλόσοφος. Ο πεσιμισμός του έφτανε στο σημείο να εξυμνεί τη θέληση για παρθενία, για θάνατο και για αυτοκτονία. Αυτοκτόνησε μετά την έκδοση του βιβλίου του Φιλοσοφία της σωτηρίας (1876). Ο Νίτσε ίσοοςτου οφείλειτοντίτλο τηςΧαραιτ»;? και την επανεργοποίηση της εγελιανής έννοιας του θανάτου του Θεοΰ. Ο Μαϊνλέντερ πάντως ήθελε να δείξει ότι η ανθρωπότητα περνά από τον πολυθεϊσμό σιον αθεϊσμό και ότι αυτό εγκαινιάστηκε από τον Ιησού, που ήταν στην ουσία άθεος. Ο Θεός είναι βέβαια νεκρός, υποστηρίζει ο Νίτσε, μόνο που δεν πέθανε μόνος του, αλλά τον σκότωσαν!
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
Deutschland über alles» [Η Γερμανία, η Γερμανία υπεράνω όλων""] που σημαίνει sub specie speciei [υπό το πρίσμα του είδους^'^], συγκεκριμένα του γερμανικού είδους) αποδεικνύουν πολύ καθαρά το αντίθετο. Όχι! Οι σημερινοί Γερμανοί όεν είναι πεσιμιστές! Και, για να το πω άλλη μια φορά, ο Σοπενάουερ ηταν πεσιμιστης ως καλός Ευρωπαίος και όχι ως καλός Γερμανός.
358. Η χωριάτικη εξέγερση τον πνεύματος. -Εμείς οι Ευρωπαίοι βρισκόμαστε μπροστά σ' έναν φοβερό κόσμο ερειπίων. Λίγα πράγματα εξακολουθούν να στέκουν στο ύψος τους, πολλά φαίνονται σαραβαλιασμένα και ανησυχητικά, ενώ τα περισσότερα έχουν ήδη σωριαστεί στο έδαφος. Το θέαμα είναι αρκετά γραφικό -πού έχει δει κανείς ωραιότερα ερείπια;- και τα αγριόχορτα, μικρά και μεγάλα, βρίθουν παντού. Η Εκκλησία είναι αυτη η πόλη της πτώσης: βλέπουμε τη θρησκευτική κοινότητα του χριστιανισμού να έχει κλονιστεί ώς τα βαθύτερα θεμέλιά της· η πίστη στο Θεό έχει ανατραπεί· η πίστη στο χριστιανικό-ασκητικό ιδεώδες δίνει τώρα την τελευταία της μάχη. Φυσικά, δεν ήταν δυνατό να καταστραφεί με ένα χτύπημα ένα οικοδόμημα σαν το χριστιανισμό, που χτίστηκε με τόση επιμέλεια για τόσους αιώνες (ήταν το τελευταίο ρωμαϊκό οικοδόμημα!). Έπρεπε να το ταρακουνήσουν όλα τα είδη σεισμών, όλα τα είδη πνευμάτων που τρυπούν, σκάβουν, ροκανίζουν και αποσαθρώνουν. Το πιο περίεργο όμως είναι το εξής: εκείνοι που προσπάθησαν περισσότερο να διασώσουν και να διατηρήσουν το χριστιανισμό έγιναν οι καλύτεροι καταστροφείς του: μιλώ για τους Γερμανούς. Φαίνεται πως οι Γερμανοί δεν καταλαβαίνουν την ουσία μιας Εκκλησίας. Δεν διαθέτουν αρκετό πνεύμα γι' αυτό; Ή μήπως δεν είναι αρκετά δύσπιστοι; Όπως κι αν έχει το πράγμα, το οικοδόμημα της Εκκλησίας βασίζεται σε μια νότια ελευθερία και ελευθεροφροσύνη του πνεύματος, όπως και σε μια νότια υποψία ενάντια στη ςρύση, στον άνθρωπο και στο πνεύμα· βασίζεται σε μια εντελώς διαφορετική γνώση και εμπειρία για τον άνθρωπο από εκείνη που συναντάται στον Βορρά. Η λουθηρανική μεταρρύθμιση ήταν, σ' όλη της την έκταση, η αγανακτισμένη εξέγερση της απλότητας εναντίον της «πολλαπλότητας» ή, για να μιλήσουμε πιο προσεκτικά, μια χονδροειδής, απλοϊκή παρεξήγηση, που αξίζει τη συγ314. Ποίημα του Χόφμαν φον Φαλερσλέμπεν (1841) που έγινε εθνικός ύμνος της Γερμανίας το 1922. 315. Ο Νίτσε χρησιμοποιεί ως πρότυπο την έκφραση του Σπινόζα «sub specie aetemilatis».
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
χώρεση. Οι λουθηρανοί δεν μπορούσαν να καταλάβουν την ε'κφραση μιας νικηφόρας Εκκλησίας και δεν έβλεπαν τίποτε άλλο εκτός από διαφθορά· έκριναν εσφαλμένα τον ευγενή σκεπτικισμό, αυτη την πολυτέλεια του σκεπτικισμού και της ανοχής, την οποία επιτρέπει στον εαυτό της κάθε νικηφόρα και σίγουρη για τον εαυτό της δύναμη... Σήμερα παραβλέπουμε αρκετά το ότι σ' όλα τα καίρια ζητήματα της δύναμης η στάση του Λούθηρου ήταν ολέθρια συνοπτική, επιπόλαιη και απρόσεκτη. Ήταν ένας άνθρωπος που προερχόταν από το λαό, του έλειπαν όλα όσα μπορούσε να κληρονομήσει κανείς από μια κυρίαρχη κάστα, κάθε ένστικτο για δύναμη. Έτσι, το έργο του, η θέληση του να παλινορθώσει το έργο της Ρώμης, έγινε, χωρίς αυτός να το ξέρει ή να το θέλει, μόνον η αρχή ενός έργου καταστροφής. Ξέσκισε, κουρέλιασε με ειλικρινή οργή ό,τι είχε υφάνει με τόση επιμέλεια και τόσο πολύ καιρό η γριά αράχνη. Παρέδωσε τα ιερά βιβλία στους πάντες -ώσπου στο τέλος έφτασαν στα χέρια των φιλολόγων, που είναι οι καταστροφείς κάθε πίστης που βασίζεται σε βιβλία. Ο Λούθηρος κατέστρεψε την έννοια της «Εκκλησίας» απορρίπτοντας την πίστη στην έμπνευση των Συνόδατν- γιατί η έννοια της «Εκκλησίας» διατηρεί τη δύναμή της μόνον αν εξακολουθεί να ζει μέσα της, να χτίζει μέσα της και να συνεχίζει να χτίζει μέσα της την κατοικία του το εμπνευσμένο πνεύμα που την ίδρυσε. Ο Λούθηρος επέτρεψε στον ιερέα να έχει σεξουαλικές σχέσεις με τη γυναίκα: τα τρία τέταρτα όμως του σεβασμού που μπορεί να νιώσει ο λαός, και ειδικά η γυναίκα του λαού, στηρίζονται στην πίστη ότι όποιος είναι εξαίρεση σ" αυτό το σημείο θα είναι εξαίρεση και στα άλλα -εδώ ακριβώς βρίσκει τον πιο επιτήδειο κάι ύπουλο συνήγορο της η λαϊκή πίστη ότι υπάρχει κάτι υπεράνθρωπο μέσα στον άνθρωπο, η πίστη στο θαύμα, στον Θεό που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο και τον λυτρώνει. Αφού ο Λούθηρος έδωσε μ' αυτό τον τρόπο τη γυναίκα στον ιερέα, δεν μπορούσε να μην του αφαιρέσει την αυτήκοη εξομολόγηση· αυτό ήταν ψυχολογικά σωστό, αλλά καταργούσε κατά βάθος τον ίδιο τον χριστιανό ιερέα, που η μεγαλύτερη χρησιμότητά του υπήρξε πάντα το ότι ήταν ένα άγιο αφτί, ένα σιωπηλό πηγάδι, ένας τάφος μυστικών. «Ο καθένας να είναι ιερέας του εαυτού του» -πίσω από τέτοιες φόρμουλες και από τη χωριάτικη πονηριά τους έκρυβε ο Λούθηρος το αβυθομέτρητο μίσος του εναντίον του «ανώτερου ανθρώπου» και της κυριαρχίας του «ανώτερου ανθρώπου», όπως τον αντιλαμβανόταν η Εκκλησία: κατέστρεψε ένα ιδεώδες που δεν μπορούσε να το φτάσει, ενώ φαινόταν να φρίτεει και να αγωνίζεται μόνον ενάντια στον εκφυλισμό του ιδεώδους αυτού. Πραγματικά, αυτός που ήταν αδύνατον να γίνει καλόγερος, απώθησε μακριά του την κυριαρχία των homines religfosi [ανθρώπων της θρησκεί-
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
ας] και προκάλεσε μέσα στην τάξη πραγμάτων της Εκκλησίας αυτό που με τόση μισαλλοδοξία πολεμούσε όταν το έβλεπε να γίνεται μέσα στην πολιτική τάξη πραγμάτων: μια «εξέγερση των χωρικών». -Το τι προέκυψε μετά, καλό και κακό, από τη Μεταρρύθμιση του μπορούμε να το σταθμίσουμε κατά προσέγγιση σήμερα -ποιος θα ήταν αρκετά αφελής ώστε να κατηγορήσει ή να επαινέσει τον Λούθηρο γι' αυτές τις συνέπειες; Είναι αθώος για όλες, δεν ήξερε τι έκανε^'^ Η ισοπέδωση του ευρωπαϊκού πνεύματος, ιδιαίτερα στον Βορρά -το ότι έγινε καλοσυνάτο, αν προτιμάτε έναν ηθικό όρο- έκανε ένα τεράστιο βήμα μπροστά με τη Μεταρρύθμιση του Λούθηρου, δεν χωράει αμφιβολία γι' αυτό. Παρόμοια, χάρη σ' αυτήν αναπτύχθηκαν η κινητικότητα και η ανησυχία του πνεύματος, η δίψα του για ανεξαρτησία, η πίστη του σ' ένα δικαίωμα για ελευθερία, η «φυσικότητά» του. Αν θέλουμε να της αναγνωρίσουμε απ' αυτή την τελευταία άποψη την αξία πως προετοίμασε και ευνόησε τον ερχομό εκείνου του πράγματος που τιμάμε σήμερα με την ονομασία «σύγχρονη επιστήμη», δεν πρέπει να ξεχάσουμε να προσθέσουμε ότι είναι συνένοχη για τον εκφυλισμό του σύγχρονου λόγιου, για την έλλειψη σεβασμού, αιδημοσυνης και βάθους που δείχνει αυτός, για όλη την αφελή αθωότητα και την εμπιστοσύνη στα ζητήματα της γνώσης -κοντολογίς γι' αυτή την πληβειακότητα του πνεύματος η οποία χαρακτηρίζει τους δύο τελευταίους αιώνες και από την οποία δεν μας έχει απελευθερώσει ούτε κι ο μέχρι τούδε πεσιμισμός. Και οι «μοντέρνες ιδέες» επίσης ανήκουν σ' αυτή τη χωριάτικη εξέγερση του Βορρά εναντίον του πιο ψυχρού, πιο διφορούμενου και δύσπιστου πνεύματος του Νότου, που έχτισε το μεγαλύτερο μνημείο του με τη μορ(ρη της χριστιανικής Εκκλησίας. Τέλος, ας μην ξεχνάμε τι είναι μια Εκκλησία κάτι εντελώς διαφορετικό από το «κράτος»: μια Εκκλησία είναι πάνω απ' όλα μια δομή κυριαρχίας, που παραχωρεί την υψηλότερη βαθμίδα στους mo πνευματικούς ανθρώπους και που πιστεύει στη δύναμη της πνευματικότητας τόσο πολύ που απαγορεύει στον εαυτό της να χρησιμοποιεί όλα τα πιο χονδροειδή μέσα της βίας -πράγμα που αρκεί για να κάνει την Εκκλησία θεσμό πιο ευγενή από το κράτος.
359. Η εκδίκηση εναντίον τον πνεύματος και άλλα πίσω πλάνα της 316.0 Νίτσε χρησιμοποιεί ειροινικά τα λόγια του Ιησού: «Πάτερ, άφες οαποίς-ου γαρ oiSacav τι ποιούσιν.» (ΚατάΛουκάν εναγγέλιον, κγ', 34). Ο ίδιος ο Λούθηρος έλεγε ότι ο «θεός τον είχε οδηγήσει σης κορυφές ααν το άλογο που έχει δεμένα χα μάτια». Βλ. G. Casatis,Lutheretri:gfiseconfessante, Παρi:σ^ 1962, σ. 61.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ηθικής. - Η ηθική -που νομίζετε πως βρίσκει τους πιο επικίνδυνους και πιο -ύπουλους συνηγόρους της;... Να ένας αποτυχημένος, που δεν διαθέτει αρκετό πνεύμα για να μπορεί να το χαρεί, αλλά που έχει αρκετή καλλιέργεια ώστε να το ξέρει αυτό' πλήττει, αηδιάζει και περιφρονεί τον εαυτό του· επειδή έχει κληρονομήσει κάποια περιουσία, στερείται ακόμη και την τελευταία παρηγοριά, την «ευλογία της εργασίας», τη λήθη του εαυτοΰ του μέσα στην «καθημερινή δουλειά». Έ ν α ς τέτοιος άνθρωπος, που ντρέπεται κατά βάθος για την ύπαρξή του -ίσως μάλιστα να έχει και κάποια μικρά ελαττώματα- και που δεν μπορεί, από την άλλη, να συγκρατηθεί και να μη χαλάει ολοένα περισσότερο, να μη γίνεται ματαιόδοξος και ευερέθιστος διαβάζοντας βιβλία που δεν έχει δικαίωμα να διαβάζει ή κάνοντας παρέες με ανθρώπους πιο πνευματικούς απ' όσο μπορεί να χωνέψει· ένας τέτοιος άνθρωπος, που έχει δηλητηριαστεί απ' την κορυφή ώς τα νύχια -γιατί το πνεύμα γίνεται δηλητήριο, η μόρφωση γίνεται δηλητήριο, η περιουσία γίνεται δηλητήριο, η μοναξιά γίνεται δηλητήριο σε τέτοιου είδους αποτυχημένους- πέφτει στο τέλος σε μια συνήθη κατάσταση εκδίκησης, θέλησης για εκδίκηση... Τι νομίζετε πως χρειάζεται αυτός, πως χρειάζεται απόλυτα, για να δώσει στον εαυτό του μια εμφάνιση ανωτερότητας απέναντι σε πιο πνευματικούς ανθρώπους, και για να του χαρίσει, τουλάχιστον στη φαντασία του, την ηδονή της ολοκληρωμένης εκδίκησης·. Πάντα την ηθικότητα, μπορείτε να στοιχηματίσετε γι' αυτό, πάντα τα μεγάλα λόγια της ηθικής, το ταμπούρλο της δικαιοσύνης, της σοφίας, της αγιότητας, της αρετής, πάντα τον στωικισμό της στάσης (-πόσο καλά κρύβει ο στωικισμός ό,τι δεν έχει κάποιος!...), πάντα το μανδύα της φρόνιμης σιωπής, της προσήνειας, της ηπιότητας, κι όποια είναι τα ονόματα όλων των άλλων ιδεαλιστικών μανδυών, τους οποίους φορούν εκείνοι που έχουν αγιάτρευτη περιφρόνηση για τον εαυτό τους και οι αθεράπευτα ματαιόδοξοι. Μη με παρανοείτε: μέσα από τέτοιους γεννημένους εχθρούς του πνεύματος εμςρανίζονται πού και πού εκείνα τα σπάνια πλάσματα που ο λαός τα σέβεται χρησιμοποιώντας ονόματα όπως «άγιος» και «σοφός»· μέσα από τέτοιους ανθρώπους βγαίνουν εκείνα τα τέρατα της ηθικής που κάνουν θόρυβο, που γράφουν ιστορία - ο Άγιος Αυγουστίνος'" είναι ένα απ' αυτά. Ο φόβος μπροστά στο πνεύμα, η εκδίκηση εναντίον του πνεύματος -πόσες φορές δεν έγιναν ρίζες των αρετών αυτά τα ενορμητικώς ρωμαλέα ελαττώματα! Πόσες φορές δεν έγιναν αρετές! Και για να το ρωτήσω μεταξύ μας: ακόμη κι εκείνη η πιο τρελή και η 317. Από τους σπουδαιότερους θεολόγους της Δυτικής Εκκλησίας (354-430). Πρβλ. Πέρα από το καλό και το κακό, § 50 και 200,0 αντίχριστος, § 59.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
πιο υπερβολική αξίωση, η αξίωση των φιλοσόφων για σοφία, η οποία εμφανίστηκε στο ένα ή στο άλλο με'ρος στη γη, δεν ήταν πάντα, τόσο στην Ινδία όσο και στην Ελλάδα, πριν απ' όλα ένα κρησφύγετο-, Μερικές φορές μάλιστα, από την παιδαγωγική σκοπιά, που καθαγιάζει τόσα πολλά ψέματα, η αξίωση αυτή εκθειάστηκε ως τρυφερή προσοχή για εκείνους που βρίσκονται στην περίοδο της διαμόρφωσης τους, της ανάπτυξης τους, για μαθητές που πρέπει συχνά να αμυνθούν εναντίον του ίδιου του εαυτού τους μέσω της πίστης στο πρόσωπο (μέσω μιας πλάνης)... Πιο συχνά όμως είναι ένα κρησφύγετο μέσα στο οποίο σώζει τον εαυτό του ο φιλόσοφος, επειδή έχει κουραστεί, έχει γεράσει, έχει γίνει •ψυχρός, σκληρός, ως αίσθημα ότι το τέλος είναι κοντά, ως σύνεση εκείνου του ενστίκτου που έχουν τα ζώα μπροστά στο θάνατο: πηγαίνουν χωριστά, μένουν σιωπηλά, διαλέγουν τη μοναξιά, κρύβονται σε σπηλιές, γίνονται σοφά... - Πώς; Η σοφία ένα κρησφύγετο του φιλοσόφου για να ξεφύγει αυτός από το πνεύμα;
360. Ανο είδη αιτιών που συγχέονται. -Ιδού ποιο είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα από τα ουσιαστικά βήματα και προόδους που έχω κάνει: έμαθα να ξεχωρίζω την αιτία της δράσης από την αιτία της δράσης με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, της δράσης-προς-μια-ορισμένη-κατεύθυνση, της δράσης-που-αποβλέπει-στον-τάδε-σκοπό. Το πρώτο είδος αιτίας είναι μια ποσότητα συσσωρευμένης δύναμης που περιμένει να χρησιμοποιηθεί κατά κάποιον τρόπο, για κάποιο σκοπό" ενώ το δεύτερο είδος αιτίας είναι, σε σύγκριση μ' αυτή τη δύναμη, κάτι εντελώς ασήμαντο, ένα μικρό τυχαίο κατά το οποίο αυτή η ποσότητα «εκλύεται» μ' έναν και καθορισμένο τρόπο: το σπίρτο σε σχέση με το μπαρουτοβάρελο. Σ' αυτά τα μικρά τυχαία και «σπίρτα» κατατάσσω και όλους τους δήθεν «σκοπούς», όπως και τους ακόμη πιο δήθεν «προορισμούς της ζωής»: είναι σχετικά τυχαίοι, αυθαίρετοι, σχεδόν αμελητέοι σε σχέση με τη φοβερή ποσότητα δύναμης που πιέζει, όπως είπα, για να χρησιμοποιηθεί κατά κάποιο τρόπο. Η συνηθισμένη άποψη είναι διαφορετική: οι άνθρωποι είναι συνηθισμένοι να θεωρούν την πρόθεση (σκοπούς, προορισμούς κτλ.) κινητήρια δύναμη, ακολουθώντας μια παμπάλαιη πλάνη -αυτή η δύναμη όμως είναι απλώς η κατευθυντήρια δύναμη: οι άνθρωποι συγχέουν τον τιμονιέρη με τον ατμό. Κι ούτε πάντα τον τιμονιέρη, την κατευθυντήρια δύναμη... Μήπως δεν είναι πολύ συχνά ο «σκοπός», η «πρόθεση», ένα εξωραϊστικό πρόσχημα, μία εκ των υστέρων αυτοτυφλωση από τη ματαιοδοξία, που δεν θέλει να παραδεχτεί ότι το πλοίο ακολονθεί το ρεύμα, στο οποίο μπήκε τυχαία; Ότι το πλοίο «θέλει» να
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
προχωρήσει σ' αυτό το δρόμο, επειδή πρέπει να το κάνει αυτό; Ότι έχει βε'βαια μια κατεΰθυνση αλλά όχι τιμονιε'ρη; - Εξακολουθεί να μας λείπει μια κριτική της έννοιας του «σκοπού».
361. Για το πρόβλημα τον ηθοποιού. - Τ ο πρόβλημα του ηθοποιού μ'
έχει απασχολήσει τον πιο πολύ καιρό· δεν ήμουν σίγουρος (και μερικές φορές, εξακολουθώ να μην είμαι) για το αν μόνον από εδώ μπορεί να ορτάσει κανείς στην επικίνδυνη έννοια του «καλλιτέχνη» -μια έννοια που την μεταχειρίστηκαν μέχρι τώρα με ασυγχώρητη ευμένεια. Η ψευδότητα με καλή συνείδηση· η ηδονή με την υπόκριση, που ξεσπάει σαν δύναμη και πετάει στην άκρη τον λεγόμενο «χαρακτήρα», τον βουλιάζει και μερικές φορές τον πνίγει· η εσωτερική λαχτάρα να μπεις μέσα σ' ένα ρόλο και μια μάσκα, μια εμφάνιση· μια αφθονία ικανοτήτων προσαρμογής κάθε λογής, που δεν μπορούν πια να ικανοποιηθούν μένοντας στην υπηρεσία της πιο άμεσης και στενής χρησιμότητας: όλα αυτά δεν είναι άραγε απλώς ο ηθοποιός καθ' εαυτόν;,.. Αυτό το ένστικτο πρέπει να αναπτύχθηκε ευκολότερα σε οικογένειες του κατώτερου λαού, που ήταν υποχρεωμένες να επιβιώνουν κάτω από μεταβαλλόμενες πιέσεις και εξαναγκασμούς, σε βαθιά εξάρτηση, να συμμορφώνονται δουλικά στις περιστάσεις, να οργανώνονται εκ νέου ανάλογα με τις καινούργιες καταστάσεις, να αλλάζουν πάντα το ύφος και τη στάση τους, μαθαίνοντας σιγά-σιγά να μετατρέπουν το παλτό τους ανάλογα με κάθε καιρό κι έτσι να γίνουν οι ίδιες παλτό και δάσκαλοι σ' εκείνη την ενσωματωμένη και ενσαρκωμένη τέχνη τού να παίζουν το αιώνιο κρυςρτούλι που στην περίπτωση των ζώων λέγεται mimicry [μιμητισμός^*®]. Ώσπου στο τέλος, αυτή η ικανότητα, συσσωρευμένη από γενιά σε γενιά, έγινε δεσποτική, ανορθολογική και ανυπότακτη, ένα ένστικτο που έμαθε να διαφεντεύει τα άλλα ένστικτα, και γέννησε τον ηθοποιό, τον «καλλιτέχνη» (τον παλιάτσο, τον ·ψεύτη, το γελωτοποιό, τον τρελό, τον κλόουν και την κλασική φιγούρα του υπηρέτη, τον Ζιλ Μπλας· γιατί σε τέτοιους τύπους βρίσκουμε την προϊστορία του καλλιτέχνη και αρκετά συχνά και της «μεγαλοφυίας»). Αλλά και σε ανώτερες κοινωνικές συνθήκες αναπτύσσεται κάτω από παρόμοιες πιέσεις ένα παρόμοιο είδος ανθρώπου: μόνο που εδώ το θεατρινίστικο ένστικτο χαλιναγωγείται από ένα άλλο ένστικτο: αιττό συμβαίνει παραδείγματος χάρη στην περίπηωση του «διπλωμάτη» -θα πίστευα πρόθυμα ότι ένας καλός διπλωμάτης θα μπο318. Ο Νίτοε δανείζεται αρκετές φορές σιο έργο του αυτό τον όρο της αγγλικής φυσνκής επιστήμης. Βλ. π.%. Χαραυγή, § 26.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
ρούσε να γίνει καλός ηθοποιός θεάτρου, αν υποτεθεί ότι του είναι αυτό «επιτρεπτό». Όσο για τους Εβραίους^^'^, το\ κατεξοχψ λαό της τέχνης της προσαρμογής, μπορούμε να τους δούμε, αν ακολουθήσουμε αυτό το νήμα σκέψης, σαν ιστορικό θεσμό για την εκτροφή"" ηθοποιών, σαν αληθινό φυτώριο ηθοποιών. Και πράγματι είναι πολύ επίκαιρη η ερώτηση: ποιος καλός ηθοποιός δεν είναι σήμερα Εβραίος; Ο Εβραίος ως γεννημένος «άνθρωπος των γραμμάτων», ως αληθινός αφέντης του ευρωπαϊκού τύπου (των εφημερίδων), ασκεί αυτή τη δική του δύναμη πάνω στη βάση της ικανότητάς του να είναι ηθοποιός: γιατί ο άνθρωπος των γραμμάτων είναι κατ' ουσία ηθοποιός"' -παίζει τον «ειδήμονα», τον «επαγγελματία». - Τέλος, οι γυναίκες: ας σκεφτούμε όλη την ιστορία των γυναικών -δεν ήταν υποχρεωμένες να είναι πρώτα και πάνω απ' όλα ηθοποιοί; Ακούστε τους γιατρούς που υπνώτισαν γυναίκες· τέλος, αγαπήστε τις -αφήστε να σας «υπνωτίσουν»! Ποιο είναι πάντα το αποτέλεσμα; Το ότι «παίζουν ένα ρόλο» ακόμη κι όταν δίνονται... Η γυναίκα είναι τόσο καλλιτεχνική...
362. Η πίστη μας ότι η Ευρώπη θα γίνει πιο αντρίκια. -Οφείλουμε στον Ναπολέοντα (και κατά κανένα τρόπο στη Γαλλική Επανάσταση, που απέβλεπε στην «αδελφοσύνη» των λαών και σε μια ανθηρή ανταλλαγή εγκαρδιότητας), το ότι από δω και πέρα πρέπει να ακολουθήσουν λίγοι πολεμοχαρείς αιώνες, άνευ προηγουμένου στην ιστορία, το ότι έχουμε μπει στην κλασική εποχή τον πολέμου, του επιστημονικού και ταυτόχρονα λαϊκού πολέμου στην πιο μεγάλη κλίμακα (όσον αφορά στα μέσα, στα ταλέντα και στην πειθαρχία), την οποία όλοι οι μεταγενέστεροι αιώνες θα τη βλέπουν με ζήλια και δέος για την τελειότητά της: γιατί το εθνικό κίνημα από το οποίο βγαίνει αυτή η δόξα του πολέμου είναι το ανταποδοτικό χτύπημα εναντίον του Ναπολέοντα και δεν θα υπήρχε χωρίς αυτόν. Σ' αυτόν λοιπόν θα αποδοθεί μια μέρα το ότι ο άντρας έγινε πάλι αφέντης στην Ευρώπη πάνω στον έμπορο και τον αμόρφωτο άνθρωπο -κι ίσως πάνω στη «γυναίκα», που τόσο την παραχαϊδεύε ο χριστιανισμός, το ενθουσιώδες πνεύμα του 18ου αιώνα κι 319. BL Πέρα από το καλό και το κακό, § 250-251. 320. Züchtung. Η εκτροςρη έχει για τον Νίτσε θετικό νόημα, σε ανχίθεοη προς την Zähmung, την «εξημέρωση», που συνίσταται σιη συνεχή προσπάθεια βελτίωσης ενός άγριου ζώου, κατάργησης τοη* επιθετικών και απρόβλεπτο>ν χαραχτηρισιιχών του. Πρβλ. Το λυκόφως των ειάώλοη>, «Οι "βελτκαιές" της ανθροΜιάτητας», § 2-5. 321. Βλ. §366.
188
Η
ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ακόμη περισσότερο οι «μοντε'ρνες ιδε'ες». Ο Ναπολέων, που θεωρούσε σχεδόν προσωπικό του εχθρό τις μοντέρνες ιδέες και τον πολιτισμό, έδειξε μ' αυτη την έχθρα του πως ήταν ένας από τους μεγαλύτερους συνεχιστές της Αναγέννησης· ξανάφερε στο φως ένα μεγάλο κομμάτι από την ουσία της αρχαιότητας, ίσως μάλιστα το καίριο, το γρανιτένιο κομμάτι. Και ποιος ξέρει αν δεν κυριαρχήσει αυτό το κομμάτι της ουσίας της αρχαιότητας και πάνω στο εθνικό κίνημα, κι αν δεν γίνει κληρονόμος και συνεχιστής του Ναπολέοντα με τη θετική έννοια" γιατί ο Ναπολέων ήθελε, όπως όλοι ξέρουμε, την Ευρώπη ενωμένη, κι αυτό ως κυρίαρχη της γης.
363. Πώς το κάθε φύλο έχει τη διχή του προκατάληψη για τον έρωτα. Παρά τις παραχωρήσεις που είμαι πρόθυμος να κάνω στην προκατάληψη της μονογαμίας, ποτέ δεν θα παραδεχτώ τον ισχυρισμό ότι ο άντρας και η γυναίκα έχουν ίσα δικαιώματα στον έρωτα: α\πά δεν υπάρχουν. Γεγονός είναι ότι ο άντρας και η γυναίκα εννοούν κάτι διαφορετικό με τον έρωτα -κι ένας goto τους όρους του έρωτα και στα δυο φυλα είναι να μην προϋποθέτει το ένα ότι το άλλο έχει το ίδιο αίσθημα, την ίδια έννοια για τον «έρωτα». Αυτό που εννοεί η γυναίκα με τον έρωτα είναι αρκετά σαφές: ολοκληρωτική αφοσίωση (όχι απλό δόσιμο) ψυχή τε και σώματι, χωρίς περιορισμό και επιφύλαξη, μάλλον με ντροπή και φρίκη με την ιδέα μιας εξασφαλισμένης με ρήτρα ή υποκείμενης σε όρους αφοσίωσης. Αφοΰ λοιπόν δεν υπάρχουν όροι, ο έρωτας της γυναίκας είναι μια πίστη: η γυναίκα δεν έχει άλλη πίστη. - Ο άντρας, όταν αγαπάει μια γυναίκα, θέλει ακριβώς αυτό τον έρωτα απ' αυτήν και επομένως ο ίδιος απέχει στον ύψιστο βαθμό από την προϋπόθεση του γυναικείου έρωτα. Ας υποθέσουμε όμως ότι υπάρχουν άντρες που δεν τους είναι ξένη η επιθυμία για ολοκληρωτική αφοσίωση· ε, λοιπόν, αυτοί απλώς δεν είναι άντρες. Ένας άνδρας που αγαπάει όπως μια γυναίκα γίνεται δούλος· ενώ μια γυναίκα που αγαπάει όπως μια γυναίκα γίνεται πιο τέλεια γυναίκα... Το πάθος της γυναίκας, με την απόλυτη απάρνηση των δικαιωμάτων της, προϋποθέτει ακριβώς ότι από την άλλη μεριά δεν υπάρχει ίδιο πάθος, ίδια θέληση για απάρνηση: γιατί αν και οι δύο σύντροφοι αναγκάζονταν από τον έρωτα να απαρνηθούν τον εαυτό τους, θα προέκυπτε -δεν ξέρω τι· ίσως το κενό; - Η γυναίκα θέλει να παίρνεται και να γίνεται δεκτή σαν κατοχή, θέλει να απορροφιέται μέσα (κην έννοια -της κατοχής, θέλει να είναι «κατεχόμενη». Κατά συνέπεια, θέλει κάποιον που να παίρνει, που να μη δίνει τον εαυτό του και να μην παραδίνεται, αλλά, αντίθετα, που να πλουτίζει τον εαυτό του μέσω της
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
πρόσθεσης της δύναμης, ετττυχίας και πίστης που ταυ δίνει η γυναίκα. Η γυναίκα παραδίνεται, ο άνδρας αποκτά περισσότερα -νομίζω ότι κανένα κοινωνικό συμβόλαιο, καμιά καλή θέληση για δικαιοσύνη δεν μπορεί να ξεπεράσει αυτή τη φυσική αντίθεση, όσο επιθυμητό κι αν είναι να μη βλέπει κανείς συνεχώς το πόσο σκληρός, φοβερός, αινιγματικός και μη ηθικός είναι αυτός ο ανταγωνισμός. Γιατί ο έρωτας συνολικά, ο μεγάλος και πλήρης, είναι φυση και γι' αυτό θα είναι πάντα «μη ηθικός». -Κατά συνέπεια, η συζυγική πίστη εμπεριέχεται στον έρωτα της γυναίκας, προκύπτει από τον ορισμό του. Στον άντρα μπορεί εύκολα να γεννηθεί ως απόρροια του έρωτά του, πιθανόν ως ευγνωμοσύνη ή ως ιδιοσυγκρασία του γούστου του και «εκλεκτική συγγένεια^^», όπως λένε, δεν ανήκει όμως στην ουσία του έροοτά του: έτσι μπορεί κανείς με κάποιο δικαίωμα να μιλήσει για την ύπαρξη μιας φυσικής αντινομίας μεταξύ του έρωτα και της συζυγικής πίστης στον άνδρα. Γιατί ο έρωτας του άνδρα είναι μια θέληση για έχειν κι όχι μια απάρνηση και παράδοση· αλλά η θέληση για έχειν τελειώνει πάντα από τη στιγμή που πραγματοποιείται το έχειν... Πράγματι, είναι η πιο λεπτή και πιο φιλύποπτη δίψα του άντρα για κατοχή, η οποία σπάνια και καθυστερημένα παραδέχεται αυτό το «έχειν», αυτή που δίνει διάρκεια στον έρωτά του. Είναι μάλιστα πιθανό να μεγαλώσει ο ερωτάς του και μετά την παράδοση της γυναίκας· ο άνδρας δεν ομολογεί εύκολα ότι μια γυναίκα δεν έχει πια να του «παραδώσει» τίποτα.
364. Ο ερημίτης μιλάει. - Η τέχνη να συναναστρέφεσαι ανθρώπους εξαρτάται ουσιαστικά από την επιδεξιότητα (που απαιτεί μακρόχρονη εξάσκηση) να δέχεσαι και να τρως ένα φαγητό στου οποίου το μαγείρεμα δεν έχεις καμιά εμπιστοσύνη. Κι αν κάτσεις στο τραπέζι πεινώντας σαν λύκος, όλα είναι εύκολα («η χειρότερη συντροφιά σε κάνει να αισθανθείς», όπως είπε ο Μεφιστοφελής^^)· αλλά δεν έχεις αυτή την πείνα όταν τη χρειάζεσαι! Α, πόσο δύσπεπτοι είναι οι συνάνθροΜϊοι σου! Πρώτη αρχή: όπως κάνεις όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μια δυστυχία, έτσι και τώρα συγκέντρωσε όλο σου το θάρρος, όρμα με τόλμη, θαύμασε τον εαυτό σου καθώς το κάνεις, σφίξε τα δόντια σου για να κρύψεις την αποστροφή σου και κατάπιε την αηδία σου. Δεύτερη αρχή: «κάνε καλύτερο» τον συνάνθρωπό σου, επαινώντας τον παραδείγματος χάρη. 322.0 Νίτσε συνοψίζει τις απόψεις που διατύπωσε σιο Πέρα από το καλό χω το χαχό, § 232-239. ΟιΕκλεχτικέςσυγ)>έι>ειες είναι μυθιστόρημα του Γκαίτε (1809). 323. Γκαίτε, Φάονστ I, σι. 1638-1640.
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ώστε να αρχίσει να ιδρώνει από ευτυχία για τον ίδιο του τον εαυτό· η πιάσε μια άκρη από τις καλές ή «ενδιαφέρουσες» ιδιότητες του και τράβα την ώσπου να βγάλεις όλη την αρετή έξω και να μπορέσεις να κρύψεις τον συνάνθρωπό σου μέσα στις πτυχές της. Τρίτη αρχή: αυτοϋπνωτισμός. Στύλωσε τα μάτια σου στο αντικείμενο της συντροφιάς σου σαν να ήταν γυάλινη σφαίρα, ώσπου να πάψεις να νιώθεις ευχαρίστηση ή απαρέσκεια· πηγαίνεις για ύπνο απαρατήρητος, γίνεσαι άκαμπτος και νηφάλιος; αυτό είναι ένα πρακτικό φάρμακο δανεισμένο από τη φιλία και τον γάμο, δοκιμασμένο πάρα πολύ, παινεμένο ως απαραίτητο, παρόλο που δεν έχει βρει ακόμη την επιστημονική του διατύπωση. Το λαϊκό του όνομα είναι - υπομονή.
365. Ο ερημίτης ξαναμιλάει. -Κι εμείς συναναστρεφόμαστε ανθρώπους· κι εμείς φοράμε ταπεινά το ρούχο με το οποίο {ως το οποίο) μας γνωρίζουν οι άλλοι, μας σέβονται, μας αναζητούν -κι ύστερα εμφανιζόμαστε με παρέα, δηλαδή μ' ανθρώπους μεταμφιεσμένους, που δεν θέλουν να ονομάζονται έτσι. Κι εμείς κάνουμε ό,τι κάνουν όλες οι συνετές μάσκες και αποπέμπουμε ευγενικά κάθε περιέργεια που δεν περιορίζεται στη «φορεσιά» μας. Υπάρχουν όμως κι άλλοι τρόποι και τεχνάσματα για να είσαι με ανθρώπους, για να τους «συναναστρέφεσαι»: για παράδειγμα, σαν φάντασμα -πράγμα που συνιστάται αν θέλεις να τους ξεφορτωθείς γρήγορα ή να τους φοβίσεις. Η απόδειξη: απλώνουν το χέρι τους για να μας πιάσουν και δεν μπορούν. Αυτό φοβίζει. Ή περνάς μέσα από μια κλειστή πόρτα. Ή όταν όλα τα φώτα είναι σβηστά. Ή μετά τον θάνατο σου. Το τελευταίο είναι το par exceüence [κατ' εξοχήν] τέχνασμα των μεταθανάτιων ανθρώπων. («Μη φαντάζεστε λοιπόν», έλεγε μια μέρα ένας τέτοιος ανυπόμονα, «ότι θα είχαμε όρεξη αυτή την αποξένωση, την ψυχρότητα και την ησυχία του τάφου που μας σκεπάζει -αυτή την υπόγεια, κρυμμένη, βουβή, ανεξερεύνητη μοναξιά, που εμείς τη λέμε ζωή αλλά που θα μπορούσε εξίσου να λέγεται θάνατος, αν δεν ξέραμε τι θα απογίνουμε κι αν δεν ξέραμε ότι μόνο μετά τον θάνατο μας θα μπούμε στη ζωή μας και θα γίνουμε ζωντανοί, ω! πολύ ζωντανοί! εμείς οι μεταθανάτιοι άνθρωποι'^!»)
366. Μπροστά σ' ένα βιβλίο λογίου. -Δεν ανήκουμε σ' εκείνους που σχηματίζουν σκέψεις μόνον όταν βρίσκονται ανάμεσα σε βιβλία, όταν 324. Πρβλ, Το λυκόφως των ειδώλων, «Ρητά και αιχμές», § 15.
ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΜΕΙΣ Ol ΑΦΟΒΟΙ
213
ωθούνται από βιβλία -εμείς συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε έξω, στον ελεύθερο αε'ρα; καθώς περπατάμε, πηδούμε, σκαρφαλώνουμε, χορεύουμε, κατά προτίμηση σε μοναχικά βουνά ή κοντά στη θάλασσα, όπου ακόμη κι οι δρόμοι γίνονται στοχαστικοί. Οι πρώτες μας ερωτήσεις για την αξία ενός βιβλίου, ενός ανθρώπου ή μιας μουσικής σύνθεσης είναι: «Μπορεί να βαδίσει; Ακόμη περισσότερο, μπορεί να χορέτρει;»... Διαβάζουμε σπάνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι διαβάζουμε χειρότερα απ' τους άλλους. Αχ, πόσο γρήγορα μαντεύουμε πώς έφτασε κάποιος στις ιδέες του, κι αν έιρτασε σ' αυτές καθισμένος μπροστά στο μελανοδοχείο του, με ζουλιγμένη την κοιλιά και το κεφάλι σκυμμένο πάνω απ' τα χαρτιά: ω, πόσο γρήγορα τελειώνουμε με το βιβλίο του! Τα στριμωγμένα σπλάχνα προδίδονται, πάνω σ' αυτό μπορεί να στοιχηματίσει κανείς, τόσο όσο ο αέρας του κλειστού δωματίου, το χαμηλό ταβάνι, ο στενός χώρος. -Αυτό ένιωσα πριν από λίγο, μόλις έκλεισα ένα ευπρεπές, σοφό βιβλίο - με ευγνωμοσύνη, πολλή ευγνωμοσύνη, αλλά και ανακούφιση... Τα βιβλία των λογίων είναι σχεδόν πάντα καταπιεστικά, καταπιεσμένα· ο «ειδικός» εμφανίζεται πάντα σε κάποιο σημείο, ο ζήλος του, η σοβαρότητα του, η ζέση του, η οργή του, η υπερεκτίμηση που έχει για τη γωνία όπου κάθεται και γνέθει, η καμπούρα του -κάθε ειδικός έχει την καμπούρα του. Έ ν α βιβλίο λογίου αντικατοτττρίζει πάντα μια ψυχή που έχει γίνει κυρτή: κάθε επάγγελμα κυρτώνει τη ράχη αυτού που το ασκεί. Ξανακοιτάξτε τους φίλους των νεανικών σας χρόνων, όταν έχουν γίνει κάτοχοι της επιστήμης τους: αχ, πάντα συμβαίνει το αντίθετο! Αυτή τους έχει κάνει κτήμα της και τους κατατρύχει. Ριζωμένοι στη γωνιά τους, ζαρωμένοι σε σημείο που δεν αναγνωρίζονται, ανελεύθεροι, χωρίς ισορροπία, αδυνατισμένοι και με γωνιές σ' όλο τους το σώμα εκτός από ενα μέρος που είναι ολοστρόγγυλο -όταν τους βλέπει κανείς έτσι, αναστατώνεται και βουβαίνεται. Κάθε επάγγελμα, ακόμη κι αν έχει χρυσό πάτωμα, έχει πάνω του ένα μολυβένιο ταβάνι που πιέζει με δύναμη την ψυχή ώσπου την κάνει αλλόκοτη και καμπούρα. Αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Και προπαντός μη φανταστείτε πως είναι δυνατό να αποφύγει κανείς αυτή την παραμόρφωση με εκπαιδευτικά τεχνάσματα. Κάθε είδος μαστοριάς πληρώνεται πολύ ακριβά πάνω σ' αυτή τη γη, όπου όλα ίσως πληρώνονται πολύ ακριβά. Δεν μπορείς να είσαι ο άνθρωπος του επαγγέλματός σου αν δεν είσαι μαζί και το θύμα του: αυτό είναι το τίμημα. Εσείς όμως θα θέλατε να είναι τα πράγματα αλλιώς -πιο φτηνά, προπαντός πιο βολικά- έτσι δεν είναι, κύριοι Συγκαιρινοί; Ας είναι λοιπόν! Μόνο που στην περίπτωση αυτή θα έχετε κάτι άλλο: αντί για τον τεχνίτη και τον μάστορα, τον «άνθρωπο των γραμμάτων», τον επιτήδειο, «πολυμήχανο» άνθρωπο των γραμμάτων, που δεν
188
Η ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ
έχει καμπούρα -εκτός από εκείνη που έχει όταν στέκεται μπροστά σας ως πλασιέ του πνεύματος και «φορέας» της κουλτούρας- τον άνθρωπο των γραμμάτων, που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα, αλλά «αντιπροσωπεύει» σχεδόν τα πάντα, παίζοντας τον ειδήμονα και «αντικαθιστώντας» τον, και αναλαμβάνοντας με κάθε σεμνότητα να πληρωθεί, να τιμηθεί και να δοξαστεί ο ίδιος στη θέση του ειδήμονα. -Όχι, φίλοι λόγιοι! Σας ευλογώ ακόμη και για την καμπούρα σας! Γιατί, σαν εμένα, περιφρονείτε τους «ανθρώπους των γραμμάτων» και τα παράσιτα της κουλτούρας! Γιατί δεν ξέρετε να εμπορεύεστε το πνεύμα! Και γιατί έχετε γνώμες που δεν μπορούν να μεταφραστούν σε χρηματικές αξίες! Και γιατί δεν αντιπροσωπεύετε τίποτε που να μην ε