Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ
«ΠΟΛΙΣ»
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Πρόεδρος Μ Ι Χ Α Λ Η Σ ΒΡΑΝΟΠΟΤΛΟΣ,
...
73 downloads
648 Views
29MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ
«ΠΟΛΙΣ»
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Πρόεδρος Μ Ι Χ Α Λ Η Σ ΒΡΑΝΟΠΟΤΛΟΣ,
I. Μ Α Ν Ε ς Η ς , Γενικός Γραμματέας
Αντιπρόεδρος ΑΡΙΣΤΟΒΟΤΛΟΣ
Κ . Β . Κ Ρ Ι Μ Π Α ς , Ταμίας ΒΊΚΤΩΡ
Μ Έ Λ Α ς , Μέλη Δ . Ν. ΜΑΡΩΝΊΤΗς, Ν Ί Κ Ο ς ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗς, ΙΩΆΝΝΗς Σ. Π Ε ς Μ Α Ζ Ο Γ Λ Ο Τ , Μ Α Ν Ό Λ Η ς Χ Α Τ Ζ Η Δ Ά Κ Η ς
Διευθυντής τοΰ Ιδρύματος Ε. Χ . Κ Α Σ Δ Α Γ Λ Η Σ
GUSTAVE GLOTZ Η
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΑΓΝΗ
Δ'
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
ΕΚΔΟΣΗ
ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΤΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑ
ΤΡΑΠΕΖΗΣ
1994
Σύμφωνα μέ τον Κανονισμό των Εκδόσεων τοϋ Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, τή μετάφραση, προτού παραδοθεί στο τυπογραφείο, τή διάβασε ό συνεργάτης μας Καθηγητής κ. Μ. Β. Σακελλαρίου
Τίτλος του πρωτοτύπου: La cité grecque,
Éditions Albin Michel, Paris 1953
Ι5ΒΝ 960-250-084-0 © Copyright 1928, La Renaissance du Livre 1953, Éditions Albin Michel Copyright για τήν ελληνική γλώσσα: Μορφωτικό "Ιδρυμα Εθνικής Τρα πέζης, Αθήνα 1977
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ή ((Ελληνική "πόλις")) (La cité grecque) τοϋ G. Glotz εχει θέμα τό ελληνικό κράτος άπό τή γεωμετρική εποχή ώς τήν 'άρχή της ελληνιστικής, κνρίως όμως κατά τούς αρχαϊκούς και τούς κλασικούς χρόνονς. Ακριβέστερα, εξετάζει τις μορφές τών ελλη νικών κρατών —απλών, ομοσπονδιακών, ηγεμονικών—, τά πο λιτεύματα τονς —παραδοσιακή βασιλεία, αριστοκρατία, τιμοκρατία, τυραννία, δημοκρατία—, τούς θεσμούς τονς, τή λειτονργία τών θεσμών, τά προβλήματα πού αντιμετώπισαν, τις λύσεις πού βρήκαν. Αντό τό εργο δημοσιεύτηκε τό 1928 ώς αυτοτελής τόμος της σειράς «L'évolution de l'humanité» (Ή εξέλιξη τής ανθρω πότητας ) πού διεύθννε ό Η. Berr. "Οπως και οι άλλοι τόμοι αύτη ς τής σειράς, αποτέλεσε σταθμό στή νεώτερη βιβλιογραφία τή σχετική με τήν αρχαία ελληνική ιστορία. Χρονολογικά, εμφανίστηκε λίγα χρόνια μετά άπό τό εργο «Griechische Staatskunde)) (Περί τών αρχαίων ελληνικών κρατών) τον G. Busolt, επεξεργασμένο άπό τήν Η. Swoboda, πού εξακολουθεί νά είναι ή συστηματικότερη, λεπτομερέστερη και εκτενέστερη πραγματεία τοϋ είδους. Τό βιβλίο τοϋ Glotz, λιτότερο σε πληροφορίες, αλλά αρκετά πλούσιο σε υλικό, πρό σεξε περισσότερο τό κοινωνικό υπόβαθρο, τήν ψυχολογία και τήν ιδεολογία ομάδων και ατόμων, τήν ανθρώπινη δράση και τά ανθρώπινα παθήματα, τή λειτουργία και τις αλλοιώσεις τών θε σμών, τά πολιτικά προγράμματα, τις αμοιβαίες επιδράσεις ό λων αυτών τών παραγόντων και τις εμφανίσεις νέων δεδομέ νων, τις βαθμιαίες και τις επαναστατικές μεταβολές, τις προό δους και τις οπισθοδρομήσεις. Γι αυτούς τούς λόγους και επει δή, επιπλέον, είναι γραμμένο με σαφήνεια και ζωντάνια, διεισδυ τικότητα και μετριοπάθεια, ψυχική συμμετοχή και λεπτό πνεύ μα, διαβάζεται άνετα και διδάσκει χωρίς νά κουράζει. 7
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ή «Ελληνική "πόλις")) είναι εργο της ώριμης ηλικίας ενός α πό τους μεγάλους ιστορικούς της ελληνικής αρχαιότητας πού άκ μασαν τις πρώτες δεκαετίες τον 20οΰ αι. Νωρίτερα είχε δημο σιεύσει, εκτός από πολλά σημαντικά άρθρα, τις περισπούδαστες μονογραφίες: «La solidarité de la famille dans le droit criminel en Grèce)) (Ή οικογενειακή αλληλεγγύη στο ελληνικό ποινικό δίκαιο), 1904, «L'ordalie dans la Grèce primitiven (Ή θεοδικία στην αρχαϊκή Ελλάδα), 1905, «Etudes sociales et juridiques sur l'antiquité grecque)) (Κοινωνικές και νομι κές μελέτες για τήν ελληνική αρχαιότητα), 1906, «Le travail dans la Grèce ancienne : Histoire économique de la Grèce depuis la période homérique jusqu'à la conquête romaine)) ( H εργασία στήν αρχαία ^Ελλάδα. Οικονομική ιστορία της 'Ελλάδας από τήν ομηρική εποχή ώς τή ρωμαϊκή κατάκτηση), 1920, «' Ο Αιγαίος Πολιτισμός»* (La civilisation égéenne, 1923) καθώς και τον πρώτο τόμο μιας τετράτομης αρχαίας ελληνικής ιστορίας, 1925. "Ολα τά εργα τον Glotz είναι κλασικά, δηλαδή εξακολουθούν να έχουν άξια, παρά το γεγονός ότι εχονν ξεπεραστεί σε ορισμέ να σημεία τους άπό τις προόδους της έρευνας. Διαβάζονται από τους φοιτητές, γιατί αποτελούν άριστα διδακτικά όργανα, πρό τυπα για μίμηση, θησαυρούς βασικών γνώσεων και ερμηνειών, και χρησιμοποιούνται από τους ερευνητές ώς βιβλία αναφοράς καθώς και χάριν τών απόψεων τοϋ συγγραφέα τους για ποικίλα θέματα. "Εχοντας υπόψη τά πιο πάνω, και άφον διαβάσει ό Ιδιος τήν «'Ελληνική "πάλιν")), ό αναγνώστης θά δικαιολογήσει τήν από φαση νά μεταφραστεί αυτό τό εργο και στα ελληνικά, παρ' όλη τήν ηλικία του. "Αν αυτό τό εργο είναι χρήσιμο, ακόμη και απα ραίτητο, στο γαλλικό κοινό πού εχει στή γλώσσα του άφθονα καλά βιβλία για πλείστα ζητήματα, θά προσφέρει πολύ περισ σότερες υπηρεσίες στο ελληνικό κοινό, πού δεν διαθέτει ποιοτικά και ποσοτικά συγκρίσιμη αντίστοιχη βιβλιογραφία. Ή ελληνική μετάφραση έγινε άπό τή δεύτερη έκδοση τοϋ έργου, πού εμφανίστηκε τό 1953. Ό επιμελητής αυτής της έκ δοσης, P. Cloché, περιορίστηκε νά προσθέσει ενα βιβλιογραφικό συμπλήρωμα και ενα σύντομο επίμετρο. Ή ελληνική μετάφραση l
* Με τον τίτλο αυτό κυκλοφόρησε φραση Κ. Θ. Παπαλεξάνδρον.
8
στα ελληνικά, τό 1971, σε μετά
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
παρέλειψε αντό τό επίμετρο καθώς και τον πρόλογο που εχει συντάξει ό Η. Berr, διευθυντής της σειράς στήν οποία εχει πε ριληφθεί ή ((Ελληνική "πόλις")). Επειδή ό "Ελληνας αναγνώστης που δεν γνωρίζει ξένες γλώσ σες ή δεν εχει τήν ευχέρεια νά ενημερώνεται στή διεθνή βιβλιο γραφία στερείται άπό τή δυνατότητα νά τοποθετήσει τις πλη ροφορίες και τις γνώμες τοϋ Glotz σε σχέση με τις πληροφορίες και τις γνώμες άλλων συγγραφέων, παλαιοτέρων, συγχρόνων και νεωτέρων του, θά ήταν χρήσιμο ή ελληνική απόδοση τοϋ έργου νά συνοδεύεται άπό πολλές σημειώσεις με σχετικές εξη γήσεις. Τοϋτο όμως είναι πρακτικά πολύ δύσκολο και θά συνε παγόταν σημαντική διόγκωση τοϋ έργου και επίσης σημαντική επιβάρυνση της τιμής, μέ αποτέλεσμα τον περιορισμό τοϋ κύ κλου τών Ελλήνων αναγνωστών τον. Περιοριστήκαμε λοιπόν νά παραθέσονμε ελάχιστες σημειώσεις πού κρίθηκαν απόλυτα απαραίτητες* Μ.Β.Σ.
* Αυτές οι σημειώσεις τυπώνονται στο κάτω μέρος τών σελίδων, ενώ οϊ σημειώσεις τοϋ συγγραφέα έχουν συγκεντρωθεί στο τέλος τοϋ τόμου. 01 παραπομπές ελέγχθηκαν άπό τη μεταφράστρια και τον επόπτη της μετά φρασης, πού διόρθωσαν σιωπηλά τα λίγα άβλεπτήματα πού περιείχαν. 'Επίσης σιωπηλά (εξω άπό δύο περιπτώσεις) αποκαταστάθηκαν, κατά την απόδοση αρχαίων κειμένων, ορισμένες αποκλίσεις άπό τά πρωτότυπα.
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Α' ΟΙ Θ Ε Ω Ρ Ι Ε Σ
Τό πιο χτυπητό γνώρισμα της αρχαίας Ελλάδας, ή βαθύτερη αιτία όλων τών επιτευγμάτων της και δλων τών αδυναμιών της βρίσκεται στο διαμελισμό της σέ άπειρες πόλεις πού αποτελού σαν ισάριθμα κράτη. "Ολες οί αντιλήψεις οί συναφείς μέ εναν τέ τοιο ν κατακερματισμό ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες στην ελληνική συνείδηση, πού τον 4ο αιώνα τά πιο περίσκεπτα πνεύματα θεω ρούσαν τήν ύπαρξη της πόλης φυσικό φαινόμενο. Δεν μπορούσαν νά φανταστούν άλλον τρόπο ομαδικού βίου ανθρώπων αληθινά άξιων νά λέγονται άνθρωποι. 'Ο Αριστοτέλης ό 'ίδιος φτάνει νά θεωρήσει τό αποτέλεσμα αιτία, και νά ορίσει οχι τον "Ελληνα, άλλά τον άνθρωπο ως πολιτικόν ζώον. Κατά τή γνώμη του, υπάρχουν δύο ε'ίδη ανθρώπων: εκείνοι πού λιμνάζουν σέ άμορ φες και απολίτιστες ανθρώπινες ομάδες ή σχηματίζουν τεράστια κοπάδια μέσα σέ μοναρχίες μέ τερατώδεις διαστάσεις, και εκεί νοι πού συνεταιρίζονται αρμονικά σχηματίζοντας πόλεις· οί πρώ τοι έ'χουν γεννηθεί σκλάβοι, γιά νά επιτρέψουν στους δεύτερους νά πετύχουν μιάν ανώτερη οργάνωση. Οί γεωγραφικές συνθήκες της Ελλάδας συνέβαλαν πραγμα τικά στή μόρφωση της ιστορικής φυσιογνωμίας της. Κατακερ ματισμένη άπό τή συνεχή συνάντηση της θάλασσας και του βου νού, παρουσιάζει παντού στενές κοιλάδες πλαισιωμένες μέ υψώ ματα πού μόνη εύκολη διέξοδο τους έ'χουν τις ακτές. Σχηματί ζονται έ'τσι αναρίθμητες μικρές περιοχές, πού ή καθεμιά τους γί νεται τό φυσικό πλαίσιο μιας μικρής κοινωνίας. Ό φυσικός κατα κερματισμός καθορίζει ή τουλάχιστον ευκολύνει τον πολιτικό κα τακερματισμό. Κάθε διαμέρισμα και ξεχωριστό κράτος. "Αν φαν ταστεί κανείς, μέσα σέ μιά κλειστή κοιλάδα, λιβάδια κοντά σέ ρυάκια, δάση στις πλαγιές, ακόμη αγρούς, αμπέλια και λιόφυτα αρκετά γιά νά ζήσουν μερικές δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι, σπάνια πάνω άπό τις εκατό, τέλος ένα ύψωμα πού νά μπορεί νά χρησι11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μεύσει για καταφύγιο σέ περίπτωση επίθεσης, και ενα λιμάνι για τις εξωτερικές επαφές, θα σχηματίσει τήν εικόνα αύτοΰ πού για εναν "Ελληνα ήταν ενα αυτόνομο και κυρίαρχο κράτος. Δεν μπορούμε να πούμε ωστόσο δτι μόνη αιτία για τή δημι ουργία τής πόλης ήταν ενα αναπόφευκτο πεπρωμένο, ή πανίσχυ ρη επίδραση τής γής στον άνθρωπο. Απόδειξη είναι Οτι ό Αρι στοτέλης δεν τό σκέφτεται κάν, δταν θεωρεί τον άνθρωπο ον «πο λιτικό». Έξαλλου στή Μ. Ασία και στήν Ιταλία οί γεωγραφι κές συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές άπό τις συνθήκες πού κυ ριαρχούσαν στήν κυρίως Ελλάδα: τα βουνά ήταν λιγότερο χα ώδη και πιο χαμηλά, οί πεδιάδες πιο εκτεταμένες, οί επικοινω νίες πιο εύκολες" κι δμως οί Έλληνες επανέλαβαν μέ ακάματη ακρίβεια τον τύπο τοΰ πολιτεύματος πού είχαν διαμορφώσει στα μέτρα χωρών περισσότερο τεμαχισμένων και περιορισμένων. Πρέπει λοιπόν νά παραδεχτούμε Οτι, κατά τή διαμόρφωση τής πόλης, μέ τήν επίδραση τοΰ περιβάλλοντος συνδυάστηκαν και οί ιστορικές περιστάσεις. Αυτές μόνο έ'λαβαν υπόψη τους κατά τήν αρχαιότητα ό Αρι στοτέλης και κατά τούς νεώτερους χρόνους ό Fustel de Coulanges. Σύμφωνα μέ τό συγγραφέα τών Πολιτικών, οί Έλληνες πέ ρασαν άπό τρία στάδια. Ή πρώτη κοινότητα, πού διατηρείται σέ δλες τις εποχές μέ τό νά είναι φυσική, έ'χει βάση τό συνεται ρισμό τοΰ άντρα και τής γυναίκας, τοΰ κυρίου και τοΰ δούλου, και περιλαμβάνει όλους εκείνους πού τρώνε στο ϊδιο τραπέζι και αναπνέουν τον καπνό τοΰ ϊδιου βωμοΰ: είναι ή οικογένεια (οι κία). Άπό τήν οικογένεια αναπτύχθηκε τό χωριό (ή κώμη): αυ τοί πού τό κατοικούν, παιδιά και εγγόνια τής αρχικής οικογένει ας, υπακούουν σ' ενα βασιλέα, ό όποιος άσκεΐ μέσα στή μεγαλω μένη οικογένεια δλες τις εξουσίες πού ανήκουν στον πιο ηλικιω μένο τής πρωτόγονης οικογένειας. Τέλος μέ τό συνεταιρισμό αρ κετών χωριών σχηματίζεται τό ολοκληρωμένο κράτος, ή τέλεια κοινωνία, ή πόλη. Γεννημένη άπό τήν ανάγκη τών ανθρώπων νά ζήσουν καί, επιβιώνοντας, άπό τήν ανάγκη τους να ζήσουν καλά, ή πόλη υπάρχει καί διατηρείται μόνο δταν είναι αυτάρκης. Ή πόλη είναι λοιπόν ενα φυσικό γεγονός, δπως καί οί προγενέστε ροι συνεταιρισμοί τών οποίων είναι κατάληξη. Νά λοιπόν γιατί ό άνθρωπος, ό όποιος μόνο μέσα στήν οικογένεια μπορεί νά αρ χίσει νά αναπτύσσεται, δέν μπορεί νά φτάσει στήν ολοκλήρωση 1
12
Η Δ Ι Α Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
του παρά μόνο μέσα στήν πόλη, και επομένως είναι «όν πολιτικό». Σέ ανάλογα συμπεράσματα, έκτος άπό μερικές λεπτομέρειες, έ'φτασε στις μέρες μας ό συγγραφέας τής Οίΐέ αηΐίαιιβ κάνοντας περιορισμένη χρήση τής συγκριτικής μεθόδου. Αυτός αναζήτησε τήν εξήγηση τών θεσμών στις πρωτόγονες πίστεις, στη λατρεία τών νεκρών και στήν ιερή φωτιά, κοντολογίς στήν οικογενειακή λατρεία. Αυτή ήταν ή άρχή πάνω στήν οποία συγκροτήθηκε ή οικογένεια μέ τήν ευρύτερη της έννοια, δηλαδή τό ελληνικό γένος και ή ρωμαϊκή § β Π 8 . Ή υποχρέωση πού αισθάνονται οί άνθρω ποι νά τιμούν τον κοινό πρόγονο τούς κάνει νά επιδιώκουν τή συ νέχεια της οικογένειας" άπό αυτήν πηγάζει ή ουσία τών κανόνων τοΰ γάμου, του δικαίου τής ιδιοκτησίας, τοΰ κληρονομικού δι καίου τής διαδοχής, και απορρέει ή απόλυτη εξουσία τοΰ οικογε νειάρχη, πού είναι ό μεγαλύτερος άπό τούς πλησιέστερους κα τευθείαν απογόνους τοΰ θεϊκοΰ προγόνου" σέ αυτήν βασίζεται ή ηθική. Ανάγκες οικονομικές και στρατιωτικές υποχρέωσαν δια δοχικά τις οικογένειες νά ένωθοΰν σέ φρατρίες, και οί φρατρίες σέ φυλές, τέλος οί φυλές σέ πόλη. Ή θρησκεία ακολουθεί κατ' α νάγκην τήν ανάπτυξη τής ανθρώπινης κοινωνίας" οί θεοί πού βγήκαν εξω άπό τό πλαίσιο της οικογένειας δεν διαφέρουν άπό τούς οικογενειακούς θεούς παρά μόνο κατά τή διάδοση της λα τρείας τους. Υπήρξε μιά δημόσια εστία. Υπήρξε μιά θρησκεία τής πόλης, πού διαπότισε Ολους τούς θεσμούς. Ό βασιλέας ήταν πριν άπ' ολα αρχιερέας, και οί αρχές πού διαδέχτηκαν τή βασι λεία ήταν στήν ουσία τους ίεροσύνες: ή πολιτική εξουσία πηγά ζει άπό ένα ιερό λειτούργημα. Τί είναι ό νόμος; Μιά θεία εντολή. Τί είναι ό πατριωτισμός; Ευσέβεια όλων τών μελών μιας κοινό τητας. Τί είναι ή εξορία; Χωρισμός άπό τή θρησκευτική κοινό τητα. Ή θεϊκή εξουσία δημιουργεί τήν παντοδυναμία τοΰ κρά τους, και κάθε διεκδίκηση γιά ατομική ελευθερία δεν μπορεί νά νοηθεί παρά σάν επανάσταση κατά τών θεών. Μέσα στις πόλεις πού ήταν οργανωμένες μ' αυτόν τον τρόπο, οί αρχηγοί τών γε νών αποτελούσαν προνομιούχο τάξη" ήταν σέ θέση νά αντιστα θούν στους βασιλείς, και εξουσίαζαν τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ πού είχαν συγκροτηθεί γύρω τους ώς πελάτες, και κυρίως τον δχλο τών πληβείων, πού ήταν απόγονοι ξένων. Μιά τόσο ισχυρή δύναμη επέφερε σειρά επαναστατικών μεταβολών. Πρώτη ήταν ή μεταβολή πού αφαίρεσε άπό τό βασολέα τήν πολιτική εξουσία, αφήνοντας του τή θρησκευτική. 'Αλλά οί αρχηγοί τής άριστο13
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
κρατίας ήταν καί εκείνοι αληθινοί μονάρχες, ό καθένας στό γέ νος του. Μια δεύτερη επανάσταση άλλαξε τή σύσταση τής οικο γένειας, κατάργησε το προνόμιο τής πρωτοτοκίας, εξαφάνισε τήν πελατεία. Μια τρίτη εισήγαγε τον όχλο στήν πόλη, άλλαξε τις -αρχές του ιδιωτικού δικαίου, έκαμε ώστε νά υπερισχύσει τό δημόσιο συμφέρον. Προς στιγμήν τό προνόμιο τής περιουσίας πήγε νά υποκαταστήσει τό προνόμιο τής καταγωγής· χρειάστη κε μια τέταρτη επανάσταση για νά επιβάλει τούς νόμους τής δη μοκρατικής διακυβέρνησης. Ή πόλη δέν μπορούσε να αναπτυ χθεί περισσότερο" οί αγώνες ανάμεσα σέ πλούσιους καί φτωχούς τήν οδήγησαν στήν καταστροφή. Ή κριτική τών φιλοσόφων άρ χισε νά δείχνει πόσο στενό ήταν αυτό τό πολίτευμα ή ρωμαϊκή κατάκτηση αφαίρεσε κάθε πολιτικό χαρακτήρα άπό τήν πόλη* τέ,λος ό χριστιανισμός συνέβαλε στό θρίαμβο μιας καθολικής σύλ ληψης τοΰ κόσμου καί μετέβαλε γιά πάντα καί αυτούς τούς όρους κάθε διακυβέρνησης. Δέν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει τή μεγαλειώδη σύλληψη τοΰ Fustel de Goulanges. Στήν ευρύτητα τής σκέψης του αντι στοιχούν ή ακρίβεια τών λεπτομερειών καί ή καθαρότητα τής μορφής. Σήμερα ωστόσο εΐναι αδύνατο νά προσυπογράψει κανείς όλα του τά συμπεράσματα. Δέν θά τον κατηγορήσουμε έδώ γιά τή διστακτικότητα μέ τήν οποία χρησιμοποιεί τή συγκριτική μέ θοδο, Οχι μόνο γιατί μοιραία κι εμείς καταφεύγουμε σ' αυτήν, άλ λα καί γιατί, πράγματι, κανένας μετά τον Montesquieu δέν χει ρίστηκε αυτή τή μέθοδο μέ τόση δεξιότητα όση ό συγγραφέας τής Cité antique. Σέ άλλα σημεία πρέπει κανείς νά φυλαχτεί γιά νά μήν υποκύψει στή γοητεία αύτοΰ τοΰ αριστουργήματος. Καθώς περνάει άπό τήν οικογένεια στή φρατρία καί άπό εκεί στή φυλή καί στήν πόλη, ό ιστορικός δέν κάνει τίποτε άλλο, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις του, άπό τό νά μεταφέρει μέσα σέ ομάδες, όλο καί πιο μεγάλες, τις δοξασίες καί τις συνήθειες πού παρατήρησε στήν αρχική ομάδα: αυτές μένουν αναλλοίωτες μέ σα σέ ευρύτερο χώρο. Μέ ακλόνητη λογική περνά άπό τό Ομοιο στό Ομοιο καί τοποθετεί τήν οικογένεια στό κέντρο μιας σειράς ομόκεντρων κύκλων. Ά λ λ α οί ανθρώπινες κοινωνίες δέν εξελίσ σονται μ' αυτόν τον τρόπο δέν πρόκειται γιά μορφές γεωμετρι κές, άλλα γιά ζωντανά Οντα πού επιζούν καί διατηροΰν τήν ταυ τότητα τους χάρη στό Οτι μεταβάλλονται βαθύτατα. Στήν πραγ ματικότητα ή ελληνική πόλη, μόλο πού διατηρεί τό θεσμό τής -
-
14
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ
ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
οικογένειας, δέν μπόρεσε να μεγαλώσει παρά εις βάρος της* αναγκάστηκε νά κάνει έ'κκληση στις ατομικές δραστηριότητες πού συνέθλιβε. Υποχρεώθηκε νά διεξαγάγει μακρούς αγώνες ε ναντίον του γένους, καί κάθε νίκη της έ'γινε δυνατή μέ τήν κατά λυση ενός πατριαρχικού δεσμού. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τό με γάλο λάθος τοΰ Fustel de Coulanges. Σύμφωνα μέ τή θεωρία πού κυριαρχούσε στή φιλελεύθερη σχολή τοΰ 19ου αιώνα, διέκρι νε μιαν απόλυτη αντινομία ανάμεσα στήν παντοδυναμία τής πό λης καί στήν ατομική ελευθερία, ένώ, στήν πραγματικότητα, ή δύναμη τοΰ κράτους καί ό ατομικισμός προχώρησαν μέ τό ϊδιο βήμα, προσφέροντας αμοιβαία υποστήριξη. Δέν θά συναντήσουμε λοιπόν δύο δυνάμεις, τήν οικογένεια καί τήν πόλη, άλλα τρεις: τήν οικογένεια, τήν πόλη καί τό άτομο. Καθεμιά υπερίσχυσε μέ τή σειρά της. Έτσι, όλη ή ιστορία τών ελληνικών θεσμών συνοψίζεται σέ τρεις περιόδους: — στήν πρώτη, ή πόλη αποτελείται άπό οικογένειες πού ζηλό τυπα φυλάγουν τά αρχέγονα δικαιώματα τους καί υποτάσσουν όλα τά μέλη τους στό συλλογικό τους συμφέρον — στή δεύτερη, ή πόλη υποτάσσει τις οικογένειες μέ τή βοήθεια τών ατόμων πού απελευθερώθηκαν — στήν τρίτη, οί υπερβολές τοΰ ατομικισμού καταστρέφουν τήν πόλη, σέ σημείο πού κάνουν απαραίτητη τήν ίδρυση κρατών πιο εκτεταμένων. Β' ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Είδαμε μέ ποιόν, καθαρά θεωρητικό, τρόπο συνέλαβαν τή γένεση τής πόλης ό Αριστοτέλης καί ό Fustel de Coulanges. Δυστυχώς τό πρόβλημα δέν είναι τόσο άπλό. Ή ιστορία δέν ακολουθεί ευ θύγραμμη πορεία. Ή πραγματικότητα είναι πάντα περίπλοκη, όταν πρόκειται γιά ανθρώπους πού ζουν, μοχθούν, αγωνίζονται καί υπακούουν σέ διάφορες ανάγκες. Ά ν τό γεγονός πού ζητάμε νά ερμηνεύσουμε έ'γινε σέ χρόνους πού δέν μάς άφησαν άμε σες μαρτυρίες, στή διάρκεια μεταναστεύσεων πού ανέμιξαν σέ όλο τον αιγαίο χώρο φυλές καί πολιτισμούς, πρέπει να υποθέ σουμε μιαν αδιάκοπη ανάμειξη ιδεών καί εθίμων, μια απελπι στικά ακανόνιστη εξελικτική πορεία, προόδους πού γίνονται μέ άλματα καί ακολουθούνται άπό φοβερές οπισθοδρομήσεις. 15
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οί πρώτοι Έλληνες πού έφτασαν στήν Ελλάδα, αυτοί πού ονομάζουμε Αχαιούς καί πού τμήματα τους πήραν αργότερα τά ονόματα "Ιωνες καί Αιολείς, ήταν ήμινομάδες βοσκοί άπό τή Βαλκανική Χερσόνησο. Συνηθισμένοι νά περιπλανώνται μέ τά κοπάδια τους στά λιβάδια τής πεδιάδας καί στά δάση τών βουνών, δέν είχαν ποτέ σχηματίσει κράτος. Πατρίδα τους ήταν τό πατριαρχικό γένος πού ονόμαζαν πάτρια ή πιο συχνά γένος, καί τά μέλη τοΰ όποιου κατάγονταν άπό τον ίδιο πρόγονο καί λά τρευαν τον ίδιο θεό. Αυτά τά γένη, ενωμένα σέ μεγαλύτερο ή μι κρότερο αριθμό, σχημάτιζαν ομάδες πιο εκτεταμένες, αδελφότη τες μέ ευρύτερη έννοια ή φρατρίες, μέ πολεμικό χαρακτήρα, τά μέλη τών οποίων ονομάζονταν φράτορες ή φράτερες, έται ή εταί ροι. "Οταν οί φρατρίες έφευγαν γιά μεγάλες εκστρατείες, ενώ νονταν σέ έναν μικρό αριθμό, πάντα τον ίδιο, φυλών: κάθε φυλή ειχε τό θεό της καί τήν πολεμική της κραυγή, καθεμιά κινητο ποιούσε τή στρατιωτική της δύναμη (φΰ?μη στήν πόλη, άς βγει μπροστά καί άς μιλήσει". Κα θένας μπορεί, κατά τή διάθεση του, νά προβληθεί εκφράζοντας μιά γνώμη ή νά σιωπήσει. Υ π ά ρ χ ε ι ωραιότερη ισότητα γιά τούς πολίτες;» Τέλος, μέ δλες αυτές τίς αρχές, ή αθηναϊκή δημο κρατία τοΰ 5ου αιώνα τείνει νά κρατήσει μιά σωστή ισορροπία ανάμεσα στή νόμιμη εξουσία τοΰ κράτους καί στά φυσικά δι καιώματα τοΰ άτομου. 3
Άλλά σ' αυτόν τό λαμπρό πίνακα αντιπαρατίθεται έ'νας άλλος μέ ζοφερά χρώματα. Οί ϊδιοι οί συγγραφείς πού πλέκουν εγκώμια, παρουσιάζουν καί αυστηρές κριτικές. Στον Ηρόδοτο, άφοΰ ό Ότάνης μίλησε υπέρ τής δημοκρατίας, ό Μεγάβυζος τοΰ άπαν τα μέ σφοδρότητα: « Ό λαός δέν έ'χει καθόλου πρακτικό αίσθη μα" είναι πιο κουτός καί υπερβολικός άπ' οτιδήποτε άλλο στον κόσμο... Ό τύραννος, τουλάχιστον, ξέρει τί κάνει" ό λαός δέν ξέρει. Καί πώς θά μποροΰσε νά ξέρει, άφοΰ δέν έχει ούτε μόρ φωση ούτε φυσική κρίση γιά τό ωραίο καί τό καλό; Όρμά σέ εγχειρήματα καί τά προωθεί χωρίς σκέψη, δπως ένας χείμαρρος τό χειμώνα». Στήν τραγωδία τοΰ Ευριπίδη, ό ξένος, στον όποιο απαντά ό Θησέας, κατηγορεί «τούς ρήτορες πού έξάπτουν τά πλήθη καί τά παρασύρουν προς Ολες τίς κατευθύνσεις γιά τό προσωπικό τους συμφέρον, σήμερα γεμάτοι γοητεία καί τέρ ποντας τους, αύριο βλαβεροί, αργότερα συγκαλύπτοντας τά λάθη τους μέ τίς συκοφαντίες γιά νά αποφύγουν τήν τιμωρία». Ακό μη καί χωρίς τή δημαγωγία, ή δημοκρατία τοΰ φαίνεται αδι καιολόγητη" γιατί «πώς ό λαός, ανίκανος γιά ένα σωστό συλλο γισμό, θά μποροΰσε νά οδηγήσει τήν πόλη στό σωστό δρόμο;» "Οσο γιά τόν Θουκυδίδη, δίνει αντίστοιχα στό πορτρέτο τοΰ Πε ρικλή τό πορτρέτο τοΰ Κλέωνα, καί κάνει τόν Αλκιβιάδη νά λέει: «Οί λογικοί άνθρωποι ξέρουν τί αξίζει ή δημοκρατία(...): δέν υπάρχει τίποτε τό καινούριο νά πει κανείς γιά μιά αναγνω ρισμένη ανοησία». Οί αποφασισμένοι όμως νά δουν τά υπέρ καί τά κατά πού έδωσαν στήν αθηναϊκή δημοκρατία τά πιο σκληρά χτυπήματα δέν είναι οί ιστορικοί καί οί ποιητές, άλλά ένας πολιτικός, ένας δηλωμένος αντίπαλος, ό ανώνυμος συγγραφέας μιάς Αθηναϊκής πολιτείας πού γιά καιρό θεωρήθηκε έργο τοΰ Ξενοφώντα. Ό λίβελος αυτός, γραμμένος πιθανότατα τό 424, είναι έργο ενός 4
5
6
156
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
αγέρωχου αριστοκράτη, ενός ψυχρού θεωρητικού πού μιλάει σέ μιά αριστοκρατική εταιρεία* Αναπτύσσει τίς σκέψεις του μέ μιά λογική ατάραχη, αρκετά ήρεμος ώστε νά κάνει μιά διεισδυ τική ανάλυση τοΰ πολιτεύματος πού απεχθάνεται χωρίς νά α φ ή νει τό μίσος νά θολώνει τήν κρίση του, τόσο όμως μνησίκακος καί τόσο φανατικός, πού δέν τά βάζει μέ τούς δημοκρατικούς, εχθρούς μέ τούς όποιους δέν μπορεί κανείς νά συνεννοηθεί λογικά, άλλά περιορίζεται απλώς στό νά διαλύσει τίς αυταπάτες τών μετριοπαθών ολιγαρχικών. Τί τρέλα νά νομίζει κανείς Οτι ή δη μοκρατία μπορεί νά βελτιωθεί! Είναι απαίσια γιατί ακολουθεί τή φύση της, καί μένει πιστή στις αρχές της γιατί δέν μπορεί νά κάμει διαφορετικά. Ή δημοκρατική ισότητα, ή υπεροχή τοΰ αριθμού έχει αναπόφευκτη συνέπεια τήν αδυναμία τών καλών καί τήν κυριαρχία τών κακών. Δέν υπάρχει μεταρρύθμιση πού μπορεί νά εμποδίσει τό πλήθος νά ζει στήν αμάθεια, στήν απει θαρχία, στήν ατιμία, «γιατί ή φτώχεια ωθεί τούς ανθρώπους σέ ταπεινές πράξεις, άπό έλλειψη α γ ω γ ή ς καί μόρφωσης, οφειλό μενη στήν άχρηματία». Ή δημοκρατική κυβέρνηση αναδείχνει τά χειρότερα στοιχεία τής πολιτείας: νά τό πρωταρχικό καί α ναγκαίο γεγονός. «Δέν θά έπρεπε, θά πει κανείς, νά επιτρέπεται σέ όλους αδια κρίτως νά παίρνουν τό λόγο στήν εκκλησία τοΰ δήμου καί νά εκλέγονται βουλευτές, άλλά μόνο σέ εκείνους πού έχουν τή με γαλύτερη ευθυκρισία καί τό μεγαλύτερο τάλαντο. Ωστόσο είναι μιά αξιοθαύμαστα σωστή ιδέα τό νά αφήνει κανείς νά μιλά ό Οχλος. Ά ν μόνο οί ευυπόληπτοι είχαν δικαίωμα νά μιλούν καί νά γίνονται βουλευτές, αυτό θά ήταν καλό γιά τούς όμοιους τους καί Οχι γιά τό λαό. Αντίθετα, όταν ό πρώτος τυχών μπορεί νά σηκωθεί καί νά πάρει τό λόγο, βρίσκεται πάντοτε ένας κακο μοίρης πού θά ανακαλύψει τί είναι καλό γι' αυτόν καί γιά τούς όμοιους του. Άλλά, θά αντιτάξει κανείς, πώς ένα τέτοιο άτομο μπορεί νά είναι κριτής τοΰ συμφέροντος του καί τοΰ συμφέρον τος τοΰ λαοΰ; Πάντως, οί άνθρωποι αύτοΰ τοΰ είδους καταλα7
* Έ δ ώ ό δρος εταιρεία σημαίνει πολιτική ομάδα αριστοκρατών μέ σκοπούς πολιτικούς (προπαγάνδα, πολιτική δράση, ακόμη καί άσκηση βίας). Καί οί τύραννοι χρησιμοποίησαν τέτοιες ομάδες γιά νά καταλάβουν τήν άρχή καί γιά νά τή διατηρήσουν (βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, δ.π., σ. 209, 215, 218-219, 226, 246). Αυτές οί ομάδες διέφεραν άπό τίς ομώνυμες τους τών κρητικών πόλεων (βλ. πιό πάνω, σ. 87 καί τήν υποσέλιδη σημ.).
157
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βαίνουν καλά δτι. ή άγνοια καί ή ατιμία ενός ανθρώπου πού ανή κει στήν ίδια παράταξη μέ αυτούς είναι πιό ωφέλιμη γι' αυτούς άπό τήν αρετή καί τή φρόνηση τοΰ τίμιου άνθρωπου, πού δμως δέν αισθάνεται γι' αυτούς παρά μόνο αντιπάθεια. Ά ! τ ά ιδεώδη τής πόλης δέν πραγματοποιούνται μέ τέτοια ήθη* ωστόσο δέν υπάρχει καλύτερος τρόπος γιά νά διατηρηθεί ή δημοκρατία. Τό λαό δέν τόν ενδιαφέρει νά έχει ή πόλη καλούς νόμους, έάν πρέπει νά υποταχτεί σ' αυτούς: θέλει νά είναι ελεύθερος καί νά κυβερνά* μετά άπ' αυτό, τό νά είναι κακοί οί νόμοι είναι τό τελευταίο πού τόν νοιάζει.» * Αυτός ό μονόλογος είναι κυνικός. "Οταν ό λιβελογράφος υπο στηρίζει ότι τό πλήθος προκαλεί τό κακό, Οχι άπό παράφορα ή άπό λάθος, άλλά άπό μοιραία υπακοή στό νόμο τοΰ πολιτεύ ματος, καί απλούστατα γιατί τό κακό είναι αυτό πού τό ωφε λεί, δέν έχει πρόθεση νά προκαλέσει τό γέλιο μέ μιά δηκτική ειρωνεία, άλλά νά πείσει μέ μιά οξεία παρατήρηση. Θεωρεί τόν εαυτό του αμερόληπτο. Καί πράγματι είναι αμερόληπτος κάθε φορά πού δέν φοβάται δτι ή αλήθεια θά βλάψει τήν επιχειρη ματολογία του. Ά ν καί χλευάζει τίς υπερβάσεις τής αθηναϊκής δικαιοσύνης, αναγνωρίζει δτι ό μεγάλος αριθμός τών δικαστών πού αποτελούν κάθε δικαστήριο εμποδίζει τίς ραδιουργίες καί τή δωροδοκία, καί παραδέχεται ότι μέ ένα άλλο σύστημα θά είχαν λιγότερο δίκαιες αποφάσεις. Αυπάται άλλωστε —υπάρχει μεγαλύτερος έπαινος άπό μιά τέτοια λύπη;— πού ή αθηναϊκή δημοκρατία διαπράττει τόσο λίγες αδικίες, ώστε δέν αυξάνει τή στρατιά τών δυσαρεστημένων. Α υ τ ή ή θεωρία ταίριαζε ώς προς τ ά κύρια χαρακτηριστικά της σέ φιλοσόφους πού δέν αναγνώριζαν νόμιμα πρωτεία παρά μόνο στήν ευφυΐα. Ό ορθολογισμός τοΰ Σωκράτη έβρισκε πολλούς στόχους γιά τήν κριτική του στή δημοκρατία τής εποχής του. Δέν αισθανό ταν ίχνος σεβασμού γιά μιά συνέλευση τήν οποία «αποτελούσαν γναφείς, υποδηματοποιοί, χτίστες, τεχνίτες τοΰ μετάλλου, γεωρ γοί, μεταπράτες, πλανόδιοι έμποροι, παλαιοπώλες». "Οχι γιατί περιφρονούσε τίς χειρωνακτικές εργασίες, αυτός, γιος βιοτέχνη, 8
9
10
* Ή γαλλική μετάφραση αύτοΰ τοϋ αρχαίου κειμένου δέν είναι πιστή. Τήν αποδώσαμε δμως στά νέα ελληνικά χωρίς διορθώσεις, γιά νά μή συ σκοτίσουμε τήν ιδέα πού είχε σχηματίσει ό ΟΙοΙζ γιά τά νοήματα αύτοΰ τοϋ χωρίου.
158
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
πού δέν αγαπούσε τίποτε περισσότερο άπό τό νά ξυπνάει τά μυαλά μέσα στά μαγαζιά καί στήν αγορά* άλλά ήταν πεπεισμέ νος πώς δέν υπάρχει άξια καί αρετή παρά μόνο στή γνώση, καί τρόμαζε νά βλέπει τήν πόλη νά κυβερνάται άπό τήν άγνοια. Ή κλήρωση τ ώ ν αρχόντων τοΰ φαινόταν καθαρός παραλογισμός. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς αρκετά καλά πώς ό Σωκράτης κατηγορήθηκε άπό κάποιον Άνυτο ότι περιφρονεί τούς νόμους. Ωστόσο διαμαρτυρόταν ότι δέν είχε ποτέ σκεφτεί νά ανατρέψει τούς θεσμούς τής πόλης μέ τή βία. Καί πραγματικά, έ'τρεφε κάποια αδυναμία προς τήν αθηναϊκή δημοκρατία* ομολογούσε μέ χαριτωμένη αθωότητα ότι δέν είχε καμιά διάθεση νά εγκα ταλείψει τήν πατρίδα του, γιά νά προσαρμόσει τή συμπεριφορά του στή θεωρία του. Μάταια επαινούσε διαρκώς τά πολιτεύμα τα τής Λακεδαίμονας καί τής Κρήτης* δέν ένιωσε τήν παρα μικρή επιθυμία νά πάει νά τά δει άπό κοντά. Συνεπής μέ τόν εαυτό του, αναγνώριζε ότι μέ τό νά επιμένει κανείς νά ανήκει σέ μιά κοινότητα, Οταν είναι ελεύθερος νά φύγει, είναι σάν σιω πηρή δέσμευση νά σέβεται τούς νόμους αυτής τής κοινότητας* καί, άλλωστε, «πώς θά άρεσε μιά πόλη σέ κάποιον πού δέν αγαπούσε τούς νόμους της;» Δέν εννοούσε εξάλλου νά συμ περιφέρεται σάν απόδημος τοΰ εσωτερικού. Στό πρόσωπο τοΰ Περικλή θαύμαζε τόν ιδεώδη ρήτορα* άλλά καί επιθυμούσε ό κάθε πολίτης νά συμβάλει ώστε νά διατηρηθεί υψηλά τό Ονομα τής Αθήνας στό εξωτερικό. Θεωροΰσε καθήκον του νά με τέχει στήν πολιτική ζωή: έγινε βουλευτής καί έδωσε, ώς πρύ τανης, ένα λαμπρό παράδειγμα πολιτικού θάρρους, αντιτάσσον τας τό μεγαλείο τών νόμων σέ μιά συνέλευση πού παραληροΰ11
12
13
14
_ ~ 15 Οο.
Ό αληθινός Σωκράτης φαίνεται νά ήταν αυτός τόν όποιο πα ρουσιάζει ό Ξενοφών στά Απομνημονεύματα: δέν παραδέχεται ότι ό έμπειρος Χαρμίδης μπορεί νά αρνηθεί τίς υπηρεσίες του στήν πατρίδα* κατηγορεί τή δειλία τοΰ πολίτη πού θέλει νά συμ βουλεύει περιστασιακά τούς άρχοντες καί νά παρουσιάζεται ώς ό καλός ομιλητής στις αριστοκρατικές λέσχες άλλά νιώθει τρομαγ μένος μπροστά στις λαϊκές μάζες. "Οχι αυτός, άλλά ένας μαθη τής πού πρόδωσε τή σκέψη του δήλωσε ότι ή περίπτωση τής Α θήνας είναι απελπιστική, καί κάθε επέμβαση θά είχε μοναδικό αποτέλεσμα νά οδηγήσει στό θάνατο όποιον τήν επιχειρούσε, καί ότι ή θέση ενός άνθρωπου αποφασισμένου νά πολεμήσει τήν άδι16
159
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
κία χωρίς νά θυσιαστεί άδικα δημόσια ζ ω ή .
είναι
ΠΟΛΗ
στήν ιδιωτική καί Οχι στή
17
Ό Πλάτωνας, πραγματικά, απαγγέλλει κατά τής δημοκρα τίας γενικά μιά καταδίκη χωρίς επιφυλάξεις. Παίρνει τόν αντί ποδα στή θεωρία πού διατύπωσε ό Περικλής τοΰ Θουκυδίδη. Ή ελευθερία ένα καλό; ακριβώς αυτή ε ί ν α ι ή αιτία κάθε κακοΰ. Ή αθηναϊκή πολιτεία ένα πρότυπο; Οχι" οί νομοθεσίες τής Σπάρ της καί τής Κρήτης είναι αυτές πού πλησιάζουν περισσότερο τό στόχο όπου πρέπει νά αποβλέπει κανείς. Πρέπει νά βασιλεύει ή τάξη στις πόλεις, όπως καί στις ψυχές" πρέπει νά εξαφανιστούν οί ατομικές διαφοροποιήσεις, νά προγράφουν οί ιδιοτυπίες, νά γίνει δυνατό νά σκέφτονται όλοι κατά τόν ίδιο τρόπο γιά όλα τά πράγματα. Καί αυτό θά επιτευχθεί μόνο όταν ή κάστα τών φιλοσόφων —μέ τή βοήθεια τών πολεμιστών καί ελευθερωμένη άπό κάθε εγωισμό, μέσο τής κοινοκτημοσύνης τών αγαθών, τών γυναικών καί τών παιδιών— κυριαρχήσει στήν απαίδευτη μάζα τών εργατών. Ή δημοκρατία είναι ακριβώς τό αντίθετο άπ' αυ τό τό ιδεώδες. Είναι τό καθεστώς τοΰ ατομικισμού, όπου καθέ νας κάνει Ο,τι θέλει. Υπόκειται σέ μιά ποικιλία πού σέ κάνει νά τά χάνεις, σέ μιά διαρκή αστάθεια. Ή ελευθερία τήν όποια εγκαθιδρύει καί ή οποία κάνει τή ζωή νά φαίνεται τόσο γλυκιά καί τόσο άκτινοβόλα ε ί ν α ι απλώς ή απουσία κάθε κανόνα, ένα χάος, όπου ακόμη καί οί αναλαμπές τοΰ τάλαντου καί τής ιδιο φυΐας δέν είναι παρά φαντασμαγορία καί αδυναμία. Ή ισότητα γιά τήν όποια υπερηφανεύεται, βάζοντας στήν ίδια σειρά άνι σους ανθρώπους, είναι μιά κραυγαλέα ανισότητα. Αναγνωρί ζοντας σέ όλες τίς επιθυμίες τήν ίδια νομιμότητα, σέ όλες τίς επιδιώξεις τά ίδια δικαιώματα, δημιουργεί τήν αταξία καί τήν άνηθικότητα, κάνει νά φαίνεται ή μετριοπάθεια αδυναμία καί οί δισταγμοί αφέλεια. Καί όταν μιά πόλη φτάσει σέ ένα τέ τοιο σημείο, τό σύνταγμα της δέν είναι παρά ένα πανωφόρι μέ παράταιρα χρώματα. Είναι μάλιστα λάθος νά μιλά κανείς γιά ένα σύνταγμα, γιατί αυτό αλλάζει διαρκώς ανάλογα μέ τά πά θη, καί υπάρχουν τόσα συντάγματα Οσα ζητούνται στήν αγο ρά. Κοντολογίς ή δημοκρατία καταλήγει μοιραία στήν όχλοκρατία, καί ή κυριαρχία αύτοΰ τοΰ τερατώδους ζώου, τοΰ πλήθους (θρέμμα μέγα και ίσχνρόν), δέν είναι τίποτε άλλο άπό τό ξύπνημα τών πανάρχαιων γιγάντων (παλαιά γιγαντική φύσις). Ό Αριστοτέλης φτάνει μέ μιά διεισδυτική ανάλυση σέ μιά 18
19
160
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
κρίση σχεδόν τό ίδιο αυστηρή. Ξεκινά άπό τό γεγονός ότι καί οί τρεις καθαρές μορφές διακυβέρνησης: ή βασιλεία, ή αριστο κρατία καί τό δημοκρατικό πολίτευμα ή πολιτεία, είναι τό ίδιο επιδεκτικές διαφθοράς. Ένώ ή βασιλεία εκφυλίζεται σέ τυραννία, ή αριστοκρατία σέ ολιγαρχία, τό δημοκρατικό πολίτευμα κατα λήγει σέ δημαγωγία. Ά ς παρακολουθήσουμε αυτή τήν εξέ λιξη. Καί πρώτα, πώς νά αναγνωρίσουμε τή δημοκρατία; Είναι κοινό λάθος τό νά τή βασίζουμε αποκλειστικά στό δικαίωμα τής πλειοψηφίας νά κυριαρχεί. Καί στήν ολιγαρχία ή πλειοψηφία είναι κυρίαρχη. Δημοκρατία υπάρχει Οπου ή κυριαρχία ανήκει σέ όλους τούς ελεύθερους ανθρώπους, χωρίς περιουσιακή διά κριση. Επομένως δέν υπάρχει δημοκρατία εκεί Οπου μιά μειο ψηφία ελεύθερων ανθρώπων κυβερνά μιά πλειοψηφία ανθρώπων πού δέν είναι ελεύθεροι δέν υπάρχει, περισσότερο, εκεί Οπου ή εξουσία ανήκει στους πλουσίους, ακόμη καί άν αυτοί πλειοψη φούν. Μέ δυο λόγια, «δέν υπάρχει αληθινή δημοκρατία παρά εκεί Οπου ελεύθεροι άνθρωποι, άλλά φτωχοί, σχηματίζουν τήν πλειο ψηφία καί είναι κυρίαρχοι». Μέ τόν ορισμό αυτό, ή δημοκρατία παρουσιάζει μεγάλη ποι κιλία μορφών. Καί τούτο οφείλεται σέ πολλούς λόγους. Αυτό πού κάνει αμέσως εντύπωση είναι τό πλήθος τών ανθρώπινων στοι χείων πού αποτελούν τήν πόλη. "Ολοι οί συνδυασμοί τών τάξεων συναντώνται στις δημοκρατίες, μέ τούς γεωργούς, τούς τεχνί τες, τούς έμπορους, τούς ναυτικούς καί τούς χειρώνακτες, πού είναι όλοι πολίτες. Άπό τήν άλλη μεριά, ή δημοκρατική άρχή δίνει βέβαια τήν κυριαρχία γενικά στό λαό, άλλά υπάρχουν πολ λοί τρόποι γιά νά γίνεται περισσότερο ή λιγότερο εφικτή ή συμ μετοχή τοΰ λαού στήν εκκλησία τοΰ δήμου πού άσκεϊ αυτή τήν κυριαρχία. Επίσης, επειδή ή κυριαρχία έξυπακούει τό δικαίωμα απόφασης γιά ειρήνη καί πόλεμο, γιά σύναψη καί διάλυση συμ μαχιών, γιά νομοθεσία, γιά εκδίκαση υποθέσεων πού άφοροΰν τό κράτος καί τό πολίτευμα, γιά έ'λεγχο τών πεπραγμένων καί τών λογαριασμών τών διαφόρων αρχόντων, υπάρχουν πολλοί τρόποι κατανομής τών αρμοδιοτήτων στό λαό, στους βουλευτές του καί στους άρχοντες. Πρέπει λοιπόν νά καθοριστούν καί εδώ, Οπως καί στή φυσική ιστορία, τά τυπικά Οργανα κάθε εί δους, γιά νά μπορέσουν νά διακριθούν οί πολίτες. Τό πρώτο είδος δημοκρατίας —τό παλαιότερο καί τό καλύ20
21
-
22
23
24
161
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τερο— χαρακτηρίζεται άπό τήν ισότητα πού βασίζεται στό νό μο: οί φτωχοί καί οί πλούσιοι έχουν κυριαρχικά δικαιώματα στον ίδιο βαθμό. Είναι ή κατ' εξοχήν δημοκρατία, γιατί δίνει σέ όλους τό ίδιο μερίδιο πολιτικών δικαιωμάτων. Συναντάται στις γεωργικές καί κτηνοτροφικές χώρες, όπου οί περιουσίες είναι μέ τριες καί Ολος ό κόσμος δουλεύει γιά νά κερδίσει τό ψωμί του. Έκεΐ, άπό έλλειψη ελεύθερου χρόνου, δέν συνέρχονται σέ εκ κλησία τοΰ δήμου παρά μόνο στις πιό απαραίτητες περιπτώ σεις, γιά νά εκλέξουν τούς άρχοντες ή έναν αριθμό εκλεκτόρων, καί νά ακούσουν τίς λογοδοσίες· γιά τά υπόλοιπα αφήνουν τή φροντίδα τής διακυβέρνησης στους λίγους πολίτες πού έχουν τά μέσα νά ζήσουν, ώστε νά μπορούν νά ασχοληθούν μέ τήν πολι τική. Ό Αριστοτέλης βρίσκει σ' αυτό τό πολίτευμα έναν καλό τύπο τοΰ συντάγματος πού τοΰ είναι αγαπητό, αυτό πού ευνοεί τή μεσαία τάξη. Δύο άλλα είδη δημοκρατίας παραδέχονται καί αυτά τήν υπε ροχή τοΰ νόμου,* άλλά διαφέρουν κατά τήν εκλογιμότητα στις εξουσίες καί τήν αποστολή πού διεκδικεί ή εκκλησία τοΰ δήμου. Τό δεύτερο είδος, αρκετά διαδομένο, εξαρτά τήν εκλογιμότητα στά διάφορα αξιώματα άπό ένα μέτριο τίμημα ή θέτει περιο ρισμούς γιά τή συμμετοχή στήν εκκλησία τοΰ δήμου. Καθώς αυτό τό σύστημα επιτρέπει νά γίνονται καλές εκλογές χωρίς νά προκαλούν καί ζηλοτυπίες, αφήνει γενικά μεγάλη ελευθερία δρά σης στους άρχοντες, έτσι ώστε ό λαός αρκείται στό νά τούς εκλέγει καί νά τούς ζητά απολογισμό τής δράσης τους. Ό Α ρ ι στοτέλης επιδοκιμάζει καί αυτόν τό συνδυασμό, γιατί δίνει τήν εξουσία στους εκλεκτούς, καί τούς υποχρεώνει νά κυβερνούν μέ δικαιοσύνη, καθιστώντας τους υπεύθυνους απέναντι σέ μιά άλλη τάξη. Στό τρίτο είδος όλοι οί πολίτες παίρνουν εξουσίες χωρίς κα μία διάκριση άλλά ή σύνθεση καί τά δικαιώματα τής εκκλη σίας ποικίλλουν. Ά λ λ ο υ οί πολίτες καλοΰνται στήν εκκλησία κατά τμήματα, σύμφωνα μέ ορισμένη σειρά. Άλλου εισέρχονται επίσης κατά τμήματα καί μέ ορισμένη σειρά στά ομαδικά ορ25
26
-
* Ό ΟΙοΙζ χρησιμοποιεί εδώ τη λ. νόμος μέ τήν αρχαία σημασία της. Οί αρχαίοι έλεγαν νόμους τούς οργανικούς νόμους τών προδημοκρατικών εποχών, καί ψηφίσματα τίς" αποφάσεις τών δημοκρατικών εκκλησιών, πού αντιστοιχούν στους σύγχρονους κοινούς νόμους. Βλ. καί πιό κάτω, τίς υπο σέλιδες σημ. στή σ. 163.
162
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
γανα, τά όποια συνέρχονται, σέ περιορισμένη συνέλευση γιά νά συζητήσουν τίς τρέχουσες υποθέσεις, καί σέ πλήρη συνέλευση μόνο γιά νά επικυρώσουν τούς νόμους, νά ρυθμίσουν τά συν ταγματικά προβλήματα, καί νά ακούσουν τίς αναφορές τών αρ χόντων. Ά λ λ ο υ συγκεντρώνονται γιά τίς εκλογές, γιά νά ψη φίσουν νόμους, γιά νά εγκρίνουν απολογισμούς γιά θέματα ειρή νης καί πολέμου, ένώ τά υπόλοιπα ζητήματα ανήκουν στήν αρ μοδιότητα τών αρχόντων. Στό τέλος έ'ρχεται —τελευταία κατά σειρά άξιας, Οπως καί κατά χρονολογική σειρά— ή απόλυτη δημοκρατία, οπού τό πλή θος δέν αναγνωρίζει τήν κυριαρχία τοΰ νόμου, άλλά γίνεται τό ίδιο κυρίαρχο καί κυβερνά μέ ψηφίσματα. * Ένα τέτοιο καθε στώς μόνο στις μεγάλες πόλεις μπορεί νά υπάρξει, γιατί εκεί ε πικρατεί μιά τάξη πού δέν υπολογίζεται στά αγροτικά καί κτη νοτροφικά κράτη: ή τάξη τών τεχνιτών καί τών έμπορων. Α υ τ ή ή μάζα, τής όποιας ό τρόπος διαβίωσης εχει υποβιβαστεί καί τά έ'ργα της δέν έχουν καμία σχέση μέ τήν αρετή, περιδινείται αδιάκοπα στήν αγορά καί στους δρόμους" είναι έτοιμη νά τρέξει στή συνέλευση, ένώ οί χωρικοί, σκορπισμένοι καθώς είναι, δέν νιώθουν τήν ανάγκη νά συγκεντρωθούν. Ή απόλυτη δημοκρα τία είναι ένας μονάρχης μέ χίλια κεφάλια, πού αρνείται νά υπο ταγεί στό νόμο** καί υψώνεται ώς δεσπότης. Α υ τ ή ή δημοκρα τία είναι στό είδος της ό,τι ή τυραννία σέ σχέση μέ τή βασιλεία. Άντί νά δώσει τήν πρωτοκαθεδρία στους καλύτερους πολίτες, τούς καταπιέζει καί τιμά τούς κόλακες. Μιά σπορά, πού δέν εμ φανίζεται όσο ό νόμος είναι κυρίαρχος, αναδύεται αναπόφευκτα έκεΐ Οπου απουσιάζει ό νόμος" πρόκειται γιά τούς δημαγωγούς. Αυτοί έχουν δύο τρόπους δράσης. Αφενός κατασκευάζουν ψη φίσματα καταχρηστικά πού δίνουν τά πάντα στό λαό: ή δύναμη τους δέν μπορεί παρά νά βγει κερδισμένη όταν μεγαλώνει ή κυριαρχία τοΰ λαοΰ, τοΰ οποίου είναι οί κύριοι. Αφετέρου εκμη δενίζουν τούς άρχοντες μέ συνεχείς κατηγορίες πού τούς οδη γούν στά λαϊκά δικαστήρια. Καί ό τελευταίος βαθμός δημο27
28
29
30
* Σύμφωνα μέ οσα εί'παμε πιο πάνω (σημ. σελίδας 162), ό ΟΙοΙζ, παραφράζοντας τήν αρχαία σκέψη, εννοεί δτι στήν απόλυτη δημοκρατία ή εκκλησία τοΰ δήμου μπορεί μέ ψηφίσματα νά τροποποιεί τούς νόμους, δηλαδή τό έργο τών προδημοκρατικών νομοθετών. ** Τό νόημα αυτής τής διατύπωσης μπορεί νά παρεξηγηθεί, όταν κα νείς δέν έ'χει υπόψη του τήν αμέσως προηγούμενη σημ. καθώς καί τή σημ. στή σ. 1 6 2 .
163
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κρατίας είναι αυτός όπου ό λαός ερωτάται άμεσα γιά όλες τίς υποθέσεις, καί όπου κανένας άρχων δέν μπορεί νά πάρει από φαση χωρίς νά τή φέρει στή συνέλευση. "Οταν μιά δημοκρατία φτάνει σ' αυτό τό σημείο, νά κυβερνά τά πάντα μέ ψηφίσματα, τότε δέν υπάρχει πολιτεία, καθεστώς αληθινά συνταγματικό. Πραγματικά, γιά νά υπάρξει ένα τέτοιο καθεστώς, πρέπει ό νόμος νά έχει τήν ανώτατη εξουσία, νά κα θορίζει τίς αποφάσεις γενικοί» περιεχομένου, καί οί άρχοντες νά κανονίζουν τίς ειδικές υποθέσεις σύμφωνα μέ τίς αρχές πού έχει θέσει ό νόμος. Κατά βάθος, τό κράτος όπου όλα γίνονται μέ ψη φίσματα δέν είναι αληθινή δημοκρατία. Στις πόλεις τίς όποιες ό Αριστοτέλης αντιμετωπίζει μέ τό ση αυστηρότητα προσφέρει τουλάχιστον μιά παρηγοριά. Καθώς τό χειρότερο καθεστώς είναι ή διαφθορά τοΰ καλύτερου, ή δη μοκρατία, τής όποιας τό ιδεώδες δέν αξίζει όσο τό ιδεώδες τής αριστοκρατίας, καί ακόμη λιγότερο όσο τό ιδεώδες τής βασι λείας, έχει καλή θέση στή σειρά τής διαβάθμισης: είναι τό πλέον υποφερτό άπό τά διεφθαρμένα καθεστώτα. Θά μποροΰσε νά πει κανείς έτσι ότι είναι τό χειρότερο άπό τά καλά καθεστώτα, καί τό καλύτερο άπό τά κακά. 31
32
33
Θά ήταν μεγάλη αφέλεια νά εκπλαγούμε πού βρίσκουμε τόσο διαφορετικές κρίσεις γιά τήν αθηναϊκή δημοκρατία. Σέ εποχή όπου ζούσαν δίπλα δίπλα δημοκρατικές καί ολιγαρχικές πόλεις, τό κόμμα πού βρισκόταν στήν άρχή σέ καθεμιά άπό αυτές είχε νά αντιμετωπίσει μιά αντιπολίτευση βίαιη, πού εμπνεόταν άπό διαφορετικές αρχές γιά καθετί. Ό Θουκυδίδης μάς γνωρίζει τό ιδεώδες γιά τό όποιο οί Αθηναίοι μπλέχτηκαν στον πελοπον νησιακό πόλεμο* ό Ψευδο-Ξενοφών μάς εκθέτει τίς ιδέες πού απασχολούσαν τίς «εταιρείες» πριν νά αποφασίσουν τήν επανά σταση τών Τετρακοσίων. Καί ό ένας καί ό άλλος ανήκουν ακόμη σέ μιά εποχή όπου ό άπελευθερωνόμενος ατομικισμός δέν τολμά νά κάμει τίποτε εναντίον τής δημόσιας δύναμης, καί όπου οί αγώνες μέσα στις πόλεις έχουν περισσότερο πολιτικό παρά οικο νομικό καί κοινωνικό χαρακτήρα. Άλλά θά έρθουν γενεές Αθη ναίων πού δέν θά ακούσουν πιά νά γίνεται λόγος γιά ολιγαρχία, καί πού θά μπορέσουν νά σπρώξουν τή δημοκρατική άρχή ώς τίς ακρότατες συνέπειες της, πού θά κυριαρχούνται άπό εγωιστι κά καί καθαρά υλιστικά συμφέροντα* καταλαβαίνει κανείς αυτό 164
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
πού σκέφτηκαν τότε γιά τή δημοκρατία οί φιλόσοφοι. Άποτραβηγμένοι άπό τή δημόσια ζωή, δέν έβλεπαν παρά μόνο τίς ά σχημες πλευρές της, καί ήταν τόσο περισσότερο έτοιμοι νά διογ κώσουν τό κακό, όσο ή πολιτική φιλοσοφία συνδεόταν μέσο όλων τών παραδόσεων της μέ τά συμπόσια τών αριστοκρατικών «ε ταιρειών». Τήν πόλη, όπως τήν έβλεπαν ό Πλάτων καί ό Αριστοτέλης, θά τήν ξαναβρούμε πιό κάτω. Προηγούμενα θά σταθούμε στήν πόλη πού δίκαια έκαμε τόν Περικλή νά νιώθει υπερήφανος.
165
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΤ ΔΗΜΟΥ
Α' ΣΤΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Δύο ήταν οί οροί για νά μετάσχει κανείς στήν εκκλησία τοΰ δή μου: Ιον. Έπρεπε νά είναι Αθηναίος, δηλαδή πολίτης. "Ως τά μέσα τοΰ πέμπτου αιώνα αυτός ό τίτλος άνηκε σέ οποίον ειχε πατέρα Αθηναίο. 'Αλλά το 451 / 50 6 νόμος τοΰ Περικλή δρισε δτι, γιά νά είναι κανείς Αθηναίος, έ'πρεπε καί οί δύο γονείς νά είναι Αθηναίοι: έ'κτοτε τά παιδιά άπό ξένη μητέρα (μητρόξενοι) θεωρήθηκαν άπό άποψη δημοσίου δικαίου νόθα. Τό δικαίω μα τοΰ πολίτη μποροΰσε νά αποκτηθεί, ή νά χαθεί, σέ ειδικές περιπτώσεις: ή παραχώρηση γινόταν μέ ψήφισμα τοΰ λαοΰ γιά εξαιρετικές υπηρεσίες· ή αφαίρεση γινόταν μέ τήν ατιμία, δη λαδή μέ πολιτική καθαίρεση, είτε προσωρινή είτε οριστική. 2ον. Έπρεπε νά είναι ενήλικος. Ή ενηλικίωση γινόταν στά δεκαοχτώ, μέ τήν εγγραφή στους καταλόγους τοΰ δήμου" δέν παρουσιαζόταν όμως κανείς στήν εκκλησία πριν άπό τά είκοσι, μιά καί Οφειλε ακόμη δύο χρόνια στρατιωτική υπηρεσία. Ό έλεγχος γινόταν εύκολα: δέν είχαν παρά νά ανατρέξουν στον εκκλησιαστικόν πίνακα, τό αντίγραφο τών μητρώων πού τηροΰσαν οί δήμοι. 'Αλλά αυτά τά μητρώα δέν ήταν πάντοτε ακριβή. Οί μέτοικοι κατάφερναν νά εγγραφούν καί στή συνέχεια νά διεισδύσουν στήν εκκλησία. Μάταια τούς άπειλοΰσαν μέ τή γραφή ξενίας, πού επέσυρε καταδίκη σέ δουλεία" οί παράνομα γραμμένοι (οι παρέγγραπτοι) ήταν αρκετοί, ώστε άπό καιρό σέ καιρό γινόταν ένας γενικός έλεγχος τών μητρώων (διαψηφισμός). Σπάνια ή εκκλησία ήταν, γιά νά χρησιμοποιήσουμε τή γλώσσα τοΰ Αριστοφάνη, άπό «καθαρό αλεύρι», χωρίς ανάμειξη «πίτουρου». Άπό τήν άλλη μεριά, μόνο ένα τμήμα τοΰ λαοΰ παρουσιάζο υ ν κάθε φορά. Τό 431 οί πολίτες υπολογίζονται σέ 42.000. Ίί Η.'ύν.α δέν θά μποροΰσε νά χωρέσει έναν τέτοιο αριθμό, καί 1
2
166
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
Ομως επαρκούσε μέ τό παραπάνω. Σέ καιρό πολέμου οί περισ σότεροι ενήλικοι βρίσκονταν μακριά άπό τήν 'Αθήνα, ώς οπλί τες, ιππείς, κωπηλάτες. Σέ καιρό ειρήνης οί χωρικοί, συνηθι σμένοι νά ζουν σκόρπια καί μέ μόνη έγνοια τούς αγρούς τους, εμποδίζονταν καμιά φορά καί άπό τό μακρύ καί δαπανηρό τα ξίδι ώς τήν πόλη· οί υλοτόμοι τών Αχαρνών έμεναν στό δάσος τής Πάρνηθας, καί οί μικροί έμποροι τών απομακρυσμένων κω μοπόλεων μόνο σέ εξαιρετική περίπτωση άφηναν τό μαγαζάκι τους* οί κάτοικοι τών παραλίων δέν παραιτούνταν μέ τή θέληση τους άπό μιά δυο μέρες ψάρεμα. "Οσο γιά τούς πλουσίους, δέν τούς άρεσε νά ενοχλούνται. Οί ιππείς δίσταζαν νά εγκαταλείψουν τήν έπαυλη τους στον Κολωνό γιά νά ανακατευτούν μέ τό πλή θος. Ακόμη καί αυτοί πού κατοικούσαν στήν πόλη δέν ήταν πάντα διατεθειμένοι νά υποστούν τήν ταλαιπωρία μιάς μακράς συνεδρίας: ό Αθηναίος, όταν δέν έχει τίποτε νά κάνει, χαίρεται νά περιφέρεται στή σκιά τών πλατανιών πού φύτεψε ό Κίμωνας στήν αγορά, στους εμπορικούς δρόμους, στά μαγαζιά, μπροστά στά δικαστήρια. Οί Σκύθες τοξότες ήταν πολλές φορές αναγκα σμένοι νά κάνουν προσκλητήριο, νά ασκήσουν πίεση. Κοντολογίς, σπάνια έβλεπε κανείς στήν Πνύκα περισσότερους άπο δυο τρεις χιλιάδες πολίτες, οί περισσότεροι άπό τούς οποίους ήταν κάτοι κοι τής πόλης. 'Ορισμένες αποφάσεις έπρεπε νά ληφθούν, υπο τίθεται, μέ «απαρτία τοΰ λαού» (ο δήμος πληθνων)" στήν πραγ ματικότητα, σ' αυτή τήν περίπτωση θεωροΰσαν απαρτία Οταν οί παρόντες ήταν 6.000. Πάντως ή αποχή δέν ήταν ακόμη πληγή τόν 5ο αιώνα. Ώ ς καί οί αντίπαλοι τοΰ Περικλή δέν εγκατέλειψαν τόσο γρήγορα τόν αγώνα, καί τούς έβλεπες νά σχηματίζουν συμπαγείς ομάδες στήν Πνύκα, γιά νά υποστηρίξουν τόν αρχηγό τους, τόν Θουκυ δίδη, γιό τοΰ Μελησία. Ώ ς καί οί χωρικοί, όταν ή ημερήσια διά ταξη άξιζε τόν κόπο, φοροΰσαν τόν καλό τους χιτώνα καί τά λα κωνικά τους παπούτσια, καί έπαιρναν τό δρόμο άνά μικρές ομά δες, μέ τό ραβδί στό χέρι, τό πανωφόρι νά ανεμίζει στήν πλάτη ή διπλωμένο στό μπράτσο, καί κατέβαιναν στήν 'Αθήνα τραγου δώντας παλιά τραγούδια. Άλλά τόν μεγάλο Ογκο στήν εκκλη σία τόν έδιναν τά προάστια τής Μελίτης, τοΰ Κεραμεικοΰ καί τοΰ Πειραιά. Ό Αριστοτέλης θά δηλώσει ότι ή εκκλησία απο τελείται βασικά μόνο άπό βιοτέχνες, μαγαζάτορες, μισθοβίοτους, καί, γιά νά εξηγήσει τό γεγονός, θά πει: «Περπατώντας 3
4
167
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στους δρόμους τής αγοράς καί τής πόλης, όλος αυτός ό κόσμος είναι έτοιμος νά συγκεντρωθεί σέ εκκλησία». Άλλά καί ό Σω κράτης δέν έβλεπε στήν Πνύκα παρά επαγγελματίες. Πάντως, μόνο τόν 4ο αιώνα αναγκάστηκαν νά σπρώξουν τούς Αθηναίους νά ασχοληθούν μέ τίς δημόσιες υποθέσεις, εισάγοντας τόν όβολό γιά τήν παρουσία (μισθός εκκλησιαστικός). Καθένας πήγαινε στήν εκκλησία μέ τή θέληση του, «κουβαλώντας σέ ένα μικρό φλασκί Ο,τι χρειαζόταν γιά νά πιει, μέ ένα κομμάτι ψωμί, δυο κρεμμύδια καί τρεις ελιές». Στήν άρχή ή εκκλησία συγκεντρωνόταν μόνο μιά φορά στό διάστημα κάθε πρυτανείας, δηλαδή δέκα φορές τό χρόνο. Μέ τήν πρόοδο όμως τοΰ δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν φυσικό νά πολλαπλασιαστούν τά ζητήματα πού υποβάλλονταν στό λαό. Μέ τόν καιρό έφτασαν νά έχουν ακόμη καί τρεις κανονικές συνεδρίες σέ κάθε πρυτανεία. Ή συνεδρία πού παλαιότερα ήταν ή μονα δική τής πρυτανείας ονομάστηκε κυρία εκκλησία. Οί τρεις συμ πληρωματικές συνεδριάσεις έγιναν μέ τή σειρά τους «νόμιμες» (νόμιμοι έκκλησίαι). Ή σειρά μέ τήν οποία γίνονταν οί συνεδρίες καί οί μέρες πού ορίζονταν γι' αυτές ποίκιλλαν άπό τή μιά πρυ τανεία στήν άλλη, κυρίως γιά τό λόγο ότι πολλές φορές δύσκο λα έβρισκαν μέρες ανάμεσα στις γιορτές καί στις αποφράδες μέρες. Όλόκληρη τή χρονιά δέν υπήρχαν παρά δυο συνεδριά σεις μέ καθορισμένη ημερομηνία: ή πρώτη γινόταν στις 1 1 τοΰ Έκατομβαιώνος, ώστε νά αφήνει καιρό στή βουλή, πού μόλις είχε αναλάβει καθήκοντα, νά ενημερωθεί στά τρέχοντα ζητήμα τα* ή δεύτερη γινόταν ύστερα άπό τά Μεγάλα Διονύσια, στις 21 τοΰ Έλαφηβολιώνος. Οί συνηθισμένες συνεδριάσεις, άν καί δέν γίνονταν σέ καθο ρισμένη ημερομηνία, εΐχαν ωστόσο τήν ημερήσια διάταξη τους, τό καθορισμένο τους πρόγραμμα. Καθώς ή κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας υπήρξε γιά πολύν καιρό μόνο μία, τό πρόγραμ μα της ειχε άπ' όλα: προέβαινε στήν έπιχειροτονία ή έγκριση τής διαχείρισης τών αρχόντων, συζητούσε γιά τήν τροφοδοσία καί τήν άμυνα τής χώρας, δεχόταν τίς καταγγελίες γιά εσχάτη προδοσία (είσαγγελίαι), άκουγε τήν ανάγνωση καταστάσεων τών δημευμένων πραγμάτων καί τών ενστάσεων γιά τίς αμφι σβητούμενες κληρονομιές επιπλέον, στήν έκτη πρυτανεία απο φασιζόταν κατά πόσο υπήρχε λόγος νά εφαρμοστεί ό νόμος τοΰ όστρακισμοΰ καί νά υποστηριχτούν ηθικά οί κατηγορίες γιά συ5
6
7
8
9
10
11
12
-
168
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
κοφαντία ή γιά παράβαση υποχρεώσεων απέναντι στο λαό. ΟΊ τρεις άλλες κανονικές συνεδριάσεις είχαν πιο ξεκαθαρισμένο πρόγραμμα. Ή μιά ήταν αφιερωμένη στις Ικεσίες τών πολιτών, οί όποιοι, άφοΰ άφηναν ενα κλαδί ελιάς πάνω στό βωμό, ζητού σαν επανόρθωση τής ζημίας πού τούς προξένησε κάποια πρότα ση τής βουλής αντίθετη μέ τό νόμο ή ανάκληση δικαστικής από φασης ή ανάκτηση δικαιωμάτων πού έχασαν ή εξάλειψη ποι νής. Οί δυο τελευταίες συνεδρίες ήταν αφιερωμένες στις υπό λοιπες υποθέσεις: σέ καθεμιά ρύθμιζαν τρεις υποθέσεις θρησκευ τικού χαρακτήρα, τρεις υποθέσεις διεθνών προβλημάτων, πού παρουσίαζαν οί κήρυκες ή οί πρέσβεις, καί τρεις άλλες κοινές, δηλαδή διοικητικές κυρίως. Άλλωστε αυτά τά προγράμματα δέν ήταν περιοριστικά, καί ή σειρά πού έθεταν δέν ήταν πολύ α υ σ τ η ρ ή . Ά ν μιά πρόταση είχε κατατεθεί στήν κανονική προ θεσμία, μποροΰσε αυτόματα νά συζητηθεί. Α υ τ ή ή προθεσμία ήταν τέσσερις μέρες, καί ή ανάρτηση τοΰ προγράμματος ειχε θέση πρόσκλησης. Ωστόσο, Οπως θά λέγαμε σήμερα, ή εκκλησία διατηρούσε τόν απόλυτο έλεγχο στήν ημερήσια διάταξη της. Κάποιο απρό βλεπτο γεγονός μποροΰσε νά απαιτήσει ένα επείγον μέτρο κά ποια συζήτηση ήταν πιθανό νά μήν τελειώσει σέ μία συνεδρίαση. Σέ τέτοια περίπτωση δέν περίμεναν τήν επόμενη κανονική συνε δρίαση συγκαλούσαν μιά έκτακτη (σύγκλητος), χωρίς νά είναι υποχρεωμένοι νά δημοσιεύσουν τό πρόγραμμα καί νά τηρήσουν τή νόμιμη προθεσμία συνεδρίαζαν μάλιστα συνεχώς, καί απα γορευόταν νά βγουν άπό τό θέμα. Τέλος, ύπό τό πλήγμα μιάς κοινής συμφοράς, πιεσμένοι άπό τήν ανάγκη, οί πρυτάνεις συγ καλούσαν «εκκλησία φόβου καί ταραχής», χρησιμοποιώντας σάλπιγγα γιά τούς πολίτες πού έμεναν στήν πόλη, καί φωτιές, πού άναβαν στις αγορές τών κωμοπόλεων, γιά τούς πολίτες τής υπαίθρου. Χάρη σέ έναν κανονισμό πού διαμορφώθηκε μέ τό χρόνο καί στις εξαιρέσεις πού μποροΰσε νά περιλάβει, αυτή ή εκκλησία τοΰ λαοΰ εξασφάλιζε τά πλεονεκτήματα μιάς μεθοδι κής οργάνωσης τής εργασίας χωρίς τά μειονεκτήματα τής ακαμ ψίας. Ή συνεδρίαση άρχιζε πολύ πρωί μέ τό χάραμα. Τό σή μα δινόταν μέ μιά σημαία πού κυμάτιζε στήν Πνύκα. Αμέσως ή αστυνομία έκλεινε τούς δρόμους πού όδηγοΰσαν στήν αγορά, ση μείο συνάντησης τών περιπατητών, καί διοχέτευε τούς πολίτες προς τήν κατεύθυνση πού έπρεπε νά πάρουν. 13
14
15
16
17
-
-
-
18
19
20
169
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Τόπος συνεδρίασης τής εκκλησίας, όπως σέ κάθε πόλη τής Ελλάδας, ήταν αρχικά ή αγορά,, ό δημόσιος χώρος όπου κατά τήν ομηρική εποχή βρισκόταν ό ιερός περίβολος καί ό όποιος διατήρησε σέ μερικές πόλεις τό όνομα «ιερή αγορά)). Άλλά τόν 5ο αιώνα ή μεγάλη πλατεία τής εμπορικής αγοράς δέν χρη σίμευε πιά παρά γιά τίς σπάνιες συνεδριάσεις όπου συγκεντρω νόταν «όλος ό λαός». Ό λόφος τής Πνύκας ήταν περισσότερο κατάλληλος γιά τίς συνηθισμένες συνελεύσεις. Ανέβαιναν άπό έ ναν πολύ ανηφορικό δρόμο. Λίγο πριν άπό τήν κορυφή του έφτα ναν σέ μιά ταράτσα, όπου ανακάλυπταν μιά θαυμάσια θέα προς τή θάλασσα, τήν αγορά, τόν Άρειο Πάγο καί τά Προπύλαια τής Ακρόπολης. Έκεΐ ειχε διαμορφωθεί ένα επίμηκες ημικύκλιο: είχε βάθος 70 μέτρα, διάμετρο 120 μέτρα, καί έκλινε ελαφρά άπό τήν περιφέρεια —τήν οποία σχημάτιζε ένας δυνατός τοίχος υποστηρίξεως— προς τό κέντρο. Σ' αυτά τά 6.000 τετραγωνικά μέτρα μποροΰσαν νά χωρέσουν είκοσι πέντε χιλιάδες Ορθιοι σέ θρανία έβρισκαν θέση άλλοι δεκαοχτώ χιλιάδες ακροατές. Τό βήμα ήταν ένα επίπεδο σκαμμένο μέσα στό βράχο καί περιτρι γυρισμένο άπό ένα κιγκλίδωμα είχε 9 μέτρα πρόσοψη, καί τρεις βαθμίδες τό ανύψωναν στά 1,10 τοΰ μέτρου. Στό βάθος τοΰ βή ματος υψωνόταν ένας κυβικός βράχος 3 μέτρων ήταν ό βωμός τοΰ Δία Αγοραίου. Πίσω άπ' αυτόν καί πιό ψηλά βρισκόταν τό θεωρείο τοΰ προεδρείου, Οπου ανέβαιναν μέ σκάλες άπό δεξιά καί αριστερά τοΰ βήματος. Απέναντι άπό τό προεδρείο, στήν κορυφή τοΰ τοίχου, ήταν τοποθετημένο άπό τό 433 ένα ηλιακό ρολόι, έργο τοΰ αστρονόμου Μέτωνα. "Ο,τι γινόταν καί λεγόταν σ' αυτόν τόν υπαίθριο περίβολο δέν μπορούσε κανείς ούτε νά τό δει ούτε νά τό ακούσει απέξω γιατί ό τοίχος υποστηρίξεως συ νεχιζόταν στήν ευθεία πλευρά άπό έναν περίβολο πού είχε τό δι πλό πλεονέκτημα νά εμποδίζει τήν περιέργεια τών αδιάκριτων καί νά στέλνει τόν ήχο πίσω προς τό ακροατήριο. Πρόεδρος τής εκκλησίας ήταν, τόν 5ο αιώνα, ό επιστάτης τών πρυτάνεων, πού κληρωνόταν κάθε μέρα. Εξαίρεση γινόταν μόνο γιά τίς εκλογικές καί γιά τίς «πλήρεις» συνελεύσεις, όπου προέδρευαν οί εννέα άρχοντες. "Ενας κήρυκας, πού έκανε γιά λο γαριασμό τοΰ προέδρου τίς ανακοινώσεις στήν εκκλησία, καί έ νας γραμματέας (γραμματεύς τής πόλεως), πού διάβαζε τά επί σημα έγγραφα, βοηθούσαν τόν πρόεδρο. Στή βάση τοΰ βήμα τος, στήν πρώτη σειρά τών βαθμίδων κάθονταν οί πρυτάνεις, πού 21
-
22
-
-
23
170
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
ήταν επιφορτισμένοι, μέ τήν τάξη καί είχαν στή διάθεση τους τοξότες τούς όποιους διεύθυναν έξι ληξίαρχοι. Πριν άπό κάθε συζήτηση γινόταν μιά θρησκευτική τελετή: Οί έξαγνιστές, οί περιστίαρχοι, θυσιάζουν χοίρους πάνω στό βωμό, καί μέ τό αίμα τών θυμάτων διαγράφουν τόν ιερό κύκλο γύρω άπό τούς παριστάμενους. "Υστερα ό γραμματέας διαβάζει καί ό κήρυκας απαγγέλλει τίς άρές εναντίον όποιου θά δοκίμαζε νά απατήσει τό λαό. Κάθε στιγμή, άλλωστε, ή εκκλησία βρίσκε ται ύπό τό βλέμμα τοΰ θεού: ή συνέλευση διακόπτεται νόμιμα σέ περίπτωση καταιγίδας, σεισμού, έκλειψης, μόλις οί εξηγητές αναγνωρίσουν στό φαινόμενο ενα σημείο τοΰ Δία (διοσημία). Άφοΰ τελειώσουν αυτές οί διατυπώσεις, ό πρόεδρος δίνει δια ταγή στον κήρυκα νά διαβάσει τήν έκθεση τής βουλής γιά τό σχέδιο ψηφίσματος πού θά συζητηθεί, τό προβούλευμα. Ό νό μος απαγορεύει στον πρόεδρο νά εισαγάγει (εισφέρειν) καί νά συζητήσει (χρηματίζειν) προσχέδιο γιά τό όποιο δέν υπήρχε γνώμη τής βουλής (άπροβούλευτον). Επομένως ή εκκλησία ε ί ν α ι υποχρεωμένη νά στείλει πίσω στή βουλή κάθε πρόταση πού απορρέει άπό τήν ιδιωτική πρωτοβουλία, καί απαγορεύεται νά τήν ψηφίσει σέ πρώτη ανάγνωση. Άλλά ή βουλή δέν έχει δι καίωμα ένστασης: τό προβούλευμα δέν καταλήγει ποτέ ρητά σέ εισήγηση απόρριψης, γιατί ή πρόταση έχει ήδη εξεταστεί προκα ταρκτικά άπό τό λαό ε ί ν α ι μιά έκθεση μέ ευνοϊκό συμπέρασμα, ή καί χωρίς συμπέρασμα, καί ή δυσμενής γνώμη τής βουλής εξυ πακούεται μέ τή διατύπωση «αυτό πού αρέσει στό λαό θά είναι τό καλύτερο» (δ,τι άν αύτω δοκεϊ άριστον είναι). Άφοΰ διαβαστεί τό προβούλευμα, στή συνηθισμένη περίπτω ση δπου αυτή ή έκθεση ε ί ν α ι ευνοϊκή, ό πρόεδρος προχωρεί στήν προχειροτονία, δηλαδή βάζει νά ψηφίσουν, υψώνοντας τό χέρι, τήν εναλλακτική λύση πού παρουσιάζεται: άπλή αποδοχή τοΰ προβουλεύματος ή συζήτηση. Καθώς ή προκαταρκτική ψήφος άφορα χωριστά κάθε άρθρο τής έκθεσης, ή συζήτηση, έάν απο φασιστεί, μπορεί νά είναι γιά τό σύνολο ή κατ' άρθρο. «Ποιος ζητά τό λόγο;» Μ' αυτές τίς λέξεις ανοίγει ό κήρυκας τή συζήτηση. Φαίνεται ότι παλαιότερα φώναζε: «Ποιος Αθη ναίος άνω τών πενήντα ζητά τό λόγο;», καί προοδευτικά περ νούσε σέ μικρότερο αριθμό. Αυτό τό προνόμιο τής ηλικίας εξα φανίστηκε. Πάντως, ένας νέος δέν θά επέτρεπε στον εαυτό του νά μιλήσει πρώτος. Έξαλλου, ήταν ανεκτή ή παρουσία πολιτών 24
25
26
-
27
28
171
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
πού δέν μποροΰσαν νά πάρουν τό λόγο. Ηταν εκείνοι, γιά τούς όποιους εκκρεμούσε κάποια καταγγελία πού θά μποροΰσε νά επισύρει τήν ατιμωτική τιμωρία τής ατιμίας" γιατί ακόμη καί πριν άπό τήν απόφαση ό κατηγορούμενος βρισκόταν υπό τή μα γική δύναμη τής αράς, τής κατάρας πού συνδέεται μέ τό νόμο, καί έπρεπε νά τοΰ άφεθοΰν οί αμαρτίες άπό τό δικαστήριο, γιά νά μπορέσει νά ξαναπάρει ενεργό μέρος στή δημόσια ζωή. Έάν κάποιος άπό αυτούς τολμοΰσε νά παραβιάσει τήν απαγόρευση, οποιοσδήποτε πολίτης μποροΰσε νά ζητήσει άπό τόν πρόεδρο νά τοΰ αφαιρέσει τό λόγο, μέ τόν όρο Οτι θά αναλάμβανε ό ίδιος νά κινήσει μιά πρόσθετη δίκη εναντίον του, μέ σκοπό τή δοκιμασία (δοκιμασίας επαγγελία): αυτή ή διαδικασία εξέθετε τόν κατη γορούμενο στον κίνδυνο τής ολοκληρωτικής καί τελικής ατιμίας, άλλά συγχρόνως εξέθετε τόν κατήγορο στό πρόστιμο πού επιβαλ λόταν ώς ροβηα ΙΘΠΊΘΓΘ 1ίΙΪ£3ΐη(Ιϊ,* έτσι ώστε απομάκρυνε άπό τό βήμα τούς ανάξιους, προστατεύοντας συγχρόνως τήν ελευθε ρία τοΰ λόγου άπό τούς συκοφάντες. Τελικά, εκτός άπό εντελώς εξαιρετική περίπτωση, ήταν θεμιτό σέ κάθε Αθηναίο νά υπο στηρίζει τή γνώμη του μπροστά στήν εκκλησία: ή ίση ελευθερία λόγου (ισηγορία) παρουσιαζόταν ώς ό απαραίτητος όρος τοΰ δη μοκρατικού πολιτεύματος. Άλλά, Οπως υποψιαζόμαστε, λίγοι μόνο έκαναν χρήση αύτοΰ τοΰ δικαιώματος. Τό βάρος τής συζή τησης τό κρατοΰσαν συνήθως οί αρχηγοί τών κομμάτων καί οί βοηθοί τους. Ό πολίτης πού καλείται στό βήμα βάζει στό κεφάλι ένα στε φάνι άπό μύρτα. Γίνεται έτσι απαραβίαστος καί ιερός. Ποιά εί ναι τά δικαιώματα του; Κάθε Αθηναίος έχει δικαίωμα νά υποβάλει προτάσεις. Α υ τ ή ή πρωτοβουλία, πού επισύρει μιά ορισμένη ευθύνη, υπενθυμίζε ται μέσα στό ψήφισμα μέ τή μνεία τοΰ ονόματος εκείνου πού προτείνει (ό τάδε εΐπεν). Αυτός πού έκαμε τήν πρόταση, είτε είναι άρχων πού έδρασε μέσα στή σφαίρα τών καθηκόντων του, είτε κάποιος πολίτης πού επεμβαίνει ώς ιδιώτης, μπορεί νά πα ρουσιάσει τά επιχειρήματα του σέ πρώτη ανάγνωση καί νά επι τύχει ώστε ή διατύπωση τής παραπομπής στή βουλή νά υπαγο ρεύει περίπου τό προβούλευμα, πράγμα πού επιτρέπει συχνά τήν υιοθέτηση τοΰ τελειωτικού διατάγματος μέ προχειροτονία, χων
29
* Ροβηα ΙβΐϊΐθΓθ Ιϊίί^&ηάί = ποινή προπετοϋς δίκης.
172
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Ϊ
ρις συζήτηση. Ά ν γίνει συζήτηση, αυτός πού υπέβαλε τήν πρό ταση είναι σχεδόν υποχρεωμένος νά ανέβει στό βήμα. Κάθε Αθηναίος έχει δικαίωμα νά κάνει τροπολογίες. Δέν ψηφίζουν αναγκαστικά μέ ένα ναι ή μέ ένα όχι πάνω στό προβούλευμα. Ή σύνταξη τοΰ ψηφίσματος διακρίνει πάντοτε μέ μεγάλη ακρί βεια τό μέρος πού είναι παρμένο άπό τό προβούλευμα ή άπό τήν πρόταση καί τό μέρος πού ανήκει σέ αυτόν πού έκαμε τήν τροπο λογία, ό όποιος δηλώνεται μέ τό ονομά του. Άντί γιά άπλή προσθήκη στό προβούλευμα μπορούν νά αντιτάξουν στό αρχικό σχέδιο ένα άντι-σχέδιο, πράγμα πού συμβαίνει συχνά όταν τό προβούλευμα δέν έχει συμπέρασμα, δηλαδή δέν είναι ευνοϊκό στό σχέδιο. Ή ελευθερία τών ρητόρων είναι λοιπόν απόλυτη· γιατί σ' αυ τήν συνίσταται ή κυριαρχία τής εκκλησίας. Είναι ολοκληρωτική πριν άπό τήν επέμβαση τής βουλής καί παραμένει ολοκληρωτική καί μετά άπό αυτήν. Δέν πρέπει Ομως ένα ουσιαστικό δικαίωμα τοΰ πολίτη νά διαφθαρεί καί νά βλάψει τήν πόλη. Ό κανονισμός τής εκκλησίας τό έχει προβλέψει. Κάθε πρόταση, κάθε τροπο λογία ή άντισχέδιο πρέπει νά διατυπωθεί γραπτά. Τό κείμενο παραδίδεται στό γραμματέα, ό όποιος ελέγχει τή διατύπωση καί βοηθά νά γίνουν, έάν χρειαστεί, οί αναγκαίες μεταβολές προ τού τό υποβάλει στον πρόεδρο. Οί καταχρήσεις τοΰ δικαιώματος πού έχουν οί πολίτες νά εισηγούνται ψηφίσματα τιμωρούνται αυστηρά: κάθε παράνομη πρόταση πρέπει νά απορριφθεί άπό τό γραφείο τών πρυτάνεων καί μπορεί νά οδηγήσει στό δικαστήριο αυτόν πού τήν υπέβαλε. Πέρα άπό άλλες ενδεχόμενες σοβαρές κυρώσεις, έπειτα άπό τρεις καταδίκες μέ αυτή τήν κατηγορία ό υπεύθυνος χάνει τό δικαίωμα νά παρουσιάσει στό έξης προτά σεις. Άπό τήν άλλη μεριά, ό πρόεδρος είναι αρκετά οπλισμένος γιά νά εμποδίσει κάθε κωλυσιεργία ή κάθε απομάκρυνση άπό τή συζήτηση: μπορεί νά επαναφέρει τό ρήτορα στό θέμα, καί δέν υπάρχει παράδειγμα όπου νά αμφισβητήθηκε τό κύρος του. Μόλις τελειώσει ή συζήτηση, οί πρυτάνεις θέτουν τό ερώτη μα σέ ψηφοφορία (έπιχρηφίζειν). Μέ αύτη τήν ενέργεια αναλαμ βάνουν ευθύνες, γιατί οφείλουν νά άρνηθοΰν νά προχωρήσουν σέ ψηφοφορία ή καί σέ συζήτηση παράνομης πρότασης. Άλλά ή αντίθεση τοΰ ενός δέν υπερισχύει τής γνώμης τών συναδέλφων του, καί, άν επιμένει, κινδυνεύει νά κατηγορηθεί μέ τή συνοπτι κή διαδικασία τής ενδείξεως καί νά καταδικαστεί, τό λιγότερο, 30
173
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σέ πρόστιμο: καταλαβαίνει κανείς πώς χρειάστηκε μεγάλο πολι τικό θάρρος στον Σωκράτη γιά νά αντισταθεί, σέ τέτοια περί πτωση, στά αχαλίνωτα πάθη. Ή εκκλησία αποφαίνεται μέ υψω μένα χέρια (χειροτονία). Έάν υπάρχει αμφιβολία, ό κήρυκας ξα ναρχίζει τή μέτρηση, καί στήν ανάγκη προχωρεί καί σέ άλλες, ώσπου τό προεδρείο νά άνακοινοόσει ότι τό αποτέλεσμα είναι πρόδηλο καί βέβαιο. Μυστική ψηφοφορία γίνεται όταν πρόκειται νά ληφθούν σοβαρά μέτρα εναντίον ιδιωτών, ή γιά όστρακισμό ή γιά νά αρθούν παράνομες απαγορεύσεις (άδεια), καθώς καί γιά πράξεις εσχάτης προδοσίας. Ό πρόεδρος αναγγέλλει τό αποτέ λεσμα. Έάν ή ημερήσια διάταξη έχει εξαντληθεί, κηρύσσει τό τέλος τής συνεδρίας· έάν ή συζήτηση δέν έχει τελειώσει, αποφαί νεται γιά τήν παραπομπή σέ μεταγενέστερη συνεδρία. Ακόμη καί άφοΰ έχει εκφραστεί ή γνώμη τής εκκλησίας, συμβαίνει οί πρυτάνεις νά υποβάλουν μιά υπόθεση σέ δεύτερη συζήτηση, κατ' εξαίρεση, όταν νομίζουν ότι, σύμφωνα μέ σοβα ρές ενδείξεις, τό αποτέλεσμα προκάλεσε έκπληξη: συγκαλούν τό τε νέα συνέλευση ή συγκατατίθενται νά εισαγάγουν πάλι τό ερώ τημα μέ τήν ευκαιρία κάποιου άλλου σχετικού προβλήματος. Στον Θουκυδίδη παρακολουθούμε δυο φορές ένα δράμα αύτοΰ τοΰ είδους. Τό 428 ή εκκλησία αποφάσισε νά θανατωθοΰν οί Μυ τιληναίοι πού επαναστάτησαν τή νύχτα Ομως οί Αθηναίοι τρο μάζουν μ' αυτή τήν αίμοχαρή ψήφο, καί τήν επομένη μιά δεύτε ρη συζήτηση καταλήγει σέ λιγότερο σκληρό αποτέλεσμα. Τό 415 ή εκστρατεία τής Σικελίας μόλις έχει ψηφιστεί* πέντε μέρες αργότερα, σέ μιά συνεδρίαση Οπου γίνεται λόγος γιά τίς προε τοιμασίες, ό Νικίας επανέρχεται στήν αποφασισμένη υπόθεση* στρέφεται προς τό προεδρείο: «Κι εσύ, πρύτανη, φωνάζει, έάν θεωρείς καθήκον σου νά επαγρυπνείς γιά τή σωτηρία τοΰ κρά τους, έάν θέλεις νά κάμεις μιά πατριωτική πράξη, φέρε ξανά τήν υπόθεση σέ ψηφοφορία, καί προχώρησε σέ δεύτερη συζήτηση. Έάν φοβάσαι νά επανέλθεις σέ έπιψηφισμένη υπόθεση, σκέψου ότι αυτή ή παράβαση τοΰ νόμου δέν μπορεί νά είναι άξιόμεμπτη, Οταν γίνεται μπροστά σέ τόσους μάρτυρες». Καί πετυχαίνει ικα νοποίηση: αρχίζει μιά δεύτερη συζήτηση. 31
32
174
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
Β' ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
1. Ή κανονική εκκλησία Άφοΰ είδαμε τή σύνθεση τής εκκλησίας καί τή λειτουργία της, θά εξετάσουμε άπο πιο κοντά τίς εξουσίες της. Ή άρχή είναι άπλή: σέ καθεστώς απόλυτης δημοκρατίας ό κυρίαρχος λαός μπορεί νά κάμει τά πάντα. Μένει πάντως νά δούμε τί έννοοΰσαν θεωρητικά οί Αθηναίοι μέ τήν κυριαρχία, καί άν δέχονταν νά υποστεί στήν πράξη μερικούς περιορισμούς. Ή κυριαρχία (τό κνριον), σύμφωνα μέ τόν ορισμό πού τής δί νει ό Αριστοτέλης τόν 4ο αιώνα, άλλά πού ισχύει καί γιά τόν προηγούμενο, περιλαμβάνει: τό δικαίωμα απόφασης γιά ειρήνη καί πόλεμο, μαζί μέ τό δικαίωμα σύναψης καί διάλυσης συμμα χιών, τό δικαίωμα τής νομοθεσίας, τό δικαίωμα επιβολής θανα τικής ποινής, εξορίας καί δήμευσης, τό δικαίωμα ελέγχου τών πράξεων καί τής διαχείρισης τών αρχόντων. Στήν εκκλησία λοιπόν ανήκουν: Ιον, οί εξωτερικές σχέσεις* 2ον, ή νομοθετική εξουσία* 3ον, τό πιό σημαντικό μέρος, καί ειδικά τό πολιτικό, τής δικαστικής εξουσίας, άφοΰ ακόμη καί οί υποθέσεις πού δέν κρατά γιά τόν εαυτό της παραπέμπονται σέ δικαστήρια τά όποια προέρχονται κατευθείαν άπό τό λαό* 4ον, τόν έλεγχο τής εκτε λεστικής εξουσίας —στήν πραγματικότητα τό διορισμό καί τήν επίβλεψη Ολων τών αρχόντων. Στή σφαίρα τής εξωτερικής πολιτικής οί εξουσίες τής εκκλη σίας είναι πολύ εκτεταμένες. "Οχι μόνο αποφασίζει γιά τήν ει ρήνη καί γιά τόν πόλεμο, όπως καί γιά τίς συμμαχίες, άλλά α σχολείται καί μέ τίς ήσσονος σημασίας διαπραγματεύσεις. Διο ρίζει τούς πρεσβευτές, τούς δίνει οδηγίες καί λαμβάνει τίς εκθέ σεις τους. Δέχεται τούς κήρυκες καί τούς πρεσβευτές πού στέλ νουν οί άλλες πόλεις: κανονικά, τούς ακούει σέ δυο συνεδριάσεις κατά πρυτανεία, καί οί συμφωνίες πού ετοιμάστηκαν μέ αυτούς στή βουλή δέν είναι παρά προβουλεύματα τά όποια ή εκκλησία μεταβάλλει σέ ψηφίσματα μέ ή χωρίς αλλαγές. "Οταν επικυρώ νει τίς συνθήκες, υποδείχνει ακόμη καί τά πρόσωπα πού πρέπει νά τίς επισφραγίσουν μέ Ορκους ή νά δεχτούν τόν Ορκο τής άλλης πλευράς. Τό δικαίωμα νά διευθύνει τήν εξωτερική πολιτική θά ήταν 33
175
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
απατηλό, έάν δέν επέσυρε καί τό δικαίωμα νά αποφασίζει γιά τά μέσα: όλα τά στρατιωτικά καί ναυτικά ζητήματα ανήκουν στήν εκκλησία. Σέ καιρό ειρήνης, όπως είδαμε, διαβάζεται στήν κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας μιά έκθεση γιά ό,τι άφορα τήν άμυνα, κατά ξηρά καί κατά θάλασσα, καί ξέρουμε πώς δέν πα ροπλιζόταν ένα παλαιό πλοίο χωρίς ψήφισμα τοΰ λαοΰ. Σέ καιρό πολέμου ορίζει τίς ηλικίες πού θά επιστρατευτούν, τήν αναλογία τών πολιτών καί τών μετοίκων πού θά υπηρετήσουν ώς οπλίτες, τήν αναλογία τών πολιτών, τών μετοίκων, τών δούλων καί τών μισθοφόρων πού θά υπηρετήσουν ώς κωπηλάτες. 'Τποδείχνει τούς στρατηγούς γιά τίς εκστρατείες τίς όποιες αποφασίζει, δέ χεται τίς αναφορές, διευθύνει τίς επιχειρήσεις καί διατάζει, μέ ψηφίσματα, υποχώρηση. Τά δικαιώματα πού έχει στους στρα τιωτικούς αρχηγούς τά ενισχύει μέ τεράστιες εξουσίες πού τής παρέχει ή δικαστική της κυριαρχία: τή βλέπουμε νά καταδικάζει σέ εξορία ή στήν ποινή τοΰ θανάτου στρατηγούς ηττημένους —μία φορά μάλιστα νικητές. Τό γεγονός Οτι οί πιό λεπτές διαπραγματεύσεις καί ή διοίκη ση στρατών καί στόλων εξαρτιόνταν άπό σαράντα χιλιάδες άτο μα μέ ίσα δικαιώματα, φαντάζει τερατώδες, παραφροσύνη, έάν δέν διακρίνει κανείς κάτω άπό τά φαινόμενα τήν πραγματικότη τα. "Ενα είναι βέβαιο: Ή 'Αθήνα τόν 5ο αιώνα ακολούθησε μιά εξωτερική πολιτική πού ασφαλώς δέν τής λείπει τό μεγαλείο" δημιούργησε τήν ωραιότερη ναυτική αυτοκρατορία πού γνώρισε ή αρχαιότητα. Πώς νά εξηγηθεί αυτό τό γεγονός; Πρέπει νά δεχτούμε Οτι τά σαράντα χιλιάδες άτομα πού αποτελούσαν τόν αθηναϊκό λαό ήξεραν νά υποτάσσουν τά μικροσυμφέροντα τους καί τά προσωπικά τους πάθη στό κοινό συμφέρον καί στό ανώ τερο πάθος τοΰ πατριωτισμού. "Ηξεραν νά δέχονται τίς αναγ καίες οδηγίες. Κατά βάθος ό κύριος ρόλος στά ζητήματα εξω τερικής πολιτικής καί εθνικής άμυνας άνηκε στή βουλή: μέ αυ τόν τόν τρόπο μιά εκκλησία πού, αφημένη στον εαυτό της, θά ήταν αναπόφευκτα επιπόλαιη καί εύμετάβολη, αποκτούσε ένα στοιχείο ισορροπίας. Πεντακόσιοι Αθηναίοι περνούσαν έναν ολόκληρο χρόνο μελετώντας τίς υποθέσεις πού έπρεπε νά υπο βληθούν στον υπόλοιπο λαό. Αυτοί πρώτοι δέχονταν τούς πρε σβευτές καί διαπραγματεύονταν μαζί τους, καί κατόπιν τούς πα ρουσίαζαν στήν εκκλησία, ή όποια καί επικύρωνε αποφάσεις πού είχαν ληφθεί άπό πρίν οί ίδιοι είχαν στήν επίβλεψη τους τή 176
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
στρατιωτική διοίκηση. Πρέπει νά ομολογήσουμε δτι ό Κλέων, μέ δλη τή δημαγωγική ευφράδεια του, δέν επηρέασε τά πνεύμα τα παρά άφοΰ μπήκε στή βουλή. Καί αναμφίβολα μέ αυτό το μέσο ό Περικλής επέβαλε στο λαό τήν επιρροή τής ιδιοφυΐας του έπί τριάντα χρόνια. Γιά νά καθορίσουμε μέ ακρίβεια τή νομοθετική δύναμη τής εκκλησίας, πρέπει νά φωτιστεί ή ακριβής έ'ννοια τής λέξης νόμος καί τής λέξης ψήφισμα (διάταγμα). Μιά εποχή δπως ή δική μας, δπου οί πιο σοφοί νομομαθείς δλων τών χωρών συναντούν εξαιρετική δυσκολία νά ορίσουν τούς δρους νόμος καί διάταγμα, δέν έχει δικαίωμα νά ρίξει τό λίθο τοΰ αναθέματος στήν αθηναϊ κή δημοκρατία πού άφησε ακαθόριστη τή διαφορά ανάμεσα σέ δύο, ουσιαστικές οπωσδήποτε, έννοιες. Πάντως, τό δημόσιο δίκαιο τών Αθηνών διακήρυσσε δτι κατ' αρχήν κανένα διάταγμα, ούτε τής βουλής ούτε τοΰ λαοΰ, δέν υπερέχει τοΰ νόμου (ψήφισμα μηδέν, μήτε βουλής μήτε δήμου, νόμου κνριώτερον είναι). 'Αλλά παράλληλα ό Αριστοτέλης απο φαίνεται Οτι «ή κυριαρχία τοΰ λαοΰ εκτείνεται ακόμη καί ώς τούς νόμους» (κύριος ό δήμος και τών νόμων έστι), καί κατ' αυ τόν ήταν έτσι άπό τόν 5ο αιώνα, άφοΰ «οί Αθηναίοι κυβερνού σαν τότε χωρίς νά αποδίδουν στους νόμους τήν ίδια προσοχή δ πως παλαιότερα». Ή αντίφαση είναι ρητή. Μία μόνο εξήγηση επιδέχεται. Κατ' αρχήν ή εκκλησία, άπό θρησκευτικό φόβο, δέν έπαιρνε τό δικαίωμα νά καταργήσει ρητά τούς υπάρχοντες νό μους καί νά κάμει καινούριους* έμαθε ωστόσο νά παρακάμπτει αυτή τήν άρχή καί νά βρίσκει τρόπο νά νομοθετεί μέ ψηφίσματα. "Ο,τι εννοούσαν οί Αθηναίοι τοΰ 5ου αιώνα ώς νόμους, ήταν οί νόμοι τοΰ Δράκοντα, τοΰ Σόλωνα καί τοΰ Κλεισθένη: δέν κατάρ γησαν κανέναν, πράγμα πού δέν τούς εμπόδισε νά μεταρρυθμί σουν τήν εξουσία τών αρχόντων δυο φορές, νά αφαιρέσουν άπό τόν "Αρειο Πάγο τό μεγαλύτερο μέρος τών εξουσιών του, νά επι φέρουν περιορισμούς στή χορήγηση πολιτικών δικαιωμάτων. Γιά τόν Αριστοτέλη, πού βλέπει τήν πραγματικότητα άπό τό πρίσμα τής ίδιας συμβατικότητας, υπάρχει έδώ μιά λυπηρή υπερβολή. Γιά τόν ιστορικό, ό όποιος πρέπει νά πιστέψει τόν Αριστοτέλη όσον άφορα τό γεγονός, άλλά γνωρίζει τίς μεταβο λές τών ανθρώπινων θεσμών, πρόκειται γιά φυσικό φαινόμενο τό όποιο δέν μπορεί κανείς νά κρίνει παρά μόνο δταν ξέρει τά γεγονότα. Βέβαια ό φιλόσοφος διακηρύσσει Οτι «ή κυριαρχία 34
35
36
37
177
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τών νόμων είναι, ό όρος ύπαρξης του συνταγματικού καθεστώ τος», καί «τό κράτος όπου όλα γίνονται μέ ψηφίσματα δέν είναι καθαρή δημοκρατία, άφοΰ ένα ψήφισμα δέν έξυπακούει γενικές διατάξεις». Μένει νά δοΰμε άν ό αθηναϊκός λαός, όταν έκανε νόμους μέ τή μορφή ψηφισμάτων, χρησιμοποιούσε άλλους τρό πους καί έπαιρνε μεγαλύτερες προφυλάξεις παρά Οταν εφάρμοζε ευκαιριακά μέτρα μέ συνηθισμένα ψηφίσματα. Σέ αυτό τό σημείο δέν υπάρχει αμφιβολία. Γνωρίζουμε, πραγ ματικά, μιά ολόκληρη σειρά ψηφισμάτων τά όποια, μέ τό γενικό χαρακτήρα τους, έχουν αληθινά νομοθετική αξία ή καί συνταγ ματική, καί τά όποια δέν προτάθηκαν στήν εκκλησία μέ τή φυ σική διαδικασία τοΰ προβουλεύματος. Είναι ψηφίσματα πού κα θορίζουν τή θέση μιάς ομόσπονδης πόλης, δίνουν σέ μιά αποικία αυτή τήν ιδιότητα, κανονίζουν τό σοβαρό πρόβλημα τών απαρ χών πού οφείλονται στις θεές τής Ελευσίνας. Σέ όλες αυτές τίς περιπτώσεις χρησιμοποιούν ειδικές καί πανηγυρικές διατυ πώσεις, τίς ίδιες πού χρησιμοποίησαν γιά νά ανανεώσουν, μέ εγγυημένη τήν αρχική απόδοση τους, τούς κυριότερους νόμους τοΰ Δράκοντα. Διορίζουν μιά επιτροπή συγγραφέων ανάλογη μέ τό συμβούλιο τών νομοθετών, αυτή τή νομοθετική επιτροπή πού λειτουργεί κατ' εξαίρεση μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων καί πάλι μετά τήν πτώση τών Τριάκοντα, καί ή όποια επανεμφα νίζεται μέ κανονική μορφή γιά μεγάλο διάστημα τοΰ 4ου α ι ώ να. Τό σχέδιο πού επεξεργάστηκαν οί συγγραφείς τό φέρνει ή βουλή μέ τίς παρατηρήσεις της στήν εκκλησία, καί ή εκκλησία τό υιοθετεί τελικά. Άλλη προφύλαξη: Οσο μικρή καί άν είναι ή επέμβαση στους «υπάρχοντες νόμους» μέ τό καινούριο «διά ταγμα», ό εισηγητής αυτής τής ιερόσυλης καί επαναστατικής πρότασης πρέπει νά απομακρύνει άπό πάνω του τήν κατάρα τών θεών καί τήν ποινή τών ανθρώπων πού επισύρει ή μεταβολή τοΰ «νόμου», νά προσέλθει στήν εκκλησία ώς ικέτης, ζητώντας προ καταβολικά χάρη, καί ή «ασυδοσία» πού ζητά, μόνο άπό πλήρη συνέλευση μπορεί νά τοΰ δοθεί, μέ μυστική ψηφοφορία, καί μέ έξι χιλιάδες ψήφους τουλάχιστον. Αληθινά, δέν έχουμε δικαίω μα νά ποΰμε Οτι ή αθηναϊκή εκκλησία χρησιμοποιούσε τή νομο θετική εξουσία απερίσκεπτα. Ό λαός είναι επίσης κυρίαρχος δικαιοκρίτης. Άλλά μεταβι βάζει τή δικαστική εξουσία σέ τμήματα πολιτών πού εδρεύουν στά δικαστήρια* ολόκληρο τό σώμα τών πολιτών στήν εκκλησία 38
39
40
41
178
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
επιφυλάσσει στδν εαυτό του μόνο τό δικαίωμα νά επεμβαίνει στις υποθέσεις όπου διακυβεύεται τό δημόσιο συμφέρον, δίνοντας στά δικαστήρια τίς οδηγίες πού νομίζει χρήσιμες μέ προδικα στικές αποφάσεις. Στήν 'Αθήνα, καθώς δέν υπάρχει εισαγγελική άρχή πού θά εκπροσωπούσε τή λαϊκή κυριαρχία, όταν ένας απλός πολίτης ή θελε νά κατηγορήσει τό δράστη μιάς παράβασης ή ενός εγκλή ματος πού βλάπτει τήν πόλη, ζητούσε άπό τό λαό προκαταβο λικά τήν ηθική του υποστήριξη, μιά καί δέν έχει ρητή εντολή νά προβεί σ' αυτή τήν πράξη. Αυτό γινόταν μέ τήν προδικαστική αγωγή ή προβολή. Μέ τήν ίδια διαδικασία καταδίωκαν αυτούς πού είχαν παραβιάσει τήν ιερότητα ορισμένων εορτών, τούς συ κοφάντες καί, γενικά, Οποιον ειχε εξαπατήσει τό λαό. Τόν 5ο αιώνα χρησιμοποιήθηκε άπό τούς φίλους τών στρατηγών πού νίκησαν στή ναυμαχία τών 'Αργινουσών εναντίον τών κατηγό ρων τους" τόν 4ο αιώνα, άπό τόν Δημοσθένη εναντίον τοΰ Μειδία. Ά ν καί ή εκκλησία σ' αυτές τίς περιπτώσεις δέν άπάγγελνε κα ταδίκες, δέν αρνιόταν νά εξετάσει τήν υπόθεση εις βάθος: έδινε τό λόγο στά δύο μέρη καί ψήφιζε καταφατικά υπέρ τοΰ κατήγο ρου (καταχειροτονία) Ύ\ άποφατικά, όταν ήταν υπέρ τοΰ κατηγο ρουμένου (άποχειροτονία). Πάντως, έάν ό κατήγορος υπερίσχυε, δέν ήταν υποχρεωμένος νά συνεχίσει, καί μποροΰσε νά αρκεστεί σ' αυτή τήν ηθική ικανοποίηση. Σέ αντίθετη περίπτωση, οί θε σμοθέτες εισήγαν τήν προβολή καί τήν καταχειροτονία στό δι καστήριο. Ή εισαγγελία ειχε μεγαλύτερη βαρύτητα. Ενάγοντας τό δράστη ενός αυτόφωρου εγκλήματος κατά τής ασφάλειας τής χώρας, τόν παρέδιδε, δεμένον χεροπόδαρα, στή δικαιοδοσία τών δικαστών. Τόν 5ο αιώνα κανένα κείμενο δέν καθόριζε τίς πρά ξεις πού υπάγονταν σέ μιά τέτοια κατηγορία. Ή αλήθεια είναι πώς στις αρχές τοΰ 4ου αιώνα ένας νόμος (ό νόμος είσαγγελτικός) καθόριζε τή νομολογία στό κεφάλαιο τών «σοβαρών αδικη μάτων απέναντι στό λαό» (αδικία προς τόν δήμον)' άλλά προσ διόριζε τίς εφαρμογές τής εισαγγελίας στό παρελθόν (προδοσία, έσχατη προδοσία, συνωμοσία κτλ.) χωρίς νά τίς περιορίζει γιά τό μέλλον, έτσι ώστε κατέληξαν νά τόν χρησιμοποιούν, κατ' ε πέκταση, στις προσβολές κατά τών δημοσίων ηθών, λόγου χάρη γιά τή μοιχεία. "Οταν μιά κατηγορία αύτοΰ τοΰ είδους εισαγόταν σέ κύρια συνεδρία, ή εκκλησία άπαντοΰσε στό προκαταρκτικό 42
43
}
44
179
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ερώτημα τής αποδοχής ή τής απόρριψης. Σέ περίπτωση θετικής ψήφου ή βουλή ήταν υποχρεωμένη νά πει μέ ενα προβούλευμα έάν ή υπόθεση έπρεπε νά κριθεί άπό τήν εκκλησία ή άπό δικα στήριο ήλιαστών υπό τήν προεδρία τών θεσμοθετών. Έάν ό λαός κρατούσε γιά λογαριασμό του τήν κρίση, οί εξουσίες του ήταν απεριόριστες σέ δ,τι αφορούσε τήν ποινή* έάν τήν παρέπεμπε, καθόριζε στό παραπεμπτικό ψήφισμα τό νόμο τοΰ όποιου οί κυ ρώσεις θά εφαρμόζονταν σέ περίπτωση καταδίκης. "Οπως είναι φανερό, ή εισαγγελία άποτελοΰσε φοβερό Οπλο. Πρέπει ωστόσο νά σημειωθεί δτι ή εκκλησία έκρινε μόνο τίς περιπτώσεις καθαρά πολιτικοΰ χαρακτήρα, καί δτι στήν πράξη ή ασάφεια γύρω άπό τό έγκλημα είχε τουλάχιστον ώς αντιστάθμισμα τήν ασάφεια τής ποινής. Ή κυριαρχία τοΰ λαού στό κεφάλαιο τής εκτελεστικής εξου σίας δέν μπορεί νά ασκηθεί, φυσικά, παρά μέ τή μεσολάβηση τών αρχόντων. Θά εξετάσουμε εκτενέστερα τό ρόλο τών αρχόν των στό κράτος* γιά τήν ώρα μάς άρκεΐ νά δείξουμε τή θέση τους σέ σχέση μέ τήν εκκλησία. Οί άρχοντες πού δέν κληρώνον ται μέσα άπό τό λαό, αναδείχνονται μέ εκλογή. Οί εκλογικές συνελεύσεις είναι συνελεύσεις ειδικές (άρχαιρεσίαι) πού συνέρ χονται, δπως οί άλλες, στήν Πνύκα, καί οί ενέργειες τους προ καλούνται μέ ψήφισμα τής βουλής. Οί άρχοντες, αφότου αναλά βουν καθήκοντα, υπόκεινται σέ συνεχή επιτήρηση. Σέ κάθε πρυ τανεία, εννιά φορές τό χρόνο, πρέπει νά ανανεωθούν οί εξουσίες τους άπό τήν εκκλησία μέ ψήφο εμπιστοσύνης: τήν έπιγειροτονία' έάν δέν τήν επιτύχουν, οδηγούνται μέ αυτό τό αιτιολογικό στά δικαστήρια. Ό αυστηρότερος έλεγχος γίνεται στους στρα τηγούς, πού δέν είναι μόνο στρατιωτικοί αρχηγοί άλλά καί πο λιτικοί λειτουργοί* ή δυσπιστία επεκτείνεται σέ δλες τίς κατη γορίες τών αρχόντων, καί ιδιαίτερα σ' αυτούς πού διαχειρίζονται χρήματα. "Ολη ή οικονομική διοίκηση εξαρτάται άπό τό λαό: ψηφίζει τά απαιτούμενα ποσά γιά τόν πόλεμο, γιά τίς πρεσβείες κτλ., ώς τίς δέκα δραχμές πού χρειάζονται γιά τή χάραξη τοΰ ψηφίσματος πού μόλις εξέδωσε* δέν αφήνει νά περάσει μιά πρυ τανεία χωρίς νά λάβει γνώση τής κατάστασης τών δημευμένων κτημάτων. Οί άρχοντες, τέλος, άφοΰ λήξει ή εξουσία τους, πρέ πει νά δώσουν λογαριασμό μπροστά σέ δύο επιτροπές γιά τήν οικονομική καί τή διοικητική διαχείριση τους. 180
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
2. ((Δήμος πληΘνων» Κατά γενικό κανόνα, τά ψηφίσματα τής εκκλησίας ισχύουν χω ρίς νά απαιτείται Ινα ελάχιστο Οριο ψήφων, όποιος καί άν είναι ό αριθμός τών παρόντων καί τής πλειοψηφίας: Οί πολίτες πού λαμβάνουν μέρος στήν εκκλησία ενεργούν εξ ονόματος όλων τών πολιτών. Άλλά, όπως είδαμε, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ή α πόφαση πρέπει θεωρητικά νά ληφθεί μέ ομοφωνία —στήν πρά ξη, άπό μεγάλη μερίδα τοΰ λαοΰ πού νά εκπροσωπεί αληθινά ολόκληρο τό λαό. Υπάρχουν δυο διαφορετικές αντιλήψεις, καί καθεμιά έχει τήν παράδοση της. Τό σύστημα τής ομόφωνης συγ κατάθεσης, τοΰ Ι Λ β π ι π ί ν β ί ο , κατάγεται άπό τή Θέμιδα τοΰ παλαιοΰ οικογενειακού δικαίου, τό όποιο ήθελε, στις σημαντικές συζητήσεις τοΰ γένους, ή αντίθεση τοΰ ενός νά καταργεί τή γνώ μη όλων τών άλλων (πάντας ή τόν κωλύοντα κρατεΐν).* Τό πλειοψηφικό σύστημα προέρχεται άπό τή δίκη, τό διοικογενειακό δίκαιο, πού βασίζεται στή συνδιαλλαγή αντίθετων δυνάμεων, καί συνδέεται μέ τόν δικαστικό αγώνα καί τή συνήθεια πού ανα γνωρίζει νικήτρια τή μεγαλύτερη ομάδα (νικέν δ' δτερα κ οι πλέες όμόσοντι). Στήν Αθήνα ή «πλήρης» συνέλευση τής εκ κλησίας (ό δήμος πληβύων), πού συγκαλείται στήν αγορά καί χωρίζεται κατά φυλές, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει ολόκληρη τήν πόλη" πρόταση πού σ' αυτήν τή συνέλευση έπαιρνε πάνω άπό έξι χιλιάδες ψήφους λογιζόταν ότι ειχε επιδοκιμαστεί ομό φωνα. Τόν 5ο αιώνα ή «πλήρης» συνέλευση τής Αθήνας συγκαλεί ται σέ δύο περιπτώσεις: Ιον, γιά νά υποδείξει τόν Αθηναίο πού πρέπει νά απελαθεί μέ τό νόμο τοΰ δστρακισμοϋ' 2ον, γιά νά παραχωρήσει τήν άδεια, τήν ατιμωρησία ή τή χάρη, είτε στον ενδεχόμενο εισηγητή μιάς πρότασης «παράνομης» άλλά αναγ καίας, είτε σέ πρόσωπα πού είχαν υποστεί τήν ατιμία. Αυτές οί δύο περιπτώσεις σέ πρώτη ματιά δέν φαίνεται νά έχουν κα μία σχέση μεταξύ τους. Ωστόσο έχουν σχέση, κι αύτη γίνεται φανερή όταν δούμε τήν «πλήρη» συνέλευση νά λειτουργεί τόν 4ο αιώνα σέ μιά τρίτη περίπτωση, στήν απονομή τοΰ δικαιώμα τος τοΰ πολίτη. Μέ τόν όστρακισμό, όπως καί μέ τήν άδεια, ή κοινότητα παραβιάζει γιά χάρη ενός ανώτερου συμφέροντος τούς κανόνες τοΰ κοινού δικαίου πού εγγυώνται τά πολιτικά δικαιώ5
ί6
47
181
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ματα τών ατόμων. Κατ' αρχήν οί Αθηναίο;, δέν δέχονται ατο μικό νόμο, νόμον έπ άνδρί' σκέφτονται, όπως οί Ρωμαίοι: ηβ ρηνϋθ^ΐα δυηί,ο [νά μήν υπάρχουν προνόμια]. Άλλά όταν τό απαιτούν κρατικοί λόγοι, δέχονται τό προσωπικό διάταγμα: ψή φισμα έπ άνδρί. Κάνουν διατάγματα αύτοΰ τοΰ είδους, χρησι μοποιώντας ιδιαίτερα επίσημους τύπους, όταν απομακρύνουν άπό τήν Αττική έναν άνθρωπο πού δέν βρίσκεται ύπό τήν ισχύ τοΰ ποινικού κώδικα, ή όταν παραχωροΰν αποζημίωση, χάρη, αμνηστία. Στό σημείο αυτό μποροΰμε νά εξετάσουμε έναν άπό τούς πιό γνωστούς θεσμούς τής Αθήνας, τόν όστρακισμό. Οί ιστορικοί τής αρχαιότητας αποδίδουν ομόφωνα τή δημι ουργία του στον ιδρυτή τής αθηναϊκής δημοκρατίας, τόν Κλει σθένη. Ωστόσο ό Αριστοτέλης τοποθετεί τήν πρώτη εφαρμογή τοΰ νόμου τοΰ όστρακισμοΰ μόνο είκοσι χρόνια αργότερα, τό 488/7 καί τότε, μάς λέει εφαρμόστηκε τρία χρόνια συνέχεια. Γιά τοΰτο θέλησαν νά άρνηθοΰν τήν πατρότητα τοΰ Κλεισθένη. Είναι πιθανό όμως ό Αριστοτέλης νά γνώρισε τούς πιό παλαι ούς όστρακισμούς μόνο άπό τό ψήφισμα τής αμνηστίας πού τούς επανέφερε τό 481 /80, καί, καθώς ή εξορία μέ όστρακισμό τελεί ωνε αυτόματα στά δέκα χρόνια, τό ψήφισμα τής αμνηστίας δέν ονόμαζε παρά μόνο τούς πολίτες πού όστρακίστηκαν μετά άπό τό 491 /90. Δέν είναι μόνο τολμηρό τό νά απορρίπτεται ή ομόφω νη μαρτυρία τών αρχαίων, είναι καί ανώφελο. Ό μακροχρόνιος ύπνος τοΰ κλεισθένειου νόμου εξηγείται διαφορετικά. Ό όστρακισμός αρχικά δέν ήταν αυτό πού έγινε στή συνέχεια. "Οταν τόν ίδρυσε ό Κλεισθένης, οί Αθηναίοι έβγαιναν άπό περίοδο εμφύ λιων πολέμων οί όποιοι έθεταν διαρκώς σέ λειτουργία τή συλ λογική ευθύνη τοΰ γένους: πολλές φορές, μέσα σ' έναν αίοινα, οί Άλκμεωνίδες εξορίστηκαν μαζικά, καί ό αρχηγός τών ολιγαρ χικών, ό Ίσαγόρας, εξόρισε τό 508 εφτακόσιες οικογένειες. Κα νένας δέν μποροΰσε νά αισθανθεί μεγαλύτερη απέχθεια γιά μιά τέτοια συνήθεια άπ' ό,τι ό Άλκμεωνίδης Κλεισθένης, καί οί Αθηναίοι δέν ζητοΰσαν παρά νά χρησιμοποιήσουν, όπως λέει ό Αριστοτέλης, «τή συνηθισμένη επιείκεια τοΰ δήμου». Γιά νά προστατεύσουν τό καθεστώς άπό τούς Πεισιστρατίδες, αρκέ στηκαν νά προγράψουν τούς τυράννους καί τούς γιους τους· όσο γιά τά μέλη τής οικογένειας «πού δέν αναμίχθηκαν στις ταρα χές», τά άφησαν νά κατοικούν στή χώρα, άφοΰ τά προειδοποί48
49
50
182
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Τ
ησαν πώς, άν κινηθούν, θά τά εξόριζαν γιά δέκα χρόνια. Κάθισαν ήσυχα γιά πολύ καιρό. 'Αλλά κατά τόν πρώτο μηδικό πόλεμο θεωρήθηκαν ύποπτα γιά συνεννοήσεις μέ τόν Ιππία, τόν προ δότη τής πατρίδας του* ακόμη καί οί 'Αλκμεωνίδες, ή τουλάχι στον μερικοί άπό αυτούς, έ'δωσαν λαβή σέ υποψίες. Μετά άπό τή νίκη στον Μαραθώνα αποφάσισαν νά τιμωρήσουν τούς φίλους τών τυράννων: τό όπλο πού κρεμόταν πάνω άπό τό κεφάλι τους τούς έ'πληξε απανωτά. Τό 487 ψηφίστηκε ό όστρακισμός ενός συγγενή τοΰ Πεισίστρατου, τοΰ "Ιππαρχου γιου τοΰ Χάρμου, πού ειχε γίνει ό αρχηγός τής οικογένειας* τό 486, τό χρόνο πού οί ιππείς απέκτησαν τό δικαίωμα νά εκλέγονται στους εννέα άρχοντες, οστρακιά ;ηκε ό 'Αλκμεωνίδης Μεγακλής, γιος τοΰ Ιπποκράτη* τό 485, πιθανότατα, όστρακίστηκε ό Αλκιβιάδης ό παλαιός. 'Αλλά τό γεγονός ότι ό όστρακισμός δέν χτυπούσε μόνο τήν οικογένεια πού ήταν ό αρχικός στόχος αρκούσε νά εξυπηρετήσει τήν πόλη, βάζοντας ένα τέρμα στους εσωτερικούς αγώνες. Στις σοβαρές περιπτο^σεις, κυρίως απέναντι στον περσικό κίνδυνο, δέν έπρεπε νά υπάρχει συνεχής διαφωνία πά,νω στό πρόβλημα τής εθνικής άμυνας. Τί έπρεπε νά γίνει Οταν δυο ομάδες τό ίδιο ισχυρές εμπόδιζαν τή λειτουργία τοΰ κράτους; Ό παλαιός νόμος τοΰ Σόλωνα πού έπληττε μέ ατιμία Οσους πολίτες απείχαν άπό τά πολιτικά σέ περίπτωση ταραχών ήταν ολοφάνερα ανεπαρκής καί, επιπλέον, ξεπερασμένος. Τό ύψιστο συμφέρον τής δημο κρατίας επέβαλλε νά προστατευτεί τό έργο τής πλειοψηφίας ά πό άκαιρες επιθέσεις, μέ τήν απομάκρυνση τοΰ αρχηγού τής μει οψηφίας άπό τή χο>ρα. "Ετσι, τά χρόνια πού προηγήθηκαν άπό τόν δεύτερο μηδικό πόλεμο, ένώ ό Θεμιστοκλής επέβαλλε τίς απόψεις του γιά τήν αναγκαιότητα ενός μεγάλου στόλου, οί αν τίπαλοι του έπαιρναν τό δρόμο τής εξορίας: ό Ξάνθιππος όστρα κίστηκε τό 4 8 4 καί ό Αριστείδης τό 483. 'Εάν σκεφτεί κανείς τήν εξωτερική κατάσταση, υπάρχει ίσως μικρότερη αντίφαση άπό ο,τι φαίνεται ανάμεσα στά διατάγματα τοΰ όστρακισμοΰ πού εκδόθηκαν τό ένα μετά τό άλλο καί στήν αμνηστία πού τά κατάργησε τό 4 8 1 , γιά νά συσφίξει Ολους τούς πολίτες σέ μιά ιερή ένωση. Ή τελική εξαφάνιση τών τυράννων καί ή ήττα τών Μήδων περιόρισαν τή χρήση τοΰ όστρακισμοΰ στήν εσωτερική πολιτική. Ό όστρακισμός στή νέα φάση τής εφαρμογής του χρησιμοποιή183
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
θηκε άπό τίς παρατάξεις γιά τόν αμοιβαίο αποκεφαλισμό τους. Ό Θεμιστοκλής εξορίστηκε τό 472 άπό τούς οπαδούς τοΰ Κίμω να, ό Κίμωνας τό 461 άπό τούς οπαδούς τοΰ Εφιάλτη. Ό Πε ρικλής είδε νά πλήττεται μέ όστρακισμό ό φίλος του Δάμων, πριν χτυπήσει τό 433 τόν κυριότερο αντίπαλο του, τόν Θουκυδίδη, γιό τοΰ Μελησία. Άπό τότε αμβλύνθηκε τό όπλο πού κατασκεύ ασε ό Κλεισθένης καί πού χρησιμοποιήθηκε άτοπα. Κάποια στιγμή, πού δέν είναι δυνατό νά οριστεί μέ ακρίβεια, ό λαός απο φάσισε νά προχωρήσει σέ ψηφοφορία όστρακισμοΰ* άλλά οί ψή φοι μοιράστηκαν τόσο ώστε δέν έ'γινε απαρτία, καί αύτη ή χωρίς αποτέλεσμα απόπειρα θά ξεχνιόταν γιά πάντα, έάν δέν ανακα λύπτονταν τό 1910, σ' ένα σωρό απορριμμάτων, Οστρακα μέ διά φορα ονόματα χαραγμένα πάνω τους. Ωστόσο τό 417 δοκίμα σαν ακόμη μιά φορά νά διαλέξουν μέ τόν όστρακισμό ανάμεσα στον Νικία καί στον Αλκιβιάδη· άλλά τήν τελευταία στιγμή οί οπαδοί καί τών δύο φοβήθηκαν, καί ενώθηκαν γιά νά καταψηφί σουν έναν άθλιο πολιτικάντη, μισητό σέ όλους, τόν 'ΐπέρβολο. Ήταν τό τέλος τοΰ όστρακισμοΰ. Κατά τήν κύρια συνέλευση της έκτης πρυτανείας, αμέσως μετά άπό τά μέσα τοΰ χρόνου, οί πρυτάνεις υπέβαλλαν στό λαό, σύμφωνα μέ τήν ημερήσια διάταξη, άλλά χωρίς προβούλευμα, τό ερώτημα έάν ήθελε νά προχωρήσει σέ όστρακισμό. Ή ψηφο φορία γινόταν κατά τήν ίδια συνεδρίαση, χωρίς συζήτηση. Σέ περίπτωση θετικής απάντησης, καθοριζόταν ή μέρα δπου θά γι νόταν σέ «πλήρη» συνέλευση ή όύτρακοφορία. "Επρεπε νά βιαστοΰν, γιατί αυτή ή ψηφοφορία δέν είχε νόημα παρά μόνο πριν άπό τίς εκλογές, οί οποίες γίνονταν κάθε χρόνο ανάμεσα στήν έβδομη καί τήν ένατη πρυτανεία. Γιά τήν αποφασιστική συνεδρία ή αγορά χωριζόταν σέ δέκα τμήματα, μέ μιά κάλπη γιά κάθε φυλή. Τό προεδρείο τό αποτε λούσαν οί εννέα άρχοντες, περιτριγυρισμένοι άπό τήν ολομέλεια τής βουλής. Ή ψηφοφορία γινόταν μέ Οστρακα, δπου έγραφε ό καθένας τό Ονομα δποιου θεωροΰσε δημόσιο εχθρό: παλαιά συ νήθεια πού χρησίμευε πολύ πριν άπό τόν Κλεισθένη γιά τήν προ γραφή. Υπήρχε ένα κατώτερο όριο έξι χιλιάδων ψήφων. Άλλά δέν ξέρουμε άν επρόκειτο γιά έξι χιλιάδες ψήφους στό σύνολο τους, δπως λέει ό Πλούταρχος, ή γιά έξι χιλιάδες ψήφους γιά τό ίδιο πρόσωπο, δπως θέλει ό Φιλόχορος. Ά ν εξετάσουμε τό ίδιο τό πνεύμα τοΰ θεσμοΰ, τήν άρχή τής ομόφωνης συγκατάθεσης, 51
52
53
184
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
είναι απίθανο δτι οί Αθηναίοι θά θεώρησαν θεμιτό νά αφαιρούν τά δικαιώματα άπό έναν πολίτη χωρίς νά συγκεντρωθούν τόσοι ψήφοι όσοι χρειάζονταν τόν 4ο αιώνα γιά νά δοθούν πολιτικά δικαιώματα σ' έναν ξένο. Στό σωρό τ ώ ν σαράντα τριών οστρά κων πού μάς αποκάλυψε μιά όστρακοφορία, την οποία αγνοεί ή ιστορία, διαβάζονται πέντε διαφορετικά ονόματα, ένώ άλλα πέντε είναι δυσανάγνωστα. Τή μέρα πού έ'γινε αυτή ή ψηφοφορία, έάν αρκούσε νά είναι παρόντες έξι χιλιάδες πολίτες, ένας πολίτης θά μποροΰσε νά όστρακιστεϊ μέ 1.201 ή ακόμη μέ 601 ψήφους. Είναι απαράδεκτο. Τό αποτέλεσμα τής ψηφοφορίας ανακοινω νόταν στήν Πνύκα. Ό πολίτης πού είχε όστρακιστεϊ έπρεπε μέσα σέ δέκα μέρες νά εγκαταλείψει τή χώρα γιά δέκα χρόνια. Διατηρούσε όλα τά αστικά δικαιώματα του. Στήν άρχή μποροΰ σε νά εγκατασταθεί όπου ήθελε, έξω άπό τό έδαφος τής Αττι κής· άλλά τό 480 απαγορεύτηκε ή διαμονή εδώθε άπό τό ακρω τήριο Γεραιστός (στό νότο τής Εύβοιας) καί τό ακρωτήριο Σκύλλαιον (στά ανατολικά τής Αργολίδας). Ανακτούσε όλα τά πο λιτικά δικαιώματα του μετά τό τέλος τοΰ χρονικοΰ διαστήματος πού είχε οριστεί, έκτος έάν μιά αμνηστία μείωνε αυτή τή διάρ κεια, όπως στήν περίπτωση τών πέντε πού εξοστρακίστηκαν ά πό τό 487 ώς τό 483, τοΰ Κίμωνα καί ίσως τοΰ Θουκυδίδη. Ή ανάγκη «πλήρους» εκκλησίας, προκειμένου νά παραχωρη θεί ή άδεια, εξηγείται άπό θρησκευτικούς λόγους. Στό μυαλό τών Ελλήνων οί νόμοι καί οί δικαστικές αποφάσεις προστα τεύονταν άπό μιά άρά πού ξεπετιόταν αυθόρμητα εναντίον τοΰ παραβάτη καί τόν άπειλοΰσε μέ ατιμία. * Ωστόσο, όταν επρό κειτο γιά τή σωτηρία τοΰ κράτους, ήταν δυνατό νά χρειάζεται ή μαρτυρία ενός νομικά ανίκανου, ξένου ή δούλου, ή νά πρέπει νά πεισθεί ένας εγκληματίας νά αποκαλύψει τούς συνενόχους του. "Ενας πολύ αυστηρός νόμος έπληττε μέ ατιμία τόν οφειλέτη τοΰ δημοσίου, καί απαγόρευε στους πολίτες νά παρουσιάσουν, καί στους πρυτάνεις νά θέσουν σέ ψηφοφορία, κάθε πρόταση πού απέβλεπε νά τόν απαλλάξει άπό τό χρέος του, νά τοΰ παραχω ρήσει προθεσμία πληρωμής πέρα άπό τό τέλος τής ένατης πρυ τανείας, νά τόν αποκαταστήσει πριν νά πάρει α π α λ λ α γ ή . Τί έπρεπε νά γίνει, άν τό συμφέρον τοΰ κράτους επέβαλλε νά άρουν τήν απαγόρευση; Οί θησαυροί τών ναών προστατεύονταν απέ ναντι στήν ασέβεια μέ νόμους* πώς νά τούς χρησιμοποιήσουν σέ περίπτωση εσχάτης ανάγκης; Ακριβώς σέ οικονομικά ζητήμα5
55
185
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τα έμπαινε πιό συχνά θέμα συνειδήσεως, καί βλέπουμε ότι οί Αθηναίοι, όσο καί άν ήταν διστακτικοί ακόμη τόν 5ο αιώνα, έφτασαν σέ λύσεις. Νά ένα ιστορικό παράδειγμα: Τό 431 απο φασίστηκε ότι ό θησαυρός τής Αθηνάς θά χρησιμοποιόταν γιά τίς πολεμικές ανάγκες, έκτος άπό ένα ποσό χιλίων ταλάντων πού θά έμενε ώς απόθεμα στήν Ακρόπολη* θά τιμωρούσαν μέ θάνατο όποιον θά υπέβαλλε ή θά παρακινούσε άλλον νά υποβά λει στήν εκκλησία πρόταση νά αγγίξουν αυτό τό απόθεμα, εκτός άν ένας εχθρικός στόλος απειλούσε θανάσιμα τήν πόλη. Τό 413, μετά άπό τήν καταστροφή τής Σικελίας καί τή λιποταξία τής Ιωνίας, ό λαός, έντρομος καί χωρίς πόρους, κατάργησε τίς ποι νικές συνέπειες. Ό αρκετά τολμηρός καί αρκετά πατριώτης ώστε νά σκεφτεί νά κάμει μιά πρόταση πού μποροΰσε νά προκα λέσει τόν Ολεθρο του, έπρεπε πρώτα νά αποδεσμευτεί άπό τίς νόμιμες απαγορεύσεις. Τοΰ χρειαζόταν μιά άδεια, τήν οποία μό νο μέ προσωπικό διάταγμα άπό «πλήρη» συνέλευση μποροΰσε νά αποκτήσει. Α υ τ ή ή εξαιρετική διαδικασία, μέ τίς επιβλητι κές καί περίπλοκες διατυπώσεις της, ήταν σέ διαρκή χρήση τόν 5ο αιώνα κατά τή διαχείριση τών οικονομικών, γιατί δέν υπήρχε δημόσιο ταμείο χωριστό άπό τούς ιερούς θησαυρούς. 56
57
Γ' Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Άφοΰ παρακολουθήσαμε τό λαό στις έκτακτες συνελεύσεις τής αγοράς, πρέπει νά επανέλθουμε μαζί του στήν Πνύκα, προκειμέ νου νά σχηματίσουμε μιά γενική ιδέα γιά τό ρόλο τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Μπορεί νά διατυπωθούν πολλές επικρίσεις γιά τήν εκκλησία, πού άλλωστε δέν έλειψαν καί κατά τήν αρχαιότητα καί στις μέ ρες μας. Είναι βέβαιο ότι τό χάρισμα τοΰ λόγου είχε στήν αθη ναϊκή εκκλησία, όπως καί σέ πολλά κοινοβούλια τοΰ καιροΰ μας, μεγαλύτερη επίδραση άπό όση ή ορθή σκέψη. Στήν κλίμακα τών άξιων ή ευφράδεια τοποθετήθηκε πολύ υψηλότερα άπό τή φρό νηση. Ένας αρχαίος δήλωνε ότι ή εκκλησία έμοιαζε περισσότερο μέ ακροατήριο σοφιστών παρά μέ συγκέντρωση πολιτών πού συζητούσαν γιά κρατικά συμφέροντα. Βέβαια καί οί εύκολόπιστοι δυσπιστούν καμιά φορά* άλλά σέ ποιες περιπτώσεις; "Οταν εμφανίζεται στό βήμα ένας Αντιφών, οπαδός τής ολιγαρχίας. 58
186
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΥ
Ά Οχι, δέν θά τοΰ επιτρέψουν νά τούς πιάσει αυτός εκεί μέ τά δολώματα του. Κοιτάξτε ποιο είναι ακριβώς το πρόσωπο πού, κατά τόν Θουκυδίδη, προειδοποιεί τό λαό εναντίον τών δημαγω γών: ό Κλέων, ό πιο φοβερός, ό πιο βίαιος άπό Ολους τούς δημα γωγούς· καί ή εξαίσια συμβουλή του δέν είναι παρά μία ακόμη επιδεξιότητα: ή πονηριά τοΰ δημαγωγοΰ ό όποιος έ'χει λόγους νά πιστεύει ότι τά κράτη διοικούνται καλύτερα άπό τίς μετριό τητες παρά άπό τίς εξαιρετικές ιδιοφυΐες, καί αποκρύπτει τό παιχνίδι του μιλώντας κατά τών καλών ομιλητών. Γι' αυτόν τό λαό, πού παρακολουθεί μέ ηδονή κάθε αγώνα, είτε πνευμα τικό είτε αθλητικό, ή Πνύκα είναι ακόμη ενα στάδιο ή ενα θέ ατρο. Ένώ οί συνεδριάσεις γιά τρέχουσες υποθέσεις έχουν μικρό ακροατήριο, ό λαός τρέχει νά παρακολουθήσει τούς ρητορικούς αγώνες στις μεγάλες μέρες πολιτικής μάχης. Άπό τή μιά μεριά τό γεγονός Οτι είναι καθισμένοι σέ θρανία στό ύπαιθρο καί Οχι στήν πυρετώδη ατμόσφαιρα μιάς αίθουσας ευνοεί τή σκέψη* άπό τήν άλλη, όμως, σχηματίζουν φιλικές ομάδες, ερεθίζει ό έ νας τόν άλλο, καί οί ρήτορες γρήγορα έξάπτουν τά πάθη. "Υστε ρα άπό μιά μέρα δυνατών συγκινήσεων, όταν τά νεύρα είναι ερε θισμένα, τό δείλι ειδοποιεί ότι πρέπει νά τελειώνουν. Αυτές τίς στιγμές, μέ υψωμένο χέρι ψηφίζουν μέ βιασύνη μέτρα γιά τά όποια θά μετανιώσουν σέ λίγους μήνες ή θά φρικιοΰν σέ λίγες ώρες: εγκαταλείπουν τόν Περικλή στήν αγέλη τών έχθρων του, γιά νά τόν καλέσουν έπειτα άπό λίγο στήν εξουσία" καταδικάζουν σέ θάνατο τούς νικητές στρατηγούς, καί μετά τή θανάτωση τους τά βάζουν μέ τούς κατηγόρους τους" αποφασίζουν νά εξοντώσουν τούς επαναστάτες Μυτιληναίους, καί τήν άλλη μέρα απαιτούν νέα συνεδρίαση γιά νά τούς δώσουν χάρη. "Επειτα, μέ τό νά πε ριορίζουν τόν πολιτικό ορίζοντα τους στό ημικύκλιο τής Πνύκας, φτάνουν «νά γίνουν θεατές τών λόγων καί ακροατές τών πρά ξεων»· παραβλέπουν τόν εξωτερικό κόσμο* φαντάζονται ότι ή ψήφιση ενός διατάγματος φέρνει αυτόματα τό αποτέλεσμα πού θέλουν θεωροΰν τήν απόφαση πράξη* υπολογίζουν σέ στρατεύ ματα πού δέν υπάρχουν παρά στό χαρτί (επιστολιμαϊα). Τέλος, αυτός ό λαός πού ξέρει ή πιστεύει ότι είναι παντοδύναμος απο κτά βασιλική υπερηφάνεια. Γεμάτος θαυμασμό γιά τόν εαυτό του, ξαφνιάζεται, αγανακτεί, δταν οί θελήσεις του δέν εκπληρώ νονται, καί κατηγορεί γιά ανυπακοή, υποψιάζεται γιά προδοσία εκείνους στους οποίους ανέθεσε τήν εκτέλεση. 59
60
61
62
187
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Ιδού τά ελαττώματα πού πρέπει, νά αναγνωρίσουμε δτι, έ'χει ή αθηναϊκή εκκλησία. 'Αλλά δσο σοβαρά καί άν είναι τά άτοπα τοΰ θεσμοΰ, αντισταθμίζονται άπό ανεκτίμητα πλεονεκτήματα, πού είναι συμφυή μέ το πολίτευμα, καί τόσο πιο πολύτιμα δσο λιγότερο φανερά. ΙΊαρ' Ολα δσα είπαμε, ό λαός στήν εκκλησία άποκτοΰσε πολιτική αγωγή. Σ' αυτές τ ί ς αρχαίες δημοκρατίες, πού δέν γνώριζαν τό αντιπροσωπευτικό καθεστώς, ή πολιτική γιά τόν κοινό πολίτη δέν ήταν ή άπλή υποχρέωση νά ρίχνει ένα ψηφοδέλτιο σέ μιά κάλπη κατά αραιά διαστήματα* ήταν κανο νική ασχολία, ένα καθήκον γιά κάθε στιγμή. 'Ασκοΰσε ένα λει τούργημα γενικό, ακαθόριστο, καί επομένως απεριόριστο, τό όποιο ό Αριστοτέλης ονομάζει ακριβώς αόριστος αρχή. Κα θένας μάθαινε τό επάγγελμα τοΰ πολίτη μέ τήν πράξη. Καμιά φορά άποκτοΰσε τό χάρισμα τοΰ λόγου ακούγοντας τούς άλ λους νά μιλοΰν* σέ πολλούς ξύπναγε έτσι ή έμφυτη κλίση τους, άν πιστέψουμε μιά χαριεντολογία τοΰ Αριστοφάνη καί τό πα ράδειγμα ενός Δημάδη. Παρακολουθώντας τ ί ς συζητήσεις τής Πνύκας, μπορούσαν νά ενημερωθούν γιά υποθέσεις μεγάλες καί μικρές, νά ζυγίσουν τίς διάφορες γνώμες* καί υπάρχουν γεγονότα πού επιβεβαιώνουν δτι οί Αθηναίοι είχαν αρκετά κριτικό μυα λό, ώστε νά μήν παρασύρονται τόσο συχνά μόνο άπό τή γοητεία τής εύγλωττίας. Ό γενικός τόνος τών δημηγοριών πού έφτασαν ώς εμάς αποκαλύπτει ακροατήριο μέ πολύ καθαρό γούστο καί συνηθισμένο σέ ευγενείς σκέψεις. Ά ς λένε δσες κακίες θέλουν γιά τήν παράφορα πού μποροΰσε νά καταλάβει τό πλήθος τών Αθηναίων γι' αυτόν τό λαό λεπτουργήθηκαν δλα αυτά τά α π ο φθέγματα γιά τήν πατρίδα, τό νόμο, τήν ελευθερία, τήν ισότητα καί τή φιλανθρωπία, πού δέν χάνουν τίποτε άπό τό μεγαλείο καί τήν ομορφιά τους μέ τό νά έχουν γίνει, ώς κοινοί πιά τόποι, ή ηθική κληρονομιά τής ανθρωπότητας. Έάν είναι ακριβές, δπως μάς λέει ό Αριστοτέλης, δτι ή τέλεια πόλη είναι εκείνη τής όποιας δλα τά μέλη εκπληρώνουν μέ μεγάλη ακρίβεια τό πολι τικό τους καθήκον, άν καί δέν είναι προφανώς όλοι καθώς πρέ πει, ή Αθήνα πλησίασε τουλάχιστον τήν τελειότητα τήν επο χή τοΰ Περικλή, προτού επιτρέψει νά άποχαλιναγωγηθοΰν προ σωπικά ένστικτα καί προτοΰ αφήσει τή δημόσια ηθική νά κα ταπέσει στό επίπεδο τής ιδιωτικής. Γιά νά εκτιμήσουμε σωστά τό ρόλο τής εκκλησίας χρειάζε ται μιά διάκριση ανάμεσα στον 5ο καί τόν 4ο αιώνα. Αυτή ή διά63
64
65
188
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
κρίση παρουσιάζεται πολύ καθαρά, δταν εξετάζει κανείς τή σει ρά αυτών πού υπήρξαν τήν εποχή εκείνη οδηγοί τοΰ άθηναϊκοΰ
λαοΰ. Ή άμορφη μάζα ειχε πραγματικά ψυχή. Υπήρξε σχεδόν πάντοτε Ινας αρχηγός κόμματος στον όποιο ή εμπιστοσύνη τής πλειοψηφίας επέτρεπε νά άσκεΐ μιά ειδική εξουσία, πού δέν ήταν γραμμένη στό σύνταγμα, μιά ηγεμονία μέ τήν πειθώ. Χωρίς επίσημο τίτλο, αυτό τό πρόσωπο ήταν, όπως ό πρωθυπουργός μιάς σύγχρονης δημοκρατίας, ό «προστάτης» τοΰ δήμου. Πε ριτριγυρισμένος άπό βοηθούς, υποστήριζε τήν πολιτική του, σέ αντιδιαστολή προς τήν πολιτική τοΰ άρχηγοΰ τοΰ αντιπολιτευό μενου κόμματος, καί παρέμενε κύριος τής κυβέρνησης όσον και ρό κατάφερνε νά αποσπά τή συγκατάθεση τής εκκλησίας γιά τίς προτάσεις του. Τόν καιρό πού ό λαός παθιαζόταν γιά τά μεγάλα προβλήματα γενικού εθνικού ενδιαφέροντος, έδινε κατά προτί μηση τήν εμπιστοσύνη του σέ κάποιον άπό τούς στρατηγούς πού είχαν τήν ευθύνη γιά τίς εξωτερικές σχέσεις· τούς διάλεγε, πιό συχνά, μέσα άπό ένδοξες οικογένειες μέ πολλούς προγόνους καί ώραΐα μεγάλα κτήματα. Ό Κίμων, γιος τοΰ Μιλτιάδη, καί ό Άλκμεωνίδης Περικλής, μεγαλογαιοκτήμονές καί οί δύο, απο τελούν άξιοπαρατήρητο παράδειγμα αυτών τών στρατηγών, όί όποιοι, ώς προστάτες, διεύθυναν τίς υποθέσεις τόν 5ο αιώνα. Οί διάδοχοι τους ήταν έμποροι καί βιοτέχνες, Οχι ό άλλαντοπώλης πού περιγελάει τό πνεύμα τοΰ Αριστοφάνη, άλλά ό Λυσικλής ό έμπορος προβάτων, ό Κλέων ό βυρσοδέψης, ό Κλεοφών ό βαρβιτοποιός, ό Ύπέρβολος ό λυχνοποιός: αυτοί αντιπροσώπευαν κατά τόν πελοποννησιακό πόλεμο μιά τάξη, τής όποιας τά ιδι αίτερα συμφέροντα συγχέονταν ακόμη μέ τά συμφέροντα τής δημοκρατίας, άφοΰ, θέλοντας νά διατηρήσουν τήν οικονομική υπεροχή τής πόλης τους, φρόντιζαν νά διαφυλάξουν τή ναυτική αυτοκρατορία της. Κοντολογίς, ή λαϊκή συνέλευση τής Αθή νας δέν διάλεξε τούς οδηγούς της χειρότερα άπ' ό,τι τόσες σύγ χρονες βουλές πού προήλθαν άπό τό λαό μέ έκλογίς. "Ηξερε νά παίρνει τίς απαραίτητες προφυλάξεις απέναντι στις ίδιες τίς παράφορες της. Είδαμε κιόλας, παρακολουθώντας την στό έργο, μερικές άπό τίς προφυλάξεις πού προστάτευαν τίς συ ζητήσεις της. Απαγόρευε στον εαυτό της νά υιοθετήσει μιά ο ποιαδήποτε πρόταση χωρίς νά τήν υποβάλει προηγουμένως στήν κρίση τής βουλής, καί δέν ψήφιζε διατάγματα παρά μόνο σέ δεύτερη ανάγνωση. Κάθε προσωπικό μέτρο πού παρέβαινε τίς 66
67
189
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
αρχές τοΰ κοινοΰ δικαίου, εΐ'τε υπέρ εί'τε κατά ενός προσώπου, ίσχυε μόνο άν συγκέντρωνε τεράστιο αριθμό ψήφων. Άλλά ή προσοχή μας θά στραφεί ειδικά στους θεσμούς πού προορίζονταν νά προστατεύσουν τούς νόμους άπό τήν κατάχρηση τών ψηφι σμάτων. Τόν 5ο αιώνα δέν είχε γίνει ακόμη αισθητή ή ανάγκη κανο νικών καί μόνιμων μέτρων ώστε νά ρυθμιστεί ή μετατροπή τών νόμων πού υπήρχαν ή ή υιοθέτηση νέων. Σέ μερικές εξαιρετικές περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη γιά νά καθοριστεί ή θέση τών συμμαχικών πόλεων, γιά νά κανονιστεί ή σοβαρή υπόθεση τών απαρχών πού οφείλονταν στις θεές τής Ελευσίνας, ή γιά νά θέ σουν πάλι σέ ισχύ τούς νόμους τοΰ Δράκοντα, διόριζαν μιά επι τροπή συγγραφέων, αληθινών εμπειρογνωμόνων, τά συμπερά σματα τών όποιων μετατρέπονταν άπό τή βουλή σέ προβουλεύματα, καί άπό τήν εκκλησία σέ ψηφίσματα. Κάθε φορά πού ή δημοκρατία επανιδρυόταν, ύστερα άπό μιά ολιγαρχική επανά σταση, ανέθετε σέ μιά επιτροπή νομοθετών νά ξεχωρίσει μαζί μέ τή βουλή όσους νόμους έπρεπε νά καταργηθούν καί όσους έπρεπε νά διατηρηθούν: έτσι εργάστηκαν νομοθέτες μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων άπό τό 410 ώς τό 404, καί μετά τήν πτώση τών Τριάκοντα άπό τό 403 ώς τό 399. Άλλά οί νομο θέτες τοΰ 5ου αιώνα, καθώς καί οί συγγραφείς, διαφέρουν πολύ άπό τούς νομοθέτες εκείνους πού, γιά μεγάλο μέρος τοΰ 4ου αιώνα, θά έχουν αποστολή νά περιορίσουν τή νομοθετική δύναμη τής εκκλησίας. Ακόμη τότε δέν είναι παρά βοηθοί επιφορτισμέ νοι άπό τόν ίδιο τό λαό μέ ένα έργο προσωρινό καί ειδικό. Ένας άλλος θεσμός, θεσμός δικαστικός, δημιουργήθηκε έγ καιρα άπό μιά φρόνιμη έμπνευση, γιά νά συγκρατήσει στήν πράξη τήν παντοδυναμία τής εκκλησίας σέ σωστά όρια: Α υ τ ή ήταν ή υπηρεσία πού έπρεπε νά προσφέρει ή γραφή παρανόμων, ή δημόσια δίωξη γιά παράνομη πρόταση. Στήν πράξη, αυτή ή ενέργεια ήταν άπό τήν καταγωγή της, τή διαδικασία της καί τίς κυρώσεις της, ένα άπό τά φοβερότερα όπλα πού διέθετε τό ποινικό δίκαιο τής Αθήνας. Άλλοτε, οί νόμοι πού δόθηκαν άπό τούς θεούς προστατεύον ταν άπό τήν ιερή δύναμη τής κατάρας. "Οταν έγιναν γραπτοί νόμοι, είχαν γιά φύλακα τό πιό σεβαστό δικαστήριο, αυτό πού είχε εξουσίες ουσιαστικά θρησκευτικές, τόν Άρειο Πάγο. Ηρθε ή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλτη: αφαίρεσε άπό τούς άρεο68
69
70
71
72
ν
190
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Ϊ
παγίτες όλες τίς εξουσίες πού τούς επιφύλασσε ή φρούρηση τοΰ συντάγματος. Τότε ή δημοκρατία, μή συναντώντας κανένα εμπόδιο άπ' έξω, επέβαλε μόνη της μιά τροχοπέδη στον εαυτό της. Ή πρώτη χρήση τής κυριαρχίας της ήταν νά τής ορίσει έ να όριο τό όποιο δέν μποροΰσε νά ξεπεράσει. Κάθε πολίτης μποροΰσε νά βοηθήσει τούς νόμους, καταδιώ κοντας τόν εισηγητή μιάς παράνομης πρότασης καθώς καί τόν πρόεδρο πού δέν αρνήθηκε νά τή θέσει σέ ψηφοφορία. Ό κατή γορος έπρεπε νά καταθέσει τήν προσφυγή του γραπτή, υποδεί χνοντας τό νόμο πού νόμ,ιζε Οτι είχε παραβιαστεί. Μποροΰσε νά αναγγείλει τήν πρόθεση του ένορκα (ύπωμοσία), στήν εκκλη σία, πριν ή μετά άπό τήν ψήφιση τών διατάξεων πού θεωροΰσε παράνομες. Αυτή ή επίσημη δήλωση είχε ώς αποτέλεσμα νά αναστείλει τήν ισχύ τοΰ ψηφίσματος ώσπου νά εκδικαστεί ή υπόθεση. Τό δικαστήριο, μέ χίλιους τό λιγότερο ένορκους, καί καμιά φορά μέ έξι χιλιάδες, συνεδρίαζε μέ τήν προεδρία τών θεσμοθετών. Κάθε πρόταση μποροΰσε νά προσβληθεί γιά τυ πικούς λόγους: αρκούσε νά μήν είχαν τηρηθεί, σημείο προς ση μείο, οί αυστηροί κανόνες τής διαδικασίας. "Ενα ψήφισμα ήταν παράνομο έάν ειχε υποβληθεί στήν εκκλησία χωρίς νά έχει εξε ταστεί προηγουμένως άπό τή βουλή, ή άν δέν ειχε αναγραφεί στήν ημερήσια διάταξη άπό τούς πρυτάνεις. "Ενας νόμος ήταν παράνομος έάν δέν είχε προταθεί ύστερα άπό ψηφοφορία στήν πρώτη συνέλευση τής χρονιάς, καί δέν ειχε αναρτηθεί όταν καί Οπου έπρεπε. Πιό σοβαρή ήταν, όπως θά φαντάζεται κανείς, ή παρανομία πού αφορούσε Οχι τούς τύπους άλλά τήν ουσία. 'Εάν επρόκειτο γιά ψήφισμα, δέν ήταν απαγορευμένο στον κατήγορο νά επικαλεστεί τά κακά πού προκαλούσε, ώστε νά προδιαθέσει τά πνεύματα κατά τοΰ κατηγορουμένου προπάντων, όμως, έπρεπε νά δείξει ρητά ότι τό ψήφισμα βρισκόταν σέ αντίφαση μέ τούς νόμους. 'Εάν επρόκειτο γιά νόμο, επιτρεπόταν στον καθένα νά ζητήσει μέ ειδική δίωξη επανόρθωση γιά τίς ζημίες πού ειχε υποστεί ή δημοκρατία (μή έπιτήδειον νόμον θεϊναή' πάντως, μέ τή γραφή παρανόμων δέν μποροΰσε κανείς νά επιτε θεί παρά μόνο εναντίον ενός νέου νόμου πού ερχόταν σέ αντίφα ση μέ έναν παλαιότερο ό όποιος δέν ειχε ακόμη καταργηθεί. "Ολοι εκείνοι πού τά ονόματα τους ήταν γραμμένα σέ ένα ψήφι σμα τής εκκλησίας ή σέ ένα νόμο τόν όποιο είχαν δεχτεί οί νο μοθέτες είχαν βαρύτατη ευθύνη. Ή τιμωρία γιά τήν παρανομία 73
74
75
76
77
78
79
-80
81
82
83
191
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
εξαρτιόταν άπό τό δικαστήριο: γενικά έβαζαν ένα πρόστιμο λιγότερο ή περισσότερο βαρύ" άλλά μερικές φορές καταδίκαζαν σέ θάνατο. "Οποιος καταδικαζόταν τρεις φορές γιά παρανομία έχανε τό δικαίωμα νά κάνει προτάσεις στήν εκκλησία. Γιά τόν εισηγητή μιάς παράνομης πρότασης, ή παραγραφή άρχιζε έπειτα άπό ένα χρόνο* άλλά γιά τήν ίδια τήν πρόταση δέν υπήρχε πα ραγραφή —μποροΰσε νά ακυρωθεί οποτεδήποτε μέ απόφαση τοΰ δικαστηρίου. Ή 'Αθήνα, όπως βλέπουμε, είχε τρόπους νά εμποδίζει τούς πολίτες νά καταχρώνται τό δικαίωμα πού τούς έδινε νομοθετική πρωτοβουλία, καί επομένως περιόριζαν στήν πράξη τή νομοθε τική εξουσία τής δημοκρατίας. "Ενας ρήτορας, πριν νά υποβά λει πρόταση, έπρεπε νά έχει υπόψη Οτι επί ένα χρόνο ήταν υπεύ θυνος μέ τό κεφάλι του. Μ' αυτό τόν τρόπο ή εκκλησία εμπόδιζε τά πάθη καί τίς ιδιοτροπίες της νά υπερισχύσουν εις βάρος τών παραδόσεων καί τών μονίμων συμφερόντων τής πόλης. Ό κυ ρίαρχος λαός υποτασσόταν μέ τή θέληση του στήν κυριαρχία τοΰ νόμου. Επιβάλλοντας στον εαυτό του αυτή τήν πειθαρχία, άποκτοΰσε πολύτιμα πλεονεκτήματα. Είχε ένα απαράγραπτο μέσο γιά νά διορθώνει τά λάθη, καί επέτρεπε στους δημόσιους άνδρες πού είχαν ηττηθεί νά κάμουν έφεση στό δήμο, πού ήταν καλύ τερα πληροφορημένος. Προκαλούσε στό μέτρο τοΰ δυνατοΰ τήν απάλειψη αντιφάσεων καί σκοτεινών σημείων, έτσι ώστε μέ ένα προοδευτικό ξεκαθάρισμα τών κειμένων έφτανε νά μήν έχει ανάγκη άπό νομικούς συμβούλους. Τέλος, υποκύπτοντας στή γραφή παρανόμων, ή αθηναϊκή δημοκρατία απέκτησε τήν πιό ωραία της ανταμοιβή: προφυλάχτηκε άπό κάθε απόπειρα νά κα ταστρατηγηθεί τό σύνταγμα μέ συνταγματικό τρόπο καί δέν άφηνε στό ολιγαρχικό κόμμα άλλη εκλογή άπό τήν επανάστα ση. Ούτε οί Τετρακόσιοι ούτε οί Τριάκοντα μποροΰσαν νά ται ριάξουν μέ έναν τέτοιο θεσμό* καθιερώθηκε όμως απόλυτα μέ τό θρίαμβο τής δημοκρατίας. 84
85
86
87
88
89
90
192
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΒΟΤΛΗ
Α' ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ
Ό δήμος είναι, κυρίαρχος, οί εξουσίες του καθολικές καί ή δύνα μη του απεριόριστη. Σύμφωνα Ομως μέ ένα αξίωμα τοΰ Λίνκολν, πού ένας διεισδυτικός γνώστης τής αρχαιότητας εφάρμοσε βάσι μα στήν αθηναϊκή δημοκρατία, είναι δυνατό νά κυβερνά είτε ένα μέρος τοΰ λαοΰ διαρκώς είτε όλος ό λαός γιά ένα ορισμένο διά στημα, άλλά ποτέ δέν είναι δυνατό νά κυβερνά ολόκληρος ό λαός όλο τόν καιρό. Γιά νά μπορέσει ό δήμος νά καταλήξει σέ αποφά σεις, έπρεπε νά έχει προετοιμαστεί ή εργασία, τά ψηφίσματα νά έχουν πάρει κανονική μορφή πριν νά τοΰ υποβληθούν, ώστε νά μπορέσει νά ψηφίσει πάνω σέ κείμενα ακριβόλογα καί καλοζυγιασμένα. Έξαλλου, δέν μποροΰσε ούτε νά συνεδριάζει συνεχώς, γιά νά εξασφαλίζει τήν εκτέλεση τών θελήσεων του στις λεπτο μέρειες καί γιά νά παρακολουθεί τή δημόσια διοίκηση, ούτε νά διεξάγει σέ όλο τους τό μήκος διαπραγματεύσεις μέ αντιπροσώ πους ξένων δυνάμεων. Έπρεπε λοιπόν νά εκχωρήσει μέρος τών κυριαρχικών δικαιωμάτων του σέ ένα σώμα περιβλημένο μέ βου λευτική εξουσία (βουλεύειν) καί τοποθετημένο επικεφαλής τής εκτελεστικής εξουσίας (άρχειν). Α υ τ ό τό σώμα οί Αθηναίοι τό ονόμαζαν βουλή, καί τό θεωρούσαν πρώτη άρχή τής δημοκρα τίας. Έάν λοιπόν υπάρχει κάτι στό αθηναϊκό σύνταγμα πού θυ μίζει τό αντιπροσωπευτικό σύστημα τών σύγχρονων κοινοβου λίων, δέν πρέπει νά τό αναζητήσουμε στήν εκκλησία άλλά στή βουλή. "Οταν ό Κλεισθένης αντικατέστησε τήν παλαιά βουλή τών τε τρακοσίων μέ τή βουλή τών πεντακοσίων (ή βουλή οί πεντακό σιοι), τής προσέδωσε μιά οργανωτική μορφή ή όποια, ελαφρά τροποποιημένη τό 501, διατηρήθηκε επί α ι ώ ν ε ς . Είχε γίνει τόσο οικεία κατά τό 465, ώστε ή 'Αθήνα τήν επέβαλε τότε στους Έρυθραίους, καί μάλιστα τό διάταγμα πού εκδόθηκε μ' αυτήν τήν ευκαιρία είναι ή αρχαιότερη σχετική λεπτομερειακή μαρ1
2
3
193
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τυρία. Οί πεντακόσιες έδρες τών βουλευτών έχουν μοιραστεί στους δήμους ανάλογα μέ τή σπουδαιότητα τους καί σύμφωνα μέ τήν αναλογία τών πενήντα κατά φυλή: στους επίσημους κα ταλόγους οί βουλευτές κατατάσσονται πάντα κατά φυλές καί κατά δήμους. Μπορεί λοιπόν νά πει κανείς αληθινά ότι ή βουλή είναι τό μεγάλο συμβούλιο τών κοινοτήτων, καί γι' αυτό οί δή μοι, ακόμη καί όταν τούς αφαίρεσαν τό δικαίωμα νά επεμβαί νουν στήν κλήρωση τών αρχόντων, δέν έχασαν τό δικαίωμα νά στέλνουν αντιπροσώπους στή βουλή. Οί βουλευτές κληρώνονται «μέ κουκιά» (οι άπό τοϋ κνάμου βουλευτού) άνάμ,εσα στους άνω τών τριάντα δημότες πού θέτουν υποψηφιότητα. Μαζί τους κλη ρώνουν καί έναν αντικαταστάτη (επιλαχόντα), γιά τήν περίπτω ση πού γιά οποιοδήποτε λόγο ή έδρα θά έμενε κενή. Δέν πρέπει νά φανταστεί κανείς ότι υπήρχε πληθώρα υποψηφίων γιά τίς θέ σεις τών βουλευτών. Οί κληρωνόμενοι έπρεπε νά αφιερώσουν έναν ολόκληρο χρόνο στις δημόσιες υποθέσεις. Ασφαλώς θά πληρώνονταν άλλά ή βουλευτική αποζημίωση δέν θά ήταν με γάλη τόν 5ο αιώνα, καί τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη δέν ήταν παρά πέντε όβολοί τήν ήμερα γιά τούς κοινούς βουλευτές καί μία δραχμή γιά τούς πρυτάνεις (τό μισό τής ημερήσιας αμοιβής ενός εργάτη). Επιπλέον, οί φιλόδοξοι πού δέν είχαν άμεμπτη ζωή δέν τολμούσαν νά παρουσιαστούν, γιατί φοβόνταν τό ερω τηματολόγιο τής δοκιμασίας πού έκανε ή έν ενεργεία βουλή καί τή δίκη πού πιθανόν θά ακολουθούσε. "Ετσι δέν εκπλήσσεται κανείς πού άτομα άπό μικρές οικογένειες ή χωρίς πόρους πολύ απέχουν άπό τό νά σχηματίζουν τήν πλειοψηφία τής βουλής. Ακόμη καί οί εύποροι ή οί πλούσιοι δέν θά λυπόνταν πού ό νό μος απαγόρευε νά γίνει κανείς βουλευτής πάνω άπό δύο φορές, καί αυτή ή εξαίρεση στό συνηθισμένο κανόνα, πού απαγόρευε τήν ανάληψη δημοσίων λειτουργημάτων πάνω άπό μία φορά, δείχνει ότι θά υπήρχαν δυσκολίες γιά νά βρεθούν κάθε χρόνο πεντακόσιοι καινούριοι βουλευτές. "Εχοντας υπόψη αφενός τίς ανάγκες σέ άρχοντες καί σέ βουλευτές καί αφετέρου τίς δημο γραφικές δυνατότητες τής πόλης σέ διάστημα τριάντα έως σα ράντα ετών, καταλαβαίνει κανείς ότι κάθε τίμιος καί μέσης κα τάστασης Αθηναίος μποροΰσε, άν ήθελε, νά μετάσχει στή βου λή τουλάχιστον μία φορά στή ζωή του. Πριν νά αναλάβουν καθήκοντα, οί βουλευτές έπρεπε νά δώ σουν Ορκο. Τό 501/500 καθορίστηκε ή διατύπωση τοΰ Ορκου πού 4
5
6
7
8
9
10
11
194
Η ΒΟΥΛΗ
ίσχυε ακόμη την εποχή τοΰ Αριστοτέλη. Σύμφωνα μέ τά απο σπάσματα πού μάς έ'χουν διασωθεί, υπήρχε αναφορά σέ κάθε δικαιοδοσία τών βουλευτών, σέ κάθε υποχρέωση τοΰ αξιώματος. Ό μελλοντικός βουλευτής ορκιζόταν νά ασκήσει τό λειτούργημα του σύμφωνα μέ τούς νόμους καί τά συμφέροντα τοΰ λαοΰ, νά κρατήσει τά μυστικά τών κρατικών υποθέσεων, νά σεβαστεί τήν ατομική ελευθερία, επιτρέποντας στους πολίτες νά αποφύγουν τό σωματικό καταναγκασμό μέ καταβολή εγγύησης, εκτός άπό μερικές περιπτώσεις ρητά καθορισμένες, νά προβεί στή δοκιμα σία τών βουλευτών καί τών αρχόντων τοΰ επόμενου χρόνου. Σέ αυτή τή διατύπωση προστέθηκαν, μέ ευκαιριακά μέτρα, καί γιά λιγότερο ή περισσότερο χρόνο, ορισμένες ειδικές υποχρεώ σεις. Τό ψήφισμα τοΰ Δημοφώντα, πού μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων έ'θεσε έκτος νόμου κάθε δράστη απόπειρας κατά τής δημοκρατίας, επέβαλε έναν ανάλογο όρκο σέ όλους τούς πο λίτες, καί πρώτα πρώτα στους βουλευτές. Τήν ίδια εποχή οί βουλευτές ορκίζονταν νά συμμορφώνονται μέ έναν καινούριο κα νονισμό, νά κάθονται μέσα στό βουλευτήριο στή θέση πού τούς έδινε ό κλήρος. Μετά τήν αποκατάσταση τοΰ 403 ορκίζονταν νά σέβονται τήν αμνηστία, μέ τό νά μήν ανέχονται ούτε καταγγε λίες ούτε συλλήψεις μέ αφορμή τά γεγονότα επί τών Τριάκον τα. Έπί έναν αιώνα αναλάμβαναν τό άξίωμά τους τήν άρχή τοΰ διοικητικού έτους: ήταν τό έτος τών 360 ήμερων, αυτό πού ό Κλεισθένης ειχε προσαρμόσει στό δεκαδικό σύστημα του καί πού, παρά τά εμβόλιμα έτη, δέν συνέπιπτε μέ τό πολιτικό έτος. Έτσι τό 411 /10 ή βουλή άρχισε τή λειτουργία της στις 14 τοΰ τελευταίου μήνα. Άλλά τό 408/7 κατάργησαν τό ειδικό ημε ρολόγιο, καί έθεσαν έτσι τέρμα σ' αυτή τήν ανωμαλία. Τήν ήμε ρα τής ανάληψης τών καθηκόντων τους οί βουλευτές πρόσφεραν θυσία (εισιτήρια) καί έβαζαν στό κεφάλι τους ένα στεφάνι άπό μύρτα, σύμβολο τοΰ απαραβίαστου τοΰ προσώπου τους. Άπό εκείνη τή στιγμή είχαν δικαίωμα νά εισπράττουν τή βουλευτική αποζημίωση* άλλά, καθώς δέν ήταν πάντα παρόντες, έπαιρναν μόνο κέρματα παρουσίας (σύμβολα), τά όποια έπρεπε νά αλλά ξουν μέ χρήματα. Έκτος άπό αυτή τήν αμοιβή είχαν καί μερι κά προνόμια: απαλλάσσονταν άπό τή στρατιωτική υπηρεσία όλο τό χρόνο καί είχαν τιμητική θέση στό θέατρο. Α υ τ ά τά προνόμια αντιστάθμιζαν τίς υποχρεώσεις καί τίς 12
13
14
15
16
17
18
19
195
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
ειδικές ευθύνες. Το σώμα έχει πειθαρχικά δικαιώματα πάνω στά μέλη του. Έάν κάποιος βουλευτής έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη, μπορεί νά αποβληθεί γιά άναξιότητα. Γι' αυτό τό είδος ψηφοφορίας χρησιμοποιούν φύλλα ελιάς, άπ' όπου καί τό Ονο μα αυτής τής συνοπτικής αποπομπής έχυλ?,οφορία. Ό βουλευ τής πού έχει υποστεί αυτή τήν ποινή μπορεί νά ασκήσει έφεση στήν ίδια τή βουλή' άφοΰ έχουν συγκεντρωθεί ευνοϊκότερες πλη ροφορίες, ζητά έπανάκριση, καί τότε αρχίζει μιά δίκη μέ όλους τούς κανόνες. Σέ περίπτωση καταδίκης, ή βουλή μπορεί νά επι βάλει πρόστιμο, στά όρια τής αρμοδιότητας της. Έάν κρίνει Οτι ή ποινή πού δικαιούται νά επιβάλει δέν είναι αρκετή, πρέπει νά παραπέμψει τόν κατηγορούμενο στά λαϊκά δικαστήρια. Μέ τή λήξη τής θητείας της, ολόκληρη ή βουλή οφείλει νά λογοδοτήσει στό λαό. Άλλά, ένώ ή βουλή θεωρείται συνηθισμένη άρχή, γιά τή λογοδοσία της ακολουθείται ειδική διαδικασία. Κάθε χρόνο ή εκκλησία δίνει στήν εξερχόμενη βουλή μιά επίσημη βεβαίωση ικανοποίησης ή δυσαρέσκειας: τής απονέμει —ή αντίθετα τής αρνείται— ένα χρυσό στεφάνι, τό όποιο αυτή αφιερώνει σέ ένα ιερό. Ώ ς τό 343 /2 τό θέμα μπαίνει στήν ημερήσια διάταξη άπό τούς ενδιαφερομένους" μετά άπ' αυτή τήν ημερομηνία, άπό τούς διαδόχους τους. Στή συζήτηση πού αρχίζει γιά τό στεφάνι εξε τάζεται Ολη ή διαχείριση τής βουλής. Υπάρχει μιά περίπτωση όπου ό νόμος απαγορεύει ρητά νά τιμηθούν οί εξερχόμενοι βου λευτές: όταν δέν κατασκεύασαν όσα πολεμικά πλοία επιβάλλει ό κανονισμός. Ή άρνηση τής ανταμοιβής δέν επισύρει γιά τή βουλή ώς σώμα παρά ηθικό στιγματισμό" άλλά όλες οί ατομικές ευθύνες, οί όποιες αποκαλύπτονται μέ τή συζήτηση, υποβάλλον ται σέ δικαστική εξέταση. Ή βουλή συγκαλείται άπό τούς πρυτάνεις, οί όποιοι φροντί ζουν νά αναρτηθεί ή πρόσκληση (πρόγραμμα), όπου δηλώνεται καί ό τόπος τής συνεδρίας. Σέ επείγουσα περίπτωση ή πρόσκλη ση γίνεται μέ προκήρυξη τοΰ κήρυκα ή μέ τόν ήχο σάλπιγγας. Σέ περίπτωση δημόσιου κινδύνου ή βουλή συνεδρίαζε χωρίς δια κοπή: τή βλέπουμε νά περνά ολόκληρη νύχτα στήν Ακρόπολη, εκτός άπό τούς πρυτάνεις πού μένουν στή Θόλο. Διαφορετικά, συνεδριάζουν κάθε μέρα, έκτος άπό τίς γιορτές καί τίς αποφρά δες μέρες. Οί κανονικές συνεδριάσεις γίνονται στό βουλευτήριο, πού βρίσκεται στό νότιο μέρος τής αγοράς. Άλλά υπάρχουν καί έκτακτες, πού γίνονται στό Ελευσίνιο τής πόλης μετά άπό τήν 20
21
196
Η ΒΟΤΛΗ
ιερουργία τών μυστηρίων, στο ναύσταθμο τοΰ Πειραιά γιά τή συζήτηση γύρω άπό τήν κατασκευή καί τόν εξοπλισμό τών πλοίων, τό μεγάλο φράγμα γιά τόν απόπλου τοΰ στόλου, ή καί τήν Ακρόπολη. Κατά γενικό κανόνα, οί συνεδριάσεις είναι δημόσιες. Ένα κιγκλίδωμα μόνο χωρίζει τούς ακροατές άπό τούς βουλευτές. Σέ περίπτωση μυστικής συνεδρίας οί πρυτάνεις στέλνουν τούς τοξότες, πού είναι ύπό τίς διαταγές τους, νά σπρώξουν τά κιγ κλιδώματα καί νά κρατήσουν τό πλήθος σέ απόσταση. Οί ιδιώ τες δέν έ'χουν ελεύθερη είσοδο στή βουλή, έκτος άν τούς εισα γάγουν οί πρυτάνεις γιά λόγους δημοσίου συμφέροντος, καί κα μιά φορά, λένε οί κακές γλώσσες, μέ τή μεσολάβηση δώρων. Κατ' εξαίρεση, δταν τό 403 /2 προχώρησαν στή γενική αναθε ώρηση τών νόμων, όλοι οί πολίτες πήραν τό δικαίωμα, μέ ψή φισμα τής εκκλησίας τοΰ δήμου, νά πάνε στή βουλή καί νά πουν τή γνώμη τους. Γιά τούς άρχοντες ό κανόνας είναι ό ίδιος" ε ξυπακούεται δτι γι' αυτούς είναι πολύ εύκολο νά μπουν στή βου λή καί, πάντως, νά παρουσιάσουν τίς αναφορές τους. Οί στρα τηγοί μάλιστα είναι σέ διαρκή σχέση μέ τή βουλή: έ'χουν εντο λή νά συνεργοΰν μέ τό βουλευτήριο, στό οποίο καί μπαίνουν δι καιωματικά. Στό εσωτερικό τοΰ βουλευτηρίου υπάρχει μιά ιερή θέση δπου υψώνονται, γύρω άπό τό βωμό τόν αφιερωμένο στήν Εστία Βουλαία, οί εικόνες τοΰ Δία Βουλαίου, τής Ήρας Βουλαίας καί τής Αθηνάς Βουλαίας. Εκεί οί βουλευτές προετοιμάζονται γιά τή συνεδρίαση, εξασφαλίζοντας τήν εύνοια όλων τών θεών πού δίνουν καλές συμβουλές μέ μιά προσφορά καί μιά προσευχή, καί δίνοντας εντολή στον κήρυκα νά απαγγείλει κατάρα σέ όποιον κάμει απατηλές προτάσεις. "Επειτα πάνε νά καθίσουν στά θρανία πού είναι απέναντι στό βήμα. Αφότου έ'μαθαν, μέ τήν πείρα τοΰ ολιγαρχικού πραξικοπήματος τοΰ 411, πόσο ή συγ κέντρωση κατά κόμματα δέν είναι ευνοϊκή γιά τήν ελευθερία τοΰ λόγου, οί θέσεις τών βουλευτών καθορίζονται κατά φυλές, καί καθένας ορκίζεται νά μήν καθίσει σέ άλλη θέση άπό τή δι κή του. Οί πρυτάνεις άποτελοΰν τή διευθύνουσα επιτροπή τής βουλής καί επιστάτης τους είναι ό πρόεδρος τής συνεδρίας. Στήν ημερήσια διάταξη εγγράφονται, έκτος άπό τά προβλήματα πού πρέπει νά παραπεμφθούν στήν προσεχή συνέλευση τής εκκλη σίας, τά προβλήματα πού συνδέονται μέ προηγούμενες άποφά22
23
24
25
26
27
28
197
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σεις τής ίδιας τής βουλής ή μέ ψηφίσματα τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Γιά τά υπόλοιπα ή βουλή έχει πάντοτε τό λόγο στήν ημερήσια διάταξη. Ή διευθύνουσα επιτροπή είναι εξοπλισμένη μέ έναν αρκετά αυστηρό κανονισμό. Κάθε λόγος καί κάθε πράξη αντίθετη μέ τόν κανονισμό μπορεί νά τιμωρηθεί, Οταν τελειώσει ή συνεδρία, μέ πρόστιμο πενήντα δραχμών. Έάν πρόκειται γιά αδίκημα πού αξίζει μεγαλύτερη ποινή, ή διευθύνουσα επιτροπή κάνει σχετική πρόταση καί αναβάλλει τήν υπόθεση γιά τήν επό μενη συνεδρία, οπότε λαμβάνεται απόφαση μέ μυστική ψηφοφο ρία. Θυμίζουμε ότι στον παραβάτη μπορεί νά επιβληθεί οριστι κή αποπομπή. 29
Β' οι ΠΡΥΤΆΝΕΙς
Ηρθε ή στιγμή νά εξετάσουμε άπό πιό κοντά τό διευθυντήριο τής βουλής, αυτούς τούς πρυτάνεις πού είδαμε νά ενεργούν σέ πολλές περιστάσεις. Ούτε ή εκκλησία άλλά ούτε καί ή βουλή τών πεντακοσίων μποροΰσε νά συνεδριάζει όλο τό χρόνο χωρίς δια κοπή. Γιά τή διεκπεραίωση τών υποθέσεων καί γιά τήν προε τοιμασία τών εργασιών της χρειαζόταν μιά μόνιμη επιτροπή. Άλλά οί δημοκρατικές αρχές δέν μποροΰσαν νά άνεχτοΰν νά έ χει ή βουλή, αυτή ή σύντμηση τής εκκλησίας, τούς ίδιους προϊ σταμένους μιά ολόκληρη χρονιά. Άφοΰ ή βουλή σχηματιζόταν άπό δέκα τμήματα, πού καθένα αντιστοιχούσε σέ μιά φυλή, τί πιό εύκολο, πιό σύμφωνο μέ τίς συνταγματικές αρχές τοΰ Κλει σθένη, νά ασκήσει κάθε φυλή μέ τή σειρά της τήν πρυτανεία; Σέ καθεμιά, τό ένα δέκατο τοΰ έτους. Ή σειρά μέ τήν οποία οί φυλές θά είχαν αυτή τήν τιμή κανονιζόταν μέ κλήρο* δέν ξέ ρουμε ωστόσο άν καθοριζόταν γιά όλο τό χρόνο τή στιγμή πού ή βουλή αναλάμβανε τά καθήκοντα της ή διαδοχικά στήν άρχή τών εννέα πρώτων πρυτανειών. Μέ τό επίσημο ημερολόγιο, ό χωρισμός τοΰ χρόνου σέ δέκα πρυτανείες ήταν αυτονόητος: 360 μέρες τά κανονικά χρόνια καί 390 μέρες τά εμβόλιμα, μάς κάνει ακριβώς 36 ή 39 μέρες γιά κάθε φυλή. Άλλά, όταν τό 408 /7 υιοθέτησαν γιά τή δημόσια ζωή τό πολιτικό έτος τών 354 ή 384 ήμερων, ό χωρισμός σέ ίσα μέρη έγινε αδύνατος. Κατά τόν Αριστοτέλη, αποφασίστηκε οί τέσσερις πρώτες πρυ τανείες νά είναι τών 36 (ή 39) ήμερων καί οί έξι τελευταίες τών
Τ
30
198
Η ΒΟΤΛΗ
35 (ή 38)· αυτός ό κανόνας Ομως δέν εφαρμόζεται, παρά σέ λίγες άπό τίς μαρτυρίες μας, ένώ οί άλλες παρουσιάζουν μεγάλη ποι κιλία στήν κατανομή τών παραπάνω ήμερων. Οί πρυτάνεις κατοικούσαν σέ ένα ειδικό οικοδόμημα, γειτο νικό μέ τό βουλευτήριο, τή Σκιάδα, τήν όποια ονόμαζαν επίσης, εξαιτίας τοϋ σχήματος της, Θόλο. Εκεί έτρωγαν. Καθώς υπο βάλλονταν έτσι σέ ένα πρόσθετο έξοδο, έπαιρναν έναν όβολό τήν ήμερα περισσότερο άπό τούς άλλους βουλευτές (μιά δραχμή συ νολικά), καί ό επιστάτης τους ακόμη δέκα όβολούς. Στό βωμό πού υπήρχε μέσα στή Σκιάδα πρόσφεραν θυσίες γιά τή σωτηρία τοΰ λαού. 'Αλλά δέν πρέπει νά συσχετισθεί ό τίτλος τών πρυ τάνεων μέ τό Ονομα τοΰ πρυτανείου, τό οικοδόμημα όπου βρι σκόταν ή «κοινή εστία» καί όπου ή πόλη καλοΰσε αυτούς πού ήθελε νά τιμήσει. Δέν πρέπει νά νομίσει κανείς Οτι ή διαμονή στή Σκιάδα ήταν αυστηρά υποχρεωτική στους πενήντα πρυτά νεις: ή φυλή περιλάμβανε τρεις τριττύες, καί έτσι οί πρυτάνεις ήταν σέ επιφυλακή, μέ τή σειρά, κατά τό ένα τρίτο. Κάθε μέρα κληρωνόταν ό επιστάτης τών πρυτάνεων. Ασκού σε τό υψηλό του καθήκον άπό τή μιά δύση τοΰ ήλιου ώς τήν άλλη, καί μόνο γιά μία φορά. Έτσι άπό τούς πενήντα πρυτάνεις έπαιρναν τήν προεδρία τριάντα πέντε τουλάχιστον, καί μερικές φορές τριάντα εννέα. Αυτό σημαίνει ότι ό μέσος Αθηναίος, άφοΰ ειχε πολλές ελπίδες νά μπει στή βουλή, άν ήθελε, ειχε σχεδόν άλλες τόσες νά γίνει πρόεδρος τής δημοκρατίας μιά μέρα στή ζωή του. Γιατί περί αυτού ακριβώς επρόκειτο. Ό επιστάτης τών πρυτάνεων, πρόεδρος τής βουλής καί τής εκκλησίας, είχε στά χέρια του, γιά ένα μερόνυχτο, τά κλειδιά τών ιερών, δπου ήταν οί θησαυροί καί τά αρχεία, καθώς καί τή σφραγίδα τοΰ κράτους. Διατήρησε αυτά τά προνόμια ακόμη καί δταν τό 378 /7 παραχώρησε τήν προεδρία τών συνελεύσεων στον επιστάτη τών εννέα προέδρων, οί οποίοι κληρώνονταν ανάμεσα στους βουλευ τές τών φυλών πού δέν είχαν τήν πρυτανεία. Θά δούμε αμέσως, διαμέσου τών δικαιοδοσιών τής βουλής, ποιες θά ήταν οί δικαιοδοσίες τής επιτροπής της. Μέ τή μεσολά βηση τών πρυτάνεων ή βουλή έρχεται σέ επαφή μέ τήν εκκλησία, τούς άρχοντες καί τούς απλούς πολίτες, μέ τούς πρεσβευτές καί τούς ξένους κήρυκες. Αυτοί συγκαλούν σέ περίπτωση ανάγκης τή βουλή, τήν εκκλησία, τούς στρατηγούς. Εισάγουν στή βου λή τά πρόσωπα πού ό λαός ή οί ίδιοι κρίνουν δτι πρέπει νά άκου31
32
33
34
35
36
199
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στοΰν. Σ' αυτούς παρουσιάζονται γενικά δλοι όσοι φέρνουν επι στολές ή αναφορές δημοσίου ενδιαφέροντος. "Εχουν στή διά θεση τους αστυνομικές δυνάμεις, Οχι μόνο γιά νά τηρούν τήν τάξη στή βουλή καί στήν εκκλησία, άλλά καί γιά νά κάνουν συλ λήψεις σέ περίπτωση αυτόφωρων παραβάσεων πού βλάπτουν τήν πόλη. Μέ ρητή διαταγή τής εκκλησίας έχουν δικαίωμα, ώς πληρεξούσιοι τής βουλής, νά ενάγουν τούς στρατηγούς στά δικαστήρια, νά φροντίζουν γιά τήν επιστροφή χρημάτων πού δά νεισε τό κράτος. Εξαιτίας Ολων αυτών τών λειτουργιών, ή φυλή πού άσκεΐ τήν πρυτανεία, εκτός άπό τό ότι μετέχει στήν κοινή ευθύνη τής βουλής, είναι ακόμη υπεύθυνη γιά τίς πράξεις της, όπως καί κά θε πρύτανης ευθύνεται γιά τίς δικές του πράξεις. "Ετσι, άπό τόν 4ο αιώνα αποκτάται ή συνήθεια νά απονέμει ή βουλή καί ό λαός στις φυλές πού πρυτάνευσαν μιά ξεχωριστή ανταμοιβή —Οχι σέ όλες τίς φυλές αδιακρίτως, όπως θά γίνει αργότερα, άλλά σέ ό ποια «οδήγησε στή νίκη» καί στάθηκε άξια τής πόλης. Στήν αντίθετη περίπτωση, ή διεύθυνση τών συζητήσεων στήν εκκλη σία εκθέτει τήν πρυτανεύουσα φυλή σέ σοβαρές μομφές καί μά λιστα σέ συγκεκριμένες κατηγορίες. Τά διατάγματα μνημο νεύουν πάντα τό Ονομα τοΰ επιστάτη, γιά νά δώσει λόγο ακόμη καί έπειτα άπό τήν έπιψήφιση. Ωστόσο οί πρυτάνεις δέν έχουν συλλογική ευθύνη. Ό Σωκράτης απέδειξε σέ φοβερές περιστά σεις ότι κάθε πρύτανης χωριστά μποροΰσε νά αποφύγει τήν ανά μειξη του σέ αποφάσεις τίς όποιες θεωρούσε ανάξιες γιά τό πρό σωπο του, καί ό Δημοσθένης μάς λέει πώς τό γεγονός ότι οί πρυτάνεις προσφέρουν άπό κοινοΰ σπονδές καί θυσίες δέν εμπο δίζει τούς καλούς νά διακριθούν άπό τούς κακούς. Ή βουλή, γιά νά ασκήσει καλύτερα τίς δικαιοδοσίες της, διό ριζε μέ χειροτονία ή μέ κλήρωση ειδικές επιτροπές, άλλες γιά ολόκληρο τό χρόνο καί άλλες γιά Οσον καιρό χρειαζόταν νά φέ ρουν εις πέρας τήν αποστολή τους. Τέτοια επιτροπή ήταν οί συλ λογείς: εκλεγμένοι γιά ένα χρόνο, ήταν τριάντα, τρεις κατά φυ λή, ένας κατά τριττύα. Ύπό τήν προεδρία τής φυλής πού πρυτά νευε, ενώνονταν μέ τούς έξι ληξιάρχους, γιά νά ελέγχουν τήν είσοδο στήν εκκλησία. Ό ρόλος τους μεγάλωσε τόν 4ο αιώνα, όταν έδιναν στους πολίτες πού έφταναν εκεί τή μάρκα παρουσίας, μέ τήν όποια εκείνοι θά εισέπρατταν τό τριώβολο. Εκπροσω πούσαν επίσης τή βουλή —κανένας δέν ξέρει γιατί— στά Όλύμ37
38
39
40
41
42
200
Η ΒΟΓΛΗ
πια τών Αθηνών καί σέ ορισμένες θυσίες τής Αθηνάς. Έν πάση περιπτώσει έβρισκαν ευκαιρίες νά διακριθούν μέ τιμές γιά τό «πνεύμα δικαιοσύνης» πού έδειχναν. Γιά τήν παρακολούθηση τής ναυτικής διοίκησης, άπό τίς κυριότερες δικαιοδοσίες της, ή βουλή διόριζε δύο επιτροπές άπό βουλευτές. Ή μία (τών δέκα τριηροποιών) ασκούσε τόν έλεγχο, μέ τή βοήθεια εκλεγμένων άπό τό λαό αρχιτεκτόνων (ναυπηγών), στις ναυπηγήσεις, καί πλήρωνε στους εργολάβους, μέ τόν ταμία της, ένα ειδικό κον δύλι. Ή άλλη (οί έπιμελούμενοι τον νεωρίου) ερχόταν σέ επα φή μέ τούς διευθυντές τών ναυστάθμων (νεωροί) οί όποιοι φρόν τιζαν γιά τά πλοία πού ήταν σέ λειτουργία καί είχαν στις διατα γές τους πεντακόσιους φύλακες. Δέκα λογιστές κληρώνονταν σέ κάθε πρυτανεία, γιά νά επαληθεύσουν τίς έγγραφες Ολων τών οικονομικών υπαλλήλων. Α υ τ ή ή επαλήθευση, πού ήταν μερική καί προσωρινή, προετοίμαζε τήν απόδοση λογαριασμού, πού γι νόταν μετά άπό τό τέλος τής άσκησης τής εξουσίας μπροστά σέ ειδικούς άρχοντες, άλλά στήν όποια έπαιρναν μέρος δέκα επί τροποι, οί ενθυνοι, καί οί βοηθοί τους, δύο γιά κάθε εύθυνο, όλοι κληρωμένοι άπό τή βουλή. Στις επιγραφές τοΰ 5ου καί κυρίως τοΰ 4ου αιώνα εμφανίζονται ακόμη πολλές επιτροπές ίεροποιών επιφορτισμένων νά προεδρεύουν σέ διάφορες τελετές: στις γιορ τές τοΰ Ηφαίστου, στις θυσίες πού γίνονταν στήν Ελευσίνα γιά τήν αφιέρωση τών απαρχών ή γιά τήν ιερουργία τών μυστη ρίων, σέ μιά γιορτή τοΰ Διονύσου, Οπου γίνονταν θυσίες γιά τή σωτηρία τής βουλής καί τοΰ λαοΰ. Αυτού τοΰ είδους οί επιτρο πές λαμβάνονται γενικά άπό τό σύνολο τής βουλής, μιά φορά ωστόσο άπό τό τμήμα πού άσκεΐ τήν πρυτανεία. Οί πρυτάνεις καί τά μέλη επιτροπών είχαν ανάγκη, όπως καί οί βουλευτές γενικά, άπό έναν γραμματέα-άρχειοφύλακα, πού γνώριζε τούς καθιερωμένους τύπους γιά τή σύνταξη τών ψηφι σμάτων, στον όποιο άνέθεταν τή δημοσίευση, τήν κατάταξη καί τή φύλαξη τών επίσημων εγγράφων. "Ως τό 367 λεγόταν γραμ ματεύς τής βουλής. Εκλεγόταν άπό τή βουλή ανάμεσα στους βουλευτές πού δέν άσκοΰσαν τήν πρυτανεία, καί επομένως γιά τό διάστημα μιάς πρυτανείας. Ή λαϊκή ψήφος ανέβαζε σ' αυτό τό αξίωμα τά πιό επιφανή καί τά πιό ακέραια πρόσωπα. Ω στόσο τό γεγονός ότι τό ονομ,α τοΰ γραμματέα μνημονεύεται στό προοίμιο καί στον τίτλο τών ψηφισμάτων, μαζί μέ τό Ονομα τής φυλής πού πρυτανεύει καί τοΰ επιστάτη τών πρυτάνεων, δέν 43
44
45
46
47
48
201
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
έχει σκοπό νά τιμηθεί αυτός ό αξιωματούχος, άλλά νά χρονολο γηθεί καί νά επικυρωθεί ή πράξη, ώστε νά μπορεί κανείς νά τήν αναφέρει σύμφωνα μέ τή θέση της μέσα στά αρχεία. Γιά τόν ίδιο λόγο δηλωνόταν ή χρονιά κάθε βουλής μέ τό Ονομα τοΰ γραμματέα τής πρώτης πρυτανείας. Στό ιερό τής Μητέρας τών Θεών, στό Μητρώον, ήταν τακτοποιημένες οί πινακίδες καί οί πάπυροι, πού ανάμεσα τους θρονιαζόταν ό γραμματέας τής βου λής. Εκεί, μαζί μέ τά πρωτότυπα τών ψηφισμάτων καί τών νόμων, βρισκόταν ένας Ογκος άπό λογαριασμούς καί δικαστι κούς φακέλους, καθώς καί, άπό τήν εποχή τής κυβέρνησης τοΰ Λυκούργου, τά επίσημα αντίτυπα τών μεγάλων τραγικών. Ωστόσο ό γραμματέας δέν είχε τό κλειδί τοΰ Μητρώου, πού κάθε μέρα περνούσε άπό τόν έναν επιστάτη στον άλλο, καί ήταν υποχρεωμένος, επειδή δέν είχε τόν καιρό νά αποκτήσει τήν πείρα πού χρειαζόταν, νά καταφεύγει στον πραγματικό κύριο τών έσω, στό δημόσιο δοΰλο πού ήταν διορισμένος στά αρχεία. Ανάμεσα στό 368 \1 καί τό 363 /2 ή γραμματεία αναμορφώ θηκε τελείως. Έγινε πραγματική άρχή, ετήσια καί κληρωτή α νάμεσα σέ Ολους τούς πολίτες. Κατά έναν περίεργο τρόπο, ό καινούριος γραμματέας πήρε τόν τίτλο πού άρμοζε στον παλαιό: ονομάστηκε γραμματεύς κατά πρντανείαν. Ά ν καί τό άξίωμά του είχε μεγαλύτερη διάρκεια, δέν είχε πιά τό ίδιο κύρος δπως δταν εκλεγόταν ανάμεσα στους βουλευτές. Γιά νά αποφευχθεί ό συναγωνισμός τών φυλών, τόν έπαιρναν άπό κάθε φυλή μέ τή σειρά, ή οποία αρχικά καθοριζόταν μέ κλήρο καί άπό τό 356/5 σύμφωνα μέ τήν επίσημη σειρά τών φυλών. Κύριος τών δημο σίων έγγραφων, επιφορτισμένος μέ τή φύλαξη τών ψηφισμάτων καί μέ τήν αντιγραφή δλων τών άλλων ντοκουμέντων, ό γραμ ματέας τής πρυτανείας παρακολουθούσε υποχρεωτικά τίς συνε δριάσεις τής βουλής, άν καί δέν ήταν μέλος της. Είχε γιά βοηθό καί υφιστάμενο τόν «γραμματέα τών διαταγμάτων» ή «τών νό μων» (γραμματεύς επί τά ψηφίσματα, επί τους νόμους), πού ή ταν καί αυτός κληρωτός καί είχε δικαίωμα εισόδου στό βουλευ τήριο, άφοΰ έπρεπε νά αντιγράψει τά ψηφίσματα καί τούς νό μους. Έκτος άπό αυτούς τούς γραμματείς-άρχειοφύλακες, υπήρχε ένας γραμματεύς τοϋ δήμου, ή τής πόλεως, πού είχε μοναδική δικαιοδοσία νά διαβάζει τά πεπραγμένα στήν εκκλησία καί στή βουλή. Καθώς έπρεπε νά έχει ωραία φωνή, ήταν αιρετός. Γιά 49
50
51
52
53
54
202
Η ΒΟΤΛΗ
τίς διακηρύξεις πού έκαναν στην εκκλησία, οί πρυτάνεις είχαν στις διαταγές τους έναν κήρυκα τον όποιο μισθοδοτούσε ή βουλή (κήρυξ τής βουλής) καί ό όποιος έμενε στήν υπηρεσία χωρίς χρονικό Οριο. 55
Γ' ΟΙ Ε Ξ Ο Υ Σ Ι Ε Σ Τ Η Σ
ΒΟΥΛΗΣ
Ή βουλή ήταν συγχρόνως προπαρασκευαστική επιτροπή, εκτε λεστική επιτροπή καί ανώτατη άρχή, καί γι' αυτό ασκούσε τίς εξουσίες της μέ τρεις τρόπους: έφερνε στήν εκκλησία τά προβουλεύματα πού χρησίμευαν ώς βάση στά ψηφίσματα του δή μου εξέδιδε ή ίδια ανεξάρτητα ψηφίσματα γιά τήν εξειδίκευ ση καί τήν εκτέλεση τών αποφάσεων πού είχαν ληφθεί άπό τήν εκκλησία συνεργαζόταν λίγο πολύ άμεσα, σέ συσκέψεις ή στήν πράξη, μέ τίς άλλες αρχές. Είδαμε πώς ή εκκλησία επέβαλε στον εαυτό της τήν απόλυτη υποχρέωση νά μή συζητεί παρά μόνο πάνω σέ σχέδια ψηφισμά των πού έφερνε ή βουλή, συνοδεύοντας τα μέ ρητή εισήγηση της. Ένα ψήφισμα τοΰ δήμου προϋποθέτει πάντα ένα προβού λευμα τής βουλής. Καμιά φορά συμβαίνει τό προβούλευμα νά μνημονεύεται ρητά άπό τό ψήφισμα άλλά πιό συχνά συναντού με τή διατύπωση έδοξε τή βουλή και τω δήμω. Ακόμη καί ή συζήτηση ενός σχεδίου πού έχει επεξεργαστεί ή ειδική επιτρο πή τών συγγραφέων, ακόμη καί ό διορισμός τών νομοθετών πού επιφορτίζονταν μέ τήν αναθεώρηση ενός νόμου, ακόμη καί οί ετήσιες συνεδριάσεις γιά τήν εκλογή τών αρχόντων, αρχίζουν μέ τήν ανάγνωση ενός προβουλεύματος. Κάθε βουλή ήταν υπεύ θυνη γιά Ολες τίς προτάσεις τής εκκλησίας καί μόνο γι' αύτές κατά συνέπεια, κάθε προβούλευμα πού ή βουλή δέν πρόλαβε νά εισαγάγει στήν εκκλησία έπαυε νά υπάρχει μαζί μέ αυτήν. Σέ πολλές περιστάσεις χρειάζονταν άμεσες αποφάσεις πού δέν άξιζε νά υποβληθούν στήν εκκλησία. Ή βουλή συνέτασσε διατάγματα (ψηφίσματα) πού έπρεπε νά εκτελεστούν χωρίς άλ λες διατυπώσεις. Ήταν εξουσιοδοτημένη σιωπηρά άπό τήν υποχρέωση πού είχε νά επιβλέπει τήν εφαρμογή τών νόμων ή τών ψηφισμάτων τοΰ δήμου. Σέ έκτακτες περιπτώσεις έπαιρνε ρητά άπό τό δήμο πληρεξουσιότητα (κυρία, αυτοκράτωρ) γιά νά συμπληρώνει τίς διατάξεις κάποιου ψηφίσματος. "Επρεπε -
-
56
-57
-
58
59
60
203
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ομως νά παραμείνει στά όρια τών δικαιοδοσιών της καί νά φυ λαχτεί νά μήν παραβιάσει τούς νόμους καί τά ψηφίσματα, τήν εφαρμογή τών οποίων τής είχαν εμπιστευτεί" αλλιώς διωκόταν γιά παρανομία. Τέλος ή βουλή έ'χει άπό τό λαό ενα είδος γενικής εξουσιοδό τησης πού τής προσδίνει εξουσία πάνω στους άρχοντες. Μιλών τας γιά τίς αρμοδιότητες τής βουλής, ό Αριστοτέλης αναφέρει καί πολλούς άρχοντες πού συνεργάζονται μέ αυτήν άπό υποδεέ στερη θέση. Άπό τόν πιο μεγάλο ώς τόν πιο μικρό, ή βουλή τούς παρακολουθεί, διοικεί σέ συμφωνία μαζί τους, παίρνει τίς αναφορές τους, τούς δίνει εντολές. Τίποτε άπό Οσα ενδιαφέρουν τήν πόλη δέν γίνεται έ'ξω άπ' α υ τ ή ν . Μέ τήν ιδιότητα τοΰ μεσολαβητή ανάμεσα στήν Αθήνα καί στά ξένα κράτη, ή βουλή παραχωρεί ακροάσεις στους πρεσβευ τές, πριν νά τούς παρουσιάσει στήν εκκλησία, καί διαπραγμα τεύεται μέ αυτούς, πριν νά υποβάλει στό λαό τά αποτελέσμα τα τών συζητήσεων σέ μορφή προβουλεύματος. Άπό τήν άλλη μεριά, δίνει τίς απαιτούμενες κατευθύνσεις στους Αθηναίους πού στέλνονται ώς πρέσβεις στό εξωτερικό, καί καμιά φορά τούς εκλέγει ή ίδια έ'πειτα άπό διαταγή τής εκκλησίας" επίσης ασχολείται μέ τήν αλληλογραφία τους. Α υ τ ή ανακοινώνει τά ψηφίσματα τοΰ δήμου στά ενδιαφερόμενα κράτη καί ορκίζεται έξ ονόματος τής πόλης γιά συνθήκες ειρήνης ή συμμαχίας. "Ε χει σαφή προορισμό νά δέχεται μέ όλο τόν οφειλόμενο σεβασμό τούς ξένους —Οχι μόνο τούς πρεσβευτές άλλά καί τούς πρόξενους καί τούς ευεργέτες. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς ότι ή βουλή δι αδραμάτισε έναν εξαιρετικά δραστήριο ρόλο, Οταν ή Αθήνα βρι σκόταν επικεφαλής μιάς συμμαχίας. Τόν 5ο αιώνα επεμβαίνει στον καθορισμό τών φόρων καί προπαρασκευάζει, μέ πρόταση τών συγγραφέων, τά σχέδια πού αφορούν τίς πόλεις, τίς περιο χές, Ολη τή συμμαχία. Τόν 4ο αιώνα είναι ό άξονας πού ενώνει τήν αθηναϊκή εκκλησία καί τό ομοσπονδιακό συνέδρων. Γιά νά εκτιμηθεί ή σημασία τής εξουσίας πού άσκεΐ ή βουλή στις εξω τερικές σχέσεις, αρκεί ένα στοιχείο: τά σχετικά προβλήματα τά συζητεί σχεδόν πάντα σέ μυστικές συνεδριάσεις. Ή βουλή βρίσκεται σέ συνεχή επαφή μέ τούς στρατηγούς Οχι μόνο γιά τίς υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής άλλά καί γιά τά στρατιωτικά, Οπου έχει πολλές δικαιοδοσίες. Φροντίζει αδιά κοπα γιά τήν άμυνα τής πόλης. Τόν 5ο αιώνα ασφαλώς θά έπέ61
62
63
64
65
66
204
Η ΒΟΤΛΗ
βλέπε τήν κατάρτιση τοΰ καταλόγου τών οπλιτών, άφοΰ τόν 4ο αιώνα παρακολουθεί τή λειτουργία τοΰ έφηβικοΰ θεσμού, ελέγχει τόν κατάλογο τών εφήβων καί δέχεται τήν αναφορά τοΰ κοσμητοϋ. Ασχολείται ειδικά μέ τό ιππικό. Κάθε χρόνο ό κα τάλογος τών ιππέων συμπληρώνεται είτε άπό τούς ειδικούς ιππάρχους είτε, τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη, άπό τούς ειδικούς στρατολόγους ή καταλογεϊς, πού τόν δίνουν στους ιππάρχους* ή εργασία καί τών μέν καί τών δέ υποβάλλεται στήν επιδοκιμα σία τών βουλευτών. Ψηφίζουν γιά κάθε Ονομα καί διαγράφουν όσους δηλώσουν ένορκα ότι δέν είναι σωματικά ή οικονομικά σέ θέση νά υπηρετήσουν ώς ιππείς. Ή βουλή επίσης επιθεωρεί τά άλογα: έάν ένα άλογο δέν είναι καλά θρεμμένο, αποσύρει τήν αποζημίωση γιά τή διατροφή του άπό τόν ιππέα* επίσης απο τάσσει τά δύστροπα άλογα, σφραγίζοντας τα μέ μιά ρόδα στό σαγόνι. Άλλά σέ μιά πόλη πού υπολόγιζε περισσότερο στό στόλο πα ρά στό στρατό της, ή βουλή θεωρούσε κύριο καθήκον της τήν εποπτεία στό ναυτικό. Φροντίζει γιά καθετί, είτε γιά υλικά πρόκειται είτε γιά τό προσωπικό. Είναι υπεύθυνη γιά τίς να,υτικές κατασκευές καί τίς επισκευές, καί γι' αυτό αντιπροσω πεύεται στά ναυπηγεία τοΰ Πειραιά μέ τήν επιτροπή τών τριηροποιών καί μπορεί νά δημοσιεύει διοικητικούς κανονισμούς. "Όταν έχει εκπληρώσει καλά αυτές τίς υποχρεώσεις της, τότε προπάντων ό δήμος τήν επαινεί μέ τιμητικό ψήφισμα, ένώ δέν μπορεί νά τής δοθεί αυτή ή ανταμοιβή άν δέν κατασκεύασε τόν καθορισμένο αριθμό πλοίων. Ή κατασκευή καί ή συντήρηση τών σχοινιών καί τής εξάρτυσης αποτελούν αντικείμενο τών φροντίδων της, καί χρειάζεται ή άδεια της γιά νά πουληθούν κομμάτια πού έχουν αχρηστευθεί. Γιά τή στρατολόγηση πλη ρωμάτων οί βουλευτές κάθε φυλής ενεργούν σέ συνεργασία μέ τούς δημάρχους. Οί προϊστάμενοι τών ναυπηγείων καί τών ναυ στάθμων καί οί τριήραρχοι υπάγονται στή δικαιοδοσία τής βου λής: μπορεί νά τούς τιμωρήσει στά Ορια τής αρμοδιότητας της ή νά τούς παραπέμψει σέ δικαστήριο, καί έχει δικαίωμα νά δι πλασιάσει τίς ποινές τών τριηράρχων πού καταδικάστηκαν άπό τά δικαστήρια νά αντικαταστήσουν ένα πλοίο ή τά έξαρτύματά του, όταν δέν εκπλήρωσαν έγκαιρα τήν οφειλή τους. Κάθε φορά πού αποπλέει μιά μοίρα οί βουλευτές είναι στις προβλήτες, μέ τούς στρατηγούς καί, αργότερα, μέ τούς αποστολείς, πού έκλέ67
68
69
205
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
γονται γι' αυτόν τό σκοπό. Ή εκκλησία τούς επιφορτίζει, σ' αυ τές τίς περιστάσεις, νά επιβάλλουν τίς προβλεπόμενες ποινές στους τριήραρχους πού έσφαλαν συμβαίνει μάλιστα νά ζητήσει ή ίδια άπό τούς πρυτάνεις νά κινήσουν ποινικές αγωγές εναντίον στρατηγών πού αμέλησαν τά καθήκοντα τους. Ή βουλή ειχε ακόμη πιό εκτεταμένη δικαιοδοσία στά οικο νομικά. Σ' αυτόν τόν τομέα μπορούμε νά πούμε Οτι ώς τήν εποχή τοΰ Λυκούργου θά υπήρχε πλήρης αναρχία μέ τό πλήθος τών αρχόντων πού ασχολούνταν μέ τίς εισπράξεις, τίς πληρωμές καί τή διαχείριση, έάν δέν ειχε μπει κάποια τάξη καί ενότητα τήν οποία εξασφάλιζε ή βουλή. Α υ τ ή φροντίζει νά βρει τούς αναγκαίους πόρους, κυρίως σέ περίοδο πολέμου. Μπροστά της γίνονται άπό τούς πωλητάς Ολοι οί δημόσιοι πλειστηριασμοί, πού ονομάζονται πωλήσεις, καθώς καί οί κοινές πωλήσεις. "Ετσι ενοικιάζονται οί φόροι, οί φάκελοι τών οποίων κατατίθενται στή βουλή καί κατατάσσονται μέ φροντίδα εκχωρούνται μεταλλευτικά δικαιώματα μέ ψηφο φορία πού γίνεται μέ ύψωση χεριών εκποιούνται περιουσιακά στοιχεία πού είτε περιήλθαν στό κράτος μέ δημευτικές κατα δίκες είτε τά διεκδίκησε τό κράτος καί τά πήρε, άφοΰ αναγνω ρίστηκαν έπειτα άπό δίκη ώς δημόσια κτήματα* ενοικιάζονται ιεροί χώροι, καί τά σχετικά συμβόλαια, γραμμένα πάνω σέ πι νακίδες, προσκομίζονται στή βουλή Οχι άπό τούς πωλητάς, άλλά άπό τόν βασιλέα, τόν μεγάλο αρχιερέα τής φυλής. "Ολα αυτά τά έγγραφα, τακτοποιημένα σύμφωνα μέ τήν ημερομηνία τής λήξης τους, τά εμπιστεύεται ή βουλή σέ έναν δημόσιο δούλο. Τήν ήμερα πού λήγει ή προθεσμία, οί άποδέκται τά παίρνουν, καί μέσα στήν αίθουσα τοΰ βουλευτηρίου διαγράφουν τά ποσά πού πληρώθηκαν ή σημειώνουν τήν καθυστέρηση τής οφειλής, διπλασιάζοντας τό ποσό της. Σ' αυτή τήν περίπτωση ό νόμος δίνει στή βουλή τό δικαίωμα νά εισπράττει τό χρέος ή νά φυ λακίζει τό χρεώστη. Επιφορτισμένοι μέ τίς εισπράξεις, οί βουλευτές δέχονται επίσης εθελούσιες προσφορές καί φροντίζουν γιά τήν καταβολή καί τήν πώληση τών δημητριακών πού οφεί λονται ώς απαρχές στις Ελευσίνιες θεές. Τήν εποχή τής πρώ της αθηναϊκής συμμαχίας καθορίζουν τούς φόρους τών συμμα χικών πόλεων, σέ συμφωνία μέ τούς τάκτας, καί οί άποδέκται τούς εισπράττουν μπροστά τους, κατά τήν εορτή τοΰ Διονύσου, καί τούς μεταβιβάζουν στους έλληνοταμίες. 70
71
-
72
73
206
Η
ΒΟΓΛΗ
"Ολο τό χρόνο ή βουλή παρακολουθεί τή διαχείριση τοϋ δη μόσιου χρήματος. Υποχρεώνεται άπό τό νόμο νά ελέγχει τούς τίτλους τών αδυνάτων (αναπήρων) πού ζητούν καθημερινή ενί σχυση δύο όβολών άπό έ'ναν ειδικό νόμο καλείται νά μειώσει στό ελάχιστο τά έξοδα τών κατασκευών. Προπάντων τήν απα σχολεί ή αυστηρή εφαρμογή τοΰ νόμου γιά τόν προϋπολογισμό. Μόλις αναλάβουν καθήκοντα οί άποδέκται παίρνουν τό περιεχό μενο τοΰ ταμείου καί τό κατανέμουν στους διάφορους άρχοντες* τήν επόμενη μέρα φέρνουν στή βουλή τήν κατανομή γραμμένη πάνω σέ μιά πινακίδα* διαβάζουν τό ένα άρθρο μετά τό άλλο καί ρωτούν στή βουλή μήπως ξέρει κανείς άν ένας άρχων ή ιδιώ της διέπραξε κάποια ανωμαλία στήν κατανομή* άν συμβαίνει κάτι τέτοιο, ζητούν άμεση ψηφοφορία μέ τό ερώτημα τής ένο χης. Κατά τήν εκτέλεση τοΰ προϋπολογισμού ή βουλή εμπο δίζει τίς υπερβάσεις τών πιστώσεων καθώς καί τίς μεταβιβάσεις τους σέ άλλα κονδύλια. Τόν 4ο αιώνα συνεννοείται μέ τούς νομο θέτες γιά τίς δαπάνες πού δέν είχαν προβλεφθεί. Δέν μάς εκ πλήσσει λοιπόν Οτι σέ κάθε πρυτανεία ή βουλή ελέγχει μέ μιά επιτροπή της τά βιβλία όλων τών αρχόντων πού έχουν σχέση μέ διαχείριση, καί ότι τό ευρετήριο τών θησαυρών τών ιερών καθώς καί ή μεταβίβαση τους γίνονται ύπό τόν έλεγχο της. Είδαμε ότι ή βουλή περιλαμβάνει στις οικονομικές δραστηρι ότητες της τά δημόσια έργα. 'Αλλά σ' αυτόν τόν τομέα οί εξου σίες της είναι πολύ πιο εκτεταμένες. Φροντίζει γιά οτιδήποτε άφορα τίς κατασκευές καί τή συντήρηση τών δημοσίων οικοδο μημάτων. Ά ν πρόκειται γιά μεγάλο οικοδόμημα, χρειάζονται διατάγματα τής βουλής καί τοΰ δήμου γιά νά γίνει ό προϋπολο γισμός άπό έναν αρχιτέκτονα καί νά συνταχθούν οί συγγραφές υποχρεώσεων* προκειμένου γιά εργασίες μικρότερης σημασίας, γιά ένα υδραγωγείο, γιά τήν ανέγερση ενός βωμού ή ενός αγάλ ματος, ό δήμος τίς αναθέτει στή βουλή. "Ολες οί κατακυρώσεις γίνονται μέ τή φροντίδα τών πωλητών μπροστά στή βουλή, ή όποια παρακολουθεί μέ ειδικούς επιστάτες δλα τά έργα πού εκτελούνται. Σέ περίπτωση παράβασης άπό τόν αρχιτέκτονα ή τόν εργολάβο, υποβάλλει αναφορά στήν εκκλησία καί, άν προ τείνει δίωξη, αναθέτει τήν υπόθεση στό δικαστήριο. Μερικοί λογαριασμοί δημοσίων έργων δείχνουν καλά τή δραστηριότητα τής βουλής. Οί λογαριασμοί τοΰ Παρθενώνα χρονολογούνται μέ τόν αύξοντα αριθμό τών διαδοχικών βουλών, αρχίζοντας άπό 74
75
76
77
78
79
80
207
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
εκείνη επί τής όποιας άνοιξε τό εργοτάξιο: έχουμε, παραδείγμα τος χάρη, τούς λογαριασμούς τής «δέκατης τέταρτης βουλής». "Ενα ψήφισμα μέ συνηθισμένη διατύπωση αποφασίζει άν ό ναός τής Αθηνάς Νίκης θά έχει πόρτα άπό χαλκό ή άπό χρυσό καί ελεφαντόδοντο ένα άλλο, πού προτάθηκε άπό τή βουλή, σέ συμ φωνία μέ τούς επιστάτες καί τόν αρχιτέκτονα, ορίζει τήν αμοιβή τοΰ καλλιτέχνη. Τέλος ή βουλή παρακολουθεί τά θρησκευτικά. Φροντίζει γιά τά ιερά, Οπως καί γιά τά άλλα οικοδομήματα, καί παρακολουθεί τήν ετήσια μεταβίβαση τών χρημάτων, τών αγαλμάτων, τών κοσμημάτων καί Ολου τοΰ ιερού ύλικοΰ στους ταμίες τής Αθη νάς καί τών άλλων θεών. Οί μεγάλες γιορτές τής δίνουν πολλή δουλειά. Γιά τά Παναθήναια ειχε άπό πολύ καιρό τό καθήκον νά διαλέγει τό σχέδιο τοΰ κεντήματος πού θά στόλιζε τόν πέπλο τής θεάς επειδή κατηγορήθηκε γιά μεροληψία στήν κρίση της, τής αφαίρεσαν αυτή τήν αρμοδιότητα καί τήν έδωσαν σέ ένα δικαστήριο πού οριζόταν μέ κλήρο. Εξακολούθησε πάντως νά φροντίζει γιά τήν κατασκευή χρυσών Νικών πού προσφέρονταν στή θεά καί γιά τά βραβεία πού απονέμονταν κατά τούς πανα θηναϊκούς αγώνες. Εξασφαλίζει τήν τάξη στά Διονύσια δια λέγει άπό τά μέλη της τούς θεωρούς πού στέλνονται στά Πύθια καί διάφορες επιτροπές ίεροποιών. Σέ μιά επιγραφή τοΰ 5ου αιώνα τή βλέπουμε νά στέλνει κήρυκες στις συμμαχικές πόλεις καί στις άλλες πόλεις τής Ελλάδας, γιά νά τούς ζητήσει νά στεί λουν τίς απαρχές τών δημητριακών στήν Ελευσίνα, δέχεται μιά -
81
-
-83
82
84
αναφορά γιά τίς απαρχές λαδιού, καί τιμωρεί, μέ αίτηση τοΰ
άρχοντα βασιλέα, τίς παραβάσεις πού έγιναν στον ιερό χώρο τοΰ Πελαργικοΰ. Μιά άλλη επιγραφή, τοΰ 4ου αιώνα, μάς δεί χνει τή βουλή νά φροντίζει γιά τήν οροθέτηση καί τήν επίβλεψη τής Όργάδος* καί νά στέλνει ένα μέλος της γιά νά ρωτήσει τό μαντείο τών Δελφών σχετικά μ' αυτόν τόν απαγορευμένο χώρο. Ή βουλή, μέ βάση τή γενική πληρεξουσιότητα πού ειχε άπό 85
τόν κυρίαρχο λαό, καί ή όποια τήν καθιστούσε ανώτατη άρχή,
ειχε αστυνομικές καί δικαστικές δικαιοδοσίες. Παρατηρήσαμε ήδη ότι σέ πολλές περιπτώσεις άσκεΐ ένα δικαίωμα ελέγχου, τή δοκιμασία. Ά ς συγκεντρώσουμε έδώ τίς περιπτώσεις. Ή εγγραφή τών Αθηναίων πού ένηλικιώνονται * Όργάς λεγόταν μιά περιοχή τής Α τ τ ι κ ή ς , κοντά στά σύνορα μέ τή Μεγαρίδα, αφιερωμένη στις Ελευσίνιες θεές.
208
Η ΒΟΤΛΗ
στους καταλόγους τών πολιτών δέν είναι οριστική παρά μόνο μετά τήν έ'γκριση τής βουλής* άν αποδειχθεί δτι ενα άτομο έχει εγγραφεί χωρίς νά πρέπει, τό διαγράφει καί καταδικάζει σέ πρόστιμο τούς δημότες πού ήταν υπεύθυνοι γιά τήν άπατη. Ελέγχει, επίσης, τήν ετήσια εγγραφή στους καταλόγους τών ιππέων καί τών έφιππων ανιχνευτών, εξετάζοντας τόσο τούς ανθρώπους δσο καί τά ζώα. "Ιδιος έλεγχος ασκείται στον κατά λογο τών αναπήρων πού ζητούν ενίσχυση άπό τό δημόσιο. Ή βουλή ελέγχει επιπλέον, στό τέλος τής θητείας της, τούς βου λευτές καί τούς άρχοντες πού έ'χουν υποδειχθεί γιά τήν επόμενη χρονιά. Στήν αρχή είχε απόλυτο δικαίωμα αποκλεισμού* αργό τερα, όμως, οί αποκλειόμενοι μπορούσαν νά προσφύγουν στό δι καστήριο. "Οταν ή βουλή έλαβε άπό τόν Κλεισθένη καί, αργότερα, άπό τόν Εφιάλτη τίς πολιτικές εξουσίες πού ασκούσε ώς τότε ό Άρειος Πάγος, κληρονόμησε άπό αυτόν, μαζί μέ τό δικαίωμα νά ελέγχει τήν εκτέλεση τών νόμων, καί τή δικαιοδοσία πού συν δεόταν μέ αυτόν τό νόμο. Καθώς παρακολουθούσε τή διαχείριση τών υπαλλήλων, καί ειδικά τών οικονομικών υπαλλήλων, ειχε δικαίωμα νά τούς καλεί καί νά τούς κρίνει, άν ήταν ένοχοι γιά παράλειψη καθήκοντος ή γιά παράβαση νόμων. Ή ποινική δικαιοδοσία τής βουλής ήταν πρώτα άπ' Ολα οπλι σμένη μέ απεριόριστες κυρώσεις* περιλάμβανε τότε τό δικαίωμα νά επιβάλει πρόστιμο, φυλάκιση, ακόμη καί θάνατο. 'Αλλά πε ριορίστηκε σέ ένα αστυνομικό πρόστιμο: τήν επιβολή. Ακόμη ή βουλή δέν μποροΰσε νά καταδικάσει χωρίς δικαίωμα έφεσης σέ πρόστιμο μεγαλύτερο άπό πεντακόσιες δραχμές* όσες κατα δίκες ξεπερνούσαν αυτό τό ποσό παρουσιάζονταν άπό τούς νο μοθέτες στό λαϊκό δικαστήριο, τοΰ οποίου καί μόνον ή απόφαση ήταν ανέκκλητη. Κάποτε μάλιστα ήρθε ή στιγμή πού μπορού σαν νά ασκούν έφεση καί γιά τά πρόστιμα πού ήταν στά δρια τής αρμοδιότητας της. Ό Αριστοτέλης μάς διηγείται σέ ποιες περιπτώσεις έ'γινε ή πρώτη καί κυριότερη άπό αυτές τίς αλλα γές. Μιά μέρα, λέει, κάποιος ονόματι Αυσίμαχος, πού παραδό θηκε άπό τή βουλή στό δήμιο, ένώ ήταν κιόλας στό χώρο τής εκτέλεσης, αποσπάσθηκε άπό τόν Εύμελίδη ό όποιος διακήρυξε δτι δέν μπορούσαν νά τιμωρήσουν μέ θάνατο κανέναν πολίτη χωρίς τήν κρίση τοΰ λαοΰ* ό Λυσίμαχος οδηγήθηκε στήν Η λ ι αία καί αθωώθηκε. Δυστυχώς, δέν ξέρουμε πότε τοποθετείται 86
87
88
209
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χρονολογικά τούτο τό δραματικό επεισόδιο. Φαίνεται πιθανό, πάντως, ότι ή ανώτατη δικαιοδοσία πού παραχώρησε ό Κλει σθένης στή βουλή τής αφαιρέθηκε πριν άπό τά μηδικά, ίσως τό 501 /500, Οταν καθιερώθηκε ό όρκος τών βουλευτών: ή βουλή έ χανε έτσι συγχρόνως καί τή δικαστική αρμοδιότητα, πού δόθηκε στήν Ηλιαία, καί τή διπλωματική, πού δόθηκε στήν εκκλησία. Πάντως, ήδη άπό τόν 5ο αιώνα προκηρύχθηκε ή άρχή: «"Οχι θανατική ποινή χωρίς τήν απόφαση τοΰ λαού συγκεντρωμένου σέ συνέλευση» (άνευ τον δήμον πληθνοντος μή είναι θάνατον). Ό κανόνας αυτός, άφοΰ παραβιάστηκε άπό τούς ολιγαρχικούς τό 411 καί 404, άλλά καί άπό τούς δημοκρατικούς τό 403, μπή κε πάλι σέ ισχύ τό 368, καί αυτή τή φορά γιά πάντα. Τουλάχιστον, ή βουλή χρησιμοποιούσε συχνά τά ποινικά δι καιώματα της στά περιθώρια πού τής όριζε ό νόμος. Μετά άπό αίτηση τοΰ άρχοντα βασιλέα τιμωρεί όποιον παραβιάζει τήν ιε ρότητα τοΰ Πελαργικοΰ* καί μέ δική της πρωτοβουλία τιμωρεί τούς τριηράρχους πού δέν είναι στή θέση τους, τούς αρχιτέκτονες πού κάνουν λάθη στήν επισκευή τών τοίχων, τούς πωλητές καί αγοραστές πού χρησιμοποιούν βάρη καί μέτρα αθέμιτα —ή τούς μετρονόμους πού τούς αφήνουν ανενόχλητους. Ά ν καί στερη μένη άπό τό δικαίωμα νά καταδικάζει σέ θάνατο, ή βουλή μπό ρεσε γιά πολύν καιρό ακόμη νά εκδίδει εντάλματα συλλήψεως σέ σοβαρές υποθέσεις καταχρήσεων ή έσχατης προδοσίας —όπως έκαμε, παραδείγματος χάρη, τό 406 γιά τούς στρατηγούς πού δέν εκπλήρωσαν τά καθήκοντα τους καί, τήν επόμενη χρονιά, γιά τόν δημαγωγό Κλεοφώντα. Άλλά, χρησιμοποιώντας αυτή τή διαδικασία, γινόταν στόχος σέ σφοδρές επικρίσεις καί σέ επι κίνδυνες επιθέσεις. Καί έκεΐ επίσης τά δικαιώματα της περιο ρίστηκαν. Τό 403 ό όρκος τών βουλευτών περιλάμβανε ακόμη τό δικαίωμα νά προβαίνει ή βουλή σέ συλλήψεις* έναν αιώνα αργό τερα ό ίδιος όρκος διασφαλίζει τήν ελευθερία τών πολιτών —μέ τήν εξαίρεση τών προδοτών, τών συνωμοτών, καί τών ενοικια στών τών δημοσίων προσόδων πού έκαμαν κατάχρηση— άρκεΐ νά παρουσιάσουν τρεις συμπολίτες τους ώς εγγυητές. Ή βουλή, άντί νά ενεργήσει σέ συμφωνία μέ έναν άρχοντα ή νά πάρει ή ίδια τήν πρωτοβουλία, μπορεί νά κινηθεί καί άπό έναν ιδιώτη. Δέχεται καταγγελίες γιά τούς άρχοντες πού δέν τηροΰν τούς νόμους. Καμιά φορά προσφεύγουν σ' αυτήν καί γιά υποθέσεις πού εμπίπτουν στις συνοπτικές διαδικασίες τής 89
90
91
92
93
210
Η ΒΟΤΛΗ
απαγωγής καί τής ενδείξεως. "Ετσι διώκονται τά αυτόφωρα αδικήματα καί οί έκδηλες ενέργειες κατά τής δημόσιας τάξης, δπως ή είσοδος σέ δημόσιο χώρο κατά παράβαση σχετικής απα γόρευσης ή ή συμμετοχή προσώπου πού έ'χει χάσει τά πολιτικά του δικαιοοματα σέ δημόσιες πράξεις. Σέ αυτές τίς περιπτώ σεις ό κατηγορούμενος συλλαμβάνεται καί οδηγείται στις αρχές άπό πολίτες πού αντιλήφθηκαν τό αδίκημα καί παρουσιάζονται ώς κατήγοροι ή ώς μάρτυρες. Άλλες φορές καταφεύγουν στή δικαιοδοσία τών Πεντακοσίων μέ γραπτή καταγγελία, πού λέ γεται ψάσις: αυτός ό τρόπος χρησιμοποιείται συνήθως δταν πρέ πει νά προστατευτούν συμφέροντα τοΰ δημόσιου ταμείου καί τών δημόσιων κτημάτων ή νά τιμωρηθούν παραβάσεις τών τε λωνειακών καί εμπορικών νόμων. Τέλος, ή βουλή παίζει ση μαντικό ρόλο στήν εισαγγελία, τή διαδικασία πού προορίζεται νά τιμωρήσει γρήγορα τά εγκλήματα κατά τοΰ κράτους. Παλαιότερα, απόπειρες κατά τοΰ πολιτεύματος δικάζονταν μέ εισαγγελία άπό τόν Άρειο Πάγο —δικαίωμα πού τοΰ τό α ναγνώριζε ένας νόμος τοΰ Σόλωνα. Άλλά ήδη τήν εποχή τών μηδικών ή εκκλησία κράτησε γιά τόν εαυτό της τήν αρμοδιό τητα σέ υποθέσεις πού αφορούσαν τή σωτηρία τής πόλης, Οπως ή προδοσία ή ή εξαπάτηση τοΰ λαοΰ. "Επειτα άπό τή μεταρ ρύθμιση τοΰ Εφιάλτη δλα τά εγκλήματα πού υπάγονταν στήν εισαγγελία, εγκλήματα κατά τής ασφάλειας τοΰ κράτους ή εγκλή ματα πού δέν πρόβλεπε ό νόμος, μπορούσαν νά παραπεμφθούν είτε στή βουλή είτε στήν εκκλησία. "Οταν ή εισαγγελία φέρεται στή βουλή, αυτή αρχίζει μέ τό πρόβλημα άν ό κατηγορούμενος είναι ένοχος ή Οχι. Σέ περίπτωση καταφατικής απάντησης γί νεται νέα συζήτηση, γιά νά κριθεί άν ή ανώτερη ποινή πού δι καιούται νά επιβάλει ή βουλή είναι αρκετή (καί ποιο θά είναι τό ύψος της, στά νόμιμα όρια τής επιβολής) ή άν ή υπόθεση πρέ πει νά μεταφερθεί άπό τούς θεσμοθέτες στήν εκκλησία ή στό λαϊκό δικαστήριο γιά μεγαλύτερη ποινή. "Οταν ή εισαγγελία εισάγεται κατευθείαν στήν εκκλησία, αυτή δέν αρχίζει τή δια δικασία προτού ψηφίσει γιά τήν αποδοχή ή μή τής ένοχης. Σέ περίπτωση αποδοχής ή εκκλησία επιφορτίζει τή βουλή νά συν τάξει ένα σχέδιο ψηφίσματος πάνω στό ερώτημα άν ή υπόθεση θά δικαστεί άπό τήν εκκλησία ή θά παραπεμφθεί σέ δικαστήριο. Άπό τήν εποχή πού μέ τόν Κλεισθένη οί δήμοι έγιναν συστα τικά κύτταρα τοΰ πολιτικού σώματος, ή βουλή πού έκπροσω94
95
96
97
98
211
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ποΰσε τούς δήμους έγινε το κεντρικό όργανο τής αθηναϊκής δη μοκρατίας. Ό Εφιάλτης αύξησε το κύρος της, δίνοντας της τή θέση πού ειχε ό Άρειος Πάγος στό «πολίτευμα τών προγόνων». Μετά άπό αυτή τήν αποφασιστική μεταρρύθμιση, στήν άρχή τών ψηφισμάτων οί λέξεις «ό λαός αποφάσισε» αντικαταστά θηκαν άπό τή διατύπωση «ή βουλή καί ό λαός αποφάσισαν». Ό Αριστοτέλης αναγνωρίζει λοιπόν Οτι ή βουλή στή δημοκρα τία διατήρησε εξέχουσα θέση. Άλλά προσθέτει ότι έχασε δύνα μη αφότου οί πολίτες άρχισαν νά πληρώνονται γιά νά μετέχουν στήν εκκλησία: «επειδή —λέει— ό λαός στον όποιο προσφέρουν μισθό παίρνει τά πάντα επάνω του». Υπήρξαν λοιπόν, στήν ιστορία τής βουλής, δύο τελείως διαφορετικές περίοδοι. Οί σύγχρονοι μας ιστορικοί διαμαρτυρήθηκαν μερικές φορές γι' αυτήν τή διάκριση. Στήν πράξη, οί Αθηναίοι τοΰ 4ου αι ώνα έλεγαν ότι ή πόλη τους θεμελιωνόταν σέ τρεις ουσιαστικούς θεσμούς: στήν εκκλησία, στήν Ηλιαία, όπου ό λαός δρούσε άμεσα, καί στή βουλή, όπου έστελνε πληρεξούσιους. Κάθε εποχή οί πολιτικοί έβρισκαν στή βουλή ένα θαυμάσιο βήμα, γιά νά δώσουν παλμό στήν κυβέρνηση καί στή διοίκηση. "Εβρισκαν πάντα, όπως στήν εκκλησία, μιά μάζα βουβών ακροατών καί μερικούς ρήτορες (οί πρώτοι χαρακτηρίζονται ιδιώται, οί δεύ τεροι λέγοντες): ένας αρχηγός κόμματος αρκούσε νά πάρει τήν πλειοψηφία στή βουλή τών πεντακοσίων, γιά νά είναι σχε δόν βέβαιος ότι θά παρασύρει τό λαό καί θά επιβάλει τίς απόψεις του σέ Ολους τούς άρχοντες. Ό Κλέων ώς βουλευτής άρχισε τό 428 \1 τήν εκπληκτική σταδιοδρομία τοΰ δημαγωγού, καί ώς βουλευτής ό Δημοσθένης έλπισε νά λάβει πιό δραστήρια μέρος στις διαπραγματεύσεις τοΰ 346. Μπορεί Ομως νά πει κανείς Οτι ό Αριστοτέλης ήταν θύμα τών προκαταλήψεων του, καί ότι πραγματικά δέν υπήρξε σοβα ρή διαφορά ανάμεσα στή βουλή τοΰ 5ου αιώνα καί στή βουλή τοΰ 4ου; 'Εάν πλησιάσουμε περισσότερο στά πράγματα, αλλάζουμε εντύπωση. Ασφαλώς ή βουλή, μέ μέλη κληρωτά καί έμμισθα, έμεινε —ώς τίς πολιτειακές μεταβολές πού έγιναν κατά τό τέλος τοΰ πελοποννησιακού πολέμου— τό κύριο Οργανο τοΰ αθηναϊ κού πολιτεύματος. "Οταν ό Θουκυδίδης θέλει νά δηλώσει τή δη μοκρατία σέ αντίθεση μέ τήν ολιγαρχία, χρησιμοποιεί τήν έκ φραση: «ό δήμος καί ή αιρετή βουλή» [δήμος και βουλή ή α πό κυάμου]. * Πράγματι, ή πρώτη φροντίδα τών ολιγαρχικών, 99
100
101
102
103
10
212
Η ΒΟΤΛΗ
οταν θριαμβεύουν το 411, εΐναι νά διαλύσουν τή βουλή τών πεν τακοσίων, γιά νά τήν αντικαταστήσουν μέ μιά βουλή τετρακο σίων, διαλεγμένη μέ μεγάλη προσοχή καί άμισθη. "Άν καί ή βουλή τών πεντακοσίων αποκαταστάθηκε άπό το κόμμα τοΰ Θηραμένη, ή δημοκρατία δέν θεωρήθηκε νικήτρια παρά μόνο άπο τήν ήμερα πού οί βουλευτές έγιναν καί πάλι κληρωτοί. Τόν 4ο αιώνα ή βουλή δέν φαίνεται νά παίζει τόν ίδιο σημαντικό ρόλο στις εσωτερικές υποθέσεις. Βέβαια ό λαός, γιά τίς σχέσεις μέ τό εξωτερικό, δέν μπορεί παρά νά απευθύνεται σ' αυτήν —καί άπό αυτό τό πρίσμα πρέπει νά δικακυσουμε τούς ιστορικούς πού επικαλούνται τίς μυστικές συνεδριάσεις τής βουλής, γιά νά μή δεχτούν δτι οί εξουσίες της μειώθηκαν άπό τήν εποχή τοΰ Πε ρικλή ώς τήν εποχή τοΰ Δημοσθένη. Άλλά γιά τά υπόλοιπα, τή βλέπουμε άπό τότε στενά υποταγμένη στήν εκκλησία τοΰ δήμου, καί γι' αυτό ούτε ό Αριστοτέλης, πού μελετά τήν εσω τερική ζωή τών πόλεων, έχει άδικο δταν δηλώνει δτι πληρώ νοντας τήν εκκλησία εξασθενίζουν τή βουλή. 105
213
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Α' Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Ακόμη καί μέ τή βοήθεια τής βουλής οί επιθυμίες τοΰ λαοΰ δέν μποροΰσαν νά εκτελεστούν παρά μόνο εφόσον αυτός παραχω ρούσε ένα μέρος άπό τά κυριαρχικά δικαιώματα του σέ ορισμέ νους άρχοντες. Έτσι έφτασε νά διακρίνονται οί δημόσιες υπη ρεσίες στις καθαυτό αρχές (αρχάς), κυβερνητικές ή πολιτικές, καί τίς καθαρά διοικητικές υπηρεσίες (επιμελείας), χωρίς νά υ πολογιστούν οί κατώτερες υπηρεσίες (ύπηρεσίαι), οί όποιες μπο ροΰσαν νά δοθοΰν σέ μέτοικους ή σέ δούλους δπως καί σέ πο λίτες. Ή μεταβίβαση μέρους τής λαϊκής κυραρχίας έδινε στους ανώτατους άρχοντες, στά δρια τής δικαιοδοσίας τους, τίς ακό λουθες εξουσίες: Ιον, τό δικαίωμα νά δρουν μέ δική τους πρω τοβουλία, σύμφωνα μέ τούς νόμους πού τούς έδιναν ορισμένες αρμοδιότητες, ή νά συμβουλεύονται τήν εκκλησία ή τή βουλή προκειμένου νά λάβουν νέες αποφάσεις (βουλενσασθαή' 2ον, τό ουσιαστικό δικαίωμα νά διατάζουν καί νά παίρνουν υποχρεωτι κά μέτρα (επιτάξαι), πού έξυπακούει τό δικαίωμα νά τιμωρούν τούς παραβάτες μέ πρόστιμο (έπιβολάς έπιβάλλειν), τοΰ όποιου τό ανώτατο δριο ποίκιλλε, ανάλογα μέ τίς αρχές, άπό πενήντα ώς πεντακόσιες δραχμές, ή νά τούς παραπέμπουν στό δικαστή ριο γιά μεγαλύτερη τιμωρία 3ον, τή δικαστική αρμοδιότητα σέ ορισμένες υποθέσεις (κρϊναι), αρμοδιότητα πού δέν περιλάμ βανε τό δικαίωμα νά αποφασίζουν, άλλά μόνο νά δέχονται τίς καταγγελίες, νά κάνουν τήν ανάκριση καί νά προεδρεύουν στό δικαστήριο (ηγεμονία). 'Από τό γεγονός καί μόνο δτι ή εξουσία τών αρχόντων απέρ ρεε άπό τή λαϊκή κυριαρχία, οί δημοκρατικές αρχές απαιτούσαν γιά κάθε πολίτη τό δικαίωμα διεκδίκησης της. 'Αλλά σ' αυτόν τόν κανόνα δέν πρέπει νά δώσουμε τό κοινότυπο νόημα πού θά μποροΰσε νά έχει σήμερα. Δέν σήμαινε μόνο Οτι καθένας ειχε 1
-2
214
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τό δικαίωμα νά φτάσει στά ανώτερα δημόσια αξιώματα κή ρυσσε επίσης δτι, στά μέτρα τοΰ δυνατοΰ, καθένας πρέπει νά φτάσει ώς έκεΐ. «Τό πρώτο γνώρισμα τής ελευθερίας», λέει ό Αριστοτέλης, «είναι τό νά βρίσκεται κανείς άλλοτε στή θέση τοΰ αρχομένου καί άλλοτε στή θέση τοΰ άρχοντος» (τό εν μέρει άρχεσθαι και αρχειν). Είναι επίσης ό πρώτος όρος τής ισότη τας, λέει ό συγγραφέας τοΰ Μενέξενον γιατί «ανάμεσα σέ αδερ φούς άπό κοινή μητέρα, δέν υπάρχει διαφορά δούλου καί κυ ρίου». Άπό κει απορρέει τό δτι στή δημοκρατία «κανένας δέν είναι υποχρεωμένος νά υπακούει, παρά μόνο άν μπορεί νά διευ θύνει καί αυτός μέ τή σειρά του: έτσι συνδυάζονται ελευθερία καί ισότητα». Κανένας πολίτης λοιπόν δέν αποκλείεται άπό τίς τιμές, όποια καί άν είναι ή καταγωγή του καί ή περιουσία του: ιδού ή πραγματικότητα. Μόνη υπεροχή πού μπορούν νά ανεχτούν είναι ή υπεροχή τής άξιας καί τοΰ φωτισμένου μυαλοΰ, έτσι ώ στε ή δημοκρατία κυβερνάται άπό μιά αριστοκρατία μέ τή συγ κατάθεση τοΰ λαοΰ: ιδού τό ιδεώδες. Γιά νά επιταχυνθεί ή εναλλαγή πού θά έφερνε τούς πολίτες στις δημόσιες εξουσίες καί θά τούς επανέφερε στή σειρά τών απλών πολιτών, ή διάρκεια τών άρχων ήταν σύντομη. Οί περισ σότερες ήταν ετήσιες. Κατά γενικό κανόνα απαγορευόταν νά α σκεί κανείς πολλά χρόνια συνέχεια τό ίδιο λειτούργημα, καί νά συγκεντρώνει πολλά λειτουργήματα τόν ίδιο χρόνο. Αυτοί οί δύο κανόνες είχαν καί εξαιρέσεις: μποροΰσε κανείς νά παρίσταται δύο χρόνια στή βουλή γιά τίς στρατιωτικές εξουσίες, κυρίως τοΰ στρατηγοΰ, μποροΰσε νά ανανεώνεται ή θητεία, άπό χρόνο σέ χρόνο, απεριόριστα. Άλλά εκείνο πού δείχνει ότι μιά τέτοια επανάληψη πρέπει νά δικαιολογείται άπό έκτακτους λόγους, είναι τό γεγονός Οτι δέν μποροΰσαν νά καταλάβουν δύο αξιώμα τα, ακόμη καί διαφορετικά, σέ δύο διαδοχικά χρόνια: πραγμα τικά, γιά νά είναι κανείς υποψήφιος στό δεύτερο, έπρεπε νά έχει λογοδοτήσει γιά τό πρώτο, πράγμα πού δέν ήταν δυνατό παρά μόνο άν επιδίωκε νά πάρει μιά άπό τίς σπάνιες αρχές πού ή θη τεία τους άρχιζε, Οχι στήν άρχή τοΰ πολιτικοΰ έτους, τήν πρώτη τοΰ Έκατομβαιώνα, άλλά στά Παναθήναια, τήν εικοστή τοΰ ίδιου μήνα. Άπό τήν άλλη δμως μεριά, μιά έκτακτη δικαιοδοσία μποροΰσε νά προστεθεί σέ ένα κανονικό αξίωμα, καί οί παλαιοί άρχοντες, άν καί έδρευαν στον Άρειο Πάγο, μποροΰσαν νά ανα λάβουν μιά διαφορετική αποστολή. "Ετσι εξέλεξαν τόν Περικλή -
3
4
5
6
7
-
8
215
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
επιστάτη τών δημοσίων έργων μιά χρονιά στό διάστημα τής δε καπενταετίας πού διατέλεσε συνέχεια στρατηγός ό Αριστείδης καί ό Θεμιστοκλής έγιναν στρατηγοί, άφοΰ είχαν χρηματίσει άρχοντες. Ή ίδια αιτία πού υπέβαλλε τά αξιώματα στό συνταγματικό κανόνα τής ετήσιας θητείας καθιέρωνε καί τόν κανόνα τής συλλογικότητας. Οί επιτροπές ήταν ανεξάρτητες μεταξύ τους. "Οταν χρειαζόταν ανάμεσα τους επαφή, μεσολαβούσε ή βουλή. Εξαι ρέσεις υπήρχαν μόνο γιά τίς επιτροπές πού είχαν στρατιωτικές αρμοδιότητες: έκεΐ χρειαζόταν μιά ιεραρχία, καί πραγματικά οί στρατηγοί έδιναν διαταγές στους ταξίαρχους καί, μέ τή μεσο λάβηση τών ιππάρχων, στους φύλαρχους. "Οσο γιά τά πολιτικά αξιώματα, ήταν όλα ίσα μεταξύ τους κατά τό δημόσιο δίκαιο. Άλλά, στήν πράξη, όλος ό κόσμος διέκρινε καθαρά τίς μεγάλες αρχές (αί μέγισται άρχαΐ) άπό τίς μικρές υπηρεσίες (αρχίδια). Καί δικαιολογημένα. Τά αξιώματα πού επέσυραν μεγαλύτερες ευθύνες, εκείνα πού ό κάτοχος τους διεύθυνε τίς κυριότερες υπο θέσεις τοΰ κράτους καί διοικούσε τό στρατό, δέν είχαν μισθό. Οί πολίτες τών κατώτερων τάξεων δέν τά επιδίωκαν. Αντίθετα, τούς συνέφερε νά διατηρούνται γι' αυτά οί περιορισμοί τοΰ τιμή ματος, πού έκαναν αποτελεσματική τή χρηματική ευθύνη τών αρχόντων. Τά αξιώματα πού είχαν ζήτηση ήταν εκείνα πού απέ διδαν. Οί μισθοί ήταν άλλωστε πολύ μικροί. Γιά τόν 5ο αιώνα έχου με σπάνιες ενδείξεις, άλλά χαρακτηριστικές. Σύμφωνα μέ τούς λογαριασμούς τοΰ Ερεχθείου (409 /8) τό ημερομίσθιο είναι μία δραχμή γιά τούς εργάτες καί τούς τεχνίτες. Μόνο πλεονέκτη μα γιά τόν αρχιτέκτονα πού διεύθυνε τίς εργασίες καί τόν ύπογραμματέα πού κρατούσε τούς λογαριασμούς ήταν ότι πληρώ νονταν μέ τή χρονιά ή μάλλον μέ τήν πρυτανεία, χωρίς νά υπο λογίζονται οί ήμερες αργίας πέρα άπ' αυτό, όμως, ό αρχιτέκτο νας δικαιούταν τό συνηθισμένο: μία δραχμή τήν ήμερα, καί ό ύπογραμματέας ίσα πού φτάνει τούς πέντε όβολούς. ' Ογδόντα χρόνια αργότερα, όταν ό μισθός τής ειδικευμένης εργασίας δι πλασιάστηκε, βλέπουμε στους λογαριασμούς τής Ελευσίνας ότι ό αρχιτέκτονας παίρνει δύο δραχμές τήν ήμερα άλλά ό επιθεω ρητής τών λογαριασμών δέν παίρνει πιά παρά έναν όβολό. Τήν ίδια εποχή, ένώ ή μάρκα παρουσίας στήν εκκλησία δέν αξίζει παρά μία ώς μιάμιση δραχμή, οί άρχοντες παίρνουν τέσσερις -
9
10
11
12
-
13
-
14
216
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
όβολούς τήν ήμερα για τήν τροφή τους, δπως οί έφηβοι, άλλά μέ τήν υποχρέωση νά θρέψουν τόν κήρυκα τους καί τόν αυλητή τους* ένας μόνο άπό τούς εννέα άρχοντες, αποσπασμένος στή Σαλαμίνα, παίρνει μία δραχμή, όπως οί σωφρονισται τών έφη βων. Οί άθλοθέται πληρώνονται σέ είδος καί τρώνε στό πρυ τανείο, άλλά μόνο τίς δεκαέξι μέρες πού ασχολούνται αποκλει στικά μέ τούς παναθηναϊκούς αγώνες. Οί άμφικτίονες πού στέλ νονται στή Δήλο παίρνουν μία δραχμή τήν ήμερα άπό τό ταμείο τής Δήλου οί άρχοντες πού στέλνονται στις κληρουχίες τής Σά μου, τής Σκύρου, τής Λήμνου ή τής "Ιμβρου παίρνουν σέ χρήμα άπλή αποζημίωση γιά τήν τροφή τους. Πάντως οί εξαιρέσεις πού υπήρχαν στήν απαγόρευση νά άσκεϊ κανείς δύο εξουσίες τόν ίδιο χρόνο, δέν ίσχυαν γιά τά αμειβόμενα αξιώματα (μή διχόθεν μισθοφορεΐν). Σύμφωνα μέ τήν ιδέα τών Αθηναίων, ή άρχή τής ισότητας έπρεπε νά εφαρμόζεται Οχι μόνο στά άτομα, άλλά καί στις περι φέρειες. Γι' αυτόν τό λόγο άπό τήν εποχή τοΰ Κλεισθένη ό αριθ μός τών αρχόντων, σχεδόν σέ όλες τίς επιτροπές, ήταν σχετι κός μέ τό δεκαδικό φυλετικό σύστημα: εκλεγμένοι ή κληρωμέ νοι, είναι γενικά δέκα. Διαφορετικά, μηχανεύονται τρόπους γιά νά συμπληρώσουν τόν ιερό αριθμό. Μετριάζουν τή μειονεξία τής φυλής πού δέν αντιπροσωπεύεται στό σώμα τών εννέα αρχόντων δίνοντας της τό αξίωμα τοΰ γραμματέα. Οί επιστάτες τής Ελευ σίνας ήταν μόνο έφτά. Τούς προσθέτουν ένα γραμματέα καί δύο ταμίες γιά τίς θεές. "Οταν έπρεπε νά ξεπεράσουν τή δεκάδα, μποροΰσαν άνετα νά φτάσουν τούς τριάντα, γιά νά ικανοποιή σουν τίς τρεις τριττύες κάθε φυλής: έτσι υπήρχαν τριάντα δικα στές τών φυλών, πριν γίνει μισητός αυτός ό αριθμός μέ τούς τριάντα τυράννους. "Οταν χρειαζόταν μεγάλος αριθμός υποψη φίων γιά τήν κλήρωση, μοίραζαν τό σύνολο πού αντιστοιχούσε σέ κάθε φυλή ανάμεσα στους δήμους πού τήν αποτελούσαν. Αυτό τό σύστημα εφαρμόστηκε πολλά χρόνια στήν ανάδειξη τών αρχόντων. Άλλά, καθώς στους μικρούς δήμους προσφερόταν εύκολα στή διαφθορά, τό εγκατέλειψαν, κάνοντας εξαίρεση γιά τήν κλήρωση τών πεντακοσίων βουλευτών καί τών πεντακοσίων φυλάκων στά ναυπηγεία. "Οταν, αντίθετα, οί δέκα άρχοντες ήταν πολλοί, περιορίζονταν στους πέντε: ένας γιά δύο φυλές. Παράδειγμα, οί όδοποιοί καί οί εισαγωγείς (αυτοί πού εισή γαν τίς υποθέσεις πού έπρεπε νά δικαστούν μέσα σ' ένα μήνα). 15
-
16
11
18
19
20
21
217
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Γιά τήν εκλογή τών εκτάκτων αρχόντων δέν μπορούσαν πάντα νά κρατηθούν στον κανόνα τοΰ Κλεισθένη: τούς πρεσβευτές πού έ'στελναν στό εξωτερικό τούς έ'παιρναν άπό τό σύνολο τών πολι τών (έξ Αθηναίων απάντων), κατά διαφορετικούς αριθμούς κά θε φορά. Ωστόσο, μόλις τούς ήταν δυνατό, οί δημοκρατικοί Α θηναίοι προσαρμόζονταν στή συνήθεια. Αξίζει τόν κόπο νά ση μειώσει κανείς ότι οί ολιγαρχικοί επαναστάτες τοΰ 413-411 καί τοΰ 404 τήν τήρησαν καί αυτοί, δταν εξέλεξαν δέκα καί έπει τα τριάντα προβούλους γιά νά συντάξουν τό πολίτευμα τών Τε τρακοσίων, καί δταν οργάνωσαν τήν τυραννία τών Τριάκοντα. Τέλος κατάφεραν νά ταιριάξουν μέ τίς δέκα φυλές ορισμένες μο νοπρόσωπες αρχές: ό γραμματέας τής βουλής προερχόταν κάθε χρόνο άπό μιά φυλή μέ ορισμένη σειρά. 22
Β' ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΟΝΤΩΝ
Ό διορισμός τών αρχόντων γινόταν μέ κλήρωση ή μέ εκλογή. 'Από τόν 5ο αιώνα ή κλήρωση αποβαίνει ό κατ' εξοχήν δημο κρατικός τρόπος, καί αναδείχνει δσους άρχοντες δέν ήταν από λυτα αναγκαίο νά εκλέγουν σύμφωνα μέ τίς πολιτικές τους πε ποιθήσεις ή τίς ικανότητες τους. 'Αλλά δέν πρέπει νά φανταστεί κανείς δτι ή κλήρωση εφευρέθηκε άπό τούς δημοκρατικούς καί δτι ειχε πάντα τό νόημα τής ισότητας πού πήρε. Γιά νά σχημα τίσουμε σωστή ιδέα γι' αυτό τό θέμα, είναι καλύτερα νά εξετά σουμε τόν τρόπο διορισμού πού χρησιμοποιήθηκε γιά τούς άρ χοντες επί αιώνες. Οί περισσότεροι συγγραφείς θέλησαν νά δουν στήν κλήρωση τών αρχόντων ένα σχετικά Οψιμο μέτρο, καί απέδωσαν τήν εύ ρεση της είτε στον Κλεισθένη, είτε στον Αριστείδη, είτε ακόμη στον Εφιάλτη καί στον Περικλή. 'Αλλά ό Γυδΐθΐ άβ Οουΐαη^θδ, πιστός στή γενική ιδέα του δτι οί θεσμοί έχουν θρησκευτική κα ταγωγή, υποστήριξε δτι ή κλήρωση, αληθινή κρίση τοΰ θεού, χρησιμοποιήθηκε γιά τήν ανάδειξη τών αρχόντων άπό τήν αρ χή. Καί έχει δίκιο. Πράγματι, ό Αριστοτέλης βεβαιο')νει στά Πολιτικά δτι ό Σόλων διατήρησε τόν τρόπο εκλογής τών αρχόν των δπως τόν βρήκε, καί ότι αυτός ό τρόπος ειχε αριστοκρατικό χαρακτήρα. 'Αλλά ό ίδιος μάς λέει, στήν Αθηναίων Πολιτεία, ότι ό Σόλων αποφάσισε νά γίνεται ή κλήρωση τών αρχόντων άπό 23
24
218
0 1 ΑΡΧΟΝΤΕΣ
καταλόγους προκρίτων, υποψηφίων πού τούς είχαν διαλέξει άπό πριν οί φυλές, πού τότε ήταν τέσσερις, καί δτι γιά τούς εννέα άρχοντες κάθε φυλή πρότεινε δέκα υποψηφίους άπό τήν πρώτη τάξη τοΰ τιμήματος, δηλαδή άπό τούς πεντακοσιομέδιμνους. Ό Αριστοτέλης δέν αντιφάσκει* μας ειδοποιεί μόνο Οτι, διατη ρώντας τόν παλαιό τρόπο διορισμού, ό Σόλων τόν προσάρμοσε στό καινούριο σύνταγμα: οί σαράντα υποψήφιοι, τών όποιων τά ονόματα είχαν μπει στήν κάλπη, δέν θά διαλέγονταν άπό τούς αρχηγούς τών μεγάλων οικογενειών καί σύμφωνα μέ τήν κατα γωγή τους, άλλά άπό όλους τούς πολίτες καί σύμφωνα μέ περι ουσιακά κριτήρια. Ό μεταρρυθμιστής θά πίστευε, πιθανότατα, ότι έ'τσι έ'κανε τήν κλήρωση πιο ασφαλές μέσο* γιατί τό συμβούλιο τών παλαιών αρχόντων, ό Άρειος Πάγος, πού ήταν αρμόδιος γιά τήν ανάδει ξη τών νέων αρχόντων, έ'βρισκε εύκολα τρόπο νά νοθεύσει τήν κλήρωση, μεταβάλλοντας την σέ εκλογή άπό τόν ίδιο. Άλλά σέ αυτό τό σημείο ό Σόλων απατήθηκε. Παρασκηνιακές ενέρ γειες καί νοθείες συνεχίστηκαν. "Ολο τόν 6ο αιώνα τό αξίωμα τοΰ πρώτου άρχοντα είναι στόχος τών φιλοδοξών. Άλλοτε φτά νουν ώς έκεΐ μεγάλα πρόσωπα, Οπως ό φίλος τοΰ Σόλωνα ό Δροπίδης, καί ό αρχηγός τών ευγενών, ό Ίπποκλείδης άπό τό γένος τών Φιλαϊδών άλλοτε οί στάσεις ή ό σφετερισμός εμποδίζουν τήν πλήρωση αυτού τοΰ αξιώματος, καί τότε δημιουργείται «αναρχία». Αργότερα ό Πεισίστρατος καί οί γιοι του κατάφε ραν ώστε νά διορίζονται άρχοντες στενοί φίλοι τους, Οπως ό Πεισίστρατος ό νεώτερος, ό Μιλτιάδης καί ό "Αβρών. Αφότου εκδιώχθηκαν οί τύραννοι, τό αξίωμα περιήλθε στον αρχηγό τοΰ ολιγαρχικού κόμματος, τόν Ίσαγόρα. Ήρθε ή μεταρρύθμιση τοΰ Κλεισθένη, πού άλλαξε τό παλαιό σύστημα σέ δυο σημεία. Γιά νά μήν υπάρχει εξαίρεση στό δεκαδικό σύστημα, πού εφαρ μόζεται σέ όλη τήν οργάνωση τοΰ κράτους, προστέθηκε στους εννέα άρχοντες, σέ κάπως κατώτερη θέση, ό γραμματέας τών θεσμοθετών, καί τά δέκα μέλη τοΰ σώματος κληρώνονταν ενα άπό κάθε φυλή, σύμφωνα μέ ορισμένη σειρά, έ'τσι ώστε, κάθε χρόνο, μία φυλή νά αντιπροσωπεύεται μέ διαφορετικό άρχοντα. Ή κλήρωση γινόταν ανάμεσα, σέ τέσσερις υποψήφιους γιά καθε μιά άπό τίς δέκα νέες φυλές, άντί γιά δέκα υποψήφιους γιά κα θεμιά άπό τίς τέσσερις παλαιές. Άλλά, δπως καί στό παρελθόν, οί υποψήφιοι είναι επιφανείς πολίτες, πολιτικές προσωπικότη25
26
27
28
219
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τες, ένας Άλκμέων, ένας "Ιππαρχος, ένας Θεμιστοκλής, ένας Αριστείδης. Πώς μπόρεσε ένα κληρωτό αξίωμα νά προκαλέσει τόσους αγώνες καί νά περιέρχεται κανονικά στους πιό ισχυρούς καί στους πιό άξιους; Ό Αριστοτέλης δίνει τήν εξήγηση αύτοΰ τοΰ φαινομένου: ή κλήρωση τών υποψηφίων άπό έναν κατάλογο εκλεγμένων υποψηφίων δέν είναι ακίνδυνη (γιά τούς δημοκρα τικούς): άρκεΐ νά συμφωνήσουν μερικοί πολίτες, ακόμη καί λί γοι, καί θά έχουν πάντα τό εκλογικό αποτέλεσμα πού θέλουν. Είναι δυνατό π.χ. ή φυλή νά προεκλέγει έναν μόνο υποψήφιο, καί νά κάνει έτσι εικονική τήν κλήρωση. "Οπως καί νά 'ναι, ώς καί μετά τά μηδικά ή κλήρωση τών αρχόντων ισοδυναμούσε πο λύ συχνά μέ εκλογή, άλλά —άς μήν τό ξεχνάμε— έκλογή-προνόμιο γιά τούς Αθηναίους τής πρώτης τάξης. Τό 487 /6 πραγματοποιήθηκε μιά μεγάλη μεταρρύθμιση α ναφορικά μέ τό διορισμό τών αρχόντων. ' Ηταν ή εποχή όπου ό λαός ψήφιζε αλλεπάλληλα όστρακισμούς γιά πρόσωπα ύποπτα συνεννοήσεων μέ τούς εξόριστους τυράννους καί τούς Πέρσες. "Επρεπε νά εμποδιστούν οί οπαδοί τους νά συνεχίσουν τίς εκλο γικές μηχανορραφίες, μέ τίς όποιες πήραν τόσο συχνά τά αξιώ ματα τών ανωτέρων αρχόντων, καί νά γίνει ή κλήρωση πραγμα τική. Μιά τέτοια μεταρρύθμιση, άπό τή στιγμή πού τά ηνία τής κυβέρνησης βρίσκονταν στά χέρια εκλεγμένων στρατηγών, δέν ήταν επικίνδυνη. Ή εκλογή τών υποψηφίων γιά άρχοντες μπο ροΰσε νά γίνει άπό ευρύτερη βάση. Τό δικαίωμα παρουσίασης υποψηφίων πέρασε άπό τή φυλή στους δήμους. Γιά νά έχουν Ολοι οί δήμοι τούς υποψήφιους τους, καί σέ αριθμό ανάλογο μέ τόν πληθυσμό τους, τούς παραχωρή θηκαν, γιά τό αξίωμα τοΰ άρχοντα Οπως καί τοΰ βουλευτή, πε νήντα θέσεις κατά φυλή: σύνολο πεντακόσιοι. Άλλά ή πρώτη τάξη, πού πρότεινε άνετα σαράντα υποψήφιους, δέν μποροΰσε νά παρουσιάσει δωδεκάμισι φορές περισσότερους* επιπλέον, θέ λησαν νά ανταμείψουν τουλάχιστον μία άπό τίς άλλες τάξεις πού πολέμησαν στον Μαραθώνα: έτσι τό προνόμιο συμμετοχής στήν κλήρωση γιά τό αξίωμα τοΰ άρχοντα επεκτάθηκε καί στους ιπ πείς. Είναι μάλιστα πιθανό, μετά άπό τή διπλή περσική επι δρομή πού φτώχυνε τούς γαιοκτήμονες, μετά άπό τίς νίκες τής Σαλαμίνας καί τών Πλαταιών πού πέτυχε ή πατριωτική ένωση όλων τών τάξεων, ένα διάταγμα πού πρότεινε ό Αριστείδης τό 478 νά επέτρεψε νά πάρουν τούς πεντακόσιους υποψηφίους άπό 29
30
220
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
δλο τό λαό, χωρίς διάκριση ανάμεσα σέ τάξεις ωστόσο πρόκειται γιά έκτακτο μέτρο: παραμέλησαν μιά μέρα τό νόμο, χωρίς νά τόν αλλάξουν. Ακόμη καί ή μεταρρύθμιση τοΰ Μιλτιάδη δέν τόν έθιξε. Μόνο τό 457/6 υποβιβάστηκε πάλι τό τίμημα. Ή Αθήνα, σέ πόλεμο μέ τούς Βοιωτούς καί μέ τούς Σπαρτιάτες, αναγκά στηκε νά ζητήσει μιά πολύ μεγάλη προσπάθεια άπό τούς ζευγί τες, Οχι μόνο γιά τό πεζικό, σύμφωνα μέ τά ισχύοντα, άλλά ακό μη καί γιά τό ιππικό. Γιά νά τούς αμείψει, τούς παραχώρησε τό δικαίωμα νά φτάνουν ώς τό αξίωμα τών εννέα αρχόντων. 'Από τότε μόνο μία τάξη, τών θητών, αποκλειόταν άπό αυτά. Ήταν όμως αδύνατο νά διατηρηθεί μιά τέτοια εξαίρεση. Δέν χρειάστηκαν μάλιστα ούτε νόμο γιά νά τήν καταργήσουν. Αρ κέστηκαν νά κλείσουν τά μάτια πάνω στις δηλώσεις γιά τό τί μημα πού γίνονταν κατά τή δοκιμασία. Ό Αριστοτέλης τό δια πιστώνει μέ κάποια ειρωνεία: «όταν ρωτούσαν αυτούς πού πα ρουσιάζονταν ώς υποψήφιοι γιά τήν κλήρωση σέ ένα α ξ ί ω μ α ποιά ήταν ή τάξη τους, κανένας δέν σκεφτόταν νά απαντήσει: τών θητών». Άπό τή στιγμή πού κάθε πολίτης μποροΰσε νά αποβλέπει στό αξίωμα τοΰ άρχοντα, φάνηκε σύμφωνο μέ τίς αρχές τής δημο κρατίας νά εγκαταλείψουν τήν υπόδειξη τών υποψηφίων γιά κλή ρωση μέ εκλογή πού γινόταν στό πλαίσιο τών δήμων καί νά τήν αντικαταστήσουν μέ μιά πρώτη κλήρωση, πάλι μέσα στους δή μους. Α υ τ ή ή διπλή κλήρωση, τήν όποια χρησιμοποιούσαν ήδη γιά τήν ανάδειξη τών βουλευτών, είναι εκείνη πού χαρακτηρί ζεται κατ' εξοχήν ώς άπό κνάμον (μέ τό κουκί). Θά εφαρμόστη κε αναμφίβολα άπό τόν 5ο αιώνα, καί ίσως λίγο μετά άπό τή μεταρρύθμιση πού κατάργησε τά προνόμια τών δύο πρώτων τά ξεων. Κυριότερος λόγος αυτής τής μεταρρύθμισης υπήρξε ή επιθυμία νά μπει τέλος στις εκλογικές μηχανορραφίες πού ευ νοούσε ή ψηφοφορία σέ μικρές περιφέρειες δπως οί δήμοι. Άλλά καί ή κλήρωση δέν τίς σταμάτησε τελείως. Τί έπρεπε νά κάμουν; Προς τό τέλος τοΰ 5ου αιώνα, ίσως τό 403, αποφάσισαν νά κλη ρώνουν τούς υποψηφίους όχι κατά δήμους, άλλά άπό τά μέλη ολόκληρης φυλής. Άπό τότε δέν υπήρξε λόγος νά διατηρήσουν τόν τεράστιο αριθμό τών τετρακοσίων υποψηφίων. Επειδή ή φυλή δέν χρειαζόταν νά καταρτίσει καταλόγους υποψηφίων, δπου νά αντιπροσωπεύονται όλοι οί δήμοι της, ήταν αρκετό νά πα-
31
32
33
34
35
36
221
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ρουσιάσει μόνο δέκα υποψηφίους. Ή άρχή δέν παραβιαζόταν, άφοΰ δέν περιόριζαν τόν αριθμό τών πολιτών πού μποροΰσαν νά γίνουν άρχοντες, καί οί δύο διαδοχικές κληρώσεις γίνονταν μέ απλούστερο τρόπο. Έτσι διαμορφώθηκε οριστικά ένας τρόπος ανάδειξης τών αρχόντων έπειτα άπό τόσες τροποποιήσεις, στό διάστημα δύο αιώνων, προκειμένου νά περιοριστούν οί νοθείες. Ή κλήρωση τών αρχόντων φαίνεται σήμερα τόσο παράλογη, πού δύσκολα καταλαβαίνουμε πώς ένας έξυπνος λαός μπόρεσε νά επινοήσει καί νά διατηρήσει ένα τέτοιο σύστημα. Σκεφτόμα στε όπως οί ολιγαρχικοί καί οί φιλόσοφοι τής αρχαιότητας. «Είναι τρέλα», παρασταίνει ό Ξενοφών τόν Σωκράτη νά λέει, «νά υποδείχνονται οί άρχοντες τής πόλης μέ τό κουκί, ένώ κα νένας δέν θά δεχόταν νά τραβήξει στον κλήρο ούτε έναν πλοηγό, ούτε ένα χτίστη, ούτε έναν αυλητή, ούτε κανέναν άλλο τεχνίτη, τοΰ οποίου τά λάθη είναι πολύ λιγότερο βλαβερά άπό αυτά πού γίνονται στήν κυβέρνηση.» Είναι όμως καλύτερα νά προσπαθήσει κανείς νά καταλάβει παρά νά άσκεΐ κριτική. Ή κλήρωση εφευρέθηκε σέ πολύ πα λαιά εποχή, όταν οί άνθρωποι δέν γνώριζαν καλύτερο τρόπο γιά νά κάμουν τούς θεούς νά αναδείξουν τούς άρχοντες τους. Δια τηρήθηκε άπό τίς μεταγενέστερες γενεές, γιά τίς όποιες ή θεο κρισία ειχε τό πλεονέκτημα Οτι χαλιναγωγούσε τούς ανταγω νισμούς τών μεγάλων οικογενειών. Καί τώρα δέν έπαυε, ακόμη καί στις ολιγαρχικές πόλεις, νά αμβλύνει τή διχόνοια τών κομ μάτων, εμποδίζοντας τή νικήτρια μερίδα νά επιβάλλει τήν τυ ραννία τής πλειοφηφίας σέ Ολη τήν κυβέρνηση, σέ όλους τούς κλάδους τής διοίκησης, καί νά εμπνέει έτσι απελπισία στήν αντι πολίτευση" εξάλειφε τήν πληγή τών εκλογικών μηχανορραφιών, καί ό Αριστοτέλης αναφέρει τό παράδειγμα τής αρκαδικής Ήραίας, όπου ή εκλογή καταργήθηκε επειδή ευνοούσε τή ρα διουργία. Ασφαλώς ή δημοκρατία δέν θά τήν αρνιόταν, άφοΰ επιπλέον έδινε σέ όλους τούς πολίτες ίσα δικαιώματα στά α ξ ι ώ ματα. Πρέπει, άλλωστε, νά αναγνωρίσουμε Οτι τά μειονεκτή ματα τής κλήρωσης εξασθενούσαν στήν πράξη. Οί ανίκανοι δέν τολμούσαν νά παρουσιαστούν επειδή φοβόνταν τή γελοιοποίηση, καί οί άνθρωποι αμφίβολης ηθικής, τήν προοπτική τής δοκιμα σίας. Ή συλλογικότητα τών αξιωμάτων επέτρεπε έναν καλό μέσο Ορο, καί ή ανάδειξη ενός προέδρου εισήγε τήν εκλογή στήν ίδια τήν κλήρωση. Ή συνεργασία βοηθών, καί κυρίως ή παρου37
38
222
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
σία ενός προσωπικού πεπειραμένου στή διοίκηση, αντιστάθμιζε τήν απειρία τών αρχηγών. Τέλος, παρά τήν επέκταση τοΰ συ στήματος τής κλήρωσης, τό σύστημα τής εκλογής διατηρούσε ακόμη μεγάλη σημασία. "Ολοι οί άρχοντες άπό τούς οποίους απαιτούσαν επαγγελμα τική επάρκεια ή περιουσιακές εγγυήσεις αναδείχνονταν μέ εκλο γή πού γινόταν μέ ύψωση τών χεριών. Άπό τόν 5ο αιώνα αυτό γινόταν γιά τούς στρατιωτικούς: τούς δέκα στρατηγούς, τούς δέκα ταξιάρχους, τούς δέκα ιππάρχους, τούς δέκα φυλάρχους καί τούς δέκα στρατολόγους ή καταλογεϊς. Τό ίδιο καί μέ τούς προϊσταμένους τών τεχνικών υπηρεσιών: τόν 5ο αιώνα, πιθανώς μέ τούς έλληνοταμίες (ταμίες τοΰ συμμαχικού ταμείου)" τόν 4ο αιώνα, μέ τούς διοικητές τών θεωρικών καί τόν επιμελητή τών υδάτων καί τών πηγών. Ό Αριστοτέλης αναφέρει ακόμη σ' αυ τή τήν κατηγορία τόν ταμία τής τριήρης Πάραλος καί τόν ταμία τής τριήρης τοΰ "Αμμωνα μάς λέει επίσης ότι ή εκκλησία έξέλεγε τούς ναυπηγούς καί ότι ή βουλή διάλεγε άπό τά μέλη της δέκα τριηροποιούς, επιτρόπους πού ήταν επιφορτισμένοι νά πα ρακολουθούν τίς ναυπηγικές εργασίες τέλος, μάς δίνει πολλές λεπτομέρειες γιά τόν τρόπο μέ τόν όποιο διορίζονταν οί διευθυν τές καί οί δάσκαλοι τών έφηβων. Υπήρχαν όμως πολλά άλλα αιρετά αξιώματα. Στήν πρώτη σειρά τοποθετείται, στό δεύτερο ήμισυ τοΰ 4ου αιώνα, τό υψηλό αξίωμα πού τίμησε ό ρήτορας Λυκούργος, αληθινός υπουργός τής εθνικής οικονομίας, ό κάτο χος τοΰ όποιου, μέ τήν ονομασία ό επί διοικήσει, εκλεγόταν γιά τέσσερα χρόνια. "Επονται λειτουργήματα έκτακτα. "Οταν ό λαός έ'δινε εντολές γιά τήν εκτέλεση δημοσίων έ'ργων, διόριζε μέ χειροτονία τόν αρχιτέκτονα καί πρόσθετε καί μιά επιτροπή άπό επιστάτες μέ έ'να γραμματέα καί μερικές φορές έ'ναν ταμία. Συχνά μοίραζε στις δέκα φυλές τίς εργασίες ναυτικών κατα σκευών ή οχυρωματικών έ'ργων. Σ' αυτήν τήν περίπτωση κά θε φυλή ονόμαζε έναν ή περισσότερους επιτρόπους (τειχοποιονς, ταφροποιονς, τριηροποιονς), περιβλημένους μέ ένα δημόσιο λειτούργημα. Τέλος, οί περισσότεροι άπό τούς αξιωματούχους πού ήταν επιφορτισμένοι νά προεδρεύουν στις μεγάλες εορτές εκλέγονταν ανάμεσα σέ πολίτες πού ήταν σέ θέση νά προσδώσουν σ' αυτές μεγαλύτερη λαμπρότητα μέ τά πλούτη τους. Τέτοιοι ήταν οί τέσσερις επιμελητές τών μυστηρίων, άπό τούς οποίους δύο προέρχονταν άπό τό σύνολο τών Αθηναίων, καί δύο άπό τίς 39
40
-
-
41
42
43
44
223
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ιερατικές οικογένειες τών Εύμολπιδών καί τών Κηρύκων. Το ίδιο καί μέ τούς δέκα επιμελητές τοΰ Διονύσου ώς το 451, χρο νολογία πέρα άπό τήν όποια έγινε δυνατό νά κληρώνονται, γιατί τούς παραχώρησαν ένα αρκετά σημαντικό ποσό γιά τά έξοδα τους. Έάν οί περισσότερες ίεροσύνες κληρώνονταν, οί πιό πα λαιές ήταν κληρονομικές σέ ορισμένες οικογένειες, καί οί αιρετές αποτελούσαν εξαιρέσεις. Γιά άλλες θρησκευτικές λειτουργίες ή εκλογή κρατούσε μιά πιό μεγάλη θέση. Ή ήμερα τών εκλογών (άρχαιρεσίαι) καθοριζόταν άπό τούς μάντεις (κατά τήν μαντείαν): γίνονταν μετά τήν έκτη πρυτανεία, όποια μέρα ήταν ευνοϊκοί οί οιωνοί. Ακόμη καί όταν ή συνε δρία γιά τήν εκλογή ειχε αρχίσει, άν οί θεοί έδειχναν τήν αποδο κιμασία τους διαλυόταν. "Ετσι στις 21 Μαρτίου τοΰ 424, στις 8 τό πρωί, ετοιμάζονταν νά ψηφίσουν όταν, γιά μεγάλη χαρά τών αντιπάλων τοΰ Κλέωνα, ή έκλειψη τοΰ ήλιου έκαμε νά ανα βληθεί ή εκλογή γιά μεταγενέστερη συνεδρία. Μποροΰσαν λοι πόν, άν δέν εμπόδιζαν οί θεοί, νά προχωρήσουν σέ εκλογές άπό τήν έβδομη πρυτανεία (μέσα Φεβρουαρίου). Έξαλλου δέν μπο ροΰσαν νά περιμένουν πέρα άπό τήν ενάτη, γιατί έπρεπε νά υπάρ χει καιρός νά ολοκληρωθούν τά τυπικά γιά τίς δοκιμασίες καί νά οργανωθούν οί δίκες πού μπορεί νά προέκυπταν άπό αυτές. Γιά τόν ίδιο λόγο οί κληρώσεις έπρεπε νά γίνουν τήν ίδια εποχή μέ τίς εκλογές. Οί εκλογές πού, άν πιστέψουμε ένα νόστιμο ανέκδοτο, έφεραν τόν Σοφοκλή στή στρατηγία τό έτος 440 πρέ πει νά έγιναν ακριβώς τήν άρχή τής άνοιξης: σύμφωνα μέ αυτό τό ανέκδοτο, ό τραγικός ονομάστηκε στρατηγός χάρη στήν επι τυχία τής Αντιγόνης του, επομένως μετά τά Διονύσια, τά οποία γιορτάζονταν άπό τίς δέκα ώς τίς δεκαπέντε τοΰ Έλαφηβολιώνα (τέλος Μαρτίου), δηλαδή σέ μιά συνεδρία τής Ογδοης πρυτανείας. Τό ανέκδοτο μπορεί νά είναι επινοημένο ώς προς τή χρονολογία" απηχεί πάντως τήν πραγματικότητα. Οί εκλογές γίνονταν πάντα στήν Πνύκα, στό ύπαιθρο, ακόμη καί όταν άπό τό 332 ό λαός πήρε τή συνήθεια νά κάνει τίς τακτι κές συνεδριάσεις στό θέατρο. "Οπως Ολες οί συνεδρίες τής εκ κλησίας, άρχιζε καί αυτή μέ τήν ανάγνωση τοΰ σχετικοΰ προβουλεύματος (μηδέν άπροβονλεντον). * Ή εκλογή γινόταν πάν τα μέ υψωμένα χέρια (χειροτονεϊν). "Οταν επρόκειτο νά ορίσουν επιτροπές άπό δέκα άρχοντες, υπήρχαν δύο τρόποι γιά νά προ χωρήσουν: είτε (ή πιό συχνή περίπτωση) τούς έξέλεγαν έναν 45
46
47
48
49
50
51
52
53
5
224
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
κατά φυλή (άφ' εκάστης φυλής ένα), είτε τούς έπαιρναν χωρίς διάκριση άπο το σύνολο τών Αθηναίων (εξ απάντων Αθηναίων). Καθώς ό στρατός ήταν χωρισμένος σέ δέκα φυλές, τό πρώτο σύστημα ήταν τό μόνο εφαρμόσιμο στους δέκα διοικητές τοΰ πεζικού, τούς ταξίαρχους, καθώς καί στους δέκα διοικητές καί στους δέκα στρατολόγους τοΰ ιππικού, τούς φύλαρχους καί τούς καταλογεϊς, ένώ οί δύο στρατηγοί τοΰ ιππικού, οί ίππαρχοι, κα θένας γιά πέντε φυλές, ήταν έξ απάντων Αθηναίων. Άλλά οί στρατηγοί, πού στήν άρχή εκλέγονταν μέ τό πρώτο σύστημα, αργότερα εκλέγονταν μέ τό δεύτερο. Ή αλλαγή θά έγινε πιθανότατα τήν εποχή πού ό Περικλής εκλεγόταν συνέχεια τόν ένα χρόνο μετά τόν άλλο. Καθώς δέν μποροΰσε νά παρουσιά ζεται ώς αντιπρόσωπος τής φυλής του, τής Άκαμαντίδος, άλλά ολόκληρης τής πόλης, ή Ακαμαντίς ειχε κατά καιρούς έναν δεύ τερο αντιπρόσωπο: αυτό έγινε τρεις φορές στά δέκα χρόνια. Σταμάτησαν λοιπόν, μέ τήν πίεση τών πραγμάτων, νά τηρούν αυστηρά τόν παλαιό κανόνα, έτσι ώστε γιά τόν 5ο καί 4ο αιώνα ξέρουμε έντεκα περιπτώσεις όπου ή ίδια φυλή ειχε διπλή αντι προσώπευση στήν επιτροπή τών στρατηγών. Ωστόσο, ακόμη καί άν, γιά τόν ένα ή τόν άλλο λόγο, μιά φυλή παρουσιαζόταν ευνοημένη, προσπαθούσαν τουλάχιστον νά εξασφαλίσουν τήν αν τιπροσώπευση όσο τό δυνατόν περισσότερων φυλών. Είναι εύκολο νά σκεφτεί κανείς ότι οί υποψήφιοι στά αξιώ ματα κατέφευγαν σέ κάθε είδους παρασκηνιακές ενέργειες. Τήν εποχή πού γίνονταν εκλογές στους δήμους πριν άπό τήν κλήρω ση, ή διαφθορά έβρισκε κατάλληλο έδαφος σέ αυτά τά «τέλμα τα», καί ή δημοκρατία προτίμησε τή διπλή κλήρωση γιά λόγους πολιτικής ηθικής. Άλλά οί εκλογές έδιναν πάντα αφορμή γιά σοφές ραδιουργίες. Κάθε χρόνο επαναλαμβανόταν τό θέαμα πού περιγράφει ό Δημοσθένης: «Αυτοί πού αποβλέπουν στά αιρετά αξιώματα, καί στήν αίγλη πού αυτά παρέχουν, γίνονται δούλοι τής εύνοιας πού εξασφαλίζει τούς ψήφους καί πηγαίνουν άπό τόν ένα στον άλλο, καθένας μέ τό Ονειρο νά γίνει στρατηγός». 'Τπήρχαν κι άλλοι πού μετέρχονταν διάφορα μέσα γιά νά συγ κινήσουν: ένας παλαιός στρατιώτης αποκάλυπτε τό στήθος του καί έδειχνε τίς πληγές του. Άλλοι, οί κυνικοί, δοκίμαζαν κατά πόσο οί εκλογείς ήταν αργυρώνητοι: τά έξοδα τους ήταν «προ καταβολές»" εκείνο πού ενδιέφερε ήταν νά επιτύχουν, «ώστε νά τά πάρουν πίσω διπλά». Τά κόμματα οργανώνονταν γιά νά 55
56
57
58
59
60
225
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
υποστηρίξουν τούς υποψήφιους τους σχηματίζονταν επιτροπές πού είχαν τούς πράκτορες τους καί το ταμείο τους* οί ολιγαρ χικοί τοΰ 5ου αιώνα ενώνονταν σέ ισχυρές εταιρείες, πού μπο ροΰν νά συγκριθούν μέ τίς λέσχες Ταιχιιηειηγ τών Αμερικανών. Δέν πρέπει νά νομίσει κανείς, άλλωστε, πώς ή ψηφοθηρία είχε χειρότερα αποτελέσματα στους Αθηναίους άπ' δ,τι σέ ο ποιονδήποτε άλλο λαό τής αρχαιότητας ή τής σύγχρονης επο χής. Σέ πολλές εκλογές δέν έπιανε. Δέν είχε κανένα αποτέλεσμα, παραδείγματος χάρη, κατά τήν ανάδειξη τών αρχόντων πού α πασχολούνταν μέ τούς εφήβους. Οί πατέρες τών νέων συγκεν τρώνονταν κατά φυλές καί, άφοΰ ορκίζονταν, εκλέγανε άπό τά μέλη τής φυλής τους τρεις πολίτες πάνω άπό τά σαράντα τούς όποιους έκριναν ώς περισσότερο τίμιους καί ικανούς γιά νά ανα λάβουν τή φροντίδα τών γιών τους* άπό αυτούς τούς τρεις ό λαός διάλεγε έναν γιά κάθε φυλή ώς σωφρονιστή, καί έπειτα διάλεγαν άπό όλους τούς Αθηναίους τόν κοσμητή όλων τών έφηβων. Άλλά ακόμη καί στις εκλογές μέ πολιτικό χαρακτήρα οί Αθη ναίοι ήταν ικανοί νά ψηφίσουν σωστά. Ένας μελετητής εξέτασε τήν κοινωνική θέση τών προσώπων πού άσκησαν κάποιο αξίωμα τόν καιρό τοΰ Δημοσθένη: κατάληξε στό συμπέρασμα δτι τά πιο υψηλά αξιώματα, αυτά πού συνεπέφεραν μεγαλύτερες ευθύνες, δίνονταν γενικά σέ ανθρώπους καλής διαγωγής, πλούσιους ή μορφωμένους. Ό Πλούταρχος σημειώνει δτι αυτό τό πλή θος πού χρησιμοποιούσε τούς δημαγωγούς γιά νά διασκεδάσει —δπως οί βασιλείς τούς κόλακες ή τούς γελωτοποιούς—, ήξερε νά καλεί στις σημαντικές θέσεις αληθινούς πολιτικούς άνδρες καί, ειδικά, νά ορίζει τούς πιο άξιους στή διοίκηση τοΰ στρατού. Α υ τ ή τήν παρατήρηση τήν κάνει αναφερόμενος στον Φωκίωνα, ό όποιος, παρά τήν αντιπάθεια του προς τή μάζα καί παρά τό δτι δέν ζήτησε ποτέ οτιδήποτε, διορίστηκε στρατηγός σαράντα πέν τε φορές. Θά μποροΰσε νά προσθέσει δτι σέ μιά δημοκρατία ικα νή νά παραδώσει τήν ανώτατη άρχή περισσότερο άπό τριάντα χρόνια σ' έναν Περικλή, δέν ήταν δυνατό νά λείπει ούτε ή σοβα ρότητα ούτε ή έννοια τής συνέχειας* απεναντίας, αυτή ή δημο κρατία έδινε μιά μοναδική στήν ιστορία τοΰ κόσμου απόδειξη -
61
62
63
64
αυτών τών πραγμάτων.
Οί άξιωματοΰχοι, άφοΰ άναδειχθοΰν μέ τόν κλήρο ή μέ τήν εκλογή, δέν αναλαμβάνουν καθήκοντα παρά άφοΰ περάσουν άπό τή δοκιμασία. Τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη αυτή ή διαδικασία 226
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
γινόταν γενικά στό δικαστήριο. Άλλά γιά τούς εννέα άρχοντες περιλάμβανε έναν πρώτο έλεγχο άπό τή βουλή τών πεντακο σίων. Τόν 5ο αιώνα μόνο ή βουλή αποφαινόταν τόν 4ο αιώνα ό άρχων πού αποκλειόταν άπό τή βουλή μποροΰσε νά προσφύγει στό δικαστήριο, τό όποιο αποφάσιζε κυριαρχικά. Α υ τ ή ή δο κιμασία τών αρχόντων μάς είναι πολύ καλά γνωστή. Αρχίζει μέ ερωτήσεις προς τόν μελλοντικό άρχοντα γιά τήν καταγωγή του: «Ποιος είναι ό πατέρας σου, καί άπό ποιο δήμο; Ποιος είναι ό πατέρας τοΰ πατέρα σου; Ποιά είναι ή μητέρα σου; Ποιος είναι ό πατέρας τής μητέρας σου, καί άπό ποιο δήμο;» "Επειτα ζητοΰν νά μάθουν έάν είναι μέλος μιάς φρατρίας, δηλα δή άν έχει σπουδαία καί παλαιά καταγωγή, έάν λατρεύει τόν Απόλλωνα Πατρώο καί τόν Δία Έρκειο καί σέ ποιά ιερά, έάν έχει οικογενειακούς τάφους καί πού βρίσκονται. Τέλος τόν ρωτοΰν γιά τήν ιδιωτική καί τή δημόσια ζωή του· τόν ρωτοΰν έάν φέρεται καλά στους γονείς του, έάν πληρώνει τούς φόρους του καί έάν έχει εκτελέσει τίς στρατιωτικές του υποχρεώσεις. "Οταν ό υποψήφιος έχει απαντήσει σέ όλες αυτές τίς ερωτήσεις, ό πρόεδρος τοΰ ζητά νά φέρει μάρτυρες γιά νά αποδείξουν αυτά πού είπε. Ά ν κάποιος μάρτυρας γίνει κατήγορος, ό πρόεδρος δίνει τό λόγο στήν κατηγορία καί στήν υπεράσπιση" μετά άπό αυτό οί βουλευτές αποφαίνονται μέ τήν ύψωση τών χεριών στή βουλή, οί δικαστές μέ μυστική ψηφοφορία. Ά ν δέν παρουσια στεί κατήγορος, προχωροΰν αμέσως στήν εκλογή. Α υ τ ή ή εκλο γή παλαιά ήταν μιά άπλή διατύπωση: ένας μόνο δικαστής έριχνε τήν ψήφο του. Αργότερα Ομως έπρεπε νά ψηφίσουν όλοι οί δι καστές, έτσι ώστε, άν ένας ανέντιμος υποψήφιος κατάφερνε νά εξουδετερώσει τούς κατηγόρους, νά είναι στήν εξουσία τών δικα στών νά τόν αποκλείσουν. Έκτος άπό τίς γενικού περιεχομένου ερωτήσεις πού έθεταν σέ Ολους τούς άρχοντες, έθεταν καί ειδικές, ανάλογα μέ τό αξί ωμα* γιατί γιά μεγάλο αριθμό αξιωμάτων ορισμένοι όροι ήταν απαραίτητοι. Οί άρχοντες δέν έπρεπε νά έχουν σωματικά ελατ τώματα. Ό βασιλέας έπρεπε νά έχει σύζυγο έν ζωή καί ή οποία νά μήν είχε ποτέ παντρευτεί άλλον άντρα. Οί στρατηγοί έπρεπε νά έχουν παιδιά άπό νόμιμο γάμο, καί έγγειο περιουσία στήν Αττική. Οί ταμίες «τών άλλων θεών» έπρεπε νά ανήκουν στήν τάξη τών πεντακοσιομεδίμνων. Οί όροι πού επιβάλλονται στά μέλη τών δύο τελευταίων συλλογικών άρχων έχουν άριστοκρα65
66
67
68
227
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τική Οψη πού ξαφνιάζει, στήν αρχή· καταλαβαίνει ωστόσο κανείς οτι ό λαός απαιτούσε άπό τούς άρχοντες πού μπορούσαν ενδεχό μενα νά θέσουν σέ σοβαρό κίνδυνο τά οικονομικά, νά δώσουν εγγυήσεις ανάλογες μέ αυτές πού ζητούν σήμερα μέ εγγυητικές επιστολές. Άλλωστε, τό ερωτηματολόγιο τής δοκιμασίας δέν ήταν στήν πραγματικότητα περιοριστικό δσο ήταν στή μορφή. Ήταν δυνατό νά τό επεκτείνουν απεριόριστα: όλη ή ζωή τών αρχόντων βρισκόταν στον έ'λεγχο όλων τών πολιτών. Καί τό έβρισκαν αυτό δίκαιο, γιατί έτσι απομακρύνονταν οί ανάξιοι, οί κακοί γιοι, οί κακοί στρατιώτες, οί κακοί φορολογούμενοι, δλοι οί πολίτες πού είχαν υποστεί τήν ατιμία ή είχαν απειληθεί μέ αυτήν, Ολοι οί εχθροί τής δημοκρατίας. 69
Γ' ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Οί περισσότεροι άρχοντες αναλάμβαναν καθήκοντα τήν πρώτη μέρα τοΰ έτους. Κατά τή διάρκεια δμως ολόκληρου τοΰ αιώ να μετά τή μεταρρύθμιση τοΰ Κλεισθένη, ακολούθησαν τό επί σημο ημερολόγιο, τό όποιο χώριζε τό κανονικό έτος τών 360 ή μερων καί τό έτος μέ εμβόλιμο μήνα, πού είχε 390 ήμερες, σέ δέκα πρυτανείες, καί δέν αντιστοιχούσε, συνεπώς, στό πολιτικό έτος πού είχε αντίστοιχα 354 ή 384 μέρες, μοιρασμένες σέ δώ δεκα ή δεκατρείς μήνες. Ανάμεσα στά δύο ημερολόγια υπήρχε λοιπόν ένα άνοιγμα πού καμιά φορά έφτανε τίς είκοσι μέρες. Τό 408/7, ή μάλλον λίγο νωρίτερα, Οταν αναδιοργάνωσαν τούς δη μοκρατικούς θεσμούς μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων, απο φασίστηκε νά αναλαμβάνουν στό έξης οί άρχοντες καθήκοντα στήν άρχή τοΰ πολιτικού έτους, τήν 1η τοΰ Έκατομβαιώνα. Ωστόσο, καί τό 408 /7, όπως καί πρίν, ορισμένοι άρχοντες ανα λάμβαναν εξουσία στις 20 τοΰ ίδιου μήνα, κατά τή γιορτή τών Παναθηναίων. Οί δέκα αθλοθέτες, πού διεύθυναν τούς αγώνες αυτής τής γιορτής, υπηρετούσαν τέσσερα χρόνια, άπό τά Μεγάλα Παναθήναια ώς τά επόμενα Μεγάλα Παναθήναια. Άλλοι άρ χοντες, άν καί ετήσιοι, αναλάμβαναν αυτήν τήν ίδια μέρα: τόν 5ο αιώνα, οί ταμίες τής θεάς καί οί ταμίες τών άλλων θεών τόν 4ο αιώνα, ό ταμίας τοΰ στρατιωτικού ταμείου, οί έττϊ τό Θεωρικόν, καί οί επιμελητές τών υδάτων. "Ολοι οί άρχοντες όφειλαν νά ορκιστούν πρίν νά αναλάβουν. 70
71
228
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Ό Ορκος ήταν διαφορετικός γιά κάθε αξίωμα, άλλά πάντα πε ριλάμβανε τήν υποχρέωση νά σέβονται τούς νόμους καί νά μέ νουν αδέκαστοι. Οί εννέα άρχοντες ορκίζονταν ακόμη Οτι θά αφι έρωναν ένα χρυσό άγαλμα όσο τό ανάστημα τους, άν δέχονταν δώρα. Όρκίζονταν δυο φορές συνέχεια: μία φορά Ορθιοι πάνω στήν πέτρα πού προοριζόταν γιά τήν ορκωμοσία, καί ήταν στη μένη μπροστά στή βασίλειο στοά" έπειτα, μέ τή συνοδεία τών στρατηγών καί, πιθανότατα, άλλων αξιωματούχων, πήγαιναν νά ορκιστούν πάνω στήν ακρόπολη, ανάμεσα στό άγαλμα τής θεάς καί σ' ένα τραπέζι όπου ήταν τοποθετημένα στεφάνια άπό μύρτα. Α υ τ ά τά στεφάνια, σύμβολα τοΰ αξιώματος τους, τούς καθιστούσαν ιερά πρόσωπα. Περιβλημένοι έτσι μέ τήν εξουσία, πρόσφεραν στους θεούς μιά θυσία γιά τήν έναρξη τής αρχής τους (εισιτήρια). Κάθε επιτροπή αρχόντων ειχε τήν έδρα της, πού λεγόταν άρχεϊον: ειδικό κτίριο ή άπλή στέγη, όπου έτρωγαν οί άρχοντες καί όπου βρισκόταν ή αίθουσα συνεδριάσεων (συνέδρων) καί τά γραφεία. Έκεΐ υπηρετούσε ένα προσωπικό λιγότερο ή περισ σότερο πολυάριθμο. Μερικοί άρχοντες είχαν βοηθούς (παρέδρους), πού ήταν επί σης άρχοντες, άφοΰ μποροΰσαν νά αντικαταστήσουν τούς τιτλούχους, καί έπρεπε, καί αυτοί, νά ύποστοΰν τή δοκιμασία καί νά λογοδοτήσουν στό τέλος τοΰ χρόνου. Ό επώνυμος άρχων, ό βασιλεύς καί ό πολέμαρχος είχαν άπό δύο παρέδρους ό καθένας" τούς διάλεγαν οί ίδιοι, συχνά άπό τήν οικογένεια τους, καί συσκέπτονταν μ' αυτούς γιά ορισμένα θέματα, έτσι ώστε, στή μεγά λη επιτροπή τών εννέα αρχόντων, σχημάτιζαν μικρότερες ειδι κές επιτροπές, όπως ήταν π.χ. οί θεσμοθέτες. Στους δέκα έλληνοταμίες προστέθηκαν δέκα πάρεδροι πού μποροΰσαν νά δρά σουν μεμονωμένα, καθένας μέ τόν προϊστάμενο του, ή όλοι μαζί μέ τούς έλληνοταμίες ενωμένους σέ ένα σώμα. Καθώς γίνεται ακόμη λόγος γιά παρέδρους σέ συνδυασμό μέ στρατηγούς καί μέ εύθύνους, μπορούμε νά υποθέσουμε Οτι ό θεσμός τών παρέ δρων ήταν γενικός. "Οπως ή βουλή, ή κατ' εξοχήν άρχή, έτσι καί οί επιτροπές τών αρχόντων, ακόμη καί οί πιό ασήμαντες, είχαν τόν γραμματέα-γραφέα-άρχειοφύλακά τους, ό όποιος ονομαζόταν γραμμα τεύς. 'Η θητεία του ήταν ετήσια. Οί γραμματείς τών πιό σημαν τικών επιτροπών (στρατηγών, ταμιών κτλ.), καθώς καί αυτοί 72
73
74
75
76
77
78
79
229
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
πού ήταν προσκολλημένοι στους επιστάτες τών δημοσίων έργων, ήταν πολίτες καί είχαν βαθμό άρχοντα. Εξαίρεση αποτελεί ό γραμματέας τών θεσμοθετών: είχε προστεθεί στήν επιτροπή τών εννέα αρχόντων ώς δέκατο μέλος, έτσι ώστε νά αντιπροσω πεύονται στό σώμα καί οί δέκα φυλές. Ά ν καί ή δοκιμασία του δέν περιβαλλόταν μέ τόσο επίσημους τύπους όσο ή δοκιμασία τών θεσμοθετών, καί δέν είχε τό δικαίωμα ούτε νά επιβάλλει πρόστιμα ούτε νά προεδρεύει σέ δικαστήριο, ή θέση του ήταν αρκετά σεβαστή σέ σχέση μέ τόν παραπληρωματικό χαρακτήρα τοΰ αξιώματος. Κάτω άπό αυτούς τούς γραμματείς, πού αποτελούσαν τάξη επίλεκτων, υπηρετούσε ένα πλήθος νπογραμματεϊς. Συχνότερα ήταν μέτοικοι ή απελεύθεροι, ή καί ταπεινοί πολίτες πού είχαν ανάγκη νά κερδίσουν τό ψωμί τους. Είχαν κακή φήμη. Μέ τήν καθημερινή εξάσκηση τους στά γραφεία καί στά αρχεία απο κτούσαν μιά γνώση τών επίσημων έγγραφων καί μιά πείρα πού τούς επέτρεπαν νά κατευθύνουν, τίμια ή Οχι, τούς αρχάριους άρχοντες, πού ήταν ετήσιοι. Γι' αυτό, ό νόμος απαγόρευε στους ύπογραμματεΐς νά μένουν στήν ίδια θέση περισσότερο άπό ένα χρόνο: γιά νά μή χάσουν τό μισθό τους, αναγκάζονταν νά περ νούν άπό τή μιά υπηρεσία στήν άλλη. Τέλος οί κυριότεροι άρ χοντες είχαν τούς κήρυκες τους γιά τίς προσκλήσεις καί τίς δια κηρύξεις, καί τούς αυλητές τους γιά νά δίνουν τό ρυθμό κατά τίς θυσίες πού γίνονταν ύπό τήν προεδρία τους. "Ολοι αυτοί άνη καν στήν κατηγορία τών έμμισθων υπαλλήλων στους όποιους έ διναν ένα Οχι καί τόσο αξιοσέβαστο Ονομα (ύπηρέται). Άλλοι, σέ μεγάλο αριθμό, ήταν προσκολλημένοι σέ διάφορους κλάδους ώς υπηρετικό προσωπικό. Αυτοί σέ καμία περίπτωση δέν ήταν πολίτες, σπάνια ήταν άνθρωποι ελεύθεροι, σχεδόν πάν τα επρόκειτο γιά δημόσιους δούλους (δημόσιοι). Οί υπάλληλοι οί επιφορτισμένοι μέ τήν εκτέλεση αποφάσεων πού αφορούσαν εγκλήματα προκαλούσαν τή γενική απέχθεια έτσι οί Αθηναίοι χρειαζόταν νά καταφύγουν σέ στρατολόγηση δούλων, γιά νά εφοδιάσουν τούς "Ενδεκα μέ τό απαραίτητο προσωπικό: τό δή μιο, αυτόν τόν μιαρό πού δέν μποροΰσε νά κατοικεί στήν πόλη, τούς βασανιστές, τούς δεσμοφύλακες. Δημόσιοι δοΰλοι ύπηρετοΰσαν ώς κλητήρες τούς θεσμοθέτες, πού τούς χρησιμοποιού σαν σέ όλες τίς δουλειές πού απαιτούσε ή οργάνωση καί ή λει τουργία τών δικαστηρίων. Άλλοι σχημάτιζαν ομάδες τίς όποΐ80
81
82
83
84
85
66
-
87
88
230
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
ες χρησιμοποιούσαν οί αστυνόμοι γιά τήν τήρηση τών πολεοδο-μικών καί αστυνομικών διατάξεων πού αφορούσαν τήν καθαριό τητα τών δρόμων τής πόλης, οί όδοποιοϊ γιά τίς επισκευές τών δρόμων τής υπαίθρου, οί επιστάτες γιά τά δημόσια έ'ργα. Τέ λος γνωρίζουμε δούλους μέ πιο αξιόλογες διοικητικές απασχο λήσεις: τούς λογιστές πού κρατούσαν τά λογιστικά βιβλία τών ταμιών καί τών στρατηγών τόν άρχειοφύλακα τοΰ Μητρώον τόν άρχειοφύλακα τής βουλής, πού ειχε στή διάθεση του τά απα ραίτητα έ'γγραφα γιά τήν άσκηση τής οικονομικής δικαιοδοσίας του (κατάσταση τών κτημάτων πού εκμίσθωναν οί πωληται καί ό βασιλεύς, δπου αναφέρονταν τά νοίκια καί οί ημερομηνίες κατά τίς όποιες έπρεπε νά καταβληθούν έγγραφες εισπράξεων έ'κτακτων φόρων). Ανάμεσα στά μέλη κάθε επιτροπής ή δημοκρατική ισότητα δέν επέτρεπε διαφορές. Ωστόσο, οί εννέα άρχοντες, πού δημι ουργήθηκαν σέ διαφορετικές εποχές καί πού τούς έ'νωνε Ινας τεχνητός δεσμός, δέν σχημάτιζαν μιά επιτροπή σάν τίς άλλες: οί έξι θεσμοθέτες ακολουθούσαν τό γενικό κανόνα άλλά ό επώ νυμος άρχων, ό βασιλεύς καί ό πολέμαρχος είχαν ειδικά καθή κοντα καί ενεργούσαν χωριστά ό επώνυμος μποροΰσε νά θεω ρηθεί αρχηγός δλων, άφοΰ μάλιστα έ'δινε τό ονομά του στό έ'τος καί ειχε, έ'τσι, μιά ηθική υπεροχή απέναντι σέ δλους τούς άρ χοντες, χωρίς καμιά εξαίρεση. Στις άλλες επιτροπές χρειαζόταν γενικά, παρά τήν άρχή τής ισότητας, έ'νας πρόεδρος. Αυτός άλ λοτε διοριζόταν γιά δλο τό χρόνο, δπως ό πρόεδρος τών ταμιών άλλοτε εναλλασσόταν: π.χ., στήν άρχή κάθε στρατηγός ειχε τήν προεδρία καί τήν ανώτατη διοίκηση μία μέρα στις δέκα. Οί υποθέσεις ρυθμίζονταν ή άπό τήν ολομέλεια τής επιτροπής ή άπό ένα μέλος της πού ενεργούσε γιά λογαριασμό της. Οί άρ χοντες κάθε. επιτροπής ήταν λοιπόν αλληλέγγυα καί ατομικά υπεύθυνοι σέ κάθε πρυτανεία απέναντι στήν εκκλησία, καθώς καί κατά τή λήξη τής θητείας τους απέναντι στους λογιστές καί στους εύθύνους. Στήν επιτροπή τών στρατηγών, ή άρχή τής συλλογικής διοίκησης καί ευθύνης δέν ανταποκρινόταν στις ανάγκες τοΰ πολέμου. Ή εκκλησία ανάδειχνε έναν ή περισσό τερους στρατηγούς γιά κάθε εκστρατεία, όριζε σέ καθέναν τίς εξουσίες του, καί διάλεγε καμιά φορά έναν αρχιστράτηγο: είναι φανερό ότι σέ αυτή τήν περίπτωση υπήρχε ή ατομική ευθύνη ή μερική αλληλεγγύη. 89
90
-
-
91
92
231
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
Δ' ΕΞΟΤΣΙΑ ΚΑΙ ΕΥΘΤΝΗ ΤΩΝ ΑΡΧΟΝΤΩΝ
Οί άρχοντες είχαν πολλαπλά δικαιώματα. "Ισως τό κράτος τούς παραχωρούσε ενα είδος ανασταλτικής ασυλίας, πού εμπόδιζε ο ρισμένες διώξεις γιατί δέν είναι γνωστή καμία περίπτωση άρ χοντα πού νά έ'γινε αντικείμενο πολιτικής καταγγελίας. Πάν τως είχαν έξασφαλιμένη μιά ειδική προστασία κατά τήν άσκηση τών καθηκόντων τους. Ή προσβολή πού τούς γίνεται τότε, λέει ό Δημοσθένης, «επεκτείνεται στους νόμους, στό στεφάνι, σύμ βολο τής δημόσιας αρχής, ώς καί στό Ονομα τής πόλης». Ή υβριστική συμπεριφορά απέναντι σέ άρχοντα αποτελεί παράβα ση πού επισύρει βαριές ποινές. Ό άρχοντας πού προσβλήθηκε μπορεί νά επιβάλει στό δράστη πρόστιμο —Οπως κάνει, π.χ., ένας στρατηγός σ' ένα στρατιώτη, σύμφωνα μέ μιά δημηγορία πού μάς διασώθηκε. Έάν τό ανώτατο όριο τής επιβολής δέν τοΰ φανεί αρκετό, μπορεί νά παραπέμψει τόν ένοχο στά δικα στήρια καί νά προκαλέσει καταδίκη σέ βαριά τιμωρία, δπως στέρηση τών πολιτικών δικαιωμάτων. Οί άρχοντες έχουν, επι πλέον, ορισμένα τιμητικά προνόμια. "Εχουν ξεχωριστή θέση στις πομπές καί στις τελετές κάθε είδους, ιδιαίτερα καθίσματα στό θέατρο. Στά πανηγύρια πού ακολουθούν τίς θυσίες τούς προσφέρουν τά εκλεκτά μέρη, δπως στους αρχηγούς τών ομη ρικών χρόνων. "Ενα ψήφισμα απαριθμεί τά κομμάτια πού πρέ πει νά ξεχωρίσουν άπό τά θύματα τής παναθηναϊκής εκατόμβης γιά τούς πρυτάνεις, τούς άρχοντες, τούς ταμίες τής θεάς, τούς ίεροποιούς, τούς στρατηγούς καί τούς ταξίαρχους. Ωστόσο τό δημοκρατικό αίσθημα δέν συμβιβαζόταν πολύ καλά μέ ένα βαθύ αίσθημα σεβασμού προς τούς άρχοντες. Μέ τήν ιδέα ότι ό άρχοντας πρέπει διαδοχικά νά υπακούει καί νά κυβερνά, κάθε πολίτης θεωρούσε τόν εαυτό του ίσο μέ αυτούς στους οποίους δόθηκε ή κυβέρνηση καί οί όποιοι τοΰ ζητούσαν υπακοή. Α υ τ ή ήταν ή στάση τών περισσότερων απέναντι στους άρχοντες, καί οί κακόβουλοι ισχυρίζονταν δτι πολλοί καμάρωναν περιφρονώντας τους. Εξυπακούεται άλλωστε δτι οί ολιγαρχι κοί πού απεύθυναν τέτοια μομφή στό λαό τήν άξιζαν καί οί ίδιοι μέ τό παραπάνω. Ό Αριστοφάνης, γιά νά τούς ευχαριστήσει, εξευτέλιζε τό 426, στους Βαβυλώνιους, τόν Κλέωνα, βουλευτή -
93
94
95
96
97
232
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τότε, καί τό 425, στους Άχαρνής, τόν Λάμαχο, πού ήταν τότε στρατηγός. Ηταν εξάλλου αδύνατο νά έχει μεγάλη υπόληψη ό λαός γιά τούς άρχοντες πού βρίσκονταν αδιάκοπα σέ εξάρτηση άπό αυτόν. Γιά νά φυλαχτεί άπό τήν κατάχρηση εξουσίας, ό κυρίαρχος λαός ασκούσε διαρκή έλεγχο στους υπηρέτες του. ^Οποιοσδήποτε πο λίτης μποροΰσε νά επιτηρεί οποιονδήποτε άρχοντα. Άλλωστε Ολα γίνονταν μέ τή διαταγή τής βουλής ή τής εκκλησίας, ή του λάχιστον μέ τόν έλεγχο τους. Δέν υπήρχε υπηρεσία πού νά παίρ νει πρωτοβουλία χωρίς νά ζητήσει τή γνώμη ή τή συνεργασία τής βουλής. Οί περισσότεροι άρχοντες, κυρίως αυτοί πού δια χειρίζονταν τά δημόσια κονδύλια, υπάγονταν στήν ποινική δι καιοδοσία της. "Οφειλαν, σέ κάθε πρυτανεία, νά παρουσιάζουν τούς λογαριασμούς τους σέ μιά επιτροπή δέκα λογιστών, κλη ρωμένων ανάμεσα στους βουλευτές. Μέ βάση τά πορίσματα τών λογιστών, ή καί ανεξάρτητα, ή βουλή μποροΰσε νά δικάσει οποιονδήποτε άρχοντα γιά υπεξαίρεση δημοσίων χρημάτων άλλά σέ περίπτωση καταδίκης ό άρχων ειχε δικαίωμα νά προσφύγει στό δικαστήριο. Επιπλέον επιτρεπόταν στους ιδιώτες νά εισά γουν μιά εισαγγελία στή βουλή εναντίον κάθε άρχοντα τόν όποιο κατηγορούσαν ότι δέν συμμορφωνόταν μέ τούς νόμους, καί, σ' αυ τήν ακόμη τήν περίπτωση, ό κατάδικος είχε δικαίωμα νά προ σφύγει στή λαϊκή δικαιοσύνη. Άλλά ή εκκλησία διατηρούσε μιά άμεση καί πολύ πιό εκτεταμένη εξουσία σ' αυτούς πού δέν ή ταν παρά προσωρινοί εκτελεστές τής θέλησης της. "Εφτασε μιά εποχή όπου, στήν κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας, ό λαός προσέφευγε στήν έπιχειροτονία, δηλαδή αποφαινόταν μέ χέρι σηκωμένο γιά τή διαχείριση τών αρχόντων: επικύρωνε τήν εξου σία τους, άν νόμιζε Οτι εκπλήρωναν καλά τά καθήκοντα τους· άν Οχι, τούς καθαιρούσε καί τούς παρέπεμπε στό δικαστήριο. Άλλά καί πριν ακόμη εισαχθεί ή ψήφος εμπιστοσύνης στήν κα νονική διαδικασία, ή εκκλησία δέν δίσταζε νά καθαιρέσει Οποιον στρατηγό δέν τήν ικανοποιούσε, καί νά τόν καταδιώξει γιά κατάχρηση μέ τή μέθοδο τής εισαγγελίας" * καί όταν ή έπιχειροτονία γράφτηκε κανονικά στήν ημερήσια διάταξη τών κυρίων συνελεύσεων, ή κατηγορία μποροΰσε θαυμάσια νά προηγηθεί ή νά ακολουθήσει τήν καθαίρεση. Τόν 5ο αιώνα ή εκκλησία έκρινε συνήθως ή ίδια τίς εισαγγελίες, ένώ τόν 4ο αιώνα τίς παρέπεμπε κατά προτίμηση στους ήλιαστές. Σέ περίπτωση αθώωσης, ό 98
Τ
99
100
101
102
103
10
105
233
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
καθαιρεμένος άρχοντας αναλάμβανε πάλι τό άξίωμά του* σέ πε ρίπτωση καταδίκης, οί ποινές καθορίζονταν αδέσμευτα άπό τό λαό, είτε στήν Ηλιαία είτε στήν εκκλησία, καί ήταν καμιά φορά φοβερές. Έκτος άπό σοβαρές περιπτώσεις, πού ήταν σχεδόν πάντα πολιτικής φύσης, οί άρχοντες παρέμεναν στή θέση τους ώς τό τέλος τής χρονιάς τους. Τότε όμως τούς περίμενε μιά σοβαρή δοκιμασία. Καθένας ήταν υπεύθυνος, αλληλέγγυα μέ τούς συνα δέλφους του καί προσωπικά, μέ τό άτομο του καί μέ τήν περιου σία του, γιά κάθε έγκλημα, παράβαση, ή λάθος πού έγινε κατά τή διαχείριση τών υποθέσεων τής δικαιοδοσίας του. Γιά νά μήν αποβεί ή ευθύνη του κενή λέξη, δέν ειχε δικαίωμα νά φύγει άπό τή χώρα, νά διαθέσει τήν περιουσία του καί νά περάσει σέ άλλη οικογένεια μέ υιοθεσία —κοντολογίς νά αφαιρέσει ή νά κρύψει ένα ποσό πού θά μποροΰσε ενδεχόμενα νά περιέλθει στό κράτος— πριν νά επιτύχει τήν απαλλαγή του. Καί, όσο αυτός ό τύπος δέν ειχε εκπληρωθεί, τοΰ απαγορευόταν νά ψηφίσει ή νά φέρει σέ ψηφοφορία πρόταση γιά ανταμοιβή ενός άρχοντα γιά τόν τρό πο μέ τόν όποιο χειρίστηκε τό λειτούργημα του. "Ολη ή δίκη πού έ'καμε ό Αισχίνης γιά τόν στέφανο πού δόθηκε πρόωρα στον Δημοσθένη βασιζόταν σ' αυτή τή νομική απαγόρευση. Ή ευθύνη τών αρχόντων ήταν διπλή: πρώτα οικονομική, έπει τα'ήθική καί πολιτική. Κάθε άρχοντας, όταν άποχωροΰσε άπό τή θέση του, όφειλε νά παρουσιάσει τούς λογαριασμούς τών χρημάτων πού διαχει ρίστηκε ή μιά γραπτή δήλωση όπου βεβαίωνε ότι δέν ειχε οικο νομική διαχείριση. Ά ν απέφευγε αυτή τήν υποχρέωση μέ α θέμιτα μέσα ή δέν τήν εκπλήρωνε στή νόμιμη προθεσμία, διω κόταν μέ δημόσια αγωγή (γραφή άλογίου) ή μέ εισαγγελία. Ό λογαριασμός ονομαζόταν λόγος' οί ελεγκτές τών λογαρια σμών λέγονταν λογιστές. Δέν πρέπει νά γίνει σύγχυση ανάμεσα στό σώμα τών αρχόντων λογιστών καί στήν ομώνυμη επιτροπή τής βουλής πού τή διευκόλυνε στό έργο της μέ τίς επαληθεύσεις τών λογαριασμών πού έκανε άπό πρυτανεία σέ πρυτανεία. Οί άρχοντες λογιστές, πού ορίζονταν μέ κλήρο, ήταν τριάντα τόν 5ο αίώνα' τόν 4ο ήταν μόνο δέκα, άλλά είχαν γιά παρέδρους δέκα συνηγόρους, πού ήταν κι αυτοί κληρωτοί. Άφοΰ μοίρα ζαν τούς φακέλους αναμεταξύ τους, στά αντίστοιχα γραφεία τους (λογιστήρια), όφειλαν νά τούς ελέγξουν μέσα σέ τριάντα 106
107
108
109
110
111
234
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
μέρες. Δέν αρκούσε νά βεβαιωθούν δτι οί λογαριασμοί ήταν σύμφωνοι μέ τά επίσημα στοιχεία πού διατηρούνταν στά αρχεία τοΰ Μητρώου, άλλά έπρεπε, ενδεχόμενα, νά ζητήσουν άπό τούς ενδιαφερομένους όλα τά αναγκαία συμπληρωματικά δικαιολο γητικά. Ά ν άπό τήν εξέταση τών γραπτών στοιχείων καί άπό τήν έρευνα προέκυπτε ότι ό ταμίας ειχε κάμει κολάσιμη ή παρά νομη πράξη, οί λογιστές επιφόρτιζαν τούς συνηγόρους νά συν τάξουν εισηγήσεις σύμφωνα μέ τίς κείμενες διατάξεις. Ά ν οί συνήγοροι αναγνώριζαν τήν κατηγορία ώς βάσιμη, κινούσαν δί κη, σέ συμφωνία μέ τούς λογιστές, είτε κλοπής δημοσίων χρη μάτων, είτε δώρων (δωροδοκίας), είτε άδικίου (απιστίας). Ή υπόθεση εισαγόταν σέ δικαστήριο ήλιαστών. Ά ν , αντίθετα, οί λογιστές καί οί συνήγοροι έβρισκαν τούς λογαριασμούς σωστούς, συνέτασσαν ένα εκκαθαριστικό πιστοποιητικό, τό όποϊο διαβί βαζαν στό δικαστήριο, μόνο αρμόδιο νά δώσει απαλλαγή ευθυ νών. Μέ δίκη ή χωρίς δίκη, μιά επιτροπή 501 μελών είχε τήν τελευταία λέξη. Στό δικαστήριο, δπου οί λογιστές προέδρευαν, οί συνήγοροι είχαν τή θέση τοΰ εισαγγελέα· άλλά κάθε πολίτης μποροΰσε νά καταθέσει μομφή γιά τούς λογαριασμούς πού ήταν υπό συζήτηση, έπειτα άπό πρόσκληση τοΰ κήρυκα τών λογι στών. Ή απόφαση τοΰ δικαστηρίου δέν επιδεχόταν έφεση. Σέ περί πτωση αμέλειας κατά τή διαχείριση τοΰ δημόσιου χρήματος, ό κατηγορούμενος άρχων όφειλε νά αποκαταστήσει τό ποσό πού εί χε χαθεί άπό τό δημόσιο ταμείο* σέ περίπτωση σοβαρού λάθους, καταδικαζόταν στό δεκαπλάσιο. Έάν έπαιρνε απαλλαγή, κα λυπτόταν διπλά άπό τή δικαστική απόφαση τοΰ κυρίαρχου λαοΰ καί άπό τήν απαράβατη άρχή τοΰ αττικού δικαίου μή δις προς τόν αυτόν περί τών αυτών. Άλλά, ακόμη καί απαλλαγμένος αμετάκλητα γιά ό,τι αφο ρούσε τούς λογαριασμούς του, παρέμενε υπεύθυνος γιά κάθε άλλη πράξη τής διαχείρισης του. Έκτος άπό τή λογοδοσία μέ τή στε νή καί ακριβόλογη έννοια, υπήρχε στό δημόσιο δίκαιο τής Αθή νας μιά λογοδοσία μέ ευρύτερη καί πιό αόριστη έννοια, ή ευθύνη, πού γινόταν μπροστά στους εύθύνους. Αυτοί ήταν δέκα, ένας κατά φυλή, καί καθένας είχε δύο βοηθούς (παρέδρους). Καί οί τριάντα κληρώνονταν άπό τή βουλή ανάμεσα στά μέλη της. Τίς τρείς πρώτες μέρες μετά τή δίκη πού προκάλεσαν οί λογιστές καί οί συνήγοροι, ό ενθυνος συνεδρίαζε μέ τούς βοηθούς του, 112
113
114
115
235
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κατά τίς ώρες τής αγοράς, μπροστά στό άγαλμα τοΰ επώνυμου ήρωα τής φυλής του. Κάθε πολίτης μποροΰσε νά έρθει καί νά καταθέσει εναντίον τοΰ άρχοντα πού ειχε κριθεί ήδη γιά τά λο γιστικά του μιά ιδιωτική ή δημόσια αγωγή σχετική μέ τίς άλλες του πράξεις: έγραφε σέ μιά ασπρισμένη πινακίδα τό ονομά του, τό Ονομα τοΰ εναγομένου, τήν κατηγορία, τήν εκτίμηση τής βλά βης καί τήν αντίστοιχη ποινή, καί τήν κατέθετε στον εύθυνο. Ό εύθυνος εξέταζε τήν κατηγορία καί, άν μετά άπό προανάκριση τήν έκρινε αποδεκτή, απευθυνόταν στις αρμόδιες αρχές: οί ιδιω τικές αγωγές μεταβιβάζονταν στους δικαστές τών δήμων, πού ήταν επιφορτισμένοι νά εισάγουν στό δικαστήριο τίς υποθέσεις τής φυλής* οί δημόσιες εγγράφονταν στό γραφείο τών θεσμοθε τών. Έάν οί θεσμοθέτες τήν έκριναν βάσιμη, τήν έφερναν στό λαϊκό δικαστήριο, τοΰ όποιου ή απόφαση ήταν κυρίαρχη. Ή συνηθισμένη διαδικασία τής λογοδοσίας δέν μποροΰσε νά εφαρμοστεί στους στρατηγούς: συχνά βρίσκονταν μακριά άπό τήν Αθήνα γιά πολεμικές επιχειρήσεις, στό τέλος τοΰ χρόνου, δηλαδή τόν Ιούλιο, ή καί επανεκλέγονταν πολλούς μήνες πρίν, άν καί ήταν απόντες. Δέν ήταν λοιπόν υποχρεωμένοι νά λογοδο τήσουν παρά τόν καιρό πού αποχωρούσαν οριστικά άπό τό αξί ωμα τους, στό τέλος ενός ή περισσότερων ετών, ή κατά τή διάρ κεια τοΰ χρόνου άν είχαν καθαιρεθεί μέ έπιχειροτονία πού τούς αφορούσε ειδικά. Τότε μόνο έπρεπε νά δώσουν λόγο γιά τίς πράξεις τής διαχείρισης τους στους θεσμοθέτες. Αυτοί πιθανό τατα απευθύνονταν στους λογιστές γιά τήν επαλήθευση τών λο γαριασμών, άλλά δέν ρωτούσαν τούς εύθύνους γιά τά υπόλοι πα. Πάντως, περιορίζονταν νά κινήσουν τήν υπόθεση καί νά τήν παραπέμψουν στό δικαστήριο. Μόνη ή λαϊκή δικαιοσύνη μπο ροΰσε νά επιδοκιμάσει ή νά καταδικάσει τούς τέως στρατηγούς. Οί άρχοντες βρίσκονταν λοιπόν σέ διαρκή καί σχολαστική παρακολούθηση. Δέν μπορούσαν νά κάμουν τίποτε χωρίς τή συγκατάνευση τής βουλής, ή οποία ενημερωνόταν άπό μιά μό νιμη επιτροπή έλεγχου. Εννιά φορές τό χρόνο έπρεπε νά πάρουν ψήφο εμπιστοσύνης άπό τήν εκκλησία, μέ κίνδυνο νά παυθοΰν καί νά όδηγηθοΰν στό δικαστήριο. Στό τέλος τοΰ χρόνου όλοι οί λογαριασμοί τής διαχείρισης τους εξετάζονταν άπό αυτό τό ελεγ κτικό συνέδριο, τό όποιο αποτελούσαν οί λογιστές* κάθε πράξη τους εξεταζόταν, μέ αίτηση τοΰ πρώτου τυχόντα, άπό τούς εύθύ νους πού ενεργούσαν ώς κατήγοροι. Συχνά μάλιστα οί νόμοι καί 116
117
118
119
236
I 01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τά ψηφίσματα, μέ τήν εκτέλεση τών οποίων ήταν επιφορτισμέ νοι, προέβλεπαν τίς κυρώσεις πού θά τούς επιβάλλονταν άν τούς παρέβαιναν. Εκτεθειμένοι καθημερινά στις προσβολές καί τίς διαβολές τών δημαγωγών καί τών συκοφαντών, καταδιωκόμενοι άπο το μίσος τών αντιπάλων τους, ένιωθαν νά κρέμονται πάνω άπο το κεφάλι τους οί φοβερές κυρώσεις τής εισαγγελίας καί τής αγωγής γιά παρανομία. Ό λαός δέν έπρεπε νά συμπερι φέρεται απέναντι στους λειτουργούς του σάν αφέντης, άφοΰ ήθε λε νά κρατήσει γιά τον εαυτό του όλες τίς δικαιοδοσίες τής κυ ριαρχίας του; Ή ίδια ή άρχή τής δημοκρατικής διακυβέρνησης άπαιτοΰσε τή χειραγο^γηση τής εκτελεστικής εξουσίας. Πάνω στους άρχοντες βάραινε μιά πραγματική τυραννία. Τά φιλολογικά καί τά ιστορικά κείμενα τοΰ 5ου καί τοΰ 4ου αιώνα είναι γεμάτα μαρτυρίες πού συμπίπτουν σ' αυτό τό θέμα. Ά ς θυμηθοΰμε τήν τόσο χαρακτηριστική σκηνή τών * Ιππέων, όπου ό Παφλαγόνας καί ό άλλαντοπώλης, ό ένας γιά νά διατηρήσει καί ό άλλος γιά νά κατακτήσει τήν εύνοια τοΰ δήμου, συναγωνί ζονται ποιος θά μπορέσει καλύτερα νά προβλέψει τίς ανάγκες του. Τοΰ υπόσχονται κριθάρι, καλής ποιότητας αλεύρι, ώραΐα παξιμάδια, ψητά κρέατα, γιατί είναι προειδοποιημένοι ότι «τή διεύθυνση τής Πνύκας θά τήν πάρει αυτός πού θά φερθεί καλύ τερα στό λαό», «αυτός πού θά υπηρετήσει καλύτερα τόν Δήμο καί τήν κοιλιά του». Άλλά αλίμονο σέ εκείνον ακριβώς πού θά νικήσει. Ό Δήμος συγκατατίθεται, «μέ τόν Ορο ότι ό ίδιος θά καταβροχθίζει τό καθημερινό του, νά τρέφει έναν κλέφτη ώς μοναδικό του προστάτη»* όταν όμως τόν βλέπει ώριμο, τοΰ δίνει τή χαριστική βολή. Καί ό κοινός λειτουργός δέν είχε καλύτερη περιποίηση άπό τόν πολιτικό πού είχε φτάσει στή θέση τοΰ πρω θυπουργού. «Οί πόλεις, Οπως ό Ξενοφών βάζει έναν Αθηναίο νά λέει, μεταχειρίζονται τούς άρχοντες όπως εγώ τούς υπηρέτες μου. Θέλω οί υπηρέτες μου νά μου παρέχουν όλα όσα έχω ανάγκη καί αυτοί νά μήν αγγίζουν τίποτε* οί πόλεις εννοούν νά τούς προ μηθεύουν οί άρχοντες όσο γίνεται πιό πολλά καί εκείνοι νά απο φεύγουν νά αγγίξουν οτιδήποτε.» "Οτι υπάρχει υπερβολή στά χοντρά αστεία τοΰ Αριστοφάνη καί στις επικρίσεις τών διανοουμένων είναι φανερό. "Ενας φιλό σοφος —πιθανότατα ό Δημόκριτος ό Αβδηρίτης— πήγαινε ακό μη πιό μακριά, όταν έλεγε: «Μέ τήν πολιτική οργάνωση πού ισχύει σήμερα, είναι αδύνατο στις κυβερνήσεις νά μήν κάμουν 120
121
122
237
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
κακό, ακόμη καί άν είναι, εξαίρετες άπό κάθε άποψη γιατί συμ βαίνει μέ αυτές δ,τι καί μέ τόν αετό πού τόν τρώνε τά παράσι τα». Εντούτοις ή υπερβολή δέν υπάρχει παρά στους δρους. Έδώ αγγίζουμε στό κοινό ελάττωμα τών δημοκρατιών. Στήν πράξη ή μικρόλογη δυσπιστία τοΰ αθηναϊκού λαού δέν άφηνε κανέναν ήσυχο. Ούτε ό Περικλής ό ίδιος δέν τήν απέφυγε στό τέλος. Κάθε χρόνο έ'δινε λογαριασμό γιά τά ποσά πού περνούσαν άπό τά χέρια του, ίσαμε τόν παραμικρό όβολό. 'Αλλά χρειάστη κε μυστικά κονδύλια γιά τή διπλωματία του. Αυτό άρκεσε νά τόν κατηγορήσουν γιά υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος· μάταια δήλωσε ότι τά χρησιμοποίησε σέ «απαραίτητες δαπάνες»: κα ταδικάστηκε. Ό κομματισμός καί οί προσωπικές αντιθέσεις πολλαπλασίαζαν τίς δίκες, οί όποιες, άλλωστε, δέν κινιόνταν πάντα άπό τούς δημοκράτες· πρόστιμα καί θανατικές ποινές έ'πεφταν βροχή. Βέβαια τό επάγγελμα τοΰ κατήγορου ειχε καί τούς κινδύνους του: ό συκοφάντης τήν πάθαινε, άν δέν εξασφά λιζε τό πέμπτο τών ψήφων ό κατηγορούμενος δέν περιοριζόταν νά αποκρούει τά πλήγματα" άπαντοΰσε κιόλας, καί βλέπουμε τόν Αισχίνη, τόν όποιο καταδιώκει ό Τίμαρχος γιά απόδοση λο γαριασμών, νά προκαλεί τήν καταδίκη τοΰ αντιπάλου του γιά αδίκημα κατά τών ηθών. Παρ' δλα αυτά, πολύ συχνά θεωρήθη καν εγκληματίες καί καταδικάστηκαν σέ θάνατο στρατηγοί καί πρεσβευτές πού ατύχησαν, οικονομικοί διαχειριστές πού υπήρ ξαν ανέντιμοι ή αδέξιοι, διευθυντές τών φυλακών αμελείς, ακόμη καί υπάλληλοι τοΰ έπισιτισμοΰ πού δέν κατάφερναν νά επιβά λουν τούς νόμους πού αφορούσαν τό εμπόριο τών δημητριακών. Πάντα εκτεθειμένοι στις υποψίες, οί άνθρωποι μέ μέτρια α ξία καί οί δειλοί αισθάνονταν άγχος κάτω άπό τό βάρος τής συ νείδησης τών ευθυνών τους. Μέ τό παράδειγμα τοΰ Νικία βλέ πει κανείς τί καταθλιπτικά αισθήματα μποροΰσε νά γεννήσει ό φόβος τής εκκλησίας. Ήταν εντούτοις καλός στρατηγός" ή σκέψη δμως τής Πνύκας τόν παρέλυε. Μετά άπό τίς πρώτες αποτυχίες στή Σικελία δέν τόλμησε νά διατάξει τήν υποχώρηση πού θά έ'σωζε τό στρατό. Ξέρουμε άπό τόν Θουκυδίδη άπό πού πήγαζε ό δισταγμός του. Ήταν βέβαιος δτι οί Αθηναίοι θά αποδοκί μαζαν έ'να μέτρο πού δέν είχαν ψηφίσει, δτι θά αποφάσιζαν γιά τήν τύχη τών στρατηγών χωρίς νά έ'χουν υπόψη τους τήν κατά σταση, δτι θά έ'κριναν σύμφωνα μέ τίς διαβεβαιώσεις εκείνων πού ήξεραν νά μιλούν Ομορφα. Πίστευε ακόμη δτι οί στρατιώ-
123
124
125
126
127
238
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τες του, όταν θά γύριζαν στήν 'Αθήνα, θά θεωρούσαν τούς στρα τηγούς υπεύθυνους γιά τις ταλαιπωρίες τους καί θά τούς παρου σίαζαν σάν προδότες καί πουλημένους. Παρά νά γίνει θύμα μιάς άδικης καί έπονείδιστης κατηγορίας, προτιμούσε νά πεθάνει πο λεμώντας. "Εσπρωχνε τό στρατιωτικό θάρρος ώς τήν τόλμη, γιατί τό πολιτικό θάρρος τοΰ ήταν πιό δύσκολο. Πόσοι αξιωμα τούχοι έχαναν έτσι τό πνεύμα πρωτοβουλίας καί τό αίσθημα α σφάλειας πού ε ί ν α ι απαραίτητα γιά νά εκπληρώσει κανείς επά ξια τήν αποστολή του!
239
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Α' 0 1 ΑΡΧΕΣ
Καλύτερα ίσως άπο κάθε άλλο θεσμό, ή δικαιοσύνη αποκαλύπτει πρώτιστα αυτήν τή θαυμάσια ισορροπία ανάμεσα στή δημόσια δύναμη καί τήν ατομική ελευθερία, πού υπήρξε τό ιδεώδες τής Αθήνας τόν 5ο αιώνα. Ό λαός είναι ό υπέρτατος κριτής. Θεωρητικά, έχει απόλυτο δικαίωμα στή ζωή καί στήν περιουσία τοΰ καθενός. Ά ς θυμη θούμε τή δήλωση τοΰ Φιλοκλέωνα στους Σφήκες τοΰ Αριστο φάνη. Τή στιγμή πού μπαίνει στήν Ηλιαία, σηκώνει τό κεφά λι καί, φουσκωμένος άπό υπερηφάνεια, φωνάζει: « Ή δύναμη μου δέν είναι τόσο μεγάλη Οσο οποιουδήποτε βασιλιά;... Μήπως δέν διατάζω Οπως ό Δίας;» Πραγματικά, τά λαϊκά δικαστήρια τής Ηλιαίας κατέχουν τεράστια σέ σημασία θέση στήν πόλη. Ήταν ή αναπόφευκτη συνέπεια τής προόδου τών δημοκρατικών ιδεών. Προηγούμενα, ή δικαιοσύνη, ακόμη καί όταν έπαψε νά είναι μονοπώλιο τών Ευπατριδών, ειχε Οργανο της τόν Άρειο Πάγο καί τούς άρχοντες" ακόμη καί όταν ό Σόλων ίδρυσε τήν Ηλιαία, τής έδωσε απλώς μιά δικαιοδοσία εφέσεως, πού τής εξασφάλιζε τό δικαίωμα νά ελέγχει τίς αποφάσεις τών αρχόντων, όχι όμως καί τοΰ Άρειου Πάγου. Χρειάστηκε ή μεταρρύθμιση τοΰ 462, γιά νά μεταβιβαστεί οριστικά στό λαό ή δικαστική αρμοδιότητα πού ανταποκρινόταν σέ μιά ιστορική ανάγκη. Τήν εποχή πού καταργήθηκαν τά προνόμια τοΰ Άρειου Πάγου, οί άρχοντες περιορίστηκαν στήν ηγεμονία, δηλαδή σέ άπλή εκπρο σώπηση τοΰ λαοΰ, άπό τήν όποια άντλοΰσαν τό δικαίωμα νά δέχονται τίς αγωγές, νά διεξάγουν τίς ανακρίσεις καί νά προε δρεύουν στό αρμόδιο δικαστήριο. Έκτοτε έπαψε νά υπάρχει ο ποιαδήποτε άρχή ενδιάμεση στή λαϊκή κυριαρχία καί στους δια δίκους. Άλλά τά δικαιώματα τοΰ άτομου διατηρούνται, καί μάλιστα προστατεύονται καλύτερα άπό πριν. Φαίνεται ότι κάθε πολίτης 1
240
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δέν απολαμβάνει, πλήρη ασφάλεια κατά τήν άσκηση τών δικαιω μάτων του παρά μόνο άν ολόκληρος ό λαός τοΰ τά εγγυάται, καλύπτοντας τον μέ τήν παντοδυναμία του. Ό ατομικισμός έχει προχωρήσει πιά σέ τέτοιο σημείο, ώστε στις δίκες όπου ή μιά ή ή άλλη πλευρά ή καί οί δυο συγχρόνως περιλαμβάνουν περισ σότερα πρόσωπα, κάθε συγκατήγορος πρέπει νά εναγάγει χωρι στά καθέναν άπό τούς συγκατηγορουμένους. Έτσι, ή αθηναϊκή δικαιοσύνη δέν κινείται ποτέ αυτεπάγγελτα, ακόμη καί στις ε γ κληματικές υποθέσεις. Δέν υπάρχει δικαστική άρχή πού νά παίρ νει τήν πρωτοβουλία μιάς δίωξης, δέν υπάρχει συμβούλιο πού νά αποφασίζει νά θέσει κάποιον υπό κατηγορία ούτε δημόσιος κατή γορος πού νά εκπροσωπεί τήν άποψη τής κοινωνίας. Κατ' αρχήν, τό πρόσωπο πού έχει θιγεί ή ό νόμιμος αντιπρόσωπος του κινεί τή διαδικασία, καταγγέλλει, παίρνει τό λόγο κατά τή δίκη, χω ρίς βοήθεια συνηγόρου. Ακόμη καί μιά ανθρωποκτονία μπορεί νά μείνει ατιμώρητη, έάν δέν παρουσιαστεί κάποιος συγγενής ώς υπερασπιστής τοΰ θύματος. Πάντως, Οταν πρόκειται γιά πράξη πού βλάπτει τό κοινό συμφέρον, ένας οποιοσδήποτε πο λίτης (ο βουλόμενος) μπορεί νά θεωρήσει ότι έχει θιγεί ό ίδιος καί νά σπεύσει στή βοήθεια τοΰ νόμου. "Ετσι διακρίνονται δύο ειδών αγωγές: οί ιδιωτικές (δίκαι) καί οί δημόσιες (γραφαί). Στήν περίπτωση τών ιδιωτικών, οί δύο πλευρές καταθέτουν τά έξοδα τής δίκης, τά πρυτανεία, ώς ρ ο β π ε ι Ι β π ι β Γ θ Ι ί ΐ ΐ ^ & π ί ΐ ί ' * αυτός πού κάνει τήν α γ ω γ ή έχει πάντα τή δυνατότητα νά παραι τηθεί* έάν κερδίσει, έκτος άπό τό αντικείμενο πού διεκδικεί, μπο ρεί νά πάρει καί αποζημίωση, άλλά ε ί ν α ι υποχρεωμένος νά επι βαρυνθεί μέ τήν εκτέλεση τής απόφασης. Στις δημόσιες αγωγές, μόνο ό κατήγορος οφείλει νά προκαταβάλει τά έξοδα (παράστασις) καί, άν παραιτηθεί ή δέν πάρει τό ένα πέμπτο τών ψήφων, πρέπει νά πληρώσει χίλιες δραχμές πρόστιμο* ό καταδικασμένος υπόκειται σέ ποινές σωματικές ή ατιμωτικές ή χρηματικές —οί τελευταίες είναι προς Οφελος τής πόλης. Άλλά καί στή μιά κ α ί στήν άλλη περίπτωση ό άγων γίνεται ανάμεσα σέ δύο μέρη: ό άρχων πού κινητοποιήθηκε δέν έχει παρά νά συγκεντρώσει τίς δηλώσεις καί τίς αποδείξεις πού παρουσιάζουν οί αντίπαλοι* οί ήλιαστές είναι απλώς ένορκοι πού παρευρίσκονται στή συζήτηση ώς κριτές. 2
3
* Γιά τόν δρο αυτό, βλ. πιό πάνω τή σημ. στή σ. 172.
241
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
Ακόμη καί οί εξαιρετικές διαδικασίες αφήνουν μεγάλο πεδίο δράσης στήν ιδιωτική πρωτοβουλία. Είδαμε τί γίνεται μέ τίς πολιτικές δίκες πού εισάγονται στήν εκκλησία ή στή βουλή μέ τήν εισαγγελία ή τήν προβολή.* Γιά αυτόφωρα ή ολοφάνερα αδι κήματα, καί προπαντός δταν ό ένοχος είναι κακοποιός τοΰ υπό κοσμου ή ξένος πού μπορεί νά δραπετεύσει, οί πολίτες κατα φεύγουν στήν απαγωγή, στήν έφήγησιν ή στήν ενδειξιν, δηλαδή μποροΰν νά τόν συλλάβουν καί νά τόν σύρουν στον άρχοντα, ή νά οδηγήσουν τόν άρχοντα στό μέρος δπου βρίσκεται ό ένοχος, γιά νά τόν συλλάβει, ή, τέλος, νά τόν καταγγείλουν, γιά νά ανα λάβει τήν υπόθεση ό αρμόδιος άρχων. Σέ αυτές τίς διαδικασίες, δπου δέν ισχύει τό ηείβθειδ 0 0 Γ ρ ΐ ΐ 8 , δέν χρειάζεται νά προηγηθεί καταγγελία χωρεί συνοπτική διαδικασία ή προσωρινή κράτη ση, ή όποια καμιά φορά διακόπτεται, άν ό κατηγορούμενος πα ρουσιάσει εγγυήσεις άπό τρεις αστούς. Τέλος, σέ περιπτώσεις υλικής ζημίας τοΰ κράτους άπό παράβαση τών νόμων γιά τό εμπόριο, τά τελωνεία, τά ορυχεία, κινούνται καί πάλι οί ιδιώτες μέ τή φάσιν, καί τό κράτος, γιά νά τούς κάμει νά ενδιαφερθούν, τούς δίνει, τόν 5ο αιώνα, τά τρία τέταρτα ή, τόν 4ο αιώνα, τό μισό άπό τό πρόστιμο πού επιβάλλεται. Έάν ή άρχή τής λαϊκής κυριαρχίας είναι τόσο παραμορφω μένη στό χώρο τής δικαιοσύνης, αυτό οφείλεται στό ότι οί επι βιώσεις είναι πάρα πολύ επίμονες. Κι αυτό θά μάς τό δείξει ή οργάνωση τών δικαστηρίων καί ή διαδικασία. -
5
Β' ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Ή ανθρωποκτονία, εξαιτίας μιάσματος πού παρακολουθούσε τόν ένοχο καί κινδύνευε νά μεταδοθεί σέ δλη τήν πόλη, κράτησε πάντα τό χαρακτήρα εγκλήματος κατά τών ανθρώπων καί τών θεών. "Οσο βαρύ καί άν ήταν, δέν μποροΰσε νά εισαχθεί σέ δίκη άπό οποιονδήποτε πολίτη μέ γραφή, άλλά μόνο άπό τούς πιο στενούς συγγενείς τοΰ νεκροΰ μέ δίκη. Ούτε μποροΰσε νά κριθεί άπό οποιουσδήποτε πολίτες, άλλά μόνο άπό τά σχεδόν ιερά δι καστήρια, Οπου προέδρευε ό επικεφαλής τών εθνικών λατρειών, ό βασιλέας. 'Από αυτά τά παλαιά δικαστήρια σπουδαιότερο είναι εκείνο πού συνεδριάζει στό λόφο τοΰ "Αρη, κοντά στή σπηλιά πού είναι 242
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
αφιερωμένη στις Ευμενίδες: ή Βουλή τοΰ Άρειου Πάγου. "Άν καί άπό τό 462 τής έχουν αφαιρεθεί οί πολιτικές εξουσίες, πα ραμένει μεγάλο Ονομα καί διατηρεί τό κύρος τοΰ παλαιού της μεγαλείου. Αποτελείται πάντα άπό παλαιούς άρχοντες καί θεω ρείται, διαμέσου τών αιώνων, τό «πιό σεβαστό καί τό πιό δίκαιο δικαστήριο». Ή δικαιοδοσία της εκτείνεται στά εγκλήματα τοΰ προμελετημένου φόνου (φόνος εκούσιος), τών τραυμάτων μέ σκοπό τήν πρόκληση θανάτου, τής πυρπόλησης ενός κατοικη μένου σπιτιοΰ καί τής δηλητηρίασης. Οί ποινές πού επιβάλλει είναι: θάνατος γιά φόνο, εξορία καί δήμευση γιά τραυματισμό. Χαμηλότερα άπό τόν Άρειο Πάγο βρίσκονται τά δικαστήρια πού αποτελούνται, σύμφωνα μέ τή νομοθεσία τοΰ Δράκοντα, άπό πενήντα εφέτες. Είναι τρία. Τό Παλλάδιον είναι αρμόδιο γιά τούς ακούσιους φόνους καί γιά τήν προτροπή σέ φόνο (βούλευσις), έάν τό θύμα είναι πολίτης" γιά τούς εκούσιους καί ακούσιους, όταν πρόκειται γιά μέτοικο, γιά ξένο ή δούλο. Επιβάλλει τήν ποινή τής προσωρινής εξορίας χωρίς δήμευση, άλλά ό καταδι κασμένος δέν μπορεί νά γυρίσει στήν Αττική παρά μόνο μέ τήν άδεια τών συγγενών τοΰ νεκροΰ. Τό Δελφίνιον είναι αρμόδιο έάν ό βασιλέας, άφοΰ έ'καμε τήν ανάκριση, έκρινε ότι ή ανθρω ποκτονία είναι συγχωρητέα ή νόμιμη (φόνος δίκαιος), καί αυτό στήν περίπτωση πού τό θύμα σκοτώθηκε σέ αθλητικούς αγώνες, ή στον πόλεμο κατά λάθος, ή πιάστηκε έχοντας παράνομες σχέ σεις μέ τή σύζυγο, τή μητέρα, τήν αδερφή, τήν κόρη ή τήν ελεύ θερη παλλακίδα τοΰ φονιά. Στή Φρεαττύδα, κοντά στή θάλασσα, δικάζονται αυτοί πού, ένώ έχουν εξοριστεί προσωρινά γιά θάνα το άπό αμέλεια, διέπραξαν νέο έγκλημα μέ προμελέτη. Καθώς δέν έχουν ακόμη εξαγνιστεί άπό τό πρώτο μίασμα, καί τούς είναι απαγορευμένη ή είσοδος στήν Αττική, απολογούνται άπό μιά βάρκα, μπροστά σέ δικαστές πού κάθονται στήν ακτή. 'Εάν αθωωθούν, γυρίζουν στήν ξένη χώρα" έάν καταδικαστούν, εκτε λούνται. Τέλος, ένα πέμπτο δικαστήριο αίματος σχηματίζεται άπό τό βασιλέα καί τούς φυλοβασιλείς καί συνεδριάζει μπροστά στό πρυτανείο. Ή λειτουργία του, περισσότερο καί άπό τή σύν θεση του, μαρτυρεί μιά μακρινή καταγωγή. Καταδικάζει ερή μην τόν άγνωστο φονιά ή κρίνει τό ζώο ή τό αντικείμενο άπό πέτρα, σίδερο ή ξύλο, πού προκάλεσε τό θάνατο άνθρωπου, πριν νά εξαγνίσει τό χώρο άπό αυτό, μεταφέροντας το ή πετώντας το πέρα άπό τά σύνορα. 6
7
8
9
10
11
243
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
"Ολη ή διαδικασία στις εγκληματικές υποθέσεις χαρακτηρί ζεται άπό έντονο αρχαϊσμό. Ά ν τό θύμα έδωσε συχώρεση πριν πεθάνει, κανένας δέν μπορεί νά κάμει τίποτε εναντίον τοΰ εγκλη ματία. Διαφορετικά, υπερασπιστές τοΰ θύματος, σύμφωνα μέ τό νόμο τοΰ Δράκοντα, είναι ό πατέρας, οί αδερφοί καί οί γιοι έάν δέν υπάρχουν, τά πρώτα καί τά δεύτερα ξαδέρφια τρίτοι κατά σειρά, δέκα μέλη τής φρατρίας διαλεγμένα άπό τούς εφέ τες. Οί δύο πρώτες ομάδες μποροΰν, όπως τήν εποχή τής ιδιω τικής εκδίκησης, νά συμβιβαστούν μέ τόν εγκληματία (αϊδεσις) καί νά τόν απαλλάξουν άπό κάθε καταδίωξη μέ χρηματικό αν τάλλαγμα άλλά, γιά νά έχει ισχύ ό συμβιβασμός, πρέπει νά τόν δεχτούν ομόφωνα οί συγγενείς πού ορίζει ό νόμος. Στήν αντί θετη περίπτωση ή δίωξη γίνεται άπό τούς συγγενείς τής πρώ της ομάδας τούς όποιους βοηθούν συγγενείς τής δεύτερης ομά δας καί, ακόμη, γαμπροί, κουνιάδοι, πεθεροί καί μέλη τής φρα τρίας. Ό μέτοικος αντιπροσωπεύεται άπό τόν προστάτη του ό δούλος άπό τόν κύριο του. Ή διαδικασία αρχίζει μέ μιά δραματική τελετή: οί συγγενείς πηγαίνουν κοντά στον νεκρό καί στήνουν στό χώμα τοΰ τάφου μία λόγχη: είναι ή κήρυξη πολέμου. Α υ τ ή προκαλεί μιά διακή ρυξη τοΰ βασιλέα (πρόρρησις) πού αποκλείει τόν κατηγορούμενο άπό τούς ιερούς χώρους καί άπό τήν αγορά ώς τή μέρα τής δί κης: πρόκειται γιά αφορισμό. Ή ανάκριση γίνεται σέ τρεις συνεδρίες «κατ' αντιμωλία» (προδικασίαι) πού συνέρχονται κατά μηνιαία διαστήματα. Ή κρίση γίνεται στό ύπαιθρο, γιά νά α ποφύγουν οί δικαστές καί ό κατήγορος τή μίανση πού μεταδί δει ό κατηγορούμενος. Εκείνη τή μέρα ό βασιλέας βγάζει τό στεφάνι του. Πριν άπό τή διαδικασία προσφέρεται θυσία, όπου θυσιάζονται ένας κριός, ένας χοίρος καί ένας ταΰρος μπροστά στό βωμό τά δύο μέρη ορκίζονται επίσημα πάνω στά γεγονότα. Στον Άρειο Πάγο οί διάδικοι στέκονταν όρθιοι σέ δύο βράχια: στον λίθον νβρεως («τής προσβολής») καί στον λίθον αναίδειας («τοΰ ανελέητου»). Κάθε πλευρά είχε τό δικαίωμα νά μιλήσει δύο φορές. Μετά άπό τήν πρώτη απολογία του, ό κατηγορού μενος μποροΰσε ακόμη νά προλάβει μιά καταδίκη του μέ τήν ε κούσια εξορία του καί μέ τήν εγκατάλειψη τής περιουσίας του. 'Εάν οί ψήφοι μοιράζονταν εξίσου στον ενάγοντα καί στον κατη γορούμενο, ό τελευταίος απαλλασσόταν χάρη στήν ψήφο τής 12
-
-
-
13
-
14
15
16
17
18
-
19
20
21
244
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Αθηνάς, σέ ανάμνηση τής ψήφου πού έ'δωσε ή Αθηνά, κατά τήν παράδοση, υπέρ τοΰ 'Ορέστη. Κατεβαίνοντας άπο το λόφο τοΰ Άρη, ό υπόδικος πού αθωώθηκε πήγαινε στή σπηλιά τών Ευμενίδων, γιά νά κατευνάσει καί νά ευχαριστήσει τίς θεές μέ μιά θυσία. Γενικά, γιά νά απαλλαγεί άπό τό άγος πού επέσυρε ή κατηγορία τής ανθρωποκτονίας καί παρατεινόταν μέ προσω ρινή εξορία, έπρεπε νά υποβληθεί σέ εξαγνισμούς καί καθαρ μούς, τούς οποίους καθόριζαν τό τελετουργικό καί ή εκλεπτυ σμένη ήθικοφιλοσοφία τών εξηγητών. "Ολες οί υποθέσεις πού δέν πήγαιναν στά δικαστήρια αίματος άνηκαν κατ' αρχήν στά λαϊκά δικαστήρια. Εκεί ή δουλειά ήταν τεράστια. "Ηδη πολλές διαδικασίες είχαν αποσυρθεί άπό τούς άρχοντες καί τόν Άρειο Πάγο μέ τή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλ τη, όταν ή αύξηση τών εμπορικών διαφορών, ή ανάπτυξη τής αυτοκρατορίας καί οί περιορισμοί τής διαδικασίας τών υποτε λών πόλεων έκαμαν τήν Αθήνα κέντρο τών δικαστικών υποθέ σεων. "Επρεπε νά ανακουφιστούν τά κοινά δικαστήρια άπό τίς δικογραφίες. Ό Πεισίστρατος είχε άλλοτε δημιουργήσει τούς δικαστές τών δήμων, γιά νά κρατήσει στον τόπο τους τούς διαδίκους τής υπαίθρου* άλλά ό θεσμός πού εγκαθίδρυσε ό τύραννος είχε κα ταργηθεί. Τόν επανέφεραν τό 453 /2. Τριάντα περιοδεύοντες δι καστές, τρεις κατά φυλή, είχαν αποστολή νά πηγαίνουν, πιθα νότατα καθένας στήν τριττύ του, νά ρυθμίζουν πρωτόδικα καί ανέκκλητα διαφορές πού δέν ξεπερνούσαν τίς δέκα δραχμές. Τίς αστικές υποθέσεις πού ξεπερνούσαν αυτή τήν αξία τίς δια βίβαζαν στους διαιτητές. "Ολοι οί Αθηναίοι πού ήταν εξήντα χρόνων Οφειλαν, δταν διαγράφονταν άπό τούς στρατιωτικούς καταλόγους, νά εγγρα φούν στους καταλόγους τών διαιτητών, γιά νά ασκήσουν αυτό τό λειτούργημα ένα χρόνο. "Οποιοι απέφευγαν αυτή τήν υπο χρέωση, τιμωρούνταν μέ τήν ατιμία, έκτος άν είχαν δημόσια αποστολή ή βρίσκονταν στό εξωτερικό. Οί διαιτητές ήταν μοι ρασμένοι σέ δέκα τμήματα, ένα κατά φυλή. Κάθε τμήμα είχε τήν έδρα του σέ ορισμένο χώρο, σέ δικαστήριο ή σέ ναό. Οί διαιτητές έκριναν υποθέσεις πού παρέπεμπαν σ' αυτούς οί δικα στές τών φυλών είτε δταν οί ίδιοι αντιμετώπιζαν διαφορές μέ αντικείμενο άνω τών δέκα δραχμών είτε δταν έπαιρναν σχετική εντολή άπό άρχοντες πού δέν ήθελαν νά ασχοληθούν μέ δίκες 22
23
24
25
26
27
26
29
30
31
32
245
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μικρού ενδιαφέροντος. Οί δικαστές τών φυλών μοίραζαν τίς διαφορές στους διαιτητές μέ κλήρωση. Αύτη ή διαδικασία πρόσφερε στους διαδίκους μεγάλα πλεονεκτήματα. Ήταν γρή γορη καί συνοπτική: ό διαιτητής επιφορτιζόταν καί μέ τήν ανά κριση καί μέ τή δίκη. Ήταν επίσης φθηνή: κάθε μέρος πλή ρωνε ένα ασήμαντο παράβολο, μία δραχμή, καί άλλο τόσο γιά τήν αναβολή. Ό διαιτητής, Οταν κατατοπιζόταν πάνω στά γε γονότα, έκανε μιά απόπειρα συμφιλίωσης. Ά ν δέν πετύχαινε, έβγαζε τήν απόφαση, τήν οποία ασφάλιζε μέ εναν ιδιαίτερα επί σημο όρκο. Ά ν τή δέχονταν καί τά δυο μέρη, όλα τελείωναν. Ά ν ή μιά πλευρά δέν τή δεχόταν, κατέφευγε στό δικαστήριο τών ήλιαστών. Ά ν νόμιζε ότι ό διαιτητής τήν έβλαψε, μποροΰσε νά τόν καταγγείλει μέ εισαγγελία στό σώμα τών διαιτητών καί νά προκαλέσει τήν καταδίκη του σέ παύση, πού μποροΰσε νά ε φεσιβληθεί. Τά λαϊκά δικαστήρια, παρά τήν ανακούφιση πού τούς πρό σφεραν οί δικαστές τών δήμων καί οί διαιτητές, λύγιζαν κάτω άπό τό βάρος τών υποθέσεων. Έπί ενάμιση αιώνα ή μεγάλη φροντίδα τής αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν νά καταστήσει τή δικαιοσύνη ικανή νά ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σ' αυ τό τό ασφαλώς δύσκολο έργο επέδειξε αξιόλογη επιμονή καί ε φευρετικότητα. Κάθε Αθηναίος μποροΰσε νά πάρει τό αξίωμα τοΰ ήλιαστή, μέ τόν όρο νά έχει περάσει τά τριάντα καί νά έχει Ολα τά πολι τικά του δικαιώματα, επομένως νά μήν οφείλει στό δημόσιο. "Οποιος γινόταν ήλιαστής παρά τό νόμο, διωκόταν μέ τή συνο πτική διαδικασία τής ενδείξεως" τοΰ επιβαλλόταν ποινή πού αφηνόταν στήν κρίση τών δικαστών, καί, άν καταδικαζόταν σέ πρόστιμο, φυλακιζόταν ώσπου νά πληρώσει καί τήν προηγού μενη οφειλή, ή οποία καί είχε προκαλέσει τήν καταγγελία, καί τό πρόστιμο πού πρόσθετε τό δικαστήριο. Τό κράτος χρειαζό ταν καί άλλες εγγυήσεις. Κάθε χρόνο οί καινούριοι ήλιαστές έ πρεπε νά ορκιστούν στό λόφο τοΰ Άρδηττοΰ. Αυτός ό όρκος είναι γνωστός μόνο άπό τόν 4ο αιώνα άλλά αναμφίβολα ό επί σημος τύπος του ήταν σέ χρήση άπό παλαιότερα. Ιδού οί κυ ριότερες υποχρεώσεις τών δικαστών: «Θά ψηφίσω σύμφωνα μέ τούς νόμους καί μέ τά ψηφίσματα τοΰ αθηναϊκού λαού καί τής βουλής τών πεντακοσίων. Δέν θά ψηφίσω ούτε υπέρ ενός τυραννικού ούτε υπέρ ενός ολιγαρχικού 33
34
35
36
37
38
39
40
41
42
-
43
246
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
καθεστώτος* καί άν κάποιος αποπειραθεί νά καταλύσει τή δη μοκρατία, ή ψηφίσει αντίθετα άπο αυτόν τόν Ορκο, δέν θά συγ κατατεθώ. Επίσης δέν θά ψηφίσω ούτε τήν ακύρωση τών ιδιω τικών χρεών ούτε τόν αναδασμό τής γης καί τών σπιτιών τών Αθηναίων. Δέν θά επαναφέρω τούς εξόριστους ούτε τούς φυγό δικους πού έχουν καταδικαστεί σέ θάνατο, καί δέν θά α π α γ γ ε ί λω εναντίον τών Αθηναίων πού μένουν έδώ ποινή εξορίας αντί θετη μέ τούς νόμους καί τά ψηφίσματα τοΰ αθηναϊκού λαοΰ καί τής βουλής" δέν θά τό κάμω έγώ καί ούτε θά αφήσω κανέναν άλλον νά τό κάμει... Δέν θά δεχτώ δώρα ώς ήλιαστής, ούτε έγώ ούτε κάποιος άλλος άντί γιά μένα, άντρας ή γυναίκα, εν γνώσει μου, ούτε μέ κάποιο τέχνασμα ούτε μέ κάποια επινόηση... Θά ακούσω τόν κατήγορο καί τόν κατηγορούμενο μέ κάθε αμερο ληψία, καί θά ψηφίσω γιά τό συγκεκριμένο αντικείμενο τής υπό θεσης. Ά ν γίνω επίορκος, νά χαθώ έγώ καί ή οικογένεια μου άν μείνω πιστός στον όρκο μου, είθε νά ευτυχήσω».* Τόν 5ο αιώνα ό αριθμός τών ήλιαστών είχε οριστεί σέ έξι χιλιάδες. Είναι ό αριθμός πού στό δημόσιο δίκαιο αντιπροσώ πευε τήν ομοφωνία τοΰ λαοΰ, Οπως μαρτυρεί ή διαδικασία τής πλήθουσας συνέλευσης τής εκκλησίας, καί δέν πρέπει νά ξεχνά με ότι σέ πολλές πόλεις τό όνομα τής Ηλιαίας δέν έπαψε νά είναι τό Ονομα τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Οί έξι χιλιάδες κλη ρώνονταν ανάμεσα στους πολίτες πού έβαζαν υποψηφιότητα μέ τίς νόμιμες προϋποθέσεις. Κάθε φυλή προμήθευε εξακόσιους, πού θά λαμβάνονταν πιθανότατα άπό τούς δήμους, ανάλογα μέ τόν αριθμό τών κατοίκων. Ή κλήρωση γινόταν άπό τούς εν νέα άρχοντες καί τό γραμματέα τους, καθένας άπό τούς όποιους κλήρωνε τούς ήλιαστές τής φυλής του. Μετά άπό τήν ορκωμοσία, οί δικαστές μοιράζονταν μέ κλή ρωση στά διάφορα δικαστήρια, καί επομένως ανάμεσα στους άρχοντες πού είχαν τήν προεδρία τους. Φρόντιζαν ώστε σέ κάθε τμήμα νά αντιπροσωπεύονται εξίσου οί φυλές. Ή λέξη δικαστήριον δήλωνε καί τό δικαστήριο καί τό προσωπικό του, άπό όπου καί τό Ονομα δικαστής·** ό όρος ήλιαστής εφαρμοζόταν εί-
44
45
46
47
48
49
50
* Ή γαλλική μετάφραση αύτοΰ τοΰ αρχαίου κειμένου δέν είναι αρκετά πιστή. Κατά τή νεοελληνική απόδοση της προσεγγίσαμε περισσότερο τό αρχαίο κείμενο. ** Ό ΟΙοΙζ έκαμε λάθος: ή λ. δικαστής δέν παράγεται άπό τή λ. δικαστήριον' τό αντίθετο συμβαίνει.
247
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
δικότερα στους δικαστές πού συνεδρίαζαν στήν αγορά, στήν πα λαιά Ηλιαία τ ώ ν θεσμοθετών. Έτσι οί δικαστές ήξεραν σέ ποιο δικαστήριο άνηκαν καί μέ ποιόν άρχοντα θά είχαν επαφή ολόκληρο τό χρόνο: Ινας στήν Ηλιαία, υπό τήν προεδρία τών θεσμοθετών άλλος στό δικαστήριο «κοντά στά τείχη» μέ τόν άρχοντα* αυτοί στον «Παράβυστον» μέ τούς "Ενδεκα" εκείνοι στό «νέο» δικαστήριο ή στό Ωδείο. Γνώριζαν λοιπόν άπό πρίν, δπως καί οί διάδικοι, ποιες υποθέσεις θά δίκαζαν. Αντιλαμβά νεται κανείς τά μειονεκτήματα αυτού τοΰ συστήματος. Αυτό πού τά αντιστάθμιζε καί αποθάρρυνε τήν εξαγορά συνειδήσεων ήταν ό πολύ μεγάλος αριθμός τών δικαστών πού άποτελοΰσαν τό δικαστήριο. Δέν ήταν εξακόσιοι, γιατί έπρεπε νά προβλε φθούν οί απουσίες* άλλά ήταν κανονικά πεντακόσιοι ή μάλλον, κατά τό γενικό κανόνα πού προλαμβάνει τήν ισοψηφία, πεντα κόσιοι έ'νας. Στις σπουδαίες δίκες, κυρίως στις πολιτικές, συγ κέντρωναν πολλά τμήματα, γιά νά σχηματίσουν τό δικαστήριο. Χρειάζονταν δύο γιά μιά υπόθεση εισαγγελίας. Άλλά υπήρχαν καί παραπάνω: ό Περικλής παρουσιάστηκε σέ δικαστήριο μέ χίλιους πεντακόσιους έναν δικαστές· τό 404 ή εκκλησία ψή φισε ότι μερικοί πολίτες υπόδικοι γιά συνωμοσία κατά τής ασφάλειας τοΰ κράτους θά κρίνονταν άπό ένα δικαστήριο δύο χιλιάδων μελών ό Ανδοκίδης μιλά μάλιστα γιά μιά δίκη γιά παρανομία πού διεξήγαγαν έξι χιλιάδες δικαστές, δηλαδή δλα μαζί τά τμήματα τής Ηλιαίας. Αντιλαμβάνεται κανείς Οτι χρειάζονταν ειδικά μέτρα γιά νά κατορθώσουν νά συμπληρώσουν τά δικαστήρια. Καθώς δέν υ πήρχαν διακοπές παρά μόνο στις γιορτές καί τήν ήμερα τής εκ κλησίας, θά λειτουργούσαν ίσως γύρω στις τριακόσιες μέρες τό χρόνο. Ηταν λοιπόν αδύνατο νά κρατήσουν υποχρεωτική τή συμμετοχή στις συνεδρίες· κανένας δέν θά ήθελε νά γίνει δι καστής. Γιά νά προσελκύσουν δικαστές σέ μιά δημοκρατία, δέν μπο ρούσαν παρά νά ακολουθήσουν αντίθετη μέθοδο άπό τή μέθοδο τών ολιγαρχικών πόλεων: άντί νά πληρώνουν πρόστιμο οί απόν τες, έπαιρναν αποζημίωση οί παρόντες. Ό δικαστικός μισθός ήταν απόλυτη ανάγκη, άν ή δημοκρατία δέν ήθελε νά παραιτηθεί άπό τή δικαστική δικαιοδοσία της. Τό σχετικό κονδύλι λαμβα νόταν μέ τή φροντίδα τών κωλακρετών (αρχόντων επιφορτισμέ νων μέ τίς διανομές) άπό τά κρατικά έσοδα πού απέδιδαν τά 51
52
53
54
55
56
57
58
59
60 ν
61
248
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δικαστικά δικαιώματα καί τά πρόστιμα. Ό μισθός αυτός, ορι σμένος σέ δύο όβολούς, καί άπό τό 425 σέ τρεις, δέν ισοδυνα μούσε παρά μέ μισό ημερομίσθιο ή τήν άξια τής ημερήσιας τρο φής ενός προσώπου. Δέν ήταν λοιπόν αρκετός νά παρακινήσει τούς ανθρώπους τής υπαίθρου, όταν κατοικούσαν μακριά, νά α φήσουν τούς αγρούς τους καί νά κάμουν ένα μακρινό ταξίδι, γιά νά πάνε νά τακτοποιήσουν τίς μικροϋποθέσεις άγνωστων συμ πολιτών πολύ περισσότερο πού, γιά νά τακτοποιηθούν οί δικές τους, έπρεπε νά σταλούν στήν ύπαιθρο περιοδεύοντες δικαστές. Τά μέλη τών λαϊκών δικαστηρίων ήταν κυρίως κάτοικοι τής πόλης. Άλλά οί πλούσιοι, πού είχαν άλλες δουλειές, καί έτσι δέν έλκονταν άπό τό διώβολο ή τό τριώβολο, απείχαν. Ή με γάλη πλειοψηφία τών δικαστών προερχόταν άπό τίς μεσαίες καί κατώτερες τάξεις τής πόλης, τοΰ λιμανιού καί τών προα στίων. Άλλοι έβρισκαν στό μισθό ένα αξιόλογο συμπλήρωμα γιά τά πενιχρά τους έσοδα* άλλοι τόν τρόπο νά γεμίσουν, καί μάλιστα μέ κέρδος, μιά ήμερα ανεργίας. Ό Φιλοκλέων βλέπει ένα μέσο γιά νά προσθέσει μιά λιχουδιά στό δείπνο του* πανη γυρίζει μέ τήν ιδέα τής φουσκωτής πίτας πού θά τοΰ σερβίρει ή γυναίκα του, καί τά φιλιά μέ τά όποια θά ανταμείψει ή κόρη του τόν αγαπητό της μπαμπά. Οί γέροι κυρίως δέν τό 'βρισκαν κακό νά φέρουν κάτι στό σπίτι: αυτοί οί ήλιαστές πού, στό χορό τοΰ Αριστοφάνη, θυμούνται μέ πολλή ευχαρίστηση τίς εκστρα τείες τους, σκαλίζοντας αναμνήσεις πενήντα χρόνων, μπορούν νά αποκτήσουν μιά μέτρια σύνταξη μέ μιά αξιοπρεπή καί κα θόλου κουραστική δουλειά. Στό κάτω κάτω, τό κέρδος δέν ήταν ό μοναδικός λόγος γιά νά τούς αρέσει αυτό τό επάγγελμα. Τί καλύτερη ευκαιρία γιά αδιόρθωτους φλύαρους νά συναντιούνται καθημερινά σάν παλιοί φίλοι; Καί τί θεία ευχαρίστηση γιά τούς κενόδοξους τά χαϊδόλογα άπό διάδικους, καί μάλιστα επιφανείς, καί οί κολακείες άπό τούς πιό περίφημους ρήτορες! 62
63
64
65
Μέ δικαστές πού στήν πραγματικότητα δέν ήταν παρά ένορκοι, οί υποθέσεις έπρεπε νά είναι παρασκευασμένες μέ κάθε φροντίδα γιά τήν ήμερα τής ακρόασης. Ή ηγεμονία ειχε λοιπόν μεγάλη σημασία, γιατί περιλάμβανε, πριν άπό τή συζήτηση, όλη τήν ανάκριση. Α υ τ ή άνηκε, γιά τίς περισσότερες δίκες, στους άρ χοντες: στό βασιλέα γιά τίς πράξεις πού είχαν σχέση μέ τή λα τρεία* στον άρχοντα γι' αυτές πού αφορούσαν τό ιδιωτικό δίκαιο* 249
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στον πολέμαρχο για τίς πράξεις πού αφορούσαν τούς ξένους, εγκαταστημένους στήν Αττική ή προνομιούχους στους θεσμο θέτες γιά δ,τι ειχε σχέση μέ το δημόσιο συμφέρον. Οί "Ενδεκα, πού ήταν δεσμοφύλακες, εισήγαν τίς υποθέσεις πού συνεπάγον ταν προληπτική κράτηση καί συνοπτική διαδικασία. "Οταν ή Αθήνα έ'γινε μεγάλη ναυτική καί εμπορική δύναμη, έ'νιωσε τήν ανάγκη νά δημιουργήσει άρχοντες μέ ειδικές αρμοδιότητες γιά τίς διαφορές πού χρειάζονταν γρήγορη λύση. Οί ναυτοδίκαι, πού καταργήθηκαν μετά άπό τό 397, καί τών οποίων ή κληρονομιά πέρασε στους θεσμοθέτες, είχαν στή δικαιοδοσία τους κυρίως τίς διαφορές τών εφοπλιστών, τών μεταφορέων καί τών εργα τών τοΰ λιμανιού, στους όποιους προστέθηκαν άπό τό 451 /50 οί αγωγές κατά τών μετοίκων πού εμφανίζονταν ώς πολίτες. Οί εισαγωγείς, πού ήταν πέντε, εισήγαν τίς εμπορικές υποθέ σεις πού έπρεπε νά ρυθμιστούν μέσα σ' ένα μήνα (δίκαι έμμηνοι), καί στις όποιες συμπεριλαμβάνονταν οί απαιτήσεις τών συμμα χικών πόλεων σχετικά μέ τό ύψος τών φορολογικών υποχρεώ σεων τους. Ή πρόσκληση προς τόν εναγόμενο νά έρθει στό δικαστήριο γίνεται άπό τόν ίδιο τόν ενάγοντα, πού συνοδεύεται από δύο μάρτυρες, ή κατάθεση τών οποίων, σέ περίπτωση απουσίας τοΰ εγκαλουμένου, θά επέτρεπε τή διεξαγωγή τής δίκης ερήμην. Κάθε αγωγή κατατίθεται γραπτή στον αρμόδιο άρχοντα, είτε πρόκειται γιά δίκη είτε γιά γραφή. Έάν τή δεχτεί ό άρχων, ό έγκαλών καταβάλλει αμέσως τά δικαστικά έξοδα. Στις ιδιω τικές αγωγές τά δύο μέρη καταβάλλουν τά πρυτανεία, πού είναι τρεις δραχμές, έάν τό αντικείμενο τής διαφοράς αξίζει άπό εκατό έως χίλιες δραχμές, καί τριάντα δραχμές, έάν αξίζει παραπάνω άλλά αυτός πού χάνει οφείλει νά αποζημιώσει εκείνον πού κερ δίζει τή δίκη. Στις δημόσιες υποθέσεις ό κατήγορος πληρώνει τήν παράσταση, ποσό σταθερό καί μικρό, καί, άν ενδιαφέρεται καί γιά τό ενδεχόμενο πρόστιμο, τά πρυτανεία. Γιά τίς κληρο νομικές απαιτήσεις ή γιά περιουσία πού δημεύτηκε άδικα, αυ τός πού κάνει τήν αγωγή πληρώνει τό ένα δέκατο στήν πρώτη περίπτωση, ένα πέμπτο στή δεύτερη, καί τό παράβολο συμψη φίζεται μέ τό διεκδικούμενο ποσό. Ό αρμόδιος άρχων ορίζει τότε τήν ήμερα τής ανακρίσεως. Στό μεταξύ τοιχοκολλείται τό κείμενο τής αγωγής. Ή ανάκρι ση αρχίζει μέ τήν ένορκη δήλωση γιά τήν αλήθεια τών ίσχυρι-
66
67
68
69
70
-
71
250
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
σμών τής κάθε πλευράς, καί ή γραπτή διατύπωση της μπαίνει στο φάκελο (άντωμοσία, διωμοσία). Ά ν ό εναγόμενος δεχτεί ότι ή αίτηση δέν πάσχει ώς προς τούς τύπους, ή δίκη διεξάγεται ώς προς τήν ουσία (ευθυδικία). Ειδεμή, ό εναγόμενος μπορεί νά αντιτάξει δύο εξαιρέσεις, ή πρώτη άπό τίς όποιες βασίζεται στις μαρτυρίες (διαμαρτυρία), καί ή δεύτερη σέ άλλες αντιρρή σεις (παραγραφή): έτσι αναποδογυρίζει τήν κατάσταση καί, στή νέα πιά υπόθεση, γίνεται ενάγων. Πρέπει νά τερματιστεί αυτή ή δεύτερη α γ ω γ ή , γιά νά μπορέσει ή δικαιοσύνη νά ασχοληθεί πάλι μέ τήν κύρια αγωγή, καί είτε νά τή θεωρήσει αβάσιμη εί τε νά τήν προχωρήσει. Αποδεικτικά στοιχεία είναι: οί νόμοι, τά συμβόλαια, οί καταθέσεις ελεύθερων ανθρώπων, οί δηλώσεις δούλων πού έχουν γίνει ύστερα άπό ανάκριση, οί όρκοι τών δια δίκων. Τά αυθεντικά στοιχεία, πρωτότυπα ή επικυρωμένα αν τίγραφα, καί οί πιστοποιήσεις τών πιό ασήμαντων περιστατικών προστίθενται στό φάκελο. "Οταν τελειώσει ή ανάκριση, άν πρό κειται γιά δημόσια υπόθεση, ό άρχων φυλάει τό φάκελο σφρα γισμένο μέσα σέ ένα κιβώτιο ώς τήν ήμερα τής ακρόασης. Ά ν πρόκειται γιά ιδιωτική υπόθεση, τόν διαβιβάζει στό διαιτητή, γιά νά κάμει εκείνος μιά προσπάθεια συμφιλίωσης. Στήν περί πτωση πού αποτύχει ή απόπειρα, ό διαιτητής βάζει όλα τά στοιχεία σέ δύο χωριστά κιβώτια, τό ένα μέ τό Ονομα τοΰ ε γ κ α λούντος, τό άλλο μέ τό όνομα τοΰ εγκαλουμένου, τά σφραγίζει, προσθέτει τήν απόφαση τής διαιτησίας γραμμένη σέ μιά πινα κίδα, καί όλα αυτά τά παραδίδει στους δικαστές τής φυλής τοΰ εναγομένου, πού είναι αρμόδιοι νά εισαγάγουν τήν υπόθεση στό δικαστήριο. Κατά τήν ακρόαση απαγορεύεται στους διάδικους νά άναφερθοΰν σέ άλλο αποδεικτικό στοιχείο, κείμενο νόμου, κλήση, μαρτυρία κτλ., εκτός άπό αυτά πού παρουσιάστηκαν στήν ανάκριση. Ό άρχων πού έχει κάμει τήν ανάκριση ζητάει άπό τούς θε σμοθέτες νά ορίσουν τήν ημέρα τής ακρόασης καί τόν αριθμό τών δικαστών πού θά δικάσουν. Έκτος άπό τίς εμπορικές δίκες, πού γίνονταν υποχρεωτικά μέσα στό μήνα, ή ημερομηνία τής ακρό ασης ήταν συχνά πολύ απομακρυσμένη. Πρώτα πρώτα ό κατά λογος τών δικών ήταν πολύ φορτωμένος. Έπειτα οί αναβολές διαδέχονταν ή μιά τήν άλλη, εξαιτίας τών διαδίκων πού κατέ φευγαν σέ κάθε είδους μανοΰβρες καί δικολαβικές κωλυσιεργίες, μέ τή βοήθεια νπωμοσιών (Ορκων) καί άνθυπωμοσιών (άντίθε12
73
74
75
76
77
251
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
των δρκων). Υπήρχαν δίκες πού σέρνονταν έτσι ολόκληρα χρό νια. Ό εναγόμενος πού δέν παρουσιαζόταν στό δικαστήριο δι καζόταν ερήμην άν έλειπε ό ενάγων, δέν γινόταν δεκτή ή αγω γή. Φτάνει τέλος ή μέρα τής ακρόασης. Τό δικαστήριο περιβάλ λεται άπό ένα ξύλινο χώρισμα πού διακόπτεται άπό μιά δικτυ ωτή πόρτα. Κάθε φορά πού μιά υπόθεση ανάβει τά πάθη, οί περίεργοι συνωστίζονται γύρω άπό τό χώρισμα. Εντούτοις τό 415, όταν δίκαζαν εκείνους πού παραβίασαν τά μυστήρια, θέ λησαν μιά διαδικασία «κεκλεισμένων τών θυρών» άπό σεβασμό προς τίς θεές: γιά νά κρατήσουν μακριά τό πλήθος, τέντωσαν πενήντα πόδια μακριά άπό τό χώρισμα ένα σχοινί τό όποιο φύ λαγαν δημόσιοι δούλοι. Στό εσωτερικό οί δικαστές κάθονται σέ ξύλινα θρανία πού σκεπάζονται μέ ψάθες. Ό πρόεδρος, στο βάθος, κάθεται σέ μιά λίθινη έδρα (βήμα), άπό Οπου κυριαρχεί στό ακροατήριο. Έχει κοντά τό γραμματέα ή γραφέα του, τόν κήρυκα του καί τούς Σκύθες τοξότες πού είναι επιφορτισμένοι μέ τήν τήρηση τής τάξεως. Μπροστά του βρίσκεται τό βήμα άπό όπου εκφωνούνται οί λόγοι. Δεξιά καί αριστερά υπάρχουν δύο άλ λα βήματα, όπου κάθονται οί διάδικοι, Οσο δέν μιλούν. Στό εν διάμεσο υπάρχει ένα τραπέζι Οπου μετρούν τίς ψήφους. Ή συνεδρίαση αρχίζει νωρίς τό πρωί. Οί δικαστές οφείλουν νά σηκωθούν πριν άπό τήν αυγή, άν δέν θέλουν νά χάσουν τήν αμοιβή· γιατί τήν ορισμένη ώρα, Οταν δώσει τό σήμα ό πρόεδρος, ή πόρτα κλείνει κατάμουτρα στους αργοπορημένους. "Οσοι φτάνουν έγκαιρα παίρνουν στήν είσοδο ένα κέρμα (σνμβολον) τό όποιο θά αλλάξουν τή στιγμή τής ψηφοφορίας μέ ένα άλλο, πού μέ τή σειρά του θά τό αλλάξουν στήν έξοδο μέ ένα τριώβολο. Αρχίζουν, Οπως καί στήν εκκλησία, μέ μιά θυσία καί μιά προσευχή. Αμέσως, έπειτα άπό διαταγή τοΰ προέδρου, ό κή ρυκας απαγγέλλει τόν κατάλογο τών υποθέσεων πού θά δικα στούν γιατί σέ μιά συνεδρία διεκπεραιώνουν πολλές ιδιωτικές δίκες, άλλά μόνο μία δημόσια. Έπειτα ό γραφέας διαβάζει τήν αίτηση ή τήν κατηγορία καί τή δήλωση πού παρουσιάζει ή υπε ράσπιση. Ό λόγος δίνεται διαδοχικά στον ενάγοντα καί στον εναγόμε νο. Καθένας μιλά γιά λογαριασμό του, έκτος άπό τούς νομικά ανίκανους, δηλαδή τίς γυναίκες, τούς ανήλικους, τούς δούλους, 78
79
80
81
82
83
84
252
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
τούς απελεύθερους ή τούς μέτοικους, πού αντιπροσωπεύονται άπο τον νόμιμο κηδεμόνα τους: τόν κύριο τους ή τόν εργοδότη τους. Ό διάδικος πού δέν νιώθει ικανός νά ετοιμάσει ό ίδιος τό λόγο του, τόν παραγγέλνει σ' εναν επαγγελματία, έναν λογογράφο, καί τόν μαθαίνει απέξω άλλά ούτε ό ένας ούτε ό άλλος τολ μούν νά τό ομολογήσουν. Άλλωστε ό κατηγορούμενος ή ό κα τήγορος μπορεί νά ζητήσει άπό τό δικαστήριο τήν άδεια νά βο ηθηθεί ή νά αντικατασταθεί άπό ένα φίλο του πού είναι πιο ι κανός στο λόγο ή αίτηση αυτή σπάνια απορρίπτεται, μέ τόν όρο βέβαια ότι ό συνήγορος ή ό σύνδικος δέν θά αμειφθεί. Σέ αυτή τήν περίπτωση ό ενδιαφερόμενος ή περιορίζεται σέ λίγα εισα γωγικά λόγια καί δίνει τό λόγο σ' αυτόν πού έρχεται σέ βοήθεια του, ή ενισχύει τή συνηγορία μ' έναν έντονο επίλογο ή μιά συμ πληρωματική εξήγηση. Α υ τ ή ή βοήθεια είναι συνηθισμένη στις πολιτικές δίκες, καί τά μέλη τών ολιγαρχικών εταιρειών τή θε ωρούν κύρια υποχρέωση τους. Είναι κανόνας στις ιδιωτικές δίκες, άλλά Οχι στις άλλες, ό ενάγων νά έχει δικαίωμα σέ ανταπάντηση, καί ό εναγόμενος σέ δευτερολογία (ύστερος λόγος). Ή απόφαση πρέπει νά άπαγγελθεί τήν ίδια μέρα, εκτός άν μιά διοσημία, π.χ. μιά καταιγί δα ή ένας σεισμός, αναγκάσει τόν πρόεδρο νά διακόψει τή συνε δρίαση. Πρέπει λοιπόν νά κάμουν γρήγορα. Έκτος άπό ορι σμένες δίκες μέ συναισθηματικό χαρακτήρα, οί όποιες αφορούν τούς ανήλικους, τούς γέρους κτλ. (δίκαι χο)ρις ύδατος), ή διάρ κεια τών αγορεύσεων είναι μετρημένη. Ή κλεψύδρα έχει αυτή τήν αποστολή. Στις ιδιωτικές δίκες ό χρόνος πού διαθέτουν τά δύο μέρη εξαρτάται άπό τή σπουδαιότητα τής υπόθεσης. Τόν 4ο αιώνα, πού επικρατεί μεγαλύτερη αυστηρότητα άπ' δ,τι τόν 5ο, κάθε διάδικος έχει άπό είκοσι έως σαράντα οχτώ λεπτά γιά τήν κύρια αγόρευση καί άπό οχτώ έως δώδεκα γιά τή δευτερολογία, εκτός άπό τό χρόνο πού αφιερώνεται στήν ανάγνωση τών νόμων, ψηφισμάτων καί άλλων στοιχείων τής υπόθεσης. Στις δημό σιες δίκες, δπου οί ποινές δέν προβλέπονται άπό τό νόμο άλλά αφήνονται στήν εκτίμηση τών δικαστών, ή μέρα μοιράζεται σέ τρίτα, άπό τά όποια τό ένα ανήκει στον κατήγορο, τό άλλο στον κατηγορούμενο καί τό τρίτο στους δικαστές. Ως γύρω στά 390 οί καταθέσεις τών μαρτύρων οφείλουν νά είναι προφορικές αργότερα γράφονται πρίν άπό τή δίκη καί δια βάζονται άπό τό γραφέα. Απαγορεύεται στους διάδικους καί -
-
65
86
87
88
89
90
Λ
-
91
253
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μάρτυρες νά διακόψουν τόν αντίδικο, έκτος άν αυτός συγ κατατεθεί ρητά ή θέσει ό ίδιος ερωτήσεις, οπότε ή κλεψύδρα του εξακολουθεί νά λειτουργεί. Τέτοια επεισόδια έδιναν στις συζητήσεις ιδιαίτερη ζωηρότητα. Γίνονταν στις εγκληματικές καί πολιτικές υποθέσεις, άλλά καμιά φορά καί σέ αστικές, πού προκαλούσαν έντονη συγκίνηση καί διέγειραν τά πάθη. "Οταν ό ενάγων ένιωθε πώς ή υπόθεση δέν πήγαινε πιά κα λά γι' αυτόν, μποροΰσε ώς τήν τελευταία στιγμή νά αποσύρει τήν κατηγορία. Στις ιδιωτικές δίκες είχε αυτό τό δικαίωμα ακόμη καί τή στιγμή πού είχαν βγάλει τίς ψήφους άπό τήν κάλπη γιά νά τίς μετρήσουν, είτε γιατί τό αποφάσισε μόνος του είτε γιατί συμφώνησε μέ τόν εναγόμενο πάνω στους όρους ενός συμβιβα σμού ή μιάς ιδιωτικής διαιτησίας. Δέν διακινδύνευε ποινή άλλη άπό τήν απώλεια τών δικαστικών εξόδων πού είχε προκατα βάλει. Στις δημόσιες δίκες ό ενάγων πού αποφάσιζε νά απο συρθεί καταδικαζόταν σέ χίλιες δραχμές πρόστιμο, καί έχανε τό δικαίωμα νά καταθέσει αγωγή αύτοΰ τοΰ είδους στό μέλλον. Ξέρουμε ωστόσο καί δημόσιες δίκες πού τελείωσαν συμβιβαστι κά, έπειτα άπό καταβολή χρημάτων, μέ τή συγκατάθεση τών αρχόντων. "Οσο διαρκούσε ή συζήτηση ό ρόλος τών δικαστών ήταν ρόλος βουβών καί παθητικών ενόρκων. Αμέσως μετά καλούνταν άπό τόν κήρυκα νά ψηφίσουν. Ψήφιζαν χωρίς συζήτηση, καί ή μυ στική ψηφοφορία εξασφάλιζε τήν ελευθερία. Τόν 5ο αιώνα κά θε δικαστής έπαιρνε ένα μικρό οστρεο (χοίρινη) ή ένα πετραδάκι (ψήφος) τό όποιο, ανάλογα μέ τή γνώμη πού σχημάτισε γιά τή μιά ή τήν άλλη πλευρά, έριχνε στή μιά άπό τίς δύο κάλπες, περνώντας άπό μπροστά τους. Μετά τό 390 επινόησαν ένα σύ στημα πού εξασφάλιζε καλύτερα τή μυστική ψηφοφορία: κάθε ένορκος έπαιρνε δύο χάλκινα κέρματα, τό ένα ακέραιο γιά τήν αθώωση, τό άλλο τρυπημένο γιά τήν καταδίκη* έριχνε τό κέρ μα πού θά λογαριαζόταν σέ μιά χάλκινη υδρία (κύριος άμφορεύς) καί τό άλλο, πού χρησίμευε γιά τήν επιβεβαίωση τοΰ συνολι κού αριθμού τών ψήφων, σέ μιά ξύλινη κάλπη (άκυρος άμφο ρεύς). Τά αποτελέσματα τής ψηφοφορίας αναγγέλλονταν άπό τόν κήρυκα, καί ή απόφαση, πού έβγαινε μέ τήν άπλή πλειοψη φία, απαγγελλόταν άπό τόν πρόεδρο. Σέ περίπτωση αθώωσης όλα έ'χουν τελειώσει. Δέν έμενε πα ρά νά επιβληθούν σέ μερικούς κατήγορους ή ενάγοντες οί κυρώστους
92
93
94
95
96
97
254
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
σεις πού προβλέπονται αυτόματα γιά τίς απερίσκεπτες αγωγές. Οί κατήγοροι πού δέν αποσπούσαν τό ένα πέμπτο τών ψήφων στις δημόσιες δίκες, Οπως καί όσοι παραιτούνταν, καταδικάζον ταν σέ πρόστιμο καί σέ ειδική στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Σέ πολλές ιδιωτικές αγωγές —δπως οί αγωγές εξαίρεσης στό πλαίσιο τών κυρίων δικών, οί αγωγές μετριασμού ή αναίρεσης, οί αγωγές εναντίον κηδεμόνων ή εναντίον οφειλετών— οί ενά γοντες πού έχαναν όφειλαν στους εναγομένους μιά ορισμένη απο ζημίωση πού ισοδυναμούσε μέ τό ένα έκτο τοΰ διαμφισβητούμενου ποσού (έπίοβελία). * Σέ περίπτωση καταδίκης υπήρχαν δύο δυνατότητες. Τό ελ ληνικό δίκαιο διέκρινε δίκες μέ εκτίμηση τής ποινής (αγώνες τιμητοί) ή χωρίς εκτίμηση (αγώνες ατίμητοι), δηλαδή ή ποινή άλλοτε αφηνόταν στή διάκριση τών δικαστών, άλλοτε καθορι ζόταν άπό ένα νόμο ή άπό τό ψήφισμα τής εκκλησίας πού παρέπεμπε τήν υπόθεση στό δικαστήριο ή άπό προηγούμενη συμ φωνία τών διαδίκων. Στις δίκες, λοιπόν, τής δεύτερης κατηγο ρίας ή καταδικαστική απόφαση επέσυρε τήν ποινή χωρίς άλλη διατύπωση. Μόνο σέ ορισμένες υποθέσεις, περιοριστικά καθο ρισμένες, τό δικαστήριο, έπειτα άπό αίτηση ενός μέλους του καί μέ ειδική ψηφοφορία, επέβαλλε καί μιά πρόσθετη ποινή (προστίμημα), πέρα άπό τίς κυρώσεις πού Οριζε ό νόμος." Άλ λά στις δίκες τής πρώτης κατηγορίας, γιά νά καθοριστεί τό ύψος τής σωματικής ή τής χρηματικής ποινής (τιμάν δ τι χρή παθεΐν ή άποτεϊσαι) ήταν απαραίτητη μιά καινούρια διαδικασία. Ό ενάγων καί ό εναγόμενος πρότειναν ό καθένας στό δικαστή ριο μιά ποινή: ήταν ή τίμησις καί ή άντιτίμησις. Είχαν μικρό χρονικό διάστημα γιά νά δικαιολογήσουν τά λεγόμενα τους· με τά γινόταν μιά δεύτερη ψηφοφορία, μέ τήν όποια οί δικαστές δέχονταν τή μιά ή τήν άλλη πρόταση, χωρίς δικαίωμα μέσης λύσης. Ένώ τόν 4ο αιώνα ή δεύτερη ψηφοφορία γινόταν δπως καί ή πρώτη, τόν 5ο αιώνα χρησιμοποιούσαν πινακίδες σκεπα σμένες μέ κερί, πάνω στις όποιες οί δικαστές τραβούσαν μιά μα κριά ή μιά κοντή γραμμή, ανάλογα μέ τό άν κατέληγαν στήν πιο αυστηρή ποινή ή σέ πιο ελαφριά. Α υ τ ή ή διαδικασία, πού απέβλεπε στό νά περιορίσει τήν αυθαιρεσία τών δικαστών, εξη γεί τήν καταδίκη τοΰ Σωκράτη σέ θάνατο. Ή ποινική νομοθεσία πού εφάρμοζαν τά δικαστήρια βασιζό ταν —στήν κοινή γνώμη καί στις θεωρίες τών φιλοσόφων— στις 9
100
101
102
255
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ιδέες τοϋ σωφρονισμού (κόλασις, νουθεσία), τής επανόρθωσης (τιμιορία), του εκφοβισμού καί τής κοινωνικής άμυνας (παρά δειγμα, αποτροπή). Ή άρχή τής ευθύνης εφαρμόζεται μέ μιά αυστηρότητα πού διαρκώς μεγαλώνει, καί εξακολουθεί νά ισχύ ει, όπως τήν πιό παλαιά εποχή, γιά τά ζώα καί τά αντικείμενα πού είναι ένοχα ανθρωποκτονίας. Ή συσσώρευση ποινών προ βλέπεται άπό τό νόμο γιά εγκλήματα όπως ή ιεροσυλία καί ή προδοσία, τά όποια υπόκεινται στή θανατική ποινή καί στή δή μευση. Άλλά γιά τίς παραβάσεις μέ κυρώσεις πού αφήνονταν στή διάκριση τοΰ δικαστηρίου, ή σωματική ποινή αποκλείει τή χρηματική (παθείν ή άποτείσαι). Ή έλλειψη πρόθεσης καί ή φυσική ανευθυνότητα (παιδική ηλικία, παραφροσύνη, θυμός, πά θος, καταναγκασμός) αποτελούν ελαφρυντικά" αντίθετα, ή υπο τροπή καί οί παραβάσεις πού διαπράχθηκαν σέ δημόσια τελετή κρίνονται βαρύτερα. Ή διαδικασία καί ή ποινή διαφέρουν επί σης σέ πολλές περιπτώσεις, ανάλογα μέ τό άν τά δύο μέρη είναι πολίτες, ή άν ένας άπό τούς διαδίκους είναι μέτοικος ή δούλος (τό ίδιο καί άν είναι μέτοικοι καί οί δύο διάδικοι). Οί σωματι κές ποινές είναι: θανατική ποινή, πού κολάζει τό φόνο έκ προ μελέτης, τήν ιεροσυλία καί τήν προδοσία, καί μπορεί νά πλήξει κάθε έγκλημα πού είναι λίγο ώς πολύ έξομοιώσιμο μ' αυτά, σέ δίκες όπου ή ποινή αφήνεται στή διάκριση τοΰ δικαστηρίου εξο ρία, πού αντικαθιστά συχνά τήν ποινή τοΰ θανάτου ατιμία, πού στήν άρχή ισοδυναμούσε μέ τήν έκτος κοινωνίας θέση τοΰ κα τάδικου, έπειτα όμως απαλύνθηκε, παίρνοντας τό χαρακτήρα α φαίρεσης τών πολιτικών δικαιωμάτων καταδίκη σέ δουλεία καί φυλάκιση, ποινές πού επιβάλλονταν γενικά στους μή πολίτες καί σέ εξαιρετικές περιπτώσεις μαστίγωση, πού επιβαλλόταν μόνο στους δούλους. Οί ατιμωτικές ποινές είναι: στέρηση ταφής, πού μπορεί νά επιβληθεί μεταθανάτια απαγόρευση στις μοιχαλίδες νά φορούν στολίδια καί νά μπαίνουν στους ναούς κατάρα, σέ ο ρισμένες φυγοδικίες ατιμωτική έγγραφη πάνω σέ μιά στήλη. Οί χρηματικές ποινές είναι: ολοκληρωτική ή τμηματική δήμευση, πρόστιμο καί αποζημίωση. Ή απόφαση γνωστοποιείται στους ενδιαφερομένους γραπτά μέ σκοπό τήν εκτέλεση. Μετά άπό δημόσια δίκη ή απόφαση κοινοποιείται στους αρμόδιους άρχοντες, παραδείγματος χάρη -
-
-
-
-
-
103
στους "Ενδεκα, αρχηγούς τών δεσμοφυλάκων καί τοΰ δήμιου,
καί στους πωλητάς, πού είναι επιφορτισμένοι νά πουλήσουν τά 256
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δημευμένα αγαθά. "Οταν άφορα πολιτική υπόθεση, κατατίθεται στά αρχεία. Μετά άπό μιά ιδιωτική υπόθεση κοινοποιείται σέ όποιον κέρδισε, άφοΰ τό κράτος δέν λαβαίνει μέρος στήν εκτέλε ση, παρά μόνο στό βαθμό πού έ'χει κάποιο συμφέρον νά προστα τεύσει. Τά πρόστιμα εισπράττονται άπό τούς πράκτορες καί, δταν ή δεκάτη πρέπει νά αφαιρεθεί άπό τό πρόστιμο γιά Οφελος τής Αθηνάς, ή είσπραξη της ανήκει στους ταμίες τής θεάς. "Ενας κανόνας κοινός σέ δλη τήν Ελλάδα αντικαθιστά τόν οφειλέτη ε νός προστίμου πού δέν πληρώθηκε μέ τόν άρχοντα πού είναι υ πεύθυνος. Κατ' αρχήν, ή απόφαση, έκφραση τής λαϊκής θέλησης, είναι αμετάκλητη, κυρίαρχη (κυρία) καί τέλεια (αυτοτελής). 'Αλλά ή ακύρωση δέν είναι αδύνατη στις εγκληματικές υποθέσεις. "Ενα πράγμα πού έ'καμε ό λαός, μπορεί καί νά τό ξεκάμει, μέ τόν όρο δτι τό δεδικασμένο μένει σεβαστό. Διάφορα μέσα διαδι κασίας, άλλα διαδικαστικά καί άλλα πολιτικά, επιτρέπουν νά φτάσει κανείς σέ αυτό τό αποτέλεσμα. Ό φυγόδικος μπορεί σέ δύο μήνες νά προσβάλει τήν ερήμην καταδίκη του, άν αποδείξει μέ όρκο Οτι ή απουσία του οφειλόταν σέ κάποιο δικονομικό ελάττωμα. Αγωγές γιά ψευδομαρτυρία καί γιά φοροδιαφυγή, αγωγές πού επισύρουν ποινές οί όποιες αφήνονται στή διάκριση τών δικαστών, δίνουν στά δικαστήρια τή δυνατότητα νά επα νορθώσουν τή ζημία πού προκλήθηκε άπό μιά χρηματική κατα δίκη ή νά προσφέρουν στό θύμα μιάς σωματικής ποινής τό και νούριο στοιχείο δπου μπορεί νά στηριχτεί μιά αίτηση γιά αναί ρεση τής καταδίκης. Έξαλλου ή εκκλησία τοΰ δήμου διατηρεί, στις δικαστικές υποθέσεις, δπως καί σέ δλες τίς άλλες, τό ανώ τατο προνόμιο της. "Εχει δικαίωμα νά δώσει χάρη. Κανένας, Ομως, δέν μπορεί νά καταφύγει σ' αυτήν χωρίς νά έχει πάρει προκαταβολικά άδεια, ένα άπό αυτά τά ψηφίσματα πού χρειά ζονται τό λιγότερο έξι χιλιάδες ψήφους καί προσφέρουν δικανική ασυλία. Α υ τ ή ή επίσημη διαδικασία προηγείται άπό δλα τά ψη φίσματα αποκατάστασης (επιτιμίας). Μόνη αυτή προσφέρει νό μιμη αξία στή συλλογική αμνηστία, πού δέν δίνεται ποτέ παρά σέ εξαιρετική περίπτωση, γιά λόγους δημόσιας σωτηρίας. Μό νη αυτή προστατεύει άπό ενδεχόμενη κατηγορία γιά παρανομία τίς προτάσεις γιά ακύρωση ποινών, γιά ανάκληση άπό τήν εξο ρία, γιά απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων, γιά διαγραφή όφει104
105
257
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λής πρός τό δημόσιο. Μέ αυτόν τόν τρόπο ό αθηναϊκός λαός έ βρισκε τρόπο νά διασώσει τή μερική κυριαρχία τών δικαστών, πού ήταν αντιπρόσωποι του, διατηρώντας ακέραια τήν ολοκλη ρωτική κυριαρχία, ή οποία δέν μποροΰσε νά ανήκει παρά στό σύ νολο τών πολιτών. 106
Γ' ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΤ ΔΙΚΑΙΟΥ
Οί δικαστικοί θεσμοί πού περιγράψαμε επικρίθηκαν πολύ, τόσο κατά τήν αρχαιότητα όσο καί στους νεώτερους χρόνους. Τί πρέ πει νά σκεφτεί κανείς; Αυτό πού ενοχλούσε πριν άπ' όλα τούς συγκαιρινούς, αυτό πού ενοχλεί κι εμάς όταν διαβάζουμε δικανικούς λόγους τών ρητόρων, είναι ένα πνεύμα στρεψοδικίας αληθινά υπερβολικό, μιά δικονομικομανία αρκετά δυσάρεστη. "Ενας αντίπαλος τής δημοκρατίας αναρωτιόταν άν υπήρχαν τόσες δημόσιες καί ιδιω τικές δίκες σ' ολόκληρη τήν άλλη Ελλάδα όσες μόνο στήν 'Αθή να. Είναι βέβαιο ότι οί ιδιώτες πήγαιναν στά δικαστήρια μέ άξιοκατάκριτη ευκολία, Οτι οί αποδόσεις λογαριασμών καί οί λειτουργίες εγκυμονούσαν δίκες, ότι ή έλλειψη εισαγγελικής αρ χής έκανε νά πληθαίνει τό γένος τών συκοφαντών. Δικαιολογη μένα επινόησε ό κωμικός τό όνομα Λικαιόπολις. Χωρίς νά αρνηθεί κανείς τό γεγονός, πρέπει ωστόσο νά τό εξηγήσει. Α υ τ ή ή δικανική μαχητικότητα πηγάζει άπό τό αγω νιστικό ένστικτο τών Ελλήνων καί, γενικά, τών μεσογειακών λαών. "Αν ληφθεί υπόψη ή καταγωγή της καθώς καί τό αμεσό τερο παρελθόν της, διαπιστώνεται ότι μιά μεγάλη πρόοδος συν τελέστηκε στις κοινωνικές σχέσεις. "Αλλοτε οί αντίπαλοι ανα ζητούσαν ό ένας τόν άλλο μέ τά όπλα στά χέρια, καί βλέπουμε όλο τόν 6ο αιώνα ακόμη τό αίμα τών αντεκδικήσεων νά καλύ πτει τήν Αττική. Ή κατάχρηση τής στρεψοδικίας αντικαθιστά τήν κατάχρηση τής βίας καί μαρτυρεί ότι οί πολίτες χαλιναγω γούσαν τά πάθη τους, γιά νά τά υποτάξουν στό νόμο. Ώ ς καί ή πληγή τών συκοφαντών οφείλεται στό γεγονός ότι ήταν ακόμη πολύ κοντά ή εποχή Οπου ή απόδοση δικαιοσύνης άπό τό κράτος δέν ήταν υποχρεωτική. Καί αυτή Ομως ή πληγή έ'χει αν τιστάθμισμα: καθώς δέν υπάρχει εισαγγελική άρχή, ή δικαιοσύ107
108
258
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
νη είναι, ανεξάρτητη άπό τήν κυβέρνηση, καί ή πρωτοβουλία τών πολιτών στον τομέα τής ιδιωτικής ή τής δημόσιας καταδίωξης είναι δικαίωμα πού πηγάζει άπό τήν ελευθερία. Άλλά άς αφήσουμε τούς διάδικους καί άς στραφούμε προς τούς δικαστές. Καί έδώ ακόμη δέν ακούγονται παρά ψόγοι. Πρώτα πρώτα βάλλεται ό μισθός. Αυτοί οί ένορκοι πού τρέχουν στό δικαστήριο άπό τά βαθιά χαράματα, γιά νά είναι βέβαιοι ότι θά αλλάξουν τό βράδυ τά κέρματα τής παρουσίας τους μέ δυο τρεις όβολούς, πού καταλαμβάνονται άπό υπνηλία, άφοΰ «πιουν τό γάλα τοΰ κωλακρέτη», προσφέρουν θέαμα όχληρό γιά πνεύματα κάπως εκλεπτυσμένα. Α υ τ ή ή διανομή μισθών σέ εκατοντάδες καί χιλιάδες πολίτες δέν τούς απομάκρυνε άπό τήν παραγωγική δουλειά; δέν επιβάρυνε υπερβολικά τόν προϋπολο γισμό ; Άλλά καί τί ιδέα νά βάλουν τό πλήθος νά δικάζει! "Ε τσι αναγνωριζόταν στήν αναρμοδιότητα μιά γενική αρμοδιότητα· ή δικαιοσύνη κατατροπωνόταν άπό τήν άγνοια τοΰ νόμου. Δέν ήταν δύσκολο σέ επιτήδειους συνηγόρους, σέ πανούργους λογογράφους νά επιχειρηματολογούν έξω άπό τήν υπόθεση, νά πα ραθέτουν άσχετα κείμενα, νά επιδίδονται σέ άσύστατες ερμη νείες. Υπήρχαν ωστόσο καί χειρότερα. Καλώντας σέ βοήθεια τό ή θος καί τό πάθος, ή εύγλωττία επιχειρούσε νά αγγίξει τίς αδυ ναμίες τών ήλιαστών, νά διεγείρει τά πάθη. "Εβλεπε κανείς τόν κατηγορούμενο νά ανεβάζει στό βήμα τούς γονείς του, τή γυ ναίκα του, τά παιδιά του, πού έκλαιγαν γιά νά κινήσουν τόν οίκτο τών δικαστών. Καί άπό τίς δυο πλευρές γινόταν επί δειξη πατριωτισμού ή αφοσίωσης στή δημοκρατία έρευνοΰσαν τή ζωή τοΰ αντιπάλου, γιά νά τοΰ πετάξουν κατά πρόσωπο τίς χειρότερες ύβρεις, τίς πιό φρικτές συκοφαντίες. Μόλις μιά υπό θεση άγγιζε τήν πολιτική, τό δικαστήριο μεταβαλλόταν σέ δη μόσια συνέλευση: Οί δικαστές δέν αρνιόνταν νά υποχωρήσουν στις κομματικές παρορμήσεις τους, ή μεροληψία μεταμφιεζόταν σέ δικαιοσύνη. "Ετσι, έκεΐ όπου τό αίσθημα τής επαγγελματι κής ευθύνης τό αντικαθιστούσε ή αλαζονεία πού πήγαζε άπό τή λαϊκή κυριαρχία, χωρίς παράλληλη συναίσθηση ευθύνης, ήταν μοιραίο νά σωπαίνει ό νόμος. "Αλλωστε ό νόμος δέν έλεγε τί ποτε σέ πλήθος υποθέσεις, σέ αυτές πού έδινε στους δικαστές τό δικαίωμα νά επιβάλλουν ποινή κατά τήν κρίση τους. Α υ τ ό τό σύστημα καθώς καί τό σύστημα τών εισαγγελιών επέτρεπε στά 109
110
111
-
112
259
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
δικαστήρια νά εξομοιώνουν τά πλέον διαφορετικά αδικήματα. Καί δέν υπήρχε έφεση. "Ετσι καταλαβαίνει κανείς π ώ ς μπόρε σε ή 'Αθήνα νά διαπράξει τή μεγαλύτερη δικαστική πλάνη κα ταδικάζοντας τόν Σωκράτη. Σέ αυτό τό κατηγορητήριο, τοΰ οποίου δέν συγκαλύψαμε τή δριμύτητα, υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Γιά νά εκτιμήσουμε σωστά τούς θεσμούς τοΰ 5ου αιώνα, χρειάζεται, ακόμη μιά φο ρά, νά τούς φωτίσουμε μέ τό φώς τοΰ παρελθόντος καί νά μήν πιστέψουμε κατά γράμμα όλα όσα λένε οί αντίπαλοι τοΰ καθε στώτος. Ό δικαστικός μισθός έχει μακρινή καταγωγή: ήδη στήν ομηρι κή πόλη οί γέροντες έβαζαν τούς αντίδικους νά καταθέσουν μι κρά κομμάτια χρυσού, ώς αμοιβή τής διαιτησίας πού ζήτησαν, καί αργότερα οί «δωροφάγοι» πού κυριαρχούσαν στή Βοιωτία δέν απέδιδαν δικαιοσύνη χωρίς αντάλλαγμα. Γιατί ή δημοκρα τία θά έκανε διαφορετικά, όταν ή θυσία μιάς χαμένης μέρας ή ταν πιό βαριά γιά τούς απλούς ανθρώπους; Τό ύψος τοΰ μισθοΰ, στό κάτω κάτω, ήταν πολύ μικρό: τήν εποχή πού καθιερώθηκε στήν 'Αθήνα καί πού αντιστοιχούσε σέ δύο όβολούς, στήν Αλι καρνασσό ήταν ένα ήμίεκτον, πού άξιζε έφτά φορές περισσότε ρο. Δέν ειχε τίποτε, αληθινά, πού νά ώθεΐ τούς πολίτες στήν τεμπελιά, ακόμη καί μέ τό τριώβολο, πού τούς επέτρεπε νά προσθέσουν μόλις ένα γλυκό στό βραδινό γεύμα, καί, άν ήταν γέροι, νά μήν παρουσιάζονται στήν οικογένεια τους σάν άχρηστα στόματα. "Οσο γιά τό δημόσιο ταμείο, δέν τό έθιγε, άφοΰ ό μι σθός καταβαλλόταν άπό τό ειδικό ταμείο τών δικαστικών εσό δων: οί δικαστές ζούσαν άπό τή δικαιοσύνη. Τέλος ή μισθοδοσία τών δικαστών δέν αξίζει τίς μομφές πού έκαναν κάποτε, μέ κά ποια επίφαση λόγου, γιά τή μισθοδοσία τής εκκλησίας τοΰ δή μου. Αναμφίβολα θά τίς άξιζαν ακόμη λιγότερο, άν ό αριθμός τών δικαστών δέν ήταν τόσο μεγάλος. 'Αλλά καταλαβαίνουμε ότι δέν ήταν δυνατό νά είναι μικρότερος, όταν άναχθοΰμε στήν επο χή όπου ιδρύθηκε ή Ηλιαία. Ό Σόλων θέλησε νά ορθώσει ολό κληρο τό λαό εναντίον τών αυθαίρετων αποφάσεων τών αρχόν των, δίνοντας του τό δικαίωμα νά τίς διορθώνει μέ τήν έφεση. Στήν Ηλιαία, Οπως καί στήν πλήρη εκκλησία, ό λαός, κατά τό νόμο, έπρεπε νά αποτελείται άπό έξι χιλιάδες πολίτες. Αυτό 113
260
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
πού μπορούσαν καί πού έπρεπε νά κάνουν, δταν ή Ηλιαία δί καζε πρωτοβάθμια —φυσικά καί δταν δίκαζε τελεσίδικα— ήταν νά τή χωρίσουν σέ τόσα δικαστήρια, δσα χρειαζόταν γιά νά αν ταποκριθεί στήν αποστολή της, καί εφάρμοσαν καί σ' αυτήν, δ πως καί στους άλλους θεσμούς, τόν κανόνα τοΰ δεκαδικού χω ρισμού. Αυτές οί τεράστιες επιτροπές εϊχαν τίς δυσκολίες τους, ακόμη καί τούς κινδύνους τους: αυτό είναι αναμφισβήτητο. Δέν είχαν νομικές γνώσεις καί συχνά παρασύρονταν άπό λόγους ξέ νους προς τήν αυστηρή δικαιοσύνη. Όφείλουμε επίσης νά μήν υπερβάλλουμε τήν κριτική μας καί νά μήν τή στηρίζουμε σέ λανθασμένες βάσεις. Ή καταδίκη τοΰ Σωκράτη υπήρξε τραγική συνέπεια μιάς διαδικασίας πού εμπό διζε τούς δικαστές νά επεμβαίνουν στον καθορισμό τών ποινών, υποχρεώνοντας τους νά διαλέξουν ανάμεσα στις κυρώσεις πού πρότειναν οί κατήγοροι καί σέ αυτές πού πρότεινε ό κατηγο ρούμενος. Οί ενάγοντες δυσκολεύτηκαν νά εξασφαλίσουν μιά ετυμηγορία ένοχης, άν καί ό κατηγορούμενος αρνήθηκε νά χρη σιμοποιήσει οποιαδήποτε ικεσία πού έθιγε τήν αξιοπρέπεια του. Εύκολα μποροΰσε νά σώσει τή ζωή του, έάν άντέθετε στήν εκτίμηση τοΰ Μέλητου, πού ζητούσε τήν ποινή τοΰ θανά του, μιά άλλη εκτίμηση μέ ποινή πολύ ήπια. Δέν θέλησε, στήν ηλικία του, νά διαψεύσει το παρελθόν του καί τήν αποστολή του. Χωρίς θράσος, μέ μιά ειρωνική υπερηφάνεια, δήλωσε πώς ένας άνθρωπος δπως αυτός άξιζε νά σιτίζεται στό πρυτανείο τήν υπό λοιπη ζωή του. Ό κατάδικος ζητούσε τήν πιο επιθυμητή αν ταμοιβή. Συγκατατέθηκε μέ δυσφορία, έπειτα άπό τίς επίμονες παρακλήσεις τών φίλων του, νά προτείνει νά πληρώσει πρόστι μο τριάντα μνών. 'Αλλά οί δικαστές δέν μπορούσαν νά επα νέλθουν στήν πρώτη τους απόφαση μέ μιά ποινή σχεδόν εικο νική. "Ηθελε νά πεθάνει* καί πέθανε. Δέν πρέπει λοιπόν νά κάνουμε κατάχρηση αύτοΰ τοΰ παρα δείγματος, ούτε τών πολιτικών δικών τοΰ 5ου αιώνα, γιά νά ποΰμε Οτι ό λαός πού συνεδρίαζε στά δικαστήρια είχε πάντα ιδιοτροπίες τυράννου. Πάντως, δέν μπορούμε νά τοΰ απευθύνου με μομφή γιά δωροδοκία: οί δικαστές ήταν πάρα πολλοί ώστε νά μπορεί κανείς νά τούς εξαγοράσει. Πάνω σ' αυτό τό σημείο έχουμε ακριβέστατες μαρτυρίες. Ένας ολιγαρχικός Αθηναίος οπισθοχωρεί εμπρός στήν ιδέα νά μειωθεί τό προσωπικό τών δικαστηρίων. «Θά είναι πολύ εύκολο, νομίζει, νά γίνονται μη114
115
116
261
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χανορραφίες, όταν ό αριθμός τών δικαστών ε ί ν α ι μικρός, καί μέ τή διαφθορά θά αποσπούν αποφάσεις πολύ λιγότερο δίκαιες.» Κατά τά λεγόμενα τοΰ Αριστοτέλη, ό πρώτος Αθηναίος πού αθωώθηκε μέ χρήματα ήταν ό Άνυτος, τό 409, ένας άπό τούς μελλοντικούς κατήγορους τοΰ Σωκράτη. Συμψηφίζοντας τά υπέρ καί τά κατά διαπιστώνουμε Οτι ή δημοκρατική προκατά ληψη δέν επέσυρε πιό αφόρητες αδικίες άπό όσες οί πολιτικές καί κοινωνικές προκαταλήψεις σέ οποιοδήποτε καθεστώς. Έκεΐ ακόμη έχουμε τήν ομολογία τοΰ ολιγαρχικού μας: λυπάται πού δέν μπορεί νά θεμελιώσει μιά ελπίδα γιά επανάσταση πάνω στή δυσαρέσκεια αυτών πού έχουν καταδικαστεί σέ στέρηση πολιτι κών δικαιωμάτων, γιατί στήν 'Αθήνα οί καταδίκες αύτοΰ τοΰ εί δους σπάνια ε ί ν α ι άδικες. Όλόλαμπρη έκφραση σεβασμού άπό έναν εχθρό προς τό καθεστώς πού μισεί! Αυτό πού μένει, παρ' όλα αυτά, άπό τήν κακή ιδέα πού σχη ματίστηκε γύρω άπό τήν αθηναϊκή δικαιοσύνη είναι ή αστάθεια, ή ανασφάλεια τοΰ δικαίου πού εφάρμοζε. Σύμφωνα μέ τήν επι κρατέστερη γνώμη, ή 'Αθήνα ήταν ή πατρίδα τών τεχνών, τών γραμμάτων καί τής φιλοσοφίας, άλλά ποτέ δέν είχε τό χάρισμα τής δικανικής επιστήμης. Είναι όμως δυνατό νά μήν έβαλε στους νόμους καί στή νομολογία της, όπως στά υπόλοιπα, τή σφραγί δα τής λογικής καί τής πρακτικότητας της; "Οταν άξιολογοΰν έτσι τό αττικό δίκαιο, τό συγκρίνουν, θεληματικά ή αθέλητα, μέ τό ρωμαϊκό δίκαιο κατά βάθος, ένα δίκαιο πού βρίσκεται σέ στάδιο ανάπτυξης τό κατηγορούν ότι δέν είναι εντελώς εξελιγ μένο. Υπάρχουν καί επικρίσεις πού αποτελούν έπαινο. Α υ τ ή ή έλ λειψη ενότητας, αυτή ή έλλειψη συστήματος, αυτή ή αστάθεια στις αρχές καί στους κανόνες, όλα αυτά δέν θά υπήρχαν, άν ή 'Αθήνα, άντί νά μένει θρησκευτικά προσηλωμένη στις παλαιές συνήθειες καί στους παλαιούς νόμους, δέν είχε ακατάπαυστα διακρίνει αυτό πού έπρεπε νά διατηρηθεί ανέπαφο άπό αυτό πού έπρεπε νά ανανεωθεί. Είναι προς τιμήν της πού τόν 5ο αιώνα υπήρξε τό καμίνι άπό όπου έβγαιναν, κάθε μέρα, οί ιδέες τίς όποιες σφυρηλατούσαν καί μορφοποιούσαν οί ποιητές καί οί φι λόσοφοι. Στό θέατρο καί στις σχολές τών σοφιστών συζητιόνταν μεγάλα προβλήματα τοΰ δικαίου. Ό Αισχύλος, στήν Όαέστεια, έκαμε ένα λαό πού ριγούσε νά σκεφτεί πάνω στήν ποινική ευθύ νη καί στά δικαιώματα τοΰ "Αρειου Πάγου. Καί ό Πυθαγόρας, 117
118
119
-
262
Η ΔΙΚΑΙΟΣΤΝΗ
γιά πρώτη φορά στον κόσμο, ζητούσε λογικές βάσεις γιά τό δι καίωμα τής ποινής, καί τίς ανακάλυπτε Ολες μεμιάς, γιά νά αμφισβητήσει ή νά επιβεβαιώσει τήν άξια τους. Ό Αντιφών συνέτασσε σειρά δικανικών λόγων πού δέν αποτελούν τόσο ασκή σεις δικανικής ρητορικής όσο πρότυπα νομικής επιχειρηματο λογίας, αληθινά άξια τοΰ άνθρωπου πού ό Θουκυδίδης χαρακτή ριζε βαθύ στοχαστή. Ιδού οί μεγάλοι πρόγονοι τών Ρωμαίων ] \ ΐ Γ ΐ 8 ρ π ΐ ( 1 β η ί β 8 . Δέν εννοούσαν άλλωστε νά μείνουν καθαροί θε ωρητικοί. Ό Πρωταγόρας, κυρίως, άσκησε μεγάλη επίδραση: "Οταν μιά πανελλαδική αποικία εγκαταστάθηκε στους Θούρι ους, επιφορτίστηκε νά τροποποιήσει γι' αυτήν τούς νόμους τοΰ Ζάλευκου. Ήταν άπό τούς οικείους τοΰ Περικλή, καί ξέρου με πώς ό πολιτικός άνδρας καί ό φιλόσοφος πέρασαν μιά ολόκλη ρη μέρα συζητώντας σάν λεπτοί 0 & 8 ΐ Π 8 ΐ β 8 * ενα πρόβλημα ποινι κής ευθύνης. Τό σύστημα τών τιμητών αγώνων καί τών εισαγγελιών** ειχε τουλάχιστον τό πλεονέκτημα νά εξοικειώνει δικαστές πού δέν ήταν επαγγελματίες μέ όλες τίς λεπτότητες τής νομολογίας. Τούς παρακινούσε σέ συνεχείς αφομοιώσεις. "Ετσι, παραδείγ ματος χάρη, επέτρεπε τήν υπαγωγή ποικίλων εγκλημάτων καί παραβάσεων στή δικαιοδοσία τοΰ αρχαίου νόμου γιά τήν ιερο συλία καί τήν προδοσία, ώστε νά επιδέχονται καί αυτά τήν επι βολή τής θανατικής ποινής. Αντίθετα, επέτρεπε νά θεωρηθούν ελαφρότερες άλλες παραβάσεις καί νά τιμωρούνται μέ μικρότε ρες ποινές, σύμφωνα μέ τίς καινούριες ιδέες, πού άρμοζαν σέ πιο εξευγενισμένα ήθη. Περιβλημένος μέ ανεξέλεγκτη εξουσία, ό λαός, κυρίαρχος δικαιοκρίτης, δέν δεχόταν περιορισμούς ούτε στήν αυστηρότητα του ούτε στήν επιείκεια του* άλλά έ'θετε συ χνότερα όλη του τήν εξουσία στήν υπηρεσία τοΰ μόνιμου ανθρω πισμού του παρά τοΰ απότομου καί σύντομου θυμού του. Πά νω άπ' όλα, απελευθερωνόταν άπό τά καθιερωμένα σχήματα καί τούς άκαμπτους κανόνες, γιά νά κάμει νά επικρατήσουν τά ατο μικά δικαιώματα καί νά αναζητήσει τή δικαιοφροσύνη. 120
121
122
123
124
125
* Ο&δΐιϊδΙθ = καθολικός θεολόγος ειδικευμένος στή λύση προβλημά των συνειδήσεως. Ή εργασία αυτή, επειδή αποσκοπεί στήν άρση δυσκο λιών πού προκαλούνται άπό σύγκρουση καθηκόντων ή άπό τήν έλλειψη ρητών κανόνων, απαιτεί εξαιρετικά λεπτούς συλλογισμούς. Έ τ σ ι ή λ. εαδυϊδίβ πήρε τή σημασία τοΰ υπερβολικά λεπτολόγου. ** Γιά τούς δρους αυτούς, βλ. σ. 255 καί 1 7 9 - 1 8 0 .
263
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Όλόκληρος ό ποινικός κώδικας τής Αθήνας κυριαρχείται άπό τή φροντίδα νά εξασφαλίσει στους πολίτες τήν απόλυτη αυτο διάθεση τους. Άπό έκεΐ απορρέει μιά εντελώς ειδική άποψη αυ τού τοϋ κώδικα. Συχνότερη μομφή προς τούς Αθηναίους δικα στές είναι ότι έκαναν κατάχρηση χρηματικών ποινών, καί μά λιστα έχουν διατυπωθεί υπαινιγμοί Οτι τό έκαναν άπό συμφέ ρον, γιά νά γεμίσουν τό ταμείο τών μισθών. Πραγματικά, στήν ιστορία τής Αθήνας υπήρξαν φοβερές στιγμές, Οταν χρειάστηκε νά χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο γιά νά ανταποκριθούν στις ανάγ κες τοΰ δημόσιου ταμείου ακόμη καί σέ κανονικές εποχές οί δημεύσεις καί τά πρόστιμα επιβάλλονταν μέ τόση συχνότητα, πού δίνεται λαβή σέ πονηρές σκέψεις. Άλλά πρέπει νά δούμε τά πράγματα όπως είναι. Οί χρηματικές ποινές είχαν τή θέση τών σωματικών ποινών πού επιβάλλουν τά σύγχρονα δικαστήρια, πολλές άπό τίς όποιες θά φαίνονταν ανυπόφορες στους Αθηναί ους. Ή δήμευση δέν επιβαλλόταν μαζί μέ τήν ποινή τοΰ θανά του στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα: αποτέλεσε λοιπόν μιά εξαγορά τής θανατικής ποινής, καί έσωσε πολλά κεφάλια. "Οσο γιά τά πρό στιμα, ήταν τόσο πολλά, γιατί ή αξιοπρέπεια τοΰ πολίτη ήταν ασυμβίβαστη, άπό τόν Σόλωνα καί μετά, μέ τίς ποινές πού στε ρούσαν τήν ελευθερία. Ή φυλάκιση καί ή προληπτική κράτηση επιβάλλονταν σέ μέτοικους ή μαστίγωση σέ δούλους: δέν ήταν ποινές πού μποροΰσαν νά επιβληθούν στους Αθηναίους. «Μόνο σέ έσχατη ανάγκη», λέει ό Δημοσθένης, «επιτρέπεται νά θιγεί τό πρόσωπο ενός ελεύθερου άνθρωπου... Καί θέλετε νά μάθετε τή διαφορά πού υπάρχει ανάμεσα στή δουλεία καί στήν ελευθε ρία; Πιό σημαντική είναι ότι ό δούλος τιμωρείται γιά τίς κακές πράξεις μέ τό σώμα του, ένώ ό ελεύθερος άνθρωπος, ακόμη καί όταν βρίσκεται στήν τελευταία βαθμίδα τής αθλιότητας, παρα μένει κύριος τοΰ σώματος του.» -126
-
127
"Ενα άλλο όμως αίσθημα παρακινεί τήν αθηναϊκή δικαιοσύνη καί τήν κάνει νά προχωρήσει σέ μεγάλες μεταρρυθμίσεις: τό αίσθημα τής ανθρωπιάς. Οί "Ελληνες, γενικά, είναι μαλακοί σέ σύγκριση μέ τούς βάρβαρους γείτονες τους: δέν εφευρίσκουν βα σανιστήρια όπως οί Ασιάτες έχουν βιαιότητες όργίλων ανθρώ πων καί Οχι βαναυσότητες αλκοολικών, όπως οί Θράκες. Περισ σότερο άπό τούς άλλους "Ελληνες, οί Αθηναίοι θεωρούν τίτλο τους νά νιώθουν σέ κάθε περίσταση αυτήν τή συμπόνια γιά τή -
264
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δυστυχία, ή οποία στά μάτια τους είναι τό προνόμιο καλλιεργη μένων ανθρώπων, αύτη τήν αγάπη γιά τήν ανθρωπότητα, πού πρώτοι ονόμασαν «φιλανθρωπία». Ά ς ε ί ν α ι σκληροί καί μνη σίκακοι οί Βοιωτοί* οί Αθηναίοι οφείλουν στον εαυτό τους νά ε ί ν α ι δίκαιοι καί εύσπλαχνικοί. "Οταν γίνεται λόγος, ακόμη καί στά βάθη τοΰ βαρβαρικού κόσμου, γιά κάποιο νόμο πού προστα τεύει τούς αδυνάτους, επιθυμούν νά τιμάται ή πραότητα τών ηθών τους. Α υ τ ή ή ευσπλαχνία επεκτείνεται ακόμη καί στους ενόχους, ακόμη καί στους καταδικασμένους σέ θάνατο: δταν δέν είναι τιποτένιοι κακοποιοί, δέν παραδίδονται στό δήμιο* τούς επιτρέπεται νά τόν αποφύγουν μέ τήν αυτοκτονία, ζητώντας τήν κύλικα μέ τό κώνειο πού τούς εξασφαλίζει ενα γρήγορο καί α νώδυνο τέλος. Κατά μείζονα λόγο ή αθωότητα έχει απήχηση στήν καρδιά τών δικαστών. Κάθε στιγμή, εφαρμόζοντας τό νόμο, καλούνται νά τόν βελ τιώσουν. Αναμφίβολα οί νόμοι τής Αθήνας είναι γενικά μετριο παθείς καί επιεικείς* αυτό συμφέρει στους πιο πολλούς καί μά λιστα στους αδυνάτους. Άλλά οί νόμοι δέν προνοούν γιά δλα* είναι μερικοί, άλλωστε, πού ούτε καταργήθηκαν ούτε άλλαξαν, καί οί οποίοι αφήνουν νά βαραίνουν πάνω στήν οικογένεια ορι σμένων εγκληματιών τρομακτικές ευθύνες. Πώς νά καινοτομή σουν μέ νόμους καθιερωμένους άπό τήν αρχαιότητα τους καί άπό τό Ονομα πού φέρουν; Γιατί, επιτέλους, οί καινοτομίες είναι απαραίτητες καί ή λογική θέλει οί νόμοι νά μήν είναι αμετάβλη τοι. Οί Αθηναίοι απλούστατα εκπλήρωσαν τό δικαστικό κα θήκον τους μέ τήν καρδιά τους. Ηταν πάντα έτοιμοι νά συγχω ρέσουν, καί οί κατήγοροι επιζητούσαν διαρκώς νά τούς προλά βουν άπό μιά υπερβολή συναισθηματικότητας. Αρκεί μιά γυ ναίκα καί παιδιά πού απειλούνται άπό μιά σκληρή τύχη νά στα θούν δίπλα στον κατηγορούμενο καί νά κλαυθμηρίσουν, καί τό δικαστήριο συγκινείται αμέσως. «Τότε», λέει ό απλοϊκός Φιλοκλέων, «τί τά θέλετε, αισθανόμαστε τό θυμό μας νά υποχωρεί λίγο.» Έ , μάλιστα, δλοι έτσι είναι φτιαγμένοι: προτιμούν νά συγχωρέσουν έναν έ'νοχο παρά νά καταδικάσουν μαζί του αθώους. Μέ. αυτόν τόν τρόπο ή νομολογία δέν έπαψε νά τροποποιεί τούς νόμους, καί νά τροποποιείται ή ίδια μέ τή «φιλανθρωπία». Όλόκληρο τόν 5ο αιώνα παρακολουθούμε τήν προοδευτική κατάργηση τών κατάλοιπων τής οικογενειακής ευθύνης. Τό 479 ένας βουλευτής πού θεωρήθηκε προδότης λιθοβολήθηκε μέ τή 128
129
130
131
132
Τ
133
265
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
γυναίκα του καί τά παιδιά του. Κατά τό 465-460, μέσα σ' ένα νόμο πού επέβαλαν στους Έρυθραίους, οί Αθηναίοι απαιτούν νά καταδικάζεται σέ θάνατο ό προδότης μέ τά παιδιά του, «εκτός άν τά παιδιά αποδείξουν τήν αφοσίωση τους προς τό λαό», δη λαδή έκτος άν πάρουν συχωροχάρτια, πού μόνο σέ περίπτωση προσωπικής ένοχης δέν θά γίνουν δεκτά. Τό 411, όταν οί ολιγαρ χικοί Άρχιπτόλεμος καί Αντιφών καταδικάστηκαν σέ θάνατο, ή απόφαση δέν ονομάζει τά παιδιά τους. Σύμφωνα μέ τό νόμο τοΰ όστρακισμοΰ, πού ψηφίστηκε τό 508, Ολοι οί συγγενείς τοΰ Πεισίστρατου κινδύνευαν νά εξοριστούν. Τό 471, τά παιδιά τοΰ Θεμιστοκλή πού ειχε προγραφεί μένουν ήσυχα στήν 'Αθήνα όσο θέλουν. Ή ατιμία, πού είναι στέρηση τών πολιτικών δικαιω μάτων, εϊναι κληρονομική ακόμη σέ ένα ψήφισμα τοΰ 444 /3. Τό 410 ένας διάδικος λέει στό δικαστήριο: «Είναι φανερό, δικα στές, ότι λυπάστε μέ τήν προοπτική τής ατίμωσης πού απειλεί τά παιδιά μαζί μέ τούς κατηγορούμενους γονείς, καί αθωώνετε τούς γονείς γιά χάρη τών παιδιών». Μιά αποφασιστική συγ κυρία επέτρεψε στό λαό νά βοηθήσει νά θριαμβεύσει καί έδώ ή άρχή τής ατομικής ευθύνης: ή αμνηστία πού έ'βαλε τέλος στον εμφύλιο πόλεμο τό 403 κάλυπτε τούς γιους τών τριάντα τυράν νων, καί όταν προσωπικοί εχθροί τους δοκίμασαν νά τήν παρα βιάσουν, ό λαός αρνήθηκε νά τούς ακολουθήσει. Μένει, είναι αλήθεια, ή συχνή χρήση τής δήμευσης, πού αναγκαστικά είναι συλλογική ποινή, Οπως είναι λίγο πολύ καί κάθε χρηματική ποι νή. Άλλά είδαμε μέ ποιο πνεύμα οί Αθηναίοι πολλαπλασίαζαν τίς κυρώσεις αύτοΰ τοΰ είδους: έθιγαν τήν περιουσία γιά νά μήν πειράξουν πρόσωπα. "Ενιωθαν, άλλωστε, πολύ έντονα τίς άδικες επιπτώσεις ορισμένων δημεύσεων, καί έβαζαν τά δυνατά τους γιά νά τίς μειώσουν: άφηναν πάντα κάποιους πόρους σ'αυτούς πού πλήττονταν έμμεσα. Ή αθηναϊκή δικαιοσύνη, έκτος άπό τό ότι εξασφάλιζε τά πλε ονεκτήματα τής ελευθερίας καί τής άδερφοσύνης στους πολίτες, εφάρμοζε μέ κάποιο μέτρο τήν άρχή τής ισότητας καί σ' αυ τούς ακόμη πού φαίνονταν αποκλεισμένοι άπ' αυτήν εξαιτίας τής φύσης τους, δηλαδή στους δούλους. Αογικά, ή έννοια τής πόλης έκανε τό δούλο αντικείμενο τών πολιτών, Οργανο χωρίς Ονομα, χωρίς οικογένεια, χωρίς περιουσία, χωρίς δικαιώματα. Μέ μιά συνέπεια Οχι λιγότερο λογική, ή δημοκρατική άρχή, πάντα ευ νοϊκή προς τούς ταπεινούς, οδήγησε τούς ανθρώπους νά δουν ότι 134
135
136
137
138
266
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
τό αντικείμενο είχε όψη ανθρώπινη, ότι αυτό τό Οργανο ειχε ψυχή, Οτι ό ϊδιος ό δούλος άξιζε νά τοΰ φερθοΰν μέ φιλαν θρωπία. Ό σοφιστής Αντιφών έδειχνε μέ ποιους συλλογισμούς τά ελεύθερα πνεύματα έφταναν σέ αυτό τό ανατρεπτικό συμπέ ρασμα. Ένα απόσπασμα παπύρου μάς επιτρέπει νά παρακολου θήσουμε τή σκέψη του. Θέτει ώς άρχή Οτι οί άνθρωποι άπό καλή οικογένεια δέν έχουν μεγαλύτερο δικαίωμα νά τούς σέβονται άπό ό,τι οί άλλοι: «είμαστε όλοι καί σέ όλα, άπό τή γέννηση μας, τό ίδιο πράγμα». Άλλά ποτέ τίποτε δέν καθορίζει τόν Έλληνα καί τό βάρβαρο: «"Ολοι αναπνέουμε τόν αέρα άπό τό στόμα καί άπό τά ρουθούνια. Καί...»: έδώ ό πάπυρος έχει καταστραφεί, άλλά έχουμε τή συνέχεια σ' αυτούς τούς παθητικούς στίχους πού λέει ένα πρόσωπο τής κωμωδίας: «Μέ τό νά είναι κανείς δούλος δέν είναι λιγότερο άνθρωπος άπό ό,τι εσύ, αφέντη μου έχουμε γίνει άπό τήν ίδια σάρκα. Κανένας δέν είναι σκλάβος άπό τή φύση του: ή μοίρα υποδουλώνει τό σώμα». αυτό
139
-
140
Προς τήν ίδια κατεύθυνση επενεργούσαν οί οικονομικές ανάγ κες. Ή δουλική εργασία έπαιρνε μορφή ηπιότερη. Μερικοί ιδιοκτήτες, γιά νά μήν αφήσουν ανεκμετάλλευτα τά «σώματα», δταν δέν είχαν οί ίδιοι εργασία γιά νά τά απασχολήσουν, τά νοί κιαζαν σέ εργοδότες πού ζητούσαν εργατικά χέρια. Σύντομα βρέ θηκαν μερικοί πού αγόρασαν εργατικά χέρια αποκλειστικά γιά νά τά διαθέτουν καί νά εισπράττουν τό νοίκι μέ τήν ήμερα ή μέ τό μήνα. "Οπως είναι ευνόητο, οί δεσμοί ανάμεσα στους δούλους πού νοικιάζονταν καί στους κυρίους τους χαλάρωναν μέρα μέ τή μέρα. Τότε σκέφτηκαν ότι ήταν πολύ πιο άπλό ακόμη νά α φ ή σουν τούς δούλους πού είχαν κάποιο ειδικευμένο επάγγελμα νά τό άσκοΰν Οπου καί δπως ήθελαν, μέ τήν υποχρέωση νά καταβάλλουν οί ίδιοι στον κύριο τους, ό όποιος έγινε εισοδηματίας, ένα ποσό, πού ήταν τό μόνο πράγμα πού τόν ενδιέφερε. "Ετσι δημιουργήθηκε μιά κατηγορία δούλων πού «κατοικούσαν χωρι στά» (χωρίς οικονντες): δέν ξεχώριζαν άπό τούς ελεύθερους ερ γάτες παρά μόνο άπό τήν υποχρέωση πού είχαν νά αφαιρούν άπό τό μισθό τους τό μερίδιο τοΰ κυρίου, έναν ή δύο όβολούς τή μέρα. Τέλος, τό κράτος κατέφευγε στή δουλική εργασία κυ ρίως γιά τήν κατασκευή καί τή συντήρηση τών οικοδομημάτων καί τών δρόμων καθώς καί γιά τά δημόσια γραφεία. "Ετσι δη μιουργήθηκε μιά καινούρια κατηγορία δούλων, αληθινά προνο141
267
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μιούχων: Οχι μόνο είχαν αναπόφευκτα τό δικαίωμα νά κατοικούν χωριστά, χωρίς νά πληρώνουν τίποτε σέ κανέναν, άλλά μέ τά λογιστικά τους βιβλία, μέ τή γνώση πού είχαν τών αρχείων καί μέ τή διοικητική πείρα τους καθοδηγούσαν τούς άρχοντες πού αναδείχνονταν μέ κλήρωση καί άλλαζαν κάθε χρόνο* ασκούσαν στους φαινομενικούς κυρίους τους μιά κρυφή εξουσία, καί έφτα ναν έτσι νά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Πώς νά εκπλαγούμε πού οί Αθηναίοι άφησαν στους δούλους μιά ελευθερία τήν όποια θά ζήλευαν φτωχοί πολίτες πολλών ολιγαρ χικών κρατών; Βέβαια, ήταν προς τό συμφέρον τών κυρίων νά επιτρέπουν στους δούλους ελευθεροστομία τήν όποια θεωρούσαν μέσο γιά τή δική τους τή βελτίωση* κι ήταν προς τό συμφέρον τής πόλης νά μήν τούς ερεθίζει έκεΐ Οπου σχημάτιζαν μιά επίφο βη συγκέντρωση. Άλλά έδειχνε καί κάτι παραπάνω: τό αληθινά δημοκρατικό αίσθημα πού κινούσε τούς Αθηναίους. Οί ολιγαρ χικοί ήταν έξω φρενών μέ αυτό πού θεωρούσαν κορύφωμα τής «ακολασίας» (ατιμωρησίας): τί αίσχος νά μήν μπορείς νά δέρ νεις τούς δούλους, ούτε νά αξιώνεις νά σέ αφήσουν νά περάσεις πρώτος στό δρόμο, γιά τό θλιβερό λόγο ότι, όντας ντυμένοι ό πως οί πολίτες, δέν διακρίνονται καθόλου ! Α υ τ ή είναι ή «αναρχία τών δούλων», ή οποία, γιά τόν Αριστοτέλη, αποτελεί χαρακτη ριστικό τής δημοκρατίας. Μέ τή μομφή αυτή ό αθηναϊκός λαός αποκτά έναν τίτλο τιμής. Δέν δέχεται Οτι τό δικαίωμα τής σωματικής τιμωρίας μπο ρεί νά ασκηθεί μέ οποιοδήποτε τρόπο άπό κάποιον άλλο εκτός άπό τόν κύριο, ούτε Οτι κι αυτός μπορεί νά έχει δικαίωμα ζωής καί θανάτου πάνω στό δούλο. Τό θύμα αυθαίρετων καί παρατε ταμένων βασανισμών μπορεί νά ζητήσει άσυλο σέ ορισμένους ναούς καί νά απαιτήσει νά πουληθεί σέ άλλον κύριο. Ό κύριος ενός δούλου πού σκοτώθηκε άπό τρίτον Οχι μόνον έχει δικαίωμα νά αποζημιωθεί, άλλά καί μπορεί νά αξιώσει νά καταδικαστεί ό εγκληματίας σέ εξορία άπό τό Παλλάδιον. "* Ακόμη καί ή τιμή τοΰ δούλου προστατεύεται μέ τή γραφήν ύβρεως, τήν ίδια πού προστατεύει καί τήν τιμή τοΰ πολίτη. Αυτό τό μέτρο είναι πιό αξιόλογο καί άπό τό προηγούμενο, γιά τούς λόγους πού δίνει ό Αισχίνης, καί μέ τούς οποίους συμφωνεί ό Δημοσθένης: « Ό 142
143
144
145
146
1
* Γιά τό Παλλάδιον,
βλ. πιό πάνω, σ. 244.
268
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
νομοθέτης δέν φροντίζει, τόσο γιά χάρη τών δούλων νομίζει δτι αυτός πού μέσα σέ μιά δημοκρατία προσβάλλει εναν οποιοδήπο τε άνθρωπο δέν είναι κατάλληλος γιά τή συλλογική ζωή τής πόλης... Θεώρησε σωστό νά λάβει υπόψη, όχι τήν ιδιότητα τοΰ προσώπου πού θίγεται, άλλά τήν πράξη... Καί τούτο γιατί, κα τά τή γνώμη του, προσβάλλεται ή πόλη». Άλλά ή πιο καινού ρια, ή πιο τολμηρή ιδέα τοΰ αθηναϊκού δικαίου είναι ή παροχή εγγυήσεων στους δούλους απέναντι στους άρχοντες, απέναντι στους αντιπροσώπους τής ίδιας τής πόλης. Σέ όλη τήν Ελλάδα οί παραβάσεις αστυνομικών διατάξεων τιμωρούνται μέ πρόστι μο, όταν ό παραβάτης είναι ελεύθερος, καί μέ μαστίγωση όταν είναι δούλος. Άλλά, ένώ παντοΰ άλλου ή διάρκεια τής μαστίγω σης αφήνεται στή διάθεση τοΰ άρχοντα ή τοΰ δήμιου, στήν Α θήνα υπάρχει έ'να ανώτερο όριο γιά τή σωματική όπως καί γιά τή χρηματική ποινή: πενήντα δραχμές, πενήντα χτυπήματα: Άπλή λεπτομέρεια στό σύνολο μιάς νομοθεσίας, πλήγμα τερά στιο στις αντιλήψεις. "Οχι μόνο ό νόμος εξομοίωνε, στό μέτρο τοΰ δυνατού, αυτόν πού μόνο σωματικά μποροΰσε νά τιμωρηθεί καί εκείνον πού μόνο ή περιουσία του μποροΰσε νά θιγεί, άλλά καί ή πόλη, περιορίζοντας τά δικαιώματα τών αντιπροσώπων της πάνω στό δοΰλο, αναγνώριζε σέ έ'να άτομο χωρίς δικαιοπρακτική ικανότητα ενα δικαίωμα άντιτάξιμο προς τήν ίδια. Βρι σκόμαστε μπροστά στήν πιο τυπική άπό αυτές τίς ευεργετικές αντιφάσεις, τίς ωραίες ασυνέπειες πού οφείλονται στήν εισβολή τών δημοκρατικών ιδεών στήν παλαιά νομοθεσία καί πού ένέπνεαν στους Αθηναίους μιά ευγενή υπερηφάνεια, γιατί έ'βλεπαν έκεΐ τό σημάδι τής ηθικής ανωτερότητας τους ώς προς τούς άλ λους Έλληνες. "Οσον καιρό οί ελληνικές πόλεις ασχολήθηκαν μέ τό νά εγκα θιδρύσουν τήν εξουσία τους πάνω στά ερείπια τοΰ καθεστώτος τών γενών, νά αντικαταστήσουν τήν ιδιωτική εκδίκηση μέ τήν υποχρεωτική προσφυγή στήν κρατική δικαιοσύνη καί νά εξατο μικεύσουν τήν ευθύνη τών ιδιωτικών παραβάσεων, βάδισαν Ολες μαζί μέ ενα βήμα περίπου όμοιο στό δρόμο τοΰ δικαίου. Άλλά αφότου ό Σόλων δοκίμασε νά δώσει απόλυτη αξία στήν άρχή τής ατομικής ελευθερίας, καί όρισε τίς δημόσιες αγωγές γιά τήν προστασία τών αδυνάτων, αφότου ό Κλεισθένης καί ό Περικλής ενίσχυσαν τή λαϊκή δικαιοσύνη, ή Αθήνα, παρασυρμένη άπό τήν όρμή τής δημοκρατικής της πίστης, προχώρησε, στό δρόμο όπου 148
149
150
269
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τήν κρατούσαν οί παραδόσεις της, μπροστά άπό όλες τίς άλλες πόλεις. Στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα μόνη αυτή αναγνώριζε στό άτομο τήν ελευθερία νά διαθέτει τήν περιουσία του μέ διαθήκη* αυτή μόνη είχε καταργήσει τό προνόμιο τοΰ κράτους νά επιβάλ λει συλλογική ευθύνη* αυτή μόνη ειχε προωθήσει τή φιλανθρω πία ώς τό σημείο νά υποσκάψει στή λογική του θεμελίωση τό θεσμό τής δουλείας, χωρίς τήν οποία ή πόλη φαινόταν καταδι κασμένη νά χαθεί.
270
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
Α' ΞΕΝΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΣ
Ή παλαιά αντίληψη σύμφωνα μέ τήν οποία ό αλλοδαπός δέν παύει νά είναι εχθρός παρά μόνο άν θεωρηθεί φιλοξενούμενος (ξένος) άφησε πολλά ίχνη στήν κλασική Ελλάδα. Τό δικαίωμα μιάς πόλης νά κάνει επιδρομές (συλάν) καί νά απάγει ανθρώπους καί αγαθά (άγειν και φέρειν) άπό τό έδαφος μιάς άλλης πόλης πα ρέμεινε αναλλοίωτο, εφόσον δέν εμποδιζόταν άπό ρητή σύμβαση τών δύο μερών. Τό ασκούν χωρίς ενδοιασμό οί τραχείς λαοί τών βορειοδυτικών περιοχών κανένας δέν παραλείπει νά τό εκμε ταλλευτεί, όταν μιά διεκδίκηση πού θεωρείται νόμιμη δέν παίρ νει ικανοποιητική απάντηση, κυρίως Οταν κάποιος ισχυρίζεται ότι δικαιούται νά επιβάλει αντίποινα ή νά πάρει εγγυήσεις (ρυοιάζειν). Στό εσωτερικό κάθε πόλης οί ξένοι έχουν πολύ περιο ρισμένα δικαιώματα, άκόμη,καί άν ή θέση τους είναι καθορισμέ νη, όχι μόνο άπό τό νόμο τής πόλης άλλά καί άπό διεθνή συνθή κη, ακόμη καί άν είναι μόνιμα εγκαταστημένοι στήν πόλη ώς μέ τοικοι. Αυτές είναι οί ισχύουσες αρχές άλλά ή αυστηρότητα τους μετριάστηκε καί στό διεθνές καί στό τοπικό δημόσιο δίκαιο, χω ρίς νά θιγεί ή κυριαρχία τοΰ κράτους. "Εθιμα πού είχαν θέση ανάμεσα στους «άγραφους νόμους», οί «κοινοί νόμοι τών Ελλήνων», καί επομένως βρίσκονταν υπό τήν προστασία τών θεών, ρύθμιζαν τό δίκαιο τοΰ πολέμου. Οί κήρυκες, τούς οποίους καθιστά απαραβίαστους τό κηρύκειο, παί ζουν σημαντικό ρόλο: ένας πόλεμος είναι δίκαιος μόνο όταν κη ρυχθεί άπό αυτούς, μόνοι αυτοί μποροΰν νά θεωρηθούν άπό τούς εμπολέμους εντεταλμένοι νά διαπραγματευτούν καί νά δώσουν ιερό χαρακτήρα στους πρέσβεις, τούς οποίους συνοδεύουν όταν στέλνονται στον εχθρό. Μετά άπό τή μάχη οί νικητές υψώνουν ένα τρόπαιο, όπου κρεμούν τά όπλα τών ηττημένων. Αυτό τό τρόπαιο είναι ένας πάσσαλος ή ένα άπλό κλαδί δέντρου δέν πρέ πει νά είναι άπό πέτρα ή χαλκό, λένε, γιά νά μή διαιωνίζει τό 1
2
-
3
4
5
6
7
8
9
-
271
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μίσος. Ωραία εφαρμογή τοΰ ελληνικού γνωμικοΰ: «Νά συμπε ριφερθείς στον εχθρό σου σάν νά πρόκειται νά γίνει φίλος σου». Οί ηττημένοι συχνά αναγνωρίζουν τήν ήττα τους καί ζητοΰν εκε χειρία γιά νά θάψουν τούς νεκρούς τους. Οί νικητές δέν μποροΰν νά απορρίψουν αυτή τήν αίτηση, έκτος άν προέρχεται άπό στρατό ιερόσυλο καί Οταν δέν γίνεται εκεχειρία, επειδή συντρέχει ανω τέρα βία, πρέπει αυτοί νά θάψουν τούς νεκρούς τοΰ έχθροΰ. "Οταν μιά πόλη παραδίδεται, ή τύχη της είναι καθορισμένη ά πό τούς όρους τής συνθηκολόγησης άλλά ό κανόνας θέλει νά μή σκοτώνονται οί ι κ έ τ ε ς . "Οταν μιά πόλη καταλαμβάνεται μέ έφοδο, τά πάντα είναι στή διάκριση των νικητών, σώματα καί αγαθά: οί άντρες σφάζονται, οί γυναίκες καί τά παιδιά γίνονται δούλοι. Σέ Ο,τι άφορα τούς αιχμαλώτους, προχωρούν στήν άρ χή σέ μιά ανταλλαγή αυτοί πού είναι υπεράριθμοι συνήθως εξαγοράζονται άπό τήν πόλη τους ή άπό ιδιώτες, αλλιώς που λιούνται ώς δούλοι. Γιά τή μοιρασιά τής λείας εφαρμόζεται μιά παράδοση πού ανάγεται στά ομηρικά χρόνια ωστόσο ή δεκάτη πού προορίζεται γιά τούς θεούς γίνεται όλο καί περισσότερο υπο χρεωτική. "Οπως είναι ευνόητο, οί κανόνες τής επιείκειας καί τής μετρι οπάθειας παραβιάζονται συχνά, κυρίως απέναντι σ' ένα λαό πού αποστάτησε. Άλλά, άπό τήν άλλη μεριά, μέσα στή θέρμη τοΰ πελοποννησιακού πολέμου, οί Αθηναίοι ή οί Σπαρτιάτες στρα τηγοί αρνούνται νά εξαντλήσουν τά δικαιώματα τους, παραδείγ ματος χάρη νά καταστήσουν δούλους "Ελληνες αιχμαλώτους. Καί ή θρησκεία επηρεάζει τό δίκαιο τοΰ πολέμου. Παραδέχονται Οτι οί ναοί είναι απαραβίαστοι, μέ τόν όρο ότι δέν θά χρησιμο ποιηθούν γιά στρατιωτικό σκοπό. Ή ανακωχή τοΰ θεοΰ (εκε χειρία), πού κηρύσσεται άπό τούς σπονδοφόρους, προστατεύει τούς προσκυνητές πού πάνε στις πανελλήνιες γιορτές, ακόμη καί σέ μιά χώρα πού τήν έχει καταλάβει στρατός εμπολέμων. Ε π ι πλέον, οί Δωριείς τής Πελοποννήσου είναι σύμφωνοι νά μήν αρ χίζουν εκστρατεία κατά τόν ιερό μήνα τών Καρνείων. Αποφεύ γουν ακόμη νά βαδίσουν εναντίον μιάς πόλης στό χρόνο πού με σολαβεί άπό τήν αναγγελία ώς τήν τέλεση μιάς γιορτής: αυτούς τούς ενδοιασμούς τούς εκμεταλλεύονται μερικοί, σπρώχνοντας τίς ημερομηνίες έτσι ώστε νά ζητήσουν τήν αναβολή τών εχθρο πραξιών πού φοβούνται. "Οσο ό πόλεμος φαινόταν νά είναι ή φυσική κατάσταση τών 10
11
-12
13
-
14
15
16
-17
18
19
-
20
21
22
2Ζ
24
272
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
σχέσεων ανάμεσα σέ πόλεις, οί συνθήκες ειρήνης αποτελούσαν απλώς προσωρινή παύση, καί ακόμη καί οί συνθήκες συμμαχίας δέν πρόσφεραν στέρεες εγγυήσεις. Αποτέλεσε πρόοδο τό νά ορίσουν κάποια διάρκεια γιά τίς συνθήκες, πού μποροΰσε, είναι αλήθεια, νά μήν ξεπερνά τά πέντε χρόνια, άλλά συνηθέστερα ήταν τριάντα χρόνια, πενήντα, ή ακόμη εκατό. Κυρίως ήταν ένα ώραϊο Ονειρο νά σκέφτονται μιά διηνεκή ειρήνη (εις τόν αεί χρόνον). Προσπαθούν ωστόσο νά ρυθμίσουν τίς συγκρούσεις μέ ειρη νικό τρόπο. Οί διαφορές ανάμεσα σέ πόλεις υποβάλλονταν μερι κές φορές σέ διαιτησία. Ήδη στό τέλος τοΰ 7ου αιώνα ή στήν άρχή τοΰ 6ου οί Αθηναίοι καί οί Μυτιληναίοι ζητοΰσαν άπό τόν τύραννο τής Κορίνθου, τόν Περίανδρο, νά διευθετήσει τήν αντί θεση τους στό πρόβλημα τοΰ Σιγείου. Οί Κορίνθιοι καί οί Κερ κυραίοι εμπιστεύτηκαν στον Θεμιστοκλή τή φροντίδα νά κρίνει τίς απαιτήσεις τους γιά τή Λευκάδα. Συχνότερος διαιτητής σέ διένεξη δύο πόλεων ήταν μιά τρίτη πόλη (πόλις έκκλητος) ή, σέ ορισμένες περιπτώσεις, τό ιερατείο τών Δελφών, ή, πιο σπάνια, μιά διάσημη προσωπικότητα. Ή Αθήνα καί τά Μέγαρα, πού διεκδικούσαν τή Σαλαμίνα, επιφόρτισαν τή Σπάρτη νά κάμει τό διαιτητή" πέντε Σπαρτιάτες εκδηλώθηκαν υπέρ τής Αθήνας. Γενικά, οί συνθήκες ειρήνης καί ανακωχής πού έγιναν τό δεύ τερο ήμισυ τοΰ 5ου αιώνα ανάμεσα στους Λακεδαιμόνιους καί τούς Αθηναίους όριζαν ότι σέ περίπτωση διαφωνίας αυτοί καί οί σύμμαχοι τους θά προσέφευγαν στή δικαιοσύνη. Μέ τή συν θήκη τοΰ 418 οί Λακεδαιμόνιοι καί οί 'Άργεϊοι υποχρεώνονταν νά υποβάλλουν κάθε διαφορά, οποιασδήποτε φύσης, στήν κρίση μιάς τρίτης δύναμης. Δυστυχώς, καθώς ό διαιτητής δέν διέθε τε κάποιο μέσο εξαναγκασμού, ή πλευρά πού έχανε τήν υπόθεση δέν ήταν πάντα πρόθυμη νά υπακούσει. Ή Θήβα, άφοΰ ζήτησε άπό τούς Κορίνθιους νά ρυθμίσουν τή διαφορά της μέ τήν Αθή να στό ζήτημα τών Πλαταιών, απέρριψε τήν κρίση πού δέν τήν ευνοούσε. Βλέπουμε επίσης τούς Ηλείους νά αρνούνται μιά δι αιτησία πού τούς πρότειναν οί Λεπρεάτες γιά μιά υπόθεση χρε ών. Τέτοια γεγονότα έξηγοΰν ίσως τήν εξαφάνιση τής διεθνοΰς διαιτησίας άπό τόν 4ο αιώνα ώς τήν ελληνιστική εποχή. Τουλάχιστον πρέπει νά αναγνωρίσουμε τή διαρκή αποτελε σματικότητα συνθηκών λιγότερο φιλόδοξων, πού είχαν σκοπό νά βάλουν τέλος σέ διάφορες οχλήσεις, μέ θύματα έμπορους πού ρι25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
37
38
39
273
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ψοκινδύνευαν σέ μιά ξένη πόλη χωρίς εγγυήσεις. Τόν 5ο ακόμη αιώνα συνέβαινε μιά πόλη νά αναγκαστεί νά συνάψει συνθήκη μέ μιά γειτονική πόλη, γιά νά προστατεύσει τούς πολίτες της άπό βιαιότητες καί νά τούς εξασφαλίσει, σέ περίπτωση ανάγκης, δι καίωμα προσφυγής στους άρχοντες καί στά δικαστήρια. Είναι αυτό πού ονόμαζαν συνθήκη ασυλίας. Μάς έχει διασωθεί ένα κεί μενο αύτοΰ τοΰ είδους, σύμφωνα μέ τό όποιο δύο πόλεις τής δυ τικής Λοκρίδας, τό Χάλειον καί ή Οίάνθεια, βάζουν τέλος σέ μιά πανάρχαια κατάσταση αντεκδικήσεων. Ή συμφωνία, άντί νά γίνει κατευθείαν ανάμεσα στις δύο ενδιαφερόμενες πόλεις, μπο ροΰσε νά πραγματοποιηθεί μέ τήν επέμβαση μιάς τρίτης πόλης, πού ενεργούσε μέ τήν ιδιότητα τής κοινής μητρόπολης: είναι ή περίπτωση τοΰ "Αργούς πού πέτυχε τή συμφωνία τής Κνωσού καί τής Τυλίσσου. Μάλιστα στήν άρχή τοΰ αιώνα, γιά νά αναγ καστούν οί πόλεις τής Ιωνίας νά εξασφαλίσουν τά αγαθά μιάς αμοιβαίας ασφάλειας, χρειάστηκε ή ρητή διαταγή ενός σατράπη: δέν υπάρχει ίσως άλλο γεγονός σέ ολόκληρη τήν ελληνική ιστορία πού νά δείχνει περισσότερο έντονα τήν αγάπη γιά τήν αυτονομία καί τήν ιδέα πού είχαν γι' αυτήν, ακόμη καί ύπό ξένη κυριαρχία. Μέ αυτές τίς στοιχειώδεις συνθήκες ασυλίας, οί ελληνικές πό λεις έμαθαν νά συνάπτουν πραγματικές συνθήκες διεθνούς ιδιω τικού δικαίου (συμβολαι ή σύμβολα).* Ή μεγάλη δυσκολία προ ερχόταν άπό τό γεγονός ότι τό δικαίωμα παράστασης σέ δικα στήριο ήταν ένα προνόμιο πού περιοριζόταν στους πολίτες. Καί αντιμετώπισαν αυτή τή δυσκολία άπό τή στιγμή πού μεγάλος αριθμός μετοίκων συγκεντρώθηκε σέ εμπορικές πόλεις. Γιά νά διευθετήσουν τό πρόβλημα, έθεσαν τούς μέτοικους στή δικαιο δοσία ενός ειδικού άρχοντα —ενός κόσμου στήν Κρήτη, τοΰ πο λεμάρχου στήν 'Αθήνα. Άλλά, καθώς δέν μποροΰσαν νά βάλουν τούς μέτοικους, ώς διάδικους, στήν ίδια θέση μέ τούς πολίτες, ακόμη περισσότερο δέν ήθελαν νά εξομοιώσουν μέ τούς μέτοι κους, μόνιμα εγκαταστημένους στή χώρα, όλους τούς περαστι κούς ξένους, όλους αυτούς πού σταματούσαν Οσο χρειαζόταν γιά νά ρυθμίσουν μιά υπόθεση, νά φορτώσουν ή νά ξεφορτώσουν ένα φορτίο. Οί εμπορικές πόλεις κατάλαβαν Οτι εϊχαν κοινό συμφέ ρον νά συμπληρώσουν αυτό τό κενό. "Ετσι έγιναν αυτές οί συμφωνίες (σύμβολα), μέ αντικείμενο, ουσιαστικά, νά ρυθμίσουν τή διαδικασία πού θά μποροΰσε νά έ40
41
42
3
274
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
φαρμοστεΐ σέ εί'δη εντελώς καθορισμένα (δίκαι άπό συμβόλων), δηλαδή: Ιον, σέ εμπορικές διαφορές πού ανέκυπταν ανάμεσα σέ υπηκόους τών δύο μερών πού έ'καναν τή συμφωνία ή ανάμεσα στό ενα μέρος καί τούς πολίτες τοΰ άλλου* 2ον, σέ παραβάσεις πού έ'φερναν αντιμέτωπους ώς «ενάγοντα» καί ώς «εναγόμενο» υπηκόους τής μιάς καί τής άλλης πόλης. Αυτές οί συμφωνίες, τών όποιων έχουμε επαρκή δείγματα γιά τόν 5ο αιώνα, ρύθμι ζαν λοιπόν ειδικές περιπτώσεις —επαγγελματικές θά μποροΰσε νά πει κανείς. Γι' αυτό, ή αθηναϊκή εκκλησία, άν καί ήταν συ νηθισμένη νά συζητά εξωτερικά ζητήματα, περιοριζόταν νά τίς υιοθετεί τυπικά μόνο καί νά τίς παραπέμπει γιά λεπτομερή εξέ ταση σέ ενα δικαστήριο ήλιαστών πού συνεδρίαζε υπό τήν προ εδρία τών θεσμοθετών. Αυτές οί συνθήκες άνέθεταν, κατά κα νόνα, τήν κρίση τών διαφορών στό δικαστήριο τής πόλης τοΰ εναγομένου. Έτσι, οί Αθηναίοι τοΰ 5ου αιώνα αναγκάζονταν συχνά νά δικαστούν σέ πόλεις πού ήταν άσχημα διατεθειμένες απέναντι τους* αποφάσισαν, λοιπόν, μέ άπλά ψηφίσματα ότι οί εμπορικές διαφορές ανάμεσα σέ Αθηναίους καί σέ υπηκόους τής αυτοκρατορίας, έάν προέκυπταν άπό συμφωνίες πού είχαν συνα φθεί στήν 'Αθήνα, θά διεκπεραιώνονταν άπό αθηναϊκά δικαστή ρια υπό τήν προεδρία τοΰ πολεμάρχου. Έκτος άπό αυτή τήν εξαίρεση, πού εξηγείται άπό τίς πολιτικές συνθήκες καί άπό τήν υπεροχή τοΰ εμπορίου καί τοΰ έμπορικοΰ δικαίου τής Αθήνας, μπορεί νά πει κανείς ότι οί κανόνες πού ίσχυαν στά σύμβολα καί στή δικονομία πού διαμορφώθηκε άπό αυτά δείχνουν ευρύ καί α ληθινά διεθνές πνεΰμα. Άντί νά επικαλούνται συνθήκες πού εφαρμόζονταν σέ Ολους τούς πολίτες δύο πόλεων, οί ξένοι μπορούσαν νά επιτύχουν βελ τίωση τής θέσης τους μέ ατομικά καί μονόπλευρα μέτρα. Κάθε πόλη, πραγματικά, έ'δινε λίγο πολύ αυθόρμητα στους ξένους διά φορα προνόμια. Υπήρχαν ψηφίσματα, καθώς καί συμφωνίες, ασυλίας, καί ή ασυλία συμπληρωνόταν άπό τήν ασφάλεια, δη λαδή τό απαραβίαστο τοΰ προσώπου συμπληρωνόταν μέ τό απα ραβίαστο τής περιουσίας. Τό δικαίωμα νά αποκτήσει κανείς ακί νητα, γή καί σπίτια (έγκτησις),* ή απαλλαγή άπό τούς φόρους καί τίς οφειλές πού αφορούσε ειδικά τούς ξένους (ατέλεια), ή τό δικαίωμα νά πληρώνει κανείς τούς ίδιους φόρους καί τίς ίδιες οφειλές μέ τούς πολίτες (ίσοτέλεια) δέν παραχωρούνταν παρά μόνο ώς ανταμοιβή γιά υπηρεσίες πού προσφέρθηκαν. Άλλά ή 44
45
46
47
16
9
50
275
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μεγαλύτερη τιμή πού μποροΰσε νά δοθεί σέ ξένον ήταν ή προξε 'Επί αιώνες ήταν μαζί καί ένα αξίωμα. Οί άνθρωποι μιάς πόλης, ιδιώτες ή πρεσβευτές, όταν ήταν περαστικοί άπό μιά πό λη είχαν ανάγκη νά βρουν κάποιον πού νά τούς βοηθήσει. Σ' αυ τόν τόν οικοδεσπότη ή πόλη εκδήλωνε τήν ευγνωμοσύνη της δί νοντας του τόν τίτλο τοΰ προξένου, τόν όποιο ενίσχυε, όταν επρό κειτο γιά πρόσωπο σπουδαίο, μέ τόν τίτλο τοΰ ευεργέτη. Ό τί τλος ήταν κληρονομικός* έν συνεχεία δόθηκε σέ πολλούς πολί τες τής ίδιας πόλης, καί εκείνος πού είχε πάρει αυτόν τόν τίτλο πήγαινε συχνά νά εγκατασταθεί στή δεύτερη πατρίδα του: έτσι, ή προξενιά κατέληξε νά γίνει τιμητική διάκριση. Ωστόσο έπαιξε σημαντικό ρόλο στις διεθνείς σχέσεις, καί δέν έπαψε νά εξασφα λίζει σέ μερικούς σπουδαίους ξένους τήν υψηλότερη θέση πού μποροΰσαν νά έχουν άνθρωποι στις ελληνικές πόλεις, όταν δέν ήταν πολίτες. Καί οί πρόξενοι μποροΰσαν νά γίνουν πολίτες ευ κολότερα άπό κάθε άλλον. νιά.
51
Ποιο είναι λοιπόν τό Οριο πού ξεχωρίζει τούς ξένους οποιουδή ποτε επιπέδου, μέτοικους ή Οχι, άπό τούς πολίτες; Πώς μπορεί νά παραχωρηθεί τό δικαίωμα τοΰ πολίτη σέ αυτούς πού δέν τό έχουν άπό τήν καταγωγή τους; Συχνά παρατηρούμε φανερές αντιφάσεις στή συμπεριφορά τών Ελλήνων, καί ειδικά τών Αθηναίων, σέ ό,τι άφορα τήν κα τοχή καί τήν παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Τήν ομηρι κή εποχή, ένώ ή αρχαϊκή εχθρότητα προς τόν ξένο είχε ακόμη τόσα κατάλοιπα, ό βασιλέας καί οί αρχηγοί δέν είχαν κανένα λόγο νά αντιτίθενται στις ενώσεις ντόπιων μέ ξένους, γιατί καί οί ίδιοι επιδίωκαν έπιγαμίες μέ οικογένειες ευγενών καί πλου σίων, όποια καί άν ήταν ή καταγωγή τους, καί δέν έβρισκαν κα νένα λόγο νά εμποδίσουν τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ, πού δέν εί χαν πολιτικά δικαιώματα, νά παντρευτούν Οπως ήθελαν. Οί με γάλες οικογένειες διατήρησαν γιά καιρό αυτή τήν παράδοση, ακόμη καί στις δημοκρατικές πόλεις. "Ετσι, οί πιό επιφανείς Αθηναίοι πολίτες είχαν γεννηθεί άπό μητέρες ξένες (μητρόξενοή. Ό νομοθέτης Κλεισθένης, γιος τοΰ Άλκμεωνίδη Μεγακλή, είχε τό Ονομα τοΰ παπποΰ του άπό μητέρα, τοΰ τυράννου τής Σικυώνας. Ό Πεισίστρατος είχε δύο γιους άπό τήν Άργεία Τιμώνασσα. Ό Κίμων, γιος μιάς πριγκίπισσας άπό τή Θράκη, παντρεύτηκε πιθανότατα μιά γυναίκα άπό τήν Αρκαδία. Ό 276
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Θουκυδίδης πήρε γυναίκα κάποιαν ονόματι Ήγησιπύλη, πού ήταν συνονόματη καί καταγόταν άπό τήν ίδια οικογένεια μέ τή μητέρα τοΰ Κίμωνα. Ό Θεμιστοκλής είχε μητέρα ή άπό τό "Αργός ή άπό τήν Ακαρνανία, πάντως ξένη. Παρά τήν κλίση αυτή προς τούς μεικτούς γάμους, οί ολιγαρχικοί ήταν, κατ' αρ χήν, φειδωλοί στό νά παρέχουν πολιτικά δικαιώματα: ένώ ζ η τούσαν νά μειώσουν τήν άξια τους, δέν ήταν διατεθειμένοι νά επεκτείνουν τό ευεργέτημα τους. Μετά άπό τήν πτώση τών Πεισιστρατιδών, ό αρχηγός τοΰ ολιγαρχικού κόμματος, ό Ίσαγόρας, έσβησε άπό τούς καταλόγους τών πολιτών όλους όσους εί χαν εγγράψει οί τύραννοι χωρίς νά πρέπει. Ή Σπάρτη, πού έδιωχνε εύκολα τούς ξένους, δέν παραχώρησε σχεδόν ποτέ τί τλους πολιτογράφησης* ό Ηρόδοτος δέν ήξερε παρά δύο παρα δείγματα. Τόν 4ο αιώνα ακόμη, ή Αίγινα, τά Μέγαρα, ή Λα κεδαίμονα, άλλά καί μιά μικρή πόλη όπως ό Ώρεός, στό σημείο αυτό παρουσίαζαν μεγάλη αδιαλλαξία. Στις δημοκρατικές πό λεις, αντίθετα, ή παράδοση ήταν ευνοϊκή γιά τούς ξένους, τουλά χιστον πριν άπό τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα. "Ηδη ό Σόλων προσέλ κυσε στήν Αττική τούς επαγγελματίες, δίνοντας τους πολιτικά δικαιώματα* ό Πεισίστρατος υπήρξε τό ίδιο φιλελεύθερος σέ αυτό τό σημείο· ό Κλεισθένης έγραψε στον κατάλογο πού είχε εκκαθαριστεί άπό τούς αντιπάλους του μεγάλο αριθμό μετοίκων, 52
53
54
55
56
ακόμη καί δούλων.
57
"Ετσι ήταν τά πράγματα ώς τήν εποχή πού ή εμπορική ευη μερία τοΰ Πειραιά καί ή δύναμη τής ναυτικής αυτοκρατορίας εξασφάλισαν στον τίτλο τοΰ πολίτη μεγάλα πλεονεκτήματα. Τό τε ό λαός βρήκε πιό ωφέλιμο νά περιορίσει τόν αριθμό τών με τόχων σ' αυτά. Είδαμε ότι ό ίδιος ό Περικλής πέρασε ένα νόμο σύμφωνα μέ τόν όποιο δέν θά γινόταν πολίτης παρά μόνο εκεί νος πού είχε γεννηθεί άπό πατέρα καί μητέρα Αθηναίους. Τό δικαίωμα τοΰ πολίτη γινόταν προνόμιο, ή παραχώρηση τοΰ ό ποιου απέβαινε δύσκολη καί περιβαλλόταν μέ τίς πιό επίσημες διατυπώσεις. Κι αυτές οί προφυλάξεις δέν ήταν αρκετές. Σέ με γάλες ευκαιρίες, ή εκκλησία ψήφιζε μιά γενική αναθεώρηση (διαψήφιαις) τών καταλόγων τών πολιτών στους δήμους: έτσι έγινε τό 445 /4, γιά νά εμποδίσουν τούς παρείσακτους νά λάβουν μέρος σέ κάποια έκτακτη διανομή σταριοΰ. Τόν 5ο αιώνα ό λαός δέν είχε καθόλου διάθεση νά κάνει κα τάχρηση τοΰ δικαιώματος του νά δίνει σέ ξένους τόν τίτλο τοΰ 58
59
277
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
πολίτη. Τόν παραχωρούσε είτε σέ πρόσωπα είτε σέ κατηγορίες ανθρώπων, άλλά πάντα γιά ειδικούς λόγους. Ό Περικλής τόν ζήτησε γιά τό γιό πού είχε άπό τήν Ασπασία τή Μιλησία καί τόν όποιο ειχε αποκλείσει μέ τό νόμο του. Ό Θρασύβουλος ό Καλυδώνιος τόν απέκτησε (409) γιά ανταμοιβή μιάς άξιας πρά ξης: τό φόνο τοΰ Φρύνιχου, τής κολασμένης ψυχής τών Τετρα κοσίων. Τό 406 έ'γιναν πολίτες Ολοι οί μέτοικοι πού υπηρέτη σαν ώς κωπηλάτες στό νικηφόρο στόλο τών Άργινουσών τό 401 /400, όλοι όσοι έ'τρεξαν στή Φυλή νά ενωθούν μέ τούς ελευ θερωτές τής δημοκρατίας. Πολύ πιο σημαντικές διαστάσεις μποροΰσε νά πάρει ή εκχώ ρηση πολιτικών δικαιωμάτων σέ όλα τά μέλη μιάς ξένης κοινό τητας ή τουλάχιστον στά μέλη τής κοινότητας πού θά ζητοΰσαν αυτά τά δικαιώματα. Άλλά αυτές οί περιπτώσεις παρουσιάζον ται σέ εξαιρετικές μόνο περιστάσεις. Στά μέσα τοΰ 6ου αιώνα οί κάτοικοι τών Δελφών, άπό ευγνωμοσύνη προς τόν Κροίσο γιά τά δώρα πού τούς έ'στειλε, πρόσφεραν πολιτικά δικαιώματα σέ όποιον Λυδό θά τά ζητούσε: ωστόσο πρόκειται γιά τιμητική προσφορά πού δέν ειχε συνέχεια. Δέν ήταν τό ίδιο τόν 5ο αιώνα, δταν ή Αθήνα άπό πολιτικό ενδιαφέρον δέχτηκε τροποποιήσεις στό νόμο τοΰ 451 /50 γιά χάρη μερικών πόλεων. Στους Εύβοεΐς δέν πρόσφερε πολιτικά δικαιώματα, άλλά ενα ουσιαστικό μέρος τους, τήν έπιγαμία: αναγνώριζε τή νομιμότητα τών γάμων ανά μεσα σέ Αθηναίους καί γυναίκες άπό τήν Εύβοια ή τό αντίθετο, καί επομένως έδινε πολιτικά δικαιώματα στά παιδιά τους. Κα τά τόν πελοποννησιακό πόλεμο προχώρησε περισσότερο: δέχτη κε μέ ανοιχτές αγκάλες τούς κατοίκους πόλεων πού είχαν υπο φέρει γιά χάρη της. Οί Πλαταιεΐς πού τό 427, μετά άπό τήν καταστροφή τής πόλης τους, κατέφυγαν στήν Αθήνα, πήραν πολιτικά δικαιώματα: άφοΰ έγινε ατομικός έλεγχος τών τίτλων τους άπό τή δικαστική εξουσία, μοιράστηκαν ανάμεσα στους δήμους καί στις φυλές καί πήραν τά ίδια δικαιώματα μέ τούς Αθηναίους, εκτός άπό τήν ανάδειξη στό αξίωμα τών αρχόντων καί στις ίεροσύνες. Τό 405, μετά άπό τήν ήττα στους Αιγός Ποταμούς, ή Αθήνα θέλησε νά ανταμείψει τήν πίστη τής Σά μου: οί Σάμιοι εξισώθηκαν μέ τούς Αθηναίους, ένώ κράτησαν τό σύνταγμα τους, τή δικαιοσύνη τους, τήν αυτονομία τους. Εγκαινιάστηκε έτσι μιά πολιτική πού θά μεταμόρφωνε ριζικά τήν αθηναϊκή συμμαχία καί ίσως θά άλλαζε τήν πορεία τής ίστο60
61
62
63
64
65
66
67
278
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
ρίας, έάν, άντί νά γίνει τήν τελευταία στιγμή σέ κατάσταση απελ πισίας, είχε ακολουθηθεί νωρίτερα καί σέ μεγαλύτερη έκταση. Αρκετά δμως μιλήσαμε γιά τά μέσα πού χρησιμοποίησαν οί Έλληνες τοΰ 5ου αιώνα προκειμένου νά μετριάσουν, στο διεθνές καί στο εσωτερικό δημόσιο δίκαιο, παλαιά μίση γιά τούς ξένους, προσέχοντας νά μή θίξουν τήν αυτονομία τών πόλεων. Ά ς δούμε πώς κατάφεραν, χωρίς φόβο μήπως πειράξουν τήν αυτονομία, νά ενώσουν παλαιά κυρίαρχες πόλεις μέσα σέ βιώσιμες συμμα χίες καί ομοσπονδίες. Β' 0 1 ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ
Τόν 5ο αιώνα σχηματίστηκαν δύο μεγάλες συμμαχίες, πού απο τέλεσαν δραστικές απόπειρες γιά νά τερματιστεί ό απομονωτι σμός τών πόλεων. Μέ τούς Σπαρτιάτες καί τούς Αθηναίους επι κεφαλής, θά μποροΰσαν νά αρχίσουν ένα ώραΐο έργο ενοποίησης, έάν ό ανταγωνισμός τους δέν έριχνε τή μιά εναντίον τής άλλης, μέ αποτέλεσμα νά διαιωνιστεί ό κατακερματισμός. 1. Ή σπαρτιατική
συμμαχία
Ή σπαρτιατική συμμαχία, πού έπαιξε τόσο μεγάλο ρόλο επί δύο αιώνες, δέν απέκτησε ποτέ πραγματικά ισχυρή οργάνωση. Ιδρύθηκε άπό τή Σπάρτη κατά τά μέσα τοΰ 6ου αιώνα, ύστερα άπό τήν κατάκτηση τής Μεσσηνίας καί τήν ήττα τοΰ "Αργούς, καί κράτησε πάντα τόν βασικά στρατιωτικό χαρακτήρα καί τό ολιγαρχικό πνεΰμα πού Οφειλε στήν καταγωγή της. "Οταν επε κτάθηκε στήν Κόρινθο ύστερα άπό τήν πτώση τών Κυψελίδων, στά Μέγαρα ύστερα άπό τήν πτώση τοΰ Θεαγένη, καί ίσως μιά στιγμή στήν Αθήνα μετά άπό τήν πτώση τών Πεισιστρατιδών, ή Σπάρτη άντλησε άπό αυτήν τεράστια δύναμη, μόλο πού δέν τόλμησε νά θίξει τήν αυτονομία τών συμμαχικών πόλεων, ούτε ακόμη νά θέσει τούς στρατούς τους ύπό τίς διαταγές δικών της αξιωματικών. Κατά τή μηδική εισβολή ή συμμαχία ειδε όλες τίς πόλεις πού ετοιμάζονταν γιά αντίσταση νά στρέφονται προς αυτήν γιά βοήθεια* έτσι μεταβλήθηκε αυτόματα σέ πανελλήνια συμμαχία, πού εμπιστεύτηκε τήν ανώτατη διοίκηση κατά ξηρά καί θάλασσα στους Σπαρτιάτες. Άλλά αυτή ή καινούρια συμ68
69
279
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μαχία, πού φαινόταν νά ενώνει τό μεγαλύτερο μέρος τής Ελλά δας, ήταν ακόμη λιγότερο κατάλληλη άπό τήν παλαιότερη γιά τήν ενοποίηση. Οί απεσταλμένοι τών πόλεων (πρόβουλοι), πού συγκεντρώθηκαν στον Ισθμό, δέν μπόρεσαν νά συνεννοηθούν παρά μόνο γιά τό στρατό πού θά πρόσφεραν, γιά τίς πρεσβείες πού θά έ'στελναν στις αποικίες, γιά τούς όρκους πού θά αντάλ λασσαν, γιά τίς κατάρες πού θά άπάγγελναν κατά τών πόλεων πού πρόδωσαν τήν εθνική υπόθεση. Έπειτα εξαφανίστηκαν, καί δέν υπήρχε τίποτε άλλο πού νά θυμίζει Οτι οί Έλληνες ενερ γούσαν άπό κοινού έκτος άπό τά πολεμικά συμβούλια, δπου οί στρατηγοί τών συμμάχων συζητούσαν υπό τήν προεδρία τοΰ Σπαρτιάτη αρχιστράτηγου. Μετά άπό τή νίκη οί Αθηναίοι μπόρεσαν, χωρίς νά παραβιάσουν καμιά υποχρέωση, χωρίς νά καταγγείλουν καμιά δέσμευση, χωρίς νά βγουν άπό τή συμμα χία, νά ιδρύσουν μιάν ανταγωνιστική συμμαχία. Ή Σπάρτη, υποχωρώντας χωρίς λύπη δώθε άπό τόν Ισθμό, θέλησε τουλά χιστον νά ελέγχει κάπως καλύτερα τούς Πελοποννήσιούς της. "Ισως κατά τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα συντελέστηκε ή μεταρρύθμι ση, τής οποίας τά αποτελέσματα μάς παρουσιάζονται κάπου εί κοσι χρόνια αργότερα. Οί Λακεδαιμόνιοι καί οί σύμμαχοι: αυτό είναι τό επίσημο Ονομα τής συμμαχίας. Δηλώνει έ'να δυαδικό καθεστώς καί τήν υπαγωγή ανώνυμων πόλεων στήν πόλη πού διευθύνει" δηλώνει επίσης τήν ύπαρξη συμμάχων πού δέν είναι μόνο δεμένοι μέ τή Σπάρτη μέ διμερές σύμφωνο, άλλά είναι ενωμένοι καί μεταξύ τους μέ αμοιβαίες σχέσεις. Δέν πρόκειται γιά άπλή συμμαχία, ούτε όμως γιά ομόσπονδο κράτος* πρόκειται γιά μιά ένωση πό λεων πού είναι σύμφωνες γιά τή διαρκή αναγκαιότητα κοινών ενεργειών απέναντι σέ άλλες πόλεις καί οί οποίες αναγνωρίζουν τήν ηγεμονία στήν ισχυρότερη τους. Δέν υπάρχουν ομοσπονδια κά πολιτικά δικαιώματα, καί ή συμμαχία δέν δίνει διαταγές στους πολίτες άλλά μόνο, καί σέ καθορισμένες περιπτώσεις, στις αρχές τών πόλεων τοΰ συνασπισμού. Ή αυτονομία τών πόλεων είναι εξασφαλισμένη: διατηρούν δλες τό σύνταγμα τους, τούς νόμους, τή διοίκηση, τή δικαιοσύνη τους. Ακόμη περισσότερο, έχουν μεταξύ τους τέτοιες σχέσεις, πού συχνά καταλήγουν νά είναι εχθρικές. Ή Σπάρτη καταβάλλει μάταιες προσπάθειες γιά νά ρυθμίζονται οί διαφορές τους μέ διαιτησία. Καμιά φορά κα ταφεύγουν στά όπλα, καί βλέπουμε τή συμμαχία αναγκασμένη 70
71
72
73
74
75
76
77
280
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
νά απαγορεύσει, στήν κάθε ομόσπονδη πόλη νά αρχίσει εχθρο πραξίες μέ άλλην στή διάρκεια κοινής εκστρατείας. Κατά τά λοιπά, άν καί τυπικά δέν μπορεί νά επέμβει στήν εσωτερική πο λιτική, ή Σπάρτη ενεργεί πάντα ολιγαρχικά, είτε μέ τό παρά δειγμα της, είτε μέ ηθική πίεση, ακόμη καί μέ απροκάλυπτη βία. Άλλά κύριος σκοπός τής συμμαχίας είναι ή κοινή άμυνα. Θά λέγαμε ότι τό συμβούλιο, τό κύριο Οργανο της, συνέρχεται μόνο όταν πρόκειται νά συσκεφθεΐ γιά κήρυξη πολέμου, γιά σύ ναψη ανακωχής, γιά προτάσεις ειρήνης. Δέν έχει λοιπόν συνεχή ύπαρξη. "Οταν οί περιστάσεις τό απαιτούν, ή Σπάρτη καλεί τίς πόλεις νά στείλουν τούς αντιπροσώπους τους, γιά νά συζητήσουν κοινά προβλήματα. Ό τρόπος μέ τόν όποιο κηρύχτηκε ό πόλεμος κατά τών Αθη ναίων τό 432 δείχνει καλά ποιά είναι τά ιδιαίτερα δικαιώματα τών Λακεδαιμονίων καί τών συμμάχων. Οί Κορίνθιοι, παίρνον τας πρωτοβουλία, στέλνουν αντιπροσώπους τους στή Σπάρτη, γιά νά κατηγορήσουν τούς Αθηναίους ότι κατέλυσαν τίς συνθή κες" άλλά αυτή ή πρωτοβουλία δέν μπορεί νά θέσει σέ κίνηση τό συμμαχικό συμβούλιο: Οί Κορίνθιοι εκθέτουν τά παράπονα τους σέ μιά συγκέντρωση τών Σπαρτιατών, όπου έρχονται καί οί Αθηναίοι πρεσβευτές γιά νά απαντήσουν. Πρέπει νά αποσυρ θούν οί ξένοι, γιά νά μετατραπεί αυτή ή έκτακτη συγκέντρωση (σύλλογος) σέ κανονική συνέλευση (άπέλλα): οί Σπαρτιάτες συ ζητούν μεταξύ τους καί ψηφίζουν πόλεμο. Άλλά αυτή ή απόφα ση ισχύει μόνο γιά τούς Λακεδαιμόνιους. Μένει νά εξασφαλίσουν τήν προσχώρηση τών συμμάχων. Ή Σπάρτη συγκαλεί τούς αν τιπροσώπους τους. Αυτοί είναι εφοδιασμένοι φυσικά μέ δεσμευ τική εντολή. Συνεδριάζουν υπό τήν προεδρία τών εφόρων. Κάθε πόλη, όποια καί άν είναι ή σημασία της, δέν διαθέτει παρά μία ψήφο, καί οί μικροί τείνουν, όπως πάντα, νά ψηφίσουν ό,τι καί ή μεγάλη δύναμη πού διευθύνει. Μιά μεγάλη πλειοψηφία κηρύσ σει τόν πόλεμο. Α υ τ ή ν τή φορά έχει ληφθεί ή απόφαση, καί τό συμβούλιο συσκέπτεται αμέσως γιά τήν προετοιμασία τής επι στράτευσης. Έτσι οί αποφάσεις τών συμμάχων δέν μπορούν νά υπερισχύ σουν απέναντι στις αποφάσεις τών Λακεδαιμονίων" άλλά οί κοι νές αποφάσεις έχουν δύναμη νόμου καί εξαναγκάζουν όλες τίς πόλεις. Ένας παλαιός όρκος τίς υποχρεώνει νά συμμορφωθούν μέ τίς αποφάσεις τής πλειοψηφίας, «έκτος άν εμποδίσουν οί θεοί 78
79
80
81
82
281
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
καί οί ήρωες». Ή αποστολή του συμβουλίου λήγει μετά τήν ψηφοφορία* τό μόνο πού τοΰ μένει είναι νά διαλυθεί, καί δέν α φήνει πίσω του ούτε μιά εκτελεστική επιτροπή. Ή εκτέλεση τών αποφάσεων ανήκει αποκλειστικά στους Λα κεδαιμονίους. Είναι μάλιστα εξουσιοδοτημένοι, σέ επείγουσα πε ρίπτωση, γιά νά υπερασπίσουν μιά πόλη άπό ξαφνική επίθεση ή γιά νά λάβουν μέτρα εναντίον μιάς πόλης πού αποστάτησε, νά εκστρατεύουν οί ίδιοι καί νά καλούν όσες συμμαχικές δυνά μεις κρίνουν αναγκαίες, χωρίς νά συμβουλευτούν προηγούμενα τό συμβούλιο. Άλλά πρέπει νά έχει αποδειχτεί αναμφισβήτητα ή ύπαρξη επείγουσας ανάγκης: τό πνεύμα τής αυτονομίας είναι ευαίσθητο, καί ή υποχρέωση αποστολής στρατευμάτων έπειτα άπό εντολή ενός ξένου αρχηγού μοιάζει πολύ μέ τήν πιό ταπει νωτική υποτέλεια. Σέ κανονικές περιστάσεις οί Λακεδαιμόνιοι στέλνουν αγγελιοφόρους, γιά νά αναγγείλουν σέ κάθε πόλη πό σους άντρες πρέπει νά δώσει καί πότε θά έκστρατεύσουν όσον άφορα τούς ίδιους, όλα κανονίζονται άπό τήν άπέλλα καί τούς εφόρους. Κατά τούς μηδικούς πολέμους τά εκστρατευτικά σώ ματα ήταν υπό τίς διαταγές αρχηγών διορισμένων άπό τίς πό λεις* κατά τόν πελοποννησιακό πόλεμο έχουν επικεφαλής τους, άπό τήν πρώτη μέρα, αξιωματικούς τοΰ σπαρτιατικού επιτελεί ου, ξένους διοικητές (ξεναγούς). Επειδή ή άρχή τής αυτονο μίας αντιτίθεται στήν επιβολή ομοσπονδιακού φόρου, κάθε πόλη φροντίζει γιά τή συντήρηση τοΰ στρατού της καί δέν πληρώνει, σέ περίπτωση ανάγκης, παρά εθελούσιες συνεισφορές. Τελικά, ό οργανισμός πού διευθύνεται άπό τή Σπάρτη, σωστά ονομάζεται άπό τούς ιστορικούς άλλοτε σπαρτιατική καί άλλοτε πελοποννησιακή συμμαχία* γιατί ή ισχυρή ηγεμονία τής Σπάρ της επιβαλλόταν στις πόλεις ώς προς τή διπλωματία καί τά στρατιωτικά, άλλά τούς άφηνε πλήρη ελευθερία γιά τά υπόλοιπα. 83
84
85
66
87
2. Ή αθηναϊκή
συνομοσπονδία
Ή αθηναϊκή συνομοσπονδία, πού σχηματίστηκε στους κόλπους τής πανελλήνιας συμμαχίας τό 478 καί αποσπάστηκε μόνο μετά άπό τό 464, έδωσε στους Έλληνες, περισσότερο άπ' ό,τι ή σπαρ τιατική συμμαχία, ένα παράδειγμα αύτοΰ πού μποροΰσε νά είναι ή πολιτική ενότητα μεγάλου αριθμού πόλεων ύπό τήν πρωτοκα θεδρία μιάς πόλης. 282
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Μετά άπό τή νίκη τής Μυκάλης οί νησιώτες πού αποτίναξαν τόν περσικό ζυγό έγιναν δεκτοί στήν πανελλήνια συμμαχία" άλλά οί Λακεδαιμόνιοι, κουρασμένοι άπό τό ναυτικό πόλεμο, ανέθεσαν στους Αθηναίους τή φροντίδα νά προστατεύσουν τούς "Ιωνες τής μικρασιατικής ξηράς. Ή αντίθεση ανάμεσα στήν προδοτική φιλοδοξία τοΰ Σπαρτιάτη Παυσανία καί στις υπηρεσίες πού πρό σφερε ό αθηναϊκός στόλος στήν κοινή υπόθεση έκανε τούς στρα τηγούς τών παραλιακών πόλεων τοΰ Αιγαίου, έξω άπό τίς πελο ποννησιακές, νά δώσουν στους Αθηναίους τήν ηγεμονία, δηλα δή τήν αρχηγία, γιά τή διάρκεια τοΰ πολέμου. Α υ τ ή ή συμμα χία τών ναυτικών πόλεων μεταμορφώθηκε αμέσως σέ μιά συνο μοσπονδία μέ κέντρο τό ναό τοΰ Απόλλωνα στή Δήλο. Περιέ λαβε τήν Εύβοια, τίς Κυκλάδες, τά νησιά τής ασιατικής ακτής, τά λιμάνια τής Ιωνίας καί τής Αίολίδας, τοΰ Ελλήσποντου καί τής Προποντίδας, σέ λίγο τά περισσότερα ελληνικά λιμάνια στή Θράκη, αργότερα τά λιμάνια τής Καρίας. Στήν άρχή, ή ναυτική συνομοσπονδία τής 'Αθήνας μοιάζει σέ πολλά σημεία τών θεσμών της μέ τήν ηπειρωτική συμμαχία τής Πελοποννήσου. Μέ τό επίσημο ονομά της, Αθηναίοι και σύμμαχοι, εκφράζει τόν δυαδικό χαρακτήρα της* δέν έχει κοινά πολιτικά δικαιώματα* δέν ασκεί εξουσία πάνω στους ιδιώτες πα ρά μόνο μέ τή μεσολάβηση τών πόλεων, πού θεωρούνται αυτό νομες* κύριο Οργανο της είναι ένα συμβούλιο, Οπου όλες οί αν τιπροσωπείες έχουν ίσο δικαίωμα ψήφου. 'Αλλά άπό τήν άρχή έχει τή σφραγίδα της. Καθώς στόχος της δέν είναι ό αγώνας ε ναντίον οποιουδήποτε επιδρομέα, άλλά αποκλειστικά ό πόλεμος μέ τούς Μήδους, καί άλλωστε αποτελείται μόνο άπό ναυτικές πόλεις, έχει ανάγκη άπό μεγάλο στόλο. Έάν λοιπόν είναι εύκολο καί συμφέρον νά απαιτεί ομοιογενείς μοίρες στόλου άπό τίς με γάλες πόλεις, θά ήταν καθαρή τρέλα νά ζητά άπό πόλεις δευτέ ρας ή τρίτης τάξεως ένα ή περισσότερα πλοία, γιατί αυτές οί μο νάδες θά ήταν πολύ σκόρπιες καί πολύ ανόμοιες. Πρέπει λοιπόν Ολες οί πόλεις πού δέν εκπληρώνουν τίς υποχρεώσεις τους μέ πλοία νά δώσουν χρήματα. Ή συνομοσπονδία είχε πάντα ένα ταμείο, πού τό τροφοδοτούσε ένας ετήσιος φόρος. Τό μεγάλο έργο τοΰ Αριστείδη, αληθινό θαύμα πολιτικής φρόνησης, υπήρ ξε ό κατάλογος τών πόρων πού διέθετε ένας τόσο μεγάλος αριθ μός πόλεων, ή εκτίμηση τής ικανότητας τής καθεμιάς νά συ νεισφέρει, καί ή κατανομή τών 460 ταλάντων πού ήταν αναγκαία 88
89
90
91
92
93
283
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στή συνομοσπονδία —καί δλα αυτά μέ τή γενική ικανοποίηση τών ενδιαφερομένων. "Οταν δμως οί Πέρσες εξαφανίστηκαν άπο τό Αιγαίο, οί ομό σπονδες πόλεις άρχισαν νά αναρωτιούνται γιά ποιο λόγο εξακο λουθούσαν νά εκπληρώνουν τίς υποχρεώσεις τους. Ανάμεσα σέ αυτές καί στήν πόλη πού ειχε τή διεύθυνση ή διάσταση τών συμφερόντων δλο καί θά μεγαλώνει. Δέν θά υπάρχουν πιά παρά λίγες πόλεις πού θά προσφέρουν πλοία, καί στό βαθμό πού θά μειώνονται οί ναυτικές δυνάμεις τών συμμάχων, ή 'Αθήνα θά αυξάνει τίς δικές της. Ό συνολικός φόρος σπάνια θά είναι ανώ τερος, συχνά μάλιστα θά είναι κατώτερος, άπό εκείνον πού κα θόρισε ό Αριστείδης, άν καί θά πληρώνεται άπό μεγαλύτερο αριθμό πόλεων παρ' όλα αυτά δέν θά πάψουν οί διαμαρτυρίες. Ή 'Αθήνα δέν έχει καμία διάθεση νά επέμβει στις εσωτερικές φιλονικίες τών πόλεων, νά θίξει τήν αυτονομία τους. "Οταν Ομως αυτές φτάνουν σέ εμφύλιο πόλεμο, καί οί οπαδοί τής ολιγαρχίας διαπραγματεύονται μέ τή Σπάρτη, οί Αθηναίοι είναι αναγκα σμένοι νά ανταποκριθούν στήν έκκληση τών δημοκρατικών καί, άν ή κακή διάθεση φτάσει ώς τήν αποχώρηση άπό τή συμμαχία, πρέπει, άφοΰ καταστείλουν τήν ανταρσία, νά λάβουν τά μέτρα τους γιά τό μέλλον. "Οταν οί καθυστερήσεις πληρωμής ξεπερνοΰν τά όρια, υποχρεώνονται νά καταφύγουν στον εξαναγκασμό. "Ετσι ή άττικο-δηλιακή ομοσπονδία (συμμαχία) μετατρέπεται σέ αθηναϊκή αυτοκρατορία (άρχή). Στή διπλωματική γλώσσα, ή 'Αθήνα εξακολουθεί νά μιλά γιά συμμάχους, ή χρησιμοποιεί τόν κοινό καί αόριστο Ορο πόλεις" στήν καθημερινή ομιλία γί νεται λόγος γιά υπηκόους καί υποτελείς (φορολογούμενους). Ή μεταβολή άρχισε τό 469, όταν ή Νάξος έδωσε τό πρώτο πα ράδειγμα αποχώρησης, καί ήταν τετελεσμένο γεγονός τό 454, όταν αποφασίστηκε νά μεταφερθεί στήν Ακρόπολη τών Αθηνών τό ταμείο —πού ώς τότε τό διαχειρίζονταν Αθηναίοι (οί έλληνοταμίαι) άλλά ήταν κατατεθειμένο στό ναό τοΰ Απόλλωνα στή Δήλο— καί νά τεθεί ύπό τήν προστασία τής Αθηνάς. Αυτό τό μέτρο πάρθηκε μέ πρόταση τών Σαμίων προφανώς ήταν ή τελευταία πράξη τοΰ συμβουλίου τής συνομοσπονδίας: δέν ακού στηκε ποτέ πιά νά μιλούν γι' αυτό. "Ολοι οί θεσμοί τής συμμαχίας, άπό συνομοσπονδιακοί γί νονται αυτοκρατορικοί. Παλαιότερα, ή κατάσταση τών πόλεων καθοριζόταν άπό διμερείς συνθήκες, γενικά μέτρα πού λαμβά94
95
96
97
99
98
100
284
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
νονταν μέ αποφάσεις τοΰ συμβουλίου* ή αθηναϊκή εκκλησία πε ριοριζόταν πιθανότατα νά επικυρώνει τίς πράξεις καί νά τίς φέρ νει σέ σημείο πού νά μποροΰν νά εκτελεστούν. Στό έξης δμως κανονίζει τά πάντα. "Οταν μιά πόλη πού αποστάτησε αναγκάζε ται νά υποταχθεί, όταν μιά πόλη πού συνταράσσεται άπό διχό νοιες δίνει στήν άρχουσα πόλη τήν ευκαιρία νά επέμβει στις υ ποθέσεις της, σέ οποιαδήποτε περίπτωση καί μέ οποιοδήποτε πρόσχημα, οί Αθηναίοι συντάσσουν γιά τούς συμμάχους άρθρα συντάγματος, κανόνες εσωτερικής διοίκησης, δρους συμβιβα σμού τών φατριών. Όλόκληρη σειρά άπό κείμενα μάς τούς δεί χνει νά επιβάλλουν τίς θελήσεις τους σέ επαναστατημένες ή σέ ύποπτες πόλεις. Άφοΰ ή κεντρική εξουσία συνήθισε τίς πόλεις νά δέχονται τίς διαταγές της, βρήκε πιο βολικό νά τίς κατατάξει σέ περιφέρειες: τό 4 4 6 / 5 , δημιούργησε πέντε: τά Νησιά, τήν Καρία, τήν Ιωνία, τόν Ελλήσποντο καί τή Θράκη. Δέν διστά ζει τότε νά παίρνει μέτρα πού νά εφαρμόζονται σέ μιά όλόκληρη περιοχή. Στό τέλος νομοθετεί γιά Ολη τήν αυτοκρατορία: δη μοσιεύει γενικές διατάξεις γιά τήν εσωτερική διοίκηση τών πό λεων, γιά τήν πληρωμή τών φόρων, γιά τίς απαρχές πού οφεί λονταν στις θεές τής Ελευσίνας, γιά τή νομισματική ενότητα. Μιά χαρακτηριστική αλλαγή εισάγεται στον τύπο τοΰ όρκου μέ τόν όποιο οί ομόσπονδες πόλεις αναλαμβάνουν τήν υποχρέωση νά μήν αποστατήσουν: κατά τό 465 ακόμη δεσμεύονταν απέ ναντι στους «Αθηναίους καί στους συμμάχους»* άπό τό 450 υπόσχονται πίστη καί υπακοή στον «αθηναϊκό λαό» (πείθομαι τώι δήμωι τώι Αθηναίων). Δέν πρόκειται πιά γιά συνομόσπονδες πόλεις πού υποστηρίζονται αμοιβαία απέναντι στους Μήδους, άλλά γιά πόλεις υπηκόους, πού υποχρεώνονται νά έχουν τούς ίδιους φίλους καί τούς ίδιους εχθρούς μέ τήν πόλη πού εχει τήν ηγεσία, οφείλουν νά τής προσφέρουν στρατό, γιά νά πολεμή σει στήν Αίγινα, στή Σάμο, εναντίον τών Πελοποννησίων, εναν τίον τών Συρακουσών. Δέν πρόκειται πιά νά πληρώνουν στή Δήλο συνδρομή, γιά νά εξασφαλίζεται ή κοινή άμυνα* τό ποσό πού στέλνουν στήν Αθήνα είναι ενας φόρος. Κάθε πόλη φορολο γείται άπό τήν αθηναϊκή βουλή, σύμφωνα μέ τίς εκτιμήσεις Α θηναίων αρχόντων (τών τακτών), καί οί ενστάσεις εισάγονται άπό άλλους Αθηναίους άρχοντες (τούς εισαγωγείς) στά αθηναϊ κά δικαστήρια. Τά καθορισμένα ποσά μεταφέρονται άπό τούς αντιπροσώπους τών πόλεων κατά τά Μεγάλα Διονύσια, κατα101
102
103
104
105
106
107
108
285
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βάλλονται στους άποδέκτας, καί τελικά μεταβιβάζονται στους ταμίες τής θεάς, πού άγρυπνος φύλακας έχει δικαίωμα νά ει σπράξει γιά τούς κόπους της τό ένα εξηκοστό. Κάθε αναβολή πληρωμής είναι ένα προνόμιο πού μόνο άπό τήν εκκλησία μπο ρεί νά παραχωρηθεί. Κάθε αδικαιολόγητη καθυστέρηση επισύρει μιά ποινή πού προστίθεται στό φόρο: τήν έπιφορά. Ό δικαι ούχος λαός, γιά νά εισπράξει τήν οφειλή στέλνει εισπράκτορες (έκλογεϊς)' έάν προβλέπεται κάποια αντίσταση, αναθέτει τήν εκτέλεση σέ στρατηγούς επικεφαλής μιάς μοίρας πολεμικών πλοίων. Ό εξαναγκασμός γινόταν ανυπόφορος άπό τό γεγονός ότι τά χρήματα αυτού τοΰ φόρου δέν χρησίμευαν πιά μόνο στήν κατασκευή καί στή συντήρηση τοΰ στόλου. Ό Περικλής έθετε ώς άρχή ότι γιά αντάλλαγμα τών ποσών πού πλήρωναν οί πόλεις ή 'Αθήνα αναλάμβανε νά εξασφαλίσει τήν άμυνα τους μέ τό στό λο της' άπό τή στιγμή πού ζοΰσαν μέ κάθε ασφάλεια, ή 'Αθήνα μποροΰσε νά διαθέτει ελεύθερα τά χρήματα τοΰ συμμαχικού τα μείου: Θεωρία πού συχνά αμφισβητούσαν οί ενδιαφερόμενοι καί οί ολιγαρχικοί τής Αθήνας, άλλά πού επικράτησε. Οί διαχει ριστές τοΰ φόρου, οί έλληνοταμίαι, επιχορήγησαν μερικές δαπά νες γιά τά μνημεία τής Ακρόπολης. Παρότι δέν χρειάστηκε ποτέ νά διαθέσουν μεγάλα κονδύλια γι' αυτόν τό σκοπό, δέν ήταν λίγο, ώς άρχή, νά υποχρεώνονται οί συμμαχικές πόλεις νά συμ βάλλουν στις πολυτελείς δαπάνες τής αθηναϊκής δημοκρατίας. Μπορούμε νά φανταστούμε τί απέγινε, μέ τέτοιες συνθήκες, ή αυτονομία πού υποσχέθηκαν τόν πρώτο καιρό στους συμμά χους. Δέν υπήρχε πιά παρά μόνο στις λίγες πόλεις πού ήταν σέ θέση νά ξεφύγουν άπό τή φορολογία συμβάλλοντας μέ ναυτικές δυνάμεις. Στις άλλες ή 'Αθήνα τήν υποσχόταν μόνο ύστερα άπό τήν πίεση τών γεγονότων. Στις πόλεις όπου δέν υπήρχε λόγος αθηναϊκής επέμβασης τό ολιγαρχικό καθεστώς μπόρεσε νά διατηρηθεί αρκετό καιρό: ή Μίλητος, παραδείγματος χάρη, τό διατήρησε ώς τό 450. Άλλά άπό τή στιγμή πού καλούσαν τήν Αθήνα κάπου γιά νά αποκαταστήσει τήν εσωτερική ειρήνη, καί κυρίως άπό τή στιγμή πού αυτή κατάλαβε ότι οί παραχω ρήσεις της προς τίς ολιγαρχικές πόλεις δέν άλλαζαν τίς διαθέσεις τους απέναντι της, έγινε ανοιχτά ό δραστήριος υποστηρικτής τής δημοκρατίας. "Ηδη κατά τό 465 οί Αθηναίοι στέλνουν στις Ερυθρές, ύστε ρα άπό μιά επανάσταση, μιά φρουρά, τήν οποία διοικούσε ένας 109
110
111
112
113
114
115
116
117
286
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
φρούραρχος, καί επισκόπους (επιτηρητές, επιτρόπους). Χωρίς χρονοτριβή, οργανώνουν τή βουλή τών Έρυθραίων κατά τό πρό τυπο τής δικής τους καί καθορίζουν τόν τύπο τοΰ όρκου πού θά δώσουν οί βουλευτές γιά νά δεσμευτούν νά ασκήσουν τό λειτούρ γημα τους γιά τό κοινό καλό τών Έρυθραίων, τών Αθηναίων καί τών συμμάχων. Τήν πρώτη φορά ή βουλή πρέπει νά κληρω θεί καί νά εγκατασταθεί μέ τή φροντίδα τών επισκόπων καί τοΰ φρουράρχου" στό μέλλον, αυτό πρέπει νά γίνεται κάθε χρόνο μέ τή φροντίδα τοΰ φρουράρχου καί τής βουλής πού αποχωρεί. Έάν οί πόλεις επιτηρούνταν σέ τέτοιο βαθμό άπό τήν Αθήνα τόν καιρό πού είχαν ακόμη υποχρεώσεις απέναντι στό σύνολο τής συμμαχίας, μπορεί κανείς νά σκεφτεί ότι επιτηρούνταν ακό μη περισσότερο αφότου έ'γιναν υποτελείς τών Αθηναίων. Παν τοΰ φρουρές μόνιμες, μέ ενα φρούραρχο πού στις στρατιωτικές του εξουσίες πρόσθετε τόν πολιτικό έ'λεγχο. Μέ τή βοήθεια ή χωρίς τή βοήθεια τοΰ στρατού, οί επίσκοποι, κληρωμένοι ανά μεσα στους Αθηναίους καί μισθοδοτούμενοι άπό τίς πόλεις δπου υπηρετούν, έ'χουν δικαστικές εξουσίες γιά νά ρυθμίζουν επί τό που τίς διαφορές πού δημιουργούνται κατά τήν εφαρμογή τών συνθηκών: ό Αριστοφάνης τούς δίνει ώς σύμ'βολο δυο κάλπες. Σέ άλλες περιστάσεις ή Αθήνα επεμβαίνει μέ τήν αποστολή λει τουργών ή έ'κτακτων απεσταλμένων, δπως οί εκλογείς, τών ό ποιων ξέρουμε τό ρόλο, ή μερικών επιτρόπων πού βλέπουμε νά επιφορτίζονται έπειτα άπό έναν εμφύλιο πόλεμο νά κάνουν ανα κρίσεις καί νά λάβουν τά αναγκαία μέτρα. Στό τέλος φτάνει νά θέτει επικεφαλής τής κυβέρνησης, σέ πολλές πόλεις, έναν ή περισσότερους Αθηναίους αξιωματούχους, έναν άρχοντα ή ένα σώμα αρχόντων, δηλαδή ένα δήμαρχο ή προϊσταμένους υπηρε σιών πού αντιπροσωπεύουν τήν κεντρική κυβέρνηση. Ανάμεσα σέ δλα αυτά τά σημάδια υποτέλειας λίγα θά φάνη καν τόσο ατιμωτικά, καί ίσως κανένα δέν θά υπήρξε τόσο επι ζήμιο γιά τά υλικά συμφέροντα τών πόλεων, δσο ή υποχρέωση νά παραχωρούν κτήματα στους κληρούχους πού έστελνε ή Αθή να. Αυτό τό μέτρο περιείχε μιά άμεση προσβολή τών δικαιω μάτων τοΰ πολίτη, άφοΰ τούς αποσπούσε τό ουσιαστικό καί απο κλειστικό προνόμιο τής εγγείου ιδιοκτησίας, καί ισοδυναμούσε μέ σύληση, πιο μισητή άπό κάθε άλλη, μιά καί τά θύματα έμεναν κοντά στά χωράφια τους πού τούς πήραν, ή εξακολουθούσαν νά τά καλλιεργούν, γιά νά πληρώνουν τούς φρουρούς πού τούς κρα118
119
120
121
122
123
287
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τοΰσαν υπάκουους. Πραγματικά, άλλοτε οί Αθηναίοι κληροϋχοι καλλιεργούσαν οί ίδιοι τόν κλήρο τους· άλλοτε οί παλαιοί ιδιο κτήτες υποβιβάζονταν στή θέση τοΰ μισθωτή τοΰ κτήματος καί υποχρεώνονταν νά πληρώνουν διακόσιες δραχμές τό χρόνο σ' έναν κληροΰχο, ό όποιος μέ αυτό τό εισόδημα γινόταν ζευγίτης καί ειχε τήν υποχρέωση νά υπηρετήσει ώς οπλίτης έπί τόπου. Ιδιο κτήτες ή εισοδηματίες, οί κληροϋχοι αποτελούσαν ένα τμήμα τοΰ άθηναϊκοΰ λαοΰ αποσπασμένο άπό τό σύνολο" ήταν «ό αθη ναϊκός λαός πού κατοικούσε στή Σκύρο», «ό αθηναϊκός λαός πού κατοικούσε στήν "Ιμβρο», «οί Αθηναίοι πού κατοικούσαν στήν Ήφαιστία» κτλ. Είχαν τήν εκκλησία τους καί τή βουλή τους, υποταγμένες γιά κάθε σημαντική απόφαση στήν εκκλησία τής Αθήνας. Σχημάτιζαν μιά αποικία επιφορτισμένη νά παρακολου θεί μιά πόλη βάζοντας την νά πληρώνει τοκογλυφικά τήν αμοιβή τής επιτήρησης. Συγχρόνως κουρελιαζόταν ή δικαστική αυτοτέλεια τών πό λεων. Κατ' αρχήν ό αθηναϊκός λαός σφετερίστηκε τό δικαίωμα νά αποφασίζει γιά όλες τίς παραβάσεις τής ομοσπονδιακής συν θήκης σέ βαθμό εγκλήματος ή πλημμελήματος, ή γιά ενέργειες εναντίον τοΰ άθηναϊκοΰ ιμπεριαλισμού, γιά πράξεις εσχάτης προ δοσίας, λιποταξίες, εχθρικές εκδηλώσεις, μή εκτέλεση καθορι σμένων υποχρεώσεων. Οί σχετικές κατηγορίες έπρεπε νά μετα βιβαστούν στήν 'Αθήνα καί νά ανατεθούν σέ ειδικούς επιμελη τές. Μέ αυτή τή διαδικασία επρόκειτο νά επικυρωθεί τό 425 τό ψήφισμα πού διπλασίαζε τό φόρο. "Επειτα έκαμαν ένα βήμα πιό πέρα. Επειδή στις πολιτικές δίκες ή 'Αθήνα είχε λόγους νά φοβάται τήν έκδοση αποφάσεων εχθρικών γιά τή δημοκρατία ή τήν αυτοκρατορία, αφαίρεσε άπό τίς περισσότερες πόλεις όλες ή τίς πιό πολλές άπό τίς υποθέσεις πού επέσυραν θανατική ποι νή. Τό 446/5, μετά άπό τήν υποταγή τής Χαλκίδας, ένα ψή φισμα τοΰ λαοΰ ρυθμίζει τήν εισαγωγή σέ δίκη τών ενόχων: δέν αναφέρει κανένα άλλο αρμόδιο Οργανο άπό τή βουλή καί τήν Ηλιαία στήν πρώτη φάση" διατηρεί τά κυριαρχικά δικαιώματα τής εκκλησίας γιά κάθε δικαστική απόφαση πού στερεί τά πο λιτικά δικαιώματα χωρίς δίκη, γιά κάθε καταδίκη σέ εξορία, σέ φυλακή, σέ θάνατο ή σέ δήμευση. Μιά τροπολογία γενικής φύ σης αναγνωρίζει κατ' αρχήν τήν ποινική δικαιοδοσία τής Χαλ κίδας, άλλά μέ τήν υποχρέωση νά γίνεται προσφυγή στά λαϊκά δικαστήρια τής Αθήνας γιά κάθε καταδίκη στήν ποινή τής άτι124
125
126
288
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
μίας καί τοΰ θανάτου. Τέλος, άνοιξε ή όρεξη στόν αθηναϊκό λαό για νά επέμβει στήν εκδίκαση ιδιωτικών υποθέσεων στις πόλεις τής αυτοκρατορίας. Αυτός ό σφετερισμός θά μποροΰσε, αλήθεια, νά εχει καί τήν καλή του πλευρά, δταν οί διάδικοι ήταν άπό δυο διαφορετικές πόλεις καί ίσως ή θυσία πού επιβλήθηκε στις πόλεις περιορίστηκε σ' αυτήν τήν κατηγορία τών ιδιωτικών υποθέσεων (καί μόνο άν ή διαφορά ξεπερνούσε ένα ορισμένο πο σό). Πρέπει νά αναγνωρίσουμε, άλλωστε, δτι, σέ εμπορικές διαφορές, αυτή ή μεγάλη επιχείρηση, ή 'Αθήνα, συμπεριφερόταν μέ τέλεια εντιμότητα. Είτε έκανε μέ τίς συμμαχικές ή μέ άλλες πόλεις συμφωνίες διεθνούς ιδιωτικού δικαίου (δίκαι άπό συμβό λων), είτε περιοριζόταν σέ σχέσεις πού ρυθμίζονταν άπό έθιμα, επιδίωκε νά υπερισχύσει ή άρχή ότι ό εναγόμενος έπρεπε νά κριθεί άπό δικαστήριο τής πόλης του. 'Αλλά, καθώς οί Αθη ναίοι έχαναν τίς δίκες πού γίνονταν στις άλλες πόλεις, αναγ κάστηκαν νά περιορίσουν τήν εφαρμογή αυτής τής αρχής, απαι τώντας γιά κάθε συμβόλαιο πού θά υπογραφόταν στήν 'Αθήνα νά είναι μόνο αρμόδιο τό αθηναϊκό δικαστήριο. Εξωθώντας στά άκρα τήν πολιτική τής ενοποίησης, ή 'Α θήνα αξίωσε νά επιβάλει στήν αυτοκρατορία τό δικό της μετρι κό καί νομισματικό σύστημα. Καί οί μικρές πόλεις, αφότου μπή καν στή συνομοσπονδία, έπαψαν, άπό μόνες τους, νά κόβουν νο μίσματα άλλα πέρα άπό χάλκινα γιά τήν εσωτερική αγορά τους. Πολλές μεγάλες πόλεις πού αποστάτησαν στερήθηκαν τό δικαί ωμα νά έ'χουν δικά τους νομίσματα, προνόμιο τής ανεξαρτησίας. Στήν πράξη οί «κουκουβάγιες» τοΰ Λαυρίου ήταν τά μόνα σχε δόν αργυρά νομίσματα πού οί ναύτες τοΰ στόλου έφερναν στις πόλεις καί πού οί πόλεις επέστρεφαν μέ τούς φόρους* τό αττικό τάλαντο καί ό αττικός πους [= μέτρο μήκους] ήταν οικεία στους εμπόρους δλων τών λιμανιών. "Ενα ψήφισμα, πού προτάθηκε άπό κάποιον Κλέαρχο, υποχρέωσε δλες τίς πόλεις τής αυτοκρα τορίας νά χρησιμοποιούν αποκλειστικά τά αθηναϊκά μέτρα καί τούς απαγόρευσε νά κόβουν ασημένια νομίσματα. Πρέπει νά υ ποθέσουμε δτι τό ψήφισμα συνάντησε σοβαρή αντίσταση* γιατί χρειάστηκε ένα δεύτερο (πρίν άπό τό 420) γιά νά επιβληθεί στους ιδιώτες ή αλλαγή τών ξένων νομισμάτων μέ αττικά. Μέ αυτή τήν τέλεια περιφρόνηση προς δ,τι θύμιζε τήν αυτο νομία ή αθηναϊκή αυτοκρατορία φάνηκε στους υπηκόους της τυραννική. Οί ^Αθηναίοι ήταν οί πρώτοι πού τό έλεγαν. Δικαίω127
-
128
129
130
131
132
289
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ναν τήν πολιτική τους επικαλούμενοι, μαζί μέ τον Περικλή, τίς υπηρεσίες πού πρόσφεραν καί πού εξακολουθούσαν νά προσφέ ρουν, ή δηλώνοντας, μέ τή βαναυσότητα ενός Κλέωνα, Οτι μέ τό δρόμο πού πήραν δέν μποροΰσαν νά κάμουν πίσω, άλλά έπρε πε νά συντρίψουν κάθε εμπόδιο. "Ετσι, οί πόλεις πού ενώθηκαν γιά νά εξασφαλίσουν τήν ελευθερία τους, ένιωθαν υποδουλωμέ νες, καί ένας Αθηναίος μποροΰσε νά αγανακτήσει επειδή τίς χρησιμοποιούσαν σάν τούς δούλους στή μυλόπετρα. Πλήρω ναν φόρους, γιά νά καλλωπίσουν τήν 'Αθήνα καί νά πλουτίσουν τή θεά της. Ήταν υποχρεωμένοι νά στέλνουν αντιπροσώπους στά Διονύσια, γιά νά δώσουν τό απαιτούμενο ποσό* στά Πανα θήναια, γιά νά προσφέρουν ακριβές θυσίες* στά Ελευσίνια, γιά νά αφιερώσουν στις θεές τίς απαρχές άπό τήν ετήσια σοδειά τους. Κρατιόνταν στον ίσιο δρόμο τής δημοκρατίας, εξαναγ κασμένοι στήν υπακοή άπό τούς τοξότες καί τούς οπλίτες πού κατασκήνωναν στήν ακρόπολη τους, άπό τίς τριήρεις πού ναυ λοχούσαν στά λιμάνια τους, άπό τούς κληρούχους πού είχαν έγ.κατασταθεϊ κατά χιλιάδες στό έδαφος τους. Ή δυσαρέσκεια ύπέβοσκε σέ Ολα τά μέρη τής αυτοκρατορίας. Γιά μεγάλο Ομως διάστημα ήταν αδύναμη: γιά πόλεις απομονωμένες, χωρισμένες μέ μεγάλες αποστάσεις, κάθε συλλογική ενέργεια κατά τών θα λασσοκρατόρων ήταν αδύνατη. Τέλος οί Σπαρτιάτες έδωσαν τό σήμα γιά τή μεγάλη μάχη εναντίον της Αθήνας* άπό τήν πρώτη μέρα κήρυξαν τόν πόλεμο γιά τήν απελευθέρωση τών υπηκόων της. Στήν πραγματικότητα, ή αυτοκρατορία δέν υπέκυψε τόσο στις μανιώδεις εξωτερικές επιθέσεις όσο στήν αδιάκοπη υπονό μευση της άπό τούς εσωτερικούς εχθρούς. Ή αυτονομία εκδικιόταν μιά συγκέντρωση εξουσίας μισητή στους "Ελληνες. Αυτή ή αυτονομία τών μικρών πόλεων ήταν τόσο δύστροπη, πού δέν ανεχόταν ακόμη τόσο εύκολα, όσο θά μπορούσαμε νά νομίσουμε, τή διεθνή αλληλεγγύη τών κομμά των. Ό Κλέων δέν καταλαβαίνει πώς είναι δυνατό νά διακρι θούν, στους Μυτιληναίους επαναστάτες, οί δημοκράτες άπό τούς ολιγαρχικούς: κατ' αυτόν όλοι είναι τό ίδιο ένοχοι. Καί όταν ζητιέται άπό τόν αθηναϊκό λαό, ώς μέτρο κοινής σωτηρίας, νά επιτρέψει στις συμμαχικές πόλεις μιά συνταγματική αλλαγή προς τό όλιγαρχικότερο, ό Φρύνιχος αντιτίθεται. Γιά ποιο σκο πό; «Δέν θά αποτελέσει ούτε κίνητρο υποταγής γιά τίς πόλεις πού επαναστάτησαν, ούτε εχέγγυο πίστης γι' αυτές πού μάς μέ133
134
135
290
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
νουν γιατί, παρά νά είναι δοϋλες τής ολιγαρχίας ή τής δημοκρα τίας, προτιμούν νά είναι ελεύθερες, μέ οποιοδήποτε άπο αυτά τά πολιτεύματα.» Ωστόσο ό αθηναϊκός ιμπεριαλισμός δέν ήταν άχρηστος, άλλά πρόωρος. Τό μεγάλο λάθος τής Αθήνας —λάθος αναπόφευκτο αυτή τήν εποχή— ήταν ότι δέν κατάλαβε πώς δέν μποροΰσε νά παραβιάζει τά κυριαρχικά δικαιώματα τών άλλων πόλεων, χω ρίς νά κάνει παραχωρήσεις άπό τά δικά της. Κάτω άπό τά πλήγ ματα τής ήττας, μερικά τολμηρά μυαλά τό σκέφτηκαν, άλλά ήταν ήδη αργά* καί περίμεναν ακόμη τίς έσχατες καταστροφές, γιά νά προβοΰν στήν έκτακτη καί απελπισμένη εφαρμογή μιάς ιδέας τήν όποια έκαμε μιά μέρα ή Ρώμη τόσο αποδοτική. Τέ τοια πού ήταν, ή απόπειρα τοΰ Περικλή καί τών διαδόχων του είχε μεγάλα αποτελέσματα, όχι μόνο γιά τήν 'Αθήνα —πού δέν θά άφηνε τόσο μεγάλο Ονομα έάν δέν ήταν ή πρωτεύουσα μιάς τόσο μεγάλης αυτοκρατορίας— άλλά γιά τό κράτος τό ίδιο καί γιά όλη τήν Ελλάδα. Α υ τ ό πού τραβά πάντα τήν προσοχή είναι τά ελαττώματα τοΰ συστήματος, γιατί οί αρχαίοι δέν είδαν πο τέ, καί μετά άπ' αυτούς οί νεώτεροι δέν βλέπουν, παρά τήν πο λιτική πλευρά τών γεγονότων. Άπό άλλες Ομως απόψεις, ακόμη καί άπ' αυτήν, ή αθηναϊκή αυτοκρατορία πρόσφερε τίς μεγαλύ τερες υπηρεσίες, δημιουργώντας πολύτιμα στοιχεία ενότητας. Μέ τή μεσολάβηση τών ομόσπονδων πόλεων ή δημοκρατία, παρ' Ολα αυτά, πρόσφερε στό σύνολο τών Ελλήνων ένα πρότυπο πού δέν έπαψε νά επιβάλλεται. Χάρη στον εμπορικό φιλελευθε ρισμό, πού οί Αθηναίοι δέν τόν αρνήθηκαν καί μέσα στον πόλε μο παρά μόνο γιά νά εξασφαλίσουν τήν ύπαρξη τους καί γιά νά προμηθευτούν ναυπηγικά υλικά, ή λεκάνη τής Μεσογείου άποτελοΰσε μιά μοναδική αγορά, ή εκμετάλλευση τής οποίας δέν πλούτιζε μόνο τόν Πειραιά. Επιπλέον, όλοι αυτοί οί σύμμα χοι πού έρχονταν κάθε χρόνο στις παραστάσεις τών Μεγάλων Διονυσίων καί στήν πομπή τών Παναθηναίων έφερναν πίσω στον τόπο τους καί διέδιδαν παντοΰ τήν αγάπη γιά μιά ανώτερη λο γοτεχνία καί μιά ανώτερη τέχνη. "Οπως ή Γαλλία πού, άν καί νικήθηκε τό 1815, άφησε στους νικητές της τόν κώδικα τοΰ Να πολέοντα, ή Αθήνα, πριν νά συντριβεί, είχε διαδώσει στους συμμάχους πού έσερνε στά δικαστήρια της τίς αρχές τής νομο θεσίας της, έτσι ώστε πολλοί άπ' αυτούς υιοθέτησαν γιά πάντα, πέρα άπό τήν τεχνική τοΰ δικαίου της, τίς αρχές της γιά τήν έ136
137
138
291
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λευθερία καί γιά τήν ατομική ευθύνη. "Ετσι, μέ τήν κυριαρχία πού άσκησε επί τρία τέταρτα τοΰ αιώνα, ή 'Αθήνα έκαμε πολλά γιά τήν πολιτική καί οικονομική, τήν πνευματική καί νομική ενότητα τής ελληνικής φυλής. 139
Γ' οι
ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΊΕς
'Από αντίδραση προς τήν απειλητική φιλοδοξία τών συμμαχιών μέ ιμπεριαλιστικούς στόχους, γειτονικές καί συγγενικές πόλεις, σέ Ολα τά μέρη τής Ελλάδας, επιζητούν αμοιβαίες εγγυήσεις καί, γι' αυτό, ενώνονται σέ πιό μεγάλες κοινότητες. 'Από τήν ίδια ανάγκη γεννήθηκαν συνομοσπονδίες διαφόρων ειδών. Δύο λέξεις χρησιμοποιούνται γενικά γιά νά τίς δηλώσουν: συμπολι τεία καί συνοικισμός. 'Τπήρξαν γιά καιρό συνώνυμες, καί γιά αυτό ή ένωση τής Αττικής γύρω άπό τήν πρωτεύουσα της δια τήρησε στήν ιστορία τό Ονομα συνοικισμός. Άλλά, άπό μιά στιγ μή καί έπειτα, άποκτοΰν γιά τούς "Ελληνες διαφορετικό νόημα. Ή ένωση γίνεται, σέ κάθε περίπτωση, μέ παραδοχή ενός κοινού συντάγματος: σέ όλες τίς περιπτώσεις εξακολουθούν νά τή δη λώνουν μέ τόν όρο συμπολιτεία. Άλλά όταν γίνεται μέ μιά κα θολική ή μερική μεταφορά τοΰ πληθυσμοΰ στή μεγαλύτερη άπό τίς πόλεις πού ενώνονται, ή όταν αυτές οί πόλεις είναι ισοδύνα μες, σ' αυτή τή γεωγραφική καί συνάμα πολιτική συγκέντρωση εφαρμόζουν τόν όρο, πού έκτοτε εξειδικεύεται, συνοικισμός. Κατά τά λοιπά, οί γνωστές συμπολιτείες παρουσιάζουν τόσες μορφές, τόσες ενδιάμεσες βαθμίδες, πού δυσκολεύεται κανείς νά τίς καθορίσει: Οχι μόνο υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί κα νείς νά διστάσει πάνω στό χαρακτηρισμό πού αρμόζει, άλλά καί δέν φαίνεται πάντα άπό ποιο σημείο μιά συμμαχία υποκαθιστά τήν κυριαρχία τών συμβαλλόμενων πόλεων μέ μιά ανώτερη κυ ριαρχία, ή, αντίθετα, άπό ποιο σημείο αρχίζει νά αποτελεί, πάν τα μέ τό ίδιο όνομα, αληθινή συνομοσπονδία. Πάντως ή συμ πολιτεία δημιουργεί κατ' αρχήν ένα κράτος πού περιλαμβάνει πολλές κοινότητες, άπό τίς όποιες αφαιρεί ορισμένο μέρος τής αυτονομίας τους. "Εχει ώς όρους: μιά υπηκοότητα, πού άλλωστε μπορεί νά μήν είναι ρητή, καί νά παρέχεται σιωπηρά σέ Ολους τούς πολίτες τών κοινοτήτων πού είναι μέλη της* ένα σύνταγμα, πού μπορεί νά περιορίζεται στό σύνολο τών Ορων μέ τούς όποί140
292
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
ους συνδέθηκαν οί πόλεις ανάμεσα τους· μια κυβέρνηση μέ βου λή καί εκκλησία" μιά δικαιοδοσία έ'κδοσης νόμων κοινού ενδια φέροντος" μιά διοίκηση, μέ λίγους άρχοντες. Ό συνοικισμός προ ϋποθέτει επιπλέον τοπική ένωση, κατάργηση τών συνόρων, συγ κέντρωση τών κατοίκων σέ μιά πρωτεύουσα, πού ορισμένες φο ρές έχει ιδρυθεί γι' αυτόν τό σκοπό. Μερικές περιφέρειες τής Πελοποννήσου πού ήθελαν νά ξε φύγουν άπό τή σπαρτιατική ηγεμονία άρχισαν νά οργανώνονται τό 471. Ενεργούσαν μέ τήν επίδραση τής Αθήνας καί ίσως, στήν άρχή, μέ συμβουλές τοΰ ίδιου τοΰ Θεμιστοκλή. Οί μικρές αγροτικές πόλεις τών Ηλείων σχημάτιζαν άπό πολύ παλαιά ένα αριστοκρατικό κράτος μέ πολύ χαλαρούς δε σμούς, όταν οί δημοκράτες, πού έγιναν κύριοι τής εξουσίας, απο φάσισαν νά τοΰ δώσουν συγκεντρωτικό χαρακτήρα, προσαρτών τας σ' αυτό τίς υποτελείς περιοχές. Τό χώρισαν σέ δέκα τοπικές φυλές, καθεμιά άπό τίς όποιες αντιπροσωπευόταν άπό έναν Ελ λανοδίκη καί πενήντα μέλη τής βουλής. Συγχρόνως έχτισαν τήν πόλη πού τούς έλειπε, τήν Ήλιδα, πού έγινε έδρα τής εκκλησίας καί προσέλκυσε μεγάλο πληθυσμό μέσα στά τείχη της. Περίπου τήν ίδια εποχή ή Αρκαδία έκαμε δυο ανάλογες από πειρες. Οί βοσκοί τών οροπεδίων της ζούσαν πάντα σκόρπιοι σέ μικρά ή μεγάλα ανεξάρτητα χωριά (κατά κώμας). * Μόλις καί μετά βίας σέ μερικά διαμερίσματα, μέ φυσικά όρια, οί -κάτοικοι αυτών τών σκορπισμένων οικισμών είχαν κοινό Ονομα καί συγ κεντρώνονταν σέ σημαντικές περιστάσεις: υπήρχαν παραδείγμα τος χάρη εννέα χωριά Ήραιέων, άλλα τόσα Τεγεατών, πέντε Μαντινέων, δέκα Μαιναλίων, τουλάχιστον έξι Παρρασίων καί τέσσερα Κυνουρίων. Καθεμιά άπό αυτές τίς μικρές ομάδες ειχε τήν εθνικότητα της: όταν ένας Αρκάς ήταν νικητής στους Ό λυμπιακούς αγώνες, τόν ανακήρυσσαν νικητή μέ τήν ιδιότητα του ώς Στυμφάλιου ή Μαινάλιου. Κάθε ομάδα ακολουθούσε τήν πολιτική της: τόν 4ο αιώνα οί Ήραιεΐς συμφώνησαν μέ τούς Ηλείους μιά ανακωχή εκατό ε τ ώ ν οί Τεγεάτες, μόλις ησύ χαζαν άπό τήν πλευρά τών Λακεδαιμονίων, πολεμούσαν μέ τούς Μαντινεΐς. Έδώ κι έκεΐ, άργά ή γρήγορα, σχηματίζονταν κέντρα κάπως πιο σημαντικά: στό βορρά, ό 'Ορχομενός έπαιξε κάποιο ρόλο κατά τούς μεσσηνιακούς πολέμους" γιά νά αντισταθούν αποτελεσματικότερα στους εχθρούς τους, οί εννιά κώμες τών Τεγεατών ίδρυσαν τήν πόλη τής Τεγέας. Επίσης, δέν ειχε 141
1
143
144
145
146
293
2
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σβήσει ή ανάμνηση μιάς κοινής καταγωγής: οί Άρκάδες έρ χονταν στήν Παρρασία νά θυσιάσουν μαζί σέ μιά προελληνική θεά-μητέρα, τή Δέσποινα τής Λυκόσουρας, καί νά γιορτάσουν έναν αχαϊκό θεό, πού λατρευόταν στό όρος Λύκαιο, τόν Δία Λύκαιο. Στό τέλος αυτό τό αίσθημα εθνικής αλληλεγγύης έδωσε τά αποτελέσματα του. Τόν 6ο αιώνα ή Τεγέα πολέμησε μόνη της τούς Σπαρτιάτες* όλοι οί Άρκάδες ακολούθησαν τήν τύχη της καί αναγνώρισαν τήν ηγεμονία τών νικητών. Τό 473 ενώθηκαν σχεδόν Ολοι. Σύντομα σχημάτισαν μιά συνομοσπονδία. Άπό τή νομισματική ενότητα, πού μάς πληροφορεί γι' αυτήν τήν πολιτική ενότητα, μαθαίνουμε καί τήν έκταση της: ομοσπονδιακά νομίσματα κό πηκαν, μέ τήν εικόνα τοΰ Δία Λυκαίου στήν κύρια Οψη, καί στήν πίσω τό κεφάλι τής Δέσποινας μέ επιγραφές Α Ρ , Α Ρ Κ Α , Α Ρ Κ Α Δ Ι Κ Ο Ν * τήν ίδια εποχή ή Ηραία σταμάτησε νά κόβει δικά της νομίσματα, αντίθετα άπό τή Μαντινεία καί μερικές άλλες πόλεις πού δέν μπήκαν στή συνομοσπονδία. Κάπου είκοσι χρόνια αρ γότερα, ή Τεγέα, νικημένη άπό τούς Σπαρτιάτες, έμπαινε στή σπαρτιατική συμμαχία. Α υ τ ό ήταν αρκετό γιά νά διακόψει τίς σχέσεις της μέ τήν αρκαδική συνομοσπονδία ή Μαντινεία, πού ώς τότε ήταν σύμμαχος της. Μέ μιά συμφωνία συνοικισμοΰ προσάρτησε τόν πληθυσμό τεσσάρων κωμών πού βρίσκονταν γύρω της, προσφέροντας τους μιά καλή ακρόπολη, δπου μποροΰσαν νά καταφύγουν σέ περίπτωση επιδρομής. Έκτοτε ή αρκα δική συνομοσπονδία έχασε κάθε σημασία. "Οταν ξέσπασε ό πε λοποννησιακός πόλεμος, υποχρεώθηκε καί αυτή νά μπει στή σπαρτιατική συμμαχία. Αναγκασμένη νά δώσει ώς εγγύηση τής πίστης της ομήρους πού σφαγιάστηκαν, σπαραγμένη άπό τόν ανταγωνισμό τών οπαδών τής Μαντινείας καί τών οπαδών τής Τεγέας, ή αρκαδική συνομοσπονδία έπαψε νά υπάρχει: οί πόλεις ξανάρχισαν νά κόβουν νομίσματα. "Οσο γιά τό συνοι κισμό τής Μαντινείας, δέν μπόρεσε νά διατηρηθεί παρά μόνο χά ρη σέ μιά ανακωχή τριάντα χρόνων πού τοΰ έδωσε ή Σπάρτη τό 418. 147
148
149
150
151
152
153
154
155
156
"Επειτα άπό τίς συνομοσπονδίες πού ήταν εχθρικές στήν πελο ποννησιακή συμμαχία, άπό τούς ίδιους τούς λόγους πού τίς δη μιούργησαν, σχηματίστηκαν άλλες μέ κύριο ή μοναδικό λόγο τήν αντίσταση στον αθηναϊκό ιμπεριαλισμό. 294
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Ή πρώτη άπό αυτές σχηματίστηκε στά σύνορα τής Αττικής, δπως ή αρκαδική συνομοσπονδία στά σύνορα τής Λακωνίας: οί Βοιωτοί απέκτησαν ένα καλοσχεδιασμένο σύνταγμα. Τούς χρει άστηκε πολύς καιρός γιά νά φτάσουν έκεΐ. Αφότου εγκαταστά θηκαν σ' αυτόν τόν τόπο, είχαν διασκορπιστεί σέ πολλές αγρο τικές κώμες. Ξαναζωντάνευαν ωστόσο τήν ανάμνηση τής κοινής καταγωγής τους κατά τήν ετήσια γιορτή πού τούς συγκέντρωνε στό ναό τοΰ Ποσειδώνα στον Όγχηστό καί στά Παμβοιώτια πού γιορτάζονταν στήν Κορώνη προς τιμήν τής Αθηνάς Ί τ ω νίας. Επιπλέον, όλες οί ανεξάρτητες κώμες ήταν τό ίδιο ύπο-' ταγμένες σέ ολιγαρχίες γαιοκτημόνων. "Ετσι άπό τό πρώτο ήμι συ τοΰ 6ου αιώνα μπορούμε νά διαπιστώσουμε ένα έμβρυο συνο μοσπονδίας: τά τοπικά νομίσματα έχουν ένα ομοσπονδιακό έμ βλημα, τή βοιωτική α σ π ί δ α οί οπλίτες τών πόλεων σχηματί ζουν, όταν χρειαστεί, κοινό στρατό ύπό τήν αρχηγία τών βοιωταρχών. 'Η Θήβα, τό σημαντικότερο κέντρο τής χώρας, πή γαινε νά γίνει πρωτεύουσα τής συνομοσπονδίας, όταν ή στάση της κατά τή δεύτερη περίοδο τών μηδικών πολέμων κατέστρεψε τίς φιλοδοξίες της. Μετά άπό τή μάχη τών Πλαταιών ή συνο μοσπονδία διαλύθηκε μέ διαταγή τής Σπάρτης (479). Άλλά τό 457 ή Σπάρτη αλλάζει γνώμη, γιά νά περικυκλώσει τήν Α τ τική. 'Επί δέκα χρόνια ή αναγεννημένη συνομοσπονδία γίνεται τό αντικείμενο πολέμων ανάμεσα σέ Λακεδαιμόνιους, Βοιωτούς καί Αθηναίους, καθώς καί ανάμεσα στους ολιγαρχικούς καί τούς δημοκρατικούς τών Θηβών. Τό 447 ή ήττα τής Αθήνας στήν Κορώνη καθιερώνει τή συνομοσπονδία. Τό σύνταγμα πού επεξεργάστηκαν οί Βοιωτοί δέν είναι μόνο αξιοπρόσεκτο αυτό καθεαυτό* παρουσιάζει ακόμη αυτό τό μεγά λο ενδιαφέρον, Οτι είναι ένα άπό τά ελληνικά συντάγματα πού γνωρίζουμε καλύτερα, γιατί περιγράφεται μέ ακρίβεια άπό έναν ιστορικό πού τό είδε νά λειτουργεί, τόν Ανώνυμο τής 'Οξυρύγχου. Ή βοιωτική συνομοσπονδία, πολύ διαφορετική άπό τή σπαρτιατική καί άπό τήν αθηναϊκή συμμαχία, καθορίζει τά δι καιώματα καί τά καθήκοντα τών πόλεων πού τήν άποτελοΰν ανάλογα μέ τόν πληθυσμό τους καί μέ τούς πόρους τους. Δέν υπάρχει ηγετική πόλη άπό άποψη δικαίου τήν επιρροή πού μπο ρεί νά ασκήσει στήν πράξη ή. Θήβα τήν εξασφαλίζει χάρη σ' έναν κοινό κανόνα. Πρόκειται λοιπόν γιά συνομοσπονδία τών Βοιω τών καί όχι γιά ένωση ύπό τούς Θηβαίους. Οί συνομοσπονδιακοί 157
158
-159
160
161
162
163
-
295
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
θεσμοί, έχοντας γιά πλαίσιο περιοχές πού περιλαμβάνουν έναν αριθμό αυτόνομων πόλεων πού ποικίλλει, βρίσκονται σέ στενή σχέση μέ τούς θεσμούς αυτών τών πόλεων. Πρώτα πρώτα, δέν υπάρχει ομοσπονδιακή υπηκοότητα έξω καί πάνω άπό εκείνη πού παρέχουν αυτόματα οί τοπικές υπηκοότητες. Έπειτα, τό πνεύμα τής συνομοσπονδίας είναι υποχρεωτικά τό πνεύμα τών πόλεων, άφοΰ όλες κυριαρχούνται άπό μιά μετριοπαθή ολιγαρ χία. Επομένως, όλη ή συγκρότηση τής συνομοσπονδίας μπορεί νά ρυθμιστεί μέ βάση τήν οργάνωση τών πόλεων. Σέ κάθε πόλη, γιά νά είναι κανείς ενεργός πολίτης, πρέπει νά έχει στήν κατοχή του μιά έκταση γής πού νά αποδίδει, πιθα νόν, Οσο χρειάζεται γιά νά εξασφαλίζει τόν οπλισμό ενός οπλί τ η . Ή άσκηση εμπορίου επιφέρει πολιτικό υποβιβασμό. "Οσοι πολίτες έχουν τά προσόντα μοιράζονται εξίσου στά τέσσε ρα ενός σώματος, τής βουλής, πού ονομάζονται επίσης βουλαί. Καθένα άπ' αυτά τά τμήματα, μέ τή σειρά του, άσκεΐ χρέη βου λευτικού σώματος* καί τά τέσσερα ενωμένα λειτουργούν ώς εκ κλησία τοΰ δήμου. Τό τμήμα πού ενεργεί ώς βουλή ετοιμάζει τίς προτάσεις καί τίς υποβάλλει στά άλλα τρία. Γιά νά έχει ισχύ νόμου ένα ψήφισμα πρέπει νά τό υιοθετήσουν καί τά τέσσερα. Οί πόλεις έχουν χωριστεί σέ έντεκα περιοχές (μέρη). Ή Θή βα, μετά άπό τήν καταστροφή τών Πλαταιών, βρέθηκε επικεφα λής τεσσάρων περιοχών, ή μιά άπό τίς όποιες περιλάμβανε πέντε μικρές πόλεις* ό Όρχομενός καί οί Θεσπιές είχαν άπό δύο πε ριοχές* ή Τανάγρα, μία* ή Αλίαρτος, ή Κορώνη, ή Λεβάδεια εί χαν μαζί μία, τό ίδιο καί ή Άκραιφία, ή Κωπα'ίδα καί ή Χαιρώ νεια. "Ολες οί περιοχές έ'χουν τά ίδια δικαιώματα καί τίς ίδιες υποχρεώσεις, τίς όποιες μοιράζουν εξίσου στις κοινότητες. Ή ομοσπονδιακή βουλή αποτελείται άπό 660 μέλη, γιατί πρέ πει καί οί έντεκα περιοχές νά εκπροσωπούνται εξίσου, σέ κάθε περιοχή Ολες οί πόλεις νά αντιπροσωπεύονται ανάλογα μέ τή ση μασία τους, καί σέ κάθε πόλη τά τέσσερα τμήματα τών πολιτών μέ τή σειρά τους νά έ'χουν ίση εκπροσώπηση. "Ετσι ή Θήβα μέ όλους τούς οικισμούς τής περιοχής της έχει δικαίωμα σέ 240 αν τιπροσώπους, ό Όρχομενός σέ 120 κτλ. Ή ομοσπονδιακή βουλή εδρεύει στή Θήβα* τά μέλη της παίρ νουν μιά καθημερινή αποζημίωση άπό τό ομοσπονδιακό ταμείο. "Οπως κάθε αντιπροσωπεία εκπροσωπεί ειδικότερα ένα άπό τά τέσσερα τμήματα τής πόλης της, τά μέλη τής ομοσπονδιακής 164
165
296
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
βουλής μέ τή σειρά τους χωρίζονται πολύ φυσικά σέ τέσσερα τμήματα (βονλάς). "Οπως καί στις πόλεις, καθένα μέ τή σειρά του άσκεΐ χρέη βουλής, καί τά ψηφίσματα εκδίδονται όταν Ολα τά τμήματα είναι συγκεντρωμένα, ώστε νά είναι υποχρεωτικά γιά δλες τίς πόλεις. Ή δικαστική εξουσία τής συνομοσπονδίας είναι οργανωμένη δπως ή νομοθετική: Τό ανώτατο δικαστήριο, πού κρίνει τά εγκλήματα κατά τοΰ όμοσπονδιακοΰ συμφώνου, τίς πράξεις απειθαρχίας καί ίσως τίς διαφορές μεταξύ πόλεων, αποτελείται άπό δικαστές πού προσφέρουν οί περιοχές σέ ίσο αριθμό καί οί πόλεις ανάλογα μέ τόν πληθυσμό τους. Ή εκτε λεστική εξουσία ανήκει στους βοιωτάρχες. Εκλέγονται άπό τίς βουλές τών πόλεων καί είναι έντεκα, ένας κατά περιοχή: τέσσε ρις άπό τή Θήβα, δύο άπό τόν Όρχομενό, δύο άπό τίς Θεσπιές, ένας άπό τήν Τανάγρα, καί ένας τόν όποιο προσφέρει μέ τή σειρά καθεμιά άπό τίς τρεις πόλεις τών δύο άλλων περιοχών. Κυριό τερη αποστολή τους είναι ή διοίκηση τών στρατιωτικών δυνά μεων. Στήν εκστρατεία, Οταν είναι όλοι μαζί, ή ανώτατη αρχη γία ασκείται άπό έναν μόνο, είτε κατά σειρά, είτε μέ απόφαση τών συναδέλφων του, είτε μέ απόφαση τής ομοσπονδιακής βου λής. Ώς αρχηγοί τοΰ στρατού, αντιπροσωπεύουν τή συνομο σπονδία στό εξωτερικό, στέλνουν ή δέχονται πρεσβευτές, δια πραγματεύονται καί αναφέρονται στή βουλή, ή όποια αποφασί ζει. Ό στρατός αποτελείται άπό μονάδες πού παρέχουν οί έντεκα περιοχές, καί αριθμούν άπό χίλιους οπλίτες καί εκατό ιππείς. Γιά τά έξοδα τοΰ πολέμου καί τήν αποζημίωση τών βου λευτών χρειάζεται ένα ομοσπονδιακό ταμείο: τροφοδοτείται άπό συνεισφορές (εισφοράς) πού καταβάλλουν εξίσου όλες οί περιο χές, σύμφωνα μέ καταστάσεις. Μονάδες στρατοΰ καί εισφορά μοιράζονται μέσα στήν περιοχή ανάμεσα στις πόλεις, σύμφωνα μέ τήν αναλογία πού προβλέπει τό σύνταγμα. "Ετσι τίποτε δέν γίνεται στή συνομοσπονδία χωρίς τή μεσο λάβηση τών πόλεων, καί κάθε πόλη έχει στή συνομοσπονδία τή θέση πού τής δίνει ό αριθμός τών ενεργών πολιτών της. Ή επί δραση τής Θήβας οφείλεται απλώς στό γεγονός Οτι έ'χει δύο, τέσ σερις, δώδεκα, είκοσι φορές περισσότερους γαιοκτήμονες πού έχουν τό νόμιμο τίμημα άπό οποιαδήποτε άλλη πόλη, καί γιατί, μέ τίς ίδιες αναλογίες, έχει δικαίωμα γιά μεγαλύτερο αριθμό αντιπροσώπων στή βουλή καί στό σώμα τών βοιωταρχών άπό τήν άλλη Ομως μεριά οφείλει νά στέλνει περισσότερους άντρες 166
167
168
297
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στό στρατό καί νά εφοδιάζει μέ μεγαλύτερο ποσό τό ομοσπον διακό ταμείο. Επίσημα ή υπεροχή της φαίνεται μόνο άπό δυο σημεία: ή βουλή εδρεύει στήν Καδμεία, καί τό ομοσπονδιακό νό μισμα, τό μόνο πού κυκλοφορεί, προσθέτει στό έμβλημα τής ασπίδας τήν επιγραφή Θ, ΘΗ, ΘΗΒΑ. Τίποτε τό κοινό ανά μεσα σ' αυτή τή βοιωτική συμπολιτεία καί στις συμμαχίες πού υπακούουν στή Σπάρτη ή στήν 'Αθήνα. Τέτοια είναι ή συνομοσπονδία πού σχηματίζεται μέ πνεύμα εχθρικό προς τήν 'Αθήνα κατά τόν πρώτο πελοποννησιακό πό λεμο. Κατά τόν δεύτερο πελοποννησιακό πόλεμο τό ίδιο πνεύμα οργάνωσε δύο συνοικισμούς: τόν ένα στά σύνορα τής Μακεδο νίας, τόν άλλο στις ακτές τής Μικράς 'Ασίας. Τό 432, όταν οί Αθηναίοι πολιόρκησαν τήν Ποτίδαια, σχε δόν όλοι οί "Ελληνες τής Χαλκιδικής συντάχθηκαν μ' αυτήν. "Υ στερα άπό συμβουλή τοΰ βασιλέα [τών Μακεδόνων] Περδίκκα, οί κάτοικοι τών παράλιων πόλεων αποφάσισαν νά τίς εγκαταλεί ψουν, νά ρίξουν τά τείχη καί νά καταφύγουν στό εσωτερικό, στήν ισχυρή θέση τής Όλύνθου. 'Απ' αυτόν τό συνοικισμό γεννήθηκε μιά συμπολιτεία, μέ τήν "Ολυνθο γιά πρωτεύουσα. Τό καινού ριο κράτος πήρε όλες τίς εξουσίες: διαπραγματευόταν μέ τίς ξένες δυνάμεις, έστελνε πρεσβευτές, εξέδιδε ψηφίσματα προξενιάς, ειχε τό στρατό. "Ολες οί πόλεις τής περιοχής πού εγκατέλει ψαν τήν αθηναϊκή συμμαχία μπήκαν σ' αυτό. Ή 'Όλυνθος δέν άργησε νά γίνει ή σημαντικότερη πόλη τής θρακικής ακτής. Τό 408 οί Ρόδιοι θέλησαν νά θέσουν τέρμα στους ανταγωνι σμούς πού χώριζαν γιά πολύν καιρό τίς πόλεις τους, τήν Ιαλυσό, τήν Κάμειρο καί τή Λίνδο. "Εχτισαν μιά κοινή πρωτεύουσα, τή Ρόδο, πού προοριζόταν γιά ένα τόσο ωραίο μέλλον. Τά γειτονι κά νησιά Χάλκη καί Σύμη ενώθηκαν μέ τό μεγάλο νησί* ή Τή λος, ή Κάρπαθος καί ή Κάσος ακολούθησαν αργότερα. Παρά τή γρήγορη ανάπτυξη τής νέας πόλης, οί παλαιές κοινότητες δια τηρούνται, άλλά ώς φυλές καί δήμοι τής πόλης. "Ενας μόνο δή μος, τών Ροδίων, υπάρχει, πού συγκεντρώνεται σέ πλήρη εκ κλησία καί αντιπροσωπεύεται άπό τή βουλή άλλά οί «Λίνδιοι», οί «Καμείριοι», οί «Ίαλύσιοι» δέν παύουν νά βγάζουν ψηφίσμα τα καί νά διορίζουν μάστρους. Έδώ, όπως άλλοτε στήν Α τ τική, ό συνοικισμός δημιούργησε ένα κράτος μέ ενότητα, καί οί παλαιές πόλεις δέν είναι πιά παρά κοινότητες. 169
170
171
172
173
174
-
115
298
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο
ΑΙΩΝΑ
Τά ίδια τά παραδείγματα μεγαλύτερης ή μικρότερης περιστολής τοΰ πάθους γιά τήν αυτονομία μάς δείχνουν πόσο τό ελληνικό πνεύμα αποστρεφόταν αυτήν τή συμπίεση τής τοπικής κυριαρ χίας. Ή ιδέα τής συγκέντρωσης κυριαρχούσε σέ πολύ μικρούς χώρους, όταν κάποιος κοινός κίνδυνος απειλούσε μερικές γειτο νικές πόλεις ή χωριά ανίκανα νά αμυνθούν δέν πήγαινε μακρύ τερα άπό θεσμούς αόριστα ομοσπονδιακούς, πού υπέκυπταν ό ένας μετά τόν άλλο, όχι τόσο άπό τά χτυπήματα ενός έξωτερικοΰ έχθροΰ Οσο άπό τήν άνεπίσχετη ώθηση μιάς κεντρόφυγης δύ ναμης.
299
ΤΡΙΤΟ
Η ΠΑΡΑΚΜΗ
ΜΕΡΟΣ
ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΝΕΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΙΔΕΕΣ
Α' Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ
Ή πετυχημένη ισορροπία πού ή Ελλάδα τής καλής εποχής κα τάφερε νά εξασφαλίσει ανάμεσα στή δημόσια εξουσία καί στά δικαιώματα τοΰ άτομου δέν μποροΰσε νά διατηρηθεί έπ' άπει ρον. Άφοΰ βοήθησε τήν πόλη νά κυριαρχήσει στήν πατριαρχική οικογένεια, ό ατομικισμός περιορίστηκε γιά λίγο καιρό άπό τήν πάντα στέρεη οργάνωση τής μικρής οικογένειας, καί κυρίως άπό τόν φαινομενικά ακλόνητο νόμο τοΰ κράτους. Άλλά τά ατομικά δικαιώματα πήγαιναν νά εκφυλιστούν σέ εγωισμό. Μέ συνεχείς επεκτάσεις, μέ ορέξεις πού άπό μέρα σέ μέρα γίνονταν πιο απαι τητικές, θά υπονόμευαν τήν οικογένεια καί θά κατέστρεφαν τήν πόλη. Άπό τόν 4ο αιώνα παρατηρείται στις μεγάλες πόλεις τό φαι νόμενο πού δίκαια ονόμασαν «κρίση τοΰ γάμου» καί «βασιλεία τών έταιρών». Αυτό δέν σημαίνει πώς, σέ εποχή πού άναζητοΰσαν τήν ευτυχία στήν ιδιωτική ζωή, δέν ένιωσαν τή γοητεία ται ριαστών γάμων. Στά έ'ργα τοΰ Αριστοτέλη —πού χαιρόταν, για τί είχε παντρευτεί τήν ανιψιά τοΰ φίλου του Ερμεία— συναντούμε πολλά χωρία δπου ό γάμος δέν παρουσιάζεται σάν άπλή υπόθεση ούτε σάν δεσμός μέ σκοπό τήν εξάπλωση τής φυλής, άλλά σάν επικοινωνία ψυχών μέ αποστολή νά ικανοποιήσει δλες τίς ηθικές ανάγκες τής ύπαρξης, νά προσφέρει στους συζύγους τά πλεονε κτήματα καί τήν ηρεμία μιάς αμοιβαίας τρυφερότητας. Αυτό πού είναι καινούριο καί δείχνει μιά σοβαρή αλλαγή στά ήθη είναι τό γεγονός δτι ό γάμος δέν θεωρείται πιά απαραβίαστη υποχρέ ωση τοΰ άτομου, πού οφείλει νά μεταβιβάσει μέ τή σειρά του τή ζωή πού έ'λαβε ώς παρακαταθήκη άπό τούς προγόνους του* συ χνά αντιμετωπίζεται σάν τεχνητός θεσμός, σάν άπλή σύμβαση. Οί κατασκευαστές θεωρητικών κοινωνικοπολιτικών συστημάτων πιστεύουν δτι μπορεί νά αντικατασταθεί μέ τήν κοινοκτημοσύνη τών γυναικών γιά τούς κοινούς ανθρώπους δέν είναι πιά παρά 1
2
303
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ένας άπό τούς δύο τρόπους πού προσφέρονται στον καθένα γιά τήν επιδίωξη τής ευτυχίας καί τής προσωπικής ευχαρίστησης. "Ενας διάδικος έφτασε νά πει στό δικαστήριο: «"Εχουμε συζύ γους γιά νά συνεχίσουμε τό ονομά μας, παλλακίδες γιά νά μάς περιποιούνται, εταίρες γιά νά μάς διασκεδάζουν».
3
Αναμφίβολα οί παλλακίδες καί οί εταίρες έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στήν Ελλάδα Ολη τήν αρχαιότητα, καί οί σύζυγοι ποτέ δέν περηφανεύτηκαν γιά τή συζυγική πίστη. Οί νόμοι τοΰ Δράκοντα μνημονεύουν χωρίς αποδοκιμασία ορισμένες εταίρες, καί ό δε σμός τοΰ Περικλή μέ τήν Ασπασία ήταν πασίγνωστος. Άλλά ή παλλακεία, στήν όποια ή αρχαία νομοθεσία αναγνώριζε ένα είδος νομιμότητας, είχε τουλάχιστον σκοπό τή γέννηση ελεύθε ρων παιδιών σέ περίπτωση στείρου γάμου, καί ξέρουμε ότι ό με γάλος πολιτικός δέν πέτυχε, παρ' όλο τό κύρος του, νά επιβάλει τήν ωραία καί σοφή Μιλησία στήν κοινωνία τής Αθήνας. Τώρα όμως μπορούν νά επιτρέψουν στον εαυτό τους τά πάντα, χωρίς νά επικαλούνται δικαιολογίες, ούτε νά προκαλοΰν σκάνδαλα. Ό ελεύθερος γάμος δέν ενοχλεί. Τό γεροντοπαλίκαρο καί ή εταίρα γίνονται συνηθισμένα, καί φορές φορές συμπαθητικά πρόσωπα τής κωμωδίας. Σέ μιά σύγκριση τοΰ παράνομου έρωτα καί τοΰ γάμου ένα πρόσωπο τοΰ ποιητή Άμφη δέν κρύβει τίς προτιμή σεις του: «Μιά εταίρα δέν είναι πιό αξιαγάπητη άπό μιά σύζυγο; Ή μιά έχει μαζί της τό νόμο πού σέ αναγκάζει νά τήν κρατήσεις, Οσο δυσάρεστη καί άν είναι* ή άλλη ξέρει ότι πρέπει νά προσελ κύσει έναν άντρα μέ τούς καλούς της τρόπους, αλλιώς νά ψάξει γιά άλλον». Δέν πρόκειται γιά θεατρινίστικη φράση, άλλά γιά κοινολεκτούμενο γνωμικό. Οί περισσότεροι διανοούμενοι καί καλ λιτέχνες συμμορφώνονται μ' αυτό. Ό Πραξιτέλης έχει ώς ανα γνωρισμένη ερωμένη τό μοντέλο του, τή Φρύνη* ό Μένανδρος ζεί μέ τή Γλυκερά, καί ό Δίφιλος μέ τή Γνάθαινα. "Ετσι ό ήμίκοσμος λάμπει στις πρώτες θέσεις, δίνει τόν τόνο. Δέν είναι μόνο ή χρυ σή νεολαία πού καλεί τίς εταίρες στά συμπόσια. Ό Σωκράτης, θερμός θαυμαστής τής ομορφιάς, χαριεντολογεί μέ τή Θεοδότη. "Οταν ή Φρύνη αφιερώνει χρυσό άγαλμα της στους Δελφούς ή Οταν βάζει τό ομοίωμα της δίπλα στήν Αφροδίτη στό ναό τοΰ έ'ρωτα, στις Θεσπιές, δέν προκαλεί μεγαλύτερο σκάνδαλο άπό εκείνο πού προκάλεσε ό εραστής καί υπερασπιστής της Υπερεί δης, παρουσιάζοντας την ολόγυμνη στό δικαστήριο. Ένας Πλάτωνας έχει ωστόσο αντιρρήσεις γι' αυτά τά ήθη: 4
5
6
7
304
Ν Ε Α ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
αυτός, άν καί άγαμος, θά απαγόρευε πρόθυμα κάθε σχέση μέ γυ ναίκα εκτός άπό τή νόμιμη σύζυγο άλλά πρέπει νά ζει κανείς μέ τήν εποχή του καί νά κάνει μερικές αναγκαίες υποχωρήσεις. Έτσι ό πολιτικός ανέχεται τούς δεσμούς πού αποκρούει ό ηθι κολόγος, μέ τόν όρο ότι θά είναι κρυφοί. "Οσο γιά τούς φιλοσό φους πού διαδίδουν τή θεωρία τής απόλαυσης, δέν κάνουν τόσα νάζια καί δέν δείχνουν σεβασμό προς τήν αρετή ούτε μέ τά πα ραγγέλματα τους ούτε μέ τό παράδειγμα τους. Απεχθάνονται τό γάμο: ό Αρίστιππος προτιμά νά είναι φίλος τής Λα'ιδος, Ο πως ό Επίκουρος νά έ'χει ερωμένη τό Λεόντιον.* Μέ τέτοιες ιδέες γιά τό γάμο, τί γινόταν ή γεννητικότητα; Σέ μιά Ελλάδα μέ άγονο καί κατακερματισμένο άπό τή φύση έ'δαφος, μόλις επικράτησε ό κανόνας τής κληρονομικής μοιρα σιάς δημιούργησε στους οικογενειάρχες φόβο γιά τό μέλλον τών παιδιών τους, καί τούς έ'σπρωξε προς εναν μαλθουσιανισμό. "Η δη ό Ησίοδος, μικροϊδιοκτήτης στή Βοιωτία, ευχόταν νά έ'χει εναν μονάχα γιό. 'Από τήν άλλη μεριά, οί παλαιές νομοθεσίες έ'σπρωχναν συχνά τίς ανώτερες τάξεις νά περιορίζουν τόν αριθμό τών παιδιών, στήν Κρήτη μέ τήν απομόνωση τών γυναικών καί τήν ομοφυλοφιλία, στή Σπάρτη καί στή Θήβα μέ τούς νόμους του Λυκούργου καί τοΰ Φιλολάου** πού συνέστησαν ορισμένο αριθ μό περιουσιών αναπαλλοτρίωτων καί αδιαίρετων. 'Από τόν 4ο αιώνα καί μετά, αποφεύγουν όσο μποροΰν τήν πατρότητα. «Κα νείς δέν είναι πιο δυστυχισμένος άπό εναν πατέρα, έκτος άπό έναν πατέρα μέ πολλά παιδιά», ((δέν πρέπει νά έχει κανείς παι διά»: τέτοια είναι άπό αυτή τήν εποχή τά γνωμικά τής κοινής φρόνησης. Τά κορίτσια είναι ολωσδιόλου ανεπιθύμητα δυο καί περισσότερα αγόρια είναι πολλά. ' 0 μοναχογιός είναι τό ιδεώδες Οταν θέλει κανείς νά αφήσει απογόνους. Γιά νά δικαιολογηθούν, -
8
9
10
11
-
* Λεόντιον: γυναικείο δνομα σέ ουδέτερο γένος πρβ. τά νεοελληνικά Λενάκι, Κατινάκι κτλ. ** Σύμφωνα μέ τόν Αριστοτέλη (Πολιτικά, II, 4, 7) ό Φιλόλαος εισήγαγε νόμους σχετικούς μέ τήν τεκνοποιία, μέ σκοπό τή διατήρηση τοϋ αριθμού τών κ λ ή ρ ω ν άπό άλλο χωρίο (ό'.π., 3, 7) μαθαίνουμε πώς «ό Κορίνθιος Φείδων θεώρησε δτι έπρεπε νά παραμένει σταθερή ή ισότητα ανάμεσα στόν αριθμό τών οίκων καί τόν πληθυσμό τής πόλης, ακόμη καί δταν οί κλήροι ήταν εξαρχής άνισοι κατά τό μέγεθος». Επειδή ό Φιλόλαος ήταν επίσης Κορίνθιος, καί μάλιστα άνηκε στό ϊδιο γένος μέ τόν Φείδωνα, είναι εύλογο νά υποθέσουμε δτι υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στις δύο αυτές νομοθεσίες, οχι μόνο ώς προς τή σκοπιμότητα τους άλλά καί ώς πρός τό περιεχόμενο τους. -
305
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
καταφεύγουν στή σοφιστεία τού πατρικού ενδιαφέροντος: οί άν θρωποι μέ μέτρια περιουσία αρνούνται νά γεννήσουν φτωχούς, οί πλούσιοι θεωρούν καθήκον τους νά εμποδίσουν τόν κατακερ ματισμό τής περιουσίας τους μετά τό θάνατο τους* Ολοι ισχυρί ζονται πώς δέν επιθυμούν περισσότερα παιδιά, γιατί αγαπούν τά παιδιά. Στήν πραγματικότητα οί γονείς υπακούουν συχνά σέ εγωιστικούς λόγους: απορρίπτουν τά παιδιά εξαιτίας τών καθη μερινών ενοχλήσεων καί φροντίδων πού προκαλεί μιά πολυμελής οικογένεια, εξαιτίας τής έγνοιας πού δημιουργούν τά παιδιά ώ σπου νά ολοκληρωθεί ή αγωγή τους. "Ολα τά μέσα είναι καλά γιά νά περιορίσουν τή γεννητικότητα ή γιά νά απαλλαγούν άπό τά νεογέννητα. Ή έκτρωση τιμωρείται μόνο άν ή γυναίκα τήν επιδίωξε χωρίς τή συγκατάθεση τού άν τρα της, ή άν κάποιος ξένος προκάλεσε τήν αποβολή άπό τή στιγμή πού τή διέταξε ό αρχηγός τής οικογένειας, ή δικαιοσύνη δέν έχει λόγους νά ενδιαφερθεί. Στήν περίπτωση πού δέν μπό ρεσαν νά εμποδίσουν τό παιδί νά έρθει στον κόσμο, μένει ακόμη κάποια διέξοδος, πού δέν θεωρείται εγκληματική: τό σκοτώνουν ή τό εκθέτουν. Ή έκθεση εΐναι πολύ συχνή: τό εγκαταλειμμένο άπό τούς γονείς παιδί πού τό περιμαζεύει μιά καλή ψυχή γίνεται συνηθισμένο πρόσωπο τής νέας κωμωδίας. Θά νόμιζε κάνεις ότι οί συνήθειες πού σοφίστηκαν οί ιδιώτες καί πού ανέχθηκε τό κρά τος θά προκαλούσαν τίς αποδοκιμασίες τών φιλοσόφων. Εντε λώς τό αντίθετο: γιά θεωρητικούς λόγους, επειδή ήθελαν νά προ φυλάξουν τήν πόλη άπό μιά βλαβερή γεννητικότητα, διακήρυσ σαν Ολους τούς τρόπους περιορισμού τών γεννήσεων (έπιβχέβεις γενέσεως). Ό Πλάτων, γιά νά διατηρήσει τήν καθαρότητα τής φυλής καί γιά νά εμποδίσει τόν αισθησιασμό νά ανεβάσει τόν αριθμό τών πολιτών πέρα άπό τίς 5.040, ζητά νά θανατωθούν Ολα τά ανάπηρα παιδιά καί αυτά πού γεννήθηκαν άπό γονείς ανά ξιους ή πολύ ηλικιωμένους. Ό Αριστοτέλης, γιά νά προλάβει τή δημιουργία μιάς τάξης πενήτων, δέν βλέπει τίποτε καλύτερο άπό τό νά επιτραπεί μέ νόμο ή έκτρωση καί ή έκθεση τών παι διών. Βλέπουμε προς ποιά κατεύθυνση θά ενεργούσε τό κράτος, άν επιδίωκε νά επέμβει σ' αυτό τό ζήτημα. Ό μαλθουσιανισμός ειχε πέραση. Σέ μερικά μέρη τής Ελλάδας ό εγωισμός τών ατόμων προ ξένησε τέτοια καταστροφή, πού ειχε γιά αποτέλεσμα μιά αλη θινή αποδιοργάνωση τής οικογένειας. Τίποτε πιό χαρακτηριστι12
-
13
14
15
16
306
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
κό, άπό αύτη τήν άποψη, άπό τό θέαμα τής Βοιωτίας προς τό τέλος τοΰ 3ου αιώνα, σύμφωνα μέ τήν περιγραφή πού κάνει ό Πο λύβιος: «Οί άνθρωποι πού δέν είχαν παιδιά, άντί νά αφήσουν τά υπάρ χοντα τους στους συγγενείς τους, όπως ήταν ή συνήθεια ώς τότε, τά ξόδευαν σέ συμπόσια καί οινοποσίες ή τά μοιράζονταν μέ φί λους τους* πολλοί καί άπό αυτούς πού είχαν παιδιά προόριζαν τό μεγαλύτερο μέρος τής περιουσίας τους γιά συλλόγους συμπο σιαστών: έτσι πολλοί Βοιωτοί είχαν περισσότερα δείπνα τό μή να άπό όσες μέρες έχει ό μήνας». Ό Πολύβιος, πάλι, εξετάζει τό πρόβλημα άπό γενικότερη σκο πιά: μάς δείχνει Ολη τή σοβαρότητα ενός κακού πού έφτανε τό τε στον παροξυσμό του, άλλά μάστιζε τόν τόπο εδώ καί δυο αιώ νες. Μ'αυτή τήν αφορμή γράφει πολύ διαφωτιστικά: «Στις μέρες μας παρατηρούμε σ' όλη τήν Ελλάδα μιά τέτοια πτώση τής γεννητικότητας, μιά τέτοια μείωση τού πληθυσμοΰ, ώστε οί πόλεις νά ερημώνουν καί ή γή νά μένει ακαλλιέργητη, χωρίς νά υπάρχουν συνεχείς πόλεμοι ούτε επιδημίες... Ή αιτία τοΰ κακού είναι φανερή. 'Από ματαιότητα, άπό φιλαργυρία ή άπό δειλία, οί άνθρωποι δέν θέλουν ούτε νά παντρευτούν ούτε νά απο κτήσουν έστω νόθα παιδιά* μόλις κρατούν ένα ή δύο, γιά νά τούς αφήσουν περιουσία καί νά τούς εξασφαλίσουν μιά ζωή μέ πολυ τέλεια: έτσι ή θεομηνία έχει πάρει γρήγορη καί δόλια ανάπτυξη. Ά ν σ' αυτές τίς οικογένειες μέ ένα ή δυο παιδιά έρθει ό πόλεμος ή ή αρρώστια νά εισπράξει τό φόρο της, βλέπει κανείς μοιραία τά σπίτια νά σβήνουν, καί, όπως τά σμάρια τών μελισσών, τίς πόλεις, καθώς ερημώνονται, νά χάνουν μέσα σέ λίγο καιρό τή δύναμη τους». Ένώ οί φιλόσοφοι φοβόνταν κινδύνους άπό τή μεγάλη γεννη τικότητα, στήν πράξη ή περίσσεια τών θανάτων σέ σχέση μέ τίς γεννήσεις απόδειχνε τά θλιβερά αποτελέσματα τών μαλθουσιανικών μεθόδων. Ό πληθυσμός λιγόστευε τόσο στις αριστοκρα τικές όσο καί στις δημοκρατικές πόλεις. Ή Αθήνα, πού ειχε 30.000 πολίτες τήν εποχή τών μηδικών πολέμων, έφτασε τούς 40.000 τήν εποχή τής μεγαλύτερης ευημερίας της. Ά ν ό πελο ποννησιακός πόλεμος τήν έκαμε νά χάσει ό,τι κέρδισε, οί θελη ματικοί περιορισμοί τής στοίχισαν τόν 4ο αιώνα όσο ή πανώλη καί οί πόλεμοι μαζί τού προηγούμενου αιώνα: ή απογραφή πού διέταξε ό Δημήτριος ό Φαληρέας κατέβαζε τόν αριθμό τών πο17
18
19
20
307
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
λιτών στις 21.000. Στή Σπάρτη ή κατάσταση ήταν ακόμη χει ρότερη. Μέ τό νά μεταβιβάζεται αδιαίρετος ό κλήρος στον πρε σβύτερο γιό καί νά απαγορεύει ό νόμος στους πολίτες νά ασκούν επαγγέλματα, ή οικογένεια έτεινε νά περιορίσει τή γεννητικότη τα. Τό καλύτερο ήταν νά μήν έχουν παρά ένα γιό άν κατά κακή τύχη άφηναν περισσότερους, οί ύστερότοκοι πήγαιναν νά εγκα τασταθούν σέ κτήματα εκτός τοΰ κλήρου, καί έπαιρναν μιά γυ ναίκα γιά όλους. Έτσι προκλήθηκε μιά φοβερή μείωση τού πληθυσμού. Τό κράτος προσπαθούσε νά αντιδράσει, στιγματί ζοντας τούς άγαμους καί δίνοντας μερικά πλεονεκτήματα σέ Ο σους είχαν τρία ή τέσσερα παιδιά. Άλλά τί αποτέλεσα χ μπο ροΰσε νά έχει, μέ αντίδοτο τόσο λίγο αποτελεσματικό. Έξαλλου τό ίδιο τό κράτος αντιδρούσε στήν επίδραση του μέ τούς όρους πού έθετε γιά τήν είσοδο στήν ανώτερη τάξη. Ακόμη περισσό τερο, περνούσε άπό μιά επιτροπή έλεγχου τά νεογνά πού ό πα τέρας τους ήθελε νά μεγαλώσει, πριν τούς αναγνωριστεί τό δικαί ωμα τής διαδοχής στον κλήρο, καί άν δέν τά έκρινε ικανά γιά τό στρατό, τά έστελνε στους Αποθέτες, στό θάνατο. Ή ολιγαν θρωπία στή Σπάρτη ήταν επομένως ένα κακό πού δέν μποροΰσε νά γιατρευτεί παρά μέ αλλαγή, Οχι μόνο στά ήθη άλλά καί στό σύνταγμα. Δέν μποροΰσαν ούτε νά τό σκεφτούν. Έτσι, οί Σπαρτιάτες τών στρατευσίμων ηλικιών έβλεπαν τούς στοίχους τους νά αραιώνουν μέ μιά καταστροφική ταχύτητα. Τό 480 ήταν περισσότεροι άπό 8.000" τό 371 δέν είναι παρά 2.000 σαράντα χρόνια αργότερα ό Αριστοτέλης υπολόγιζε τόν αριθμό τών ομοίων σέ 700. Πιθανότατα τό έλλειμμα στήν ανώτερη τάξη δέν είναι καθαρή απώλεια γιά τόν πληθυσμό, γιατί πολλοί όμοιοι υποβιβάζονται, όταν δέν έχουν εισόδημα, στήν τάξη τών ύπομειόνων άλλά στό σύνολο ή μείωση τοΰ άριθμοΰ είναι σταθερή καί παραμένει ισχυρή. Κυρίως ή ύπαιθρος ερημωνόταν. Ή πόλη άσκοΰσε ισχυρή έλ ξη. —Άλλά δέν ήταν πάντα έτσι. Ώ ς τόν πελοποννησιακό πό λεμο οί πιό πολλοί ιδιοκτήτες τής Αττικής, φτωχοί ή πλούσιοι, είχαν διατηρήσει τή συνήθεια νά ζουν στους αγρούς τους. Α υ τ ά τά χρόνια ένας Στρεψιάδης περνούσε «μιά ζωή χωρικού πολύ ευ χάριστη, γεμάτη μούχλα καί σκόνη, παραδομένη στήν ξάπλα, γεμάτη μέλισσες, προβατίνες καί στροφίλια»· «μύριζε καινούριο κρασί, φρέσκο τυρί, άπλυτο μαλλί, τήν αφθονία»· μόλις Ομως πήρε μιά γυναίκα υψηλής καταγωγής, ανιψιά τοΰ Μεγακλή, πα21
-
22
23
24
25
-
308
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
ρασύρθηκε στήν πόλη καί εγκατέλειψε τήν ελπίδα νά δει τό γιό του, «ντυμένον μέ κατσικοπροβιά, νά οδηγεί τίς κατσίκες κατη φορίζοντας άπό τά βράχια, καταπώς έ'κανε ό ίδιος». "Οταν ό Περικλής συγκέντρωσε όλο τόν πληθυσμό στήν πόλη, μέ σκοπό νά δημιουργήσει κενό μπροστά στον εχθρό, ήταν σπαραγμός γιά τούς αγρότες τό νά εγκαταλείψουν τά σπίτια καί τούς ναούς μέ τούς όποιους τούς συνέδεαν όλες οί οικογενειακές αναμνήσεις: «άφηναν τίς συνήθειες τους καί καθένας έ'μοιαζε σάν νά αποχαι ρετούσε τήν πατρίδα». —Τώρα, αντίθετα, ή πόλη έ'χει γίνει ελ κυστική. Οί πλούσιοι καλλιεργητές παρασύρονταν σ' αυτήν άπό τήν ανάγκη τής άνεσης, τήν αγάπη προς τίς κοσμικές σχέσεις ή τήν πολιτική. Ό Ίσχόμαχος, ό τύπος τοΰ μεγαλογαιοκτήμονα πού έχει ανάγκη άπό έναν επιστάτη γιά νά διευθύνει τούς ερ γάτες του, κατοικεί στήν πόλη καί αναγκάζεται νά πάει στά κτή ματα του, κάθε μέρα, άπό νωρίς, μέ τά πόδια ή μέ τό άλογο. "Οσο γιά τούς μικρούς χωρικούς, αντιστέκονται όλο καί πιο δύ σκολα. Είτε έξώστηκαν άπό τά σπίτια τους άπό άσπλαχνους πι στωτές είτε άκουσαν τίς ελκυστικές προσφορές εμπόρων αγρο κτημάτων μιά χρονιά πού τά προϊόντα δέν πουλήθηκαν καλά, εγκαταλείπουν τή γή τους. Σέ χώρες μέ μοναδικούς πόρους τή γεωργία ή τήν κτηνοτροφία, όπως ή Αρκαδία ή ή Άχαί'α, δέν τούς μένει παρά νά αποικίσουν ή νά καταταγούν σέ ένα σώμα μισθοφόρων άλλου, πηγαίνουν στήν πόλη γιά νά έπιδοθοΰν στό εμπόριο. "Ετσι, τόν ίδιο καιρό πού ό πληθυσμός μειώνεται, ή 26
27
28
29
έξοδος τών αγροτών αλλάζει τήν κατανομή του.
Β' ΟΙ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Σέ κοινωνίες όπου ένας ξέφρενος ατομικισμός καταστρέφει τή συνείδηση τοΰ πολίτη, είναι αναπόφευκτο οί τέχνες καί τά γράμ ματα νά δείχνουν έντονα μιάν ανάλογη μεταβολή. Άπό όποιο πρίσμα καί άν τό δει κανείς, στήν Ελλάδα παρατηρούνται, άπό τόν 5ο στον 4ο αιώνα, μεγάλες διαφορές στους δύο αυτούς τομείς. Πώς ήταν δυνατόν μιά κρίση πού ανατάραξε συθέμελα τήν Ελλάδα νά μή μεταβάλει καί τίς υλικές καί ηθικές προϋποθέσεις τής τέχνης; Κανείς πιά λόγος γιά συλλογική εργασία γιά τόν καλλωπισμό τής πόλης: ή χαλάρωση τοΰ πατριωτισμού, περισ σότερο καί άπό τή φτώχεια τοΰ δημόσιου ταμείου, αποτελεί έμ309
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
πόδιο. Οί παραγγελίες προέρχονται άπό ιδιώτες, πού ή περιου σία τους επιτρέπει νά ικανοποιήσουν τήν αγάπη τους γιά τά ω ραία πράγματα, τήν ορεξή τους γιά πολυτέλεια ή τή ματαιοδοξία τους οί παραγγελίες συχνότερα έ'ρχονται άπό 'Έλληνες ή Ανα τολίτες πρίγκιπες, πού, στήν Κύπρο, στήν Αλικαρνασσό, στή Σιδώνα, στήν Πέλλα καί στις Συρακούσες, θέλουν νά στολίσουν τήν πρωτεύουσα τους μέ μνημεία τά όποια θά διαιωνίσουν τή μνήμη τους. Σ' αυτόν τόν καινούριο κόσμο, οί καλλιτέχνες, γιά νά πάνε μπροστά, ξεχνούν τίς παραδόσεις καί διεκδικούν τήν ελευθερία νά αναπτύσσουν τίς ικανότητες τους σύμφωνα μέ τίς εμπνεύσεις τους καί μέ τό καλλιτεχνικό αίσθημα πού κυριαρχεί. Ώς τόν 4ο αιώνα, τούς αρχιτέκτονες δέν τούς απασχολούσε παρά ή ίδρυση ναών πού, άπό πόλη σέ πόλη, συναγωνίζονταν σέ μεγαλοπρέπεια. Οί κατοικίες ήταν άτεχνες κατασκευές, μικρές, κακοχτισμένες, δύσχρηστες, σκορπισμένες τυχαία κατά μήκος στενών καί ελικοειδών δρόμων. 'Ο Δημοσθένης λέει: «Τότε, μέ αποφάσεις τοΰ λαοΰ, ιδρύθηκαν τόσα ωραία μνη μεία, τόσα ιερά στολισμένα μέ αριστουργήματα, πού δέν άφησαν σέ καμιά μελλοντική γενεά τή δυνατότητα νά τά ξεπεράσει. Στήν ιδιωτική ζωή τά ήθη ήταν τόσο σεμνά, τόσο σύμφωνα μέ τό χα ρακτήρα τής δημοκρατίας, ώστε σήμερα όποιος ξέρει πού είναι τό σπίτι τοΰ Αριστείδη, τοΰ Μιλτιάδη ή τών επιφανών συγχρό νων τους ανακαλύπτει Οτι δέν έ'χει καλύτερη εμφάνιση άπό τό σπίτι τοΰ γείτονα». Σέ αυτή τήν πατριαρχική απλότητα τοΰ παλιοΰ καλοΰ καιροΰ ό ρήτορας αντιθέτει «τά ιδιωτικά σπίτια, ή μεγαλοπρέπεια τών οποίων ξεπερνά τήν πολυτέλεια μερικών δημοσίων κτιρίων». Αναμφίβολα υπερβάλλει στήν αντίθεση, σάν δικηγόρος πού εί ναι. Τόν 5ο αιώνα οί πλούσιοι Αθηναίοι έ'μεναν στά κτήματα τους καί, άν παραμελούσαν τό μικρό σπίτι πού είχαν στήν πόλη, τό εξοχικό ήταν μερικές φορές ωραίο καί καλά επιπλωμένο. Υπήρχαν ακόμη καί στήν πόλη, άπό αυτή τήν εποχή, μερικές ιδιωτικές κατοικίες πού ξεχώριζαν άπό τίς άλλες μέ ενα θυρω ρείο, μ' εναν προθάλαμο χρωματισμένο, μ' έ'να εσωτερικό περι στύλιο, μ' ένα λουτρό, καί όπου τά δωμάτια, μέ σκεπασμένη άπό άραβουργήματα οροφή, σκαλιστές επενδύσεις τοίχων, τοιχογρα φίες, στολίζονταν μέ λαμπερά κεντήματα, μέ μιλησιακά κρεβά τια, μέ αγγεία άπό πηλό, χαλκό ή πολύτιμο μέταλλο. Άλλά αυτή ή πολυτέλεια ήταν εξαιρετική καί περιοριζόταν σέ λίγες -
ι
30
31
32
310
ΝΕΑ ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
μεγάλες οικογένειες. Αργότερα επεκτείνεται. Ό Τιμόθεος χτί ζει μιά κατοικία πού μαρτυρεί τόν πλούτο του καί πού λέγεται ό «πύργος» του" τό σπίτι τού Μειδία στήν Ελευσίνα σκιάζει όλη τή γειτονιά" τό σπίτι τοΰ Φωκίωνα θεωρείται μέτριο, καί όμως έχει τοίχους σκεπασμένους μέ χαλκό. "Οποιος έχει οικονομική άνεση θέλει νά διαθέτει διαμερίσματα γιά φιλοξενούμενους, νά προεκτείνει τό ισόγειο μ' έναν κήπο, νά περιβάλει τήν εσωτερική αυλή μέ στοές πού νά έχουν καί δεύτερο Οροφο, νά αναθέτει σέ φημισμένους καλλιτέχνες νά ζωγραφίσουν τούς τοίχους. Έν τω μεταξύ τά μνημεία τής Ακρόπολης μένουν ατελείωτα* ό λαός δέν βρίσκει πόρους παρά μόνο γιά πολεμικά έργα, γιά τείχη, γιά ένα ναύσταθμο, ή γιά κατασκευές πού ανταποκρίνονται στις απο λαύσεις του καί στις ανέσεις του, ένα λίθινο θέατρο, έναν περί πατο μέ περιστύλιο, τή στοά τοΰ Φίλωνα. Ποΰ είναι τά ωραία χρόνια, όταν ό Περικλής, ό Ικτίνος καί ό Φειδίας συνένωναν τίς δυνάμεις τους γιά νά υψώσουν στή δόξα τής Αθηνάς ένα ναό αν τάξιο της. Άπό τώρα καί στό έξης τά μνημειώδη γλυπτά γίνονται μι κρότερα, έκτος άπό τή μακρινή Καρία Οπου ένας πλούσιος δυ νάστης θέλει νά συμβάλουν κι αυτά στό νά γίνει τό Μαυσωλείο έ να άπό τά θαύματα τοΰ κόσμου. Ή γλυπτική περιορίζεται πιά στήν άνδριαντοποιία, καί παίρνει κατ' εξοχήν ατομικό χαρακτή ρα. Στήν τέχνη, Οπως καί στή λογοτεχνία, κυριαρχεί τό πορτρέ το* τί άλλο θά άρεσε περισσότερο στους μαικήνες πού έχουν τά απαιτούμενα χρήματα, ή στό κοινό πού ενδιαφέρεται μόνο γιά τούς επιφανείς άνδρες τοΰ παρόντος καί τοΰ παρελθόντος: άντί γιά ανάγλυφα πού παρίσταναν στά αετώματα καί στις ζωφόρους τών ναών θρησκευτικούς μύθους, κατορθώματα ηρώων καί τε λετές εθνικών γιορτών, τώρα, στις δημόσιες πλατείες, στις πα λαίστρες καί στά γυμνάσια, στά άλση πού είναι αφιερωμένα στις Μούσες, στά πλούσια ιδιωτικά σπίτια καί στά ανάκτορα, βλέπει κανείς τά κεφάλια καί τίς προτομές έμπορων πού πλούτισαν, έταιρών, στρατηγών καί ιππάρχων, ποιητών καί φιλοσόφων, κοσμητών καί ευεργετών, τέλος βασιλέων. Ό Λεωχάρης δέ χεται μάλιστα νά σκαλίσει στό μάρμαρο τά χαρακτηριστικά τοΰ Λυκίσκου, ενός δουλεμπόρου. Άπό τό τέλος τοΰ 4ου αιώνα ό λοι σχεδόν οί γλύπτες, καί οί πιό φημισμένοι, ό Σκόπας, ό Πρα ξιτέλης, ό Λύσιππος, είναι «κατασκευαστές ανθρώπων». Ακό μη καί τίς θεότητες τίς κάνουν ανθρώπινα Οντα* μειώνουν τή με33
34
35
311
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
γαλοπρέπειά τους σέ ρωπογραφίες πού δείχνουν τον Έρμη νά κρατάει το θείο βρέφος ή τον Απόλλωνα νά σκοτώνει μιά σαύρα* προτιμούν σκηνές πού συμβολίζουν τή χαρά, τή μέθη καί τήν ηδονή, προτιμούν τόν Διόνυσο καί τήν Αφροδίτη. Οί γλύπτες είναι άτομικιστές μέ τά θέματα πού τούς απασχολούν καί ακόμη περισσότερο μέ τόν τρόπο πού τά αποδίδουν. Δοκιμάζουν, καθέ νας μέ τή σειρά του, νά εκφράσουν ψυχικές καταστάσεις, καί α νακατεύουν τή δική τους μέ εκείνη πού αναδύεται άπό τό μοντέ λο τους. Οί εικόνες τους, παθητικές ή φιλήδονες, εμπνέονται άπό συναισθηματισμό ή αισθησιασμό εντελώς προσωπικό. Ή ιστο
ρία τής τέχνης φτάνει σ' έ'να σημείο δπου, επειδή δέν συνδέεται πιά μέ μιά συλλογική ιδέα, διαλύεται σέ ιστορίες τών καλλιτε χνών. Ή ζωγραφική προηγείται σέ σχέση μέ τήν πλαστική, γιατί είναι πιο κατάλληλη γιά τή ρεαλιστική έκφραση. Δίνει ακόμη τήν ευκαιρία νά κατασκευαστούν μεγάλες διακοσμητικές συνθέ σεις, όπως αυτές πού ζωγράφισε ό Εύφράνωρ στό ναό τοΰ Διός Ελευθερίου στήν 'Αθήνα καί ό Ζεΰξις στό ανάκτορο τοΰ Αρχε λάου στήν Πέλλα. Άλλά, γενικά, ή νωπογραφία υποσκελίζεται άπό τό φορητό πίνακα, πού ταιριάζει τό ίδιο καλά στους πλού σιους ιδιώτες καί στους βασιλείς. Σέ δποια σχολή καί άν ανή κουν, οί ζωγράφοι δίνουν στή μυθολογία τήν ανθρώπινη όψη πού παίρνει στό θέατρο, μετατρέπουν τίς ιδέες σέ αλληγορίες, απει κονίζουν τίς μάχες τοΰ καιροΰ τους, άναζητοΰν στήν καθημερινή ζωή σκηνές γιά ρωπογραφικούς πίνακες καί, τείνοντας δλο καί περισσότερο προς τήν ακριβή παρατήρηση, προτιμοΰν πάνω άπό δλα τό πορτρέτο. Ανήκουν στήν εποχή τους καί μέ τίς τιμές πού ζητοΰν γιά τά έργα τους: μάς διηγούνται δτι ό Ζεΰξις πήρε άπό τόν Αρχέλαο 400 μνάς, δτι ό Αριστείδης, γιά μιά στρατιωτική σκηνή πού περιλάμβανε εκατό πρόσωπα, πληρώθηκε 10 μνάς τή μορφή, καί ό Απελλής πήρε άπό τούς Έφέσιους γιά ένα πορ τρέτο τοΰ Αλέξανδρου 20 χρυσά τάλαντα. "Ιδια εξέλιξη παρατηρείται στά λογοτεχνικά είδη. Τό δράμα, γεννημένο στήν Αθήνα, εξαπλώνεται σ' όλόκληρη τήν Ελλάδα πού γεμίζει μέ θέατρα* άλλά, άν καί εξακολουθεί νά είναι πολύ παραγωγικό, απέχει άπα τό νά είναι πιστό στό πα ρελθόν του. Ακόμη καί ή οργάνωση τών διαγωνισμών καί τών παραστάσεων αποκαλύπτει ένα καινούριο πνεύμα. Τόν 5ο αιώνα τό θέατρο έ'κανε τήν πόλη όλόκληρη νά κοινωνεί μπροστά στό 36
312
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
βωμό τοΰ Διονύσου. Οί διθυραμβικοί καί οί δραματικοί διαγω νισμοί γίνονταν μεταξύ τών φυλών ή μεταξύ τών χορηγών πού διάλεξε ό άρχων: στους καταλόγους τών νικητών καί στά αφιε ρώματα γιά τήν ανάμνηση τών νικών στους αγώνες διθυράμβου τό Ονομα τής φυλής γραφόταν πρώτο, πριν άπό τοΰ χορηγού' τό όνομα τοΰ χορηγού έμπαινε μπροστά άπό τό Ονομα τοΰ ποιητή πού πήρε τό βραβείο κωμωδίας ή τραγωδίας. Τόν 4ο αιώνα, μό λο πού ή οργάνωση τοΰ θεάτρου διατήρησε τό δημόσιο χαρακτή ρα, τό όνομα τοΰ χορηγοΰ, αντιπροσώπου τοΰ κράτους, εξαφα νίζεται, καί τή θέση του παίρνει τό Ονομα τοΰ ποιητή καί τοΰ πρωταγωνιστή* σύντομα μάλιστα, στους διθυραμβικούς αγώνες, τό Ονομα τοΰ εκτελεστή, τοΰ αυλητή, προηγείται τοΰ ονόματος τοΰ συγγραφέα. Άπό τώρα καί στό έξης πρόκειται γιά ανώ νυμη συλλογικότητα. Κάθε άτομο πού άλλοτε κρυβόταν, προσπα θεί τώρα νά βγει στό προσκήνιο: τόσο, πού τό παίξιμο τών ηθο ποιών καταλήγει νά ενδιαφέρει περισσότερο άπό τήν άξια τών έργων, ή δεξιοτεχνία τών μουσικών υποσκελίζει τήν άξια τών συνθετών. "Ετσι, οί θεατές δέν έρχονται πιά στό θέατρο γιά νά βρουν τό ίδιο είδος απόλαυσης Οπως πρώτα. Ή τραγωδία είναι ξεπερα σμένο είδος: άρκοΰνται σέ επαναλήψεις πού ανεβάζουν στή βαθ μίδα τών κλασικών τούς τρεις μεγάλους ποιητές τοΰ 5ου αιώνα. Άλλά άν θαυμάζουν τόν Αισχύλο καί τόν Σοφοκλή, πιστούς στή θρησκευτική καί πατριωτική αντίληψη τών παλαιών μύθων, πα θαίνονται γιά τόν Ευριπίδη. Τί σημάδι τών καιρών! Νά ένας ποιητής πού, μέ τήν απέχθεια του προς τή δημόσια ζωή, μέ τήν ευμετάβλητη καί ανήσυχη φύση του, τήν κλίση του προς τή λο γική καί τήν εκλεπτυσμένη ψυχολογία, τήν τάση του νά εκθειά ζει τά πάθη καί νά κάνει τά πρόσωπα του νά μιλοΰν σύμφωνα μέ τό χαρακτήρα του, δέν άνηκε στήν εποχή του: είχε τήν πρώ τη νίκη του στά σαράντα, ύστερα άπό δεκαπέντε χρόνων αγώνες, καί σ' ολόκληρη τή ζωή του πέντε μόνο φορές πήρε τό πρώτο βραβείο" τόσο χρειάστηκε γιά νά υπερνικήσει τήν αντίσταση τοΰ κοινοΰ! Μετά άπό τό θάνατο του είχε εξαιρετική επιτυχία: τά έργα του.ανταποκρίνονται τόσο πολύ στό καινούριο πνεΰμα, πού παίζονται πιό συχνά άπό όλα τά άλλα. Προκαλούν μιμήσεις τίς όποιες κρίνει αυστηρά ό Αριστοτέλης: «Άλλοτε, λέει, οί ποιη τές έκαναν τά πρόσωπα τους νά μιλούν σάν πολίτες" σήμερα τά κάνουν νά μιλούν σάν ρήτορες». 37
38
313
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
Ή κωμωδία μεταβάλλεται, μέ ακόμη πιο αξιοπρόσεκτο τρό πο. Μέ τόν Αριστοφάνη αναζητούσε θέματα μέσα στή δημόσια ζωή καί, μέ τήν παράβαση, έ'κανε νά ακουστεί άπό τό κοινό μιά πολιτική δημηγορία πάνω στά γεγονότα τής ημέρας. Ή αρχαία κωμωδία, προορισμένη γιά τούς Αθηναίους άπό καταγωγή, δέν μποροΰσε νά έ'χει γιά συγγραφέα εναν μέτοικο. Αντίθετα, οί μέ τοικοι γράφουν έ'ργα τής μέσης κωμωδίας, καί παίρνουν γιά πρό σωπα τοΰ έ'ργου λαϊκούς τύπους, επαγγελματίες. Σύντομα μά λιστα, μέ τή νέα κωμωδία, θά εγκαταλείψουν εντελώς τήν ανα παράσταση μιάς κοινωνικής ομάδας, γιά νά πλέξουν όλες τίς πε ριπέτειες γύρω άπό επεισόδια τής ιδιωτικής ζωής καί νά περιο ριστούν στήν περιγραφή χαρακτήρων. Αυτές οί αλλαγές είναι εκδηλώσεις ενός ουσιαστικού γεγο νότος: οί καινούριες γενεές δέν εκφράζουν πιά τίς ιδέες τους καί δέν ίκανοποιοΰν τίς πνευματικές τους ανάγκες μέ τήν ποίηση, άλλά μέ τόν πεζό λόγο. Ρεαλιστές καί άτομικιστές, χρειάζονται μιά γλώσσα αδέσμευτη άπό κάθε καταναγκασμό, τή γλώσσα τής καθημερινής ζωής. Στά σχολεία, όπου δέν άπάγγελναν άλλοτε παρά μόνο τά ομηρικά ποιήματα, ασκούνται στό λόγο μέ τήν καθοδήγηση ρητόρων στά συμπόσια, όπου τραγουδούσαν ελε γεία καί σκόλια, παραδίδονται σέ πολιτικές καί φιλοσοφικές συ ζητήσεις* στις μεγάλες πανηγύρεις, όπου οί ραψωδοί άπάγγελ ναν τά έ'πη, βλέπουν γιά πρώτη φορά εναν Γοργία νά εκφωνεί, μέ πομπώδες ακόμη ύφος, έ'να λόγο πάνω σέ ζητήματα έθνικοΰ ενδιαφέροντος. Ό Πλάτων, ό μεγαλύτερος πεζογράφος τοΰ αι ώνα καί ίσως Ολων τών εποχών, εξορίζει άπό τήν πολιτεία του τόν πιο μεγάλο ποιητή. 'Από τώρα καί στό εξής τά πνεύματα διαμορφώνονται στις αίθουσες όπου οί σοφιστές διδάσκουν πώς νά υποστηρίζει κανείς μιά άποψη καί τήν αντίθετη της. Καθένας έ'ρχεται γιά νά μάθει τόν τρόπο νά υποστηρίξει μιά υπόθεση στήν εκκλησία ή στό δικα στήριο. Ή ρητορική υψώνεται σέ φιλολογικό είδος καί σέ επάγ γελμα. Ό Περικλής τήν εποχή του λογιζόταν ώς ό τελειότερος ρήτορας πού ειχε ποτέ ακουστεί* ωστόσο, άπ' όλους τούς λόγους του δέν μάς έ'μειναν παρά λίγες μεγαλειώδεις σκέψεις καί λαμ πρές εικόνες, στις όποιες οφείλει τό επίθετο Όλύμπιος, μερικά σπάνια δείγματα αυτών τών ρητορικών εκφράσεων πού καρφώ νονταν στό μυαλό σάν τό κεντρί. Άπό τώρα καί στό εξής οί λό γοι είναι γραμμένοι πρίν ή μετά άπό τήν εκφώνηση. Ή ρητορεία 39
40
314
ΝΕΑ ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
έχει τήν πρόθεση νά προκαλέσει αισθητική συγκίνηση στον ανα γνώστη καί ικανοποίηση στή φιλαυτία τοΰ συγγραφέα. Επιπλέον, έχει μιά πρακτική χρησιμότητα: οί λογογράφοι καί οί ρήτορες ζουν άπό τίς αγορεύσεις πού πουλοΰν καί άπό τίς δημηγορίες πού εκφωνούν. Ό ατομικισμός, καθώς κυριαρχούσε στή δημόσια ζωή, αναγ καστικά έπιδροΰσε στήν αντίληψη τής ιστορίας. Ό Ισοκράτης διεκδικεί γιά τούς λογογράφους τό δικαίωμα, πού ώς τότε άνηκε στους ποιητές, νά πλέκουν τό ε γ κ ώ μ ι ο τών μεγάλων α ν δ ρ ώ ν . Οί βιογραφίες μέ χαρακτήρα νεκρολογίας πολλαπλασιάζονται, όχι μόνο γιά νά δοξάσουν τά πρόσωπα πού έπαιξαν αληθινά ση μαντικό ρόλο, όπως ό Αγησίλαος ή ό Ε υ α γ ό ρ α ς , άλλά καί γιά νά αποδώσουν τιμές σέ καλούς νέους ανθρώπους πού έδιναν λαμ πρές ελπίδες, όπως ό γιος τοΰ Ξενοφώντα Γρύλλος. Κάτω άπό τή γραφίδα τοΰ Φίλιστου ή ιστορία τής Σικελίας μεταμορφω νόταν κάποια στιγμή σέ ιστορία τοΰ Διονυσίου τού Τυράννου. Ό Ξενοφών δέν περιορίζεται νά πλέξει ένα στεφάνι προς τιμήν τοΰ ήρωα του Αγησίλαου* συγκεντρώνει τά γεγονότα τής Ανά βασης γύρω άπό τόν Κύρο τόν νεώτερο, τόν Κλέαρχο καί τόν εαυτό του* ακόμη καί σέ μιά συνεχή α φ ή γ η σ η , όπως στά Ελλη νικά, εισάγει πλήθος προσωπικά στοιχεία. Τά πορτρέτα, πού στον Θουκυδίδη ήταν σπάνια, καί διακριτικά σκίτσα, παίρνουν μεγάλη θέση στό έργο τών διαδόχων του. Ακόμη καί ή φιλοσοφία παύει νά είναι απρόσωπη στή μορφή, καί ώς προς τό περιεχόμενο θά υποστηρίξει τά δικαιώματα τής προσωπικότητας. Ή μέθοδος τοΰ Σωκράτη νά συζητεί μέ τούς σοφιστές καί νά εκμαιεύει απαντήσεις άπό τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ εξάσκησε τούς μαθητές του νά εκθέτουν τίς ιδέες του καί τίς δικές τους μέσα σέ διάλογους, όπου παρουσιάζονταν, όπως στά δράματα, οί χαρακτήρες τών προσώπων. Ό Ξενοφών, ώς φιλόσοφος άλλά καί ώς ιστορικός, είναι κατασκευαστής πορτρέ των. Ό δέ Πλάτων τό κάνει τέλεια. "Οταν ή σωκρατική θεωρία αντικαθιστούσε τίς αφηρημένες θεωρίες καί τίς φιλόδοξες κοσμο γονίες μέ τήν πρακτική μελέτη τής ψυχής, επιθυμούσε νά υ π ο τάξει τίς επιθυμίες τοΰ άτομου στό καλό τής πόλης· διευκόλυνε Ομως εξίσου καί τή διάδοση αντίθετων θεωριών. Οί σχολές τών σοφιστών ετοίμαζαν τό δρόμο στον ατομικισμό, πού προβαλλό ταν στήν πράξη καί δικαιωνόταν στή θεωρία χάρη σ'αυτές. Μιά σοβαρή επανάσταση πραγματοποιήθηκε στά πνεύματα μέ τήν 41
42
43
315
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
αντίθεση ανάμεσα στήν αμετάβλητη καί αναγκαστική τάξη τής φύσης καί στή μεταβλητή καί τυχαία τάξη τοΰ νόμου, μέ τόν πε ριορισμό τοΰ νόμου τής πόλης σέ άπλή σύμβαση καί μέ τήν πα ροχή στό φιλόσοφο τής άδειας νά τόν αγνοεί. «Τό χρήσιμο όπως καθορίζεται άπό τούς νόμους αποτελεί δεσμά γιά τή φύση τό χρήσιμο σύμφωνα μέ τή φύση είναι ελεύθερο»: νά ή άρχή. Ό Καλλικλής, στον Γοργία, εξάγει άπ' αυτήν τά συμπεράσματα. Στή φύση ό δυνατός υψώνεται πάνω άπό τούς άλλους: αυτό πού θεωρεί ό νόμος αδικία, είναι απόλυτο δικαίωμα γιά κάθε προσω πικότητα ικανή νά ξεπεράσει τό μέσο επίπεδο. Ό νόμος έχει γί νει γιά τούς αδυνάτους καί γιά τό συμφέρον τους* άλλά ένας λο γικός άνθρωπος επιβάλλεται σέ εκατομμύρια παραλόγων: αυτός πρέπει νά κυβερνά καί εκείνοι νά υπακούουν. Άφοΰ υπάρχουν ψυχές κυρίων καί ψυχές δούλων, ό μόνος κανόνας πού αξίζει είναι αυτός πού αναγνωρίζει τήν υπεροχή τών πρώτων ή αληθινή ηθι κή είναι ή ηθική τών κυρίων. Δικαίωση τής κυριαρχίας τών δυνατών σήμαινε λογικά νά ελευθερωθούν όλα τά άτομα, νά αποσπασθούν άπό τό κράτος, νά τούς οριστεί μόνος σκοπός στή ζωή τους ή αναζήτηση τής ευτυχίας: ό Αρίστιππος ό Κυρηναΐος καί ό Διογένης ό κυνικός δέν κάνουν τίποτε άλλο άπό τό νά γενι κεύουν ιδέες τοΰ Καλλικλή. Ή επιδρομή τοΰ άτομικισμοΰ δέν θά αφήσει Ορθια καμιά άπό τίς ιδέες πού συνέβαλαν στή δύναμη τής πόλης* φτάνει ώς τή νομιμοποίηση τής κυριαρχίας ενός άν θρωπου, τυράννου ή μονάρχη, αφήνει νά διαφανεί ό θρίαμβος τοΰ κοσμοπολιτισμού. 44
-
45
46
316
ΔΕΤΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΑΙΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Α' ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ
'Από τή στιγμή πού τό αίσθημα τής οικογένειας καί τό εθνικό αίσθημα εξασθενούσαν, τό κοινωνικό συμφέρον θά άποκτοΰσε αναγκαστικά καινούριες μορφές, θά έ'σπρωχνε τά άτομα άλλά καί τίς πόλεις σέ καινούριες μορφές αλληλεγγύης. Ή Ελλάδα περιλάμβανε ανέκαθεν μεγάλο αριθμό Ιδιωτικών ομάδων. Ανάμεσα στή μεγάλη κοινότητα, πού περιείχε όλες τίς οικογένειες, καί στή μικρή κοινότητα, πού είναι ή ίδια ή οικογέ νεια, υπήρχαν ελεύθεροι συνεταιρισμοί, μέ χρησιμοθηρικό ή αι σθηματικό χαρακτήρα. "Αλλοι είχαν αριστοκρατική σφραγίδα, άλλοι απευθύνονταν στους ταπεινούς. Άπό τά ομηρικά χρόνια μερικοί πολεμιστές, πού θεωρούνταν άπό τούς πιο ένδοξους, ήταν ενωμένοι μέ ιδιαίτερους δεσμούς, συνέτρωγαν καί θεωρούσαν υποχρέωση τους νά έ'χουν τούς ίδιους φίλους καί τούς ίδιους ε χθρούς: μεταξύ τους αποκαλούνταν εταίροι. Αργότερα, οί πλού σιοι ή οί καλής καταγωγής σχημάτιζαν εταιρείες, αληθινές λέ σχες τών όποιων τά μέλη υποστηρίζονταν αμοιβαία στις εκλογές καί στις δίκες, ή συγκεντρώνονταν σέ εύθυμα συμπόσια, γιά νά κοροϊδέψουν τίς λαϊκές δοξασίες ή γιά νά συζητήσουν περί φιλο σοφίας καί πολιτικής. Εντελώς διαφορετικά, όσον άφορα τόν τρόπο συγκρότησης τους καί τούς σκοπούς τους, ήταν μερικά αδελφάτα, τά πιο παλαιά άπό τά όποια ονομάζονταν θίαύοι. Αυ τά, άπό τήν προελληνική εποχή, συγκέντρωναν άτομα χωρίς κοι νωνική δύναμη, τά οποία ήθελαν νά διατηρήσουν τίς λατρείες θε οτήτων πού αποκλείονταν άπό τό επίσημο πάνθεον. Παλαιότερα είχαν κάμει πολλά γιά νά εξαπλώσουν τήν πίστη στά μυστήρια, τό δόγμα τοΰ πάθους καί τής ανάστασης, τή διδαχή γιά τήν ατο μική επιβίωση καί τήν απονομή δικαιοσύνης μετά θάνατον. "Ολες αυτές οί συσσωματώσεις, είτε αριστοκρατικές είτε λαϊ κές, ταίριαζαν ιδιαίτερα σέ γενεές πού ποτίστηκαν άπό τίς ιδέες τοΰ ατομικισμού. Τί γίνονταν οί εταιρείες, καθώς πολλαπλασιά1
2
3
317
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ζονταν γιά νά ικανοποιήσουν τήν κλίση προς τίς απολαύσεις, το είδαμε πιο πάνω μέ το παράδειγμα τών Βοιωτών πού άποκλήρωναν τούς συγγενείς τους καί, συχνά, ακόμη καί τά παιδιά τους, γιά νά αφιερώσουν τήν περιουσία τους σέ ιδρύματα συμπο σίων καί οινοποσιών. "Οσο γιά τά αδελφάτα, βρίσκουν όλο καί πιό κατάλληλο έδαφος στις εμπορικές πόλεις, κυρίως στά λιμά νια καί στά προάστια, όπου οί μέτοικοι προσελκύουν διαρκώς καινούρια κύματα ξένων. Καθώς ή ελευθερία γιά τήν ίδρυση σω ματείων είναι απόλυτη, συγκεντρώνονται πολύ άνετα κατά εθνι κότητα, κατά επάγγελμα, πιό πολύ κατά θρησκεία. Οί παλαιοί μαθητές τών γυμνασίων σχηματίζουν μικρές δημοκρατίες μέ τούς άρχοντες τους καί τήν εκκλησία τους. Οί φιλόσοφοι, πού παλαιότερα ανέπτυσσαν τίς θεωρίες τους οπουδήποτε —στό δρό μο ή στήν αγορά, σέ μιά παλαίστρα ή σέ ένα μαγαζί—, τώρα είναι διευθυντές σχολών, καί κλείνονται μέ τούς μαθητές τους σ' έναν ιδιωτικό κήπο, όπως τό Λύκειο ή ή Άκαδήμεια. "Εμπο ροι μέ εξωτικές ενδυμασίες, ακόμη καί απλοί δούλοι συγκεντρώ νονται σέ ιερά, όπου κάνουν τελετές πού προξενούν βαθιά εντύ πωση σέ όλους τούς παριστάμενους. Οί 'Έλληνες δέχτηκαν ανέ καθεν πολύ καλά τίς θεότητες τών βαρβάρων: άπό τόν 5ο αιώνα ή μεγάλη φρυγική μητέρα καί ό Αιγύπτιος Άμμων είχαν πι στούς, Οχι μόνο στή Μικρά Ασία καί στήν Κυρήνη άλλά καί σέ πολλές πόλεις τής κυρίως Ελλάδας" ό Πλάτων έτρεχε στον Πει ραιά μέ τό αθηναϊκό πλήθος, γιά νά παρευρεθεί στήν τελετή τών θρακικών Βενδιδείων. Τά πράγματα άλλαξαν αφότου οί δημό σιες λατρείες, μέ τήν παγερή τους μεγαλοπρέπεια, δέν μποροΰ σαν πιά νά ικανοποιήσουν τίς θρησκευτικές ανάγκες, νά αγγίξουν τή φαντασία καί νά θερμάνουν τίς καρδιές. "Αντρες καί γυναίκες ενθουσιάστηκαν μέ τίς παθητικές γιορτές τών Ανατολιτών, μέ τά ξένα μυστήρια τής αιγυπτιακής "Ισιδας καί τοΰ συριακοΰ Άδωνη. Άπό τήν ακρόπολη τους οί Πολιάδες θεότητες ένιωθαν εγκαταλειμμένες καί έβλεπαν τό λαό τους νά συνωθείται σέ α δελφάτα, όπου καθένας, χωρίς νά στρέφει τή σκέψη του στή γήι νη πατρίδα, ζητοΰσε νά εξασφαλίσει σωτηρία στον άλλο κόσμο. Περισσότερο επικίνδυνη ήταν ή αλληλεγγύη πού έδενε τούς πο λίτες μέ τά κόμματα. Αυτό ακριβώς είναι τό ελληνικό κακό. Υπήρχε πάντα, άλλά ποτέ δέν διαδόθηκε μέ τόσο τέλεια περι φρόνηση γιά τό κοινό συμφέρον όσο τόν 4ο αιώνα. Ή Αθήνα κάπως συγκρατείται ακόμη ώς προς αυτή τήν πλευρά, γιατί, 4
318
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
μολαταύτα, ύστερα άπο ενάμιση αιώνα δημοκρατικής παράδο σης δέν έ'χει χάσει τή συνείδηση τών καθηκόντων τοΰ πολίτη καί γιατί κάποια υπολείμματα υλικής ευημερίας, πού επιβιώνουν πέρα άπό τήν πολιτική υπεροχή, εμποδίζουν τά μίση νά οξυν θούν. Άλλά πρέπει νά δει κανείς τί γίνεται σ' ολόκληρη τήν Ε λ λάδα. Σχεδόν παντού ξεσπά ή αντίθεση ανάμεσα στήν ισότητα πού υπόσχεται τό σύνταγμα καί στήν ανισότητα πού δημιουρ γούν οί οίκονομικοπολιτικές συνθήκες. Ή δύναμη τοΰ χρήματος εξαπλώνεται καί διαφθείρει τίς συ νειδήσεις. "Οποιος έχει τά απαραίτητα γιά νά ζήσει θέλει νά γί νει πλούσιος" ό πλούσιος θέλει νά γίνει πιό πλούσιος. Είναι ό θρίαμβος αύτοΰ τοΰ ακόρεστου πάθους γιά τό κέρδος πού οί "Ελ ληνες ονόμαζαν πλεονεξία. Δέν υπάρχει πιά επάγγελμα πού νά ξεφεύγει άπό τά πλοκάμια τού καπιταλισμού, τής χρηματιστι κής. Ή γεωργία γίνεται έμποριοκρατική, σέ σημείο πού, μέ τήν προοδευτική εξαφάνιση τών μικρών γεωργών καί τή συγκέντρω ση τών μεριδίων σέ λίγα χέρια, δημιουργούνται καί πάλι μεγά λες ιδιοκτησίες. Οί ρήτορες, οί δικηγόροι, οί καλλιτέχνες, πού άλλοτε θεωρούσαν ατιμωτικό νά έμπορευτοΰν τό τάλαντο τους, δέν έχουν πιά κανέναν ενδοιασμό νά πουλήσουν τό εμπόρευμα τους όσο πιό ακριβά γίνεται. "Ολα αγοράζονται, όλα έχουν μιά τιμή, καί ό πλούτος είναι τό μέτρο τών κοινωνικών άξιων. Μέ τό κέρδος καί τήν πολυτέλεια οί περιουσίες γίνονται καί ξεγίνονται μέ τήν ίδια ταχύτητα. Αυτοί πού έχουν περιουσία ορμούν στις απολαύσεις καί αναζητούν ευκαιρία νά επιδείξουν μιά αλα ζονική πολυτέλεια. Οί νεόπλουτοι βρίσκονται στήν πρώτη σει ρά. Κερδοσκοπούν, θέλουν χρυσάφι, γιά νά χτίσουν καί νά επι πλώσουν επιβλητικά σπίτια, νά επιδείξουν ωραία όπλα, νά χα ρίσουν στις γυναίκες τής οικογένειας καί στις εταίρες ωραία κο σμήματα, ακριβά φορέματα, σπάνια αρώματα, νά σερβίρουν σέ επιφανείς επισκέπτες καί σέ καθώς πρέπει παράσιτους εκλεκτά κρασιά καί φαγητά παρασκευασμένα άπό ξακουστό μάγειρο, νά παραγγείλουν τήν προτομή τους σέ γλύπτη τής μόδας. Τί γίνονται οί πολιτικές υποθέσεις, Οταν «ή αγάπη τού πλού 5
6
7
8
9
10
του δέν αφήνει σέ κανέναν τόν ελάχιστο χρόνο γιά νά ασχοληθεί
μέ άλλα πράγματα, έτσι ώστε ή ψυχή κάθε πολίτη, αφοσιωμένη ολοκληρωτικά στον πλούτο, δέν έχει άλλη φροντίδα άπό τό κα θημερινό κέρδος»; Καί ή πολιτική είναι επιχείρηση: οί πιό τί μιοι δουλεύουν γιά μιά κοινωνική τάξη, οί άλλοι επιδιώκουν τά 11
319
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
οφέλη τής εξουσίας μόνο για τόν εαυτό τους, καί μόλις κρύβουν τό ότι εξαγοράζονται. Είμαστε στήν εποχή Οπου «ό πλούτος καί οί πλούσιοι έ'χουν τίς τιμές, ή αρετή καί οί ενάρετοι άνθρω ποι είναι καταδικασμένοι στήν περιφρόνηση», δπου «δέν πλου τίζει γρήγορα κανείς, άν μένει δίκαιος». 'Τπερβολές ενός φι λόσοφου παθιασμένου γιά τό ιδεώδες, αστεία ενός προσώπου κω μωδίας; Ά ς ακούσουμε αυτόν τό φοβερό λόγο πού εκφωνήθηκε σέ δικαστήριο: «Αυτοί πού, ένώ είναι πολίτες άπό καταγωγή, έ'χουν ώς άρχή τό ότι ή πατρίδα τους βρίσκεται δπου καί τά συμ φέροντα τους, είναι φυσικά ικανοί νά αφήσουν τό δημόσιο καλό, γιά νά τρέξουν πίσω άπ' τό προσωπικό κέρδος τους, άφοΰ γι' αυ τούς πατρίδα δέν είναι ή πόλη άλλά ή περιουσία τους». Τί βλέπουμε κάτω άπό αυτή τήν τάξη πού τρέχει μέ τέτοια ζέση πίσω άπό τίς επιχειρήσεις καί τίς απολαύσεις; Στήν πα ρακμασμένη πόλη οί δυσκολίες τοΰ δημόσιου ταμείου καί ή ανά πτυξη τοΰ καπιταλισμού έχουν ώς αποτέλεσμα τήν επέκταση τής δυσπραγίας σέ μεγάλο μέρος τοΰ πληθυσμοΰ. Οί αγρότες καλ λιεργούν μέ τόν ιδρώτα τοΰ προσώπου τους, χωρίς ή συγκομιδή τους νά φτάνει νά τούς θρέψει. Στήν πόλη ή ελεύθερη εργασία συντρίβεται άπό τή δουλική. Είναι πλήθος αυτοί πού υπολογί ζουν σέ κάποιο μισθό άπό τήν άσκηση δημόσιου λειτουργήματος καί στά κέρματα παρουσίας σέ συνελεύσεις τοΰ δήμου ή σέ συνε δριάσεις τής Ηλιαίας, πού συνωστίζονται τίς εορτάσιμες μέρες μπροστά στό ναό, γιά νά πάρουν μιά φούχτα κριθαρένιο αλεύρι. Χιλιάδες Αθηναίοι θά μπορούσαν νά αναγνωρίσουν τόν εαυτό τους σ' αυτόν τό δυστυχισμένο πού περιγράφει ό Πλάτων, αυτόν «πού κατοικεί στήν πόλη χωρίς νά ανήκει σέ καμία μερίδα τής πόλης, πού δέν μπορεί νά ονομαστεί ούτε έμπορος ούτε βιο τέχνης, ούτε ιππέας ούτε οπλίτης, άλλά μόνο φτωχός ή άπο ρος». Γιά αυτούς, ή κλήρωση τών ένορκων στήν πόρτα τοΰ δι καστηρίου λύνει τό πρόβλημα τοΰ φαγητοΰ, καί κάποιος πού χο ρεύει στό θέατρο ντυμένος στά χρυσά τουρτουρίζει τό χειμώνα κάτω άπ' τά κουρέλια του. Άπό αυτό τό προλεταριάτο ακού γονται διαρκώς αναστεναγμοί έτοιμοι νά μεταβληθούν σέ επανα στατικές φωνές. Τό ποσοστό αυτών πού δέν έχουν τίποτε μεγα λώνει μέ τρομακτικό ρυθμό. Τό 4 3 1 ήταν 19 μέ 20.000, σέ σύ νολο πάνω άπό 42.000 πολίτες (περίπου 45%)* γύρω στό 3 5 5 είναι κιόλας οί περισσότεροι πενήντα χρόνια αργότερα είναι 1 2 . 0 0 0 σέ σύνολο πολιτών 2 1 . 0 0 0 ( 5 7 % ) . 12
13
14
15
16
17
18
-19
320
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ
ΖΩΗΣ
Ά ν καί ό αποικισμός δέν ε ί ν α ι πιά λύση γιά τούς πεινασμέ νους, ωστόσο αυτοί μεταναστεύουν. «Περιπλανιούνται στις ξέ νες χώρες μέ γυναίκα καί παιδιά, καί πολλοί άπ' αυτούς, πιεσμέ νοι άπό τίς καθημερινές ανάγκες νά γίνουν μισθοφόροι, πεθαίνουν πολεμώντας τούς συμπολίτες τους.» Μάταια οδηγούσαν.μακριά αυτές τίς άδηφάγες ορδές* σχηματίζονταν διαρκώς καινούριες. Στήν Ανατολή ό Κύρος ό νεώτερος, μετά τόν πελοποννησιακό πόλεμο, παίρνει στήν υπηρεσία του πάνω άπό δέκα χιλιάδες μισθοφόρους, πού είχαν έ'ρθει κυρίως άπό τήν Αρκαδία, τήν Άχα'ια, τήν Κρήτη καί τή Ρόδο* ό Σπαρτιάτης Θίβρων ρίχνεται στή Μικρά Ασία μέ όσους έμειναν άπό τούς Μύριους* τέλος, ό μέγας βασιλέας καί οί επαναστατημένοι σατράπες, ό βασιλέας τής Αιγύπτου καί οί ηγεμόνες τής Κύπρου καλούν διαρκώς "Ελ ληνες μισθοφόρους. Στή Δύση ό τύραννος Διονύσιος σχηματίζει ένα μεγάλο στρατό απευθυνόμενος κυρίως στους Πελοποννησίους. Τό κακό δέν ήταν μεγάλο: ή Ελλάδα ξεφορτωνόταν τό πλή θος τών πεινασμένων. Κρατούσε όμως άπό αυτούς τούς φοβερούς τυχοδιώκτες ένα ποσοστό, μεγάλο γι'αυτήν. Ό Ιάσων τών Φερών ακολουθούσε τό παράδειγμα τού Διονυσίου* οί αρχηγοί τών Φωκέων προμηθεύονταν επί δέκα χρόνια, μέ τό χρυσάφι τών Δελ φών, όσους μισθοφόρους ήθελαν όλες οί πόλεις ζητούσαν νά συμ πληρώσουν τά κενά τού στρατού τους στρατολογώντας ξένους. 'Εδώ κι έκεΐ περιπλανιόνταν βάναυσες δυνάμεις, ή αύξηση τών οποίων αποτελούσε κίνδυνο γιά Ολη τήν Ελλάδα. "Οσο γιά τό πλήθος πού έμενε στήν πατρική πόλη, δικαιολο γούσε πολύ συχνά τό ρητό: « Ή φτώχεια έχει αδερφή τήν επαι τεία». Ή δυστυχία πού απλωνόταν στά σταυροδρόμια ήταν ή ντροπή τών πόλεων. Διέψευδε τσουχτερά τίς ωραίες αρχές γιά τίς όποιες υπερηφανευόταν ή δημοκρατία. Πενιχρή παρηγοριά, πράγματι, ό τίτλος τοΰ πολίτη γιά έναν άνθρωπο πού δέν έχει νά φάει. Τόν βεβαιώνουν Οτι τό καθεστώς βασίζεται στήν ελευ θερία καί στήν ισότητα, ότι δέν υπάρχει άλλη διάκριση άπό αυ τήν πού δημιουργεί ή άξια, ότι ή φτώχεια δέν είναι ντροπή γιά αυτόν πού προσπαθεί νά τήν αποφύγει. Άλλά τί είναι μιά ελευθερία πού δέν επιτρέπει νά λάβει κανείς μέρος στις δημόσιες υποθέσεις παρά μόνο άν έχει άνεση χρόνου; τί είναι μιά ισότητα πού εξαρτά τόν εργαζόμενο άπό εκείνον πού έχει χρήματα; Ή ελευθερία δέν έχει τήν ίδια άξια γιά τόν αδύνατο καί γιά τόν δυ νατό: άλλοι γίνονται υπερβολικά πλούσιοι μ' αυτήν καί άλλοι έν20
21
22
23
24
321
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
τελώς φτωχοί. Έτσι ή ελευθερία, εκμηδενίζοντας τόν εαυτό της, καταστρέφει τήν ισότητα. Σέ θεωρητικά δικαιώματα αντι τίθεται μιά απογοητευτική πραγματικότητα. Στον κυρίαρχο —Οπως τόν αποκαλούν— δήμο υπάρχει μιά πλειοψηφία πού υπο τάσσεται σέ κυρίους, καταδικάζεται σ' ένα είδος δουλείας, είναι πιο δυστυχισμένη καί άπό τούς δουλοπάροικους στις ολιγαρχί ες. Γιά μιά μεγάλη μερίδα τοΰ κυρίαρχου λαοΰ τό νά πηγαίνει στήν εκκλησία τοΰ δήμου, νά συνεδριάζει στή βουλή ή στό δικα στήριο, δέν είναι τόσο εκπλήρωση καθήκοντος ή άσκηση δικαι ώματος, δσο ένας τρόπος νά κερδίζει τό ψωμί της. Τί αντίθεση ανάμεσα στήν πολιτική θεωρία καί τό κοινωνικό καθεστώς! Α υ τ ή τήν αντίθεση τήν Οξυνε ή κραυγαλέα διαφορά τής πο λυτέλειας καί τής φτώχειας. Άπό τή μιά μεριά ό πλούσιος, άπληστος καί ήδυπαθής, εκλεπτυσμένος επιπλέον άπό τήν αγω γή, φέρεται μέ προσβλητική υπεροψία καί επιχειρεί νά δικαιο λογήσει τήν έπαρση του μέ τήν άγνοια καί τή χυδαιότητα τοΰ ταπεινού πλήθους. Άπό τήν άλλη μεριά ό προλετάριος, στά μά τια τοΰ οποίου κάθε πλούτος έχει αποκτηθεί άσχημα, φθονερός καί πικραμένος, αποστρέφεται τήν προσπάθεια μέ τό πρόσχημα δτι είναι άχρηστο νά υποφέρει καί νά κοπιάζει γιά νά απολαμβά νει κάποιος άλλος τό μόχθο του καί νά παριστάνει καί τόν κύριο. Στις μικρές πόλεις, δπου ή επαφή είναι συνεχής καί ή σύγκριση αναπόφευκτη, «ό φτωχός, δταν βλέπει αυτόν πού απολαμβάνει τή ζωή καί πού μπορεί νά μήν κάνει τίποτε, αντιλαμβάνεται αυ τόματα πόσο επίπονη καί άθλια είναι ή δική του ζωή». Γιά τό δημοκρατικό αίσθημα αυτό ήταν τόσο σκληρή καί διαρκής δοκι μασία, πού ή ομόνοια, απαραίτητη γιά τή λειτουργία τοΰ πολι τεύματος, είχε αναγκαστικά εξασθενήσει. Ό Αριστοτέλης περι γράφει καλά αυτό τό φαινόμενο: « Ο υπερβολικός πλοΰτος εμποδίζει τούς ανθρώπους νά υπα κούσουν ή υπερβολική φτώχεια τούς εξευτελίζει. Οί μέν δέν ξέ ρουν νά κυβερνήσουν, άλλά υπακούουν σάν δοΰλοι* οί δέ δέν μπο ροΰν νά υποκύψουν σέ καμιά εξουσία, άλλά διατάζουν μέ τό δε σποτισμό κυριάρχων. Τότε βλέπουμε μιά πόλη δούλων καί κυ ρίων, Οχι ελεύθερων ανθρώπων. Έδώ ό φθόνος, εκεί ή περιφρό νηση: αισθήματα πού απομακρύνουν συνήθως άπό τήν αμοιβαία εύμένεια καί τήν πολιτική σύμπνοια πού προκύπτει άπ' α υ τ ή ν » . Ο φιλόσοφος βλέπει σωστά. Σέ αυτούς πού έχουν ταπεινωθεί άπό τή ζωή ή συνείδηση τής προσωπικής αξιοπρέπειας προκα25
26
27
28
29
ι
30
ι
322
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
λεΐ μιά έξαρση της ηθικής ευαισθησίας, μιά αρρωστημένη ερε θιστικότατα. Ή αγάπη γιά τήν ελευθερία καί τήν ισότητα μπο ρεί έτσι νά καταντήσει είδος ομαδικής υστερίας. Στό τέλος φτά νει στό σημείο νά μήν ανέχεται ούτε τήν υποταγή στό κοινωνικό συμβόλαιο. « Ή ψυχή τών πολιτών έχει γίνει τόσο ευέξαπτη, μάς λέει ό Πλάτων, ώστε στήν παραμικρή υποψία ότι πρόκειται νά ασκηθεί βία αγανακτεί καί επαναστατεί· φτάνουν στό σημείο νά μήν ενδιαφέρονται γιά τούς γραπτούς ή άγραφους νόμους, άρκεϊ νά μήν έχουν αφέντη, μέ οποιαδήποτε μορφή.» Τό νά μήν έχει κανείς αφέντη, αυτή ή αντίληψη γιά τήν ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι τόσο ευαίσθητη, αυτή ή υπερηφάνεια αρνείται τόσο πολύ κάθε υποταγή, ώστε ένας φίλος τοΰ Σωκράτη, ό Εύθηρος, πού στά γεράματα του ειχε φτάσει στήν εξαθλίωση, αρνείται τή θέση επιστάτη, γιατί θά τόν έκανε νά θεωρηθεί απελεύθερος, καί προ τιμά νά ζει μέ ό,τι κερδίζει μέρα μέ τή μέρα άπό μιά χειρωνα κτική εργασία. "Οσο γιά τή νευρωτική επιδίωξη ισότητας, όλα τήν ερεθίζουν καί τήν πληγώνουν. Ό Δείναρχος κατηγορεί τόν Δημοσθένη ότι πήγε στον Πειραιά πάνω σέ φορείο, καί έτσι πρόσβαλε τούς φτωχούς πεζούς. "Ενας νόμος τού Λυκούργου* απαγορεύει στις γυναίκες νά πάνε στή γιορτή τών Ελευσίνιων μέ αμάξι, γιά νά μήν πειραχτούν οί φτωχές άπό τίς μεγάλες κυ ρίες. Υπάρχει λοιπόν μιά ταξική ψυχολογία, γιατί υπάρχουν ταξι κά συμφέροντα, καί αυτή ή ψυχολογία, αυτά τά συμφέροντα αν τιτίθενται μέ αυξανόμενη δύναμη στό ευρύτερο αίσθημα πού ειχε γιά καιρό εμπνεύσει τήν αλληλεγγύη τής πόλης. Ό Αριστοτέλης πού όρισε τόν άνθρωπο ώς πολιτικόν όν, παρατηρεί ότι ό άνθρω πος είναι επίσης οίκονομικόν δν. Αφότου οί δύο τάξεις πού α πάρτιζαν βασικά τήν πόλη συνειδητοποίησαν καθαρά αυτή τήν αλήθεια, δημιουργήθηκε ανάμεσα τους ένα χάσμα: κρυφός αντα γωνισμός ή ανοιχτή πάλη. Ούτε ή μιά ούτε ή άλλη ανέχεται πιά περιορισμό στις αρχές πού θεωρεί πιό πλεονεκτικές γιά τήν υπό θεση της: ή μιά θέλει νά επεκτείνει στήν οικονομική τάξη τούς συνταγματικούς κανόνες πού δίνουν τήν πολιτική επικράτηση στήν πλειοψηφία" ή άλλη είναι πεπεισμένη ότι ή περιουσία πρέ πει νά τής παρέχει τήν εξουσία. Ά ς ακούσουμε καί τόν Αρι στοτέλη σ' αυτό τό θέμα: 31
32
33
3ί
35
* Λυκούργος: Αθηναίος πολιτικός τών μέσων δεκαετιών τοϋ 4ου
αιώνα.
323
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
« Ή ισότητα παρουσιάζεται ώς κοινό δικαίωμα, καί είναι στήν πραγματικότητα" όχι όμως γιά όλους, άλλά μόνο ανάμεσα σέ ίσους. Καί ή ανισότητα παρουσιάζεται ώς δικαίωμα, καί εί ναι" Οχι γιά Ολους, άλλά ανάμεσα σέ άνισους ανθρώπους... Τό λάθος βρίσκεται στό Οτι εδώ οί δικαστές είναι καί αντίδικοι, καί συνήθως είναι κανείς κακός κριτής τής δικής του υπόθεσης... Επειδή καί τά δύο μέρη έ'χουν δίκιο ώς ενα σημείο, νομίζουν ότι τό έχουν πέρα γιά πέρα. Οί μέν, ανώτεροι σέ κάποιο σημείο, παραδείγματος χάρη στήν ελευθερία, θεωρούν τούς εαυτούς τους τελείως ίσους». Αυτές οί δύο αντιλήψεις ενεργούν παράλληλα προς διαφορε τικές κατευθύνσεις, χωρίς καμία απολύτως πιθανότητα νά πλη σιάσουν ή μία τήν άλλη. Έτσι προκύπτει μιά σύγκρουση αξε πέραστη. Ή πόλη αποτελείται στό εξής άπό δύο μερίδες, τή μιά πλάι στήν άλλη καί ανταγωνίστριες, άπό δύο εχθρικές πόλεις. Αυτή ή κατάσταση δέν ήταν καινούρια γιά τήν Ελλάδα" ποτέ όμως δέν ήταν τόσο επικίνδυνη. Παλαιότερα, τήν εποχή πού ενα κακό καθεστώς γαιοκτησίας έφερνε σέ αντίθεση τούς πιστωτές μέ τούς οφειλέτες, οί μέν «καταβρόχθιζαν αγαθά ώσπου νά αη διάσουν», οί δέ ((κατέφευγαν στή λεηλασία, γεμάτοι πλούσιες ελπίδες». Μόνο πού τότε ένας Σόλων μπόρεσε νά σταθεί ανάμεσα στις αντίθετες παρατάξεις, «νά καλύψει μέ τή σειρά καθένα άπό τά δύο κόμματα μέ τή στέρεη ασπίδα του», «νά σταθεί ακλόνη τος ανάμεσα στά δύο στρατόπεδα». Τό κατάφερε, γιατί στη ρίχτηκε σέ μιά μεσοαστική τάξη. Τόν 5ο αιώνα ακόμη, τό κρά τος μποροΰσε νά υποστηρίζει, νά συντηρεί καί νά διατηρεί αυτή τήν τάξη ιδιοκτητών πού διακρίνονταν άπό κάποια αυτάρκεια. 'Η ζωή δέν ήταν ακριβή, καί ή 'Αθήνα έβρισκε αρκετούς πόρους στήν αυτοκρατορία της γιά νά βοηθήσει τούς φτωχούς της, ακό μη νά επιτρέψει στους θήτες της νά ανεβούν στήν κοινωνική ιε ραρχία ώς τήν τάξη τών ζευγιτών. "Εστελνε χιλιάδες πολίτες ώς κληρούχους στά εδάφη τής συμμαχίας" έκανε μεγάλες δια νομές κρέατος καί σταριού" συνέβαλε στό μισθό τών κωπηλατών καί τών δημοσίων λειτουργών πλήρωνε ικανοποιητικά τούς τε χνίτες καί τούς εργάτες πού απασχολούνταν σέ συνεχείς εργα σίες κοινής ωφελείας ή εξωραϊσμού. Άλλά τόν 4ο αιώνα ή μέση τάξη περιορίζεται κάθε μέρα. Δέν υπάρχει πιά τίποτε πού νά μοιάζει μέ τρίτο κόμμα. 'Τπάρχουν ακόμη μερικοί άνθρωποι απομονωμένοι, γιά νά αναλάβουν σέ 36
37
38
39
324
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ
ΖΩΗΣ
κάποια ευκαιρία τό ρόλο συμφιλιωτών. Νά, παραδείγματος χά ρη, πώς φωνάζει Ινας ρήτορας, μέ τήν ευφράδεια τής λογικής τήν όποια θερμαίνει μιά επικείμενη κοινή συμφορά: «Είναι σωστό νά χρησιμοποιηθεί κάθε μέσο, ώστε νά μή λεί ψει τίποτε άπό κανέναν πολίτη. Νομίζω λοιπόν ότι οί πλούσιοι, συμπεριφερόμενοι σύμφωνα μέ αυτήν τήν άρχή, κάνουν πρώτα αυτό πού είναι δίκαιο, άλλά επίσης αυτό πού είναι τό καλύτερο γιά τούς ίδιους. Γιατί μέ τό νά αρνηθείς σέ κάποιον τά απαραί τητα —μέ τό κύρος τής εξουσίας— πολλαπλασιάζεις τόν αριθ μό τών δυσαρεστημένων. "Οσο γι' αυτούς πού βρίσκονται σέ ανέ χεια, τούς συμβουλεύω νά εγκαταλείψουν έναν τρόπο δράσης πού ερεθίζει τούς κατέχοντες καί δικαιολογεί τίς διαμαρτυρίες τους. Α υ τ ό πού είπα, τό επαναλαμβάνω γιά τό καλό τών πλουσίων, χωρίς νά φοβάμαι νά πώ τήν αλήθεια. Δέν μπορώ νά παραδεχτώ ότι υπάρχει έ'στω καί ένας άνθρωπος, ακόμη περισσότερο ένας Αθηναίος, τόσο αχρείος, τόσο σκληρός, πού νά βλέπει μέ άσχη μο μάτι τή βοήθεια πού δίνεται στους φτωχούς, σέ αυτούς πού τούς λείπουν τά στοιχειώδη. Άλλά άπό πού προέρχονται οί προστριβές καί οί δυσαρέσκειες; Άπό τό γεγονός Οτι ορισμένοι εφαρμόζουν στις ιδιωτικές περιουσίες αυτό πού συνηθίζεται μέ τά δημόσια έσοδα...* Νά, λοιπόν, τί διεγείρει τή δυσπιστία, ιδού ή αιτία τών θυμών. Α υ τ ό πού χρειάζεται, Αθηναίοι, είναι νά είμαστε δίκαιοι, καί οί μεν καί οί δέ, γιά τό κοινό συμφέρον τής πόλης, οί πλούσιοι νά αισθάνονται ασφάλεια γιά τά μέσα ύπαρ ξης τους καί νά μή φοβούνται γιά Ο,τι τούς ανήκει, άλλά σέ πε ρίπτωση κινδύνου νά θέτουν τήν περιουσία τους στήν υπηρεσία τής πατρίδας καί τής σωτηρίας της* οί άλλοι νά θεωρούν κοινό αγαθό αυτό πού είναι στήν πραγματικότητα κοινό καί άπό τό οποίο έχουν τό μερίδιο τους, άλλά νά ξέρουν ότι ή ιδιωτική πε ριουσία ανήκει στον κάτοχο της σέ πλήρη κυριότητα... Νά πώς μπορούμε νά καθορίσουμε τά αμοιβαία καθήκοντα τών μέν καί τών δέ». Αντίστοιχες συμβουλές γιά μετριοπάθεια βρίσκονται, φυσικά, 40
* Οί συκοφάντες πήραν τή συνήθεια νά καταγγέλλουν πλούσιους πο λίτες, μέ σκοπό νά εισπράξουν, σέ περίπτωση καταδίκης, ένα ποσοστό τής χρηματικής ποινής. Τά λαϊκά δικαστήρια προέβαιναν σέ αυστηρές καί δχι πάντα θεμελιωμένες χρηματικές καταδίκες, γιά νά αυξήσουν τά δημόσια έσοδα, προπάντων σέ στιγμές πού τό δημόσιο ταμείο είχε ανάγκες. Ό Δη μοσθένης βλέπει σ' αύτη τήν έ'ξη μιά επέκταση τής υποχρέωσης τών πολι τών νά καταγγέλλουν εκείνους πού σπαταλούσαν τό δημόσιο χρήμα.
325
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
σκόρπιες στά Πολιτικά τοΰ Αριστοτέλη, πού ήταν πάντα οπαδός τής μέσης όδοΰ. Σύμφωνα μ'αυτόν, ή πόλη, δποια καί άν είναι, προσφέρει στον άνθρωπο αυτό τό αγαθό: ικανοποιεί τό ένστικτο κοινωνικότητας πού τοΰ είναι φυσικό* καί τέλεια πόλη θά ήταν εκείνη πού θά εξασφάλιζε σέ δλους τόν μεγαλύτερο βαθμό ευ
τυχίας, εκείνη πού αντιλαμβάνεται τό καθήκον της, πού εκτε λεί τή χορηγία της, πού φροντίζει τουλάχιστον γιά τήν ύπαρξη της καί, άν έχει τά μέσα, γιά τήν ευημερία τών πολιτών. Ό Αριστοτέλης δέν δέχεται βέβαια τήν υποχρεωτική κοινοκτημο σύνη, συστήνει δμως τήν κοινή επικαρπία τών αγαθών μέ φιλι κή συμφωνία. Είναι κατά τών δημαγωγών πού μοιράζουν στό λαό τό περίσσευμα τών εσόδων, πράγμα πού δέν εξυπηρετεί κα νέναν, θέλει δμως ή ειλικρινής ενότητα τοΰ λαοΰ νά προλαβαίνει τήν υπερβολική αθλιότητα πού διαφθείρει τή δημοκρατία, νά φροντίζει γιά τήν επέκταση τών ανέσεων, νά βάζει τά περισσεύ ματα σ' ένα εφεδρικό ταμείο, τό όποιο θά επιχορηγήσει τήν αγο ρά γής ή τήν εγκατάσταση μιάς εμπορικής επιχείρησης ή μιάς αγροτικής εκμετάλλευσης. 'Αλλά, παρατηρητής όσο καί θεω ρητικός, ό Αριστοτέλης είναι υποχρεωμένος νά διαπιστώσει δτι βοά εν τή έρήμω, δτι ολιγαρχικοί καί δημοκρατικοί κάνουν παν τοΰ τό ίδιο λάθος μέ τό νά απασχολούνται μόνο μέ τά δικά τους συμφέροντα, δτι τό κοινωνικό στοιχείο πού θά ήταν ικανό νά συμφιλιώσει τά ακραία πάθη είναι σέ πλήρη διάλυση. Βλέπει πολύ καλά ότι ή επιστροφή σ' αυτό τό μεικτό καθεστώς πού ονομάζει κατ' εξοχήν πολιτεία (πολίτευμα) είναι ανέφικτη, γιατί θά χρειαζόταν μιά μέση τάξη αρκετά πολυάριθμη καί αρκετά ισχυρή, ώστε νά αποτελέσει αντίρροπο τοΰ προλεταριάτου, καί κάτοχος μεγάλου μέρους τοΰ έθνικοΰ πλούτου, ώστε νά μπορέσει νά ισοφαρίσει τό μερίδιο τών πλουσίων: δυο δροι απαραίτητοι ώστε ή πολιτεία νά μή μεταβληθεί σέ δημοκρατία ή σέ ολιγαρ χία. Β' 41
42
Η ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ
Ή οργάνωση τής ιδιοκτησίας, ή κατανομή τών αγαθών, είναι τό κύριο πρόβλημα τής εσωτερικής πολιτικής, ή πηγή εσωτερι κών ανταγωνισμών καί επαναστάσεων. Σέ πολλές πόλεις οί φτω χοί ζητούν νά μοιραστεί ή γή καί νά καταργηθούν τά χρέη. "Οταν ένας λαός φτάνει σ' αυτό τό σημείο, τό αίσθημα καθήκον43
326
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
τος απέναντι, στό κράτος τείνει νά εξαφανιστεί. Κάθε κόμμα εκ μεταλλεύεται τήν εξουσία προς Οφελος του καί παραμερίζει Ο,τι τό ενοχλεί. Η δημοκρατία δέν σκέφτεται παρά νά ευνοήσει τούς φτωχούς, ή ολιγαρχία μόνο τούς πλούσιους υπολογίζει, καί οί δύο μερίδες, κλείνοντας τά μάτια εμπρός στις ανάγκες καί τά συμφέροντα τής πόλης, δουλεύουν γιά τήν καταστροφή της. Οί κοινωνικοί αγώνες οξύνονται σέ τέτοιο σημείο, πού δέν έχουν πιά αντικείμενο νά κατακτήσουν υλικά αγαθά άλλά νά ικανοποιήσουν αισθήματα αδυσώπητου μίσους. Οί ολιγαρχικοί, σέ μερικές πό λεις, δίνουν αυτόν τό φοβερό όρκο: «Θά είμαι αντίπαλος τοΰ λα οΰ καί θά τοΰ κάνω στή βουλή όσο κακό μπορέσω». Οί δημο κρατικοί έχθρεύονται, φανερά ή καλυμμένα, όλους αυτούς πού ή περιουσία τους τούς κάνει ύποπτους· όταν τούς απογυμνώνουν, τό κάνουν τόσο γιά τήν ευχαρίστηση νά τούς φτωχύνουν όσο καί γιά νά πλουτίσουν οί ίδιοι. Ό Ισοκράτης συμπυκνώνει αυτές τίς αμοιβαίες διαθέσεις σέ μιά πρόταση πού λέει πολλά γιά τήν Ελλάδα τής εποχής του: ((Άντί μέ τήν καλή συνεννόηση νά αποκτήσουν μιά κοινή άνε ση, φτάνουν σέ τέτοιο βαθμό ασυμβατότητας, πού οί πλούσιοι θά προτιμούσαν νά πετάξουν τά αγαθά τους στή θάλασσα παρά νά ανακουφίσουν τούς φτωχούς, καί οί πιό στερημένοι δέν θά ένιωθαν τόση ικανοποίηση στό νά οικειοποιηθούν τά αγαθά τών πλουσίων όση στό νά τούς τά στερήσουν». Όρισμένοι δημοκρατικοί, παρασυρμένοι άπό τή λογική τών άρχων καί τών παθών, φτάνουν νά έπιθυμοΰν τήν τέλεια ισότητα, τή βίαιη ισοπέδωση. Άπό καιρό δέν δίνονταν πιά προνόμια στήν καταγωγή. Ό Λυκόφρων ό σοφιστής έ'λεγε ότι ή ευγενική κα ταγωγή ήταν ένας κενός λόγος: οί καλογέννητοι άνθρωποι, όπως τούς ονομάζει μιά ματαιόδοξη μερίδα, γεννήθηκαν όπως καί οί άλλοι. Μέ αυτό εννοούσε ότι έπρεπε νά πάψει κάθε προσωπική διάκριση ανάμεσα στους πολίτες. Σ' αυτό τό σημείο τό αίσθημα τοΰ λαοΰ συναντούσε τή σκέψη τών διανοουμένων. Άλλά σέ άλλα σημεία υπήρχαν διαφορές από ψεων, γιατί ή άρχή τής ισότητας σπρωχνόταν ώς τά άκρα, προς δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Γιά τούς σοφιστές οί άνθρωποι είναι όμοιοι κατά τή γέννηση, ό βάρβαρος είναι όπως ό 'Έλληνας, «ή φύση δέν κάνει δούλους», καί ή εξουσία τοΰ κυρίου έχει μο ναδική βάση τό δίκαιο τής δύναμης πού καθιερώθηκε μέ τό νό μο: ό κοσμοπολιτισμός καί ή κατάργηση τής δουλείας είναι γιά ι
44
45
46
47
48
49
327
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ορισμένους διανοούμενους οί συνέπειες τής ισότητας. Τό πλή θος τά έ'βαζε καί μέ μιά άλλη ανωτερότητα" αυτήν πού αντιπρο σώπευαν ακριβώς οί σοφιστές καί πού προέρχεται άπό τήν α γ ω γή. Καλοί τρόποι; μόρφωση; Τί είναι αυτά γιά ανθρώπους πού «θεωρούν τούς εαυτούς τους ίσους σέ Ολα τά πράγματα»; "Ενας ακόμη τρόπος γιά νά ξεχωρίσουν άπό τό κοινό. Σύμφωνα μ' ενα ρητό, ή μόρφωση έ'χει σύντροφο τή ζηλοφθονία. "Ηδη τόν 5ο αιώνα ό Κλέων δέν βλέπει τίποτε πάνω άπό τήν άγνοια, καί δη λώνει μέ στόμφο ότι «τά κράτη κυβερνούνται καλύτερα άπό τίς μετριότητες παρά άπό τίς διάνοιες». Αυτό τό α ξ ί ω μ α θά χα ροποίησε τόν Αριστοφάνη. Καί δέν τό ξεχνά: σέ μιά κωμωδία του, ό άλλαντοπώλης, πού θέλει νά πάρει τή θέση τοΰ Παφλαγόνα στήν εξουσία, ξέρει γράμματα, άλλά «μάλλον λίγα καί μάλ λον άσχημα», καί ό υπηρέτης τοΰ Δήμου βρίσκει ότι καί τόσα είναι πολλά. "Ετσι, χωρίς νά λάβουν υπόψη τίς φυσικές ή επί κτητες διαφορές πού υπάρχουν ανάμεσα στους ανθρώπους άπό πνευματική πλευρά, θέλουν νά αποκαταστήσουν «μιά ορισμένη ισότητα πού εξισώνει αυτούς πού είναι ίσοι μέ εκείνους πού δέν είναι». Μέ δυο λόγια, ή έ'ννοια τής ποιότητας χάνεται, καί κά θε κλίμακα κοινωνικών άξιων τείνει νά εξαφανιστεί. Θέλοντας νά μετατρέψουν τήν ισότητα τών δικαιωμάτων σέ ισότητα πραγ μάτων, θεωροΰν ανύπαρκτες καί τίς ανισότητες τής φύσης. Μερικά πνεύματα πού ήταν τόσο ουτοπικά ώστε νά διανοη θούν τήν ισοπέδωση τών διανοητικών ικανοτήτων, θά σκέφτον ταν ακόμη ευκολότερα τήν ισοπέδωση τών περιουσιών. Ό 4ος αιώνας είδε νά ανθίζουν στήν Ελλάδα πολλές κομουνιστικές καί σοσιαλιστικές θεωρίες. 'Αλλά σέ μιά χώρα πού δέν γνώριζε ακόμη τή μεγάλη βιομηχανία, καί Οπου τό μεγαλύτερο ποσοστό τοΰ πληθυσμοΰ ζοΰσε άπό τή γεωργία, αυτές οί θεωρίες πήραν αναγκαστικά ιδιόμορφη Οψη. Οί φιλόσοφοι πού τίς καλλιέργησαν περιφρονούσαν γενικά τούς έμπορους καί τούς βιοτέχνες καθώς καί τούς εργάτες. Στήν ισότητα τών αγαθών έ'βλεπαν τό καλύτερο μέσο γιά νά γυρίσουν στό πατριαρχικό καθεστώς τοΰ παλαιοΰ καιρού ή τουλάχιστον νά προσφέρουν στις διαστρεβλωμένες άπό δημοκρατικές προκα ταλήψεις πόλεις τά πλεονεκτήματα τών λακωνικών θεσμών. Ό Πλάτων φιλοδοξεί μέ αυτό τό σύστημα νά εξαφανίσει τόν εγωισμό, νά εμποδίσει τίς διαιρέσεις, νά υλοποιήσει τή δικαιο σύνη, θυσιάζοντας τά άτομα στό κράτος. Στήν Πολιτεία είναι 50
51
52
53
54
55
328
Μ Β Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
ακόμη γεμάτος αυταπάτες, παρά τή σκληρή πείρα του άπό τό πρώτο ταξίδι στή Σικελία. Κολακεύεται πιστεύοντας ότι μέ τήν κοινοκτημοσύνη θεμελιώνει μιά τάξη αμετακίνητη" άλλά αυτή ή κοινοκτημοσύνη, πού απλώνεται στις γυναίκες καί στά παιδιά όπως καί στά υλικά α γ α θ ά , πρέπει νά εφαρμοστεί μόνο στις δύο ανώτερες τάξεις, τών φιλοσόφων καί τών πολεμιστών, καί Οχι στήν κατώτερη τάξη, τών παραγωγών, ή όποια είναι επιφορ τισμένη νά φροντίζει αποκλειστικά γιά τίς ανάγκες τών δύο άλ λων: θεωρεί λοιπόν τό προνόμιο καί τή δουλεία θεσμούς πού δέν επιδέχονται αμφισβήτηση. Άλλά στους Νόμους, απογοητευμέ νος ύστερα άπό τίς δύο απόπειρες του στή Σικελία καί πολύ γέ ρος, ό ουτοπιστής, γιά νά καταστήσει τό ιδεώδες του περισσό τερο εφικτό, συγκατανεύει νά κάμει παραχωρήσεις στις προκα ταλήψεις καί νά μετριάσει τά στοιχεία πού δανείστηκε άπό τή Σπάρτη. Ή περιουσία θά είναι ιδιωτική, έστω άλλά τουλάχι στον θά είναι οικογενειακή καί Οχι ατομική" γιά νά παραμείνει αναπαλλοτρίωτη καί αδιαίρετη, θά ανήκει σέ έναν αμετάβλητο αριθμό πολιτών, στους 5.040" θά ληφθούν αυστηρά μέτρα ώστε ό λαός, καταχρώμενος τή νομοθετική καί δικαστική εξουσία του, νά μήν μπορέσει νά βλάψει αυτές τίς βασικές αρχές. "Οπως βλέπουμε, οί ιδέες τών φιλοσόφων γιά κοινοκτημοσύνη είχαν περισσότερο ηθικό παρά οικονομικό χαρακτήρα" δέν στηρίζονταν σέ παρατήρηση γεγονότων, άλλά παράγονταν άπό αρχές πού θε ωρούνταν αυταπόδεικτες" έμοιαζαν φτιαγμένες γιά νά επιδοκιμά ζονται σέ κλειστές λέσχες αριστοκρατών. Κατεβαίνοντας, όμως, ώς τίς λαϊκές μάζες, οί ίδιες ιδέες, τά ίδια λόγια, ηχούσαν διαφορετικά. Ά ς τοποθετηθούμε νοερά στά χρόνια τής εξαθλίωσης, όταν τό κράτος αναγκάστηκε νά καταρ γήσει τό μισθό τών λειτουργών του καί τήν αποζημίωση τών ήλιαστών, νά σταματήσει τά δημόσια έργα πού έδιναν δουλειά στους επαγγελματίες, νά παραιτηθεί, μέ διαταγή τού νικητή, ά πό τίς ναυτικές κατασκευές πού εξασφάλιζαν ημερομίσθια σέ τό σους εργάτες καί τόσους κωπηλάτες. Τότε τά μυαλά σκοτείνια ζαν, ή οδύνη έκανε τά πνεύματα νά βράζουν, οί φαντασίες διεγεί ρονταν άπό φθόνο καί λικνίζονταν μέ παράφρονες ελπίδες. 'Όταν βελτιώθηκε ή κατάσταση, αποτέλεσε ώραΐο θέμα γιά κωμωδία. Ό Αριστοφάνης καταπιάνεται μ' αυτό τό 392. Στις Έκκλησιάζουσες ή Πραξαγόρα παρουσιάζει τό σύστημα: «"Ολα τά αγαθά πρέπει νά είναι κοινά, γιά νά έ'χει ό καθένας 56
-
57
329
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
τό μερίδιο του καί νά ζ ε ι μέ αυτό. Δέν πρέπει ό ένας νά ε ί ν α ι πλούσιος καί ό άλλος εξαθλιωμένος, ό ένας νά καλλιεργεί μιά μεγάλη έκταση γής καί ό άλλος νά μήν έχει ούτε ένα κομμάτι γιά νά ταφεΐ, ό ένας νά υπηρετείται άπό πλήθος δούλων καί ό άλλος νά μήν έχει έναν υπηρέτη. "Οχι! Θέλω μιά ζωή κοινή, μιά μόνη καί ίδια ζωή γιά Ολους... Εννοώ οί γυναίκες νά είναι κοινές γιά τούς άντρες καί νά κάνουν παιδιά μέ Οποιον θελήσουν... Τά παιδιά θά θεωρούν πατέρα τους κάθε μεγαλύτερο τους άν τρα». Ό γαλήνιος σύζυγος αυτής τής έξημμένης άντρογυναίκας προ βάλλει μερικές αντιρρήσεις, άλλά ό θηλυκός Δον Κιχώτης τά βγάζει εύκολα πέρα μέ τόν Σάντσο Πάντσα. Μία άπό τίς απαν τήσεις της πρέπει ωστόσο νά τραβήξει τήν προσοχή μας. Ά ν όλος ό κόσμος πηγαίνει άπό συμπόσιο σέ συμπόσιο καί κανένας δέν ε ί ν α ι υποχρεωμένος νά δουλέψει, ποιος θά καλλιεργήσει τή γή; Οί δούλοι. "Ετσι ή κομουνιστική δημοκρατία δέν ε ί ν α ι , καί αυτή, παρά μιά αριστοκρατία πού εννοεί νά συντηρείται άπό μιά τάξη προσκολλημένη στή γή. Πάντα ή ίδια άρχή: χωρίς τή δου λεία δέν μπορεί νά υπάρξει ή πόλη. Άλλά ό Αριστοφάνης πη γαίνει πιο μακριά. Τό 388, Οταν ή ναυτική δύναμη τής Αθήνας άρχισε νά ανορθώνεται καί ή δεκάτη πάνω στά πλοία τοΰ Πόν του έρχεται πάλι νά τροφοδοτήσει τό δημόσιο ταμείο, αγγίζει τό βάθος τοΰ προβλήματος. Στον Πλοΰτο θυμώνει μέ τούς α περίσκεπτους πού θέλουν νά αποκαταστήσουν τήν όραση τοΰ τυφλοΰ θεοΰ Πλούτου καί νά διώξουν τήν Πενία. Ά ν ό Πλούτος ξαναβρεί τήν Οραση του καί μοιραστεί σέ όλους εξίσου, δέν θά υπάρξει πιά κανείς πού νά άσκεΐ κάποιο επάγγελμα καί νά μάθει μιά τέχνη, γιατί όλοι οφείλουν τήν ύπαρξη τους στήν Πενία, μό νη δημιουργό Ολων τών α γ α θ ώ ν : Ό θειος νόμος τής εργασίας, τής όποιας τή θεία καταγωγή καί τό σεπτό μεγαλείο επιβεβαί ωνε ό Ησίοδος, πρέπει νά παρακινεί τά άτομα καί νά αναμορ φώνει τήν κοινωνία. Γιά νά μπορέσει ένας κωμικός ποιητής νά πάψει νά εκσφεν δονίζει τεράστιες αισχρολογίες, καί νά πάρει τόνο ιεροκήρυκα, χωρίς νά κινδυνεύει νά τόν σφυρίξουν, πρέπει οί συμβουλές του νά ανταποκρίνονται στή βαθύτερη σκέψη τοΰ ακροατηρίου του. Υπάρχει, πραγματικά, μιά άβυσσος ανάμεσα στις διάφορες πό λεις πού αφήνονται νά παρασυρθούν σέ Ολες τίς φρικαλεότητες τών κοινωνικών πολέμων καί στήν Αθήνα πού ό σχετικός πλοΰ58
59
60
330
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
τος της καί οί παραδόσεις της την προφυλάσσουν άπό τίς ακρό τητες. Ά ς δοΰμε τή διαφορά. 'Όταν ό Πολύβιος, κατά τό πρότυπο τοΰ Αριστοτέλη, κάνει τόν πίνακα τών επαναστάσεων, περιγράφει τό ίδιο καλά τήν Ελλά δα τοΰ 4ου αιώνα καί τής εποχής του. «Άπό τή στιγμή πού ό ακόρεστος λαός χορταίνει άπό παρο χές, ή δημοκρατία παίρνει τέλος, μεταβάλλεται σέ καθεστώς βίας καί βάναυσης δύναμης. Γιατί, Οταν τό πλήθος συνηθίσει νά τρώει τήν περιουσία τού άλλου καί νά υπολογίζει στά αγαθά τοΰ πλησίον του γιά νά ζήσει, τοΰ άρκεΐ νά βρει έναν φιλόδοξο καί τολμηρό αρχηγό, άλλά αποκλεισμένο εξαιτίας τής φτώχειας του άπό τίς δημόσιες τιμές, γιά νά φτάσει στή "χειροκρατία",* καί άπό τότε δέν υπάρχουν πιά παρά σφαγές, προγραφές καί ανα δασμοί γής.» Τά παραδείγματα τέτοιων επαναστάσεων είναι α ν α ρ ί θ μ η τ α . Ά ς αναφέρουμε τρία: στήν ανατολή, στό κέντρο καί στή δύση τοΰ ελληνικού κόσμου: — Στή Μυτιλήνη οί οφειλέτες στραγγαλίζουν μαζικά τούς πι στωτές, καί μετά έπικαλοΰνται γιά συγνώμη τό θυμό καί τήν ανώτερη βία πού αποτελούσε ή οικονομική τους κατάσταση. — Οί δημοκράτες τοΰ Άργους τό 370 ρίχνονται στους πλούσι ους καί επιφανείς πολίτες μέ τό πρόσχημα ότι συνωμοτούσαν κυριευμένοι άπό παράφορη τρέλα, σκοτώνουν πάνω άπό χίλιους διακόσιους καί τούς δημεύουν τήν περιουσία. Κατόπιν όλα ησυ χάζουν, ένώ όλη ή Ελλάδα αντιλαλεί μιά μεγάλη κραυγή αγα νάκτησης, μόλο πού είναι συνηθισμένη σέ τέτοιες σκηνές. — Στή Σικελία τό αντικείμενο τών κοινωνικών α γ ώ ν ω ν είναι ή ιδιοκτησία γής. Ήδη ό Διονύσιος ό Α' ειχε αφαιρέσει τή γή άπό τούς ιππείς, γιά νά τή μοιράσει μέ ίσους κλήρους στους από μαχους καί στους δουλοπάροικους: μέ αυτό τό μέτρο σταθερο ποίησε τήν εξουσία του. 'Όταν εκδιώχθηκε ό Διονύσιος ό Νε ώτερος (356), ό απελευθερωτής Δίων αναγκάζεται νά πολεμήσει τό ριζοσπαστικό κόμμα, τό όποιο ξεσηκώνει ένας "Ιππων γιά μιά καινούρια διανομή γαιών. «Γιά τούς απόκληρους, δηλώνει 61
62
63
64
65
* (Κατά τά αριστοκρατία, τιμοκρατία, δημοκρατία). Τό πρώτο συνθε τικό μπορεί νά είναι εΐτε άπό τό χειρ είτε άπό τό θέμα τοΰ χειρών (ποιο τικά ή ηθικά ή κοινωνικά κατώτερος). Έ τ σ ι , ό δρος χειροκρατία υποβάλ λει συγχρόνως δύο νοήματα: «πολίτευμα τών χεριών» (τής χειροδικίας, τών βιαιοτήτων) καί «πολίτευμα τών κατώτερων, τών χειρότερων». 331
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
έντονα ό δημαγωγός, ή ισότητα είναι ή άρχή τής ελευθερίας, δπως ή φτώχεια είναι ή άρχή τής δουλείας.» Εγκρίνεται ψή φισμα γιά δημεύσεις, ό Δίων εγκαταλείπει τίς Συρακούσες μόνο ή ήττα, μαζί μέ τήν ανάκληση τοΰ Δίωνα, εμποδίζει τήν εφαρ μογή τοΰ ψηφίσματος. Τό κοινωνικό πρόβλημα, ναρκωμένο έπί μία όλόκληρη γενεά, αφυπνίζεται κατά τόν φοβερότερο τρόπο. Τό 317 ό Αγαθοκλής στρέφει τούς στρατιώτες του καί τόν Οχλο κατά τών Εξακοσίων καί τών οπαδών τους. Αρχίζει ένα κυνηγητό. Σέ δυο μέρες χά θηκαν τέσσερις χιλιάδες πολίτες, ένώ έξι χιλιάδες πήραν τό δρό μο τής εξορίας. Τότε ό Αγαθοκλής κατορθώνει νά τοΰ ανατεθεί ή απόλυτη εξουσία καί νά σταματήσει τήν αιματοχυσία ξέρει πώς νά προσηλυτίσει τό λαό: πηγαίνει στήν εκκλησία νά υπο σχεθεί ότι θά καταργήσει τά χρέη καί θά μοιράσει τή γή στους φτωχούς. Ή ιστορία τής Αθήνας σέ καμία φάση δέν παρουσιάζει παρό μοιο θέαμα. Σέ μιά πόλη πού διατηρούσε τήν οικονομική υπε ροχή στον μεσογειακό κόσμο, ή δημοκρατία, κυρία τής εξουσίας, δέν είχε κανένα λόγο νά παρασυρθεί στήν κοινωνική επανάστα ση. Τής αρκούσε νά κάνει, μέρα μέ τή μέρα, στήν εκκλησία καί στό δικαστήριο, ένα είδος διάχυτης καί αποσπασματικής επα νάστασης. Ά ς ψηφίζουν άλλου τή διανομή τής εγγείου περιου σίας, τών κεφαλαίων, τών εσόδων, άς κρατικοποιούν τίς κληρο νομιές εδώ δέν έχουμε κανένα τέτοιο μέτρο. Κάθε χρόνο ό άρ χων, τήν ώρα πού αναλαμβάνει τά καθήκοντα του, διακηρύσσει ότι, όσο θά είναι στήν άρχή, καθένας θά διατηρήσει στό ακέραιο τήν ιδιοκτησία του. Άλλά ή περιουσία επιβαρύνεται μέ διάφο ρες χορηγίες, ιδιαίτερα γιά τίς πολυδάπανες δημόσιες εκδηλώ σεις. Σέ πάμπολλες δίκες οί ήλιαστές εκδίδουν αληθινά ταξικές αποφάσεις. Ήδη τόν 5ο αιώνα ήταν άσχημα διατεθειμένοι απέ ναντι στους πλουσίους. Ένιωθαν βασιλική ή θεϊκή απόλαυση νά κάνουν «μεγάλα πρόσωπα ύψους τεσσάρων πήχεων» νά τρέμουν, νά άκοΰν μέ ειρωνική αγαλλίαση τά παρακάλια καί τίς κολακείες τους. Πρέπει νά πιστέψουμε, ωστόσο, δτι είχαν γιά καιρό υψη λή αντίληψη τής αποστολής τους, πού δέν τούς επέτρεπε νά φτά σουν μέ ελαφριά καρδιά σέ αδικίες, άφοΰ τήν εποχή ακόμη πού ό Αριστοφάνης παρουσίαζε στή σκηνή τόν Φιλοκλέωνα νά παίρ νει τό ύφος Δία, ένας ολιγαρχικός παραπονιόταν πώς ό αριθμός τών άδικων καταδικαστικών άποφάσεο>ν δέν ήταν τόσο μεγάλος 66
-
-
67
-68
69
70
332
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
ώστε νά εύρύνει τό κόμμα τών δυσαρεστημένων. Άλλά άπό τόν 4ο αιώνα, κυρίως τά άσχημα χρόνια πού ακολούθησαν τόν πελοποννησιακό πόλεμο καί τόν «συμμαχικό» πόλεμο, τά παρα στρατημένα άπό τή γενική δυστυχία πνεύματα δύσκολα συγκρα τούνται στά Ορια τής αντικειμενικότητας. «Είναι γνωστό —λέει ό ρήτορας Λυσίας, μέ αφέλεια πού αγ γίζει τήν αναίδεια— ότι ή βουλή δέν διαπράττει αδικίες όταν έχει αρκετούς πόρους γιά τή διοίκηση τής χρονιάς* άλλά σέ επο χή πού δέν έχει χρήματα είναι αναγκασμένη νά δέχεται τίς κα ταγγελίες, νά δημεύει περιουσίες πολιτών καί νά υπακούει στις πιό αισχρές υποδείξεις τών ρητόρων.» Οί συκοφάντες βρήκαν αυτό τό σύστημα τής αρεσκείας τους· δέν δυσκολεύονταν νά διεγείρουν τό φθόνο προς τούς μεγάλους καί νά ζητούν αποφάσεις ευνοϊκές γιά τούς μικρούς. Καί ακού γονται μερικοί διάδικοι νά ζητούν συγνώμη γιά τήν περιουσία τους ή νά θυμίζουν αυτά πού πρόσφεραν γιά τήν ψυχαγωγία καί τήν ανακούφιση τοΰ λαού" άλλοι επικαλούνται μέ κυνικό τρόπο τή φτώχεια τους ώς τίτλο, προκειμένου νά αποσπάσουν τήν εύμένεια τών δικαστών. 'Όταν παρουσιάζεται ευκαιρία γιά ένα καλό πρόστιμο ή μιά ολοκληρωτική δήμευση, ό κατήγορος δέν διστάζει νά επισημάνει ότι τό ταμείο είναι κενό καί ότι πρέπει νά τό κάμουν ικανό νά μοιράζει μισθούς. Βέβαια, ό ισχυρισμός ότι στήν Αθήνα είναι πιό επικίνδυνο νά φαίνεται κανείς πλού σιος παρά νά είναι εγκληματίας είναι δικηγορίστικη υπερβολή· αποτελεί εύφυολογία νά οίκτείρει κανείς τήν ατυχία τοΰ πλού σιου πού είναι δούλος καί νά μακαρίζει τήν ευτυχία τού φτω χού πού είναι βασιλέας. Ωστόσο τά αλλεπάλληλα ψηφίσματα γιά φόρους, ή συχνή επιβολή λειτουργιών στά ίδια άτομα, οί υποχρεώσεις πού βάραιναν τά μέλη τών συμμοριών, ό διαρκής φόβος νά αναγκαστείς άπό άλλον φορολογούμενο νά ανταλλάξεις τήν περιουσία σου μ' αυτόν,* προσέδιδαν μερικές φορές κάποια αληθοφάνεια σέ τέτοιες παραδοξολογίες. Ή Αθήνα λοιπόν έχει μιά ξεχωριστή θέση στήν πάλη τών τάξεων. Δέν παρασύρθηκε ωστόσο λιγότερο άπό τή γενική δίνη. 71
72
73
74
75
76
77
* Ένας Αθηναίος πολίτης πού υποχρεωνόταν νά αναλάβει τά βάρη μιάς λειτουργίας μποροΰσε νά απαλλαγεί, άν απόδειχνε ότι κάποιος άλ λος ήταν πιό πλούσιος άπό αυτόν. Σέ περίπτωση αμφισβήτησης έπισειόταν ή απειλή τής υποχρεωτικής ανταλλαγής περιουσιών. Έ τ σ ι ό πραγματικά πλουσιότερος δεχόταν νά αναλάβει τή λειτουργία.
333
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Τό πιό βαρύ για τό καθεστώς τής πόλης τόν 4ο αιώνα είναι τό ότι τό κομματικό συμφέρον μπαίνει πάνω άπό τόν πατριωτισμό. Στό παρελθόν δέν ήταν σπάνιο οί εξόριστοι νά ζητούν κάποιο στήριγμα στό εξωτερικό, γιά νά γυρίσουν στήν πατρίδα τους καί νά ανακτήσουν τήν εξουσία. Ή 'Αθήνα είχε δοκιμάσει σκληρά αυτό τό φαινόμενο δύο φορές τόν 5ο αιώνα, Οταν ή επιθυμία γιά εκδίκηση καί ή φιλοδοξία έκαμαν τόν Πεισιστρατίδη νά συμμα χήσει μέ τόν Μεγάλο Βασιλέα,* καί τόν Αλκιβιάδη νά τεθεί διαδοχικά στήν υπηρεσία τών Σπαρτιατών καί τών Περσών. Τό καινούριο γεγονός είναι ότι άτομα πού δέν έχουν υποστεί κά ποια προσβολή, ώστε νά θέλουν νά τήν άποπλύνουν, οπλίζονται εναντίον τής γενέτειρας τους άπό άπλή συμπάθεια προς τούς θε σμούς μιάς άλλης πόλης, ότι φατρίες προτιμούν νά χαθεί ή εθνι κή ανεξαρτησία παρά νά επικρατήσουν οί πολιτικοί αντίπαλοι τους. Ό Ξενοφών, φιλολάκων άπό πολιτικές καί κοινωνικές πεποι θήσεις, είναι ό τέλειος τύπος τού Έλληνα πού έχει κόψει κάθε δεσμό μέ τήν πατρίδα του. Αρχίζει νά γίνεται γνωστός ώς αρ χηγός άλλων ομοίων του, πού ό θάνατος ενός διεκδικητή θρόνου τούς έκαμε νά περιπλανηθούν στήν καρδιά τής 'Ασίας. "Οταν επιστρέφει στήν Ευρώπη, δέν νιώθει κανέναν ενδοιασμό, Αθη ναίος αυτός, νά πολεμήσει κατά τής Αθήνας στό πλάι τοΰ φίλου του Αγησίλαου. Κουρασμένος, αποσύρεται σέ ένα ωραίο κτήμα στον Σκιλλούντα τής Ηλείας γιά νά ζήσει μέ αυτά πού τοΰ απέ φερε ή πολεμική λεία του, ήσυχα, ένδοξα, σάν πυργοδεσπότης φιλόθηρος καί θεοσεβούμενος. Τέλος, Οταν ό πόλεμος τόν διώ χνει άπό έκεΐ, απορρίπτει τίς προσφορές τών συμπατριωτών του πού τόν συγχωροΰν καί τόν καλοΰν πίσω, καί εγκαθίσταται στήν Κόρινθο, όπου πεθαίνει. Ή ψυχρή αδιαφορία ενός Ξενοφώντα είναι πιό χαρακτηριστι κή άπό τή μνησικακία ενός Αλκιβιάδη. 'Ακόμη πιό χαρακτηρι στική είναι ή αλληλεγγύη ολόκληρων κομμάτων άπό πόλη σέ πόλη. Ή αλληλεγγύη αύτη δέν δημιουργεί μόνο ηθικούς δε σμούς* τείνει νά καταργήσει πραγματικά τά σύνορα. 'Από τόν 5ο αιώνα οί δημοκράτες διαφόρων πόλεων είχαν αποκτήσει τή συνήθεια νά ζητούν τή βοήθεια τής Αθήνας, καί ή 'Αθήνα πα ρασύρθηκε, αρχικά, παρά τή θέληση της, νά περιορίζει μέ τίς * Ό Ιππίας, γιος τοϋ Πεισίστρατου, ζήτησε τή βοήθεια τοΰ Πέρση βασιλέα, γιά νά ανακτήσει τήν εξουσία στήν 'Αθήνα.
334
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
επεμβάσεις της την αυτονομία τών συμμαχικών πόλεων. "Επει τα ό Λύσανδρος έκαμε έ'ργο του τό νά συγκεντρώσει τίς ολιγαρ χίες ολόκληρης τής Ελλάδας ύπό τήν ηγεμονία τής Σπάρτης. Απόπειρες πρόωρες καί κυρίως πολύ πλατιές γιά τήν εποχή εκείνη. Άλλά σύντομα ένα ιδιαίτερο γεγονός δείχνει μέ ακρίβεια πώς τά πολιτικά πάθη μποροΰσαν νά δράσουν εναντίον τής πό λης. Τό 393 ή Κόρινθος σπαραζόταν άπό τούς κοινωνικούς α γ ώ νες: οί δημοκρατικοί ήθελαν πόλεμο μέ τή Σπάρτη, σέ συμφω νία μέ τή Θήβα, τήν Αθήνα καί τό Άργος' οί ολιγαρχικοί ήταν οπαδοί τής ειρήνης καί τής σπαρτιατικής συμμαχίας. Οί ολιγαρ χικοί ετοίμαζαν ένα κίνημα" άλλά οί δημοκρατικοί τούς πρόλα βαν, τούς αιφνιδίασαν σέ μιά γιορτή, καί σκότωσαν πολλούς άπό αυτούς. Κατόπιν, μήν έχοντας καμιά ελπίδα Οτι θά μποροΰσαν νά σώσουν τήν ανεξαρτησία τής πόλης χωρίς εξωτερική βοήθεια, αποφάσισαν νά ένωθοΰν μέ τό Άργος. Οί στήλες πού σημάδευαν τά Ορια ανάμεσα στήν Κόρινθο καί στό Άργος ξηλώθηκαν. Στις επίσημες πράξεις εμφανίστηκε μόνο τό Ονομα τοΰ "Αργούς. Ή Κόρινθος εξαφανιζόταν άπό τόν κατάλογο τών ελληνικών πόλε ων μέ δική της συγκατάθεση. Είναι αλήθεια ότι ή λύσσα τών ολιγαρχικών πού επέζησαν κατόρθωσε γρήγορα νά καταστρέψει τό επαναστατικό έργο' άλλά μέ ποιο μέσο; Άνοιξαν μιά πόρτα τών μακρών τειχών στό στρατό τών Λακεδαιμονίων. Ανάμεσα στό Ά ρ γ ο ς καί στή Σπάρτη, ή Κόρινθος δέν κατάφερε νά διατη ρήσει τήν αυτονομία της παρά μέ ένα είδος ισορροπίας ανάμεσα σέ κόμματα πού δέν ενδιαφέρονταν πιά γιά αυτονομία. 78
335
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ
Επειδή ό χαρακτήρας τών ανθρώπινων θεσμών εξαρτάται κα τά κανόνα άπό τόν τρόπο εφαρμογής τους, ή μεταβολή τών κοινωνικών ιδεών επιφέρει αναγκαστικά σοβαρές αλλαγές στό πολιτικό καθεστώς. Ή Ελλάδα τοΰ 4ου αιώνα απέκτησε αυτή τήν εμπειρία. Ένώ άλλες πόλεις αναστατώνονταν άπό επαναστά σεις τίς όποιες συνόδευαν σφαγές, εξορίες καί συλλογικές δη μεύσεις, ή 'Αθήνα, κατά τή διάρκεια αγώνων πού δέν επέσυραν, τουλάχιστον, παρά μόνο ατομικές καταδίκες, έ'βγαζε άπό τή δη μοκρατική άρχή καινούρια συμπεράσματα. Α' Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ ΤΟΝ 4ο ΑΙΩΝΑ
Ή εκκλησία τοΰ δήμου δέν μποροΰσε νά παραμείνει Ο,τι ήταν πρίν άπό τόν πελοποννησιακό πόλεμο καί τά ολιγαρχικά πραξι κοπήματα. Στό βαθμό πού ή ιστορία έ'χει διαχωριστικές γραμ μές, τό έ'τος αρχής τοΰ Ευκλείδη (403 /2) σημειώνει άπό κάθε άποψη ενα τέλος καί μιά άρχή. Άπό αυτή τή στιγμή ή εκκλη σία θά ασκήσει μιά εξουσία όλο καί πιο «τυραννική», θέτοντας όμως τά ιδιωτικά συμφέροντα όλο καί περισσότερο πάνω άπό τήν κοινή ωφέλεια: έτσι ή πόλη δέν φάνηκε ποτέ τόσο δυνατή δσο τήν εποχή δπου τά άτομα, μέ τό νά τήν εκμεταλλεύονται, ετοιμάζουν τήν καταστροφή της. Τόν 4ο αιώνα ή λαϊκή κυριαρχία παρουσιάζει παράξενο θέα μα. Θά παλέψει σταθερά ανάμεσα στήν τάση τής απολυταρχίας πού τής είναι φυσική καί σέ μιά κληρονομική ανάγκη νά αντι τάσσει νόμους στις απροσδόκητες συνέπειες τών ψηφισμάτων. Ή γραφή παρανόμων ήταν άλλοτε ό κύριος τρόπος άμυνας τοΰ δημοκρατικού συντάγματος. Μιά διπλή εμπειρία έδειξε Οτι οί οπαδοί τής ολιγαρχίας δέν μπορούσαν νά κατακτήσουν τήν 336
Φ Θ Ο Ρ Α ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
εξουσία, άν δέν παραμέριζαν αυτό τό εμπόδιο. Ή τελική ήττα τους διασφάλισε τό θεσμό άπό κάθε απόπειρα. Άλλά τόν καιρό ακριβώς Οπου απέβαινε άτρωτος, τή χρονιά ακριβώς πού ήταν άρχων ό Ευκλείδης, μιά γενική αναθεώρηση τών νόμων τόν έκαμε λιγότερο αναγκαίο. "Εκτοτε θά γίνει κατάχρηση τοΰ θε σμού αυτού κατά τόν κομματικό ανταγωνισμό. Άντί νά εξασφα λίζει μέ φοβερές απειλές μιά προστασία ανώτερης μορφής στό πολίτευμα, δέν είναι πιά παρά ένα κοινό όπλο στά χέρια τών αντιπάλων πού συγκρούονται στήν Πνύκα: σύντομα αμβλύνεται καί χαλάει. Είναι ακόμη ικανός νά επιφέρει θανατική ποινή* μπορεί όμως καί νά χρησιμοποιηθεί γιά νά επιβληθεί ένα γελοίο πρόστιμο είκοσι πέντε δραχμών. Νά ένα πολύ χαρακτηριστικό γεγονός: ένας αρχηγός κόμματος, ό Άριστοφών ό Άζηνιεύς, υποχρεώθηκε νά υπερασπιστεί τόν εαυτό του απέναντι σέ κατη γορία γιά παρανομία εβδομήντα πέντε φορές. "Εφτασαν σέ ση μείο όπου ή γραφή παρανόμων, χωρίς νά εμποδίζει τήν εκκλη σία νά νομοθετεί στά τυφλά, κατάντησε εμπόδιο ακόμη καί σέ σωστές καινοτομίες, καί χαλινός στήν ελευθερία τοΰ λόγου, γιά τήν όποια οί πολίτες ήταν τόσο υπερήφανοι. Μιά άλλη διαδικασία θά μποροΰσε, ίσως, νά αναπληρώσει τίς ανεπάρκειες τής γραφής παρανόμων: ή εισαγγελία. 'Τπέστη όμως τήν ίδια φθορά. Τόν 5ο αιώνα προοριζόταν νά τιμωρεί τά εγκλήματα πού δέν προέβλεπαν οί νόμοι καί πού έπιβουλεύονταν τήν ασφάλεια τού κράτους, τήν προδοσία καί τήν εσχάτη προδοσία, όπου συμπεριλαμβανόταν ή απόπειρα ανατροπής τής δημοκρατικής κυβέρνησης μέ έργα καί μέ λόγια. Επειδή δέν υπήρχαν ειδικοί νόμοι, τά δικαστήρια δέν μποροΰσαν νά επιλη φθούν άμεσα* ήταν έργο τής εκκλησίας ή της βουλής νά λάβει τά αναγκαία μέτρα γιά τή σωτηρία τοΰ κράτους. Επέσυρε τόσο μεγάλες ποινές, ώστε οί κατηγορούμενοι αυτοεξορίζονταν χωρίς νά περιμένουν τήν απόφαση. Ό λαός αγαπούσε αυτόν τό θεσμό, τόν όποιο απέδιδε στον Σόλωνα, γιατί προσέδιδε φοβερή απο τελεσματικότητα στό δικαίωμα του νά εκδικάζει τίς πολιτικές υποθέσεις. Ή εισαγγελία καταργήθηκε μαζί μέ τή γραφή πα ρανόμων άπό τούς Τετρακόσιους καί αναμφίβολα άπό τούς Τρι άκοντα. Αποκαταστάθηκε κατά τήν αρχοντιά τοΰ Ευκλείδη* δημοσιεύτηκε μάλιστα καί ένας νόμος (ό είσαγγελτικός νόμος) ό όποιος, χωρίς νά τήν ορίζει ρητά, άπαριθμοΰσε τίς περιπτώ σεις τής εφαρμογής της σύμφωνα μέ τά προηγούμενα. Αυτός 1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
337
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ό φαινομενικός περιορισμός δέν χρησίμευσε σέ τίποτε. Μέ μιά σειρά εξομοιώσεις οί Αθηναίοι έφτασαν στό σημείο νά θεωρούν απόπειρες κατά τής δημοκρατίας εγκλήματα, αδικήματα ή άπλά πταίσματα πού δέν είχαν καμία σχέση μέ τίς πράξεις πού, κατά τό νόμο, ύπόκεινταν στήν εισαγγελία. Ό Υπερείδης διαμαρτύ ρεται γιά τέτοιες καταχρήσεις καί δίνει παραδείγματα πού δι καιολογημένα τά χαρακτηρίζει γελοία: ό Λυκόφρων έχει κατη γορηθεί επειδή εξέτρεψε μιά γυναίκα άπό τό συζυγικό καθήκον ό Άγασικλής, γιατί γράφτηκε σέ άλλο δήμο άπό τόν δικό του" ό Δίογνις καί ό 'Αντίδωρος, γιατί νοίκιασαν αύλήτριες πάνω άπό τή νόμιμη ταρίφα ό Εύξένιππος, γιατί έκαμε ψεύτικη αναφορά γιά ένα Ονειρο πού είχε δει μέσα σ' ένα ναό. Ένα ακόμη όπλο τής πόλης πού τό έφθειραν τά πολιτικά μίση. Τί νά κάμουν γιά νά ορθώσουν ένα φράγμα στό ξεχείλισμα τών παράνομων προτάσεων; Θυμήθηκαν τίς επιτροπές τών νο μοθετών οί όποιες επανέφεραν τούς νόμους τής δημοκρατίας με τά άπό τίς δίκες τοΰ 4 1 0 καί τοΰ 403. Τότε είχαν δώσει στις επι τροπές έκτακτες εξουσίες μέ μέτρα πού επέβαλλαν οί περιστά σεις τώρα τίς έκαμαν κανονικό θεσμό. Ή ύπαρξη αυτών τών νομοθετών νέου τύπου μαρτυρεΐται άπό μιά αγόρευση τοΰ Δη μοσθένη κατά τοΰ Λεπτίνη τό 355 /4, ίσαμε μιά επιγραφή πού χρονολογείται τό 3 2 9 /8. Α υ τ ή τή φορά βλέπουμε τό λαό νά πα ραιτείται συστηματικά άπό τή νομοθετική εξουσία, γιά νά μήν μπει στον πειρασμό νά κάμει κατάχρηση. Ή άρχή είναι σαφής: «απαγορεύεται νά καταργηθεί νόμος πού υπάρχει, εκτός έάν τό επιτρέψουν οί νομοθέτες». "Ετσι, άπό τήν πρώτη συνεδρία τοΰ χρόνου, στις 1 1 τοΰ Έκατομβαιώνα, ή εκκλησία πρέπει νά ψηφίσει γιά όλους τούς νόμους (έπιχειροτονία τών νόμων), ώστε νά φανεί άν κάποιος πρέπει νά καταργηθεί. Σ' αυτή τήν ψηφοφορία ό λαός αποφασίζει λαμ βάνοντας υπόψη εκθέσεις τών αρχόντων δπου επισημαίνεται κά ποιο ελάττωμα, κενό ή αντίφαση, πού αποκαλύφθηκε κατά τή διάρκεια τοΰ περασμένου χρόνου στήν ισχύουσα νομοθεσία. Ά ν ή πλειοψηφία αποφασίσει αναθεώρηση, κάθε πολίτης μπορεί νά προτείνει καινούριες διατάξεις πάνω στό αμφισβητούμενο ση μείο, μέ τόν δρο νά αναρτήσει τό σχέδιο του στις βάσεις τών ανδριάντων πού παρίσταναν τούς επώνυμους ήρωες τών φυλών καί νά αναλάβει τήν ευθύνη γράφοντας τό Ονομά του. Στήν τέ ταρτη τακτική συνεδρίαση τής πρώτης πρυτανείας ένα ψήφισμα -
11
-
12
338
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
καθορίζει, τόν αριθμό τών νομοθετών πού καλούνται νά συνε δριάσουν, τή διάρκεια τής υπηρεσίας τους, τή διαδικασία πού θά ακολουθήσουν, τά κονδύλια άπό τά όποια θά πληρωθούν, καί καταρτίζει τό πρόγραμμα τους υποδείχνοντας τίς διατάξεις πού πρέπει ενδεχόμενα νά αλλάξουν ή νά συμπληρώσουν. Ή εκκλη σία δίνει λοιπόν οδηγίες στους νομοθέτες· επιπλέον διορίζει τέσ σερις ή πέντε συνηγόρους ή συνδίκους επιφορτισμένους νά υπο στηρίξουν τούς νόμους πού πρόκειται νά εξεταστούν. Ό ρόλος της όμως τελειώνει, τό δικαίωμα της εξαντλείται, άπό τή στιγ μή πού Ορισε τούς εντολοδόχους της. 'Από εκείνη τή στιγμή δέν νομοθετεί ή εκκλησία άλλά τό σώ μα τών νομοθετών, πού αποτελείται άπό πεντακόσια ένα ή χίλια ένα μέλη. 'Υποδείχνονται ανάμεσα στους πολίτες πού έ'χουν δώ σει τόν ήλιαστικό Ορκο, είναι ηλικιωμένοι καί έμπειροι. Συγκα λούνται άπό τούς πρυτάνεις καί έ'χουν τόν δικό τους κανονισμό. Ή γραμματεία τους αποτελείται, όπως καί τής εκκλησίας, άπό προέδρους, ό επικεφαλής τών όποιων, ό επιστάτης, αλλάζει σέ κάθε συνεδρίαση. "Οσο γιά τή διαδικασία, είναι ίδια μέ τή δια δικασία τών ήλιαστών. Δέν συζητούν, άλλά διεξάγουν μιά δίκη ώς κριτές. Οί συνήγοροι υπερασπίζονται τό νόμο πού προσβάλ λεται, ό συντάκτης τού καινούριου νόμου υποστηρίζει τά πλεονε κτήματα του σέ σχέση μέ τόν προηγούμενο. Μετά άπό αυτό ό επιστάτης καλεί τούς δικαστές νά ψηφίσουν γιά τόν παλαιό καί τό νέο νόμο διαδοχικά. Θά ισχύσει όποιος πάρει τίς περισσότε ρες ψήφους. Χωρίς άλλες διατυπώσεις, χωρίς επέμβαση ούτε τής βουλής ούτε τής εκκλησίας, καταγράφεται άπό τόν γραμματέα-άρχειοφύλακα τοΰ κράτους, γιά νά ταξινομηθεί μέ τά κεί μενα πού έ'χουν ισχύ νόμου. Σύμφωνα μέ τά γραπτά πού έφτασαν ώς εμάς αυτή ή διαδικα σία εφαρμόζεται σέ δύο περιπτώσεις: νομιμοποιεί τά ψηφίσματα τοΰ περασμένου έτους πού επέβαλαν δαπάνες γιά τίς όποιες δέν
υπήρχε πρόβλεψη στον προϋπολογισμό, καί επιτρέπει αλλαγές στους ιερούς νόμους, παραδείγματος χάρη γιά τίς απαρχές τής Ελευσίνας καί γιά τή γιορτή τοΰ Αμφιάραου. Άλλά δέν βλέ πουμε γιατί δέν θά άρμοζε καί σέ πολλές άλλες περιπτώσεις. Πρέπει λοιπόν νά υποθέσουμε ότι αυτή ή διαδικασία ειχε γενική ^χύ. Πώς συμβαίνει Ομως ώστε ό Αριστοτέλης νά μήν πει ούτε λέξη σχετικά μέ αυτήν, όταν περιγράφει τήν αθηναϊκή πολιτεία; 13
14
339
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
Μήπως επειδή, δπως ειπώθηκε, δλα δσα αφορούσαν τή νομο θεσία ό δάσκαλος τά άφησε γιά τδ μαθητή του Θεόφραστο, πού επρόκειτο πραγματικά νά γράψει μιά πραγματεία γιά τούς Νό μους] "Οχι' γιατί, παραλείποντας μιά λέξη, αρκετή γιά νά ακρι βολογήσει, θά παραποιούσε συνειδητά τόν πίνακα πού σκιαγρα φούσε. "Αλλωστε, στά Πολιτικά, Οχι μόνο εισάγει τήν έκδοση νόμων στό χώρο τής άσκησης τών κυριαρχικών δικαιωμάτων, άλλά καί κατηγορεί επανειλημμένα τήν αθηναϊκή δημοκρατία δτι νομοθετεί μέ ψηφίσματα. Φαίνεται λοιπόν δτι, κατά τήν κρίση του, δλη αυτή ή διαδικασία δέν ειχε μεγάλη σημασία, καί οί αποφάσεις τών νομοθετών, άν καί περιβάλλονταν μέ πιο πε ρίπλοκους τύπους, δέν διέφεραν ουσιαστικά άπό τά ψηφίσματα τής εκκλησίας. Οί καλύτερες προθέσεις, οί πιο σωστές ιδέες, δέν ήταν ικανές νά περιστείλουν τίς ασυνέπειες καί τίς αυθαιρεσίες τής εκκλησίας τοΰ δήμου. «Τί αξίζουν οί νόμοι χωρίς ήθη;» Αυτός ό λαός ό τόσο υπερήφανος γιά τά κυριαρχικά δικαιώ ματα του, εννοούσε, μολαταύτα, νά πάρει σέ ισχυρό νόμισμα τήν αμοιβή γιά τόν κόπο πού κατέβαλε ακριβώς γιά νά ασκήσει αυ τά τά δικαιώματα. Παρατηρούμε έδώ μιά άπό τίς πιο έντονες διαφορές πού υπάρχουν ανάμεσα στους Αθηναίους τής παλαιάς καί τής νεώτερης εποχής. Τόν 5ο αιώνα οί πολίτες ενδιαφέρονταν πολύ γιά τίς δημόσιες υποθέσεις, καί πολλοί άπ' αυτούς πήγαι ναν στήν εκκλησία. Στήν άρχή τοΰ 4ου αιώνα καθένας είναι τό σο απασχολημένος μέ τίς υποθέσεις του, ώστε ή Πνύκα μένει έρημη. Δέν πρέπει νά νομίσουμε ότι απείχαν κυρίως οί εύπορες τάξεις, άν καί συχνά έχει διατυπωθεί ό ισχυρισμός ότι οί πλού σιοι, αηδιασμένοι άπό τό νά εκμηδενίζονται σέ δλες τίς συζητή σεις, αποσύρονταν άπό τήν πολιτική ζωή. Καί οί φτωχοί απεί χαν εξίσου άπό τήν εκκλησία. Χρειαζόταν νά τούς ωθήσουν νά πηγαίνουν στις συνελεύσεις, γιατί κινδύνευε νά αλλοιωθεί ό ίδιος ό χαρακτήρας τοΰ καθεστώτος καί τής δημοκρατίας, νά μετα βληθεί ή κυβέρνηση τοΰ συνόλου σέ ολιγαρχία, σέ κυβέρνηση ενός μικροΰ αριθμού. Τά τρομερά χρόνια πού ακολούθησαν τήν πτώση τής Αθήνας καί τήν τυραννία τών Τριάκοντα, δταν οί πιο σταθεροί υποστηρικτές τοΰ πολιτεύματος, οί βιοτέχνες, δυ σκολεύονταν νά συντηρηθούν καί δέν μπορούσαν νά χάσουν πολ λές μέρες τοΰ μήνα άπό τήν εργασία τους, «οί πρυτάνεις μηχανεύονταν κάθε λογής τέχνασμα προκειμένου νά πετύχουν τόν αριθ μό πού ήταν απαραίτητος γιά νά είναι έγκυρα τά ψηφίσματα». 15
16
17
15
340
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
Αποφάσισαν νά σταματήσουν μιά καί καλή τή μάστιγα τής α ποχής. Δέν μποροΰσαν, όπως σέ μερικές ολιγαρχίες, νά βάλουν πρόστιμο στους απόντες· μέ μιά αντίστροφη μέθοδο εξασφά λισαν αμοιβή στους παρόντες. 'Αρκοΰσε νά επεκταθεί στήν εκ κλησία τό σύστημα τής μισθοφορίας πού ίσχυε άπό εξήντα χρό νια στήν Ηλιαία. Μέ πρόταση τοΰ Άγύρριου δόθηκε αρχικά ένας όβολός* λίγο αργότερα, ό Ηρακλείδης ό Κλαζομένιος πρότεινε νά ανέβει σέ δύο όβολούς, καί ό Άγύρριος, άντεπιτιθέμενος, πέ τυχε νά φτάσει στους τρεις. Επειδή τόν 4ο αιώνα αυξήθηκε τό κόστος ζωής, δέν σταμάτησαν έκεΐ: τήν εποχή τοΰ Αριστο τέλη τό εκκλησιαστικό κέρμα άξιζε μία δραχμή γιά τίς κανονι κές συνεδριάσεις καί μιάμιση γιά τίς κύριες. Τό τριώβολο τών εκκλησιαστών, ακόμη περισσότερο ή δραχ μή, ξεσήκωσε πολλές κριτικές. Στήν αρχαιότητα, τή δημοκρα τία τήν κατηγορούσαν οί εχθροί της ότι έκανε τό πλήθος οκνηρό, φλύαρο καί άπληστο* πολλοί νεώτεροι έχουν εκφέρει τήν ίδια γνώμη. Σ' αυτές τίς κριτικές ή απάντηση είναι εύκολη. Είδαμε ποιοι υλικοί καί ηθικοί λόγοι δικαιολογούν τό θεσμό: έπρεπε νά εξασφαλίζει στους λιγότερο εύπορους πολίτες τήν απαραίτητη οικονομική άνεση, ώστε νά μετέχουν στήν πολιτική ζωή. Θά ήταν Ομως άξιοκατάκριτο τέχνασμα, άν ειχε καταστρέψει οικο νομικά τό κράτος. Άλλά οί οικονομικές επιπτώσεις δέν ήταν τόσο σοβαρές. Σέ εποχή όπου ό ημερήσιος μισθός ενός εργάτη ήταν μιάμιση δραχμή, τό τριώβολο ήταν απλώς μιά μικρή απο ζημίωση. Δέν δινόταν άλλωστε σέ όλους τούς πολίτες: ένα προ καθορισμένο κονδύλι τοΰ προϋπολογισμού κατανεμόταν ανάμεσα στις συνεδριάσεις τοΰ χρόνου, καί τό ποσό πού προοριζόταν γιά κάθε συνεδρίαση καθόριζε καί τόν αριθμό τών κερμάτων πού θά μοιράζονταν σέ όσους έφταναν πρώτοι. Γιά νά πάρει κανείς τρι ώβολο, έπρεπε νά είναι έκεΐ άπό πολύ νωρίς, άπό τό «δεύτερο λάλημα τοΰ πετεινοΰ», καί νά περιμένει ώς τό τέλος τής συνε δρίας, γιά νά αλλάξει τό κέρμα μέ χρήματα. Κοντολογίς, μέ λίγα έξοδα επιτεύχθηκαν μεγάλα αποτελέσματα. Άλλά, όσο καί άν ό εκκλησιαστικός μισθός δέν αξίζει τίς κα τηγορίες πού διατυπώθηκαν εναντίον του, εξακολουθεί νά παραμέ 19
20
21
22
23
24
νει αξιόλογη ένδειξη γιά τήν αλλαγή πού έγινε τόν 4ο αιώνα στά
ήθη καί στό δημόσιο πνεΰμα. Δέν είναι πιά ή εποχή όπου ό πο λίτης αφιερωνόταν στήν πόλη, χωρίς άλλο κέρδος άπό τήν ικα νοποίηση πού παρέχει ή εκτέλεση τοΰ καθήκοντος καί ή συνείδη341
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ση ότι συμβάλλει στο κοινό καλό. Τώρα ή πόλη πρέπει νά κα ταλάβει δτι δέν μπορεί νά υπάρχει παρά ενόσω φροντίζει πρώτα γιά τά συμφέροντα τών ιδιωτών πού ασχολούνται μ' αυτήν: γιά νά πετύχει άπό τούς πολίτες τή συνδρομή πού χρειάζεται, πρέ πει νά πληρώσει. Ή διεύθυνση τής εκκλησίας υφίσταται επίσης τόν 4ο αιώνα αλλαγές, τό νόημα τών οποίων χρειάζεται νά φωτιστεί. 'Από τήν εποχή τοΰ Κλεισθένη τή γραμματεία τής βουλής καί τής εκκλησίας τήν αποτελούσαν οί πρυτάνεις, καί ή προεδρία άνηκε σ' έναν επιστάτη, πού κληρωνόταν γιά κάθε συνεδρία. "Ε πειτα άπό μιά χρονολογία, τήν όποια κανένα κείμενο δέν ορίζει ρητά, ή γραμματεία έχει εντελώς διαφορετική σύνθεση: ό επι στάτης τών πρυτάνεων κληρώνει πρίν άπό κάθε συνεδρία εννιά προέδρους, έναν άπό κάθε φυλή, εκτός άπό τήν πρυτανεύουσα, καί άπό αυτούς κληρώνει τόν επιστάτη τους* τοΰ παραδίδει τήν ημερήσια διάταξη καί τοΰ αναθέτει τή φροντίδα νά διευθύνει τίς συζητήσεις. Προς τί αυτή ή αντικατάσταση τών πρυτάνεων άπό τούς προέδρους; Μερικές φορές τήν απέδωσαν στή συνηθισμένη δυσπιστία τών δημοκρατικών πού ήταν πάντα έτοιμοι νά μοιρά ζουν καί νά αποδυναμώνουν τήν εξουσία, γιά νά βασιλεύουν πιο σίγουρα. Υπέρ αυτής τής άποψης θά μποροΰσε νά αναφερθεί τό γεγονός δτι ένας βουλευτής δέν μπορεί νά γίνει πρόεδρος περισ σότερο άπό μιά φορά σέ κάθε πρυτανεία, ούτε επιστάτης τών προέδρων περισσότερο άπό μιά φορά τό χρόνο. Ωστόσο αυτή ή εξήγηση δέν ισχύει, γιατί ό θεσμός τών προέδρων στήν πραγ ματικότητα έχει ήμι-όλιγαρχικό παρελθόν, άφοΰ ίσχυσε επί με ρικούς μήνες τό 411 /ΙΟ, μέ τό καθεστώς τών Πέντε Χιλιάδων. Έξαλλου, έάν κοιτάξουμε προσεκτικότερα τίς διατυπώσεις τών ψηφισμάτων πού εκδόθηκαν κατά τό πρώτο τέταρτο τοΰ 4ου αιώνα, φτάνουμε στό συμπέρασμα δτι οί γραμματείες τών προέδρων δημιουργήθηκαν κατά τό χειμώνα τοΰ 378 /7. Ήταν ή στιγμή δπου ή 'Αθήνα άλλαζε τούς θεσμούς της, γιά νά τούς προσαρμόσει στήν καινούρια συμμαχία πού ξεκινούσε. Ή βουλή γινόταν ό σύνδεσμος ανάμεσα στήν αθηναϊκή εκκλησία καί τό σννέδριον τών άλλων πόλεων τό τμήμα τής βουλής πού εφημέ ρευε καί ό πρόεδρος του είχαν πολλά άλλα πράγματα νά κάνουν άπό τό νά εμφανίζονται στή γραμματεία καί στήν προεδρία τών συνελεύσεων. Γιά νά έκτελεστοΰν αυτές οί τυπικές υπηρεσίες ήταν καλύτερα νά υποδειχθούν πρόσωπα μέ περισσότερο διαθέ25
26
27
28
342
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
σιμο χρόνο, ένας αντιπρόσωπος άπό κάθε φυλή πού δέν ασκούσε τήν πρυτανεία. Αυτό τό σύστημα πρόσφερε, επιπλέον, τό πλεο νέκτημα ότι επικεφαλής σωμάτων πού βουλεύονταν τοποθετούν ταν μιά πληρέστερη αντιπροσωπεία τής δημοκρατίας. Δέν υπάρ χει λοιπόν λόγος επίκλησης προκαταλήψεων τής εσωτερικής πο λιτικής προκειμένου γιά μιά μεταρρύθμιση πού τήν επέβαλαν α νάγκες εξωτερικής πολιτικής. Ά ν όμως άπό τό πρωτόκολλο στρέψουμε τά μάτια προς τήν πραγματικότητα, οί αληθινοί αρχηγοί τοΰ συγκεντρωμένου λαοΰ πού συνεδριάζει προσφέρουν ένα θέαμα συχνά δυσάρεστο. Δέν είναι πιά οί μεγαλογαιοκτήμονες, εκλεγμένοι στρατηγοί, Οπως ό Περικλής: ή πρόοδος στήν κατανομή τής πολιτικής εργασίας περιόρισε, γενικά, τούς στρατηγούς σέ αυστηρά στρατιωτικές αρμοδιότητες. Δέν είναι πιά ούτε βιομήχανοι ή εμπορευόμενοι: ό βυρσοδέψης Άνυτος, ή σταδιοδρομία τοΰ όποιου εκτείνεται άπό τό 410 ώς τό 399, είναι ό τελευταίος δημαγωγός αύτοΰ τοΰ είδους. Ή πολιτική έγινε ειδικό επάγγελμα πού περιλαμβάνει διάφορες απασχολήσεις. "Εχει τούς επίλεκτους της, τούς ρήτο ρες. Οί ρήτορες, προερχόμενοι συχνά άπό πλούσιες καί ευυπό ληπτες οικογένειες, σχεδόν όλοι έξυπνοι καί μερικοί αξιόλογοι, μοιράζονται τίς αρμοδιότητες καί διεκδικούν μέ μανία τήν εξου σία. Ό Εύβουλος καί ό Λυκούργος υπήρξαν αληθινοί υπουργοί οικονομικών καί δημοσίων έργων ό Καλλίστρατος ό Άφιδναΐος καί ό Δημοσθένης, υπουργοί εξωτερικών. Κάτω άπό τούς πολι τικούς ηγέτες κινούνται ρήτορες δεύτερης σειράς, ((κύριοι τών ταραχών καί τών φωνασκιών», πολιτικάντηδες πού καλλιερ γούν τά πάθη τοΰ λαοΰ καί ικανοποιούν τίς επιθυμίες τους διε γείροντας τίς επιθυμίες τών άλλων, άνθρωποι πού ψαρεύουν σέ θολά νερά, δημαγωγοί καί συκοφάντες. Οί ίδιοι λένε γιά τόν εαυτό τους ότι είναι «οί σκύλοι τοΰ λαού»" υπερηφανεύονται ότι υπερασπίζουν τό λαό απέναντι στους λύκους πού παχαίνουν εις βάρος του. Μόλις αντιλαμβάνονται έναν πλούσιο, γαβγίζουν καί θέλουν νά δαγκάσουν. Αυτόκλητοι κατάσκοποι καί καταδότες εξ επαγγέλματος, σφετερίζονται τό δικαίωμα νά καταγγέλ λουν τούς πάντες, επικαλούμενοι κρατικά συμφέροντα —γίνονται ένα είδος εισαγγελέων. Στήν Πνύκα, όπως καί στήν Ηλιαία, συντηρούν έντεχνα τή δυσπιστία καί τό φθόνο, υπερθεματίζον τας στις νόμιμες διεκδικήσεις, ακόμη καί στις υπερβολικές αξι ώσεις. Απώτερος σκοπός τους δέν είναι νά προμηθεύσουν πό29
30
31
32
343
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ρους σέ Οσους δέν έ'χουν, άλλά μάλλον νά υποβιβάσουν αυτούς πού έ'χουν κάτι στο επίπεδο αυτών πού δέν έ'χουν τίποτε" γιατί, γιά νά πάνε μπροστά, πρέπει νά αφήνουν πάντα ανοιχτή τήν πληγή τής αθλιότητας καί νά διατηρούν τή διχόνοια πού αποτε λεί τό λόγο ύπαρξης τους. Μικροί ή μεγάλοι, αυτοί οί άνθρωποι πού ζουν άπό τήν πο λιτική, ορμούν διαρκώς οί μέν εναντίον τών δέ, μέ αφορμή τίς κομματικές διαφορές καί μέ κίνητρο τόν επαγγελματικό αντα γωνισμό. Μοιραία φτάνουν στό σημείο νά επιδιώκουν μάλλον προσωπικές επιτυχίες παρά τό καλό τοΰ κράτους. Είναι γνωστό τό χωρίο Οπου ό Πλάτων ειρωνεύεται τήν άμιλλα τών ανίκανων πού θέλουν νά κρατήσουν τό τιμόνι* αυτό τό διασκεδαστικό χω ρίο δπου ή φράση πλαγιοδρομεΐ, δπως τό πλοίο τοΰ οποίου περι γράφει τήν ταραγμένη πορεία: «Σκέψου αυτό πού μπορεί νά συμβεί σέ ένα ή σέ περισσότε ρα πλοία. 'Από τή μιά μεριά ένας καπετάνιος ανώτερος άπ' ό λους τούς άντρες τοΰ πληρώματος σέ ανάστημα καί σέ δύναμη, άλλά λίγο κουφός, λίγο μύωπας, καί μέ ναυτικές γνώσεις ελά χιστες. Άπό τήν άλλη μεριά ναΰτες πού διεκδικούν αναμεταξύ τους τή διεύθυνση τοΰ πλοίου, καθένας νομίζοντας ότι τοΰ ανή κει δικαιωματικά, χωρίς νά έχει μάθει ποτέ αυτήν τήν τέχνη, χωρίς νά μπορεί νά πει ποιος ήταν ό δάσκαλος του ούτε πότε τή διδάχτηκε* πού επιπλέον υποστηρίζουν δτι αυτή ή τέχνη δέν διδάσκεται, καί είναι έτοιμοι νά κομματιάσουν όποιον πει τό αν τίθετο* πού συνωστίζονται γύρω άπό τόν καπετάνιο καί κάνουν τά πάντα γιά νά τούς παραχωρήσει τό τιμόνι* πού άπό καιρό σέ καιρό, άν δέν τούς ακούει καί ακούει άλλους, σκοτώνουν τούς άλλους ή τούς πετούν στή θάλασσα, καί άποκτηνώνουν τό γεν ναίο καπετάνιο μέ μανδραγόρα,* μέ κρασί ή οτιδήποτε άλλο, παίρνουν τή διακυβέρνηση τοΰ πλοίου καί διαχειρίζονται όπως θέλουν δ,τι βρίσκεται στό πλοίο, μεθοΰν καί φουσκώνουν άπό φαΐ, καί πλέουν πιά δπως μποροΰν, στήν κατάσταση πού βρί σκονται, επαινώντας καί ονομάζοντας καλό ναύτη, καλό κυβερ νήτη, άριστο γνώστη τής ναυτικής τέχνης εκείνον πού είναι ικα νός νά τούς βοηθήσει νά πάρουν άπό τόν καπετάνιο τή διακυβέρ νηση τοΰ πλοίου μέ τό καλό ή μέ τό άγριο, καί ψέγοντας γιά α νίκανο Οποιον αρνείται, ένώ δέν έχουν καμιά ιδέα γιά τό τί εί33
* Μανδραγόρας: φυτό (δίΓορα ί>8ΐ1&(1οη&) άπό τό όποιο παράγεται υ πνωτικό παρασκεύασμα.
344
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
ναι ό αληθινός κυβερνήτης, δέν ξέρουν Οτι πρέπει νά λάβει υπό ψη του τό χρόνο, τίς εποχές, τόν ουρανό, τά άστρα, τούς άνεμους καί Ολα όσα αφορούν τήν τέχνη του... "Οταν τά πλοία οδηγούν ται έτσι, δέν νομίζεις ότι ό αληθινός κυβερνήτης χαρακτηρίζεται μετεωροσκόπος, φλύαρος καί άχρηστος;» Ασφαλώς ή πνευματώδης κριτική τού ιδεαλιστή θεωρητικού χρειάζεται πολλούς περιορισμούς. "Οχι μόνο κρύβει μιά οπισθο βουλία, δηλαδή τή γνώμη ότι ένας μόνο φιλόσοφος πρέπει νά κυ βερνά τούς ανθρώπους, άλλά καί αποσιωπά τό γεγονός Οτι ό αθηναϊκός λαός ήταν πάντα σέ θέση νά εκλέγει σωστά. Ωστόσο σέ πολλές περιπτώσεις δικαιολογείται άπό τίς διαμάχες στήν εκκλησία, όπως αυτές παρουσιάζονται μέσα άπό τούς λόγους τών ρητόρων. Ά ν κατά τούς ιδεολογικούς αγώνες, στήν Πνύκα, ή εύγλωττία φτάνει καμιά φορά τό μεγαλείο, στις προσωπικές συζητήσεις κατεβαίνει σέ θλιβερά χαμηλό επίπεδο. Οί πιό μεγά λοι, ό Δημοσθένης τό ίδιο μέ τούς άλλους, βρίσκουν μνησίκακη ευχαρίστηση στό νά απευθύνουν στον αντίπαλο τίς πιό ποταπές ύβρεις, τίς πιό ανέντιμες κατηγορίες, τίς πιό φοβερές συκοφαν τίες, χωρίς νά φείδονται τήν ιδιωτική ζωή του ούτε καί τή ζωή τής οικογένειας του. Δέν θά τάραζαν τόσο βούρκο, άν φοβόντάν τή γενική αποδοκιμασία. Άλλά αυτές οί θανάσιμες μονομαχίες προκαλούσαν, φαίνεται, τίς ίδιες συγκινήσεις μέ τούς αγώνες τών πυγμάχων. Σπάνιοι θά ήταν οί άνθρωποι μέ μυαλό αρκετά κα θαρό γιά νά αντιληφθούν ότι τέτοια ήθη, πού εξευτέλιζαν ρήτο ρες καί ακροατές, ατίμαζαν τό βήμα καί τήν ίδια τήν πόλη. Άπό τίς πιό συνηθισμένες καί τίς πιό βαριές κατηγορίες πού αντάλλασσαν οί κομματιζόμενοι καί άκουγε ευχάριστα ή δημό σια κακεντρέχεια ήταν ή κατηγορία γιά διαφθορά ή δωροδοκία. Αγγίζουμε έδώ ένα άπό τά ελληνικά ελαττώματα. "Ηδη τόν 5ο αιώνα βλέπουμε τά πιό επιφανή πρόσωπα τής Σπάρτης, ακό μη καί βασιλείς, νά τείνουν τό χέρι προς τό χρυσάφι πού πρόσφε ραν ξένοι στήν Αθήνα, κατά τίς συζητήσεις γιά τήν εξωτερική πολιτική, υπερβολικά επιπόλαιες υ π ο ψ ί ε ς έκαναν τήν ελευθερία τοΰ λόγου νά παραλύει καί, επιπλέον, καθιστούσαν επικίνδυνη τή διαχείριση τών δημοσίων χρημάτων, κυρίως τών μυστικών κονδυλίων, γιά όσους ήταν επιφορτισμένοι μέ αυτήν. Ωστόσο, εκείνη τήν εποχή, γιά νά σταθοΰν οί υποψίες χρειάζονταν συγ κεκριμένα γεγονότα. Τόν 4ο αιώνα όμως, όταν οί πολιτικάντη δες είναι επαγγελματίες, όταν πολλοί άπό αυτούς, ένώ άρχισαν 34
-
35
345
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
φτωχοί τήν πολιτική σταδιοδρομία τους, κατοικούν τώρα σέ πλούσια σπίτια καί επιδείχνουν αλαζονική πολυτέλεια, τί μπορεί νά σκεφτεί ό λαός γι' αυτές τίς σκανδαλώδεις περιουσίες; Άπο καιρό σέ καιρό θυμώνει, κραδαίνει τά δπλα πού τοΰ προσφέρει το οπλοστάσιο τοΰ ποινικοΰ δικαίου: τήν εισαγγελία, τίς αγω γές γιά υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος ή γιά αποδοχή δ