PETER BROWN
Ο
ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ γΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ 1;:)0-7;:)0 μ.Χ.
Μετάφραση ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΜΓ10ΓΛΗ
Επιμέλεια ΙΔΗΣ ΜΟ Υ -ΔΗΜΟΣ...
90 downloads
772 Views
33MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
PETER BROWN
Ο
ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ γΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ 1;:)0-7;:)0 μ.Χ.
Μετάφραση ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΜΓ10ΓΛΗ
Επιμέλεια ΙΔΗΣ ΜΟ Υ -ΔΗΜΟΣ ΚΟΥΒ Ρ ΣΥ ΘΙΑ ΕΥ ΑΝ
Δεύτερη έκδοση
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗΣ
ΑλμπΙ, Δημοτική Β43λιοθήκη: 4. Αντιόχεια, Μουσείο αρχαιοτήτων: 33. Ακυληία, Αρχαιολο γικό Μουσείο: 55. Archives Photographiques: 7, 65. Αθηνα. Εθνικό ΑQχαιολογικό Μουσείο: 56. Μουοείο Μπαρντό, Τυνησία: 28, 29. 34. Bargello, Φλωρεντία: 89, 92. Beny, Rolofl': 3. Bib lioteca Ambrosiana, Μιλάνο: 51. Biblίoteca Aposτolica Vaticana: 50,58,59.85, 115. Biblioteca Medicea-Laurenziana, Φλωρεντία: /24. Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι: 104, 106, f13, J19. Μάρμπουργκ, Bίldarchiv: 99.Μπρέσια, Museo Civico: J,83.Βρετανικό Μουσείο, Λονδί νο; 15.22,60, 101, 109, 114, 121. Musei Capitolini, Ρώμη: 53. Christie's, Λονδίνο: 70. CΙayton, Pe!er: 121. Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Ρώμη: 6, /Ο,13.26,42. D.yιon, J.E.: 129,130. Dumbarton Oaks Collection, Ουάσινγκτον, D.C.: 57.68. 77. Εκδόσεις Gallίmard: 11.25.44.46. 47, 75, 76.95,97,106.107,110, J16, 1 J7. Gabiπetto Naziooale Fotografico, Ρώμη: 26,27,36.4/.82. Χάλλη, Landesmuseum: 80. Ερμιτάζ, Λένινγκραντ [Αγία ΠετρούποληΙ: 31,120. H;rmer Fotoarchiv: 32.62.63,88,93,98,100.104,111, 112.123.125. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο: 35,93,125. KunsthislOrisches Museum, Βιέννη: 24, 29. Λούβρο. Παρίσι: 7,65,69, 72. Μαδρίτη, Αρχαιολογικό Μουσείο: 122. Μαδρίτη, Academia de la Historia: 75. Mansell Collec!;on (AI;n.r;): 30, 38, 45, 53, 54, 66. 74. 78. 79. 88. 90, /02. 103. Mas: 81. 86. Masson, Georgina, Ρώμη: 6/. Metropolitan Museum of ΑΓι, Νέα Υόρκη: 128. Μόντσα, ΑQ",(ΙΕ.ιίισκοπικό Μουσείο: 87, 117. Όστια, Μουσείο: 23. Αυστριακή Εθνική Β43λιοθήχη, Βιέννη: 105. 126.127. Μουσείο Πούσκιν, Μόσχα: 73. Ρέκλινγκχαουζεν, Ikonenmuseum: 8.Ροσσάνο, Αρχιεπισκοπικό Μουσείο: 32. Scala: 2. /2. SchweizeIisches Landesmuseum, Ζυρίχη: 98. Staatliche Museen, Βε ρολίνο: 37, 62,67, 94, 96, 108. Σπάιερ, Ιστορικό Μουσείο: 9. Τεχερόνη, Αρχαιολογικό Μου σείο: f 10. Τριρ, Αρχιεπιο"/-οπικό Μουσείο: 99. Μουσεία Βατικανού: 5.40.48. 52,54, J /5. Vick (Βαρκελώνη), Επισκοπικό Μουσείο: 86. VictoIia and Alben Museum, Λονδίνο: 21,39. YaJe University Αή Gallery: 43.
Τιτλος πρωτοτύπου: The Wor/d οΙ' Late AnrίqUΊry © Thames and Hudson Ltd., Λονδίνο, 1971, ]989 © για την ελληνική γλώσσα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια Η μετάφραση έγινε από την αγγλική γλώοσα.
Πρώτη έκδοση: lανουάριος 1998 ISBN 960-221-130-Χ
Διορθώσεις: Αρετή Μπουκάλα Στοιχειοθεσία: Αγγέλα Ζαχαριάδου Σελιδοποίηση, μοντάζ: Εύη Κώτσου Αναπαραγωγή φιλμ: Βιβλιοσυνεργατική Εκτύπωση: Χ. Ζαχαρόπουλος-Δ. Σιταρός-Γ. Ζαχαρόπουλος σΕ. Βιβλιοδεσία: Κ. Δελής Κεντρική διάθεση: Σόλωνος 133. ]06 77 Αθήνα, τηλ. 3806305, 382] 8]3, [aχ 3838] 73 Β43λιοπωλείο στη Στοά του Βιβλίου: Πεσμαζόγλου 51 Σταδίου 44, 10564 Αθήνα, τηλ. 3311719
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ........
.
..................................... .................................................... ................ 9
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑΙΚΗ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ Ι ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τα όρια του κλασικού κόσμου yύQ στο 200 μ.Χ. ................................................ .......... Ι5 2
Οι νέοι κυβερνήτες: 240-350 μ.Χ
3
Ένας κόσμος αποκατεστημένος: η ρωμα'ίκή κοινωνία τον 40 αιώνα ................
.
........
.
...
.
.
........
. . .. .
.......
.... . ..... . .
.....
. ... .
.
............. .... . . . . . . . . .
27
. 39
11 ΘΡΗΣΚΕΙΑ 4 5
Η νέα διάθεση: τάσεις της θρησκευτικής σκέψης, περLπoυ 170-300 μ.Χ. ....................... . 55 Η κρΙση των πόλεων; η άνοδος του χριστιανισμού, περίπου 200-300 μ.Χ. ..............................
6
............................... .................................... 66
Οι τελευταίοι Έλληνες φιλοσοφία και παγανισμός, περίπου 260-300 μ.χ . ....................................................................................
7 8
Η μεταστροφή του χριστιανισμού, 300-363 μ.Χ ...................................
................ 76
...................... 88
.
Οι νέοι άνθρωποι: ο μοναχισμός και η εξάπλωση του χριστιανισμού, 300-400 μ.Χ. ....................... ...................... ......................................... ............................. 103
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ Ι ΗΔγΣΗ 9
Η δυτική αναγέννηση, 350-450 μ.Χ. ...................................
Ο ΤΟ τίμημα της επιβίωσης: δυτική κοινωνία, 450-600 μ.Χ.
.................. .............. 123 . ............. 134
.......................
11 ΒΥΖΑΝΤΙΟ
!1
«Η Βασιλεύουσα»: η ανατολική αυτοκρατορία από τον Θεοδόσιο Β' έως τον Αναστάσιο, 408-518 μΧ.
................................... 145
(2
Τα ένδοξα χρόνια: ο Ιουστινιανός και οι διάδοχοί του, 527-603 μ.Χ
13
Οι αυτοκρατορίες της Ανατολής: 8υζάντι.ο και Περσία, 540-640 μ.Χ. ................... ... 170
(4
.
.......
..
.
............ ..
159
Ο θάνατος του κλασικού κόσμου: πολιτισμός και θοησκεία στον πρώιμο Μεσαίωνα ......
.
......................
....
. . . . .......__.
_. . .
..........
....
......
...
..
....
ΙΏ
111 ΟΙ NEOI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ 15
Ο Μωάμεθ και η άνοδος του Ισλάμ, 610-632 μ.Χ. .........................
16
«Ένας κήπος προστατευμένος από τις λόγχες μας»:
................ 201
ο κόσμος της ύστερης αοχαιότητας υπό τη διακυβέρνηση τoυJ.σλάμ, 632-809 μ.χ. ......... .................................
....................
................................. ..... 206
XPONOΛOΓlKOΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
........................ .... 216
χΑΡΤΗΣ .... .................................. ...................
....................... 220
.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ... ..................................... ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
..............................
..
.
................................................... ....... nl
......... ................................ . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......
........
233
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το βιβλίο αυτό είναι μια μελέτη κοινωνικών και πολιτιστικών μεταβολών. Ευελπιστώ ότι ο αναγνώστης, τελειώνοντάς το, θα έχει ώς ένα βαθμό κατα νοήσει πώς, και ίσως γιατί, ο κόσμος της ύστερης αρχαιότητας (στην περίοδο από το 200 μ.Χ. μέχρι το 700 περίπου) έφτασε να διακριθεί από τον «κλασι κό» πολιτισμό, και πώς οι κοσμογονικές αλλαγές αυτής της περιόδου καθό ρισαν, με τη σειρά τους, τη διαφορετική εξέλιξη της δυτικής Ευρώπης, της α νατολικής Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Για να μελετήσει κανείς μια τέτοια περίοδο, πρέπει να έχει πάντα κατά νου την ένταση ανάμεσα στην αλλαγή και τη συνέχεια στον πανάρχαιο και βαθύρριζο κόσμο γύρω από τη Μεσόγειο. Από τη μια πλευΡά, αυτή είναι κα τεξοχήν η εποχή κατά την οποία ορισμένοι αρχαίοι θεσμοί, που η απουσία τους θα φαινόταν αδιανόητη σε έναν άνθρωπο του 250 μ.Χ., χάθηκαν ανεπι στρεπτί. Το 476, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε εξαφανιστεί από τη δυτική Ευρώπη· το 655, η περσική αυτοκρατορία είχε εξαφανιστεί από την Εγγύς Ανατολή. Είναι πολύ εύκολο να γράψει κανείς για τον κόσμο της ύστερης αρχαιότητας σαν να επρόκειτο απλώς για μια μελαγχολική ιστορία «Παρακ μής και Πτώσης»: της ρωμα·ίκής αυτοκρατορίας από τη σκοπιά της Δύσης της περσικής, σασσανιδικής αυτοκρατορίας από τη σκοπιά του Ιράν. Από την άλλη πλευρά, συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο ότι πολλές νέες α παρχές σχετίζονται με αυτή την περίοδο: στρεφόμαστε σ' αυτή για να ανακα λύψουμε γιατί έγινε χριστιανική η Ευρώπη και γιατί έγινε μουσουλμανική η Εγγύς Ανατολή· διακρίνουμε τη «σύγχρονη» ποιότητα της νέας, αφαιρετικής τεχνοτροπίας αυτής της εποχής τα κείμενα ανθρώπων όπως ο Πλωτίνος και ο Αυγουστίνος μας εντυπωσιάζουν, καθώς αναγνωρίζουμε -όπως σε μια α συνήθιστη ουβερτούρα- τις πρώτες φράσεις θεμάτων που κάθε ευαίσθητος Ευρωπαίος έχει φτάσει να θεωρεί ως πιο > είχε πει ο Σωκράτης στους Αθηναίους φίλους του. Επτακόσια χρόνια αργότερα, το 200 μ.Χ., ο κόσμος της κλασικής εποχής δια τηρούσε τα ίδια όρια, γύρω από το «τέλμα»: δεν εκτεινόταν πέρα από τις α κτές της Μεσογείου. Τα κέντρα της νεότερης Ευρώπης βρίσκονταν πολύ βο ρειότερα και δυτικότερα του κόσμου των αρχαίων. Το να ταξιδέψει κανείς μέχρι την περιοχή του Ρήνου ήταν γι' αυτούς σαν να έφτανε ιΑΣΤΑΣΗ
να μεταφέρουν έναν ταξιδιώτη από τη μια άκρη της Μεσογείου, τον πυρήνα του ρωμα'ίκού κόσμου, στην άλλη. Στην ενδοχώρα, ωστόσο, η ρωμα'ίκή ζωή έτεινε πάντα να περιορίζεται σε μικρές οάσεις, σαν σταγόνες νερού πάνω σε μια επιφάνεια που στεγνώνει. Οι Ρωμαίοι είναι ξακουστοί για τους δρόμους που διέσχιζαν την αυτοκρατορία τους: αλλά οι δρόμοι περνούσαν μέσα από πόλεις που οι κάτοικοί τους εξασφάλιζαν τα προς το ζην από μια ακτίνα που δεν ξεπερνούσε τα τριάντα μίλια. Στην ενδοχώρα, επομένως -κατά μήκος των μεγάλων οδικών αρτηριών το υψηλό κόστος της αυτοκρατορίας ήταν ολοφάνερα αισθητό. Η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία παρουσιάζεται ανελέητη στην αέναη προσπάθειά της να διατη ρήσει τη συνοχή της: στρατιώτες, διοικητικοί, αγγελιαφόροι, μαζί με τις προ μήθειές τους, έπρεπε να βρίσκονται σε διαρκή μετακίνηση από επαρχία σε ε παρχία. Από τη σκοπιά των αυτοκρατόρων του 200 μ.Χ. ο ρωμα'ίκός κόσμος είχε γίνει ένα τεράστιο οδικό δίκτυο, πάνω στο οποίο σημειώνονταν οι σταθ μοί όπου κάθε μικρή κοινότητα έπρεπε να συγκεντρώνει όλο και μεγαλύτερες εισφορές τροφίμων, ρουχισμού, ζώων και ανθρώπινου δυναμικού για τις α νάγκες της αυλής και του στρατού. Όσο για εκείνους που υπηρετούσαν τις ανάγκες αυτής της ανάλγητης μη χανής, τέτοιου είδους δυσκολίες δεν ήταν τίποτα καινούργιο. Σε ορισμένα μέρη ήταν τόσο παλιές όσσ και ο ίδιος ο πολιτισμός. Στην Παλαιστίνη, για παράδειγμα, ο Χριστός είχε προειδοποιήσει τους ακροατές του πώς να φερ θούν όταν κάποιος αξιωματούχος τούς επιτάξει «να πορευτούν μαζί του για ένα μίλι (μεταφέροντας χωρίς αμοιβή τις αποσκευές του)>>. Η λέξη μάλιστα που χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής για το «επιτάξει» [όστις σε αΥΥαρεύσει] δεν ήταν αρχικά ελληνική: προέρχεται από τα περσικά και χρονολογείται πριν α πό το 500 π.Χ., τον καιρό που οι Αχαιμενίδες, στους περίφημους δρόμους της απέραντης αυτοκρατορίας τους, ακολουθούσαν τις ίδιες σκληρές μεθόδους. Και όμως, η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία που το 200 μ.Χ. είχε απλωθεί τόσο ε πικίνδυνα μακριά από τη Μεσόγειο, διατηρούσε τη συνοχή της μέσα από την ψευδαίσθηση ότι ήταν ακόμα ένας πολύ μικρός κόσμος. Σπανίως έχει βασι στεί η επιβίωση ενός κράτους σε μια τόσο λεπτή ταχυδακτυλουργία. Στα τέλη του 20υ αιώνα, η διοίκηση της αυτοκρατορίας ήταν στα χέρια μιας αριστο κρατίας με εντυπωσιακή ομοιομορφία στην παιδεία, στο γούστο και οτη γλώσσα. Στη Δύση η τάξη των συγκλητικών παρέμενε μια ισχυρή ελίτ, με με γάλη ικανότητα αφομοίωσης νέων στοιχείων, που είχε εδραιωθεί στην Ιτα λία, στην Αφρική, στη νότια Γαλλία και στις κοιλάδες του Ίβηρα και του Γουαδαλκιβίρ' στην Ανατολή, η κουλτούρα και η άσκηση της εξουσίας σε το πικό επίπεδο παρέμεναν στα χέρια των υπερήφανων ολιγαρχιών των ελληνι κών πόλεων. Σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο, καμία διαφορά στην προφο ρά ή το λεξιλόγιο δεν μαρτυρούσε τον γενέθλιο τόπο ενός μορφωμένου ομι-
ΟΙ ΕΠΑΡΧ ΙΩΤΕΣ
Tρiίc.{ΚQU / μ �
ελ7 (δεξιά) Πλούσιος Συρος. ληνικό και ρωμα'ίκό του όνρ α -Mά Ιούλιος Μάξιμος Aριστε�"ης- συνοδεύε-
ται από μια Ε%τενή Επιγραφή στα αραμα'ίκά. και ο γλύπτης τον έχει ctJϊεικονίσει σύμφωνα με την τοπική τεχνΟΤQ07rία ;του
;τροοιωνίζεται τα Βυζαντι\'ά πορτραίτα. 20ς-30ς μ.χ. αιώνας.
8 (κάτω) Αιγύπτιος. Κο;ττική EJ'ίιτυμβια στήλη από το Shech-Abade. Αίγυπτος. 40ς μ.Χ. αιώνας.
9 Αγρότες από τη Ρηνανία. ΤΟ χιτώνιο η κουκούλα των κατιlπερων τάξεων στη Δύση διατηρήθηκαν αναλλοίωτα χα και
Μ εσαίωνα επιβιώνοντας ως ράσο χοιnωύλα των μοναχών. Επιτυμβια
τα τον ,..σι
,
στήλη του 20υ αιώνα.
20
,Ι )'�TElη-1
ΓΩΛJΑϊι, Η
EΠΛΓ\λ�TA2.:1-1
10 Οι προστάτες. Ρω
μαίοι σημαιοφόροι από τοπικό μνημείο (Tropaellm Traiani) στο Adamklίssi. στα σύνορα του Δούναβη.
λητή. Στη Δύση, δίγλωσσοι αριστοκράτες περνούσαν αβίαστα από τα λατινι κά στα ελληνικά ' ένας γαιοκτήμονας από την Αφρική, για παράδειγμα, αι σθανόταν σαν στο σπLτι του σ' ένα φιλολογικό σαλόνι κάποιων εύπορων Ελλήνων στη Σμύρνη. Πάντως, αυτή η εντυπωσιακή ομοιομορφία διατηρήθηκε από ανθρώπους που διαισθάνονταν στο βάθος πως η δική τους κλασική παιδεία απέκλειε κό σμους ανταγωνιστικούς προς τον δικό τους. Όπως σε πολλές κοσμοπολίτικες αριστοκρατίες -λόγου χάρη στις δυναστείες της ύστερης φεουδαρχικής Ευρώ πης ή ης αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας-, άνθρωποι α.,τό διαφορετικά μέ
f
�
ρη της \Ρ{J)μαϊj ς αυτοκρατορίας, αλλά της ίδιας χοι νωνιχής τάξης και παιδεί
ας, ένιω
�oλύ πιο κοντά ο ένας στον άλλον a.,,' ότι με την πλειονότητα των
γειτόνων τους, την «υπ:ανάπτυκτη» αγοοτιά που βρισκόταν στην πόρτα τους.
Η ύπαρξη του «βάρ�αρoυ» ασχούσε μια σιωπηλή, αδιάκοπη πίεση στον πολι τισμό της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Ο «βάρ�ρoς» δεν ιjταν a."λώς ο πρωτό γονος πολεμιστής από την άλλη πλευρά των συνόρων: το 200 μ.Χ. «βάρβα-
:21
KOI'itJ'il.l
ρος» ήταν και ο «αμέ τοχος » εντός των συνόρων. Ο αριστοκράτης μπορούσε να περνάει από I'orum σε I'orum, όλα καθησυχαστικά όμοια, να μιλάει την ίδια γλώσσα, να τηρεί ήθη και κιΟΟιχε; συμ περιφορά ; κοινούς για όλους τους μορ
φωμένους αλλά ο δρόμος του διέσχιζε και εκτάσεις όπου κατοικούσαν άν θρωποι τόσο ξένοι γι' αυτόν όσο οι Γερμανοί ή οι Π έρσες Στη Γαλατία οι χω ,
ρικοί μιλούσαν ακόμα κελτικά' στη βόρεια Αφρική καρχηδονιακά χαι λιβυκά' στη Μικρά Ασία αρχαίες διαλέκτους όπως η λυκαονική, η φρυγική και η καπ
παδοκικιi' στη Συρία αραμα'ίχά και συριακά, Ζώντας δίπλα δίπλα μ' αυτό τον απέραντο, αναφομοίωτο «βάρβαρο» κό σμο, η άρχουσα τάξη της ρωμα'ίχής αυτοκρατορίας δεν υιοΘέτησε τις ταπει
νωτικές απαγορεύσεις που χαρακτήρισαν τα νεότερα αποικιακά καθεστώτα: φάνηκε ιδιαίτερα ανεκτική σε θέματα φυλής και τοπικής θρησκείας, Το απαι τούμενο όμως τίμημα για να ενταχθεί κανείς στον κόσμο της ήταν η ανεπιφύ λακτη αποδοχή του τρόπου ζωής της, των παραδόσεών της, της παιδείας της και άρα των δύο κλασικών γλωσσών της, των λατινικών στη Δύση και των ελ �νικών στην Ανατολή, Όσοι δεν ήταν σε θέση να συμμετάσχουν, απορρίπτο νταν: ήταν αξιοκαταφρόνητοι ως «αγροιχοι» και «ΒάΡΒαροι». Όσοι ήταν σε θέση να συμμετάσχουν και δεν το έκαναν -κατά κύριο λόγο οι Εβραίοι- αντι μετωπίζονταν με ένα συνδυασμό μίσους και περιφρόνησης που μόνο περιστα σιακά μετριαζόταν από μια σεβάσμια περιέργεια για τους εκπροσώπους ενός
αρχαίου πολιτισμού της Εγγύς Ανατολής, Όσοι είχαν συμμετάσχει κάποτε και επιδεικτικά «αποχώρησαν» - δηλαδή οι χριστιανοί- εξετίθεντο στον κίν
δυνο εκτέλεσης με συνοπτική διαδικασία, Στα τέλη του 20υ αιώνα πολλοί δι οικητές επαρχιών αλλά και ο όχλος υποστήριζαν με υστερική βεβαιότητα τα όρια του κλασικού κόσμου απέναντι στους χριστιανούς αποστάτες: όπως δή
λωνε ένας δικαστής στους χριστιανούς, «δεν ανέχομαι καν να ακούω ανθρώ πους που προσΒάλλουν τη ρωμα'ίκή θρησκεία», Η κοινωνία των χλασικ(uν χρόνων γύρω στο 200 μ.Χ. ήταν μια κοινωνία πο υ λειτουργούσε με στεγανά, Απείχε όμως πολύ από το να είναι στάσιμη, Στον ελληνικό κόσμο, η κλασική παράδοση υπήρχε ήδη εδώ χαι επτακόσια χρόνια. Η πρώτη της όημιουργική έκρηξη, στην Αθήνα, δεν πρέπει να μας εμποδίσει να δούμε τον θαυμαστό τρόπο με τον οποίο, μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο πολιτιομός αυτός καταλαγιάζει και αποκτάει ρυθμό επιβίωσης τόσο αργόσυρτο, τόσο πλούσιο σε αποχρώσεις, τόσο καρτε ρικά επαναλαμβανόμενο όσο μια απλή ψαλμωδία. Μια συναρπαστική ανα
γέννηση, συνοδευόμενη από μια αναζiλΣΤΑΣΗ
πόλεων. Εχαιραν μεγάλης επιρροής και δημοτικότητας. Ο σοφιστης Πολέμων από τη Σμύρνη «αντιμετώπιζε ολόκληρες πόλεις ως υποδεέστερές του, αυτο κράτορες ως μη ανωτέρους του και τους θεούς... ως ισοτίμους του». Πίσω τους στέκονταν οι ακμάζουσες πόλεις του Αιγαίου. Τα τεράστια κλασικά ερεί πια στην Έφεσο και στη Σμύρνη (όπως άλλωστε και σε άλλες πόλεις της ίδιας περιόδου από τη Μεγάλη Λέπτι [Leptis Magna] στη Λ�ύη έως την Ηλιόπολη [Baa1bek] στον Λίβανο) μας φαίνονται σήμερα ως ενσάρκωση ενός αιώνιου αρχαίου κόσμου. Στην πραγματικότητα υπήρξαν το δημιούργημα ενός αιώνα μπαρόκ μεγαλοπρέπειας, ανάμεσα στην ε.ίτοχή του Αδριανού (117-138) και του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-21 Ι). Τότε επίσης, προς τα τέλη του 20υ και τις αρχές του 30υ αιώνα εμφανίστη καν εκείνα τα στοιχεία που θα αποτελούσαν τη βάση της κλασικής παράδοσης σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Οι εγκυκλοπαίδειες, τα εγχειρίδια της ια τρικης, των φυσικών επιστημών και της αστρονομίας, στα οποία θα στρέφα νταν όλοι οι καλλιεργημένοι άνθρωποι -Λατίνοι, Βυζαντινοί. Άραβες- στους επόμενους δεκαπέντε αιώνες, συντάχθηκαν τότε. Λογοτεχνικές προτιμήσεις και πολιτικές απόψεις που επιβίωσαν στον ελληνικό κόσμο μέχρι το τέλος του μεσαίωνα πρωτοδιατυπώθηκαν την εποχή των Αντ
ίνων: Βυζαντινοί
ευγενείς του 150υ αιώνα εξακολουθούσαν να χρησιμοπο
ύν μια απροσπέλα
στη αττική διάλεκτο που αναπτύχθηκε από τους σοφιστ·
τα χρόνια του
Αδριανού. Αυτή την εποχή, ο ελληνικός κόσμος οικειοποιήθ
η ρωμα·ίκη αυτο-
κρατορία. Μπορούμε να εκτιμήσουμε την ταύτισή του με το ρωμα"ίκό κράτος και τις λεπτές μετατοπίσεις που επέφερε, κοιτάζοντας έναν Ελληνα από τη Βιθυνία, ο οποίος είχε γίνει μέλος της ρωμα·ίκής άρχουσας τάξης ως συγχλη τιχός - τον Κάσσιο Δίωνα, συγγραφέα μιας Ρωμαϊκής Ιστορίας έως το 229 μ.Χ. Οσο θερμά κι αν αγκαλιάζει τις απόψεις της ρωμα"ίχής Συγκλήτου, ο Δίων δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι η αυτοκρατορία είχε περιέλθει σε ·Ελληνες συνηθισμένους σε αιώνες πεφωτισμένης δεσποτείας. Ο Δίων γνώριζε πως ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ήταν ένας απόλυτος μονάρχης. Το μόνο που α ναχαίτιζε τη συμπεριφορά του ήταν μια στοιχειώδης αξιοπρέπεια χαι μια αί σθηση χοινού συμφέροντος με τις ανώτερες καλλιεργημένες τάξεις - όχι οι λε πτές χαι ακριβείς ρυθμίσεις του πολιτεύματος του Αυγούστου. Και ο Δίων γνώριζε πόσο εύθραυστοι ήταν αυτοί οι αναχαιτιστικοί φραγμοί: παρευρι σκόταν σε μια σύνοδο της Συγκλήτου όταν ένας αστρολόγος κατηγόρησε κά ποιους «φαλακρούς άντρες» για συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα... τότε το χέρι του πήγε αυτομάτως στο κεφάλι του. Αλλά ο Δίων αποδεχόταν τη στιβα ρή διακυβέρνηση ενός ανδρός, φτάνει να εξασφάλιζε την τάξη: μόνο ο αυτο κράτορας μπορούσε "α αποτρέψει τον εμφύλιο πόλεμο· μόνο αυτός μπορού σε νά επ�ληθεί στις ελληνικές πόλεις, τις διχασμένες από τις φατρίες μόνο
'23
ΚΟΙ:\Ω:\ΙΑ
11 Η σχιά της Περοίας. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βαλεριανός υποκλί νεται ως υποτελής μπροστά στον Σαπώρη Α ., που εικο νίζ εται ως διάδο χος του Δαρείου χαι του Ξέρξη επιβάλλοντας 10 δικό του δίκαιο στις ανατολικές ε.παρχίες της ρωμα'ίχής αυτοκρατορίας. Ανάγλυφος βράχος
στο Bishapur, δεύτερο ήμισυ του 30υ μ.χ. αιώνα. αυτός μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια και το σεβασμό για ολόκληρη την τάξη στην οποία ανήκε ο Δίων. Αιώνες μετά, Βυζαντινοί λόγιοι που στρέφο νταν στον Δίωνα για να γνωρίσουν τη ρωμα"ίκή ιστορία, πελάγωναν με τις διηγήσεις του για τους ήρωες της ρωμα'ίκής δημοκρατίας: αλλά κατανοούσαν στην εντέλεια τους ισχυρούς και ευσυνείδητους αυτοκράτορες της εποχής του - ήδη από τότε η ρωμα'ίκή ιστορία, ενός Έλληνα του τέλους του 20υ και των αρχών του 30υ μ.Χ. αιά>να, ήταν η δική τους ιστορία.
Η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας προς τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, η άνθηση ενός ελληνικού μανδαρινάτου
24
Il ΙΣΤΕΡΗ ΡΩlΙΑϊΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
-να! πως τα χρόνια της ακμής των Αντωνίνων προοιωνίζονται ήδη το Βυζά ντιο. Αλλά οι άνθρωποι της εποχής του Κάσσιου Δίωνα ήταν ακόμα σταθερά •
προσηλωμένοι προς την αντίθετη κατεύθυνση: ήταν πέρα για πέρα ouντηρητικοί' γι' αυτούς τα όρια του κλασικού κόσμου ήταν ακόμα ξεκάθαρα και αμετα κίνητα - το Βυζάντιο, ένας πολιτισμός που έμελλε να εδραιώσει πάνω απ' αυτή την αρχαιολατρική παράδοση τέτοιες επαναστατικές καινοτομίες όπως η καθιέ ρωση του χριστιανισμού και η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης ως «Νέας Ρώ μης», ήταν μια σύλληψη αδιανόητη για ανθρώπους σαν τον Δίωνα. (Δεν αναφέ ρεται πουθενά, για παράδειγμα, στο χριστιανισμό, αν και το πρόβλημα των χρι στιανών είχε απασχολήσει τις αρχές του τόπου του πάνω από εκατόν πενήντα χρόνια.) Ένας τέτοιος πολιτισμός μπορούσε να αναδυθεί μόνο μέσα ωτό την ύ στερη ρωμα'ίκή επανάσταση του 30υ και του 40υ μεταχριστιανικού αιώνα. Το ζήτημα που θα πραγματευθώ στον παρόντα τόμο, είναι η μετατόπιση και ο επαναπροσδιορισμός των ορίων του κλασικού κόσμου μετά το 200 μ.Χ. Αυτό ελάχιστα σχετίζεται με το συμβατικό ζήτημα της «Παρακμής και Πτώσης της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας». Η «Παρακμή και πτ σψ> επηρέα
q
σαν μόνο την πολιτική δομή των δυτικών επαρχιών της ρωμα'ίκ'ς αυτ τορίας: άφησαν ανέγγιχτη την πολιτιστική γεννήτρια της ύστερης
ρα
αιότη
τας - την ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή. Ακόμα και για τα βαρβαρικά κράτη της δυτικής Ευρώπης, τον 60 και τον 70 αιώνα, η ρωμα'ίκή αυτοκρατι ΗJία, όπως επιβίωσε στην Κωνσταντινούπολη, εξακολουθούσε να θεωρείται το μεγαλύτερο πολιτισμένο κράτος του κόσμου: και το αποκαλού σαν με την αρχαία του ονομασία, Respub/ica. Το ζήτημα που απασχολούσε πιεστικά τους ίδιους τους ανθρώπους της ύστερης αρχαιότητας ήταν η επί πονη αναδιάταξη των αρχαίων συνόρων. Από γεωγραφικής πλευράς, η επιρροή της Μεσογείου εξασθένησε. Ι:! Βρε τανία μετά το 410 εγκαταλείφθηκε ' από το 480 και εξής η Γαλατία υπέκυψε στη στιβαρή διακυβέρνηση του Βορρά. Κατά παράδοξο τρόπο, στην Ανατο λή, η αναδίπλωση της Μεσογείου είχε συντελεστεί νωρίτερα και πιο ανεπαί σθητα: αλλά αποδείχτηκε καθοριστική. Ώς τον 10 μ.Χ. αιώνα, ένα επίστρωμα ελληνικού πολιτισμού κάλυπτε μεγάλες εκτάσεις του ιρανικού οροπεδίου: μια μορφή ελληνοβουδιστικής τέχνης είχε ανθήσει στο Αφγανιστάν, ενώ έξω από την Καμπούλ ανακαλύφθηκαν τα διατάγματα ενός βουδιστή ηγεμόνα με ταφρασμένα σε άπταιστα φιλοσοφικά ελληνικά. Το 224 όμως, μια οικογένεια από την Περσίδα (Fars), τον «βαθύ Νότο» του ιρανικού σοβινισμού, κέρδισε τον έλεγχο της περσικής αυτοκρατορίας. Η αναγεννημένη περσική αυτοκρα τορία αυτής, της σασσανιδικής, δυναστείας γρήγορα απαλλάχθηκε από κάθε κατάλοιπο ελληνικής επίδρασης. Μια καλά οργανωμένη επιθετική αυτοκρα τορία, της οποίας οι ηγέτιδες τάξεις παρέμειναν ασυγκίνητες από δυτικές ε-
Ι
πιρροέ;, εδραίω\'Ε τιί)ρα τη Ηέση τη; στα ανατολαά σίlνορα της ρωμα'ίχής αυτοκρατορία;. Το
252. το
257 "οι ξανά το
260 ο Μέ'(υ; ΣαχανσΓ;.Ζ, ο �ασι
λείl; των �ασιλέω\' ΣωΤΙ;Jρη; Α . έ,)Ειξε τι ' που εκτυλισσόταν βήμα βήμα χά ρη στη στοργική φροντίδα του Ασκληπιού. Η περίπτωση του Αριστείδη μάς υπενθυμίζει, αν αυτό είναι απαραίτητο, πως κατά τη μεγάλη άνθηση της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας υπήρχε χώρος για πολλούς τέτοιους εκκεντρικούς: πραγματευόμαστε μια κοινωνία όπου για να τα βγάλει πέρα με τα προβλήματα της ζωής, η πλειονότητα των μορφωμένων ανθρώπων στρεφόταν κατά κανόνα στα μέσα που παρείχε η παραδοσιακή θρησκεία, και όχι στη φιλοσοφία ή την επιστήμη, Θα πρέπει ωστόσο να τονίσουμε ότι η έντονη ονειρική ζωή του Αριστείδη δεν άλλαξε σε τίποτα την απόφασή του να ζήσει τη ζωή ενός επιτυχημένου συντηρητικού, μορφωμένου ανθρώπου: ο Ασκληπιός τον βοηθούσε απλώς να l;επ:ειιάσΗ τις «κρίσεις» που θα μπορούσαν να ανακόψουν την επιτυχή καριέρα Μας είναι γνωστός ως συγγραφέας ενός κλασικού πανηγυρικού για τα IrOΟτεΟήΙλOl:α της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας, και ως δριμύς πολέμιος των χρι IJ[UlV"" "κατοίκων στην Παλαιστίνη που δείχνουν έλλειψη ευλάβειας, όπως περίμενε κανείς, αφού δεν τρέφουν κανένα σεβασμό για όσους είναι καλύαπό τους ίδιους ... Ο Αριστείδης αισθανόταν ριζωμένος σ' έναν παραδοσιακό παγανιστικό ζωής. Τον επόμενο όμως αιώνα έμελλε να επέλθει μια σημαντική αλλα Η πλούσια θρησκευτική ζωή της Μεσογείου, που είχε επιδείξει μια αστεί ικανότητα να αντλεί από το εξωτικό και το εκκεντρικό, αιφνιδίως εγκα τις παραδοσιακές φόρμες στις οποίες ένιωθαν άνετα άνθρωποι σαν Αριστείδη. Ορισμένοι αποπειράθηκαν να επανερμηνεύσουν την πατρογο θρησκεία τους άλλοι πήραν "διαζύγιο από τις πρακτικές του παρελθό-
" 1"ΣΤΕΡΙ·Ι ΡΩ,Ι(Ι Κ Ι Ι
E n A "iA:C:iAl:II
ντος» βαπτιζόμενοι χριστιανοΙ Τα χρόνια από το 170 περίπου έως τον ασπα σμό του χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο το 3 1 2 είναι μια περίοδος έντο νων θρησκευτικών ζυμώσεων. Εμφανίζονται οι πρώτες φιλολογικές μονομα χίες ανάμεσα σε χριστιανούς και μορφωμένους εθνικούς: γύρω στο 168, ο Ε θνικός Κέλσος έγραψε το έργο του Αληθής Λόγος στο οποίο απάντησε αναλυ τικά ο Ωριγένης από την Αλεξάνδρεια το 248. Στα διδασκαλεία τους, γνωστι κοί δάσκαλοι επιχειρούσαν να ψηλαφήσουν τα βάθη της γνώσεως που ενυπήρ χαν στο χριοτιανισμό. ( Γραπτά των γνωστικών, από την περίοδο γύρω στο 170 βρέθηκαν πρόσφατα σε κοπτική μετάφραση στο Nag-Hammadi της Αιγύ πτου.) Οι εθνικοί διοχέτευσαν τις ανησυχίες τους σε μικρές διδακτικές μελέ τες, όπως οι αποκαλύψεις του Αιγυπτίου Ερμή του Τρισμέγιστου. Θα ήταν αφελές να θεωρήσει κανείς τις αλλαγές που μαρτυρούν αυτά τα γραπτά ως δείγμα παρακμής του κλασικού διαφωτισμού και άνθησης της δεισι δαιμονίας. Το στοιχείο που δεσπόζει στην ",,-ιοχή των Αντωνίνων δεν είναι τόσο ο διαφωτισμός όσο η διάχυτη και δραστική δεισιδαιμονία μέσω της οποίας μια εδραιωμένη και επιτυχημένη άρχουσα τάξη πείθει τον εαυτό της πως ζει στον καλύτερο δυνατό κόσμο. Η στάση αυτή αποτυπώνεται στο μότο που εμφανίζε ται συχνά στα νομίσματα του 20υ και του 30υ αιώνα: Providentia deorum - «Οι θεοί προνοούν για μας». «Οι θεοί είναι πάντα εκεί για να φανερώνουν τη δύνα μή τους", έγραφε ο Μάρκος Αυρήλιος. «Μας βοηθούν με τον θαυμαστό τους τρόπο. Μας στέλνουν όνειρα, μας αποκαλύπτουν μυστήρια' μας παρέχουν φάρ μακα που προστατεύουν την υγεία μας και χρησμούς για τις αμφιβολίες μας». Οι καλλιεργημένοι εθνικοί ένιωθαν ακόμα συμφιλιωμένοι με τον κόσμο τους. Σύμφωνα με τους φιλοσόφους, το σύμπαν το κυβερνούσε Ένας Ύψι στος Θεός, άφατος, ανέκφραστος, επομένως «υπεράνω» όλων. Αλλά αυτός ο ένας Θεός είχε πλήρη εκπροσώπηση πάνω στη γη με τη μεσίτευση πλήθους πα ραδοσιακών θεών που θεωρούνταν διακονούντα «πνεύματά Του»: τους διοι κητές των επαρχιών της απέραντης αυτοκρατορίας Του. Ο μέσος άνθρωπος ήταν απόλυτα ευχαριστημένος με αυτές τις οικείες μορφές η περιβολή των κλασικών Ολυμπίων εξακολουθούσε να τους ταιριάζει. Σε καμιά άλλη περίο δο της αρχαιότητας δεν υπήρξε ο μέσος άνθρωπος τόσο σίγουρος για την όψη των κλασικών θεών: τους έβλεπε κανείς παντού τον 20 αιώνα, στην πιο στερε ότυπη και παραδοσιακή τους μορφή - σε αγάλματα μαζικής παραγωγής, σε νομίσματα και σε αγγεία. Υπήρχε διάχυτη η αντίληψη πως αυτοί οι θεοί μεριμνούσαν γενικά για την ανθρωπότητα, και ειδικότερα για συγκεκριμένες πόλεις και ανθρώπους. Η πε ρίπτωση του Αριστείδη είναι ενδεικτική για το πόσο σοβορά ανέμεναν οι άν θρωποι τη θε'ίκή παρέμβαση σε προσωπικό επίπεδο. Σε όλη την έκταση της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας, πόλεις και μεμονωμένα άτομα έδιναν στους παλι ούς θεούς την ευκαιρία να φροντίσουν τους πιστούς τους: ο 20ς αιώνας υ-
ΘΡΙ-ΙΣκει\
Jί
πήρξε μάρτυρας μιας εντυπωσιακής αναβίωσης των παραδοσιακών μαντείων του ελληνικού κόσμου. Οι άνθρωποι εξασφάλιζαν αυτή τη φροντίδα σεβόμενοι ορισμένες τελετές που πίστευαν πως υπήρχαν από καταβολής κόσμου. Η εγκατάλειψη αυτών των τελετών προκαλούσε ανησυχία και μίσος. Οι χριστιανοί γίνονταν στό χος βάναυσων επιθέσεων ε." ειδή τις παραμελούσαν όποτε κάποιος σεισμός, λιμός ή βαρβαρική επιδρομή πρόδιδε την οργή των θεών. Σε γενικές γραμμές, ένα τέτοιο σύστημα πίστης, επέτρεπε στον άνθρωπο να αισθανθεί μέρος ενός σφιχτοδεμένου κόσμου για τον οποίο προνοούσαν οι πανάρχαιοι θεοί. Μπορούσε να είναι σίγουρος ότι αυτό που πάντοτε έκαναν οι γονείς και οι συμπατριώτες του ταίριαζε χωρίς τριβές στον απέραντο πε ριβάλλοντα όγκο ενός τέλειου σύμπαντος. Η παραδοσιακή πίστη στις ενέργει ες τών θεών στον κόσμο παρουσίαζε μια ενιαία και αρραγή ε.,-τιφάνεια. Οι σκέψεις και οι αναζητήσεις της «νέας διάθεσης», μετά το 170 μΧ., της δημι ούργησε ρωγμές. Θα εκτιμήσουμε καλύτερα τη φύση της πνευματικής επανά στασης που καθιστά την ύστερη αρχαιότητα τόσο ξεχωριστή και γόνιμη πε ρίοδο στην ιστορία της αρχαίας Μεσογείου, εξετάζοντας κάποια νέα ζητήμα τα που ευαισθητοποιούσαν τους ανθρώπους της εποχής. Πρώτα απ' όλα, το άτομο άρχισε όλο και πιο έντονα να αισθάνεται πως υπήρχε κάτι μέσα του, που είχε απεριόριστη αξία, αλλά είχε αποκοπεί οδυνη ρά από τον έξω κόσμο. Μετά από γενεές φαινομενικά ικανοποιητικής δημό σιας δραστηριότητας, ήταν σαν να είχε διακοπεί το ρεύμα που συνέδεε τις ε σωτερικές εμπειρίες των ανθρώπων με τον έξω κόσμο. Η θαλπωρή του οικεί ου περιβάλλοντος εξατμίστηκε. Οι παραδοσιακές μέριμνες φαίνονταν τώρα ασήμαντες, αν όχι καταπιεστικές. Ήδη ο Μάρκος Α υρήλιος κοιτάζει τον κό σμο από απόσταση: οι εκστρατείες στον Δούναβη με τις οποίες είχε σώσει την αυτοκρατορία το 1 72-75 και το 1 78-80 του φαίνονται τώρα σαν «κουτά βια που μαλώνουν για ένα κόκαλο». Ο φιλόσοφος Πλωτίνος αναρωτιέται: «"Οταν αποκτώ συνείδηση του εαυτού μου, διερωτώμαι πώς έγινε και έχω σώμα ... από ποια επιδείνωση συνέβη αυτό;» Ο γνωστικός «αφυπνίζεται» για να ανακαλύψει πως η ζωή είναι ένας εφιάλτης «στον οποίο τρέχουμε χωρίς κανείς να ξέρει προς τα πού, ή αλλιώς στεκόμαστε άπραγοι ψάχνοντας ποιος ξέρει ποιον». Ο βαπτισμένος χριστιανός, ως «υιός του Θεού», �ρίσκεται α ντιμέτωπος με έναν κόσμο που τον κυβερνάει ο πρίγκιπας του κακού. Αυτή η αιφνίδια ανακάλυψη αποθεμάτων τελειότητας ή έμπνευσης μέσα στο ίδιο το άτομο συμβάδιζε με την ανάγκη για ένα θεό με τον οποίο μπορούσε κανείς να μείνει μόνος: ένα θεό του οποίου η «αποστολή» παρέμενε επικε ντρωμένη και προσωπική και όχι διασπασμένη σε καλοκάγαθες αλλά βαθύτατα απρόσωπες φροντίδες για όλο το σύμπαν. "Οσοι εξακολουθούσαν να αισθάνο νται ότι απλώς και μόνο οι συμβατικές τους δραστηριότητες χρειάζονταν τη
. ;) 8
Η Υ"ΣΤΕΡΗ PΩ�IAΪKH εΠA"AΣTA�H
θε'ίκή ευλογία ή παρακίνηση δεν συμμερίζονταν τη νέα αυτή ανάγχη: ο Αρι στείδης ένιωθε εντελώς εξαρτημένος από τον Ασχληπιό, αλλά, συμβατιχά σχε πτόμενος, θεωρούσε τον Δία ως τον απόμακρο κυβερνήτη ενός ελληνικότατου πανθέου. Αντίθετα, η νέα διάθεση στόχευε στο κέντρο, μακριά από τις υποδεέ στερες θεότητες της λα'ίχής πίστης - στον Ένα Θεό, ως μορφή κρυφής, ανέκ φραστης δύναμης. Για τους γνωστικούς, λόγου χάρη, ο αγαθός θεός είχε υπάρ ξει πάντοτε εντελώς κρυμμένος, άγνωστος έκανε τώρα μια αναπάντεχη «εμ φάνισψ> για να αποκαλυφθεί, επιτέλους, στον πιστό πίσω από τα δόλια τεχνά σματα ενός διαβολικού κόσμου. Η χαθησυχαστική αρχαία εικονογραφία των μικρότερων θεών, που είχε επικαλύψει τον Ένα Θεό, παραμερίστηκε. Ο χρι στιανός βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με την καταλυτική απλότητα του ενός «Θεού του Σύμπαντος» ' ακόμα χαι για τον σκεπτόμενο παγανιστή οι Ολύμπι οι άρχισαν να φαίνονται κάπως διαφανείς. Το κλασικό προσωπείο δεν ταίρια ζε πια στον σχοτεινό και ανεξιχνίαστο πυρήνα του σύμπαντος. Θα ήταν αφελές να περιγράψει κανείς αυτή την εξέλιξη απλώς ως διεύ ρυνση της ενασχόλησης με τα «υπερχόσμιω>. Κάθε άλλο: η πίστη πως μπο ρούσε κανείς να βρίσχεται σε άμεση επαφή με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον εαυτό του εναρμονιζόταν πλήρως με μια εποχή πολιτικών ζυμώσεων και ε παναστατιχών αλλαγών. Ο παραδοσιακός παγανισμός είχε εκφραστεί μέσα από φόρμες τόσο απρόσωπες όσο το ίδιο το σύμπαν: κινητοποιούσε αισθή ματα για ιερά πράγματα - για αρχαίες τελετές, αγάλματα, μαντεία, μεγάλους προσφιλείς ναούς. Αντιθέτως, η «νέα διάθεση» κινητοποιούσε ανθρώπους απλά άτομα που πίστευαν πως ήταν οι φορείς τεράστιων δυνάμεων. Όλοι ε κείνοι που πράγματι σημάδεψαν τον ρωμα'ίκό κόσμο κατά τη διάρχεια του 30υ και του 40υ αιώνα, πίστευαν πως δρούσαν ως «υπηρέτες» του Θεού ή των θεών, χαι αντλούσαν συνεχώς από το «υπερφυσιχό» την καθοδήγηση για τις ενέργειές τους: εκχλησιαστιχοί οργανωτές όπως ο Κυπριανός, επίσκοπος Καρχηδόνας (248-58) ' μεταρρυθμιστές αυτοχράτορες - όπως ο Αυρηλιανός (270-75) ο εθνιχός, ο Κωνσταντίνος ο χριστιανός, ο Ιουλιανός ο Αποστάτης (36 1 -63) ' ισχυρογνώμονες, μεγαλοφυείς άνδρες όπως ο άγιος Αθανάσιος (περ. 296-373) ΜΙ ο άγιος Αυγουστίνος. Αυτή η αίσθηση μιας επιχείμενης «εμφάνισης» θείας ενέργειας στον εσωτε ριχό χόσμο του ατόμου είχε επαναστατικά αποτελέσματα. Για χιλιάδες ταπει νούς ανθρώπους, άντρες χαι γυναίκες, τα πρότυπα της χλασικής κουλτούρας και οι καθιερωμένοι κανόνες συμπεριφοράς χαλάρωσαν. Το χοινό χαρακτηρι στικό παγανιστικών και χριστιανικών γραπτών της «νέας διάθεσης» είναι το ενδιαφέρον τους για τη «μεταστροφή» στην αχριβέστερη έννοιά της - Θεωρού σαν δηλαδή πως ήταν δυνατό να εμφανιστεί αιφνίδια ο «πραγματιχός», θείος ε αυτός εις βάρος της συνήθους κοινωνιχής ταυτότητας του ατόμου. Ο «αναγεν νημένος» μαθητι)ς του Ερμή του Τρισμέγιστου, ο «πνευματιχός» άνθρωπος των
θΡJ-ΙΣΚΕΙΑ
γνωστικών, ο βαπτισμένος χριστιανός, όλοι αισθάνονταν την ύπαρξη ενός γυά λινου τείχους ανάμεσα στη νέα τους ζωή και το παρελθόν: η νέα τους συμπερι φορά χρωστούσε τα πάντα στον Θεό και τίποτα στην κοινωνία. Η ιδέα της «μεταστροφής» ήταν στενά συνδεδεμένη με την ιδέα της «απο κάλυψης». Α.,τό κοινού, αυτές οι δύο ιδέες προκάλεσαν ρωγμές στο υψηλό τεί χος της κλασικής κουλταύρας. 'Ο μέσος άνθρωπος, με τη «μεταστροφή» του, κέρδιζε τώρα μια ηθική υπεροχή που παλαιότερα ήταν προνόμιο των Ελλή νων και των Ρωμαίων αρχόντων, απότοκο της προσεγμένης αγωγής τους και της σχολαστικής συμμόρφωσής τους προς τα αρχαία πρότυπα. Με την «απο κάλυψψ> ο αμόρφωτος μπορούσε αβίαστα να φτάσει στην καρδιά ζωτικών θε μάτων, χωρίς υψηλό τίμημα, αποφεύγοντας τις επαγγελματικές έχθρες και το βόρος της φιλοσοφικής παράδοσης του 20υ αιώνα. Παγανιστές φιλόσοφοι, που από πολλές απόψεις συμμερίζονταν τις νέες αναζητήσεις, αντιτάχθηκαν με πάθος στους χριστιανούς και στους παγανιστές γνωστικούς που έκαναν χρήση τέτοιων μέσων. Για ένα φιλόσοφο σαν τον Πλωτίνο, η «αποκάλυψη» δεν ήταν απλώς παράλογη: άνοιγε το δρόμο για δεύτερης ποιότητας απομιμή σεις μιας παραδοσιακής ακαδημα'ίκής φιλοσοφικής παιδείας. Ήταν σαν να προσπαθούσαν οι κάτοικοι μιας υπανάπτυκτης χώρας να κατακτήσουν την τεχνολογία ταυ δυτικού πολιτισμού διατεινόμενοι πως έμαθαν πυρηνική φυ σική από τα όνειρα και τους χρησμούς. Για ανθρώπους που ανακάλυψαν εντός τους μια ορισμένη τελειότητα και ένιωθαν ικανοί για μια προσωπική επαφή με τον Ένα Θεό, το πρόβλημα του κακού έπαιρνε τώρα έναν πιο προσωπικό, πιο ριζικό χαρακτήρα. Το να «α τενίζει κανείς τα πράγματα στα σύνολό τους», να αποστασιοποιείται από τις ανθρώπινες δυστυχίες --{Jav να επρόκειτο για λυπηρά τροχαία ατυχήματα στο καλορυθμισμένο οδικό δίκτυο του σύμπαντος- κρινόταν πια ανεπαρκές. Γιατί έτσι έχανε το νόημά της η ένταση των εσωτερικών συναισθηματικών συγκρούσεων. Εξ ου και η σημαντικότερη εξέλιξη αυτών των αιώνων: η ορι στική αναγόρευση των «δαιμόνων» σε ενεργούς δυνάμεις του κακού, ενάντια στις οποίες οι άνθρωποι όφειλαν να παλέψουν. Στη θρησκευτική και πνευμα τική ζωή του ανθρώπου της ύστερης αρχαιότητας διακρίνεται η φορτισμένη ατμόσφαιρα μιας αόρατης μάχης. Το να αμαρτάνεις δεν είναι πια απλώς το να πλανάσαι: είναι το να επιτρέπεις να σε υπερνικήσουν αόρατες δυνάμεις. Το να πλανάσαι δεν είναι το να κάνεις λάθος: είναι το να χειραγωγείσαι ανε πίγνωστα από αόρατες κακοποιούς δυνάμεις. Όσο πιο ένθερμα πίστευαν οι άνθρωποι στις ιδέες τους τόσο πιο ισχυροί τους φαί\'ονταν οι δαίμονες. Για τους χριστιανούς ο παραδοσιακός παγανισμός δεν ήταν έργο ανθρώπων: ή ταν το «όπιο του λαού», που το διοχέτευαν στην ανθρωπότητα οι μη ανθρώ πινοι δαίμονες ένας μάλιστα λόγιος απέδωσε τις κακές κριτικές για το βιβλίο του σε δαιμόνια έμπνευση !
1 1 }·�ΊEPΙl l)Ω.\ΙΛΪKΙ-Ι EΠAXΛ�ΊΛ�IJ
()ο
37 ΤΟ Μεγάλο Ακέφαλο Ον: ένας ισχυρός δαίμονας σε μαγικό πάπυρο.
Π ολλοί μορφωμένοι ήλπιζαν ότι θα έλεγχαν τους δαίμονες μέσα από βιβλία μαγείας. Η κατοχή τέτοιων βιβλίων
ε.ίτέσυρε την ποινή του θανάτου.
Berlin
Papyτus 5026, 40ς αιώνας.
38 Εκδιώκοντας το δαίμονα. Υπακούοντας στην αιφνΙδια δια ταγή ενός αγίου, ο δαίμονας φαί νεται ξεκάθαρα να εΥιωί φιλόσοφοι όπως ο Ε.Jτίκτητος και τα εγχειρίδια με πυθαγόρεια αποφθέγματα. Οι εύποροι πληβείοι έγιναν μάλιστα και πάτρωνες μιας νέας τέχνης, απε λευΘερωμένης από τους περιορισμούς των κλασικών προτύπων της αγοράς και των ναών. Ήταν μια τέχνη που μετέδιδε μηνύματα: σχηματικά, με αδρές γραμμές, με τυποποιημένες στάσεις γεμάτες νόημα, τα πρόσωπα των εικονι ζόμενων μορφών στρέφονταν προς το θεατή ώστε να είναι πλήρως αναγνω ρίσιμα. Όπως τόσα άλλα στοιχεία από τη θρησκεία και τον πολιτισμό της ύ στερης αρχαιότητας, έτσι και η ξεχωριστή τεχνοτροπία της τέχνης του 40υ αιώνα δεν συνιστούσε ένα εντελώς νέο ξεκίνημα: είχε τις ρίζες της σε μια
7Ι
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
κουλτούρα που επωαζόταν στην αφάνεια τους δύο προηγούμενους αιώνες α πό ταπεινούς ανθρώπους που ζούσαν ακόμα στη σκιά κλειστών αριστοκρα τιών. Η άνοδος του χριστιανισμού δεν μπορεί να απομονωθεί από τις κοινωνι κές αλλαγές που περιγράψαμε ώς εδώ. Η εξάπλωσή του δεν ήταν μια σταδια κή, αναπότρεπτη διαδικασία που άρχισε με τον άγισ Παύλο και τερματίστηκε με τη μεταστροφή του Κωνσταντίνου το 3 12 Η εξάπλωση του χριστιανισμού κατά τον 30 αιώνα ήταν εντυπωσιακή επειδή ήταν εντελώς αναπάντεχη. Αιφ νιδίως η χριστιανική εκκλησία έγινε μια υπολογίσιμη δύναμη στις πόλεις της Μεσογείου. Η σοβαρότητα των μέτρων που ελήφθησαν εναντίον της εκκλη σίας ως σώματος και όχι απλώς εναντίον μεμονωμένων χριστιανών, στους διωγμούς του 257 και μετά το 303, δείχνει πως κάτι έλειπε από τη ζωή της ρω μα"ίκής πόλης και πως αυτό το κενό απειλούσε να το καλύψει ο χριστιανι σμός. Το σημείο στο οποίο η χριστιανική εκκλησία διέφερε από τις άλλες ανατο λικές λατρείες -γιατί σε πολλά άλλα τούς έμοιαζε- ήταν η έλλειψη ανοχής για τον έξω κόσμο. Οι λατρείες αυτές ήταν αποκλειστικές και συχνά αποτελού σαν το αυστηρό προνόμιο των ξένων· αλλά ποτέ δεν ήρθαν σε ρήξη με τις πα ραδοσιακές λατρευτικές συνήθειες της κοινωνίας γύρω τους. Ποτέ δεν ωφελή θηκαν από τη δημοσιότητα των περιοδικών διωγμών. Παρόλο που παρείχαν ειδικά μέσα για τη σωτηρία στον άλλο κόσμο, τη θέση των πιστών τους σε αυ τόν εδώ τη θεωρούσαν δεδομένη. Αντιθέτως, η χριστιανική εκκλησία προσέφε ρε έναν τρόπο ζωής για τον εδώ κόσμο. Η περίπλοκη διάρθρωση της εκκλη σιαστικής ιεραρχίας, η αίσθηση ότι ανήκεις σε μια ξεχωριστή ομάδα με αυστη ρά καθορισμένες συνήθειες και αυξανόμενους πόρους προξενούσαν ιδιαίτερη αίσθηση στις γεμάτες αβεβαιότητα γενιές του 30υ αιώνα. Σπάνια έχει καταφέ .
ρει μια μειονότητα να εκμεταλλευθεί τόσο επιδέξια την ανασφάλεια μιας κοι νωνίας όσο οι χριστιανοί. Παρέμεναν μια μικρή ομάδα: αλλά κατάφεραν να γίνουν ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι χριστιανοί ιεραπόστολοι σημείωσαν τις μεγαλύτερες προόδους σε ε κείνες ακριβώς τις περιοχές της ρωμα·ίκής κοινωνίας που ήταν περισσότερο ρευστές. Τα φυτώρια της Εκκλησίας ήταν οι ανέγγιχτες νέες επαρχίες στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σε επαρχίε ς όπως η Λυκαονία, η άφιξη του ελ ληνικού πολιτισμού σχεδόν συνέπεσε με την άφιξη του Αποστόλου Παύλου. Ο θρησκευτικός ηγέτης Μαρκίων, ο οποίος συνεισέφερε στη χριστιανική κοι νότητα της Ρώμη ς γύρω στους 200.000 σηστερτίους, ήταν συγκαιρινός και συμπατριώτης του εμπόρου εκείνου από τη Φρυγία που είχε κάνει αυτό το τα ξίδι εβδομήντα δύο φορές. Μέρος της γοητείας που ασκεί μια θρησκευτική κίνηση είναι το ότι μπορεί ώς ένα βαθμό να προηγείται των κοινωνικών εξελίξεων. Σε μια μικρή ομάδα,
72
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑϊΚΗ ΕΠΑ'ιΑΣΤΑΣΗ
«μεταξύ αδελφών», αναπτύσσονταν σχέσεις που στην ευρύτερη κοινωνία επι τυγχάνονταν με τίμημα τη σύγκρουση και την αβεβαιότητα. Ως μέλος μιας εκ κλησίας, ο χριστιανός ήταν σε θέση να κόψει μερικούς από τους πιο ε.,-τώδυ νους γόρδιους δεσμούς της κοινωνικής ζωής. Μπορούσε, για παράδειγμα, να γίνει ριζοσπάστης κοσμοπολίτης. Η φιλολογία του, τα πιστεύω του, η τέχνη και το λεξιλόγιό του ήταν εξαιρετικά ομοιόμορφα, είτε ζούσε στη Ρώμη είτε στο Λούγδουνο (Λυών), στην Καρχηδόνα ή στη Σμύρνη. Οι χριστιανοί ήταν πεπειομένοι μετανάστες, ιδεολογικά ξεριζωμένοι (deracines), διαζευγμένοι α πό το περιβάλλον τους από μια πίστη που ήξεραν πως τη μοιράζονταν με μι κρές τέτοιες ομάδες σε όλη την έκταση της αυτοκρατορίας. Σε μια εποχή ό που οι παραδοσιακοί τοπικοί φραγμοί κατέρρεαν, οι χριστιανοί είχαν ήδη φτάσει να αυτοαποκαλούνται . Χάλχινη Ζεφαλιi του 40υ αιώνα.
αποδεχθούν έναν ακαλλιέργητο αυτοκράτορα. Ί-Ιταν μαθημένοι στους αυτοδί δακτους, σε ανθρώπους με γνtΙ0ΙΟ εκκεντρικό ταλέντο που - όπως ισχυρίζο νταν- διδάσκονταν μόνο , είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συγκλητικής αριστοκρατίας της Ρώμης και των λατινι κών επαρχιών. Στ�Iταλία, ήδη από καιρό. οι μεγάλοι γαιοκτήμονες ήταν στραμμένοι προς τον ίδιωτικό βίο, αφιερωμένο φαινομενικά στην α,τομόνωση της σπουδής, και στην πραγματικότητα στην προστασία της περιοχής τους και την προώθηση των φίλων τους. Κατά τον 40 αιώνα υπήρχαν πολλές οικογέ νειες που ζούσαν στα κτήματά τους στην Ετρουρία και στη Σικελία, για τις ο ποίες η «κρίσψ> του 30υ αιώνα σήμαινε πολύ λίγα πράγματα και η μεταστρο φή του Κωνσταντίνου τίποτε. Η αλληλογραφία ενός τέτοιου συγκλητικού,
.11 I()KAI:\01'�ε� ΚΑΙ Ι l'o:\ωIIE�
του Συμμάχου (περ. 330-περ. 402), μας δείχνει έναν αριστοκράτη που παρο τείνει επιμελώς το μακρύ καλοκαιρινό απόγευμα της ρωμα"ίκής ζωής. Αυτές οι επιστολές υπογραμμίζουν το πρωτόκολλο των συναντήσεων της Συγκλή του, την εθιμοτυπία των παγανιστικών δημόσι τελεΤών, την πομπώδη με γαλοπρέπεια των ταξιδιών στις επαρχίες, την πιδεικτική διοργάνωση των πραιτωριανών αγώνων που σηματοδότησαν το τεμπούτο του γιου τού Συμ μάχου στη Ρώμη. Αλλά στην πλειονότητά τους είναι συστατικές επιστολές: τις προσκόμιζαν επίδοξοι αξιωματούχοι, διάδικοι, θεσιθήρες, όλοι εκείνοι που υπολόγιζαν στις πολυπλόκαμες διασυνδέσεις ενός παλαιού ισχυρού Ιτα λού όπως ο Σύμμαχος. Αυτό τον τρόπο ζωής αναπαρήγαν κάι οι νεότερες αριστοκρατίες της Γαλα τίας και της Ισπανίας τον τροφοδοτούσαν ένθερμοι νεόπλουτοι (parνenus) α πό τις μικρές πόλεις της Αφρικής και της Ακουιτανίας. Στη δυτική κοινωνία του τέλους του 40υ αιώνα, η συγκλητική αριστοκρατία δέσποζε στο τοπίο ό πως ένας ουρανοξύστης ανάμεσα σε χαμόσπιτα. Στον λατινικό κόσμο, επίσης, η καθολική εκκλησία διέθετε τα γνωρίσματα μιας κλειστής αριστοκρατίας. Για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι στην Ανατολή οι Λατίνοι χριστιανοί είχαν αποτελέσει μια διωκόμενη μει ονότητα. Όπως πολλές μειονότητες, αντέδρασαν σ' αυτή την κατάσταση προ βάλλοντας τον εαυτό τους σαν μια ανώτερη ελίτ. Ως εκ τούτου, η καθολική εκ κλησία πάντα θεωρούσε τον εαυτό της μια ομάδα «χωρισμένη» ο.)τό τον κόσμο. Το μοναστικό κίνημα απλώς ενίσχυσε αυτή την αίσθηση μεταξύ των χριστια νών της Δύσης και με τον ασπασμό του χριστιανισμού από μέλη της συγκλη τικής τάξης στα τέλη του 40υ αιώνα, η αίσθηση μιας ξεχωριστής ομάδας, ανώ τερης από την υπόλοιπη ανθρωπότητα, έφτασε στο αποκορύφωμά της. Οι δυ σκολίες της λατινικής Εκκλησίας δεν προέρχονταν από μεταφυσικά προβλή ματα, όπως συνέβαινε στην περίπτωση των Ελλήνων επισκόπων, αλλά ο.Jτό το σχηματισμό μικρών ομάδων που αποκόβανταν από τον εκκλησιαστικό κορμό σαν μικροί κύκλοι εκλεκτών: η Εκκλησία των Δονατιστών στην Αφρική, ο Πρισκιλλιανισμός στην Ισπανία, οι οπαδοί του Πελαγίου στη Ρώμη. Το να ανήκει κανείς σε μια ομάδα που υπερασπίζει την ταυτότητά της ενά ντια στον έξω κόσμο είναι ένα κίνητρο δημιουργικότητας. Η συγκλητική αρι στοκρατία έπρεπε να διατηρεί πολύ υψηλό το επίπεδο της κουλτούρας της που θεωρητικά τη διαχώριζε από τις υπόλοι,,)τε ς τάξεις η καθολική εκκλησία, σε επαφή με τα συναρπαστικά κινήματα της ελληνιχής σχέψης και του ελληνι κού ασκητισμού, πάσχιζε να τα παρακολουθήσει και συνεπώς �ρισκόταν υπό τη διαρκή ανάγκη καλής φιλολογίας. Γι' αυτό, το δεύτερο ήμισυ του 40υ και η πρώτη δεκαετία του 50υ αιώνα αποτέλεσαν την τρίτη μεγάλη περίοδο της λα τινικής λογοτεχνίας. Μέσα σ' αυτή τη σύντομη περίοδο, ο Αυσόνιος από το Μπορντώ (περ. 3 Ι Ο-περ. 395) έγραψε ποιήματα που δείχνουν μια νέα, ρομα-
�
11 .H�H
10 ' .0
83 Ρωμαίοι της Ρώμης. Η οικογέ νεια των Λαμπαδίων, -πατέρας και υιοί-, παρακολουθεί τις αρματοδρομίες που χρηματοδότησε. Με τερά στιο κόστος. η μια γενιά συγκλητι κών μετά την άλλη κυριαρχούσε στη ρωμη με τέτοια μέσα. Ελεφάντινο δίπτυχο, γύρω στο 425.
ντική αίσθηση της φύσης, παρουσιάζοντας τα αμπέλια στις όχθες του Μοζέλ λα να χορεύουν στο βάθος του νερού. Ο Ιερώνυμος (περ. 342-4 19) σκιτσάρισε σατιρικές βινιέτες της χριστιανικής ρωμα'ίκής κοινωνίας - πορτραίτα κυριών φορτωμένων κοσμήματα εξίσου σκανδαλώδη με εκείνα του Aubrey BeardsIey [τέλη 1 90υ-αρχές 200ύ αιώνα], κακεντρεχείς περιγραφές του κλήρου σε ύφος
�
που συνδύαζε τις επιπλήξεις του προφήτη Hσ με την αγροίκα κωμωδία του Τερέντιου, και τρόπο τόοο ιδιότυπο ώστε να ,έρπει εξίσου εθνικούς και χριστιανούς. Αργότερα, όταν αποτραβήχτηκε Υ Βηθλεέμ, πλημμύρισε τον λατινικό κόσμο με την ελληνικιi του πολυμάθεια και τον κατέπληξε με το εγ χείρημά του να μεταφράσει τη Βίβλο απευθείας από τα εβρα·ίκά. Ο Αυσόνιος και ο Παυλίνος της Νώλη; καλλιέργησαν ένα νέο είδος ποίη-
Ι2Ι;
AΠOKι\""O !'ΣE� ΚΛΙ'Ι PO'iOλII Ι;;�
σης και υμνογραφίας. Ο Αυγουστίνος μετέφερε στο δικό του αυτοδίδακτο λα τινικό ιδίωμα το μακρινό φως της ελληνικής φιλοσοφίας: είχε πρωτοδιαβάσει Πλωτίνο στο Μεδιόλανο το 385, όταν ήταν ακόμα λα'ίκός και ενήμερος για την κοσμοπολίτικη ζωή της αυτοκρατορικής αυλ ' ς, Το 397, οι Εξομολογήσεις (Confessiones) του, μια εκ βαθέων προσωπική φήγηση, έδειξαν μια λατινική γλώσσα παλλόμενη από την ευαισθησία ενός ",θρώπου που μπορούσε να συνδυάζει με την ίδια μαεστρία τον Βιργίλιο, τον Πλωτίνο και τους ρυθμούς των Ψαλμών, Με τη μελετημένη διστακτικότητα των συγκλητικών, που δήθεν έγραφαν απλώς για να ψυχαγωγήσουν τους φίλους τους, ο Σουλπίκιος Σεβή ρος άφησε να «διαρρεύσει» ένας Βίος του αγίου Μαρτίνου, ο οποίος έγινε το πρότυπο για όλες τις μελλοντικές λατινικές αγιογραφίες. Όταν λοιπόν στα τέλη του 40υ αιώνα ένας Έλληνας από την Αλεξάνδρεια, ο Κλαυδιανός, έ φτασε στην Ιταλία για να χάνει την τύχη του, συνάντησε στη Ρώμη και στο Μεδιόλανο κύκλους όπου μπορούσε κανείς να μάθει άψογα λατινικά, και πά τρωνες που θα μετέδιδαν στον νεαρό Έλληνα έναν ιδιαίτερα λατινικό ενθου σιασμό για τον εαυτό τους και για την πόλη της Ρώμης. Τον ίδιο καιρό ο Αυ γουστίνος έγραφε ένα σπουδαίο βιβλίο, το Περί τριάδος (De Τrinirare), απο δεικνύοντας πως ένας Λατίνος συγγραφέας ήταν ικανός να παρουσιάσει μια τέτοια φιλοσοφική πρωτοτυπία που δεν μπορούσε να τη συναγωνιστεί κανείς συγκαιρινός του Έλληνας. Η λατινική Δύση είχε ενηλικιωθεί. Δύο γενιές αργότερα, η δυτική αυτοκρατορία είχε χαθεί: τα εγγόνια των α ριστοκρατών που είχαν προκαλέσει την αναγέννηση του τέλους του 40υ αιώ να υποτάχθηκαν σε βάρβαρους βασιλείς « Η Δύση», έλεγε ένας παρατηρητής από την Ανατολή, «βρίσκεται σε χάος». Η αδυναμία των αυτοκρατόρων της Δύσης να υπερασπιστούν τον εαυτό τους απέναντι στην πίεση των βαρβαρι κών επιδρομών μετά το 400, ή να ανακτήσουν τα χαμένα εδάφη, μπορεί κυ ρίως να αποδοθεί στις βασικές οικονομικές και κοινωνικές αδυναμίες της δυ τικής κοινωνίας. Για τους ανθρώπους της εποχής, όμως, η αποτυχία των Δυ τικών αυτοκρατόρων κατά τον 50 αιώνα ήταν τελείως απρόβλεπτη. Διότι οι αυτοκράτορες δεν ήταν μελετητές οικονομικής ιστορίας: ήταν στρατιώτες. Γι' αυτούς ήταν αξίωμα ότι οι βόρειες επαρχίες του λατινικού κόσμου, η βόρεια Γαλατία και ο Δούναβης, διέθεταν ανεξάντλητα αποθέματα ανθρώπινου δυ ναμικού. Σε όλη τη διάρκεια του 40υ αιώνα, οι Λατίνοι στρατιώτες είχαν κυ ριαρχήσει στον βαρβαρικό κόσμο, από τους Τρεβήρους μέχρι τους Τόμους (στη Μαύρη Θάλασσα). Για τους λατινόφωνους στρατιώτες, από τις γραμμές των οποίων στρατολογούνταν οι αυτοκράτορες, ήταν η Ανατολή, με τις διο γκωμένες πόλεις και τη μη φιλοπόλεμη αγροτική τάξη, αυτή που φάνταζε ως το πιο αδύναμο κομμάτι' της αυτοκρατσρίας, Δεν είναι εύκολο να εξιχνιαστούν οι λόγοι για τους οποίους κατέρρευσε η αυτοκρατορική εξουσία στη Δύση. Εκτός από τους κοινωνικούς και τους οι-
�
Ι ;?ί
Η .Ιnιι
84 Βαλεντινιανός Α '. Αυτός ο χάλκινος ανδριάντας του 40υ αιώνα (ανακαινισμένος κατά πολύ) ίσως απεικο νίζΕι τον τελευταίο αυτοκράτορα που συστηματικά περι πόλησε και οχύρωσε τα δυτικά σύνορα. Οι πολίτες τον φοβούνταν για την αυστηρότητά του και την προώθηση του στρατιωτικού προσωπικού του (Μπαρλέττα, Ιταλία).
κονομικούς παράγοντες σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η εξασθένηση του η θικού, Ίσως ο βασικότερος λόγος για την αποτυχία της αυτοκρατορικής δια κυβέρνησης, στα χρόνια από το 380 έως το 4 1 0, ήταν ότι οι δύο κύριες ομά δες του λατινικού κόσμου -η συγκλητική αριστοκρατία και η καθολική εκ κλησία- διαχώρισαν τη μοίρα τους από τη μοίρα του ρωμα'ίκού στρατού που τις προστάτευε, Οι δύο ομάδες, ανεπίγνωστα, υπέσκαψαν τις δυνάμεις του στρατού και της αυτοκρατορικής διοίκησης και', έχοντας επιφέρει την παρά λυση του προστάτη τους, έξαφνα ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να επιβιώσουν / και χωρίς αυτόν, Αυτή ήταν μια απρόσμενη κληρονομιά της αναγέννησης που μόλις περιγράψαμε, Η εξαφάνιση της δυτικής αυτοκρατορίας, επομέ-
1 28
νως, ήταν το τίμημα για την επιβίωση της Συγκλήτου και της Καθολικής Εκκλησίας. 'Εως το 375, ο ρωμα"ίκός οτρατός και η ζωή της αυλής που ήταν ουνδεδε μένη με τις μεγάλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις στους Τρεβήρους, στο Με διόλανο και στο Σίρμιο, συγκρατούσαν, σαν μέγκενη, την κατακερματισμένη δυτική κοινωνία. Εκείνο τον καιρό ήταν ακόμα εφικτό για ένα στρατιωτικό ό πως ο Αμμιανός Μαρκελλίνος να διασχίσει τους μεγάλους δρόμους που συ νέδεαν τους Τρεβήρους με τον Ευφράτη, μιλιi>ντας τα απλά λατινικά των στρατοπέδων, παρακάμπτοντας όλα τα εμπόδια που είχαν μεγαλοποιηθεί στη φαντασία του αστικού πληθυσμού της Μεσογείου' αξιωματούχοι ρωμα'ίκής και γερμανικής καταγωγής, Λατίνοι και Έλληνες, παγανιστές και χριστιανοί, όλοι βρέθηκαν στο δρόμο του Αμμιανού και όλους τους αποδέχτηκε. Από το 364 έως το 375, μια βλοσυρή φυσιογνωμία από την Παννονία, ο Βαλεντινια νός Α ', κυβέρνησε με σταθερότητα τη Δύση από τα βόρεια σύνορά της. Οι ε παγγελματίες διοικητές του επέσυραν το μίσος της Συγκλήτου και ο ίδιος, μο λονότι χριστιανός, αντιτάχθηκε στην αυξανόμενη έλλειψη ανοχής των καθολι κών επισκόπων. Ήταν ο τελευταίος μεγάλος αυτοκράτορας που κυβέρνησε τη Δ ύση. Τα γεγονότα που ακολούθησαν το θάνατό του κλόνισαν το «συναδελφι κό πνεύμα» (esprit de corps) της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας. Στη διοίκη ση κυριάρχησε η συγκλητική αριστοκρατία με εντυπωσιακή ταχύτητα και επι μονή. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α ' (379-95), χαρακτήρας πιο αδύναμος και γαιοκτήμονας όπως κι εκείνοι, άνοιξε την αυλή του στους αριστοκράτες και τους καθολικούς επισκόπους: κατά τη βασιλεία του γιου του Ονωρίου (395423) -μιας προσωπικότητας ασήμαντης-, και αργότερα του Βαλεντινιανού Γ ' (425-55), τα υψηλότερα αξιιΩματα έγιναν φέουδο της ιταλικής και της γαλατι κής αριστοκρατίας. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους συγκλητικούς του 50υ αιιi>να ότι δεν συμμετείχαν στην πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας. Το α ντίθετο μάλιστα: απλώς προσάρμοσαν τον κυβερνητικό μηχα,'ισμό στον δικό τους τρόπο ζωής, ο οποίος έβλεπε την πολιτική με δισταγμό και τη διοίκηση ως μία ευκαιρία να φροντίσει κανείς για τους φίλους του. Ο ερασιτεχνισμός, η νίκη των ιδίων συμφερόντων, οι στενοί ορίζοντες - αυτά είναι τα ενοχλητι κά γνωρίσματα της αριστοκρατική ς διακυβέρνησης της δυτικής αυτοκρατο ρίας στις αρχές του 50υ αιώνα. Ήταν, τουλάχιστον, η δική τους ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Καμιά ομάδα Ρωμαίων δεν είχε εξιδανικεύσει τη Ρώμη με τέτοιο πάθος όσο οι συγκλητικοί ποιητές και οι ρήτορες του τέλους του 40υ και των αρχιΩν του 50υ αιώνα, Ο μύθος της Ρώμης που έμελλε να στοιχειώσει τους ανθρώπους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης -η Roma aeterna, η Ρώμη ως φυσικό απόγειο του πολι τισμού, προορισμένη να ζει στους αιώνες- δεν ήταν δημιούργημα των αν θρώπων της κλασικής ρωμα"ίκής αυτοχρατορίας: ήταν άμεση κληρονομιά του
85 ΠαγανιστιΧέ; αναμνήσεις. Οι χλασι%οί συγγραφείς οεν έπαψαν να α:τοτελούν τμ 'Ίμα τη; παιδείας των ρωμαΥκιο" α"ιinεQων στρωμάτων, παγανισΤΙΖιί)\ι και ιριοnανιχών' αλλά ο παγανισηΊς ELZΌ"ΌΊράιro; του BΙΡΊιλΊUυ τονίζει αΖρIΒ(ι,; εκείνες τις Ο%llνές όπου ο ευλα(�ή; Αινεία; ΗΧ(ί τις αρμόζουσ(ς παγανιστικές θυσίες. μια Ίrνιά !ιεη'ι την απαγόρευσl] τους α:τό του; ιριστιανούς αυτοχράτορες.
Σ' αυτή τη μιχρογραφία εικονίζεται η Δι(')(ί)
σε τέλεση Ουσίας lV(iψη μια προνομιούΖος όαση του παγανισμού ένα ι3ατικανό των ευνικιΟν. Οι καθολικοί επίσκοποι αντέ(')jJασαν έντονα σ' αυτά τα διαβψιατα: από τ ι ς ε;τιστολές του Λμf)QοσίΟlJ, που απαντοίισαν στην �
130
ArιOKA1'iOYΣE� ΚΛΙ1ΡΟ'iΟ�IIΕΣ
έκκληση του Συμμάχου το 384, ώς τη γιγαντιαία Πολιτεία του Θεού (De Civirare Dei ) του Αυγουστίνου, την οποία άρχισε να γράφει το 4 1 3, ο την οποία έμελλε να διατηρήσει. Ήδη υπήρχε μια έντονη διαίρεση μεταξύ Βορρά και Νότου. Οι ε πίσκοποι και οι γαιοκτήμονες του Βορρά είχαν συνηθίσει από καιρό στην παρουσία μιας στρατιωτικής, βαρβαρικής κυβέρνησης. ·Ενιωθαν άνετα στην αυλή του Οδόακρου (476-93) και, αργότερα, σ' εκείνη του Θευδέριχου στη ΡαΒέννα. Μόλις όμως περνούσε κανείς τα Απέννινα, έμπαινε σ' έναν άλλο κόσμο, όπου η αυλή ήταν πολύ απόμακρη και όπου παντού βασίλευε το πα,
11ιΟ
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥ'ΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
ρελθόν. Στη Ρώμη, πελώριες καθολικές βασιλικές και αρχαίες μνήμες είχαν ε ξαφανίσει το παρόν. Μια διπλή ολιγαρχία συγκλητικών και κληρικών -τώρα στενά συνδεδεμένες- διατηρούσε την πόλη στη θαυμαστή απομόνωσή της. Χαρακτηριστικά, η Σύγκλητος επανέκτησε το δικαίωμα να κόβει νομίσματα ένα δικαίωμα που το είχε στερηθεί από τα τέλη του 30υ αιώνα. Μόλις απο μακρύνθηκαν οι Δυτικοί αυτοκράτορες, το 476, η εικόνα του αυτοκράτορα α ντικαταστάθηκε διακριτικά από μια εικόνα του Ρώμου και του Ρωμύλου που Θηλάζουν τη λύκαινα και το επίγραμμα Roma invicta (>- στο ταπεινό, ανθρώπινο στοιχείο της φύσης του Χριστού, συγκλόνισε τον Έλληνα αναγνώστη. Διότι αυτή η στάση απει λούσε να αφήσει το θε"ίκό έργο της λύτρωσης ημιτελές να καταδικάσει την αν θρώπινη φύση σε μια κατάσταση αμετάπλαστου υπολείμματος, σε πικρό κατα κάθι στην απέραντη θάλασσα της θε"ίκής δύναμης. Έχει ειπωθεί πως η Σύνοδος της Χαλκηδόνας δίχασε την αυτοκρατορία ανεπανόρθωτα ' πως κατέστησε αναπόφευκτη την απώλεια των ανατολικών επαρχιών προς όφελος του Ισλάμ τον 70 αιώνα. Αυτή η άποψη αγνοεί εντε λώς την ποιότητα της ζωής στην ανατολική αυτοκρατορία του 60υ αιώνα. Το ακριβώς αντίθετο αληθεύει. Παρά την εκρηκτική φύση των ζητημάτων που ε θίγησαν, παρά το γεγονός πως κινητοποιήθηκαν οι εκκλησιαστικές παραδό σεις ολόκληρων επαρχιών και από τις δύο πλευρές, η αυτοκρατορία παρέμει-
ΛΠOKΛI:- και η ολοσχερής ήττα .
17Ι
ΑΠΟΚΛΙ,ΙΟΥΣΕ" ΚΙΙΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
της Περσίας από τους νομάδες της κεντρικής Ασίας έμειναν στη μνήμη των αν θρώπων ως η χειρότερη τραγωδία στην περσική ιστορία πριν από την αραβική ειαβολή. Σήμαναν το τέλος του ιρανικού παλαιού καθεστώτος. Εξασθενημένοι από την ήττα, απειλούμενο ι από το ξέσπασμα ενός �-τoκαλυπτικoύ ριζοσπα στισμού -το κίνημα του Μαζντάκ, ενός θρησκευτικού ηγέτη του οποίου τα κη ρύγματα είχαν υποδαυλίσει εξεγέρσεις τον καιρό του λιμού-, οι εναπομείνα ντες συντηρητικοί αριστοκράτες συσπειρώθηκαν γύρω από τον νεαρό σάχη Χοσρόη Α ': του έδωσαν τον τίτλο Ανοσιρβάν ( %αι είκοσι χρόνια . Τους απαΟΖολοίJοαν πιο σημαντικά πράγματα. «Ένας
ευνούχος 'iλθε στη Δαμασκό με χρήματα. και οι ΆραΒες που φύλαΊαν τα σύ VOQa τον πλησίασαν %αι του ζtιτησαν τη συνηθισμένη τους αμοιβή. Ο ευνού χος τούς έκανε πέρα ΟΡΊιομένος, λέγοντας: ''Ο α υτοκράτορας καλά καλά δεν έ/ει αρχετά χρήματα να πληριοσει τον δικό του στρατό
Χι
εμείς θα σπαταλή
σουμε τα χρήματά του για τοίπα [(')ώ τα σχυλιά;"» (Θωφάνης, Χρονογραφία).
14 Ο θάνατος του κλασικού κόσμ ο υ: πολιτισμός κ αι θρησκεία στον πρώ ιμο Μεσαίωνα Η αναμέτρηση του αυτοκράτορα Ηρακλείου με τον Χοσρόη Β ' Απαρβέζ έμει νε για πολύ καιρό στη μνήμη των ανθρώπων ως ο Μεγάλος Πόλεμος της βυ ζαντινής ιστορίας. Τον 160 αιώνα ένας Ρώσος πατριάρχης έγραφε ακόμα πως η Κωνσταντινούπολη είχε σωθεί, αν και είχε πιαστεί ανάμεσα στους Π έρσες και τους Αβάρους . Έτσι, εν τέλει, οι παραδόσεις του Χοσρόη Α ' Ανοσιρβάν ήταν εκείνες που ΕΠικράτησαν πάνω στις παραδόσεις του Ιουστινιανού Α '. Οι χαλίφες της Δα μασκού είχαν εδραιώσει την αραβική αυτοκρατορία σε λιγότερο εύφορα εδά φη από ό,τι νόμιζαν. Δεν υπολόγισαν το χριστιανικό κοινοτικό αίσθημα που ενισχυόταν ολοένα περισσότερο στην Αίγυπτο και στη Συρία από την ΕΠοχή του Ιουστινιανού. Οι Σύροι και οι Κόπτες είχαν μάθει να διατηρούν την ταυ τότητά τους ακόμα και υπό εχθρική διακυβέρνηση. Ως υπήκοοι των Ομεϋα δών στάθηκαν απόμακροι. Το ισλαμικό κράτο; των Ομεϋαδών παρέλυσε κά τω από το βάρος της ΕΠιβλητικής, μη αφομοιώσιμης παράδοσης των ανατολι κών ακτών της Μεσογείου. Στα ανατολικά όμως, η εξουσία των Αράβων υπήρξε πάντοτε πιο στέρεη.
ΟΙ :\,E()J �), YIΈΛE�TE�
:? 1 3
Πόλεις-στρατόπεδα όπως η Κούφα και η Βασόρα ήταν νεοσύστατες, απαλ λαγμένες από το βάρος ενός ξένου παρελθόντος. Στη Μεσοποταμία και στην Π ερσία, η μουσουλμανική άρχουσα τάξη αντλούσε από τεράστια αποθέματα ανθρώπινου δυναμικού. Διότι οι Άραβες είχαν καταβροχθίσει ολόκληρη τη σασσανιδική αυτοκρατορία. Δεν υπήρχε κάποιο κράτος που να έχει επιβιώσει προς το οποίο θα ��τoρoύσαν να προσβλέπουν οι Π έρσες, όπως προσέβλεπαν οι χριστιανοί των μεσογειακών πόλεων στο Βυζάντιο. Σε ορισμένα μέρη του ιρανικού οροπεδίου ο ζωροαστρισμός ήταν ακόμα ζωντανός. Η ζωροαστρική πολεμική κατά τον 90 αιώνα, για παράδειγμα, γέννησε έναν πικρό μύΘο που ανησύχησε τη μεσαιωνική και την αναγεννησιακή χριστιανοσύνη: το μύθο των τριών απατεώνων - του Μωυσή, του Χριστού και του Μωάμεθ (ένα ειρωνικό σχόλιο από τη μακρινή Περσία για τις τρεις δυνάμεις που απασχόλησαν κυ ρίως τους ανθρώπους της περιόδου μας!). Αλλά η γενική κατεύθυνση της ύ στερης σασσανιδικής αυτοκρατορίας ήταν η ταύτιση θρησκείας και κοινω νίας: ήταν δύο «δίδυμοι αδελφοί». Οι Π έρσες λοιπόν ποτέ δεν είχαν αναπτύ ξει αυτή την ισχυρή αίσθηση θρησκευτικής ταυτότητας που είχε κρατήσει τους Ομεϋάδες σε απόσταση από τους χριστιανούς των μεσογειακών παρα λίων. Ο Χοσρόης Α ' είχε διδάξει τους ντεκάν, να προσβλέπουν σε έναν ισχυ ρό κυβερνήτη στη Μεσοποταμία. Υπό την εξουσία των Αράβων, οι ντεκάν πρόθυμα έκαναν τους εαυτούς τους απαραίτητους. Βάλθηκαν σιωπηλά να α λισσουν την κυβερνητική τάξη της αραβικής αυτοκρατορίας. Στα μέσα του 80υ αιώνα είχαν αναδειχθεί σε ραχοκοκαλιά του νέου ισλαμικού κράτους. Ήταν και πάλι η δική τους αυτοκρατορία: χαι τώρα, σε τέλεια αραβικά, έλουζαν με περιφρόνηση τους σκληροτράχηλους Βεδουίνους που είχαν τολμήσει να υψώ σουν τις συνήθειες της ερήμου πάνω από τη μεγαλοπρεπή εθιμοτυπία του θρόνου του Χοσρόη. Έτσι, στον αιώνα που ακολούθησε την ίδρυση της Βαγδάτης, και ιδιαίτε ρα κατά τη βασιλεία του Χαραύν αλ-Ρασίντ (788-809) και των διαδόχων του, ένας κόσμος που δεν είχε χάσει ποτέ την επαφή του με τις αρχαίες ρίζες του γνώρισε μια τελευταία άνθηση, στην ύστατη, μουσουλμανική και αραβόφωνη μετάπλασή του. Η Βαγδάτη απείχε μόλις τριάντα πέντε μίλια από τα άδεια ανάκτορα της Κτησιφώντος. Ο χαλίφης υψώθηκε πάνω από τους Άραβες πολεμιστές επανα φέροντας το τελετουργικό της σασσανιδικής αυλής. Οι γραφειοκράτες του πά σ)(ιζαν να επανακτήσουν την παραμυθένια ευμάρεια των ημερών του Χοσρόη Β : Οι τρόποι τους ξαναζωντάνευαν μία αυλική ζωή που είχε πρωτοδιαμορφω θεί γύρω από τον Χοσρόη Α ': ένας Άραβας άρχοντας του 90υ αιώνα όφειλε α κόμα να γνωρίζει ,O _ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕJΑΣ - .:::.:::= = --=,6) ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ,ο,
_
ΑΓ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ Σ� Λ: Ω P� Δ� --A P� � � E � Έ : '� HΣ� � � E': =-� N� AN� " A: : I� .. 26< �'� '� '� 'O � _ � � _ � � � (. 1 85_ t � )� γ όΗΤΙΙ Ι ερημίτης � ΑΓ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ � � 1.54� � � ��� yρι:iφ�ι *�4� Ka�ι:i Κέλ"""" O Ic... N:::: _ _ _ _ IC ___ '''' ,ο, _ _ _ -' C nC A::.: Q TC . _ ΑΡΕΙΟΣ " 0' -------:.::: .::: : :.:::=: -----Ο
ΑθΑΝΑΣΙΟΣ ,,. ο ΠΑΧΩΜJΟΣ ,�,,cιδρύει μονιj στην ""310 Ταβiννησο
_ _ _ _ _
ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΠΕΡΣΙΑ και ΑΡΑΒΙΑ
ΜΑΝΗΣ ,,6 -
_ _
*Η+ ΕξfΥεροη Πεlj.ΚJίδOς (Fars)
ΣΑΠΩΡΗΣ
240;>'------ 1.72
".,
�OO 0 ΓAΛEPΙOΣ νικι:i τους Πέρσες
325 - 500 μ.χ.
Τα αημαvrικά γεγον6τα σημειώνονται με αστερίσκο 1�0
?\
Ψ
4�
4;5
ΚΩΝΠΑΝΤΙΝΟΣ ΚΩΝΠΑ1'\'ΤΙΟΣ ΙΟΥι\ΙλλΟΣ ΒΑΑΗΠΙΝΙΑΝΟΣ Α" θΕΟΔΟΣΙΟΣ Α' ΟΝΩΡΙΟΣ -;;7_____ 161_363 3-
- :..:. {. •90 -
ΠΑΠΑ! ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ {.
S90-δ04
* �''0 ο ΒΕΛΙΣΑΡΙΟ! οτη ΡαβΙννα . *SS1 Τελ,κή ήηα των Οστρογότθων
ΒΟΗθΤΟΣ
----:-- ,,,
*5Η
(Ι
ΒΕΛΙΣΑΡΙΟΙ χιιριενει την Αφι,ηκή
*}60 Ειρήνnοη Αφριχή;
4�8
ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ
γ
Α
τ
�SJ)
Ο
Κ
Ρ
Α
Τ
Ο
Ρ
Α
Α
Α
Ω
Ρ
Ν
ο
Ν
l:::yxut{iotaOI) Χ!..άβων στα l:ΙαΑΧάνια
*559 Εισβολή Βουλγάρων
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΙ 518
Β
Α
Ζ
Υ
Β
μ7 _ ΙΟΥΙΤΙΝΙΑΝΟΣ_ 56}
___Slij τάση τοιι Νίκα
soo_nPOKOnlOI KAIIAPEIAI
ΜΑΥΡΙΚΙΟΙ
Η:Ι Σ
ΗΡλΚΛΕIΟΣ
581 --- 60,
}34 Πανδίιιτοι (2η lr.lIoOΊlJ
610
641
5)7 Alftl{'IιIOΊI ΑΥία; IIIlfiu;
JjO Α,1ό",ρ,,'Ι"'1 Ισrσρία
',ω
Oυ"ά�lις Ιερα ρχίι;. "Ψευδo·Διoν�oιo;··
οι ΠΙροις xυριε�oυν *61] την Αnιόχεια
ΗI--- λ οιμό;-\70
*όι" . τα [ ιροοό.
*$40 ο χΟΣΡΟΗΣ Α' χυριιύfι lην Αντιόχεια
ί.υμα
(ί3(ί Mάx� Ιερμο"χά (Για"μουχ)
*6]7 οι Μοuσοu�μάvcι χνρ,ενουν την Αν
*6]g .ΟΙ Μουοcuλμάvι;ιι χυριεύουν τα IrQooιIJ.VIIQ
*(\19 οι Π{{'οι; χυριεΙίουν τ�ν ΑλtξάνδΡΗα
ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙλΟΠΟΝΟΣ
,;.σσ�----_ι }65
·64� οι MO\'OO\'�μάνol χυιιιεύουν Πειισο·Βυζανηνοί Πόλιl,Ο\
$,,0_,i61
:\12_59'
την Αλιξάνδριια
." _ _ _ _ 0."
617 Τιλευιαία Ι",ΙllραΗία
ICU
ΗΡΑΚλΕΙΟΥ οτην Πιροία
*610 Πρώτο όραμα του ΜΟΑΜΕθ
ΧΟΣΡΟΗΣ Α' 510 *518 Καταοιολή ο;ιαδών 10\' Μαζντά1.
ΧΟΣΡΟΗΣ Β"
S79
59' -------+. 62g
ΗΙ ι;ι ΧΟΣΡΟΗΣ δέχεται την ΠλαΤ(!)I'ιχή Αχαbημία τ\ι!ν Αθηνών
*6]1 θάνατο; ,ου ΜΩΑΜΕθ .6 � ΝεΟl0ριανι;ιί στην Κίνα J )( 6j7 Καδεσία
675 - 825 μ.χ. "'" •
6"
•
'" .
π,
,," •
8lj
•
•
ΒΕΔΑΣ ο Α!ΔΕΣ!ΜΟΣ 67'.�------_Ι 735 "' 711 Οι Μοvσουλμανω εισβάλλουν στην Ισπανία
:ιι:
ΙΣΠΑΝΙΑΣ
*800 Στέψη
732 Π()υotιέ: ήnα Μουσουλμάνων από τους ΦράΎ1l.ους
ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΥ
5°7-71 !
*6gR ΟΙ Μουσουλμάνοι Iι1JQIfUOUV την Καρχηδόνα
Ε
Α
Ρ
χ
Α
ο
Τ
*"77 Μουσουλμα\·Ι1Ι.ή :'\ολιορχία Κωνσταντινου"ό"εως *680 ΣΤ ΟικουμενlΥ.ή Σuνοδο; 7'7 Ηnα Μουσουλμαl'ων στην Κω\·οΤΟVtινοulιοt.η
*-,06/14 Μεγάλο Τζαμί στη ΔαμΜχ6 *ό9s Κοπή "ρώτων μιlιισΙI1..λμανικών νομισμάτων *6Q9 H αραβική γλώσσα ανωr.αθιστα την ιΗηνική στη διοίκηση
_ _ _ _ _ d 74 ",, _
ο ΑΛ-ΧΑΤΙΑΙ 1Ι.υβερνήτη; τη; ΜεσΟJlΟ1ιιμίας
ΟΜΕΥΑΔΙΚΟ
ΧΑΛΙΦΑΤΟ
*750 Εξέ-Υερση Αββασιδώl'
660-750
*76�
Ιδρυση
Βαγδάτη;
ΧΑΡΟΥΝ ΑΛ-ΡΑΣΙΝΤ 788_ 809
ΣΟΓΔΙλΝΗ •
'Ω'"
0 ·
Κ«μπον)."
r_OltQ1116. (ΥΙ'ΚΑΝΙΑ}
"ltIίν _. '\1 11 "4.''' '''
T.lιl.�ς"
tr ·
IIANN tJ,,,I,,\
M ,),i..
'ι..
r
> �ιι, �ιί. . r"\�C"c ,.. 111I ,r.--"1 ....'· .,1t ...ιI ,...... I �Ι
�� ",, ",\
'Ω
..,";.0111 ".../";,l;ΙΙΙΦ,,,IΙ""
18
Ν,ΤIι1ι6, Abt
",",,-'ΙΙΙ..ι'f,Ι �, ,,
ν..a
Νι" ....
•
, Ως δοκίμιο, το βιβλίο είχε σαφως περιορισμένα όρια: το κείμενο και η βιβλιογραφία που το συνόδευε κάλυπταν ορισμένα θέματα ενω κάποια άλλα δεν τα έθιγαν καθόλου, Αντανακλούσε, με έναν γνήσιο ενθουσιασμό, μια συγκεκριμένη στιγμή στην εξέλιξη των μελετων της ύστερης αρχαιότητας στην Ευρωπη, και την Αγγλία ειδικότερα, Επικεντρωνόταν στην πολιτιστική και τη θρησκευτική ιστορία της περιόδου και στις κοινωνικές αλλαγές που μου φαίνονταν, τον καιρό της συγ γραφής, ότι πρασέφεραν ένα πλαίσιο ερμηνείας για τις εντυπωσιακές ζυμωοεις της εποχής. Κατηύθυνε την προσοχή του αναγνωστη πέρα από τις περιοχές που είχαν, ως τότε, κυριαρχήσει στη σκηνή των περισσότερων εξιστορήσεων της «παρακμής και πτωσης» της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας - με άλλα λόγια, πέρα από τη δυτική Ευρωπη και τον δυτικό βαρβαρικό κόσμο ' και έδινε έμφαση, από προτίμηση, στις α νατολικές ακτές της Μεσογείου και στη Μέση Ανατολή. Αυτό που άλλαξε, και μέσα μου αλλά και στον μορφωμένο κόσμο συνολικά, δεν είναι εύκολο να εκτεθεί συνοπτικά. Αλλά πρέΠΕΙ να το έχουν υπόψη τους όσοι συμ βουλεύονται τη βιβλιογραφία. Ένα πράγμα είναι βέβαιο: τα περισσότερα βιβλία που προσέθεσα είναι όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Τα είχαμε μεγάλη ανάγκη το Ι 970, Είναι οι ενθαρρυντικές αποδειξεις για την ανάπτυξη των μελετων σχετιγ,ά με την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας τις δύσ τελευταίες δεκαετίες, Πολλά βεβαί ως ήρθαν να ανασκευάσουν τα γραπτά μου, Ορισμένα με έκαναν να αναθεωρήσω, σε κατοπινές μελέτες, απόψεις που ανέπτυξα στο δοκίμιο τούτο, Άλλα καλύπτουν τωρα θέματα που είχα παραμελήσει ή είχα θίξει ανεπαρκως, Και άλλα, ακόμη, μου φανέρωσαν πτυχές της ύστερης αρχαιότητας που δεν υποψιαζόμουν καν την ύπαρ ξή τους πριν από δεκαεπτά χρόνια. Με έκαναν να συνειδητοποιήσω, περισσότερο απ' όσο ήμουν προετοιμασμένος τότε, το σιωπηλό και αδυσωπητο βάρος που είχε έ να αυτοκρατορικό σύστημα πάνω στην κοινωνική αλλά και την ηθική ζωή της Με σογείου - και, επομένως, τις συνέπειες της εξαφάνισής του στη Δύση και της τελι κής αποδυνάμωσής του στην Ανατολή τον καιρό των αραβικων κατακτήσεων. Με οδήγησαν, προσφάτως, σε τομείς του πολιτισμού και της θρησκείας πιο «απόκρυ φους», τους οποίους αγνοούσα εκείνο τον καιρό, Μπορούμε τωρα να γνωρίσουμε τον κοινωνικό κόσμο της ύστερης αρχαιότητας, -κόσμο πολύ πιο σύνθετο απ' ό,ΤΙ τον φανταζόμουν κάποτε- μέσα από μελέτες που δίνουν φωνή σ' εκείνους που έζη σαν στο περιθωριο λαμπρων πολιτιστικων επιτευγμάτων που εξιστόρησα σ' αυτές τις σελίδες - στους φτωχούς, στους απελπισμένους και στους ασυμβίβαστους, στις γυναίκες και στους βάρβαρους μετανάστες της Δύσης, Θα ήταν ουτοπικό -και ίσως λίγο υποκριτικό- να περιμένει κανείς πως τα βιβλία
() ΚΟΠΙΟΣ ΤΗΣ l'ΣTE P Ι Ι Σ λΡΧΑΙ()ΤΗΤΑΣ
που προστέθηκαν τώρα στη βιβλιογραφία μπορούν να «εκσuyι:ρονίσουν» ένα δοκίμιο που φέρει τόσο έντονα την παράξενη γεύση των αχαδημα"ίκών συνθηκών και των εν θουσιασμών της εποχής της συγγραφής του. Δεν ωnιρξα cιι-τόλυτα συστηματικός στις προσθήκες μου, κυρίως ωιό φόβο μήπως καταστρέψω την ισορροπία του γρωιτού, ό πως την υπαινισσόταν η αρχική βιβλιογραφία. Προσπάθησα όμως, όπου ήταν δυνα τό, να αναφέρω τα πιο πρόσφατα βιβλία για κάθε θέμα (δίνοντας προτεραιότητα σε όσα έχουν γραφεί στην αγγλική γλώσσα), πιστεύοντας πως ο αναγνώστης μπορεί να κάνει χρήση της βιβλιογραφίας για να συμπληρώσει τα κενά μεταξύ της παρούσας χαι της πρώτης έκδοσης του Κ6σμου της Ύστερης Αρχαι6τητας. Τα βιβλία αυτά δεν διoρθιίJνoυν -ή συμπληρώνουν- απλώς το παρόν δοκίμιο. Φέρνουν καλά νέα. Ενθαρ ρύνουν τώρα άλλους μελετητές, να δεχθούν ξανά, μετά από εικοσι χρόνια Ο",(εδόν, την πρόκληση μιας παvτοτινιr γοητευτικής εποχής, γνωρίζοντας πολύ περισσότερα ωι' ό.τι εγώ τόΤΕ. (Π ρίνστον, 1 988) Για τους λόγους που προανέφερα, το παρόν δοκίμιο δεν είναι μια εξιστόρηση της «παρακμής και πτωσης» της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας. Το ζήτημα αυτό το έχουν πραγματευΘεί εκτενώς πολλές καίριες αναλύσεις των οιιωνομαών και πολιτικών α δυναμιών του ρωμα'ίκού κράτους: βλ. F.\V. \VALBANK, The AlνlίJl ReγοΙUrίοn (Λίβερ πουλ 1969), τη συλλογή ωιόψεων ωιό τον S. MAZZARLNO, TlJe End οΙ' rhe Anciel1r \Vorld (Λονδίνο 1966), και τώρα Εd,vaπ} Gibbon and the Decline and FaJl οlΊhe Roman EJnflire, υπό την επιμέλεια του G.\V. BO�'ERSOCK Χ.ά. (ΚαίμJτριτζ, Μασ. 1 977). Ούτε, βεβαίως, το παρόν δοκίμιο είναι μια επισκόπηση των διοικητικών και των κοινωνικών δομών για τις οποίες το TIJe Larer Roman Emflire. 3 τόμοι (Οξφόρδη 1 964), του Α.Η.Μ. JONES -εφεξής JONES LRE- είναι θεμελιώδες. Για τις αδυναμίες της υστερορωμα'ίκής χοινωνίας και το μετασχηματισμό της, μπορεί κανείς τώρα να μάθει πολλά α.ι"τό τους G.E.M. ΟΕ 5ΤΕ CROIX, TIJe CΙass SrnJggle in the Ancienr Greek \Vor/d (Λονδίνο 1981), [Ο ταξικός αγώνας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, μτφρ. Γιάννης Κρητικός, Αθήνα 1 997], B.D. 5HA\v, «Bandits ίο the Roman Empire», Pasr and Presenr CV ( 1 984) και C. ,
\VICKHAM, «The Orher Transition: from rl1e Ancient \Vorld to FeudaJism», Past and
Οι μεταβολές στις σχέσεις των διαφόρων ομάδων του ρωμα'ίχού κόσμου χαι οι αλληλεπιδράσεις των πολιτιστικών τους παραδόσεων με ενδιαφέρουν άμεσα - γι' αυτό το θέμα υπάρχουν αξιόλογα στοιχεία στο So/diel" and Cjγilian ίπ the Later Romaιι Emflire (ΚαίμJlριτζ, Μασ. 1 963) του R. MACMuLLEN, καθώς επίσης και στο Enemies οΙ' rhe Roman Qrder (Οξφόρδη 1 967). Το The Fonnarion οΙ' Chrίsrendom (Πρίνστον 1 987) της JUDlTH H ERR lN εξετάζει την περίοδο που καλύπτει το δεύτερο μέ ρος του ανά χείρας βιβλιου και συνεχίζει τη διήγηση έως και τον πρώιμο Μεσαιωνα: είναι μια εξαιρετική συνθετική εργασία. Από την πλευρά μου προσπάθησα να δικαιο λογήσω, εν εκτάσει, πολλές αι-τό τις ερμηνείες που παρέθεσα στο παρόν ΟΟκίμιο, σε άρθρα που αποτελούν τώρα ένα τόμο με τον τίτλο Religion and Society in rhe Age οΙ' Saint Αugusrίne(Λονδίνο 1 97 1 ). Present CΙΙΙ ( 1 984).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
Το έργο του Ι.Μ. ROSΤOVTZEFF, Social and Economic History οΙ' the Roman Emflire, 2 τόμοι (2η έχδ., Οξφόρδη 1 957), είναι από τα βασικά εγχειρίδια, μαζί με τα Ρ . GARNSEY και R. SALLER, The Roman Emflire (Λονδίνο 1 987), Ρ . GARNSEY, Famine aιιd
ΠΙ ΒΛΙΟΓΡΑΦΙΛ
Food Supply ίπ rhe Greco-Roman \VorJd (Καίμπριτζ 1 988), Ρ. νεγΝΕ, Ιο Ριιίπ οΙ lο CΊΓηιιo (Παρίσι 1 976) [ Ο ελληνιχ6ς εuερyετισμ6ς, μτφρ. Νικ. Μ. Τσάγκας, Αθήνα,
1993] και F. M I LLAR Χ.ά., The Roman Empjre and jrs Nejghbours (Λονδίνο 1 967), κα θώς και το The Emperor ίπ ιΙιο Rornlln ινσΓω (Λονδίνο 1977). Εξαιρετικές μελέτες εί ναι επίσης τα: G. BO,VERSOCK, G/"eek Sophjsrs ίπ ιΙιο RomIIn 6πρίΓΟ (Οξφόρδη 1969) και F. ΜΙΙΙΑΚ , Α Sιudy οι" CassiLIs Οίο (Οξφόρδη 1 964), όπως άλλωστε και το S.R.F. PKΙCE, RirιraJs and Po,,,e/". The Roman JmperiaJ Cu/r ίπ Asia ΜίΠΟΓ(Καίμπριτζ 1 984).
Κ ΕΦΑΛΑ ιο 2 Οι αλλαγές κατά τον 30 αιιί>να δεν μπορούν πλέον να θεωρηθούν ως το τέλος του αρ χαίου πολιτισμού (όπως θεωρεί ο Rostovtzeft·, ορ. cir.): η έκταση της επίδρασής τους ε ξετάζεται πιο αυστηρά από τους R. RE""\ONDON, La Crί.5e de I 'ΕτπρίΓΕ ΓΟfΠlιίn (Παvίσι 1 964), F. MILI..AR, Τhe Roman Empire. R. ΜΑcΜυΙLΕΝ, RΟΠ1an Govemrnent'!; Re.ιιpol1se ro σisis (Νιου Χέηβεν, Κονν. 1 976) και Κ. HARL, CΊvic Coins and CΊvic Polirics ίπ ιlιο Roman Easr (Μπέρχλεϋ 1 987), καθώς και οτα C . ROU ECllF, «Rome, Asia and Aphrodisias ίπ the Thi I·d Cenιury», JoU!-nal οΙ" Roman SIιιdjes LΧΧΙ ( 1 98 1 ) και
S.
\VILLlAr\'IS, Dioc/etial1 (Λονδίνο 1 985). Ο Κ. HOPKINS στο «Taxes and Trade ίπ tIle
Roman Empire» , JournaJ of Roman Sιudies LΧΧ ( 1 980) δίνει το πραγματικό βάρος των
αλλαγών στη φορολογία και στη διοίκηmι. Για τη δημιουργία μιας νέας κιi3ερνητικής τάξης και τις επιπτώσεις mll θρησκεία και στον πολιτισμό, βλ. Α. Η . Μ . JONES, «The Social Back-ground 01· the Stιυggle beI\veen Paganism and Chιistiaπity». The Confiicr be[\veen Ρίιgaπίsm and Chrίstianity. επιμ. A.D.
MOMIGLlANO (Οξφόρδη 1963). Για την παωεία της υστερορωμα"ίκής ανώτερης τάξης: Η.1. MARROU, Hisιory οΙ Educacion ίn the Ancient ινΟΓω (αγγλ. έκδ. Λονδίνο 1 956) [Ιστορία
της ΕΥ,παιδεύσεως κατά την αρχαι6τητα, μτφρ. Θ. Φωτεινόπουλος, Αθήνα 1 96 1 ] και Sainr Augusrin et la fin de la cuJrure BΠIίqιιo (4η έκδ., Παρίσι 1 958), A.C. DIoNIsonI, «From Ausonius' schooldays?», Joumal of Roman Srudjes LΧΧΙΙ (1982) χοι R-A. KASΤEK, Gιιaπ!iaπs
οΙ Langlιage: ιΙιο Grammat1an and Sociery ίπ Ιιιιο AΠΓίqιιίΙy (Μπέρκλεϋ 1988).
Για τους λογίους στην πολιτική: Α. CAMERON, «\Vandering Poers: a Iίterary movement ίπ Byzantine Egypt», Hisroria xrv ( 1 965).
Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η καλύτερη επισκόπηση του 40υ αιώνα είναι του Α.
PIGANIoL, Ι 'enφίΓe chrecίen,
Histoire romaine ΙΥ, 2 (Παρίσι 1947). Για το νέο «στυλ» στην πολιτική και κοινωνική
ζωή: S. MAZZARINO, Aspetιi sociali del quarto secoJo (Ρώμη 195 1), L. HARMAND, Le Patronat (Παρίσι 1 957) και, σχετικά με μια αποκαλυπτική λεπτομέρεια, G. ΟΕ STE CROIX, "SulTragium: Irom Vote to Patronage», Brirjsh JoumaJ οΙ" SocioJogy ν ( 1 954).
Βλέπε επίσης: Ρ. VEVNE, «CIienrele et corruprion au serνice de I 'erar», Annales
χχχνι ( 1 98 1), και Socierιi romana e impero tardoantico
Ι, επιμ. Α.
Giardi na (Μπάρι
1 986) που περιέχει μερικά από τα καλύτερα νεότερα δοκίμια στα ιταλικά, ιδιαίτερα εκείνο του J.M. Carrie για τον υστερορωμα'ίκό στρατό' C R WΗΙΠΑΚΕR, «Lare Roman ,
,
Trade and Traders», στο Trade ίπ the Ancienr Economy, επιμ. Ρ. Gamsey κ.ά. (Μπέρ
χλεϋ 1 983), σημαντικό για την ύστερη ρωμα·ίκή κοινωνία γενικότερα. Για την πιο θεα τρική πλευρά της δημόσιας συμπεριφοράς και του τελετουργικού, καθώς και για τις λα'ίκές του καταβολές: R, MACMuLLEN, «50me Picτures ίπ Ammianus Marcellinus», ΑI1
Bullecin χιΥΙ ( 1 964), S.G. MACCORMACK, Απ and Ceremony ίπ Lace Anciquicy (Μπέρ κλεϋ 1 98 1 ) και Μ. MCCORMICK, Ecemal VίctoιΥ(Καίμπριτζ 1 986). Για τις τοπικές α ριστοκρατίες: Κ. STROHEKER, Der Senatorίsche Adel im spiίcanciken ΟΒlΙίοπ (Τυβίγγη
1948), Α. CHASTAGNOL, ι. Pni(ecture urbaine ;j Rome sous le Bas-Empire (Παρίσι 1 960), J.F. ΜΑΠΗΕWS, \Vestern AΓistocracies and Imperίal Courr (Οξφόρδη 1 975) και J.\V.H.G. lIEI3ΕSCHUTZ, «Synesius and Municipal Polirics», ΒΥΖΒπιίοπ ιν ( 1 985). Για τις
πόλεις και τα παλάτια: R. MEIGGS, Roman Ostia (Οξφόρδη 1960), D. ΙΕνι, AΠΙίocfι Mosaic Pavements (Πρίνστον Ι 947) και K.M.D. ΟυΝΒΑΒΙΝ, The Mosaics
ο( Roman
Norrh Afrίca (Οξφόρδη Ι 978)' για τη Σικελία -όπου ανακοινώθηκε η ανακάλυψη και άλλων μεγαλοπρεn:έστατων μωσα"ίκών- R.J.A. \VIL50N, Piazza Armerina (Λονδίνο
1982)' L. SCHNEIDER, υίο Domiine aJs \Veltbild (Βισμπάντεν Ι 983). Για τις οικονομικές αντιθέσεις Ανατολής-Δύσης: JONΕS, LRE,
11, 1 064-68. Για το δυναμισμό της αστικής
ζωής στην Ανατολή: Ρ. Ρετπ, Libanius et la vίe lnunicipaJe a Antioche (Παρίσι 1 955), D. CLAUDE, Die Byzantinische Stadt im νι Jht. (Μόναχο 1 969), J . \V . H. G. lIEBΕSCHUTZ,
Antioch (Οξφόρδη 1 972), C. Foss, ΒΥΖΒπιίπο and Turkish Sardis (Καίμπριτζ, Μασ.
1 976) και Ephesus alrer Anriquicy (Καί�mριτζ 1979), καθώς και Κ. ERIM, Aphrodisias (Νέα Υόρκη 1 986)' για την Αφρική, C. ΙΕρειΙΕΥ, Les cites de ΙΆfrίque romaine ου Bas-Empire (Παρίσι 1 979), έργο θεμελιώδες για την Ιταλία, Β. \VARD-PERKINS, From C/assical Anciquicy to the Middle Ages (Οξφόρδη 1984). Οι βαθιές ρίζες του αυτοκρα τορικού aπoλυταρxισμoύ στην Ανατολή έχουν υπογραμμιστεί aπό τον F. DVORNICK, Early Chrίstian and Byzantine Political Philos-ophy (OooocνγxTov 1 966).
ΚΕΦΛΛΑιο4
Τα έργα των A.J . FESTUGI ERE, ι. Rtivtilation dΉermes TΓismegisce, 4 τόμοι (Παρίσι
1 944-54) και E.R. Dooos, Pagan and Christian ίπ ΒΠ Age of ΑnΧίetΥ (Καί�mριτζ 1965),
[Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια εποχή αΥωνίας, μτφρ.
Κώστας Αντύπας, Αθήνα 1 9941
σκιαγραφούν θαυμάσια τις αλλαγές στο θρησκευτικό συναίσθημα. Το βιβλίο του G. F O\VDEN , The Egypcian Hermes: a historίcai approaclI
Ιο the laιe pagan mind (Καίμπριτζ
1 986) είναι αριστούργημα. Παρά τις κάποιες τυχαίες υποθέσεις, όπως στο Orίgini deJlo Gnosticismo, Studies ίπ rhe Hisrory of Religions, ΧΙΙ (Λέιντεν 1967), γνωρίζουμε πολύ λίγα σχετικά με το κοινωνικό πλαίσιο αυτών των αλλαγών - βλ. Ρ . BRo\vN,
«Approaches ro rhe Relίgious Cήsίs 01' rhe Third Century», English HistorίcaJ Revie,,', ιχχχιιι ( 1 968)' βλ. επίσης, τώρα,
Ε.
PAGELS, The Gnostic Gospels (Λονδίνο 1979), και
Μ.Α. \VILLIAMS, The Immovable Race (Λέιντεν 1985). Ο Ρ. BRO\VN στο The Making
οΙ'
Lace Anciquίcy (Καί�mριτζ 1 978) πρότεινε Κ�-IOια ερμηνεία και ο R. lANE Fox στο Pagaπs and Chrίscians (Νέα Υόρκη Ι 987) μας προσφέρει μια λαμπρή και αξιόπιστη ε.,-τι σκόπηση' βλ. επίσης J.Z. SMITH, «Το\νΟΓαι Ιnιecpωίng Demonic Po\vers ίπ HeIIenisric
and Roman Antiquiry», στο Au(stieg und Niedergang der romischen \Velt, επιμ. Η. ΤemΡοήnί Κ.ά. ser. 2. χνι:ι (Βερολίνο 1978), μαζί με αρκετά άλλα δοκίμια που περι λαμβάνονται σ' αυτή την πολύτομη έχδοση. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο A. D. NOCK στο βιβλίο του Con version (Οξφόρδη 1933) περιγράφει την εξάπλωση και την κοινωνική σημασία των νέων λατρειών στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Τώρα, βλ. επίσης R . LANE Fox , Pagans and ChΓisrians, και R. M AC MuL LEN , Paganism ίπ the
ΒΙΒΙΙΙΟΓΡΑΦΙΛ
Roman Empire (Νιου Χέηβεν, Κονν, 1981). Για το κοινωνικό πλαίσιο του χριστιανι σμού, βλ. Α. HARNACK, The Mission IInd Expansion οΓ Chrisrianiry (Λονδίνο Ι 904/5, α ναθεωρημένο το Ι 908), το οποίο αναλύει κυρίως τις μαρτυρίες από την Εκκλησια στική Ιστορία του Ευσεβίου. Όπως ήταν αναμενόμενο, εμφανίστηκαν πολλές μελέ τες για την Καινή Διαθήκη - βλ. ιδίως \Υ. MEEKS, The Firsr Urban Chrisrians (Νιου Χέηβεν, Κονν. Ι 983) και G. THEISSEN, The SociaJ Serring ofΡιιυlίπ" Chri.5fianiry (Φιλα δέλφεια 1982). Λιγότερος χρόνος έχει αφιερωθεί σε πιο αξιόπιστες μαρτυρίες, από τον 20 και 30 αιώνα, - αλλά, τώρα, βλ. R . M . GRANT, Early ChΓίsrίanίrΥ and Sociery (Νέα Υόρκη 1 977), C.H. ROBERTS, Manuscripr, Sociery and Belief ίπ Early ChJ7srian Egypr, και G. 5CHOLLG EN , Ecclesia SΟΓdίda? (Μύνστερ, Βεστφαλία 1 984). Ο G.\Y. CLARKE στο Lerrers οΓ Sainr CypriIIn, Ancient Christian \Yti[ers 43, 44 και 46 (Νέα Υόρκη 1 984-86) μας δίνει επιτέλους το αληθινό ανάστημα ενός επισκόπου και του κόσμου του. Ο Ρ. BRO\VN στο «Lare Antiquity», το οποίο περιλαμβάνεται στο Α History οΓ Privare Life, επιμ. Ρ. Yeyne (Καίμπριτζ, Μασ. Ι 987) επιχειρεί μια σύντομη επισκόπηση' βλ. επίσης R. MACMuLLEN, Chrίsrianίzίng rhe RomaJ1 Empire (Νιου Χέη βεν, Κονν. 1 984). Ο \Y.H.C. FREND στο Marryrdom and Persecurion ίπ rhe ΕΙΙΓΙΥ Church (Οξφόρδη Ι 965), παρά τη μεροληψία του, θέτει γόνιμα ερωτήματα. Γνωρί ζουμε πολυ περισσότερα για την εναντίωση της παγανιστικής κοινωνίας προς τη χριστιανική εκκλησία (και αντιστρόφως!): βλ. ΩΡΙΓΕΝΗΣ, Κατά Κέλοου, (αγγλ. μτφρ. Η. Ch.dwick, 2η έχδ. Καίμπριτζ 1967), για τις παγανιστικές επικρίσεις, και G. οε 5τε CROIX, «Why \Vere [he E.rly Chrisrians persecured?», Pasr and Presenr ΧΧ Υ Ι ( 1 963). Το βιβλίο Οπ Pagans, Jews and C/IristiansTou A.D. MOMlGLlANO (Μίντλταουν, Κονν. 1987) περιέχει δοκίμια εξαιρετικής πολυμάθειας και σοφίας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Ο F. MlLLAR στο «Dexippus», JouιnaJ οΓ Roman Studies ΙΙΧ ( 1 969) έδειξε την αντοχή της ελληνικής αριστοκρατίας και πνευματικής ηγεσίας, που αποτελεί το φόντο για τη νεοπλατωνική αναβίωση. Το άρθρο του G. FO\VDEN, «The pagan ho1y man ίπ late antique society», JoumaJ 01' He//enic Srudίes CII ( 1 982) είναι τώρα θεμελιώδες βλ. επί σης H.D. SAFFREY, «Quelques asρects de Ia piete populaire dans ΙΆntίquίte tardive». Revue des "rudes .uglJstiniennes, ΧΧΧΙ ( 1 985). Για τον Πλωτίνο, ΕΚ DODDS, «Trddition and Person.1 Achievement ίπ the Philosophy οΓ Plotinus», JoumaJ of RonIan Studies ι ( 1 960) και Ρ. HADOT, ΡlοΙίπ (Παρίσι 1963), καθώς και Poιphyre: Lα νίο de Ρlοιίπ, επιμ. Ι. Brisson Κ.ά. (Παρίσι 1 982) που περιλαμβάνει σημαντικές μελέτες. Για τους ύστε ρους πλατωνιστές, βλ. The Cambridge History 01' Larer Greek and Early Medieval PIIίIosophy, επιμ. Α. Anηsrrong (Καίμπριτζ 1 967), R.T. \ΥΑΙΙΙ5, Neo-platonism (Λονδίνο 1972), και, ιδιαίτερα, G. 5ΗΑ\ν, «Theurgy», Tradirio ΧΙΙ ( 1 985) σχετικά με μια σημαντι κή πλευρά της παγανιστικής τελετουργίας. Για την αλληγορία: R. LAMBERTON, Homel" the Theologian ( Μπέρκλεϋ 1 986). Για το νεοπλατωνισμό: [στη Δύση] Ρ . BROWN, A ugusriJ1e οΓ Ηίρρο (Λονδίνο 1 967), Ρ. HAIJOT, Marius VίctoΓίnus (Παρίσι 1971), G. MAl)EC, Sainr Ambroise er Ι. phίIosophie (Παρίσι 1 974) και -μετάξύ πολλών μελετών R.J. O'CONNELL, Sain r Augusrine 's Platonistn ( Βιλανόβα 1 98 1 ), και G. O DA L Y AlJgusrine's Phίlosophy οΓ Mind (Λονδίνο 1987)' [στην Αλεξάνδρεια] J. MARROU, «5ynesius οΓ Cyrene», The Conf1icl benveen Paganism and Chrίstianity ' [στην Αθήνα,] Α. CAMERON, «The Last D.ys οΓ rhe Academy "ι Arhens» , Proceedings σΙ' rhe CambriιJge -
'
,
22(;
Ο KOBΙO� ΊΉ� YΣTEPII� ΛΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ
Βλ. επίσης, Ι. ΗΑΟΟΤ, ΙΕ PΓObfeme dLI n"oplaronisme (Παρίσι ι 978) και J. Bregman, SynesiLIs οΓ Cyrene (Μπέρκλεϋ Ι 982). Ο ΑΙΑΝ CAMERON στο Barbarians and Politics at the COllrt of Arcadills αναθεωρεί πoλ� λές από τις κρατούσες απόψεις για τον Συνέσιο. Για τους παγανιστές της Χαρράν, βλ. τώρα Μ. TARDIEU, «$abiens Coraniques et $abiens de Harran», JoLIrna1 AsiatiqLIe CCLXXIV ( 1 986). Για την επίδραση του παγανισμού της ύστερης αρχαιότητας στη μεσαιωνική θεώρηση του κόσμου, C.S. LE\VIS, The Discarded Image ( Καίμπριτζ PhilologicaJ Society CXLV ( Ι 969). alexandrin
1964).
Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 7 Για τον Κωνσταντίνο: Α.Η.Μ. JONES, Constancine and rhe Conversion of Ellrope (Λονδίνο 1 948)' Τ.Ο. BA.NES, Constantine and Εω'ebίus (Καίμπριτζ, Μασ. 1 98 1 ) , έρ γο νέο και θεμελιώδες. Όμως, σε σύγκριση με την προσοχή που έχει δοθεί στη θρη σκευτική πολιτική του Κωνσταντίνου, το πνευματικό κλίμα της εποχής είναι λιγό� τερο γνωστό: βλ. J. GEFFCKEN, Der A usgang des griechisch-romischen Heidentums (Χα'ίδελβέργη 1 920, αγγλ. μτφρ. S.G. MacCoπnack), The Last Days οΓ Greco-Roman Paganism (Άμστερνταμ 1 978) με ενημερωμένες σημειώσεις, και Α . PIGANΙOL, Ι 'Empereur Conscantin (Παρίσι 1932). Για την ενίσχυση της απολυταρχίας επί Κων σταντίου Β ', βλ. G. DAGRON, «L'empire romain dΌrίent au ΙV siecle et les traditions politiques de I 'hellenisme», Travaux εΙ meInoires III ( 1 968). Για τις πιθανές ΕΠιπτώ σεις του Αρειανισμού, βλ. R.C. GREGG και Ο.Ε. GROH Early Arianism (Φιλαδέλφεια 1 98 1 ). Ο Τ.ο. Barnes υπόσχεται μια σημαντική μελέτη για τη σταδιοδρομία του Αθανασίου. Για τον Ιουλιανό, J. ΒΙΟΕΖ, νίο de l 'empereur Julien (Παρίσι, ανατ. 1 956) και τα Έργα του Ιουλιανού (ελληνικό κείμενο και αγγλ. μτφρ. \Vrighr, Loeb CJassical Library, 3 τόμοι 1 953-4). Τώρα, επίσης, G.\V. BO\VERSOCK, Julian the Apostate (Καί μπριτζ, Μασ. 1 978), Ε. PACK, Stiidte und Steuern in der Politik Julians (Βρυξέλλες 1986), καθώς και M.\V. GLEASON, "Fesrive Sarire; Julian's Misopogon», Joumal οΓ Roman Studies LXXVI ( 1 986) το οποίο επανερμηνεύει ένα σημαντικό επεισόδιο. Για το χριστιανισμό και τον κλασικό πολιτισμό: Ν.Η. BAYNES, «Hellenisric Civilisation and E.sI Rome», ΒΥΖΟΩιίΩΕ Studies and Other Essays (Λονδίνο 1 95 5 ) και M.L.\V. LAISTNER, Chrίsrianity "nd Pagan Culιure ίΩ che Ι"ΙΟΓ Roman Empire (Κορνέλ 1 95 1 ). Βλ. επίσης N.G. \VILSON, St. Basίl ΟΩ the Value of Greek ΙοΠΕΠ (Λονδίνο 1 975) και Α.Ο. MOMIGLlANO, «The Life of Sainl Macrina by Gregory of Nyss"", στο On Pagans, Jews and Chrίstians για τον κλασικισμό των Πατέρων της Καππαδοκίας. Για την το πική κουλτούρα, Ρ. BRO\VN, «Chrίstianity and LocaI Culture ίπ Lare Roman North ,
Af"rica», JoumaJ ol"Roman Sιudies ιν111 ( 1 968).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 Ο. CHIny, The Desen a Ciry (Οξφόρδη 1 966), έργο αισθαντικό και αξιόπιστο. Βλ. ε πίσης Ρ. ROUSSEAU, Pachomius (Μπέρκλεϋ 1 985) και Ρ . BRo\vN, The Body and Sociery: Men, \Vomen and SexuaJ Renunciarion in Early Chιisrianjry (Νέα Υόρκη 1 988), καθώς και Α. ROUSSELLE, Porneia: de la maftn·se du corps a 1a privarion sensorielle (Παρισι 1983, αγγλ. έκδ. Οξφόρδη 1988). Βλ. επίσης Α. VOOBUS, Α Hisrory οΓ Asceticism ίΩ the Sy/"ian ΟΓίΟΩΙ, ΙΙ (Λουβαίν 1 960), ένα εντυπωσιακό πορτραίτο της συριακής εκκε ντρικότητας. Το Holy Women οΙ" rhe Syrian Orient, (αγγλ. μτφρ. 5.Ρ. Brock και S.
ΙJΙ ΒΙΙΙΟ ΓI'ΑΦΙΑ
2'27
Μπέρκλεϋ 1 987) περιέχει μια εξαιρετικη εισαγωγη, όπως και το [Θεοδώρητος ο Κύρου: Ιστορία των Σύρων Μοναχών] Theodoret ο{ Cynilus: HistolY ο{ the Monks ο{ Syria, (αγγλ. μτφρ. R.M. Ρήce, Καλαμαζού 1 985). Ο ρόλος των α γίων στη βυζαντινη κοινωνία περιγράφεται με τον καλύτερο τρόπο στις διαθέσιμες μεταφράσεις: Ε. DAIVES και Ν.Η. BAYNES, Three Byzantine Saints (Οξφόρδη 1 948) και A.J. FESTUGIERE, Les Moines d ΌΓient, 4 τόμοι (Παρίσι 196 1 -65). Βλ. επίσης Ρ. BRO'VN, «The Rise and Function οΓ rhe Holy Man ίπ Late ΑπιίηυίΙΥ», Joumal ο{ Roman Studies LΧΙ ( Ι 971), αναθεωρημένο στο Society and the Holy ίη Late AnIiquity (Μπέρ κλεϋ 1 982), και Β. FΙUSlN, Miracle et Histoire dans I'reuvre de CyΓille de Scyrhopolis (Παρίσι 1 983). Για την ελεημοσύνη και τον πλούτο της εκκλησίας: JONES, LRE, 1 1 , 92029 και 970 Κ.ε. Βλ. επίσης, Ε. PATLAGEAN, Pauvrete economique el pauvrete sociale a Byzance (Παρίσι 1 977) έργο ρηξικέλευθο από πολλές απόψεις. Το Early Chlistian Art του F. VAN ΟΕΟ MEER, (αγγλ. μτφρ. ΡΟΙΟΓ και Fήedl ΒΓΟ"Π, Λονδίνο 1 967) είναι θαυ μάσιο σχετικά με την τεχνοτροπία και τη λειτουργία της εκκλησιαστικής τέχνης, και τα βιβλία των C. PIETRl, Roma ChΓistiana (Ρώμη 1 976) και R. KRAUΤHEIMER, Three ChΓistian Capitals (Μπέρκλεϋ Ι 983) έχουν προσθέσει πάρα πολλά στις υπάρχουσες γνώσεις μας. Ashbrook Harvey,
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Το έργο του S. DlLL, RomIIn Society ίη the Last Century 01' che Westem Elnpire (Λον δίνο 1898' Μeήdίaπ Ι 958) παραμένει ένας ευχάριστος, συνοπτικός οδηγός βλ. επί σης J. MAnH"VS, \Vestem 8ristocracies and ImpeΓial Coutt (Οξφόρδη Ι 975). Για τον παγανισμό της αριστοκρατίας: Η. BLOCH, «The Pagan Reviνal ίπ the Wesr» στο The Conflicr beoveen Paganism and ChΓίscίanίCΥ, τροποποιημένο από τον Ρ. BROWN ως «Aspecrs of the Christianisarion of the Roman arisrocracy», JoulnaJ of Roman Studies Ll ( 1 96 1)' Α. CAMERON, «The ο"ιο and Identity of Macrobius», JoumaJ ο{ Roιnan Studies LΥΙ ( 1 966)' Symmaque, επιμ. F . Paschoud (Παρίσι 1 986)' S.G. MAcCORMACK, «Roma, Const.ntinopo!is», C/ιιssical Quatterly Π.5. χχν ( 1 975)' Β. CROKE και J. HARRlES, Religious ConΠicc ίη Foutth-Century Rome: a Documentary Study (Σίδνεϋ 1 982). Για τον λατινικό πολιτισμό: Ρ. COURCELLE, Les LettΓes gIuques en Occident magίot 1 948), Η.Ε. WA DECK, ΙΙΙΓο Latin \VΓiters and rheir Greek Sources (Καίμπριτζ, Μασ. 1 969), Ρ. CAMUS, Ammien Marcellin (Παρίσι Ι 967) και R.L. RIKE, Apex Omnium. Re/igion ίπ the Res Gestae ο{ Ammianus (Μπέρκλεϋ 198'7), έργο που επιχειρεί μια νέα προσέγγιση' R. SYME, Ammianlls and the HiSfOria A ugusra (Οξφόρδη 1968) ' Ρ. BRo,vN, «Pelagius and his Supporιers.. και « The P.trons of Pelagius.., JoumaJ ο{ TheologicaJ Studies, Π.5. ΧΙΧ ( 1 968) και ΧΧΙ ( 1 970) ' ALAN CAMERON, C/audian (Οξφόρδη 1 970). Καμιά μελέτη δεν έχει αναδείξει ακόμα την καλλιέργεια και την ιδιοσυγκρασία του lερώνυμου, βλ. ωστόσο, J . N . D. KELLY, Jerome (Λονδίνο 1 975). Για το ρόλο των χριστιανών γυναι κών στους αριστοκρατικούς κύκλους: Ε.Α. CLARK, Ascetic Piety and Women 's Faith (Νέα Υόρκη 1 986) και F.E. CONSOLINO, SocietIί romana e impero tardo-antico, επιμ. Α. Gi.rdina. Οι επιστολές του Αυγουστίνου που ανακαλύφθηκαν προσφάτως ρίχνουν νέο φως στις δραστηριότητες του καθολικού επισΧόπου στη δυτική κοινωνία: έκδ. J. Divjack στο CorplJs ScΓiptonlm Ecclesiιιsticorum Latinorum ΙΧΧΧΥΙΙΙ (Βιέννη 1981)' στην BiblioIheque augustinienne 46a (Παρίαι Ι 987) δημοσιεύονται οι 29 επιστολές, με
Ο K02:λlOΣ ΤΗΣ )'2:ΊΈΙ)I-ΙΣ ΑΡΧΑJΟΤΗΤΑΣ
σημειώσεις και μετάφραση. Για την κοινωνική και την πολιτική στάση της αριστο κρατίας: F. PASCHOUD, Roma aetema (Παρίσι 1 966). Εξαιρετικές μελέτες της δομής των βαρβαρικών φυλων και της προσαρμογής τους στις ρωμα·ίκές συνθήκες είναι τα έργα του Ε.Α. THOMI'.sON, The EarJy Geπnans (Οξφόρδη 1965), The Visigoths ίπ the Tίme οΙ U/fi/as (Οξφόρδη 1 966), The Goths ίπ Spaif) (Οξφόρδη 1 969) και Romans and Barbarίans' (Μάντισον, Γουισκόνσιν 1 982)' ε πίσης, το βιβλίο του Ρ. GEAKY, ΒeΙ,πe France and GeπnanΥ (Οξφόρδη 1 988) είναι μια περίφημη συνθετική εργασία. Αντίθετα με πολλους μελετητές που υπογραμμίζουν την ανεπαίσθητη ανάπτυξη μιας υπορωμα·ίκής «βαρβαρικής» κοινωνίας στη Δύση, εγώ θα τόνιζα τη συνειδητή έλλειψη ανοχής του ρωμα·ίκού πληθυσμού ως παράγοντα «συσπείρωσης» των βαρβα ρικών μειονοτήτων: βλ. Ρ. COURCELLE, Histoire /iaeraiΓe des J;r-andes invasions gennaniques (Παρίσι 1 964) και J.M. \VALLACE-HADRJLL, «Gothia and Romania», The Long Haired Kings (Λονδίνο 1962). Οι Φράγκοι, οι οποίοι "αφομοιώθηκαν», είχαν πολύ διαφορετική τύχη ως καθολική κυβερνητική τάξη όπως σωστά τονίζει ο Wallace-Hadήll, ορ. cit. Για τη βησιγοτθική Ισπανίά: Μ. REYDELLET, ΙΒ roΥΒυιι! dans la lίttι!ratιπe latίne de 5ϊdοίne Apollinaire a Isidore de SeVΊlle (Παρίσι 1981) και R. COLLlNS, EarJy Medieva/ Spain (Λονδίνο 1 983)· βλ. επίσης, F. CLOVER, «FeIix Karthago», Dumbarton Oaks Papers Χ L (1 986) -μια αποκαλυπτική πτυχή της βανδαλικής διακυβέρ νησης στην Αφρικi)-- καθώς και \V.A. GOFFART, Barbarίans and Romans A.D. 4 1 8-584: the techniqtJes o{ accomodation (Πρίνστον 1980)- μια ενδιαφέρουσα επανατοποθέτηση του προβλήματος. Βλ. τώρα [τσυ ιδίο.υ]_ The Naπators οΙ Barbarίan Ηί.storΥ (Πρίνστον 1 988). Βλ. επίσης, Early Medieval Kingship, επιμ. Ρ. 5a\νyer και Ι.Ν. Wood (Ληντς 1 977), 5 . F . WEMPLE, Women ίπ Frank ish Society (Φιλαδέλφεια 1 98 1 ) , και J . M . WALIACE-HADRJLL, The Frankish Chl1l'Ch (Οξφόρδη 1 983). ΚΕΦΑΑΑΙ Ο ΙΟ
Γενικά: J. M. \VALLACE-HADRJLL, ΤΙ,ο BarbaTian 'Vest (Οξφόρδη 1966). Ο Σιδώνιος Απολλινάρης είναι ο καλύτερος παρουσιαστής του εαυτού του: βλ. τις Επιστολές του (The letters of' Sidonius, αγγλ. μτφρ. ο.Μ. Dalton, Οξφόρδη 1 9 15), και C.E. 5TEVENS, Sϊdοnίus Apollinmjs (Οξφόρδη 196 1 ) . Η Historίa FrankonJm του Γρηγορίσυ Τσυρώ νων έχει μεταφραστεί στα αγγλικά από τον Ο.Μ. Dalton (History οΙ' the Franks, Οξφόρδη 1 927). Βλ. επίσης WALLACE-HADRJLL, "The \Vork 01' Gregory of Tαurs», The LOl1g Haired Kil1gs, Ρ. BRO\VN, The Cu/r σΙ" the S"ainlS: its rise and flll1ctiOl1 il1 Latin
(Σικάγο 1 98 1 ) και R . VAN DAM, Leadership and Community ίπ Ιοιο (Μπέρκλεϋ 1985). Για την Ιταλία: Α. MOMIGLlANO, "Cassiodorus and the Italian Culture of his Time», Proceedings οΙ' the Brίtish Acadel1JY ΧLI ( 1 955) και Μ. \VES, Das Ende des Kaistertums im 'Vesten des romischen Reichs (Χάγη 1 967), έργα εξαίρε τα. Βλ. επίσης J.J. O'DONNELL, CassiodonIs (Μπέρκλευ 1 979), Η. CHAD\VJCK, Boethius (Οξφόρδη 1 9 8 1 ) και τα δοκίμια στο Boelhius, επιμ. Μ. Gibson (Οξφόρδη 1 9 8 1 ) . Η ε πισκόπηση ταυ J. RlCHf, Education et Culture dans l'Occίdent barbare (Παρίσι 1 962), αγγλ. μτφρ. Education and Culrιιre ίπ the Barbarίan \Vest (Λονδίνο 1 977), έχει το πλε ονέκτημα ότι τονίζει την κοινωνική λειτουργία της κλασικής παιδείας στη Δύση. Οι ανακατακτήσεις του Ιουστινιανού αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία από πολλούς συγχρόνους του (βλ. κεφ. 12) αλλά και από αρκετούς μελετητές του δυτικου ΜεσαίωChristianity
Aπtίηυo Gaul
ΠΙΠΛΙΟΙΨΑΦΙΑ
να που θεωρούν την παποσύνη θεμελιώδη «δυτικό» θεσμό και τη Ρώμη πρωτεύουσα της "Δύσης" και τείνουν να περιφρονούν τους αυτοκράτορες της Ανατολής ως θλιβε ρούς παρείσακτους: ο Ρ. ΙΙΕ\νΕΙΙ ΥΝ στο Rome ίπ rhe Dark Ages (Λονδίνο 1971) πραJ φέρει στοιχεία που αντικροι)ουν αυτή την άποψη. Βλ. mίσης J. MOOR-HEAD, «Italian Loyalries during Jusrinian's Gorhic \Var», ΒΥΖΟΜίοπ UII ( 1 983) και Τ.5. BROWN, Genc/emen and OlNcers. ImperiaJ A dministration and Arisrocratic Power in Byzantine IraIy (Λονδίνο 1 984), καθώς και R. KRAUΤHEIMER, Rome: ProfίIe ο! a Ory (Πρίνστον
1 979). ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1 Για την κοινωνική και την οικονομική ιστορία της ανατολικής αυτοκρατορίας: JONES, LRE Ι, 202-37. Για την Κωνσταντινούπολη: H . G . B EC K , ,,5enar u n d V o l k νοπ Konsranrinopel», Bayerίsche Akademie der Wissenschafren ( 1 966) και G. DO\VNEY, ConsranrinopIe in rhe Age οfΊU.>iinian (Λονδίνο 1 964). Το Le devefoppemenr urbain de Consranrinopfe του C. MANGO, (Παρίσι 1 983) είναι αναζωογονητικά ακριβές, ό πως και το Byzanrium (Λονδίνο 1 980) [Βυζάντιο, μτφρ. Δημήτριος Τσουγκαράκης, Αθήνα 1 990] του ιδίου. Για τον ιππόδρομο και τις φατρίΕς: Α. CAMERON, porphyrίus rhe Charίοreer (Οξφάρδη 1 97 1 ) και OTcιιs Facrions (Οξφάρδη 1 976). Για τα λατινικά και την ιδέα της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη: G. DAGRON, «Αυχ origines de la ciνίlisation byzantine: langue de cu!ture et langue dΈtat», Revue Hisι-oriqLIe
CCXLI ( 1 969). Το Byzanrirιe Aesrherics του G. MATHE\V (Λονδίνο 1 963) είναι μια εξαί ρετη έκθεση του γούστου των λογίων-γραφειοκρατών. Βλ. επίσης K . G . ΗοιυΜ, Theodosian Ernpresses (Μπέρκλεϋ 1982), ΑΙΑΝ CAMERON, "The Empress and rhe
P oe! » , Yale C/assical 5'rudies χχνιι ( 1 982) καθώς και Μ . HENDY, Srudies irι rlre Byzanrine Monerary ΕconοmΥ (Καίμπριτζ 1985). Για την ευμάρεια και τη δημιουργικότητα των ανατολικών επαρχιών: Ρ. ου
BOURGUET, Ι 'ΑΠ Copre (Παρίαι 1 968), G. TCHALENKO, Vίllages anriques de la Syrie du Nord, 3 τόμοι (Παρίσι 1 953-8), J.B. 5EGAL, Edessa. The Bles.,ed CΊry (Οξφόρδη 1 970) και 5.1-1. GRIFFITH, «Ephraem, the deacon 01' Edessa, and the ChUl-ch of the Empire» στο Diakonia, επιμ. Τ. Halton Κ.ά. (Ουάσινγκτον, D.C. 1986). Για τη βυζαντινή ευσέβεια αυ τών των επαρχιών: Ρ. PEETERS, Le rretonds orίenra1 de I'ha,giographie byzantine (Βρυξέλ λες 1950) και G. MATHE\V, «The Chl;srian Background», στο The Cambrίdge Medieval Hisrory IV, Ι (Καίμπριτζ 1 966)' τώρα τα κενά έχουν συμπληρωθεί, αν και μόνο για την
πρώιμη περίοδο, από τον R. MURRAY, Sjnlbols σι' Church and Kingdom (Καίμπριτζ
1 975), και τα δοκίμια του H.J.W. DRIJVERS, Easr οΙ Antioch (Λονδίνο 1 984) και Easr ο! ByzanriLIm: Syria and Annenia ίΩ rhe Fonnarive Period, επιμ. Ν. Garsoian Χ.ά. (Ουάσιν γκτον, D . C . 1 982)' για την Αίγυπτο: Graeco-Coprica, Griechen und Kopren ίπ byzanrinischerι Agypren, επιμ. Ρ. Nagel (Χάλλη 1 984). Εξ ου και η πικρή εναντίωση στην άνοδο της Κωνσταντινούπολης ως εκκλησιαστικής «πρωτεύουσας» της αυτοκρα τορίας: Ν. Η . ΒΑYNES, «Alexandria and Constantinople» , Byzantine Stlldies. Η μελέτη των επαιτώσεων της Συνόδου της Χαλκηδόνας σκιάζεται από την επιμονή των πε ρισσότερων ιστορικών να εξηγήσουν -ή να δικαιολογήσουν- τη θρησκευτική αντίθε ση των ανατολικών επαρχιών ως έκφραση κοινωνικής και πολιτικής δυσαρέσκειας: ο Α . Η . Μ . JONES, στο «\Vere the Ancient Heresies national ΟΓ social movements ίπ disguίse?», JOIJmal ο! Theological SΊιιdies, n.s. Χ ( 1 959), προσφέρει μια διορθωτική ερμη-
Ο KO�MOΣ ΊΊ Ε γ:';ΤΕΡΗΣ Λ ΡΧΛΙΟΤΗΤΑΣ
230
νεία και το Οαι Kanzil van ChaJkedan, επιμ. Α. Gήllmeίr και Η . Bacht, 2 τόμοι (Βυρ τσμπουργκ 195 1 -3), αρκετό υλικό για τον ευστΡOq:Ό αναγνώστη να διαμορφώσει την προσωπική του γνώμη. Για τον Αναστάσιο: Ρ. CHARANIS, Church and 5care in the Lacer Roman Empire (Μάντισον 1939)' βλ.
επίσης,
\Y.H.C. FREND, The Rise 01' che Mono
physice Movemenc (Οξφόρδη 1 972), μια ζωηρή αφήγηση' για μεμονωμένους λογίους,
βλ. R. CI'IESNυr, Three Monophysice Chrίscologies (Οξφόρδη 1 976) και G. LARDREAU, Discours plIilosophique ec dίSCΟUΓS spiTicuel (Παρίσι 1 985) - για τον Φιλ6ξεΥΟ της [πό
λης] Mabbug. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Ρ.Ν. URE, Juscinian and his age (ΧάρμοντσΥουερθ 195 1 ), έργο γραμμένο με ενθουσια σμό. Η ζοφερή εικόνα το" I l ροκοπίου, στην Aπ6κρVφΗ Ιστορία [ελλ. μτφρ. Αλόη Σιδέ ρη, Αθήνα 1988] (αγγλ. μτφρ. G.A. \Villiamson, ΧάρμοντσΥουερθ 1969) καθώς επίσης και στις ΙστορίΕς [των Πολέμων] Ιμτφρ. Περικλής Ροδάκης, Αθήνα 1996] (ελληνικό γ.είμενο και αγγλ. μτφρ. Dewing, Loeb CΙassical Library, Λονδίνο και Νέα
Υόρκη 1 9 14-
40), εξακολουθεί να επηρεάζει τις νεότερες απόψεις. Στο LRΕ, Ι, σελ. 266-302, ο Jones προσφέρει την πιο αξιόπιστη ανάλυση. Το Ρ/ΌCOΡίυs and ιlι" Sixch CencLlfY της ΑVERIL
CAMEI